Κυριακή 9 Αυγούστου 2009

ΜΑΛΙΑ: ΣΧΕΔΟΝ ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ (ΑΠΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΟΔΗΓΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ)


Τα Μάλια

Χωριό και κοινότητα της Επαρχίας Πεδιάδας, κάτοικοι 1465, υψόμετρο 30 μ. Ονομαστό για τα κηπευτικά του προϊόντα και τους γραφικούς ανεμόμυλους του, το θαυμάσιο τοπίο του, την περίφημη αμμουδιά του και τα άφθονα νερά του. Είναι στό 34.2 χλμ. του εθνικού δρόμου Ηράκλειο - Αγ. Νικόλαος. Τα κυριότερα προϊόντα του είναι τα λαχανικά και οι μπανάνες.

Υπάρχουν ευπρεπή εξοχικά κέντρα και, κοντά ατή θάλασσα, το «αναπαυτήριο» Γραμματικάκη πού διαθέτει 20 υπνοδωμάτια με 50 κλίνες, καλά επιπλωμένα, με μπάνια και μια θαυμάσια παραλία, για θαλάσσια λουτρά.


ΙΣΤΟΡΙΑ

Στην Βενετοκρατία ήταν αρκετά μεγάλο χωριό με 620 κάτοικους κατά την απογραφή του 1583. Στους βενετσάνικους χάρτες αναφέρεται vila di Maglia. Το 1832 είχε 100 χριστιανικές οικογένειες και το 1881 είχε 800 Χριστιανούς κάτοικους. Τούρκοι, ως φαίνεται, δεν κατοικούσαν εδώ, τουλάχιστο τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας. Υπήρξε όμως βάση εξόρμησης των Τούρκων κατά του Μεραμπέλου.

Η εκκλησία των Εισοδίων, γνωστή με την ονομασία Γα­λατίανή γιατί, κατά την παράδοση, κτίστηκε με λάσπη ζυμωμένη με γάλα, που έφερναν για τη χάρη της οι κτηνοτρόφοι από τα γύρω βουνά, ήταν καταγραφή, άλλα οι τοιχογραφίες καταστράφηκαν. Υπάρχει παλιά εικόνα της Παναγίας Καρδιώτισσας και τού Άγ. Τρύφωνα του 1495. Στο κτήριο έχουν χρησιμοποιήσει μαρμάρινα μέλη αρχαίων ναών της περιοχής.

Το όνομα Μάλια ετυμολογείται από το ομαλία, που σημαίνει ομαλότητα του εδάφους, ομαλή επιφάνια γης, επίπεδη έκταση, σε σχέση με τα γύρω βουνά. Το όνομα σώζεται στην αρχική γλωσσική μορφή του στο τοπωνύμιο οι Ό μ α λ έ ς, στις βόρειες υπώρειες της Σελένας, ως και στα γνωστά οροπέδια Ομαλός της Δίκτης και των Λευκών Ορέων.

Στην περιοχή της αρχαίας πόλης, ανατολικά του ανακτό­ρου, υπήρχε κατά τη Βενετοκρατία μικρό χωριά ονομαζόμενο Άζυμο (Asimo) πού το 1583 είχε 52 κάτοικους. Το χωριό αναφέρεται και σε απογραφή του 1630, άλλα δεν αναγράφεται στην τούρκικη απογραφή τού 1671 και, όπως φαίνεται, το κατάστρεψαν οι Τούρκοι.


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ

Τα τελευταία χρόνια με τις ανασκαφές του μι­νωικού ανακτόρου, πού έγιναν από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, σε απόσταση 3 χλμ. ανατολικά του χωριού, το χωριό Μάλια έγινε γνωστό και διάσημο στον κόσμο των αρχαιοφίλων και των τουριστών. Τον περασμένο αιώνα ένας βο­σκός βρήκε μερικά φύλλα χρυσού στη θέση Ελληνικό Λι­βάδι. Αυτό έδωκε αφορμή στους χωρικούς να αρχίσουν ομα­δικές ανασκαφές στο χώρο, γυρεύοντας θησαυρούς. Πραγματι­κά βρήκαν μερικές ουγγιές χρυσάφι και από τότε ή θέση ονο­μάστηκε Χρυσόλακκος .

Όλα αυτά παρακίνησαν το 1915 τον Έφορο των Αρχαιο­τήτων Ίωσ. Χατζηδάκη να φροντίσει για την αγορά της περι­οχής και να αρχίσει την ανασκαφή τον Μάη του ιδίου χρόνου.

Την προσοχή του τράβηξε μια μικρή έξαρση γης γνωστή στους κατοίκους με το όνομα Ζουροκεφάλι, πού είχε τετράγωνο περίπου σχήμα. Υπέθεσε πώς εκεί θα ήταν το σπουδαιότερο μινωικό οικοδόμημα και άρχισε την ανασκαφή στο σημείο αυ­τό. Τα ευρήματα ήταν πενιχρά, γιατί ό τόπος είχε πολλές φορές ανασκαφεί και την αρχαιότητα και τους τελευταίους χρόνους, για την αναζήτηση θησαυρών. Άντελήφτηκε όμως ότι πρόκειται για ευρύτατο μινωικό ανάκτορο, παρό­μοιο με τα ανάκτορα της Κνωσού και της Φαίστου.

Το τμήμα πού ανέσκαψε ήταν κτισμένο με άμμουδόπετρες πελεκητές, πού έχουν τέλεια εφαρμογή. Στα πόδια των εξωτερικών τοίχων υ­πάρχει κρηπίδωμα, πλάτους 0,45 μ. και ύψους 0.45 μ., πού μπορούσαν να το χρησιμοποιούν και σαν πρόχειρο κάθισμα (πεζού­λι), για να βλέπουν τα αγωνίσματα ή τις τελετές, πού γινόταν στη δυτική αυλή.

Ο Χατζηδάκης δεν μπόρεσε να συνεχίσει την ανασκαφή και παραχώρησε τα δικαιώματα της ανασκαφής στη Γαλλική 'Αρχαιολογική Σχολή ή οποία συνεχίζει τις εργασίες της.

Πρόκειται για μια Μινωική πόλη, πού είχε ανάκτορο ανά­λογο με τα ανάκτορα της Κνωσού και της Φαιστού. Μέχρι σή­μερα ανασκάφηκε το ανάκτορο, ορισμένες συνοικίες της πόλης και το νεκροταφείο της στη θέση «Χρυσόλακκος» . Ήταν χωρίς άλλο μια σπουδαία πόλη, πού ήκμασε από την Πρωτομινωική III μέχρι την Ύστερομινωική Ι περιό­δους, μα το όνομα της είναι ακόμη άγνωστο.

Ό Στέφ. Βυζάντιος, αριθμώντας τις πόλεις με το όνομα 'Αρσινόη, αναφέρει ένατη την 'Αρσινόη Λύκτου, πού την τοποθετεί ο M. Muller (Géographie von Griechenkind, tom. II, p. 577) στην παραλία, μεταξύ Χερσονήσου και Μιλάτου, στο βάθος του κόλπου των Μαλίων, πού ήταν περιοχή της Λύκτου. Την άποψη του Mûller δέχεται και ό Σβορώνος, (Numismati­que de la Crète Ancienne p. 30).

Ό Σπ. Μαρινάτος, έχοντας υπόψη του το τοπωνύμιο της περιοχής Τάρμαρος, εκφράζει τη γνώμη μήπως το όνομα της πόλης εκείνης ήταν Τάρμαρος (βλ. «Minos» 1951, p. 42 και Hutchinson, Prehist. Crete 184). Αλλά το τοπωνύμιο Τάρμαρος μπορεί να σχετιστεί με το μαρτυρημένο βενετσάνικο επώ­νυμο Νταρμάρος (βλ. «Κρ. Χρον.» ΙΣΤ' II 89, 288), αν και τό­τε έπρεπε να λέγεται «στου Νταρμάρο» ενώ ακούεται «στην Ντάρμαρο».

Οι κάτοικοι της πολιτείας εκείνης ζούσαν όχι μόνο από την πλούσια πεδιάδα τους μα κι από την αλιεία και την θαλασσοπλοΐα.

Στη μινωική πόλη των Μαλίων βρέθηκαν αντικείμενα Πρωτομινωικής, Μεσομινωικής και Ύστερομινωικής εποχής. Στη νεκρόπολη Χουσόλακκο βρέθηκαν αρκετά και ενδιαφέροντα αν­τικείμενα και στη θέση Μάρμαρα βρέθηκε τελευταία μεγάλη μαρμάρινη λάρνακα του 3. αιώνα μ. Χ., με γιρλάντες, ερωτι­δείς και βουκράνια, κάτω από το δάπεδο παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Περιείχε δυο νεκρούς και διάφορα χρυσά κοσμήμα­τα. Τώρα βρίσκεται στο Μουσείο 'Ηρακλείου.

Ή χρονολόγηση του ανακτόρου των Μαλίων έχει απασχο­λήσει πολύ τους ειδικούς. Πολλές αρχικές υποθέσεις εγκατα­λείφτηκαν αργότερα και ή σχετική έρευνά δεν κατέληξε ακόμη σε θετικά συμπεράσματα. Κατά την επικρατέστερη γνώμη ή πρώτη εποχή του ανακτόρου χρονολογείται από τη Μεσομινωική Ι—II περίοδο. Ή δεύτερη εποχή ανήκει στη Μεσομινωική III, την Ύστερομινωική Ι περίοδο.

Κατά το Μαρινάτο εδώ έβασίλευε ή δυναστεία του Σαρπηδόνα, ενώ στην Κνωσό είχε τα ανάκτορα της ή δυναστεία του Μίνωα και στη Φαιστό ή δυναστεία του Ραδάμανθυ.

Ή μινωική πόλη είχε έκταση περίπου ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο. Δεν έφτανε στη θάλασσα. Παραδίπλα ήταν το νε­κροταφείο της. Δεν είχε συνεχείς οικοδομές μα διάφορες συ­νοικίες, από τις όποιες ανασκάφηκαν κάποιες. Οι συνοικίες συνδεόταν μεταξύ τους με δρόμους. Στο ύψωμα του Προφ. Ηλία, προς Νότο του ανακτόρου, βρέθηκαν όστρακα Μεσομινωικής εποχής. Κατά τη Μεσομινωική εποχή, κατά το Ν. Πλάτωνα, υπήρχε στην κορυφή του Ιερό Κορυφής, πού κατά τη χριστιανική περίοδο το διαδέχτηκε ή λατρεία του Προφήτη 'Ηλία, σαν συνέχεια της επουράνιας μινωικής θεότη­τας. Γιατί ο Προφ. Ηλίας, κατά τις χριστιανικές δοξασίες και την Παλαιά Διαθήκη, είναι «ο κύριος της αστραπής και της βροντής, και δεν εγεύθη τον πόνο του θανάτου» άλλα εξακο­λουθεί να ζει στους ουρανούς, απ’ όπου κατεβαίνει στον κόσμο, για να βοηθήσει τους ευσεβείς στις δύσκολες περιστάσεις.

Στα 'Ιερά Κορυφής, τα οποία αναφέρει και ή Παλαιά Δια­θήκη στο βιβλίο των Βασιλειών, η επουράνια θεότητα, στην οποία αφιέρωναν ειδώλια άνθρωπου ή μέλη του σώμα­τος του, επικαλούμενοι τη θεραπεία των, ως και ειδώλια κα­τοικίδιων ζώων, προβάτων, αιγών, σκύλων για να τα προστα­τεύει ή θεότητα από τις επιδημίες. Άλλα και ειδώλια αγρί­ων ζώων, ακανθόχοιρων, λαγών, κανθάρων κλπ. αφιέρωναν ζητώντας, πιθανόν, από τη θεότητα να προστατέψει τα χωρά­φια τους και τις σοδιές τους από αυτά.


Το ανάκτορο των Μαλίων έχει την ίδια περίπου σπουδαιό­τητα, πού έχουν τα ανάκτορα της Κνωσού και της Φαιστού. Συνεπώς ή επίσκεψη του επιβάλλεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου