Translate -TRANSLATE -

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Θεοφάνη Γραικιώτη : Ο Μάρκος




Ο  Μάρκος

Γράφει ο Θεοφάνης Γραικιώτης

Το Μάρκο. Θα σου στείλω το Μάρκο Δόκιμε το βράδυ, μου είπε ο Ταγματάρχης -εκείνο το παγερό απόγευμα στη Σχολή Πυροβολικού. Αυτός θα σου δείξει τις σκοπιές που δεν γνωρίζεις για να κάνεις έφοδο.
-Τι ώρα είπες πως έχεις υπηρεσία;; με ρώτησε.  
-Δυο, τέσσερεις. Γερμανικό του απάντησα.
-Ωραία. Δυο παρά πέντε ο Μάρκος θα σε περιμένει έξω από το κτήριο της Μοίρας. Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια του Ταγματάρχη.
Βάρεσα προσοχή. Χαιρέτισα στρατιωτικά και βγήκα απ το γραφείο του.
Προχωρούσα για την Μοίρα αλλά μέσα μου χιλιάδες σκέψεις και προβληματισμοί δεν με έκαναν να ησυχάσω .Ετοιμάσου να εισπράξεις καμπάνα, είπα στον εαυτό μου. Που θα πας το βράδυ αφού δεν ξέρεις όλες τις σκοπιές; Μονολογούσα. Και ποιος είναι τέλος πάντων αυτός ο Μάρκος που ξέρει όλες τις σκοπιές που εσύ δεν ξέρεις; Είναι και αυτός Δόκιμος; αναρωτήθηκα. Λίγο πολύ τους ήξερα όλους τους Δοκίμους που υπηρετούσαμε μαζί. Το «Μάρκος» όμως δεν μου έλεγε τίποτα.
Μέχρι να ‘ρθη η ώρα για την υπηρεσία μου στριφογύριζα στο κρεβάτι μου. Όσο και αν η νυχτερινή βροχή προσπαθούσε να με νανουρίσει, έμενα ύπνος δεν μου κόλαγε. Ρε τι είναι αυτό που με βρήκε αναρωτιόμουν ανήσυχος,
Έβαλα το τζάκετ μου. Φόρεσα την κουκούλα και το κράνος μου. Πήρα το όπλο μου και κίνησα να βγω έξω στο κρύο και την βροχή χωρίς καν να περιμένω να με ξυπνήσει ο Θαλαμοφύλακας.
Άντε τώρα να συνάντησης το Μάρκο είπα κοροϊδευτικά στον εαυτό μου. Εξ άλλου είναι ήδη δυο παρά πέντε· δεν κάνει να τον στήσεις, συνέχισα να κοροϊδεύω τον εαυτό μου.
Βγαίνοντας συνάντησα συναδέλφους που επέστρεφαν από σκοπιές και περίπολα μουσκεμένοι από πάνω μέχρι κάτω. Έσταζαν ολόκληροι.
-Ρε παιδιά μήπως είδατε κανένα να περιμένει μπροστά από τη Μοίρα τους ρώτησα εναγωνίως.
-Τέτοια ώρα με τέτοιο καιρό δεν κυκλοφορούν ούτε τα φαντάσματα συνάδελφε, είπε κάποιος και έσπευσε μαζί με τους άλλους να συναντήσει τη γλυκιά θαλπωρή του θαλάμου..
Βγήκα έξω. Η βροχή μου μαστίγωνε το πρόσωπο. Το κρύο με διαπερνούσε μέχρι το κόκκαλο. Κοίταξα για τον υποτιθέμενο Μάρκο. Ψυχή. Και αν εξαιρέσεις το θόρυβο της βροχής και το σφύριγμα του ανέμου κατά τα λοιπά απόλυτος ησυχία
Δεν τον είχα προσέξει. Μη με ρωτάτε από που ξετρύπωσε. Δεν ξέρω. Εκείνο που ξέρω όμως είναι ότι με κοίταζε στα μάτια και κουνάτε χαρωπά την ουρά του. Κι αυτός όπως και εγώ βρεγμένος μέχρι το κόκκαλο. Ξεκίνησε πρώτος, μπροστά από έμενα.
Στη πρώτη σκοπιά με το ΑΛΤ ΤΙΣ ΕΙ; σταμάτησε. Σταμάτησα και εγώ.
-ΕΦΟΔΟΣ φώναξα στο φρουρό.
-Προχώρα στο παρασύνθημα
-ΑΛΑΜΑΝΑ του απάντησα.
-Προχώρα μου είπε αυτός.
Υπέγραψα το Βιβλίο Εφόδου. «Τα εκατό πρώτα χρόνια είναι δύσκολα νέος» αστειεύτηκα με το σκοπό. Καληνύχτα κύριε Δόκιμε απάντησε εκείνος.
Με το καληνύχτα ο σκυλούκος που όλο αυτό το διάστημα είχε κολλήσει δίπλα μου πετάχτηκε μπροστά μέχρι την άλλη σκοπιά που δεν ήξερα αλλά την ήξερε αυτός. Γιατί ΑΥΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΜΑΡΚΟΣ. Ο καλός τετράποδος φίλος μου εκείνης της νύχτας........

Δεν υπάρχουν σχόλια: