Παρασκευή 21 Μαΐου 2010

Από την οικονομική ύφεση σε μια κοινωνική και δημοκρατική αναγέννηση:


Παρακάτω σας παρουσιάζω ένα κείμενο που έστειλε η αναγνώστρια του blog κα. Γεωργία Μοχλάκη μαζί με μια ομάδα πολιτικοποιημένων Ελλήνων από την Γαλλία.

Η ομάδα αυτή μας παρουσιάζει το πώς αντιλαμβάνεται την σημερινή κρίση και κάνει τις δικές της προτάσεις για την έξοδο από αυτή.

Πιστεύω ότι αξίζει να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο με ιδιαίτερη προσοχή . Επισημαίνω πάντως ότι πάντοτε οι απόψεις εκπροσωπούν αυτόν που υπογράφει το κείμενο και όχι το παρόν blog. Στην συγκεκριμένη όμως περίπτωση πάρα πολλές από τις θέσεις και απόψεις τους με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο.

Κων/νος Γραικιώτης


Από την οικονομική ύφεση

σε μια κοινωνική και δημοκρατική αναγέννηση:


Η Ελλάδα στο σταυροδρόμι


Το αρχικό κείμενο είναι το περιεχόμενο της διάλεξης του καθηγητή οικονομίας στο πανεπιστήμιο Τουλούζης 1, Γαβριήλ Κολλέτη, που οργανώθηκε από έναν ελληνικό σύλλογο στις 25 Μαρτίου, ημέρα εθνικής εορτής, στην Τουλούζη της Γαλλίας και απευθυνόταν σ’ ένα ευρύ κοινό.



Η ελληνική κρίση στο σταυροδρόμι μεταξύ κινδύνων και ευκαιριών



Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στο σταυροδρόμι. Πολλοί παρατηρητές της κοινωνικής και πολιτικής ζωής στην Ευρώπη προαισθάνονται ότι το μονοπάτι που θα τραβήξει η Ελλάδα προεικονίζει το μονοπάτι που θα τραβήξουν και πολλές άλλες χώρες. Η υπόθεση που αναπτύσσεται συχνά είναι η εξής: αν η Ελλάδα πτωχεύσει, τότε και οι άλλες χώρες θα κάνουν το ίδιο, παρασυρόμενες από τα ίδια προβλήματα. Μία άλλη υπόθεση, όχι απαραίτητα ασυμβίβαστη με την προηγούμενη, είναι να χρησιμεύει η Ελλάδα ως ένα είδος πειραματικού εργαστηρίου, όπου θα δοκιμαστούν απείρου κλίμακας μέτρων και σχέδια μέτρων εμπνευσμένα στη βάση μιας φιλελεύθερης θεραπείας.


Σε αντίθεση με αυτές τις δύο υποθέσεις, πιστεύουμε ότι υπάρχει μία άλλη πορεία η οποία είναι, όχι μονάχα αναγκαία αλλά και εφικτή: Η πορεία προς τον σχεδιασμό και την εκτέλεση ενός νέου προτύπου ανάπτυξης. Αυτό το μοντέλο επιδιώκεται σήμερα από πολλούς κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς σε διάφορες χώρες. Πιστεύουμε ότι η Ελλάδα και κυρίως οι Έλληνες, ακριβώς επειδή βρίσκονται στο «σταυροδρόμι» και ίσως επειδή πρόκειται για έναν από τους λαούς της γης, από τους πλέον πολιτικοποιημένους, μπορούν να προσανατολιστούν προς μία τουλάχιστον από τις κατευθύνσεις που προτείνουν κάποια νέα πρότυπα ανάπτυξης και τα οποία σέβονται περισσότερο τον άνθρωπο και τη Φύση, καθώς τα τοποθετούν στο κέντρο αυτής της αναγέννησης.


Το νέο αυτό πρότυπο ανάπτυξης για το οποίο μιλάμε, είναι δημιούργημα πολιτών και όχι λίγων ιδιωτών ακόμα και αν οι προθέσεις τους είναι καλοπροαίρετες. Θα είμαστε περήφανοι, αν έχουμε συμμετάσχει κι εμείς στο να κινήσουμε τη χρονοβόρα αυτή διαδικασία ενός δημοσίου διαλόγου με προοπτική. Σε αντίθεση όμως με τον ασφυκτικά περιορισμένο χρόνο των χρηματιστηριακών αγορών, ο χρόνος των ανθρώπων και της φύσης γράφεται στη διάρκεια.


Η κατεύθυνση που θέλουμε να υποδείξουμε στηρίζεται από τη μια μεριά στην ανάλυση της παρούσας κατάστασης και από την άλλη στην ανάλυση συγκεκριμένων μέτρων, τα οποία πιστεύουμε θα βγάλουν τη χώρα από το αδιέξοδο στο οποίο την φέρνουν οι παρούσες επιλογές.


Το αδιέξοδο αυτό παρομοιάζεται με μια «νέα Οδύσσεια» όπως απερίσκεπτα ανέφερε ο Έλληνας πρωθυπουργός στο διάγγελμά του (Le Monde, 26 Απριλίου). Στο διάγγελμα αυτό, ο κύριος Παπανδρέου, ερμηνεύοντας αγγλοσαξονικά την ελληνική μυθολογία, ξέχασε σίγουρα τι κόστισε για τον Οδυσσέα και τους δικούς του αυτό το ταξίδι: Δέκα χρόνια περιπλάνησης, στο έλεος αυτού που οι ανώτερες δυνάμεις είχαν αποφασίσει, σε μια διαδρομή μέσω Σκύλας (Γενική μείωση μισθών και εισοδημάτων) και Χάρυβδης (το δραστικό σχέδιο προϋπολογισμού).



Η νέα εποχή που προτείνεται στους Έλληνες (Βλέπε: «Νέα Οδύσσεια»)


Μετά από πολλές υπεκφυγές, συσκέψεις «συμβουλίων κορυφής», συμφωνίες επί συμφωνιών και κυρίως ανακοίνωση αυστηρών μέτρων λιτότητας φαίνεται ότι η συνολική αρχιτεκτονική του σχεδίου «ν’ αλλάξουν όλα» και να χτίσουμε μία «βιώσιμη» οικονομία (σύμφωνα με τις δηλώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού) πρόκειται να «σταθεροποιηθεί» από τις αρχές του Μαΐου.


Οι ευρωπαϊκές χώρες και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συμφώνησαν να δανείσουν έως 120 δισεκατομμύρια ευρώ στην Ελλάδα, τα τρία επόμενα χρόνια. Ένα ποσό το οποίο δεν θ’ αποφέρει καθόλου νέο χρήμα στην Ελλάδα αλλά αντιστοιχεί στο χρέος που οφείλει να εξοφλήσει, ώστε να μην είναι πια η Ελλάδα αναγκασμένη ν’ αναχρηματοδοτείται στις χρηματιστηριακές αγορές. Το αντίτιμο αυτού του δανεισμού είναι και ο λόγος για τον οποίο οι Έλληνες καλούνται τώρα να ζήσουν μία «σύγχρονη Οδύσσεια».


Αυτό το ταξίδι, αρκετά ασαφές, μολονότι καλά ελεγχόμενο[1], παίρνει για την ώρα τη μορφή άγχους να διασχίσουμε μια θάλασσα φόβων και κινδύνων, μια θάλασσα που εμπεριέχει τα εξής:

  • τη μείωση μισθών στο δημόσιο τομέα (περικοπή του 13ου και 14ου μισθού),
  • τη μείωση συντάξεων,
  • την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 60 χρόνια σήμερα στα 65,
  • τη σημαντική μείωση όλων των δημοσίων δαπανών (συμπεριλαμβανομένων και των επενδύσεων) καθώς και του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων,
  • την αύξηση του ΦΠΑ (φόρου προστιθέμενης αξίας) (που πλήττει όλον τον πληθυσμό), και κυρίως την αποδιάρθρωση της αγοράς εργασίας.


Το ζήτημα που ξεκάθαρα προβάλλεται εδώ, είναι το γεγονός ότι επιτρέπεται στις επιχειρήσεις ν’ απολύουν στο εξής ευκολότερα και να ανοιχτή ο δρόμος στον ανταγωνισμό των «προστατευμένων» επαγγελμάτων[2]. Ένα νέο ελάχιστο επίδομα έχει προβλεφθεί ιδιαίτερα για τους ανέργους μακράς διάρκειας. Στοιχηματίζουμε ότι δεν θα είναι και πολύ υψηλό.


Τουλάχιστον ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη του. Αν ο ελληνικός λαός πραγματοποιήσει το ταξίδι που του προτείνεται σήμερα, θα επιστρέψει σε δέκα χρόνια αλλά σε μία ισοπεδωμένη χώρα. Μαζί με άλλους, πιστεύουμε ότι ο ελληνικός λαός έχει καλύτερα να κάνει από το να ακολουθήσει αυτήν την κατεύθυνση που θα τον οδηγήσει στην απάρνηση των αξιών του και στην διάσπαση, του ήδη αποδυναμωμένου, κοινωνικού του ιστού. Στο παρόν κείμενο περιγράφουμε τα σημεία μιας άλλης εφικτής προοπτικής.


Πρέπει οι Έλληνες να υποστούν αυτά τα μέτρα λιτότητας;

Μπορούν να γίνουν φορείς ενός νέου προτύπου ανάπτυξης;


Θα επιχειρήσω να προσεγγίσω αυτό το ερώτημα σε τρεις χρόνους:

1. Αρχικά θα επιχειρήσω να ταυτοποιήσω τη φύση των προβλημάτων με τα οποία η Ελλάδα είναι τώρα αντιμέτωπη.

2. Στη συνέχεια θα επιχειρήσω να δω αν τα μέτρα που λαμβάνονται είναι ικανά να απαντήσουν στα προβλήματα της Ελλάδας και να την οδηγήσουν ώστε να τα λύσει μακροπρόθεσμα.

3. Και τέλος, έχοντας απαντήσει αρνητικά στo προηγούμενο ερώτημα, θα επιχειρήσω να δώσω μία προοπτική και να αναδείξω κάποια ίχνη ενός νέου προτύπου ανάπτυξης.




1. Τα προβλήματα της Ελλάδας σήμερα συνοψίζονται στα εξής τρία:

1.1. Το δημοσιονομικό έλλειμμα

Είναι δύσκολο να μην αρχίσω από το έλλειμμα, τη στιγμή που αυτό είναι τόσο δημοσιοποιημένο από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Διευκρινίζω εξ αρχής ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν είναι το σημαντικότερο ζητούμενο της παρούσας ανάλυσης. Το έλλειμμα και ο δανεισμός είναι περισσότερο τα συμπτώματα μίας ευρύτερης οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, παρά οι αιτίες της.


Ενώ πριν λίγες μέρες το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ζήτησε απ’ όλα τα κράτη να παρθούν δημοσιονομικά μέτρα στήριξης για το 2010[3] με σκοπό να αποφευχθεί μία περαιτέρω οικονομική ύφεση, σε ότι αφορά την Ελλάδα ούτε λόγος να γίνεται. Πρέπει επιτόπου να πάρει μέτρα λιτότητας, υπό αυστηρό έλεγχο προκειμένου να μειώσει το έλλειμμα από το 12 στο 8% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μέχρι το τέλος του 2010. Ο στόχος είναι να βρίσκεται στο 3% το 2012.


Γιατί όμως μία τέτοια αγωγή για την Ελλάδα, τη στιγμή που το μέγεθος του ελληνικού ελλείμματος και δανεισμού είναι συγκρίσιμο με αυτό και άλλων χωρών; (Οι γνωστές κάτω από τον τίτλο χώρες – γουρούνια: τα γνωστά pigs: P για την Πορτογαλία, I για την Ιρλανδία ή την Ιταλία, το G για την Ελλάδα….). Για να μην αναφερθούμε στην Γαλλία, της οποίας το έλλειμμα αγγίζει το 8% του ΑΕΠ ή στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό δανεισμού παγκοσμίως.


Δεν αγνοούμε το μεγάλο έλλειμμα της Ελλάδας αλλά πριν από αυτό, ας αναρωτηθούμε: Γιατί το έλλειμμα της Ελλάδας, συγκρίσιμο με αυτό άλλων χωρών, θέτει ένα επείγον και διαφορετικό πρόβλημα, το οποίο μάλιστα πρέπει ν’ αντιμετωπιστεί άμεσα και δραστικά;


Δύο είναι οι πιθανές εκδοχές: είτε το ενδεχόμενο να είναι το έλλειμμα της Ελλάδας ένα διαφορετικής φύσεως έλλειμμα, είτε το ενδεχόμενο η πίεση που ασκείται τώρα στην Ελλάδα να προοιωνίζει την πίεση που θ’ ασκηθεί αργά ή γρήγορα και αλλού…


Εμείς δεν πιστεύουμε ότι το ελληνικό έλλειμμα είναι άλλης φύσεως έλλειμμα. Οι οργανισμοί που δανείζουν την Ελλάδα είναι οι ίδιοι με αυτούς που δανείζουν και τις άλλες χώρες: Οι «μη κάτοικοι», όπως αποκαλούνται στην γλώσσα της οικονομίας, οι θεσμικοί οργανισμοί τύπου τράπεζες, διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και κάθε είδους κεφάλαια. Όπως γίνεται και με τα δάνεια άλλων χωρών, έτσι και για την Ελλάδα, τα δάνειά της τιτλοποιήθηκαν στις διεθνείς αγορές και κατά συνέπεια έγιναν διαθέσιμα σε κάθε είδους κερδοσκοπικά παιχνίδια. Αν η Ελλάδα βαθμολογηθεί αρνητικά από τους οίκους αξιολόγησης τότε το κόστος του δανεισμού της αυξάνεται. Τον κίνδυνο μιας τέτοιας αρνητικής αξιολόγησης με όλα τα παρεπόμενά της, διατρέχουν αντίστοιχα και πολλές άλλες χώρες, μία εκ των οποίων και η Γαλλία.


Επομένως το ερώτημα που προκύπτει είναι το αν είναι αποδεχτό να προσανατολίζονται οι κυβερνήσεις και η πολιτική τους προς την κατεύθυνση που χαράζουν οι χρηματιστηριακές αγορές. Ο Ντε Γκολ είχε πει: Η πολιτική της Γαλλίας δεν γίνεται στο καλάθι της αγοράς (της χρηματιστηριακής). Οι εποχές μοιάζουν να έχουν αλλάξει προς την κατεύθυνση μιας χρηματιστηριακής κεφαλαιοκρατίας, όπου οι αγορές όχι μόνο στοιχηματίζουν σε βάρος των κρατών και των επιχειρήσεων τους αλλά τους υποδεικνύουν επιπλέον τα «σωστά» πρότυπα που πρέπει να υιοθετήσουν.


1.2 Το δημόσιο αγαθό


Αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, δεν αναιρούν το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος έτυχε κακής διοίκησης. Ένα εξίσου σοβαρό έλλειμμα της Ελλάδας εστιάζεται στην συνείδηση ή αλλιώς στην ηθική του κοινού καλού, του συλλογικού αγαθού το οποίο εδώ θα αποκαλούμε «δημόσιο αγαθό» (RES PUBLICA).


Εισφορές προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, που παραγκωνίζονται και δεν εισπράττονται στο βωμό μιας πελατειακής σχέσης κι ενός ιδιωτικού συμφέροντος, οδήγησαν την ελληνική κοινωνία σε μια γενικευμένη διαφθορά. Αν οι Έλληνες, και κυρίως μερικοί ανάμεσά τους «πέτυχαν» και πλούτισαν, το δημόσιο αγαθό περιφρονήθηκε και κινδυνεύει να πτωχεύσει. Φτάνει να κοιτάξουμε γύρω μας… Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε σε πολλά παραδείγματα όπως στο πριγκιπάτο του δημοσίου υπαλλήλου, στα φακελάκια, στην άναρχη τουριστική δόμηση και ανάπτυξη, στα δημόσια φτωχά έργα ή στην ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών και την εκμετάλλευση τους από ισχυρούς αλλά και από τους λιγότερο ισχυρούς ενίοτε.


Περισσότερο επομένως, εξαιτίας του υψηλού, οικονομικού ελλείμματός της η Ελλάδα υποφέρει από την περιφρόνηση του δημοσίου αγαθού. Το Δημόσιο Αγαθό στα ελληνικά συμβαίνει να είναι συνώνυμο της Δημοκρατίας. Η έλλειψη σωστής διοίκησης αυτού του δημοσίου αγαθού, είναι που προκαλεί πρόβλημα στην Ελλάδα και δικαιολογημένα συχνά ταυτίζεται με το αόριστο, άρρωστο, απρόσωπο ή δεσποτικά προσωποποιημένο πολιτικό της σύστημα.


Ένα περιφρονημένο δημόσιο αγαθό ισοδυναμεί με μια ελλειμματική δημοκρατία. Το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας είναι αναμφίβολα διεφθαρμένο: Οι μεγάλες πολιτικές οικογένειες και οι εγωιστικές τους ίντριγκες, η πελατειακή νοοτροπία είναι παραδείγματα που ο καθένας από εμάς μπορεί να περιγράψει. Τέτοιου είδους πρακτικές και νοοτροπίες ισοπεδώνουν κάθε έννοια ισότητας και ισονομίας. Το πρόβλημα υφίσταται, αλλά είναι ευρύτερο και αφορά την διαχείριση του δημοσίου αγαθού.


Πολλοί παρατηρητές της ελληνικής δημόσιας ζωής υπογραμμίζουν ότι η Ελλάδα είναι πολύ δυνατή με αυτούς τους 11 εκατομμύρια ιδιώτες της. 11 εκατομμύρια ιδιώτες. Με ποια έννοια όμως; 11 εκατομμύρια πολίτες με δική τους προσωπικότητα και κοινή ταυτότητα ή 11 εκατομμύρια άτομα, 11 εκατομμύρια ατομικιστές δηλαδή, όπου ο καθένας υπερασπίζεται εξαρτημένα αυτά που κατέχει και συγχρόνως συμβάλει ώστε να καταστρέφει και να μολύνει το φυσικό περιβάλλον;


Αναμφίβολα είμαστε και τα δύο αλλά κυρίως έχουμε έναν ευάλωτο κοινωνικό ιστό, μια υποτιμημένη συλλογική συνείδηση κι ένα περιφρονημένο δημόσιο αγαθό (Εξαιρέσεις ίσως αυτού του κανόνα μπορούμε να βρούμε στο δεσμό της ελληνικής οικογένειας και ενίοτε και ανάλογα στους κόλπους της εκκλησίας).



1.3 Τελικά υπάρχει ένα έλλειμμα δημοκρατίας;


Αδιαμφισβήτητα έχουμε απομακρυνθεί αισθητά από την έννοια της Άμεσης Δημοκρατίας η οποία:

•Αρνείται να είναι αντιπροσωπευτική.

•Αρνείται την πολιτική εξειδίκευση.

•Αρνείται την έννοια του κράτους ως μία εξουσία διαφοροποιημένη και ξεχωριστή από την κοινωνία, τον δήμο, το λαό.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που εξάγει ο Κορνήλιος Καστοριάδης από την Αθηναϊκή δημοκρατία, η σημερινή Ελληνική Πολιτεία δεν είναι πια:

Αυτόνομη: Κυριαρχεί η ετερονομία, η εξάρτηση δηλαδή κυρίως από τις χρηματιστηριακές αγορές αλλά και από τη στάση άλλων χωρών ή συνασπισμού χωρών.

Αυτοτελής: Δεν είναι σε θέση να ορίσει τους δικούς της στόχους, καθώς η συλλογική συνείδηση και πρωτοβουλία αντιπροσωπεύεται, τις περισσότερες φορές χωρίς να έχει προηγηθεί καν ένας δημόσιος διάλογος.

Αυτόδικη: Δεν ακολουθεί τα δικά της πρότυπα και δεν ορίζει τους δικούς της κανόνες πάνω στους οποίους θα διαμορφώσει το σύνταγμά της.


Ίσως εκεί, στην περιφρόνηση του δημοσίου αγαθού και στην ελλειμματική δημοκρατία να υπάρχει πραγματικό πρόβλημα παρά στο μέγεθος του οικονομικού ελλείμματος της χώρας. Κοινωνικά και δημοκρατικά κινδυνεύει να πτωχεύσει η Ελλάδα.



2. Απαντά στα προβλήματα το σχέδιο στήριξης που προτάθηκε στην Ελλάδα ;


Δεν πιστεύουμε ότι το σχέδιο στήριξης προτείνει μακροπρόθεσμες λύσεις στα ελληνικά προβλήματα όπως αυτό παρουσιάστηκε παραπάνω. Φτάνει να δούμε πώς εξελίχθηκαν τα γεγονότα που οδήγησαν στην λήψη των μέτρων αυτών, πριν δούμε το περιεχόμενό τους.


2.1 Πώς οδηγήθηκε η Ελλάδα σ’ αυτό το σχέδιο στήριξης:


Σ’ έναν πρώτο χρόνο, ο νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας, ανακάλυψε μετά την εκλογή του το τεράστιο έλλειμμα και δανεισμό, τα οποίο ισχυρίζεται ότι αγνοούσε. Οι αγορές απαντούν με διπλασιασμό της πίεσης τους στην ανακοίνωση του δημοσίου ελλείμματος.


Αμέσως μετά ανακοινώνεται ότι η Ελλάδα θα τεθεί υπό επιτήρηση καθώς και όλοι οι λογαριασμοί του κράτους. (Πριν δεν τους επιτηρούσαν;)


Ωστόσο τα άμεσα μέτρα που ανακοινώνει η Ελληνική κυβέρνηση αμέσως μετά κρίνονται ανεπαρκή και υποχρεώνεται να τεθεί υπό «κηδεμονία» και ν’ ανακοινώσει πιο σκληρά μέτρα. Ως αντάλλαγμα η Ελλάδα θα έχει μία στήριξη, ασαφής στο περίγραμμα της. Μία μεταγενέστερη βοήθεια σε περίπτωση που προκύψει ανάγκη .


Περιέργως παρατηρούμε την ίδια περίοδο, το «Ευρωπαϊκό Ταμείο Διατήρησης της Ισορροπίας των Πληρωμών», έτοιμο να βοηθήσει χώρες που δεν είναι μέλη της Ζώνης του Ευρώ. Το ταμείο αυτό διαθέτει 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο μηχανισμός αυτός επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δανείζεται στις αγορές, μετά από άδεια του συμβουλίου των υπουργών και με εγγυήσεις των κρατών-μελών.


Τελικά, ύστερα από συμφωνία των Ευρωπαίων αξιωματούχων και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Μάρτιος και Απρίλιος 2010), η βοήθεια προς την Ελλάδα είχε χαρακτήρα «καθησυχασμού» των χρηματιστηριακών αγορών, και θα έπρεπε να ενεργοποιηθεί μόνο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Επιπλέον, κανένα διμερές δάνειο δεν θα συμφωνηθεί για την Ελλάδα αλλά μονάχα ένας μηχανισμός στήριξης, (αρχικά) μεγέθους 20 με 30 δισεκατομμύρια ευρώ, θα είναι διαθέσιμος στη μέγιστη ανάγκη. Τα δύο τρίτα λοιπόν, της βοήθειας θα έρθουν από κράτη της Ευρωπαϊκής ένωσης (και όχι από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) και το ένα τρίτο που μένει θα το αναλάβει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.


Το ΔΝΤ θα μπορεί να επέμβει πρώτο, ακόμα και μόνο του σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης. Και αυτό για δύο λόγους: αφενός λόγω της δυσκολίας με την οποία εκταμιεύονται τα χρήματα από δάνεια κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφετέρου λόγω της μεγάλης ανησυχίας των ευρωπαίων αξιωματούχων για τυχόν κοινωνικά και πολιτικά παρατράγουδα στην Ελλάδα. Έτσι, σ’ αυτήν την περίπτωση το ΔΝΤ δεν θα διστάσει να παίξει το ρόλο του κακού λύκου (Le Monde της 27ης Μαρτίου) προκειμένου να βοηθήσει την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση να επιβάλλει μέτρα ισοδύναμα με θυσίες στους πολίτες της ….


Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας θα αναγγείλει τότε: «Η Ευρώπη και η Ελλάδα θα βγουν δυνατότερες από αυτή την κρίση». Ευτυχής πολιτικός!


Την επομένη του Πάσχα, μία αντιπροσωπεία του ΔΝΤ ήρθε στην Ελλάδα με αποστολή να « βοηθήσει την ελληνική κυβέρνηση στη διαχείριση των δημοσίων δαπανών και στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος ». (Le Monde, 9ης Απριλίου 2010). Τη στιγμή της άφιξής της στην Ελλάδα, ο συντελεστής των ομολόγων του ελληνικού κράτους άγγιζε το 7%, έχοντας αυξηθεί παρά την συμφωνία που επετεύχθη τον προηγούμενο μήνα ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες, την κομισιόν και το ΔΝΤ (!). Για ακόμα μία φορά εκτιμήθηκε ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα θα κινηθεί προς τα πάνω, λόγω μιας ενδεχόμενης ύφεσης, πιο σοβαρής από εκείνην την οποία είχαν «προβλέψει»(!). Όσο για τα κεφάλαια των Ελλήνων, κάποιοι ανάμεσα σε αυτούς θέλησαν να τα προστατέψουν, μεταφέροντάς την σε ξένες τράπεζες.


Στις 11 Απριλίου, οι χώρες της ζώνης του ευρώ οδηγήθηκαν στην οριστικοποίηση της συμφωνίας που επετεύχθη τον Μάρτιο. Αναμφίβολα αντέδρασαν στις βέβαιες συνέπειες μίας νέας υποβάθμισης της βαθμολογίας του κρατικού δανεισμού (της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας) σε ΒΒΒ μείον από τους οίκους αξιολόγησης Fitch .


Τότε λοιπόν διατέθηκαν 30 δισεκατομμύρια ευρώ, με τη μορφή διμερών δανείων από ευρωπαϊκές χώρες προς την Ελλάδα. Κάθε χώρα θα συμβάλλει ανάλογα με το μέγεθος του κεφαλαίου που κατέχει στην ΕΚΤ. Το ΔΝΤ από την πλευρά του θα παρέχει, εφόσον χρειαστεί, 15 επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ. Ύστερα από πολλαπλές συζητήσεις, αποφασίστηκε να κρατηθεί σταθερό στο 5 % το επιτόκιο του δανεισμού για τρία χρόνια. Αυτό το επιτόκιο είναι μεταξύ του 3% με το οποίο δανείζεται η Γερμανία και του 7% με το οποίο δανειζόταν η Ελλάδα λίγο πριν.


Όπως δήλωσε ο πρόεδρος του Euro group «αυτή η τιμή (το επιτόκιο) δεν εμπεριέχει κανένα στοιχείο επιχορήγησης προς την Ελλάδα». Οι δανείστριες χώρες θα εισπράττουν ακόμα και προμήθειες. Πρέπει να τονίσουμε επίσης ότι αυτή η συμφωνία δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν μία αυτή καθεαυτή Ευρωπαϊκή ρύθμιση οικονομικής βοήθειας. Καμία άμεση μεταβίβαση χρημάτων δεν συμφωνήθηκε για την Ελλάδα σύμφωνα με τον συνήθη ορισμό της μεταφοράς χρημάτων προς μία χώρα-μέλος: Αποτελεσματική κατανομή των πόρων χωρίς άμεση αποζημίωση. Το αντίθετο έγινε[4] : η Ελλάδα δεσμεύτηκε να ακολουθήσει αμέσως ένα βαρύ πρόγραμμα λιτότητας και αποπληρωμής δανείων.


2.2 Η πιθανότητα αποτυχίας του σχεδίου σταθερότητας.


Χωρίς αμφιβολία το σχέδιο αυτό έχει πολλές πιθανότητες αποτυχίας και η κατάσταση κινδυνεύει να επιδεινωθεί, εξαιτίας τεσσάρων τουλάχιστον παραγόντων:

Ο κίνδυνος της ύφεσης είναι υπαρκτός, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην μείωση των δημοσιονομικών εσόδων.

Τα ελληνικά κεφάλαια θα δραπετεύσουν σε ξένες αγορές και τράπεζες, προκειμένου ν’ αποφύγουν την σκληρή φορολόγηση σημαντικού μέρους των περιουσιών τους.

Φόροι όπως αυτοί αεροδρομίων και διοδίων είναι ήδη δεσμευμένοι από το δανεισμό και επομένως δεν θα είναι πλέον διαθέσιμοι για τη χώρα.

Μία ακόμα ενδεχόμενη αρνητική αξιολόγηση της Ελλάδας σε περίπτωση νέου δανεισμού της στις αγορές, εφόσον η ανάκαμψη των κρατικών εσόδων είναι αργή (πράγμα που είναι πιθανό λόγω της γενικής ύφεσης), ενώ την ίδια στιγμή η κοινή γνώμη θα έχει αποδυναμωθεί. Και αυτό το ενδεχόμενο πρέπει να εξεταστεί, θυμίζοντας μας την απόλυτη δύναμη των οίκων αξιολόγησης, αυτών των «κυρίαρχων του κόσμου» (Ιδιωτών χωρίς έλεγχο).


Η Ελλάδα λοιπόν βρίσκεται δυστυχώς σε μια κατάσταση που δεν θα μπορέσει να αποφύγει τον φαύλο κύκλο μιας διαρκούς ύφεσης.


Οι ελληνικές τράπεζες είδαν τις καταθέσεις τους να μειώνονται (διαρροή καταθέσεων σε τράπεζες του εξωτερικού) και δεν είναι σε θέση να αναχρηματοδοτηθούν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εφόσον αυτή δεν μετατρέπει τα κριτήρια της σε ότι αφορά τις εγγυήσεις[5]. Τα επιτόκια αποπληρωμών, κάθε άλλο παρά μειώθηκαν, από τότε που η Ελλάδα κάλεσε την βοήθεια των αγορών. Τουναντίον δεν σταματούν ν’ αυξάνονται και ξεπερνούν το 10% .


Η εσωτερική κατανάλωση δεν μπορεί παρά να παρουσιάσει πτώση ως φυσική συνέπεια των μέτρων λιτότητας.



2.3 Η πραγματική σημασία και οι κίνδυνοι του σχεδίου σταθερότητας.

Όπως αναφέρει μια ημερήσια γαλλική εφημερίδα[6] , «αναλυτές προσκείμενοι στην αριστερά και άλλοι στην δεξιά, συμφωνούν στην ανάγκη να επιβληθεί μια τελείως φιλελεύθερη αγωγή». Η «φιλελεύθερη αυτή θεραπεία» θα πρέπει να βάλει σε τάξη το ελληνικό κρατικό χάος, και κυρίως να απελευθερώσει τον ανταγωνισμό μίας «μακροσκελούς λίστας» κλάδων παραγωγής, οι οποίοι για την ώρα είναι ακόμα εξαιρετικά ελεγχόμενοι από το ελληνικό δημόσιο.


Μπορεί να στοιχηματίσει κανείς ότι οι αποκρατικοποιήσεις δημοσίων επιχειρήσεων και υπηρεσιών θα γενικευτούν[7] (ήδη πολλοί δημόσιοι οργανισμοί είναι αποδιοργανωμένοι και στερούνται οικονομικών πόρων) και η αγορά εργασίας θα απορρυθμιστεί. Η μείωση των δαπανών για δημόσιες υπηρεσίες , όπως η περίθαλψη, η εκπαίδευση και οι μεταφορές, θα επιτρέψουν την προνομιακή ανάληψη και διαχείριση τους από πλούσιους επενδυτές Έλληνες η ξένους.


Η αποδιάρθρωση της αγοράς εργασίας και η ανεργία θα σημάνει παράλληλα την ένταση του ανταγωνισμού ανάμεσα σε αυτούς που εργάζονται και σε αυτούς που αναζητούν εργασία. Σε μια χώρα όπου:

•Η παραοικονομία αντιστοιχεί στο 40% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος

•Το ποσοστό των εργαζομένων σε δύο δουλειές αυξάνεται ολοένα και συνεχώς

•Οι συνταξιούχοι, και κυρίως οι νέοι πρόωρα συνταξιοδοτημένοι, είναι πολυάριθμοι

•και η παρουσία μεταναστών έντονη,


υπάρχει σοβαρός κίνδυνος, ο γενικευμένος αυτός ανταγωνισμός, σε μία αγορά που βρίσκεται σε συρρίκνωση, να είναι εξαιρετικά απειλητικός για τον κοινωνικό ιστό, για τον οποίο μιλήσαμε στην αρχή.


Εδώ βρίσκεται χωρίς αμφιβολία ο μεγαλύτερος κίνδυνος των μέτρων που πήρε η ελληνική κυβέρνηση καθώς κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι οι εντάσεις στην αγορά εργασίας θα κλιμακώσουν τις βίαιες συγκρούσεις μεταξύ εργαζομένων.


2.4 Εν τέλει, η Ελλάδα είναι χώρα πειραμάτων στα χέρια των χρηματαγορών ;

Το ερώτημα λοιπόν, πέρα από την κατάσταση την οποία βιώνει τώρα η Ελλάδα και τους κινδύνους που εμπεριέχει το σχέδιο που ανακοινώθηκε (ο κίνδυνος της ύφεσης και η επιδείνωσης της, ο ανταγωνισμός στους κόλπους του κοινωνικού ιστού και η αποδιάρθρωσή του) είναι να δούμε την πιθανότητα διαχείρισης της Ελλάδας ως ενός πειραματικού οργάνου.

Με άλλα λόγια, την χρήση της Ελλάδας ως ενός είδους εργαστηρίου για να δοκιμαστεί ο παράδοξος αυτός νέος ρόλος και δύναμη που μπορούν να ασκήσουν οι διεθνείς χρηματαγορές.


Τα μέτρα αυτά της «φιλελεύθερης αγωγής» που πρόκειται να υποστεί η Ελλάδα, όπως είναι η μείωση των δημοσίων δαπανών, οι αποκρατικοποιήσεις που βρίσκονται ήδη υπό συζήτηση, η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, είναι μέτρα τα οποία προσανατολίζονται και σε άλλες χώρες.


Οι Έλληνες λοιπόν ένιωσαν για πρώτη φορά ταπεινωμένοι, γιατί τους έδειξαν με το δάχτυλο στην Ευρώπη. Αλλά συγχρόνως, για πρώτη φορά στους κόλπους της ευρωπαϊκής ένωσης, μία χώρα, μία ευρωπαϊκή κοινωνία υποβλήθηκε σε τέτοιου είδους μέτρα από παράγοντες εξωτερικούς, με τέτοια μάλιστα βιαιότητα. Η Ελλάδα υπό κηδεμονία ισοδυναμεί με μια Ελλάδα χωρίς εθνική, λαϊκή και επομένως δημοκρατική κυριαρχία.


Αυτοί οι προσανατολισμοί είναι το ίδιο ύποπτοι και επικίνδυνοι με το βάρος της κρίσης που εναποθέτουν στο ελληνικό λαό. Μια κρίση που έχει κατά ένα μεγάλο μέρος τις ρίζες της στην σοβαρή ανισότητα που ισχύει μέσα στη πτητική και φιλελεύθερη παγκόσμια οικονομία.


Οι αναλύσεις των αριθμών, δεν επιβεβαιώνουν την άποψη ότι οι Έλληνες ζουν καλύτερα με τα οικονομικά μέσα που διαθέτουν. Οι έλληνες ίσως ζουν πιο γενναιόδωρα με τα λίγα μέσα που διαθέτουν. Αυτό, οι αριθμοί δεν μπορούν να το αναλύσουν παρά μονάχα σ’ ένα χρηματιστήριο ΑΞΙΩΝ!


Υπενθυμίζουμε ότι


•Ο μέσος ελληνικός μισθός αντιπροσωπεύει μονάχα το 73% του αντίστοιχου μέσου ευρωπαϊκού μισθού.


• Ο κατώτερος ελληνικός μισθός είναι λιγότερος από τον μισό του μέσου ελληνικού μισθού.


•Η μέση ελληνική σύνταξη δεν ξεπερνά παρά λίγο μονάχα το μισό της σύνταξης που ισχύει στις χώρες της Ένωσης.


Ενώ την ίδια στιγμή οι τιμές στην Ελλάδα, το κόστος ζωής δηλαδή, ευθυγραμμίστηκαν στα ευρωπαϊκά επίπεδα με την είσοδό της στο Ευρώ.


Από αυτή την άποψη λοιπόν, μένουμε έκπληκτοι όταν ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, αγνοώντας τα παραπάνω βασικά δεδομένα, δηλώνει ότι τα δημόσια ταμεία και οι ευρωπαϊκές συμβάσεις εξυπηρέτησαν ως επί το πλείστον τους Έλληνες ώστε ν’ αγοράσουν αυτοκίνητα και να ζουν σαν τεμπέληδες (Le Monde, 29 Απριλίου)! Μολονότι ο πλούτος και η ζωή κάποιων Ελλήνων μας εξέπληξε κι εμάς, δεν πρέπει να βλέπουμε σε κάθε Έλληνα, έναν οκνηρό που άλλο δεν κάνει από το να σκορπιέται και να διασκεδάζει!


Να το ακούς αυτό από στόμα συγκεκριμένων Ευρωπαίων αξιωματούχων, σοκάρει αδιαμφισβήτητα. Να το ακούς όμως και από τον πρώτο πολιτικό άνδρα της Ελλάδας, με την εξουσία που κατέχει στα δημόσια συμφέροντα, μοιάζει τουλάχιστον με προδοσία ή τουλάχιστον με περιφρόνηση του κοινωνικού κόστους που μπορεί να έχει για τη χώρα η διαίρεση των πολιτών σε δύο τάξεις!


Για να αποδείξουμε το βάσιμο της υπόθεσης ότι η Ελλάδα χρησιμεύει ως ενός είδους εργαστηρίου πειραμάτων για την επιβολή δραστικών φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων και σε άλλες χώρες, θα μιλήσουμε για την Πορτογαλία, η οποία ανακοίνωσε ήδη ένα ευρύ σχέδιο ιδιωτικοποίησης και αποκρατικοποίησης 18 δημοσίων επιχειρήσεων στο τομέα της ενέργειας, των μεταφορών και των δημοσίων υπηρεσιών. Τα μέτρα αυτά, η μεταφορά δηλαδή ιδιοκτησίας στον ιδιωτικό τομέα και η εμπορευματοποίηση των δημοσίων υπηρεσιών , θα συνοδευτούν από αναβολή των μεγάλων δημοσίων επενδύσεων και αναστολή των μέτρων που πάρθηκαν το 2009 για την εργασία και τους νέους καθώς και τους ανέργους αορίστου χρόνου. Όπως και στην Ελλάδα, οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων και οι θέσεις αυτών που συνταξιοδοτούνται αποτελούν αντικείμενο σκληρών προσαρμογών (πάγωμα μισθών του δημοσίου τομέα για τέσσερα χρόνια, αντικατάσταση του ενός για κάθε δύο υπαλλήλους που βγαίνουν στη σύνταξη).

Η χρήση της Ελλάδας ως εργαστήρι πειραμάτων είναι περισσότερο από προφανής, τόσο σε ότι αφορά την παρουσίαση αυτών που θεωρούνται κοινώς «προβλήματα» της Ελλάδας, όσο και σε ότι αφορά τις λύσεις που προτείνονται σήμερα. Ο Γενικός Διευθυντής του ΔΝΤ δήλωσε «μένω κατάπληκτος από την ακραία αυστηρότητα που επέλεξε η Αθήνα» (Le Monde, 4 Μαΐου). Η υπουργός οικονομικών της Γαλλίας, ερωτώμενη αν το σχέδιο λιτότητας θα έπρεπε να λειτουργήσει ως μοντέλο, απάντησε: (Le Monde, 4 Μαΐου) : «Δεν λέω προφανώς αυτό, αλλά ο κίνδυνος των συντάξεων, καθώς επίσης και ο κίνδυνος των δημοσίων δαπανών είναι ζητήματα τα οποία πρέπει να καταφέρουμε να ελέγξουμε» … Θα έπρεπε κανείς να είναι βαρήκοος ώστε να μην καταλάβει αυτό που εννοεί η υπουργός.



3. Ποιες λύσεις μπορούμε να προβλέψουμε;


Αν η Ελλάδα αποτελεί έναν βολικό αποδιοπομπαίο τράγο, και αν μία δράση αποφασιστικής φύσεως πρέπει να οργανωθεί για να αντιμετωπιστεί η δικτατορία των χρηματιστηριακών αγορών και των κανόνων που επιχειρούν να επιβάλουν, είναι γεγονός ότι αυτή πρέπει να επαφίεται στους ίδιους τους Έλληνες. Οι ίδιο πρέπει να στοιχειοθετήσουν αυτή τη δράση, δίνοντας σημασία στην ιστορική τους εμπειρία και μνήμη και απαντώντας στα δικά τους, «εν δήμω» προβλήματα.


Το πρόβλημα ξεπερνά το δημόσιο έλλειμμα, ξεπερνά ακόμα και τις δυσάρεστες σχέσεις με κάποιους ευρωπαϊκούς εταίρους της Ελλάδας. Το πρόβλημα βρίσκεται στο έλλειμμα παιδείας ως προς το να ζούμε καλά μαζί. Στον κοινωνικό ιστό δηλαδή, στον σεβασμό του δημοσίου αγαθού και στην αυτόνομη, την αυτοτελή και αυτοδίκαια δημοκρατία. Μία δημοκρατία που η ίδια ανακάλυψε.



3.1. Προτάθηκαν λύσεις αλλά αυτές είναι μόνο μερικές


Οι «ριζικές» λύσεις που προτάθηκαν κατά καιρούς, δεν μας φαίνονται ανάλογες των περιστάσεων. Ανάμεσα σ’ αυτές αναφέρονται λύσεις όπως: η φορολόγηση της περιουσίας της ορθόδοξης Εκκλησίας, η μείωση των εξοπλισμών, η κατάργηση των φορολογικών προνομίων που επωφελούνται οι Έλληνες εφοπλιστές, ένας πιο ενδελεχής έλεγχος της φορολογίας των ενεργητικών offshore (στην Κύπρο και στα βαλκάνια για παράδειγμα) ή ακόμα και η καταβολή εισφορών από τις τράπεζες, οι οποίες, όπως εξάλλου η πλειοψηφία των τραπεζών παγκοσμίως, δέχτηκαν σημαντικές επιδοτήσεις στα πλαίσια του σχεδίου διάσωσης των τραπεζών (2009).


Ο κοινός παρανομαστής όλων αυτών των μέτρων, είναι το γεγονός ότι προσανατολίζονται στην αντιμετώπιση του δημοσιονομικού προβλήματος. Ο προσανατολισμός αυτός δεν είναι, κατά τη γνώμη μας, ο πιο ουσιαστικός, χωρίς να τον υποτιμούμε.


Υπάρχει και η άποψη της αναδιαμόρφωσης του ελληνικού χρέους. Συγκεκριμένοι οικονομικοί αναλυτές προτείνουν, ελλείψει δυνατότητας της Ελλάδας να αποχωρήσει από τη ζώνη του Ευρώ λόγω του κινδύνου να επιβαρυνθεί το κόστος του δανεισμού της και του κόστους εισαγωγής προϊόντων, ν’ ανασταλεί η αποπληρωμή του δημοσίου χρέους ή ακόμα και να γίνει αναδιάταξη του χρόνου αποπληρωμής, μοναδικός τρόπος κατά τη γνώμη τους, για να περιοριστούν τα φαινόμενα κερδοσκοπίας[8]. Παρά το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες απορρίπτουν μία τέτοια εκδοχή, η επιλογή αυτή, ούτε μπορεί και ούτε πρέπει να περιθωριοποιηθεί.


Δεν καταλαβαίνουμε γιατί αυτό που ισχύει για μία επιχείρηση ή για μία τράπεζα δεν μπορεί να ισχύσει και για μία χώρα. Παρά το γεγονός ότι ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να οξυγονώσει τη χώρα και τα δημόσια ταμεία της, θα ήταν και πάλι ανεπαρκές για να την οδηγήσει σε μία οριστική έξοδο από την κρίση. Στην πραγματικότητα, η έκκληση προς τις τράπεζες να στηρίξουν το πρόγραμμα που ανακοινώθηκε στις αρχές Μαΐου θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία de facto αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.



3.2. Να προβλεφθεί ένα σχέδιο ανάπτυξης


Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, είναι συγχρόνως :


Ένα σχέδιο ανάπτυξης, βασιζόμενο στην ενίσχυση των παραγωγικών της δυνατοτήτων:


Η Ελλάδα είναι εξαιρετικά εξαρτημένη από τον τουρισμό, όπως επίσης από τις ναυτιλιακές δραστηριότητές της, οι οποίες συχνά δεν σέβονται τον άνθρωπο και τη φύση και οι οποίες έχουν υπάρξει ενίοτε εγκληματικά ανήθικες. Η Ελλάδα είναι επίσης πάρα πολύ εξαρτημένη από τις εισαγωγές προϊόντων. Οι παραγωγικές της δυνατότητες έχουν σοβαρά παραμεληθεί. Δραστηριότητες όπως η γεωργία, η αγροτροφική βιομηχανία, η κλωστοϋφαντουργία, η ναυπηγοκατασκευαστική και ναυπηγοεπισκευαστική καθώς και συγκεκριμένοι τομείς σχετικοί με την τεχνολογία και την τεχνογνωσία θα μπορούσαν να προωθηθούν και να ενθαρρυνθούν. Καμία σοβαρή πρωτοβουλία δεν αναπτύχθηκε από την ελληνική πολιτεία στον τομέα της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας[9]. Μία τέτοια πρωτοβουλία, της οποίας η εθνική σημασία είναι αξιοσημείωτη, θα πρέπει να συνδυάζει τις κλασικές γνώσεις και τη γνώση νέων τεχνολογιών.


Συγκεκριμένοι οικονομολόγοι και πολιτικά πρόσωπα υπογραμμίζουν ότι η Ελλάδα υποφέρει από μία ανταγωνιστική αναπηρία ταυτισμένη με τις υπο-ανεπτυγμένες παραγωγικές της δυνατότητες. Το μεγαλύτερο όμως λάθος θα ήταν να θεωρήσουμε ότι αυτή η αναπηρία οφείλεται στο κόστος που απαιτεί η παραγωγή. Η ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας, όπως αυτή μιας εταιρείας, εξαρτάται σίγουρα από το κόστος και τις τιμές της σε σχέση με μία άλλη ανταγωνιστική προς αυτήν, αλλά αυτή λειτουργεί με βάση τις δυνατότητες που έχει να προσφέρει προϊόντα καινοτόμα που ανταποκρίνονται στη ζήτηση που έχει. Αυτή η ανταγωνιστικότητα, εκτός «κόστους» εξαρτάται ουσιαστικά από τις ατομικές και συλλογικές δεξιότητες, από την ποιότητα του σχέσης που μπορεί να δομήσει τον παραγωγικό ιστό, από την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους ιδιωτικούς και δημόσιους παράγοντες.


Μία ανοιχτή δέσμευση προς την οικονομίας της γνώσης:


Η παιδεία, η διαρκής εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία πρέπει να αναρριχηθούν σε σημασία εθνικού συμφέροντος (χρειάζεται να ενισχυθούν περισσότερο παρά να συγκεντρώνονται όλες οι προσπάθειες στην μείωση του κόστους της παράγωγης). Είναι πιθανόν, Έλληνες με εξαιρετικές ικανότητες, που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό και οι οποίοι κατέχουν σημαντικές θέσεις και ευθύνες, να ενθαρρυνθούν να επιστρέψουν στην Ελλάδα αν υιοθετηθεί ένα σχέδιο ανάπτυξης, αξιόπιστο, ενθαρρυντικό και ελπιδοφόρο. Είναι βέβαιο ότι ο ελληνικός λαός έχει καλύτερα πράγματα να κάνει, απ’ το να εμπλακεί σ’ έναν γενικευμένο ανταγωνισμό αντιπαραθέτοντας τους νέους που θέλουν να εργαστούν εναντίον των πιο ηλικιωμένων, τους Έλληνες εργαζόμενους και τους ξένους, ή τους Έλληνες εργαζόμενους στο εξωτερικό. Το επίπεδο εκπαίδευσης και επιμόρφωσης που επωφελήθηκαν οι Έλληνες χάρη στις θυσίες που έκαναν οι ελληνικές οικογένειες πρέπει να μπορέσει να εκφραστεί μέσα από δραστηριότητες που έχουν ως αφετηρία την αναγνώριση ικανοτήτων και δεξιοτήτων


Περισσότερο δημοκρατία:


Πολίτες καλύτερα πληροφορημένοι, οι οποίοι συμμετέχουν περισσότερο στα κοινά και φροντίζουν για το δημόσιο αγαθό και το κοινό καλό, έννοιες υποτιμημένες σήμερα. Αντί να αισθάνεται ο Έλληνας τον φόρο ως μία άχρηστη εισφορά, αυτός να του διασφαλίζει καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες και να εξυπηρετεί την αναδιανομή του πλούτου.


Μονάχα μέσα από έναν συνδυασμό των τριών παραπάνω προσανατολισμών θα μπορέσουν οι Έλληνες να ξαναβρούν τον κοινωνικό τους δεσμό και να ενεργοποιήσουν ένα πραγματικό σχέδιο ανάπτυξης.


Σήμερα, οι Έλληνες καλούνται να κάνουν σημαντικές θυσίες, θυσίες όμως, οι οποίες είναι άδειες περιεχόμενου ή μάλλον θυσίες που κινδυνεύουν να σπαταληθούν στη εξόφληση λογαριασμών προς όφελος των χρηματιστηριακών αγορών.


4. Συμπέρασμα : Οι Έλληνες πρέπει να μπορούν να επιλέξουν το μέλλον τους αυτόνομα.


Σήμερα οι Έλληνες πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τον κοινωνικό τους δεσμό. Όλα αυτά που τους χωρίζουν και αποτελούν ύποπτα εργαλεία διχασμού πρέπει να καταλογίζονται ως τοξικά (κυρίως αυτά που συνδέονται με την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας) .


Οι Έλληνες πρέπει να αμφισβητήσουν το δικαίωμα παρέμβασης το οποίο αδίκως διεκδικούν οι μεγάλες σημερινές δυνάμεις εξομάλυνσης των κρίσεων: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά κυρίως οι χρηματιστηριακές αγορές.


Επαφίεται στον ελληνικό λαό και στην ελληνική κυβέρνηση να καθορίσουν αυτό που είναι καλό για τη χώρα τους και όχι στους οίκους αξιολόγησης και σε άλλους τραπεζικούς συμβούλους.


Αλλά για να γίνει αυτό, απαιτείται να προβληθεί μία αναθεώρηση της Δημοκρατίας.


Για ακόμα μία φορά η Ελλάδα βρίσκεται σ’ ένα σταυροδρόμι όπου της προτείνονται δύο κατευθύνσεις.


Η πρώτη που προωθείται από πολλούς αναλυτές και συμμορφώνεται με την κυρίαρχη δόξα, είναι αυτή σύμφωνα με την οποία, για ν’ αντιμετωπιστεί το μεγάλο έλλειμμα της Ελλάδας και ο υψηλός δανεισμός, πρέπει να αναζητηθεί ευρωπαϊκή βοήθεια ακόμα και η βοήθεια από το ΔΝΤ. Ακολουθώντας αυτήν την κατεύθυνση το σενάριο είναι ήδη γραμμένο: Σε αντάλλαγμα διμερών δανείων ή βοήθειας του ΔΝΤ, χωρίς όμως αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους που επιβάλλει την άρση των δικαιωμάτων των δανειστριών χωρών, η Ελλάδα θ’ αναγκαστεί, και ήδη αναγκάστηκε να δεχτεί ένα νέο σχέδιο λιτότητας, ακόμα πιο δρακόντειο από το πρώτο. Μην έχοντας την δυνατότητα να υποτιμήσει σήμερα το νόμισμα , θα οδηγηθεί, και ήδη οδηγήθηκε, ώστε να εφαρμόσει μία γενικευμένη εσωτερική υποτίμηση η οποία περιλαμβάνει την γενικευμένη υποβάθμιση των μισθών και της αγοραστικής δυνατότητας των Ελλήνων (κυρίως των συνταξιούχων), την αύξηση της φορολογίας κλπ. Επομένως ο κίνδυνος του φαύλου κύκλου της γενικευμένης ύφεσης είναι περισσότερο από ευδιάκριτος κυρίως όμως ο περαιτέρω κίνδυνος της υποβάθμισης της χώρας σε υπανάπτυκτη.


Η δεύτερη κατεύθυνση που προτείνεται εδώ αφορά τον επαναπροσδιορισμό του κοινωνικού ιστού, τον επανακαθορισμό της Δημοκρατίας και την σύλληψη ενός εθνικού σχεδίου ανάπτυξης. Έχει παράλληλα στόχο να αποκαταστήσει την έννοια του δημοσίου αγαθού και να ενισχύσει όλες τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας.


Έτσι λοιπόν Θα μπορούσε λοιπόν η Ελλάδα να ξαναβρεί σταδιακά τον δρόμο προς την ανάπτυξη και να μειώσει έτσι το δημόσιο έλλειμμα και τα ποσοστά δανεισμού της, ΧΩΡΙΣ να μειώσει τις δημόσιες δαπάνες ούτε και να εντείνει την φορολογική επιβάρυνση.


Το βασικό πρόβλημα όμως του παραπάνω προσανατολισμού είναι το γεγονός ότι χρειάζεται χρόνο, ενώ η χρηματιστηριακή πίεση που ασκείται στην ελληνική κυβέρνηση είναι άμεση και ασφυκτική.


Για να αντιμετωπίσει αυτήν την επείγουσα κατάσταση η Ελλάδα πρέπει ν’ αποφασίσει ένα μορατόριουμ (μία πρόσκαιρη αναστολή της εξόφλησης του χρέους) ή μια μακροπρόθεσμη αναδιαμόρφωση του χρέους της, (αναδιαμορφώσεις που συχνά γίνονται για να επωφεληθούν επιχειρήσεις και προπαντός τράπεζες), ένα δικαίωμα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί σ’ ένα κράτος που είναι κυρίαρχο.



[1] Ιδιαίτερα η Γερμανία, επανειλημμένα, δήλωνε ότι η Ελλάδα πρέπει να εκτελέσει το προβλεπόμενο πρόγραμμα λιτότητας κατά γράμμα.

[2] Τα επαγγέλματα που απαιτούν ειδική επίσημη άδεια για την εξάσκησή τους

[3] Φαίνεται ότι το δόγμα του ΔΝΤ μεταλλάσσεται. Αφού προτάθηκε σε κάθε κράτος να παρέμβει για να ενισχύσει την ανάπτυξη και να βοηθήσει τον χρηματοπιστωτικό τομέα (απορροφώντας έτσι ένα μέρος των κινδύνων), το ΔΝΤ θεωρεί σήμερα ότι η ζήτηση είναι σε αύξηση και επομένως οι κίνδυνοι είναι πλέον άλλης φύσεως και πρέπει να επαφίενται εφεξής στο κάθε κράτος. Τους προτείνει επομένως να προσανατολίσουν τις προσπάθειες τους στις αναγκαίες προσαρμογές στον προϋπολογισμό τους. Φαίνεται επομένως ότι σήμανε η ώρα να εναποθέσουν στους φορολογούμενους και στους χρήστες των δημοσίων υπηρεσιών το κόστος της κρίσης. Κυρίως δε, φαίνεται να έφτασε η στιγμή να απορρυθμίσουν τις κοινωνικές ισορροπίες που συνδέονται άμεσα με την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης.

[4] Τα ποσό του δανείου ισοδυναμεί ακριβώς με το ποσό του χρέους που η Ελλάδα πρέπει να εξοφλήσει τα τρία επόμενα έτη.

[5] Οι οίκοι αξιολόγησης, υποβαθμίζοντας την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας (από A- à BBB+ σε BBB- κατά μία από αυτές) συνέβαλαν σημαντικά στην ανατροφοδότηση της πίεσης των κερδοσκόπων. Εν τέλει, η υποβάθμιση αυτή μπορεί να περιπλέξει περεταίρω την κατάσταση θέτοντας ζήτημα μελλοντικής αξιοπιστίας των ελληνικών ομολόγων ως μη ασφαλή και μη εγγυημένα για περεταίρω αναχρηματοδότηση της Ελλάδας από την ΕΚΤ. Υπενθυμίζουμε εδώ ότι το 2009, η ΕΚΤ είχε μειώσει τα όρια αξιολόγησης λόγω της οξύτητας της οικονομικής κρίσης, αποδεχόμενη ομόλογα των οποίων η βαθμολογία ήταν τουλάχιστον BBB- . Ουσιαστικά όμως, η ΕΚΤ έχει προβλέψει την επιστροφή στις «κανονικές» συνθήκες από τον Ιανουάριο του 2011: Για να θεωρηθεί ένα ομόλογο ασφαλές/εγγυημένο πρέπει να έχει αξιολογηθεί τουλάχιστον με A-. Η προοπτική του ελληνικού ομολόγου δεν μπορεί να είναι κάθε άλλο παρά τέτοια.

[6] Εφημερίδα: Les Échos, " Παραιτημένη, η Ελλάδα περιμένει το σόκ των μεταρρυθμίσεων", 16 Μαρτίου2010

[7] Ο τομέας της δημόσιας υγείας, ο οποίος διεθνώς χαρακτηρίζεται ως «ετοιμοθάνατος» θα έχει άραγε μέλλον στην Ελλάδα;» αναρωτιέται η le Monde (4 Μαΐου) δίνοντας τον λόγο σ’ έναν Έλληνα γιατρό, ο οποίος της απαντά: «Ναι, για τους πολύ φτωχούς. Και γι’ αυτούς που θα χρήζουν άμεσης ή ειδικής θεραπείας, όχι για όλους». Μπορούμε άραγε ν’ αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να δίνουμε την ίδια απάντηση σύντομα και στην Γαλλία ή στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες;

[8] Διαβάστε το άρθρο του Charles Wyplosz, καθηγητή στο πανεπιστήμιο της Γενεύης, Le Monde, 28 Απριλίου 2010

[9] Κάποιοι παρατηρητές της ελληνικής κοινωνίας μπόρεσαν να πουν ότι η Ελλάδα είναι μία κοινωνία comprador, όπου κανένας Έλληνας επενδυτής δεν εμπιστεύεται ποτέ το κράτος (βλέπε www.Rigasite). Υπενθυμίζουμε ότι ο όρος "comprador" παραπέμπει συχνά στον αριστοκράτη μίας αναπτυσσόμενης χώρας ο οποίος πολλαπλασιάζει την περιουσία του μέσω συναλλαγών με το εξωτερικό. Κάποιοι αντιπαραθέτουν αυτούς τους αριστοκράτες με τους αστούς που έχουν συμφέρον από την αύξηση της παραγωγής εθνικού πλούτου.


georgia Mochlaki [gogomoch@yahoo.gr]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου