Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Δημοκρατία, η αξιοπρέπεια του μετανάστη

Αν κάτι χαρακτηρίζει τον Κώστα Γαβρά είναι η συνέπεια. Η σχέση του με την πολιτική δεν είναι διανοητική αλλά «χειρωνακτική». Ακαταπόνητος, εργάζεται εδώ και τέσσερις δεκαετίες, αποκαλύπτοντας, προκαλώντας, αφυπνίζοντας. Χωρίς να στρατεύει την τέχνη του, περνάει από την άλλη πλευρά του Σιδηρού Παραπετάσματος, από τοn χιτλερικό ναζισμό στον νέο αμερικανικό φασισμό, ασχολείται με το παλαιστινιακό πρόβλημα, τον ανθρώπινο πόνο, την επώδυνη διαδικασία της μνήμης, το κόστος της ανεργίας. Στη 17η ταινία του, θέμα του είναι η μετανάστευση. Οι περιπλανώμενοι και αποσυνάγωγοι του 21ου αιώνα, άνθρωποι με όνειρα ή χωρίς, με μόνη φιλοδοξία, κατ’ αρχάς, να επιβιώσουν. Ο Παράδεισος μπορεί να περιμένει…

«Τρέφω βαθύ σεβασμό προς τον άνθρωπο που μεταναστεύει», υπογραμμίζει. «Το να εγκαταλείπεις τη χώρα σου, το να πηγαίνεις προς το άγνωστο, συνιστούν μια τρομερή δοκιμασία που απαιτεί μια ψυχική και σωματική αντοχή απέναντι σε όλες τις πιθανές ταλαιπωρίες. Χρειάζεται οξεία αντίληψη, αντίληψη ζωής. Θελήσαμε, με τον Jean Claude Grinberg (σ.σ.: συν-σεναριογράφο), να συνυπογράψουμε ένα φόρο τιμής στους πατέρες μας, στους παππούδες μας και σε εκείνους της γενιάς μας που ήλθαν στη Γαλλία παρά τις ενέδρες και τις τρικυμίες. Νάτοι, να ’μαστε! “We stand”, όπως λένε και οι Αμερικανοί, δηλαδή “στεκόμαστε”. Μου αρέσει πολύ αυτή η απλή έκφραση. Υπάρχει περηφάνια στο να στέκεται κανείς απλώς εκεί, όρθιος».

Ο Ηλίας είναι νέος, αποφασισμένος και απελπισμένος. Και στέκεται όρθιος. Ο σκηνοθέτης χειρίζεται ένα θέμα σκοτεινό και ζοφερό, με χιούμορ, αισιοδοξία, ισορροπώντας ανάμεσα στον ήπιο, αν και πικρό, ρεαλισμό και τον μαγικό ρεαλισμό. Χωρίς απροκάλυπτα καταγγελτικούς τόνους, αναδεικνύοντας την αξιοπρέπεια του ξένου και τον βιωμένο κυνισμό της Γηραιάς Ηπείρου. Απ’ όπου κι αν περνάει ο Ηλίας, το καλό και το κακό που συναντάει, το ηθικό και το ανήθικο που αντιμετωπίζει, είναι όψεις μιας πραγματικότητας δημοκρατικά δομημένης αλλά και μιας δημοκρατίας διόλου δεδομένης. Πρέπει να είμαστε πάντα σε εγρήγορση, υποστηρίζει με κάθε πλάνο του ο Κ. Γαβράς, όχι μόνο σε αυτήν την ταινία αλλά από το 1969 και το θρυλικό «Ζ». Εκτοτε, η πολιτική σκέψη έχει το προβάδισμα, η εξουσία (κάθε μορφής) είναι στο στόχαστρο, η αποκατάσταση ενός αισθήματος δικαίου στον θεατή, «η ικανοποίηση της επιθυμίας του για δικαιοσύνη», όπως έχει γράψει η κριτική, η βασική μέριμνα του.

Η «μπλε μπανάνα»

«Θα ξαναγυρίζατε σήμερα το “Ζ” αναφερόμενος σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα;», ρωτήσαμε τον σκηνοθέτη. «Δεν θα είχε νόημα», απάντησε. «Οι στρατιωτικοί δεν είναι πια απειλητικοί. Αντίθετα, μάλιστα, τους συμβαίνει να είναι επικοινωνιακοί και να ασκούν ανθρωπιστικό έργο! Ωστόσο, η γνώμη μου είναι ότι τα ερωτήματα παραμένουν. Μερικά χρόνια πριν, ο Πιερ Ζοξ, υπουργός Εσωτερικών επί Μιτεράν μου πρότεινε να κάνω μια ταινία για την “μπλε μπανάνα”. Οταν απόρησα, μου εξήγησε ότι είναι η Ευρώπη τη νύχτα φωτογραφημένη από δορυφόρο. Πρόσθεσε ότι τα επόμενα χρόνια πάνω από 25 εκατ. άνθρωποι υπολογίζεται πως θα μετακινηθούν σε αυτήν την μπλε μπανάνα. Οταν βλέπουμε μια μητέρα να απειλείται με απέλαση επειδή ο γιός της πέθανε και χωρίς αυτόν χάνει το δικαίωμά της να παραμείνει στη Γαλλία και κρίνεται αναγκαία η παρέμβαση ενός υπουργού, οφείλουμε να αναρωτηθούμε τι συμβαίνει στη δημοκρατία μας. Σε μια δημοκρατία που εξαρτάται από την καλή θέληση ενός υπουργού! Πού είναι η δημόσια συζήτηση; Πού είναι η δημοκρατική ζωή όταν πρόκειται για μετανάστη;».

Ο Ηλίας, τον οποίο υποδύεται ο Ιταλός ηθοποιός Ρικάρντο Σκαμάρτσιο, θυμίζει αγρίμι, μιλάει ελάχιστα –οι φράσεις του είναι μετρημένες στην ταινία– και σε μια γλώσσα άγνωστη. Ηχεί σαν σημιτική, κατασκευάστηκε ειδικά για την ταινία γιατί, κατά τον σκηνοθέτη, «η γλώσσα χαρακτηρίζει αυτομάτως τους ανθρώπους, σχηματίζουμε αμέσως μια γνώμη για τον συνομιλητή μας και αναλόγως τον αποδεχόμαστε ή τον απορρίπτουμε. Θα ήθελα, λοιπόν, ο θεατής να μην έχει μια προκατασκευασμένη άποψη για τον Ηλία».

«Ε, εσύ, έλα εδώ»

Η «Κ» είχε παρακολουθήσει από κοντά τα γυρίσματα της ταινίας στο Παρίσι, την Εδέμ του ήρωα. Ενα κράμα ουτοπίας, αθωότητας και φόβου. Την αργή μεταμόρφωση του Ηλία, την ευστροφία, την ανάγκη του να βρει μιαν άλλη εστία. Την «διακριτική» αλλά καίρια παρουσία της αστυνομίας, μιας διαρκούς μορφής ελέγχου, την οποία συναντάει σε κάθε του βήμα και με διαφορετικούς τρόπους. Είναι η έκφραση μιας διαρκούς απειλής την οποία ο Κ. Γαβράς εγκαθιστά σε αυτόν τον ιδιότυπο «παράδεισο», όπου ο μετανάστης είναι «ξένο σώμα». Σώμα, πάνω στο οποίο εγγράφεται συχνά η ταπείνωση, η απόρριψη, η αποστροφή.

«Οταν οι αστυνομικοί σας λένε “Ε, εσύ, έλα εδώ” είναι ήδη μια ταπείνωση. Επειδή δεν είμαι “εσύ”, είμαι “εσείς”. Οταν ο Ηλίας κοιτάζει μια σαγηνευτική βιτρίνα και νιώθοντας ακατανίκητη έλξη χτυπάει το μέτωπο στο τζάμι, ο ιδιοκτήτης με μια χειρονομία του κάνει σαφές το εξής: “τσακίσου από εδώ! Ούτε να κοιτάς τη βιτρίνα μου δεν είσαι άξιος!”. Είναι κι αυτό επίσης ένας είδος απαράδεκτης βίας, η οποία με το να επαναλαμβάνεται κάθε μέρα καθίσταται όλο και πιο τετριμμένη στα μάτια μας. Αλλά δημοκρατία σημαίνει ακριβώς αυτό: να αρνείσαι να χάνουν οι άνθρωποι την αξιοπρέπειά τους».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου