Η ποιητική - εικαστική ματιά της Ρωμιοσύνης
|
Με τα λόγια αυτά χαρακτηρίζει το μεγάλο Έλληνα ποιητή η Αγγελική Κώττη, βιογράφος του και εκ των επιμελητριών της έκθεσης «Γιάννης Ρίτσος, Ο διαχρονικός Έλληνας - "Να λες: ουρανός και ας μην είναι"», που φιλοξενεί το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, συμμετέχοντας στις εκδηλώσεις για τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του. Η έκθεση-αφιέρωμα στο Γιάννη Ρίτσο συνοδεύεται από χειρόγραφα των επιλεγμένων ποιημάτων, φωτογραφίες από τα νεανικά χρόνια, τα χρόνια της περισυλλογής και της απομόνωσης, τα χρόνια της αναγνώρισης, αλλά και ζωγραφισμένες πέτρες από τις δεκαετίες του '70 και του '80.
|
|
Ο Γιάννης Ρίτσος δήλωνε «απαρηγόρητος παρηγορητής του κόσμου» και διατράνωνε: «Είμαι κι εγώ απ' την ίδια ράτσα, επιμένω, δεν το βάζω κάτω.» Όπως λέει η Αγγελική Κώττη, «η ποίηση, "ωραία ασπίδα, πιο ωραία ακόμα κι απ' του Αχιλλέα", ήταν μια ασπίδα που σμίλεψε πιο πολύ από τη μέθη της δημιουργίας. Πράξη έρωτα, απαραίτητη τροφός, συνοδός, σύντροφος. Έγραφε "από ανάγκη", "ο πολυγράφος, ο ακόρεστος", υμνώντας την ομορφιά, αντιπαλεύοντας την ασχήμια, την αδικία, τη φθορά, το θάνατο. Την πρώτη και την τελευταία του λέξη "την είπαν ο Έρωτας κι η Επανάσταση". Εξεγειρόταν σε όλη του τη ζωή κατά της αδικίας, με το γόνιμο τρόπο του ανυπότακτου. Ήταν εναντίον της εξουσίας, όσο κι αν του στοίχισε αυτό, πιστός στην ιδεολογία του, ασυμβίβαστος.»
|
«Πέραν όμως από τον καθαρό στοχασμό, ο Ρίτσος ανταποκρίνεται στη ζωή με μάτι ζωγράφου που θηρεύει συνεχώς πρόσωπα, "στιγμιότυπα", καταστάσεις και γεγονότα, μεγάλα ή μικρά, καθώς έχει την ικανότητα, όπως ο καλλιτέχνης, να παρατηρεί και να καταγράφει την καθημερινότητα και, ως ένα σημείο, να την μεταμορφώνει σε ομορφιά, ακόμα και όταν αυτή ματώνει. Συνδυάζει, έτσι, σε πολλά ποιήματά του γραμμές, χρώματα, σκηνές από τη ζωή, την ελληνική ζωή, "απεικονίζοντας" ταυτόχρονα σ' αυτές με εξαιρετικά γόνιμο τρόπο αποχρώσεις και συγκινησιακές αντιδράσεις από τους δικούς του εσώτερους φόβους, τις ελπίδες, τα τραύματα ή τα όνειρα, που, αντίστοιχα, προκαλούν και δεν αφήνουν αμέτοχο το θεατή-αναγνώστη.»
|
|
Η «ζωγραφική» προσέγγιση ή άλλως πως η εικαστική ματιά στο έργο του Γιάννη Ρίτσου διαπιστώνεται ακόμα από την προτίμηση του ποιητή στη φυσική αναγλυφή κάποιων υλικών, όπως οι ρίζες, τα κόκαλα, οι πέτρες, άφθονες στα ξερονήσια, στα βότσαλα και τα χαλίκια, ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε σε ώρες σιωπηρής απομόνωσης, σε περιόδους εξορίας. «Ίσως» όπως λέει ο ίδιος «από την ανάγκη της έκφρασης που αντιμάχεται τη φθορά και τη μοναξιά...»
Το αφιέρωμα παρουσιάζει ενότητες από τις πέτρες του, τα υλικά της ζωγραφικής του, που «προσφέρθηκαν με τις λείες επιφάνειες ή με τις γλυπτικές εσοχές κ' εξοχές τους σαν άφθονη πρώτη ύλη» και που πάνω τους «... μπορούσες μ' ένα μαρκαδόρο ή με λίγη σινική μελάνη να εγγράψεις ή να υπογραμμίσεις αυτό που η ίδια η πέτρα υπαγόρευε...χωρίς επέμβαση της σμίλης... Πέτρες μονόχρωμες ή πολύχρωμες, ζωγραφικές ή γλυπτικές, - άπειρη προθυμία για συνομιλία, άπειρες δυνατότητες...απ' την ίδια ανάγκη της έκφρασης-επιβίωσης» όπως θα καταθέσει χρόνια αργότερα ο ποιητής στην Αθήνα του '74.
«Στις πέτρες αυτές, σε καλοσχηματισμένα ή διαβρωμένα από τον χρόνο και αλίπληκτα βότσαλα, βλέπει κανείς να παρελαύνουν μορφές μοναχικές, θλιμμένες, μετωπικές ή συνομιλούσες, άλλοτε σκυθρωπές ή ερωτικά συνταιριασμένες, μορφές αρχαϊκές, ελληνικές, μορφές που αντέχουν στον χρόνο, δηλαδή ες αεί αληθινές. Νομίζει κανείς πως ξεπηδούν από τα ίδια τα ποιήματα του ποιητή -Ηρακλής, Αγαμέμνων, Πηνελόπη, Ηλέκτρα, Ελένη, Φιλοκτήτης- ονόματα που συνδέθηκαν με τόπους θρυλικούς -Μυκήνες, Ιθάκη, Τροία- ονόματα που επαναλαμβάνονται όπως οι βασικές αλήθειες, ζητούν να ειπωθούν και κατά κάποιο τρόπο να μείνουν διαχρονικά στη συλλογική και φυλετική μνήμη» λέει η Μαρία Τόλη.
Info
Έκθεση «Γιάννης Ρίτσος, Ο διαχρονικός Έλληνας - "Να λες: ουρανός και ας μην είναι"»
Διάρκεια: 26 Σεπτεμβρίου - 30 Οκτωβρίου 2009
Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Νεοφύτου Δούκα 4, Βασ. Σοφίας & Ηροδότου 1)
Τηλ.: 210 72 28 321-3
Ώρες λειτουργίας: Δευτ., Τετ., Παρ., Σάβ.: 10:00-17:00, Πέμ.: 10:00-20:00, Κυρ.: 11:00-17:00, Τρ.: κλειστά
ΤΑΤΙΑΝΑ ΡΟΚΟΥ
Πηγή:
http://www.naftemporiki.gr/t+z/story.asp?id=1716445
Διαβάστε επίσης την σχετική ανάρτηση μας:
http://boraeinai.blogspot.com/2009/03/blog-post_21.html
Του Βαγγελη Pαπτοπουλου
Xρειάστηκε να παρέλθει το μισό «έτος Ρίτσου», για να βρω αφορμή να το εξομολογηθώ. Τριάντα χρόνια τώρα που δημοσιεύω, ουδέποτε παραδέχθηκα τις οφειλές μου στον δημιουργό της «Σονάτας του σεληνόφωτος». Δεν είναι μόνο ότι νεότερος τον διάβαζα πολύ, όταν πνευματικά και λογοτεχνικά ήμουν πιο εύπλαστος και ευεπηρέαστος. Τον λάτρεψα κάποτε αρκετά, ώστε να φτάσω στο σημείο να τον μιμηθώ. Λίγα χρόνια πριν εκδώσω το πρώτο μου βιβλίο, έγραψα ένα δραματικό μονόλογο που αγωνιζόταν να μοιάσει σ' εκείνους της «Τέταρτης διάστασης». Και μάλιστα σ' εκείνους με πρωταγωνιστή κάποιον ήρωα της αρχαιότητας. Οχι τον Αγαμέμνονα, τον Ορέστη ή την Περσεφόνη, όπως είχε κάνει ο Ρίτσος. Η δική μου ηρωίδα, η Αντίκλεια, παραμένει μάλλον άγνωστη, κι ας έχει έναν τόσο γνωστό γιο όσο ο ομηρικός Οδυσσέας.
Δεν αναφέρομαι τυχαία στο μείζον αυτό έργο του Ρίτσου, με το μείζον για τη λογοτεχνία θέμα, τον χρόνο. Η «Τέταρτη διάσταση» είναι το αγαπημένο μου βιβλίο του. Αλλο τόσο δεν πιστεύω ότι τυχαία απέφυγα να δηλώσω πόσα του οφείλω. Η τερατώδης λαϊκή απήχησή του μετά τη χούντα («Το τερατώδες αριστούργημα», ένας άλλος τίτλος του που μου εντυπώθηκε ανεξίτηλα), σε συνδυασμό με την επίσημη προβολή του από το ΚΚΕ, του χάρισαν ένα βαθμό καταξίωσης που λίγοι λογοτέχνες απολαμβάνουν εν ζωή. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν σχεδόν αναπόφευκτο, κάτι σαν φυσικός νόμος, να πέσει σ' ένα είδος αφάνειας, έπειτα από τόση έντονη και παρατεταμένη λάμψη.
Η ποίηση του Ρίτσου θυσιάζει σε δύο Θεούς. Στον Θεό των Μεγάλων Πραγμάτων: όταν επιλέγει ολόκληρη τη φυλή ή το γένος μας, με την πνευματική και όχι τη βιολογική σημασία των όρων, ως θέμα της διαβόητης «Ρωμιοσύνης» του. Αλλά και στον Θεό των Μικρών Πραγμάτων: όταν εξυμνεί μεθοδικά, σχεδόν σε κάθε στίχο του, καρέκλες, κρεβάτια, πόρτες, παράθυρα, καρφιά, πιάτα, τσιγάρα, πέτρες. Ο ετερόκλητος σωρός των ασήμαντων αντικειμένων που στοιχειώνουν τις ζωές μας δοξάζεται και αποθεώνεται μες στα ποιήματά του. Ο Ρίτσος κατορθώνει το ακατόρθωτο, με το να ταλαντεύεται διαρκώς και με παροιμιώδη άνεση ανάμεσα στο υψιπετές και στο ταπεινό, φωτίζοντας με το μεγαλείο τού πρώτου το δεύτερο. Και αντίστροφα: γειώνοντας και κάνοντας πολύ πιο απτά τα άφθαρτα, τα αθάνατα στοιχεία μας, που τον απασχολούν εξίσου. Ολ' αυτά σε αντίθεση με τις δικές μας γενιές, των επιγόνων του, που καθηλωθήκαμε στη λατρεία των Μικρών Πραγμάτων, στερημένοι από λυρισμό, ρομαντικά οράματα και συλλογικές αυταπάτες, ριγμένοι σ' έναν κόσμο όπου κυριαρχούν το Χρήμα και ο κυνικός πραγματισμός.
Κάποιοι από παλιά τον κατηγόρησαν, κι εφέτος που γιορτάζουμε τα εκατό χρόνια από τη γέννησή του, ακόμη τον κατηγορούν, για την πολυγραφία του, για φλυαρία. Οπως και για την πολιτική στράτευσή του. Ενας λιγότερο σπουδαίος ποιητής, ένας ελάσσων δημιουργός, μπορεί εξαιτίας της στράτευσης αυτής να είχε καταβαραθρωθεί. Ο Ρίτσος, όμως, την υπερβαίνει. Το ίδιο ισχύει και για την ποσότητα του έργου του, που αναλογεί στο εύρος της θεματολογίας του. Εν τέλει, πρέπει πάντα να σταθμίζουμε ποιος κατηγορεί ποιον. Μήπως κάτι αδύναμα, στενά ρυάκια κατηγορούν το πλατύ ποτάμι (όχι του Μπεράτη) ότι παραείναι πλατύ;
Πηγή:http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_20/09/2009_329705
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου