Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010

Η ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΜΑΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΖΗΤΑ ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ





Πριν μερικές μέρες διάβασα στην "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" τον αγώνα κάποιων Ιδρυμάτων, που δραστηριοποιούνται στον ελλαδικό χώρο, για την συγκέντρωση των αρχείων των Ελλήνων λογοτεχνών που δεν βρίσκονται στη ζωή.

Η προσπάθεια αυτή είναι αξιοσημείωτη και ελπίζουμε ότι θα συνεχισθεί και θα οδηγήσει τα συγκεκριμένα Ιδρύματα να ψηφιοποιήσουν, κάποια στιγμή, τα χειρόγραφα που αποκτουν. Έτσι αυτό το θαμένο πολύτιμο υλικό θα καταστεί προσβάσιμο, όχι μόνο στους ειδικούς, αλλά και σε κάθε Έλληνα πολίτη που ενδιαφέρεται να αποκτήσει πρόσθετη γνώση.

Καλό θα ήταν λοιπόν τα Ιδρύματα και οι Βιβλιοθήκες να προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση και να μην λησμονούν ότι οι κλειστές Βιβλιοθήκες και οι Βιβλιοθήκες χωρίς αναγνώστες δεν είναι τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από νεκροταφεία βιβλίων και γνώσης.





Με έπαθλο ένα πολύτιμο χειρόγραφο
Ο αγώνας δρόμου για τρεις ιδιωτικούς φορείς που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος αρχείων των Ελλήνων λογοτεχνών


Το καλοκαίρι του 2008, ο θάνατος μιας υπέργηρης γιαγιάς, της Εσθήρ Χόφφε, της συντρόφου και γραμματέως του Μαξ Μπροντ (φίλου, αποδέκτη και «διασώστη» του λογοτεχνικού αρχείου του Φραντς Κάφκα) έφερε στο φως μια βαλίτσα με χειρόγραφα του Τσέχου συγγραφέα, διασώζοντάς τα από άθλιες συνθήκες «φύλαξης». Η ίδια γυναίκα είχε πουλήσει στη δεκαετία του ’80 σε δημοπρασία έναντι υψηλότατου ποσού, το χειρόγραφο της δημοφιλούς «Δίκης» του. Τον περασμένο Νοέμβριο, ο γιος του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ αποφάσισε να εκδώσει το ημιτελές και ανέκδοτο μυθιστόρημα του Ρώσου συγγραφέα «Το πρωτότυπο της Λόρα» και να πουλήσει τα 138 δελτάρια στα οποία είχε γραφτεί και ήταν κλεισμένα σε θυρίδα στην Ελβετία, σε δημοπρασία του οίκου Cristie’s. Είναι δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις που κάνουν φανερό ότι οι κληρονόμοι ή οι διαχειριστές των καταλοίπων και χειρογράφων μεγάλων μορφών της λογοτεχνίας στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο λειτουργούν με έντονη την πεποίθηση ότι κατέχουν ιδιωτικά αγαθά, και ως τέτοια αποκτούν προστιθέμενη αξία. Το επόμενο βήμα είναι η δημιουργία ιδρυμάτων που λειτουργούν κυρίως ως εταιρείες αγοραπωλησίας πνευματικών δικαιωμάτων και αρχείων του συγγραφέα.

Συνταγματικό δικαίωμα

Στην Ελλάδα, σε ό, τι αφορά τα αρχεία λογοτεχνών, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, τουλάχιστον ως προς την αντίληψη του αρχείου ως ιδιοκτησιακού αγαθού και ως προς την κουλτούρα της αγοραπωλησίας. Κατ’ αρχήν, τρεις είναι οι φορείς που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος αρχείων των σημαντικότερων Ελλήνων λογοτεχνών: η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ, που πρόσφατα ενσωματώθηκε στο Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης) και το Μουσείο Μπενάκη, που δραστηριοποιήθηκε σ’ αυτόν τον τομέα τα τελευταία χρόνια. Και τα τρία φαίνεται ότι διακατέχονται από τη λογική που είχε εκφράσει ο ιστορικός Φίλιππος Ηλιού ιδρύοντας τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, ότι «είναι συνταγματικό δικαίωμα του πολίτη να έχει πρόσβαση στη γνώση». Ετσι, ό, τι διαθέτουν αυτοί οι φορείς είναι στη διάθεση των μελετητών, των ερευνητών και κάθε ενδιαφερόμενου. Πώς όμως τα αποκτούν; Τα πωλούν οι ιδιοκτήτες τους ή τους τα δωρίζουν; Αγοράζουν ολόκληρα αρχεία ή εντοπίζουν αποσπασματικά έργα και χειρόγραφα σε δημοπρασίες;

«Τα μισά τα έχουμε αγοράσει και τα μισά μας τα έχουν δωρίσει», λέει ο πρόεδρος και ιδρυτής του ΕΛΙΑ, Μάνος Χαριτάτος. «Συνήθως, οι πωλήσεις δεν γίνονται από τους συγγενείς, αλλά από συλλέκτες ή τυχαίους κατόχους, όπως για παράδειγμα ένα μέρος του αρχείου Σκαρίμπα που βρήκα στη Χαλκίδα». Ο ιστορικός Δημήτρης Αρβανιτάκης, υπεύθυνος των εκδόσεων του Μουσείου Μπενάκη συμφωνεί ότι «οι περισσότεροι δωρίζουν τα αρχεία», με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη δωρεά του αρχείου Ρίτσου από την κόρη του Ερη «και κάποιοι πουλάνε». Η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη έχει να επιδείξει ως τελευταίο «απόκτημα» το αρχείο Μυριβήλη που παρουσιάστηκε πρόσφατα σε μεγάλη εκδήλωση και έκθεση.

Τρεις ιδιωτικοί φορείς, με αντίστοιχο αντικείμενο και ίδιους στόχους: την απόκτηση λογοτεχνικών αρχείων. Μια διαδικασία που για καιρό μένει απολύτως μυστική, εμπεριέχει δεκάδες επαφές, άπειρους καφέδες, κοινωνικές συναναστροφές και προσεγγίσεις προκειμένου να κατακτηθεί η εμπιστοσύνη του δωρητή. Μια διαδικασία που συχνά θυμίζει ακήρυχτο «ιερό πόλεμο», με έπαθλο τα πολυπόθητα αρχεία και όπλα το προφίλ του κάθε φορέα. Η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη προβάλλει το κύρος και υποδέχεται αρχεία μεγάλων μορφών της σύγχρονης λογοτεχνίας, με διακριτό και ιστορικό ρόλο (π. χ. αρχεία Σεφέρη και Ελύτη). Το ΕΛΙΑ ποντάρει στην πληρότητα των αρχείων που διαθέτει (αρχείο - βιβλιοθήκη - συμφραζόμενα) και στις αρχειακές συγγένειες που εξασφαλίζει στον μελετητή. Π. χ. το αρχείο Τσίρκα συνυπάρχει με μια σειρά αρχείων του αιγυπτιώτη ελληνισμού. Το Μουσείο Μπενάκη έχει την υποδομή να δώσει έμφαση στη «νέα ζωή» και την υστεροφημία των συγγραφέων των οποίων τα αρχεία διαθέτει, συνοδεύοντάς τα από εκθέσεις, συνέδρια και εκδόσεις. «Στους λογοτέχνες θα έλεγα “θα είσαι με καλή παρέα”. Ατού μας είναι ο μεγάλος αριθμός αρχείων που έχουμε, η εξειδίκευση και ο τρόπος που τα φροντίζουμε. Η Γεννάδειος είναι βιβλιοθήκη, το Μπενάκη είναι μουσείο. Εμείς ξεκινήσαμε αργά, αλλά στα αρχεία είμαστε πρώτοι», λέει ο Μάνος Χαριτάτος και δεν αρνείται την ευγενή άμιλλα μεταξύ των τριών φορέων για την απόκτηση αρχείων. Προσθέτει πάντως, ότι «αν τα αρχεία τα κρατούν οι οικογένειες, υπάρχει κίνδυνος να χαθούν για πάντα. Αν καταλήξουν στη Γεννάδειο, το Μπενάκη ή το ΕΛΙΑ θα είναι σε καλά χέρια».

Ο Δημήτρης Αρβανιτάκης από το Μουσείο Μπενάκη δεν αρνείται ότι οι προσωπικές επαφές παίζουν το ρόλο τους, αλλά κυρίως είναι «το πρόσωπο του Μουσείου προς τα έξω που δημιουργεί εμπιστοσύνη στους κατόχους αρχείων. Για τα αρχεία που μας έχουν κατατεθεί κάνουμε εκθέσεις ή εκδόσεις». Δεν αρνείται ότι «ασφαλώς ο καθένας νοιάζεται για το σπίτι του», αλλά θυμίζει και περιπτώσεις συνεργασίας μεταξύ ΕΛΙΑ - Μπενάκη σε ερευνητικά προγράμματα (Βιβλιογραφία Ηλιού). Ολοι πάντως συμφωνούν ότι ένας μεγάλος κίνδυνος για τα αρχεία είναι η πολυδιάσπασή τους σε διάφορους φορείς, που είτε δεν τα αξιοποιούν ποτέ είτε τα καταχωνιάζουν. Και θεωρούν αναγκαία τη δημιουργία ενός ψηφιακού τόπου διασύνδεσης και καταγραφής των αρχείων στους φορείς όπου βρίσκονται. Πάντως, από το 2005 υπάρχει και online ο Οδηγός των Ιδιωτικών Αρχείων της Ελληνικής Αρχειακής Εταιρείας στη διεύθυνση www. eae. org. gr. Εκεί οι μελετητές μπορούν να βρουν και να «κατεβάσουν» τις σελίδες με τα αρχεία αλφαβητικά καθώς και το πού βρίσκονται.

Νέα αποκτήματα, επόμενοι στόχοι

Το Μουσείο Μπενάκη απέκτησε πρόσφατα τη βιβλιοθήκη του Ζήσιμου Λορεντζάτου, ενώ η κόρη του Λορέττα έχει ήδη συμφωνήσει να παραχωρηθεί και το αρχείο του πατέρα της. Το Μουσείο επίσης απέκτησε το αρχείο του περιοδικού «Ευθύνη» του Κώστα Τσιρόπουλου, του Γιάννη Δάλλα, της Ολγας Βότση, του Ιάσονα Δεπούντη. Εχει ήδη γίνει καταγραφή του αρχείου του Νίκου Καββαδία σε συνεργασία με την ανιψιά του Ελγκα Καββαδία, ενώ μέσα στο 2010 σχεδιάζεται έκθεση και συνέδριο για τον ποιητή του «Μαραμπού», πληροφορεί την «Κ» η Βαλεντίνη Τσελίκα. Η Μαρίνα Καραγάτση δηλώνει ότι έχει ήδη δωρίσει στο Μουσείο Μπενάκη, «το οποίο εμπιστεύεται για την τέλεια οργάνωσή του», 25 από τα πιο σημαντικά έργα της Νίκης Καραγάτση, μέρος των οποίων θα εκτίθενται σύντομα στο Μουσείο Νίκου Χατζηκυριάκου - Γκίκα.

Το ΕΛΙΑ είναι σε επαφή με σημαντικούς λογοτέχνες που είναι εν ζωή και με τους κληρονόμους του Κώστα Ταχτσή και του Γιώργου Ιωάννου.

Πάντως, όπως διαπιστώνει και ο Μάνος Χαριτάτος, λίγα είναι τα σημαντικά αρχεία που ακόμα δεν έχουν κατατεθεί κάπου. (Π.χ. το αρχείο Θεοτοκά, το οποίο όμως είναι ανοιχτό στους μελετητές και το οποίο φροντίζει η αδελφή του, κ. Λ. Αλιβιζάτου). Αλλωστε, τα αρχεία με τη μορφή που τα ξέρουμε είναι ιστορία που αφορά τον 19ο και τον 20ό αιώνα. Η ψηφιακή εποχή την οποία διανύουμε τις τελευταίες δύο δεκαετίες διαφοροποιεί εντελώς το σώμα των αρχείων έτσι όπως μέχρι τώρα τα ξέραμε (αλληλογραφία, χειρόγραφα, ημερολόγια, κ.λπ.).

Σημείωση: Υπάρχουν ανά την Ελλάδα φορείς που κατέχουν και φροντίζουν με συνέπεια και υπευθυνότητα αρχεία λογοτεχνών, όπως π. χ. η Βικελαία Βιβλιοθήκη στην Κρήτη που διαθέτει τη βιβλιοθήκη Σεφέρη ή το Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού που διαθέτει το αρχείο Καβάφη, ο τομέας Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η Εθνική Βιβλιοθήκη και τα Γενικά Αρχεία του Κράτους.

Της Oλγας Σελλα

Πηγή:

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_10/01/2010_385969

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου