Translate -TRANSLATE -

Τρίτη 31 Μαΐου 2016

ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ : Η Οδύσσεια του

Το κτίριο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στα τέλη της δεκαετίας του 1880 με βάση τα αρχικά σχέδια Λάγκε και τις τροποποιήσεις τους από τον Κάλκο. Τα επόμενα χρόνια, μέχρι και τις μέρες μας, θα γίνουν αρκετές προσθήκες και ανακαινίσεις. Η τελευταία εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004.



150 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ
ΕΘΝΙΚΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Η Οδύσσεια του αρχαιολογικού μουσείου
Mιά αγράμματη και ένας ολιγογράμματος πατριώτης σηματοδοτούν τη «γέννηση» του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου πριν από ενάμιση ακριβώς αιώνα. Πρόκειται για την Ελένη Τοσίτσα, γυναίκα του εθνικού ευεργέτη Μιχαήλ Τοσίτσα και τον αρχαιοφύλακα Ζήση Σωτηρίου.
Είχε προηγηθεί μακρά κυοφορία, όπως είδαμε την περασμένη Κυριακή. Από την αρχική ιδέα του Κοραή (1807) να ιδρυθεί στην Κωνσταντινούπολη ή τη Χίο έως τις προτροπές του Παπαφλέσσα (1825), ώστε κάθε σχολείο να έχει το μουσείο του. Από το πρώτο πανελλήνιο μουσείο στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας (1829) έως την ανακήρυξη του Θησείου σε μουσειακό χώρο, όπου και σωρεύονται οι αρχαιότητες (1836-1837). Ακολουθεί μια μακρά περίοδος αναζήτησης του κατάλληλου χώρου για την ανέγερση του κατάλληλου κτιρίου. Πολύ μελάνι χύνεται, αλλά το μόνο χειροπιαστό αποτέλεσμα είναι το θαυμαστό, όσο και μεγαλεπήβολο σχέδιο του Γερμανού αρχιτέκτονα Λέο φον Κλέντσε για το «Παντεχνείον» στον Κεραμεικό.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1850-1860, με την έξαρση της εθνικής ιδέας και του αλυτρωτισμού, το ζήτημα βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Στους κρατικούς προϋπολογισμούς αναγράφεται κάθε χρόνο κονδύλι για την ανέγερσή του (το ανεπαρκές και συμβολικό ποσό των 10.000 δραχμών).
Συνήθως το πανελλήνιο μουσείο συσχετίζεται με εκείνο της Ακρόπολης, που κι αυτό ακόμη τότε υπάρχει ως ιδέα. Δεν διευκρινίζεται σαφώς και πάντα ότι γίνεται λόγος για ένα ή δυο μουσεία. Τον οικονομικό γρίφο έρχεται να λύσει ο εθνικός ευεργέτης Δημήτριος Βερναρδάκης. Ο Ελληνας εκατομμυριούχος προσφέρει από την Πετρούπολη, όπου μεσουρανεί οικονομικώς, το ποσό των 200.000 δραχμών. Επαρκεί και με το παραπάνω για να ξεκινήσει η πολυπόθητη διαδικασία.
Ετσι, το 1858 με διάταγμα του Οθωνα ορίζεται η ίδρυση Μουσείου Αρχαιοτήτων, ενώ ταυτοχρόνως προκηρύσσεται σχετικός διαγωνισμός. Δεκατέσσερις αρχιτέκτονες πήραν μέρος, καταθέτοντας σχέδια. Πλην, όμως, απορρίφθηκαν από τη Βασιλική Ακαδημία του Μονάχου, όπου υποβλήθηκαν για έγκριση. Αν και μερικά ήταν εξαιρετικά, με το σχέδιο του Ιταλού Α. Κόντι να ξεχωρίζει (βραβεύτηκε, μάλιστα).


Η Ελένη και ο Μιχαήλ Τοσίτσας. Χωρίς την αγορά και τη δωρεά του οικοπέδου στην οδό Πατησίων από την αγράμματη εθνική ευεργέτιδα, το Αρχαιολογικό Μουσείο δεν θα γινόταν πραγματικότητα.

Οι Βαυαροί προστάτες του Οθωνα είχαν άλλη γνώμη και ανέθεσαν στον αρχιτέκτονα του Μουσείου της Λειψίας Λ. Λάγκε το έργο. Τα σχέδιά του, όμως, ξεχάστηκαν μέσα στη δίνη των γεγονότων (Οκτωβριανή Επανάσταση και έξωση του βασιλιά).
Με την αποκατάσταση της πολιτικής ομαλότητας και την ενθρόνιση του Γεωργίου Α' το «εθνικόν ζήτημα» επανέρχεται. Οι προτάσεις πέφτουν βροχή, από ειδικούς και μη, για τον χώρο και τη μορφή του κτιρίου. Μια επιτροπή αναλαμβάνει να βρει στα ανάκτορα τα σχέδια του Κόντι. Ψάχνοντας ανακαλύπτει τα σχέδια του Λάγκε, που θεωρεί πιο κατάλληλα με μερικές διορθώσεις.
Με βασιλικό διάταγμα το 1865 περί «Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου» η διαδικασία αρχίζει εκ νέου. Μια επιτροπή και ο αρχιτέκτονας Π. Κάλκος αναλαμβάνουν να υλοποιήσουν το έργο. Ολα ήταν έτοιμα και είχε ξεκινήσει η ανασκαφή στον λόφο του Αγίου Αθανασίου (Κεραμεικός), σύμφωνα με τα σχέδια του Λάγκε και πρωταγωνιστή στο ανασκαφικό έργο τον αρχαιοφύλακα Ζ. Σωτηρίου. Γενικώς, η εντύπωση που επικρατεί είναι ότι για την εκτέλεση του έργου «απαιτούνται ή τα πλούτη του Κροίσου είτε η επί του Περικλέους προσωπική των Αθηναίων εργασία προς ανέγερσιν του Παρθενώνος».
Αντιρρήσεις Καυταντζόγλου
Διατυπώνονται, όμως, και πάλι αντιρρήσεις για τη θέση και τα σχέδια. Με βασικό φορέα τον Λ. Καυταντζόγλου. Ο πιο γνωστός Ελληνας αρχιτέκτονας της εποχής έκρινε απαράδεκτη τη θέση του μουσείου στον λόφο, υποστηρίζοντας ότι προκρίνεται χάριν ευκολίας επειδή η περιοχή ήταν δημόσιο κτήμα.


Όπως ορθώς επιχειρηματολογούσε «το μουσείον ανεγειρόμενον επ' αυτού, θέλει αφαιρέσει τον αρχικόν χαρακτήρα της αρχαίας τοπογραφίας». Υποστηρίζοντας ότι για οποιοδήποτε δημόσιο κτίριο στην Αθήνα «έπρεπε να προεξάρχη η αρχική ιδέα διά την οποίαν ωρίσθησαν αι Αθήναι πρωτεύουσα της Ελλάδος». Δηλαδή, «κυρίως χάριν των αρχαίων αυτής μνημείων».
Το θέμα δεν συμπλέκεται μόνο με το σχεδιαζόμενο Μουσείο Ακρόπολης, αλλά και με το κτίριο που Πολυτεχνείου.
Το οικόπεδο για την ανέγερση του τελευταίου στην οδό Πατησίων (πρώην κτήμα Σμολένσκη) είχε αγοράσει και διαθέσει ως δωρεά η Ελένη Τοσίτσα από το 1860 προκειμένου να πάρει σάρκα και οστά το σκανδαλωδώς καθυστερούμενο επί τρία χρόνια κληροδότημα του συζύγου της και του ανιψιού του, Ν. Στουρνάρη, για την ίδρυση του «εθνοφελούς καταστήματος».
Κατά προτροπή του Καυταντζόγλου, η Τοσίτσα αγοράζει δεύτερο οικόπεδο δίπλα σ' εκείνο του Πολυτεχνείου, όπου έχουν αρχίσει ήδη τα έργα (σε σχέδιο Καυταντζόγλου). Στις 17 Μαρτίου 1866, λίγες μέρες πριν από τον θάνατό της, δωρίζει τον χώρο (συνολική έκταση 62.000 τ.μ. αξίας 620.000 δρχ.)
Τι έλεγε το δωρητήριο
Λίγο πριν από τον θάνατό της η Ελένη Τοσίτσα δωρίζει τον χώρο «παρέχουσα εις το Εθνος οικόπεδον ανάλογον και άξιον, όπως πλησίον του Πολυτεχνείου εγερθή και το Μουσείον και ούτως εις εν μέρος της πόλεως συγκεντρωθώσι τα δύο ταύτα διά τας ωραίας τέχνας αναγκαία Καταστήματα» (απόσπασμα από το δωρητήριο).


Ο «παππούς του Ολύμπου», Ζήσης Σωτηρίου, αρχαιοφύλακας, πρώτα στην Ακρόπολη και μετά στο Μουσείο.

Ο ΑΡΧΑΙΟΦΥΛΑΚΑΣ ΖΗΣΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ
«Ελληνες, όσοι έχετε εις τας οικίας σας αρχαιότητας, να τας προσφέρητε...»
Έπειτα από τρεις δεκαετίες περιπετειών (1836-1866) υπάρχει ένας μη αμφισβητούμενος για την καταλληλότητά του χώρος (δωρεά οικοπέδου Ελένης Τοσίτσα) και χορηγία (δωρεά Βερναρδάκη) για να ξεκινήσει το μουσείο.
Στα τέλη Μαρτίου του 1866 επισημοποιούνται οι επιλογές με βάση τα σχέδια Λάγκε και τις τροποποιήσεις Κάλκου. Σταματούν οι περιορισμένες και διστακτικές ως τότε εκσκαφικές εργασίες στον Κεραμεικό.
Ο αρχαιοφύλακας Ζήσης Σωτηρίου μεταφέρει τη δράση του στην οδό Πατησίων. Η περιοχή βρίσκεται ακόμη εκτός σχεδίου πόλεως και συνορεύει με τα πατησιώτικα περιβόλια. Αναλαμβάνει να γνωστοποιήσει στο πανελλήνιο τα δέοντα.
Η απλοϊκή ανακοίνωση, που δημοσιεύεται στις εφημερίδες τον Μάιο πριν από 150 χρόνια, έχει μια θέση στα εθνικά ντοκουμέντα. Επειδή το κείμενο είναι δυσεύρετο και συνήθως παρατίθενται δυο-τρεις αράδες αξίζει να μνημονευτεί:
«Ελληνες, το οικόπεδον το οποίον η μακαρίτις Ελένη Μ. Τοσίτσα εχάρισεν εις το έθνος δια μεγάλον Μουσείον, η Κυβέρνησις το έλαβεν εις την εξουσίαν της την 7 π.μ. (27 Απριλίου 1866) και την ιδίαν ημέραν αμέσως εμετακομίσαμεν εντός αυτού διαφόρους αρχαιότητας εκ μαρμάρων και ήδη ανασκάπτονται τα θεμέλια της οικοδομής και εντός ολίγου θα τεθή ο θεμέλιος λίθος της οικοδομής εις ην θέλουν τεθή όλαι αι αρχαιότητες από όλα τα Μουσεία της τε πρωτευούσης και των επαρχιών.
Λαϊκός αγωνιστής
Το οποίον Μουσείον θέλει είναι το μεγαλύτερον και πλουσιώτερον του κόσμου όλου. Αλλά, Ελληνες, όσοι έχετε εις τας οικίας σας αρχαιότητας να τας προοσφέρητε ήδη εις το εθνικόν τούτον Μουσείον, δια να πλουτίση από αρχαιότητας, και ο προσφέρων ό,τι αρχαίον και αν είναι, η γενική εφορία αρχαιοτήτων θέλει γράψει το όνομά του εις τα βιβλία των αρχαιοτήτων και θέλει του δοθή και ευχαριστήριον εκ μέρους του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών. Του δε μικρού Μουσείου της Ακροπόλεως καθημερινώς υψούται η οικοδομή, εις ην θέλουν τεθή μόναι αι της Ακροπόλεως αρχαιότητες».
Για την Ιστορία, ο Ζήσης Σωτηρίου ήταν μια ενδιαφέρουσα μορφή λαϊκού αγωνιστή και αγνού πατριώτη. «Παππού» τον αποκαλούσαν πολλοί την περίοδο που ήταν αρχαιοφύλακας στην Ακρόπολη και μετά στο υπό ανέγερση μουσείο. Αγωνιστής του 1821, πρωτοστάτησε σε όλες τις πατριωτικές και αντιοθωνικές εκδηλώσεις.
Συνήθιζε στις εθνικές επετείους να κυκλοφορεί με δικά του έξοδα φυλλάδια, να διοργανώνει γιορτασμούς, εκφράζοντας με στίχους του επαναστατικές διαθέσεις.
Πήρε μέρος σχεδόν σε όλα τα απελευθερωτικά κινήματα στον ελληνικό χώρο. Εφτασε μέχρι την Ιταλία, συμμετέχοντας στο εθελοντικό σώμα των Ελλήνων Γαριβαλδινών.
Οταν πέθανε (1880) ο λόγιος Στέφανος Κουμανούδης έπλεξε το εγκώμιό του. Αφιέρωσε κι ένα επίγραμμα που χαρακτηρίζει όλη τη ζωή και δράση του: «Αν όλοι εμιμούμεθα τον Ζήσην Σωτηρίου / δεν θα ΄χε χρείαν η Ελλάς Ευρώπης Συνεδρίου» (ήταν η εποχή που διεξαγόταν το Συνέδριο του Βερολίνου και αποφασιζόταν η παραχώρηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα).

ΤΟ 1866
3 Οκτωβρίου τίθεται ο θεμέλιος λίθος
Η περιπέτεια της οικοδόμησης του Αρχαιολογικού Μουσείου τον 19ο αιώνα είναι συνυφασμένη με τη συγκρότηση και ταυτοποίηση του νεοελληνικού κράτους. Οι αρχαιότητες, πέραν της αξίας τους, είναι και «εθνικά σύμβολα». Με αποδέκτες αυτού του μηνύματος τους ίδιους τους Ελληνες αλλά και όλους τους άλλους.
Παραλλήλως, η ανάγκη ίδρυσης σύγχρονου οικοδομήματος για τις αρχαιότητες προβάλλει επιτακτικά για τη συλλογή και την προστασία τους. Αλλά και υλοποίηση των φιλοδοξιών για μια «αναγέννηση» στο πνεύμα του νεοκλασικισμού. Μέσα στο ευρύτερο αυτό πλαίσιο τίθεται ο θεμέλιος λίθος του κεντρικού Μουσείου.
«Την 3η Οκτωβρίου 1866, ημέρα Δευτέρα, η αυτού μεγαλειότης ο βασιλεύς θέλει έλθη τη 12η ώρα της ημέρας εις τον τόπο ένθα εγερθήσεται το Εθνικόν Αρχαιολογικό Μουσείο» αναφέρεται στην πρόσκληση για την τελετή των εγκαινίων. Με κάθε επισημότητα θα γίνει η τελετή και με πλήθος κόσμου να παρακολουθεί. Αν και το γεγονός, λόγω της συγκυρίας (έκρηξη Κρητικής Επανάστασης), περνά σε δεύτερη μοίρα. Τον θεμέλιο λίθο συνοδεύει ένα ασημένιο μετάλλιο διαμέτρου 8 εκατοστών με εγχάρακτο αναμνηστικό επίγραμμα του γλύπτη Δ. Κόσσου.
Υπό την επίβλεψη του Κάλκου και τα τροποποιημένα από τον ίδιο σχέδια του Λάγκε, η δυτική πτέρυγα θα ολοκληρωθεί το 1874. Χωρίς τη μεγαλοπρεπή στοά με την κιονοστοιχία που είχε «περικοπεί» για οικονομικούς λόγους. Τότε αρχίζει και η μεταφορά των αρχαιοτήτων εκεί. Οι περιπέτειες της ανέγερσης με την ανεπάρκεια των χρημάτων, με αλλαγές και τροποποιήσεις σχεδίων θα συνεχιστούν. Ενώ τον Κάλκο μετά τον θάνατό του διαδέχεται ο αρχιτέκτονας Αρμ. Βλάχος.
Τελικά, με διαδικασίες fast track το 1888-89, λόγω των επικείμενων γάμων του διαδόχου Κωνσταντίνου με τη Γερμανίδα πριγκίπισσα Σοφία, «απεφασίσθη υπό της κυβερνήσεως (Χ. Τρικούπης) η ως τάχιον αποπεράτωσις των οικοδομημάτων του Κεντρικού Μουσείου, προσληφθέντος ως αρχιτέκτονος του κ. Ερνέστου Τσίλλερ». Διατίθεται, μάλιστα, το τεράστιο ποσό των 800.000 δρχ.
Είκοσι τρία χρόνια από τη θεμελίωση το οικοδόμημα, με τροποποιημένη την πρόσοψη διά χειρός Τσίλλερ, όπως είναι σήμερα, έχει ολοκληρωθεί. Η ιστορία του, όμως, μέχρι να πάρει τη μορφή που έχει τώρα, θα συνεχιστεί ως τον 21ο αιώνα. Αυτό, όμως, είναι ένα άλλο κεφάλαιο.
Τ. Κατσιμάρδος

ΕΘΝΟΣ

Το πρώτο μέρος της ιστορίας το αναρτήσαμε εδώ την περασμένη Τρίτη 24.5.2016 http://boraeinai.blogspot.gr/2016/05/blog-post_450.html

Αυστρία: Η Ακροδεξιά στο νήμα




Αυστρία: Η Ακροδεξιά στο νήμα

Γράφει η  Άννα Ζαρίφη

Δεν συμβαίνει συχνά ολόκληρη η Ευρώπη να περιμένει τα αποτελέσματα της επιστολικής ψήφου στις εκλογές μιας χώρας-μέλους της Ε.Ε. για το τελικό αποτέλεσμα. Κι έπειτα να πανηγυρίζει για το αποτέλεσμα των εκλογών, την ώρα που ένας ακροδεξιός υποψήφιος πήρε σχεδόν το 50% των ψήφων. Έτσι όμως συνέβη στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές στην Αυστρία, όπου ο υποψήφιος των Πρασίνων Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν, πίσω από τον οποίο στοιχήθηκαν όλα τα κόμματα του αυστριακού δημοκρατικού τόξου, κέρδισε τελικά στο νήμα με 50,3% των ψήφων, έναντι 49,7% του ακροδεξιού αντιπάλου του Νόρμπερτ Χόφερ. Είναι μεν το καλύτερο, αλλά δεν είναι ένα καλό αποτέλεσμα και δείχνει πόσο πολύ έχουν αλλάξει τα δεδομένα.
Ειδικά αν σκεφτεί κάποιος ότι τη δεκαετία του 1980 δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι διαμαρτυρήθηκαν για την είσοδο ενός και μόνο βουλευτή του ακροδεξιού κόμματος CP στην Ολλανδία, ενώ το 2000 οι ευρωπαϊκές χώρες μποϊκοτάρισαν τη νέα αυστριακή κυβέρνηση, επειδή περιλάμβανε το αυστριακό Κόμμα της Ελευθερίας (FPΟ). Είναι το ίδιο κόμμα που παραλίγο να εκλέξει Πρόεδρο και που πολλοί αναμένουν να κερδίσει και στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, σπάζοντας τον παραδοσιακό δικομματισμό Σοσιαλιστών και Συντηρητικών, που κυβερνούν την Αυστρία εναλλάξ ή και σε συνασπισμούς μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
O Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν ήρθε πρώτος σε εννέα από τις δέκα κυριότερες πόλεις της χώρας, ενώ ο Χόφερ κυριάρχησε στις αγροτικές περιοχές. Η υποστήριξη προς τον ακροδεξιό υποψήφιο ήταν εξαιρετικά υψηλή στην εργατική τάξη και στους χειρώνακτες, φτάνοντας σχεδόν το 90%, ενώ όσοι έχουν πτυχίο πανεπιστημίου ή άλλους τίτλους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στράφηκαν προς τον πράσινο υποψήφιο. Ακόμη, οι ψήφοι για τον Χόφερ μεταξύ των ανδρών ήταν 60%, ενώ μεταξύ των γυναικών ήταν 60% για τον Βαν ντερ Μπέλεν.
Ο νέος Πρόεδρος της Αυστρίας είναι στην πραγματικότητα ένας κοσμοπολίτης ανεξάρτητος υποψήφιος που έχει εκφραστεί υπέρ της Ε.Ε. Είναι ο ηγέτης των Πρασίνων εδώ και μία δεκαετία και πολλοί χειροκρότησαν το γεγονός ότι πρόκειται για τον πρώτο εκλεγμένο πράσινο επικεφαλής κράτους στον κόσμο. Μιλώντας μετά τη νίκη του, είπε ότι καταλαβαίνει πως πολλοί Αυστριακοί είχαν διαφορετικές απόψεις και ότι μερικοί άνθρωποι ήταν θυμωμένοι, προσθέτοντας ότι «οι άνθρωποι μπορεί να είναι διαφορετικοί και να εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο με σεβασμό». Για να γυρίσουμε στις επιστολικές ψήφους, τα επινίκια θα ήταν τελείως διαφορετικά χωρίς τις σχεδόν 700.000 ψήφους που έφτασαν από το εξωτερικό. Σύμφωνα με τα προσωρινά αποτελέσματα, πριν καταμετρηθεί η γνώμη των Αυστριακών ομογενών, ο ακροδεξιός υποψήφιος Νόρμπερτ Χόφερ προηγούνταν του αντιπάλου του. Ο πρώτος οικολόγος Πρόεδρος χώρας στον κόσμο κέρδισε τελικά με διαφορά μόλις 31.000 ψήφων από τις 4,64 εκατομμύρια ψήφους.
Έτσι, κανείς δεν μπορεί πλέον να αρνηθεί ότι μολονότι η επικράτηση του Χόφερ αποφεύχθηκε την ενδεκάτη ώρα, τα αποτελέσματα των αυστριακών εκλογών μεγεθύνουν την πολιτική κρίση που περνούν τα mainstream πολιτικά κόμματα της χώρας. Μια κρίση που αντικατοπτρίζει την κρίση της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής, όπου η κοινή πεποίθηση ότι τα ριζοσπαστικά κόμματα και τα κόμματα του περιθωρίου έχουν «πλαφόν» στην υποστήριξη που θα μπορούσαν να λάβουν από τους ψηφοφόρους μοιάζει να καταρρέει.
Οι καρποί της οργής
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα εκλογικά κέρδη για τα ακροδεξιά και εθνικιστικά κόμματα είναι εντυπωσιακά, παρ’ ότι αυτά καλύπτουν ένα ευρύ πολιτικό φάσμα και κάθε χώρα έχει τις ιδιαιτερότητές της. Η προσφυγική κρίση έχει τροφοδοτήσει μια σπασμωδική αντίδραση ενάντια στο πολιτικό κατεστημένο, αλλά το κύμα της δυσαρέσκειας φέρνει στην επιφάνεια και φόβους σχετικά με την παγκοσμιοποίηση και τη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας που προϋπήρχαν. Πολλοί πολιτικοί παρατηρητές θεωρούν ότι το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν είναι η μεγαλύτερη εθνικιστική πρόκληση απέναντι στις φιλελεύθερες δημοκρατικές παραδόσεις της Ευρώπης. Και όλα τα μάτια θα στραφούν στη Γαλλία στις εκλογές για τη γαλλική προεδρία το 2017, όπου η Λεπέν αναμένεται να τα δώσει όλα προκειμένου να μπει στο Ελιζέ. Το μοτίβο όμως είναι κοινό. Σε χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Σλοβακία, αλλά και σε χώρες όπως η Δανία ή ακόμη και η Ελβετία, βλέπουν τα κόμματα που «σκαλίζουν» αντιευρωπαϊκά, ξενοφοβικά ένστικτα να παίρνουν αποτελέσματα που ανατρέπουν τον τρόπο με τον οποίο ξέραμε ότι ψηφίζουν οι πολίτες.
Δεν είναι απλώς η έκρηξη της υποστήριξης προς την ακροδεξιά – είναι η διαφαινόμενη έκρηξη ευρύτερης πολιτικής δυσαρέσκειας που εκφράζεται μέσα από ψήφους που πηγαίνουν συνειδητά στα άκρα. Οι πολίτες επιδιώκουν να απονομιμοποιήσουν με την ψήφο τους τα παραδοσιακά κόμματα και τους πολιτικούς που τους κυβερνούσαν για δεκαετίες. Δεν σκέφτονται πάνω στη γραμμή «περιθώριο - κατεστημένα κόμματα», όλο και περισσότεροι αδιαφορούν ακόμη και για καταφανώς εγκληματικές συμπεριφορές. Όλο και περισσότερο οι εκλογές αποτελούν για τους ψηφοφόρους όχι μια πλατφόρμα όπου ταυτίζονται με ένα ιδεολογικό αφήγημα αλλά μια αναγκαστική επιλογή ανάμεσα σε εναλλακτικές που δεν γοητεύουν. Οι άνθρωποι ψηφίζουν αυτό που θεωρούν το καλύτερο από τα δύο κακά. Οι επερχόμενες προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ είναι κι αυτές ένα παράδειγμα αυτού του φαινομένου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη επωφελούνται από την «τέλεια καταιγίδα». Η Ευρώπη «πολιορκείται» από πρόσφυγες και μετανάστες και «απειλείται» από τζιχαντιστές τρομοκράτες. Υπάρχουν όμως και βαθύτεροι κοινωνικοί μετασχηματισμοί, που αντικατοπτρίζονται στις αλλαγές. Αρκετά από αυτά τα κόμματα δεν είναι καινούργια, το βελγικό Φλαμανδικό Συμφέρον (Vlaams Belang), το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο (FN), η ιταλική Λέγκα του Βορρά (LN), καθώς και το Κόμμα της Ελευθερίας στην Αυστρία, «πετούσαν χαμηλά» σε όλες τις κάλπες μέχρι σήμερα.
Το «παλιό» υποχωρεί
Η διαφορά είναι ότι εν μέσω μιας πολυεπίπεδης κρίσης στην Ευρώπη το μεταπολεμικό πολιτικό κατεστημένο μοιάζει να βουλιάζει. Οι γνωστοί κεντροδεξιοί-κεντροαριστεροί συσχετισμοί δεν γοητεύουν πλέον τους πολίτες και οι επαγγελματίες πολιτικοί εκτός από τον κυνισμό τους έχουν να αντιμετωπίσουν και εναλλακτικές όπως η Εναλλακτική για τη Γερμανία, δυνάμεις οι οποίες κινούνται εκτός του πλαισίου της ευγενικής πολιτικής αντιπαράθεσης του κατεστημένου των Βρυξελλών.
Στην Ελλάδα ο δικομματισμός κατέρρευσε εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης και η Χρυσή Αυγή είναι η τρίτη πολιτική δύναμη στο Κοινοβούλιο. Είμαστε βέβαια θύματα του προγράμματος διάσωσης και η λιτότητα που επιβλήθηκε στον ευρωπαϊκό Νότο είχε κι αλλού πολιτικά θύματα.
Στην Πορτογαλία ο σοσιαλιστής Αντόνιο Κόστα, με ad hoc στήριξη από το Αριστερό Μπλοκ και τους Κομμουνιστές, υποσχέθηκε χαλάρωση της λιτότητας, αλλά προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των υποσχέσεων και των απαιτήσεων, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας.
Η Ισπανία, ανίκανη να σχηματίσει κυβέρνηση από τον περασμένο Δεκέμβριο, στα τέλη Ιουνίου θα συρθεί σε μια ακόμη εκλογική αναμέτρηση. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι οι ίδιοι πολιτικοί που απέτυχαν να συμμαχήσουν τους τελευταίους τέσσερις μήνες θα το καταφέρουν τον Ιούλιο. Οι νέες κάλπες, τις οποίες, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι ψηφοφόροι δεν θέλουν, μπορεί απλώς να επιτείνουν το κλίμα απογοήτευσης σε μια χώρα όπου η ανεργία παραμένει πάνω από το 20% και όπου το ψαλιδισμένο παλιό (η Δεξιά και οι Σοσιαλιστές) προσπαθεί να βρει κοινό βηματισμό με το καινούργιο (τους Ciudadanos και τους Podemos).
Την ίδια ώρα οι κάλπες στην Κύπρο, στις πρώτες εκλογές μετά την εφαρμογή του μνημονίου, ανέδειξαν για πρώτη φορά Bουλή με οκτώ κόμματα, με μια πολύ δυσάρεστη ελλαδίτικη εξαγωγή, την είσοδο του αδελφού κόμματος της Χρυσής Αυγής, ΕΛΑΜ, το οποίο εξασφαλίζει για πρώτη φορά κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Πιο συγκεκριμένα, το ΕΛΑΜ κατάφερε να κερδίσει δύο έδρες, μπαίνοντας στη Βουλή με το οριακό 3,7% – πλέον ισχύει πλαφόν 3,6% αντί του 1,8% που ίσχυε πριν. Οι αναλυτές μιλούν κι εδώ για μια βαριά ήττα του διπολισμού που κυριαρχούσε τόσα χρόνια με ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, που έπεσαν συνολικά κατά 11%. Στη διαμόρφωση του αποτελέσματος σημαντικό ρόλο έπαιξε και η αποχή, η οποία άγγιξε το 32,63%, με έναν στους τρεις πολίτες να μην προσέρχεται στις κάλπες.
http://www.free-sunday.gr/article?nid=1634

Δευτέρα 30 Μαΐου 2016

Κ. Δημουλα - Β. Φούσκα :«Νέο συνταγματισμός» (new constitutionalism)

Επισφραγίζεται για δεύτερη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η στρατηγική ήττα της ελληνικής Αριστεράς.




Η «δικτατορία» της Ευρωπαϊκής Ένωσης 
(με στήριξη ΗΠΑ-ΔΝΤ)

Των Κώστα Δημουλά*  και Βασίλη Κ. Φούσκα**
Καθηγητών Πανεπιστημίου

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο Καναδός νεομαρξιστής Stephen Gill γράφει για κάτι που αποκαλεί «νέο συνταγματισμό» (new constitutionalism). Η σημασία του όρου είναι απλή: πρόκειται για τη θεσμοποίηση-συνταγματοποίηση των κανόνων της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, δηλαδή τη μεταφορά των αγοραίων οικονομικών μορφών και της λιτότητας μέσα στους θεσμούς του κράτους, εφόσον, ως επί το πλείστον, τα Συντάγματα του μεταπολέμου ήταν κεϊνσιανά.
Αυτό που γίνεται στον κόσμο από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, στην Ευρώπη από το 1987 με τη δέσμη Ντελόρ και έπειτα με τη συνθήκη του Μάαστριχτ (1992) και στη χώρα μας, με ανοιχτή μορφή, τουλάχιστον από το 2010 και έπειτα, με αποκορύφωμα το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο, επιβεβαιώνει αυτήν ακριβώς την ανάλυση του Καναδού. Στις περιφερειακές χώρες του καπιταλισμού, ωστόσο, αυτός ο «νέος συνταγματισμός» εκλαμβάνει τη μορφή ακραίας λιτότητας και ανοιχτής οικονομικής δικτατορίας.
Η ψήφιση από την ελληνική Βουλή, την Κυριακή της 22ας Μαΐου, του νόμου για τη σύνθεση, τη λειτουργία και τη διάρκεια της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. (υπερταμείο), στην οποία υπάγονται ως θυγατρικές το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), η Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου Α.Ε. (ΕΤΑΔ) και η Εταιρεία Δημόσιων Συμμετοχών Α.Ε. (ΕΔΗΣ), επισημοποιεί, για ακόμα μία φορά, τη διεθνή εξάρτηση της Ελλάδας από τις νεο-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης, που στον δημόσιο λόγο, κατ’ ευφημισμόν, αποκαλούνται «δανειστές».
Με όχημα την πιστή εφαρμογή της δανειακής συμφωνίας του Αυγούστου του 2015, ως προϋπόθεση εκταμίευσης δόσεων εξόφλησης προηγούμενων δανείων και ενίσχυσης της ρευστότητας του ελληνικού κράτους, το υπερταμείο αποτελεί τον μηχανισμό μετάβασης από το καθεστώς της διεθνούς εποπτείας σε αυτό της συνδιαχείρισης της ελληνικής οικονομίας από τις ευρωπαϊκές ελίτ.
Πρόκειται για μία θεσμική καινοτομία που δείχνει τον δρόμο για τη μέθοδο ενσωμάτωσης των περιφερειακών οικονομιών της ΟΝΕ στο νεοφιλελεύθερο σχέδιο του 21ου αιώνα, όπως αυτό ηγεμονεύεται και καθοδηγείται από το γερμανικό κεφάλαιο με την ανοχή και την υποστήριξη των ΗΠΑ και του ΔΝΤ.
Σε σύμπνοια με τη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη (2009), που ορίζει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως «άκρως ανταγωνιστική κοινωνική οικονομία της αγοράς» (άρθρο 3 της Συνθήκης), το υπερταμείο ορίζεται ότι δεν ανήκει στον δημόσιο ή ευρύτερο δημόσιο τομέα ούτε εφαρμόζονται σ’ αυτό οι διατάξεις για τις δημόσιες επιχειρήσεις (άρθρο 184) και ότι λειτουργεί «χάριν του δημόσιου συμφέροντος σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας» (άρθρο 185).
Πρόκειται για μια πρωτοφανή στρέβλωση της ιστορικής αλήθειας, αφού το δημόσιο συμφέρον είναι υπερασπιζόμενο πρωτίστως με πολιτικά κριτήρια και πολλές φορές σε αντιπαράθεση με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, δηλαδή -σήμερα- της αγοράς.
Το υπερταμείο, του οποίου η διάρκεια προσδιορίζεται στα 99 έτη, προβλέπεται ότι θα διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο που ορίζει το Εποπτικό Συμβούλιο και πρόεδρο που προέρχεται από την Ε.Ε. Μάλιστα, στο Εποπτικό Συμβούλιο συμμετέχουν τρία μέλη από την ελληνική πλευρά, ένα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ένα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, ενώ οι αποφάσεις του λαμβάνονται με τη σύμφωνη γνώμη των 4/5, δηλαδή, πάντοτε, με τη σύμφωνη γνώμη ενός εκ των δύο μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (άρθρο 191).
Με τη θεσμοθέτηση των παραπάνω κανόνων λειτουργίας του υπερταμείου, οι υλικοί και άυλοι πόροι της ελληνικής οικονομίας θα διατίθενται για έναν αιώνα στην εξυπηρέτηση των δανείων κατά το ήμισυ.
Έτσι, οι δανειστές διασφαλίζουν την κερδοφόρα επιστροφή των δανείων που όλοι κρίνουν ότι είναι αδύνατο να εξυπηρετηθούν, χωρίς οι ίδιοι να έχουν παραχωρήσει τίποτα πέρα από αόριστες υποσχέσεις περί απομείωσης του χρέους.
Επιπλέον, το υπερταμείο λειτουργεί ως εταιρεία που διέπεται από το Αστικό Δίκαιο κι έτσι η λειτουργία του δεν επηρεάζεται από τις ενδεχόμενες αλλαγές στα πολιτικά προγράμματα των μελλοντικών ελληνικών κυβερνήσεων ή σε ανεπανόρθωτο βαθμό από άλλα κοινωνικά γεγονότα μείζονος σημασίας.
Ακόμα, το ήμισυ των αποδόσεων του υπερταμείου θα διατίθεται για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Μόνο που οι προτεραιότητες αυτής της ανάπτυξης θα συναποφασίζονται με τους δανειστές. Έτσι αποτρέπεται κάθε στρατηγική παραγωγικής ανασυγκρότησης που δεν είναι σύμφωνη με τα δικά τους χρηματιστηριακά συμφέροντα, δηλαδή κάθε προοπτική απεξάρτησης για τα επόμενα 99 χρόνια.
Στο άμεσο πρακτικό επίπεδο, η πιθανότερη εκδοχή είναι αυτοί οι πόροι να κατευθυνθούν στη χρηματοδοτική ενίσχυση των επενδύσεων που θα ενταχθούν στο ΕΣΠΑ και το πακέτο Γιούνκερ και κατ’ αυτόν τον τρόπο η όποια ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα χρηματοδοτηθεί με ελληνικούς πόρους, αλλά οι προτεραιότητές της θα συναποφασίζονται με τους δύο επικρατέστερους και περισσότερο ολιγαρχικούς ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Έτσι εφαρμόζεται, και ενδεχομένως να γενικευτεί, μία νέα καινοτομία για την υποτελή ενσωμάτωση των περιφερειακών κρατών της Ευρώπης στον άτυπο συνασπισμό που έχει συγκροτήσει η γερμανική ηγεμονία στη Νομισματική Ένωση με τη βούλα και την υποστήριξη των ΗΠΑ και του ΔΝΤ.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, το αποκαλούμενο «Παράλληλο πρόγραμμα» υποβαθμίζεται σε απλό προσάρτημα της εξάρτησης και τα βασικά του χαρακτηριστικά θα συγκλίνουν όλο και περισσότερο προς τη νεοφιλελεύθερη «κοινωνική» πολιτική, δηλαδή τη χρηματιστικοποίηση-ιδιωτικοποίηση του κοινωνικού κράτους και τη διοχέτευση των εισπραχθέντων υπερ-φόρων στην υπηρεσία του παγκοσμιοποιημένου τραπεζικού κεφαλαίου.
Επισφραγίζεται, έτσι, για δεύτερη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η στρατηγική ήττα της ελληνικής Αριστεράς. Την πρώτη φορά αυτό έγινε με αίμα και δυστυχία.
Τώρα συντελείται με τη σταδιακή μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς το λεγόμενο Κέντρο και την ενδεχόμενη μετεξέλιξή του σε ένα κλασικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, κάτι που ίσως επισημοποιηθεί στο επικείμενο συνέδριό του. Ο Καρλ Μαρξ έγραψε ότι τη δεύτερη φορά η τραγωδία επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Μήπως τελικά επαναλαμβάνεται ξανά ως άλλη μια τραγωδία;
*Ο Κώστας Δημουλάς είναι επίκουρος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
**Ο Βασίλης Κ. Φούσκας είναι τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Λονδίνου
http://www.efsyn.gr/arthro/i-diktatoria-tis-eyropaikis-enosis-me-stirixi-ipa-dnt