Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

20.7.1944 - Απόπειρα κατά του Χίτλερ


Ο Μουσολίνι επισκέπτεται τον χώρο που έγινε η απόπειρα.



Με αφορμή την ταινία "Επιχείρηση Βαλκυρία" σας παρουσιάζω σήμερα το ιστορικό γεγονός της απόπειρας των γερμανών αξιωματικών κατά του Χίτλερ στις 20.7.1944. Αν η απόπειρα αυτή είχε πετύχει η εξέλιξη των γεγονότων μπορεί να ήταν διαφορετική.


Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΒΑΛΚΥΡΙΑ


Η συνωμοσία για την δολοφονία του Χίτλερ δεν είναι πρόσφατη υπόθεση: Έχει αρχίσει λίγο πριν την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με οργανωτή και κύριο μοχλό της τον αποπεμφθέντα στρατηγό Λούντβιχ Μπεκ.

Στην συνωμοσία αυτή συμμετέχουν αρχικά ελάχιστοι, στρατιωτικοί κυρίως, και ακόμη πιο λίγοι πολίτες. Με το πέρασμα του χρόνου, όμως, ο κύκλος αυτός διευρύνεται.

Χρυσή ευκαιρία παρουσιάζεται στους συνωμότες όταν ο Χίτλερ αποφασίζει μια από τις πολύ σπάνιες μεταβάσεις του στο Ανατολικό μέτωπο, τον Μάρτιο του 1943, στο Χάρκοβο. Προσεκτικά κατασκευασμένος εκρηκτικός μηχανισμός (βρετανικής προέλευσης) έχει μετατραπεί στο σχήμα δύο φιαλών κονιάκ. Για τον φόβο εντοπισμού (αλλά και δυσλειτουργίας) δεν υπάρχει ωρολογιακός πυροδοτικός μηχανισμός: Αυτός αποτελείται από έναν επικρουστήρα, ο οποίος συγκρατείται από λεπτό μεταλλικό σύρμα, κλεισμένο σε υδατοστεγή θήκη. Στην ίδια θήκη υπάρχει ένα μικρό φιαλίδιο με ισχυρό οξύ. Θραύοντας το φιαλίδιο, το οξύ διαβρώνει το σύρμα συγκράτησης του επικρουστήρα, ο οποίος, πέφτοντας επάνω στο καψύλλιο, προκαλεί την έκρηξη.

Ο Στρατηγός Τρέσκοβ, που υπηρετεί ως επιτελικός αξιωματικός στην Ομάδα στρατιών Κέντρου (Heeresgruppe Mitte) προσπαθεί να μυήσει στην συνωμοσία τον Διοικητή της, Στρατάρχη Γκίντερ φον Κλούγκε. Αυτός απαντά ότι η στρατιωτική κατάσταση στο μέτωπο δεν είναι τόσο απελπιστική, ώστε να δικαιολογεί μια τέτοια ενέργεια. Ο Τρέσκοβ και ο υπασπιστής του Φάμπιαν φον Σλάμπρεντορφ παίρνουν απόφαση να προσπαθήσουν χωρίς την υποστήριξη του φον Κλούγκε, ο οποίος, ωστόσο, κρατά κλειστό το στόμα του και δεν αποκαλύπτει πουθενά τις προθέσεις των υφισταμένων του.

Ο Σλάμπρεντορφ δίνει σε ένα Συνταγματάρχη της φρουράς του Χίτλερ το δέμα - βόμβα, ζητώντας του να το παραδώσει στον Στρατηγό Χέλμουτ Στιφ (Helmuth Stief) "ως δώρο από τον Στρατηγό Τρέσκοβ". Αυτός, ανυποψίαστος, παραλαμβάνει το δέμα και ανεβαίνει στο αεροσκάφος του Φύρερ. Με αγωνία περιμένουν το αποτέλεσμα, το οποίο δεν είναι το αναμενόμενο: Δυο ώρες αργότερα ο Φύρερ προσγειώνεται σώος στο Μινσκ. Ο Σλάμπρεντορφ σπεύδει στο Βερολίνο και παραλαμβάνει ο ίδιος το δέμα-βόμβα, πριν παραδοθεί. Το ανοίγει και, εξετάζοντάς το, διαπιστώνει την σωστή λειτουργία του μηχανισμού και την ανεπάρκεια του καψυλλίου, που δεν εξερράγη με το κτύπημα του επικρουστήρα.

Μια πολύ προσεκτικά σχεδιασμένη απόπειρα επρόκειτο να γίνει το 1944, όταν ο Φύρερ θα επιθεωρούσε τις νέες στολές του στρατεύματος: Ο χώρος επίδειξης (και οι στολές) καταστράφηκαν μερικές ώρες πριν την επίσκεψη, από αεροπορικό βομβαρδισμό.

Η υπηρεσία που βρίσκεται ο Στάουφενμπεργκ είναι ιδανική για τους συνωμότες: Ένα από τα σχέδια που οφείλει να υλοποιήσει είναι η "Επιχείρηση Βαλκυρία", επιχείρηση που έχει την έγκριση του ίδιου του Φύρερ: Πρέπει να αναλάβει τον έλεγχο του Κράτους σε περίπτωση που εσωτερικές ταραχές θα έκαναν αδύνατες τις επικοινωνίες της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης. Το ίδιο σχέδιο τροποποιείται από τους συνωμότες με τον ακριβώς αντίθετο στόχο: Την δολοφονία του Χίτλερ. Πέντε απόπειρες έχουν γίνει και όλες ματαιώθηκαν, επειδή το πρόγραμμα του Χίτλερ ήταν ολοσχερώς ακανόνιστο, είτε γιατί μια μυστηριώδης καλοτυχία τον προστάτευε.

Προσωπική θυσία

Την τελευταία ευκαιρία των συνωμοτών αναλαμβάνει να υλοποιήσει και πάλι ο Στάουφενμπεργκ. Στις 20 Ιουλίου 1944, ο νεαρός Συνταγματάρχης φθάνει στο Ράστενμπουργκ, καταφέρνει να βάλει την βόμβα (υπό μορφή χαρτοφύλακα) στο δωμάτιο του Χίτλερ και να βγει απαρατήρητος. Μια ακόμη, όχι οπλισμένη, βόμβα της ίδιας μορφής, βρίσκεται στο χώρο αποσκευών του αυτοκινήτου του. Περιμένει λίγο, ακούει την έκρηξη της βόμβας και καταφέρνει να διαφύγει, επιστρέφοντας στο Βερολίνο, όπου η "Βαλκυρία" τίθεται σε εφαρμογή.

Δυστυχώς, ο Χίτλερ, προστατευόμενος από ένα βαρύ τραπέζι και το σώμα του στρατιώτη που στεκόταν δίπλα του, βγαίνει με μερικές αμυχές και μια ρήξη τυμπάνου από το μικρό δωμάτιο συσκέψεων.

Ο Βίλχελμ Κάιτελ συσχετίζει την εξαφάνιση του Στάουφενμπεργκ με την βόμβα και, ενεργώντας ταχύτατα, τηλεφωνεί στον επικεφαλής της Υπηρεσίας του Στάουφενμπεργκ Στρατηγό Φρίντριχ Φρομ. Αυτός, επίσης με ταχύτατες ενέργειες, συλλαμβάνει όποιους συνωμότες βρίσκει: τον Στάουφενμπεργκ, τον Στρατηγό Όλμπριχτ, τον Υπολοχαγό φον Χέφτεν και τον Συνταγματάρχη Άλμπρεχτ Μερτς φον Κίρνχαϊμ.

Συγκροτεί βιαστικά ένα Στρατοδικείο και μετά από πέντε λεπτών διαδικασία οι κρατούμενοι κρίνονται ένοχοι και ο Φρομ διατάσσει την εκτέλεσή τους. Εκτελούνται κάτω από το φως φανών αυτοκινήτου την νύκτα της 21ης Ιουλίου. Τελευταία λόγια του Στάουφενμπεργκ ήταν "Es lebe unser heiliges Deutschland!" ("Ζήτω η αγία Γερμανία μας!").

Η βιασύνη του Φρομ εξηγείται επειδή απλά ήταν και ο ίδιος έμμεσα συμμέτοχος στη συνωμοσία: Χωρίς να έχει αναλάβει ενεργό ρόλο, την γνώριζε και την κάλυπτε. Γνώριζε, επίσης, ότι επρόκειτο να αναλάβει την ηγεσία του Στρατού μετά την απόπειρα μαζί με τους Λούντβιχ Μπεκ (Ludwig Beck) και Έρβιν φον Βίτσλέμπεν (Erwin von Witzleben).

Σήμερα στο σημείο εκτέλεσης στο κτίριο της Bendlerstrasse (Επιτελείο Στρατού), υπάρχει ένα μικρό μνημείο, ενώ το κτίριο του Bendlerblock αποτελεί το μνημείο της Γερμανικής Αντίστασης κατά του Χίτλερ.


Γιατί απέτυχε η απόπειρα

Κάποιοι ερευνητές διατείνονται ότι, αν ο Στάουφενμπεργκ είχε τοποθετήσει σε διαφορετικό σημείο τον χαρτοφύλακα με την βόμβα (όχι τόσο κοντά στο χοντρό πόδι του δρύινου τραπεζιού), το ωστικό κύμα της βόμβας θα είχε επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, σκοτώνοντας τον Χίτλερ. Αυτό είναι αλήθεια, γιατί όσοι βρίσκονταν κοντά στον Χίτλερ με την έκρηξη της βόμβας είτε σκοτώθηκαν είτε τραυματίσθηκαν πολύ σοβαρά. Η μόνη εξήγηση του ελαφρού τραυματισμού του Χίτλερ (έσπασε το τύμπανο σε ένα από τα αυτιά του και τραυματίσθηκε ελαφρά στον ώμο) βρίσκεται στην προστασία του από το δρύινο τραπέζι.

Διατείνονται, επίσης, ότι αν ο Στάουφενμπεργκ είχε φέρει μαζί του και την δεύτερη βόμβα (την είχε αφήσει στο χώρο αποσκευών του αυτοκινήτου του) έστω και όχι οπλισμένη, η έκρηξη της πρώτης θα πυροδοτούσε και την δεύτερη, με αποτέλεσμα να μην μείνει κανείς ζωντανός στο Καταφύγιο. Αυτό, ωστόσο, δεν θα ήταν εκ των πραγμάτων δυνατόν, καθώς ο Στάουφενμπεργκ ήταν πλέον μονόχειραςας και δεν θα του ήταν δυνατό να μεταφέρει δύο χαρτοφύλακες με ένα - ακρωτηριασμένο - χέρι.

Μετά την απόπειρα

Σκληρά αντίποινα περιμένουν και ολόκληρη την οικογένεια Στάουφενμπεργκ: Συλλαμβάνονται και φυλακίζονται όλα της τα μέλη (μεταξύ των οποίων και τα τρία ανήλικα παιδιά του Κλάους) και ο Φύρερ διατάσσει την εξάλειψη του ονόματος αυτού "από όλα τα ληξιαρχεία του Ράιχ". Μερικές ώρες αργότερα, σε συνάντησή του με τον Μουσολίνι, ο Χίτλερ διατείνεται ότι ήταν η θεία Πρόνοια που τον εφύλαξε.

Ο αδελφός του Κλάους, Μπέρτχολντ, συνελήφθη επίσης και στις 10 Αυγούστου προσήχθη σε δίκη ενώπιον "λαϊκού δικαστηρίου" (Volksgerichtshof) μαζί με άλλους επτά συνωμότες (μεταξύ των οποίων και ο Στρατάρχης Βιτσλέμπεν). Το λαϊκό αυτό δικαστήριο (πρόεδρος του οποίου ήταν ο Ρόλαντ Φράισλερ (Roland Freisler)) είχε συγκροτηθεί κατ΄ εντολή του Χίτλερ ειδικά για τους συμμετέχοντες στην εναντίον του απόπειρα. Όλοι - και ο Μπέρτχολντ - καταδικάζονται σε αργό μαρτυρικό θάνατο, καθώς τους κρεμούν από χορδές πιάνου στη φυλακή του Πλέτσενζέε (Plötzensee) του Βερολίνου, την ίδια ημέρα. Αρκετές εκατοντάδες συμμετέχοντες ή γνώστες της συνωμοσίας επίσης συλλαμβάνονται και εκτελούνται με συνοπτικές διαδικασίες.

Η σύζυγος του Κλάους, Νίνα (πατρικό όνομα Nina Freiin von Lerchenfeld), με την οποία είχαν αποκτήσει τέσσερα παιδιά, ήταν έγκυος. Αδιαφορώντας γι' αυτό, την κλείνουν στο Στρατόπεδο του Στούτχοφ, όπου και γεννήθηκε το πέμπτο παιδί της οικογένειας, η Κοστάντσε (Kostanze). Τα υπόλοιπα παιδιά τους, Μπέρτχολντ, Χάιμεραν, Φραντς-Λούντβιχ και Βάλερι υποχρεώνονται σε κατ' οίκον περιορισμό, χωρίς να τους ανακοινωθεί γιατί, μέχρι το τέλος του πολέμου. Τα υποχρεώνουν, επίσης, να αλλάξουν το επώνυμό τους, καθώς με εντολή του Χίτλερ, το όνομα Στάουφενμπεργκ είναι πλέον μη αποδεκτό σε όλο το Ράιχ.

Η Νίνα απεβίωσε το 2006 σε ηλικία 92 ετών. Ο Μπέρτχολντ έγινε Στρατηγός του Δυτικογερμανικού Στρατού ενώ ο Φραντς-Λούντβιχ διετέλεσε βουλευτής τόσο στο Γερμανικό όσο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Πηγή: Wikipedia

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου