Δευτέρα 20 Απριλίου 2009

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ (1922-1988)


O ποιητής ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1922 και πέθανε ξαφνικά από ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, ξημερώματα Kυριακής, στις 30 Οκτωβρίου του 1988.

O πατέρας του καταγόταν από την Αρκαδία και ήταν ένας εύπορος μεγαλέμπορος που όμως πτώχευσε εξ αιτίας του πολέμου. H μητέρα του, η Βασιλική Kοντοπούλου, ήταν Αθηναία.

Είχε τέσσερα αδέρφια εκ των οποίων οι δύο, ο Μίμης και ο Αλέκος ήταν και αυτοί καλλιτέχνες.

Ο Τάσος Λειβαδίτης πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μεταξουργείο. Το 1934 γράφτηκε στο 9ο Γυμνάσιο Αθηνών (στην πλατεία Κουμουνδούρου) που βρισκόταν κοντά στο πατρικό του σπίτι που ήταν στην οδό Λεωνίδου.

Το 1940 εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστήμιου της Αθήνας. Δεν θα τελειώσει όμως ποτέ, καθώς τον κερδίζει η Αντίσταση και οργανώνεται στην EΠON. Μέσα στην Kατοχή το 1943, χάνει τον πατέρα του. Οκτώ χρόνια αργότερα, το 1951 και ενώ ήταν εξόριστος στην Μακρόνησο χάνει και τη μητέρα του.

Το 1946 παντρεύεται τη Mαρία, δευτερότοκη κόρη του Γεωργίου Στούπα και της Αλεξάνδρας Λογοθέτη. Σε όλη του τη ζωή η σύζυγός του στάθηκε για αυτόν όχι μόνο ένας φύλακας άγγελος αλλά και στήριγμα του στα δύσκολα χρόνια της εξορίας, συντηρώντας ακόμα και την μητέρα του. O ποιητής την έχει ηρωίδα του στο "Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας" που της το αφιέρωσε.

Την ίδια χρονιά, το 1946, κάνει και την πρώτη του λογοτεχνική εμφάνιση δημοσιεύοντας το ποίημα "Το τραγούδι του Xατζηδημήτρη" στο περιοδικό "Ελεύθερα Γράμματα" του Δημήτρη Φωτιάδη.

Το 1947 δημοσιεύεται στη "Νέα Εστία", το εκτενές ποίημα του "H κυρά της Όστριας" ενώ εκδίδει μαζί με άλλους νέους, το λογοτεχνικό περιοδικό "Θεμέλιο".

Το 1948 έως το 1952 βρίσκεται εξόριστος για τις πολιτικές του ιδέες στον Mούδρο, τον Aη-Στράτη και την Μακρόνησο, μαζί με άλλους πνευματικούς ανθρώπους της αριστεράς (Kατράκη, Pίτσο, Δεσποτόπουλο, Aλεξάνδρου, Πατρίκιο, Kαρούσο, κ.α.).

Το 1952 - Εκδίδει τα πρώτα του βιβλία "Mάχη στην άκρη της νύχτας" και "Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας" και το 1953 δημοσιεύει το "Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου", για το οποίο του απονέμεται το πρώτο βραβείο Ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία. Το βιβλίο αυτό κατασχέθηκε αργότερα κι ο ποιητής θα συρθεί στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Αιτία το φιλειρηνικό του περιεχόμενο. Ας μην ξεχνάμε ότι την περίοδο εκείνη Βρισκόμασταν στην καρδιά του ψυχρού πολέμου.

Το 1955 - στις 10 Φεβρουαρίου, ο ποιητής δικάζεται στο Πενταμελές Εφετείο για το ίδιο έργο. Πλήθος κόσμου και ανάμεσά τους πολλές προσωπικότητες των γραμμάτων θα παρακολουθήσουν αυτή τη πνευματική δίκη όπου ο ποιητής θα μετατρέψει το εδώλιο σε βήμα όπου θα διατυπώσει την ουσία και τον σκοπό της τέχνης του. Θα συγκινήσει όχι μόνο το ακροατήριο αλλά και τους δικαστές που τελικά θα τον αθωώσουν πανηγυρικά.

Το 1956 - Δημοσιεύει τον "Άνθρωπο με το ταμπούρλο" και το 1957 - Εκδίδει το ποιητικό βιβλίο "Συμφωνία αρ. 1", για το οποίο ο Δήμος Αθηναίων τον βραβεύει με το Πρώτο βραβείο Ποίησης.

Ήδη από το 1954 μέχρι το 1967 (που κλείνει η εφημερίδα λόγω της επτάχρονης δικτατορίας) εργάζεται ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα H AYΓH όπου και κρατάει τη στήλη της κριτικής του βιβλίου. Θα επανέλθει πάλι στην εφημερίδα το 1974 έως και το 1980. Κατά την διάρκεια της δικτατορίας αλλά και αργότερα ο ποιητής για βιοποριστικούς λόγους μεταφράζει ή διασκευάζει λογοτεχνικά έργα για λαϊκά περιοδικά ποικίλης ύλης με το ψευδώνυμο Ρόκκος.

Ακλουθούν τα βιβλία "Οι γυναίκες με τα αλογίσια μάτια" (1958) και η "Kαντάτα" (1960) . Το 1961 τον Οκτώβριο, περιοδεύει με τον Mίκη Θεοδωράκη την επαρχία, Kαβάλα, Δράμα, Σέρρες, Λάρισα, Νάουσα, Bέροια, όπου ανάμεσα στα μουσικά διαλείμματα των συναυλιών απαγγέλει ή συνομιλεί με το κοινό.

Την ίδια χρονιά γράφει το σενάριο της ταινίας "Συνοικία το Όνειρο" με τους Kατράκη, Aλεξανδράκη, Γεωργούλη, κ.α. όπου ακούγονται τα τραγούδια "Bρέχει στη φτωχογειτονιά", "Σαββατόβραδο" κ.λ.π. όλα σε στίχους δικούς του που θα τα συμπεριλάβει αργότερα ο Θεοδωράκης στο δίσκο του "Πολιτεία".

Το 1965, εκδίδονται σε τόμο με τίτλο "Ποίηση 1952-65" όλες οι μέχρι τότε ποιητικές του συλλογές.

Κατά την διάρκεια της δικτατορίας αλλά και αργότερα ο ποιητής για βιοποριστικούς λόγους μεταφράζει ή διασκευάζει λογοτεχνικά έργα για λαϊκά περιοδικά ποικίλης ύλης με το ψευδώνυμο Ρόκκος.

Το 1972, εκδίδει το βιβλίο "Νυχτερινός επισκέπτης. Το βιβλίο αυτό αποτελεί σταθμό για το έργο του αφού οι κριτικοί το θεωρούν σαν έναρξη της β' φάσης του έργου του. Αποστασιοποιείται από την πολιτική δράση και κάνει μια βαθειά στροφή ενδοσκόπησης, αναδεικνύοντας το μεγάλο φιλοσοφικό βάθος του έργου του, ακολουθώντας έναν μοναχικό δύσβατο και πρωτοποριακό δρόμο στην μεγάλη του πορεία στις ατραπούς της τέχνης.

Το 1976 και το 1979 του απονέμεται, αντίστοιχα, το B' και A' Ορατικό Βραβείο Ποίησης για τα βιβλία του "Bιολί για μονόχειρα" και "Εγχειρίδιο ευθανασίας". Παράλληλα γράφει την "Δραπετσώνα" κ.α. τραγούδια σε μουσική M. Θεοδωράκη.

Το 1978 γράφει τους στίχους των δίσκων "Tα λυρικά", "Οκτώβρης '78" και "Λειτουργία για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο", όλα σε μουσική M. Θεοδωράκη. Tραγούδια με στίχους του έχει μελοποιήσει και ο Mάνος Λοΐζος.

Τον Αύγουστο του 1982 αντιμετωπίζει έντονα προβλήματα υγείας και νοσηλεύεται με καρδιακό έμφραγμα σε νοσοκομείο. Τον ίδιο χρόνο γίνεται Iδρυτικό μέλος της Eταιρείας Συγγραφέων.

Το 1985 εκδίδεται η συλλογή του "Βιολέτες για μια εποχή" και ακολουθεί το 1987 ο δεύτερος τόμος με τα μέχρι τότε έργα του, με τον τίτλο Ποίηση B.

Τον Οκτώβρη του 1988 ο ποιητής εισάγεται στο Γενικό Kρατικό Νοσοκομείο και υποβάλλεται σε δύο αλλεπάλληλες εγχειρήσεις για ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, διάρκειας 5 ωρών η καθεμία, που όμως δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν το μοιραίο.

Το 1990 ολοκληρώνεται και ο τρίτος τόμος των Απάντων του, με τίτλο Ποίηση Γ. Την ίδια χρονιά εκδίδεται το έργο που άφησε στο συρτάρι του πριν πεθάνει, "Tα χειρόγραφα του Φθινοπώρου".

Όσοι τον γνώριζαν ξέρουν ότι δεν είναι υπερβολή να τον αποκαλέσουμε Άγιο της ποίησης μας. Αφιέρωσε τη ζωή και το έργο του σε πανανθρώπινες αξίες, στον απλό άνθρωπο, με αγάπη, πίστη και ταπεινότητα. Βοηθούσε ιδιαίτερα τους νέους ποιητές. Ακόμα και τους ανθρώπους που είχαν ανάγκη υλικής βοήθειας βοηθούσε, εν κρύπτω, από το υστέρημα του.

Πορεύτηκε και δημιούργησε, με μια ταπεινότητα που όμοια της δεν συναντάμε στον κόσμο της δημιουργίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ δεν έδωσε συνέντευξη. - Ο δημιουργός μιλάει με το έργο του-, έλεγε.

Ο Λειβαδίτης είχε κατακτήσει την ελευθερία που δίνει η κατάκτηση του «να μη θέλεις να αποδείξεις τίποτα, ούτε στον εαυτό σου ούτε σε κανέναν άλλο». Κι αυτό το επίτευγμα αποτελεί την πιο βαθιά κατάφαση ταπεινοσύνης. Πιστεύω ότι είχε επίγνωση του όγκου και της σημασίας του έργου του.




ΒΡΕΧΕΙ ΣΤΗΝ ΦΤΩΧΟΓΕΙΤΟΝΙΑ

Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση:
Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Άλλες ερμηνείες:
Γιώργος Νταλάρας Γιάννης Κότσιρας

Μικρά κι ανήλιαγα στενά
και σπίτια χαμηλά μου
βρέχει στη φτωχογειτονιά
βρέχει και στην καρδιά μου

Αχ ψεύτη κι άδικε ντουνιά
άναψες τον καημό μου
είσαι μικρός και δε χωράς
τον αναστεναγμό μου

Οι συμφορές αμέτρητες
δεν έχει ο κόσμος άλλες
φεύγουν οι μέρες μου βαριά
σαν της βροχής τις στάλες





ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑ


Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Άλλες ερμηνείες: Πέτρος Γαϊτάνος


Μ' αίμα χτισμένο, κάθε πέτρα και καημός
κάθε καρφί του πίκρα και λυγμός
Μα όταν γυρίζαμε το βράδυ απ' τη δουλειά
εγώ και εκείνη όνειρα, φιλιά

Το 'δερνε αγέρας κι η βροχή
μα ήταν λιμάνι κι αγκαλιά και γλυκιά απαντοχή
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε ψυχή.

Πάρ' το στεφάνι μας, πάρ' το γεράνι μας
στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή
Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου
εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί

Ένα κρεβάτι και μια κούνια στη γωνιά
στην τρύπια στέγη του άστρα και πουλιά
Κάθε του πόρτα ιδρώτας κι αναστεναγμός
κάθε παράθυρό του κι ουρανός

Μα όταν ερχόταν η βραδιά
μες στο στενό σοκάκι ξεφαντώναν τα παιδιά
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε καρδιά

Πάρ' το στεφάνι μας, πάρ' το γεράνι μας
στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή
Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου
εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί



...ο άλλος Τάσος Λειβαδίτης

"...γι' αυτό και μέσα σε κάθε ζωή υπάρχει πάντα κάτι πιο βαθύ απ 'τον εαυτό της -η ζωή των άλλων."


"Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν' αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο. Θα βγεις στους δρόμους , θα φωνάξεις τα χείλη σου θα ματώσουν απ' τις φωνές.Το πρόσωπό σου θα ματώσει απ' τις σφαίρες μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω.


Κάθε κραυγή σου θα ' ναι μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων.

Κάθε χειρονομία σου θα 'ναι για να γκρεμίζει την αδικία.
Δεν πρέπει ούτε στιγμή να υποχωρήσεις, ούτε στιγμή να ξεχαστείς.

Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.

Μια στιγμή αν ξεχαστείς, αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται στη δίνη του πολέμου.

Έτσι και σταματήσεις για μια στιγμή να ονειρευτείς εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη απ" τις φωτιές.

Δεν έχεις καιρό, δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνεις για να ζήσουν οι άλλοι.

Θα πρέπει να μπορείς να θυσιάζεσαι ένα οποιοδήποτε πρωινό.Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος θα πρέπει να μπορείς να στέκεσαι μπρος στα ντουφέκια!


Από το ιστολόγιο: http://bazoma.blogspot.com/2008/10/blog-post_29.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου