Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009

Χριστός γεννάται ...προ Χριστού


Το 4, το 6 ή το 7 π.Χ. γεννήθηκε ο υιός του θεού;

Πού οφείλεται η έλλειψη ομοφωνίας στον προσδιορισμό της γέννησης του



Σύμφωνα με το σύ­στημα χρονολόγησης, που ακο­λουθούμε ο Χρι­στός δεν γεννήθηκε ούτε το 1 μ.Χ, ούτε το έτος 0. Τέτοιο άλ­λωστε δεν προβλέπεται. Με βάση το ρωμαϊκό ημερολό­γιο «από κτίσεως της Ρώμης» (753 π.Χ.) τα Χριστούγεννα ήταν μάλλον το 4 ή το 6 π.Χ. Συνήθως η διαφορά αποδί­δεται σε λάθος του Διονυσί­ου του Μικρού (6ος αιώνας), που εισηγήθηκε πρώτος τη χριστιανική χρονολόγηση.


Η ανακρίβεια δίνει λαβές και για κάποιες «υποψίες». Μήπως, δηλαδή, ο διάσημος πια μοναχός δεν υπολόγισε λάθος, αλλά απλώς έκανε ηθελημένα λάθος. Ίσως στό­χος του ήταν να γεφυρώσει τη χρονολογική διαφορά που προκύπτει μεταξύ των ευαγγελιστών, ως προς τη γέννη­ση του Χριστού.


Δεχόμενοι ως ορθή την η­μερομηνία εξόδου προς την Αίγυπτο που παρέχει ο Ματ­θαίος, ο Ιησούς γεννήθηκε λίγο πριν από το τέλος ή κα­τά το τέλος της βασιλείας του Ηρώδη του Μεγάλου. Ο Ιου­δαίος βασιλιάς πέθανε , ό­μως, το 4 π.Χ. Αν πάλι είχε δί­κιο ο Λουκάς, που συνδέει απολύτως τη γέννηση με την απογραφή του πληθυσμού στη ρωμαϊκή επαρχία της Ιου­δαίας , ο Ιησούς γεννήθηκε το 6 π.Χ. Τότε πραγματοποιήθηκε η απογραφή κατά «την οποία όλοι πήγαν να εγγραφούν, ο καθείς στην πόλη του».


Η «μέση οδός»


Ο Διονύσιος ίσως, λοιπόν, προτίμησε μια «μέση οδό». Θεώρησε ότι η σύλληψη-ενσάρκωση του Ιησού έγινε την 25η Μαρτίου και ότι η επομένη 1 Ιανουαρίου ισούται με την πρώτη μέρα του έτους 1 μ.Χ. Έτσι, όμως, μετέθεσε προς τα πίσω κατά μια χρονιά και την κτίση της Ρώμης (από το 753 στο 754), μη υπολο­γίζοντας έτος μηδέν.


Μια εξήγηση για τον εξο­στρακισμό του έτους 0 είναι πως στο ρωμαϊκό αριθμητι­κό σύστημα δεν προβλέπεται η παράσταση του μηδενός.


Ανεξαρτήτως της εξήγησης είτε του ακούσιου ή ηθε­λημένου στον υπολογισμό η «αυθαιρεσία» δεν ήταν και κάτι το σπουδαίο. Ακόμη και για τη χρονιά, που ο Ρωμύλος ί­δρυσε τη Ρώμη, δεν υπήρχε ο­μοφωνία (τοποθετούνταν δια­φορετικά από διαφορετικούς Ρωμαίους και ειδικά μεταξύ 762 και 752 π.Χ.). Επιπλέον, ουδέποτε επισήμως αναγνω­ρίστηκε αυτή ως αρχή μέτρη­σης του πολιτικού ρωμαϊκού χρόνου. Η μετάθεση αυτή, ε­πομένως και τότε κι αργότε­ρα, που έγινε δεκτό το σύ­στημα μέτρησης του Διονυ­σίου, ήταν λεπτομέρεια.


Άλλωστε, τον καιρό που πρότεινε το σύστημα του η ι­σχύουσα επισήμως χρονο­λόγηση δεν ήταν «από κτί­σεως της Ρώμης». Αλλά «από Διοκλητιανού». Το πρώτο έ­τος της εξουσίας του Ρωμαίου αυτοκράτορα (284), ως ση­μείο αναφοράς της χρονολό­γησης ήταν κοινά αποδεκτό για ειδωλολάτρες και χρι­στιανούς. Οι πρώτοι εκτιμού­σαν ότι με τους διωγμούς κα­τά των χριστιανών, ενισχύ­θηκαν οι «εθνικοί», άρα είχαν λόγους να τιμούν τον Διοκλητιανό. Οι δεύτεροι, μέχρι τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, τιμούσαν έτσι τους μάρτυρες της θρησκείας τους (κάποιοι χριστιανοί, όπως οι Κόπτες, εξακολουθούν να α­κολουθούν αυτό «το σύστη­μα μέτρησης των μαρτύρων»).


Η κατά Διοκλητιανό εποχή είχε το πλεονέκτημα ότι συ­νέχιζε την παράδοση να γί­νονται οι χρονολογήσεις από την ανάρρηση στην εξουσία των ηγεμόνων, αλλά και συν­δεόταν με το παλιότερο αιγυ­πτιακό ημερολόγιο (εποχή Ναβονασάρ με έναρξη το 747 π.Χ.)


Οι αστρονόμοι των πρώ­των μεταχριστιανικών χρό­νων χρησιμοποιούν και τις δύο αυτές χρονολογήσεις, ε­νώ επισήμως στην πρώιμη βυζαντινή αυτοκρατορία χρη­σιμοποιείται η διοκλητιάνεια μέτρηση και η «βασιλική» α­πό τ' όνομα του αυτοκράτορα. Επιπλέον, από μόνη της ή σε συνδυασμό με τη μέτρηση «κατ' ινδικτιώνα», που άρχι­ζε με το πρώτο έτος του δεκαπενταετούς ρωμαϊκού φο­ρολογικού κύκλου - καταρτί­ζονταν οι φορολογικοί κατάλογοι.



Οι υπολογισμοί των αστρονόμων


Οι υπολογισμοί των σύγχρονων αστρονόμων, με τις σημερινές δυνατότητες χρονικού προσδιορισμού των ουράνιων φαινομένων του παρελθόντος, συμφωνούν ότι ο Χριστός γεννήθηκε προ Χριστού. Συμφωνούν με τους ιστορικούς ότι το γεγονός της γέννησης, όπως περιγράφεται από τα χριστιανικά κείμενα, εκτυλίχτηκε από το 4-8 π.Χ., με πιθανότερη χρονιά το 7 π.Χ. Η πραγματικότητα αυτή ήταν γνωστό ακόμη και πριν από τη γενίκευση του χριστιανικού συστήματος μέτρησης του χρόνου. Η σύμβαση όμως έγινε δεκτή, αν και με την εδραίωση της το πραγματικό έτος της γέννησης βυθίστηκε στη λήθη...


Πότε ξεκίνησε η «μετά Χριστού» μέτρηση


Θα περάσουν σχεδόν 150 χρόνια από την εισήγηση του Διονυσίου, μέχρι να αρχίσει η διάδοση του συγκεκριμένου συστήματος μέτρησης. Καθυστε­ρημένα σχετικά και μάλιστα μόνο σταδιακά θα γίνει αυτό επισήμως αποδεκτό πρώτα στη Βρετανία και τη Δύση κι αργότερα στην Ανατολή. Ειδικά η αντίστροφη μέτρηση, με την αρίθμηση των ετών προ Χριστού, καθυστέρησε περισσότερο. Μόλις τον 17ο αιώνα εμφανίστηκε ως εναλ­λακτική μέθοδος και μόλις τον 18ο καθιερώθηκε οριστικά. Επομένως, το σύστημα με το οποίο χρονολογούμε δεν είναι και τόσο παλιό, όσο συνήθως θεωρείται. Με τυπικούς ιστορικούς όρους πρόκειται για μια σύμβαση μεταξύ των Χριστιανών, που έχει συγκεκριμένη αρχή, όπως όλες οι άλλες χρονολογήσεις στην ανθρώπινη πορεία...



Διαφωνίες και για το μήνα γέννησης του Θεανθρώπου


Ο Χριστός, όμως, θεωρούμε­νος ως ιστορικό πρόσωπο, ό­χι μόνο γεννήθηκε προ Χρι­στού, αλλά δεν γεννήθηκε και στις 25 Δεκεμβρίου. Ού­τε κατά παλιότερο Ιουλιανό ούτε κατά το ισχύον γρηγοριανό ημερολόγιο (διαφέρουν μεταξύ τους κατά 13 ημέρες).


Ιστορικοί και αστρονόμοι, ακολουθώντας το γράμμα των χριστιανικών γραφών, συμ­φωνούν ότι η γέννηση έγινε κάποια άλλη μέρα. Μάλλον κατά τον εβραϊκό μήνα Τισρί, που αντιστοιχεί στα μέσα Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου.


Αναζητώντας μια συγκε­κριμένη μέρα εντός του δια­στήματος αυτού υποστηρίζε­ται από αστρονόμους ότι η μέρα της γέννησης είναι η 25η Σεπτεμβρίου. Δεν λεί­πουν, όμως, κι άλλες ημερο­μηνίες, όπως η 6η Δεκεμβρί­ου...


Σύμφωνα, πάντα με τις γραφές, το πιθανότερο θεολογικώς είναι οι μέρες που γιορτάζονται τα Χριστούγεν­να στην πραγματικότητα να εί­ναι οι μέρες κατά τις οποίες ο αρχάγγελος Γαβριήλ ανήγ­γειλε στην Παρθένο Μαρία ότι «συνέλαβε» τον Ιησού (Δεκέμβριος-Ιανουάριος).


Πριν ο μοναχός Διονύσιος ο Μικρός το 532-536, με προ­τροπή της πολιτικής και χρι­στιανικής ηγεσίας της επο­χής, καθορίσει την 25η Δεκεμβρίου του έτους 1 (που κατ' αυτόν αντιστοιχούσε στο έτος 753 π.Χ. από κτίσεως Ρώμης) ως μέρα γέννησης του Χριστού, είχαν προηγηθεί κι άλλες προσπάθειες.


Τα Χριστούγεννα καθιε­ρώθηκαν σταδιακά και μάλι­στα όχι χωρίς αντιρρήσεις. Όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις νέες χρονολογήσεις και τα ημερολόγια...


Σύμφωνα, με την εκκλη­σιαστική παράδοση, η γενέ­θλια γιορτή, ως ιδιαίτερο γε­γονός, άρχισε να μνημονεύ­εται γύρω στο 135 μ.Χ. Δεν συνιστούσε, όμως, μια σταθερή γιορτή.


Η εγκύκλιος


Αλλού σημειωνόταν στις 6 Ιανουαρίου, μαζί με τα Θε­οφάνια. Αλλού στις 22 Δε­κεμβρίου (το χειμερινό ηλιο­στάσιο), όταν γιορταζόταν τα ρωμαϊκά Σατουρνάλια (εκρωμαϊσμένη περσική λατρεία του θεού Μίθρα). Ακρι­βώς η ακτινοβολία και η ε­δραίωση αυτής της παγανι­στικής γιορτής (γενέθλια μέ­ρα του ανίκητου Ήλιου, καθώς η μέρα-φως αρχίζει να μεγα­λώνει και να νικά τη νύχτα-σκοτάδι) οδήγησε την εκ­κλησιαστική ηγεσία στην ε­πιλογή της 25ης Δεκεμβρί­ου. Αντί να πάει κόντρα στη λαοφιλή γιορτή του φωτός με τα ξεφαντώματα, την υπο­κατέστησε με το νέο χριστια­νικό ήλιο, που διαλύει «τα σκοτάδια της ειδωλολατρίας)...


Η απόφαση ήδη βρίσκεται σε εγκύκλιο, που χρονολο­γείται στο μέσο περίπου του 4ου αιώνα (Πάπας Ιούλιος Α' 337-352).


Φαίνεται ότι ύστερα από έ­ντονες συζητήσεις καθιερώ­θηκε στη Δύση το 354. Λίγα χρόνια μετά (γύρω στο 380) αρχίζει να επιβάλλεται και στην Ανατολή, επί πατριαρχίας του Γρηγορίου του Νανζιανζηνού ή του Ιωάννη του Χρυσοστόμου.


Αυτός, όμως, που θα ε­πιβάλλει το 800 μΧ, μετά την στέψη του, και θα καθιερώσει ως ημερομηνία γέννησης του Χριστού την 25η Δεκεμβρίου, εί­ναι ο αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Καρ­λομάγνος.


Τ. ΚΑΤΣΙΜΑΡΔΟΣ

katsimar@yahoo.gr

24 - 25 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2005

ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου