-->
Την 15η Αυγούστου του 1940, στις 8.25 το πρωί, και ενώ η λειτουργία είχε αρχίσει στον ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στην «Παναγία της Τήνου», έγινε ο ανόσιος και ύπουλος τορπιλισμός του «εύδρομου» καταδρομικού ΕΛΛΗ, που αγκυροβολημένο έξω από το λιμάνι της Τήνου, συμμετείχε στον εορτασμό.
Η τορπίλη που εκτοξεύθηκε όπως έγινε γνωστό αργότερα, από ιταλικό υποβρύχιο, βύθισε το πλοίο ενώ μία δεύτερη και μια τρίτη αστόχησαν γκρεμίζοντας μέρος του μόλου του λιμανιού. Την ίδια μέρα αργότερα αεροπλάνα βομβάρδισαν στα ανοικτά της Κρήτης το ατμόπλοιο ΦΡΙΝΤΩΝ.
Ο Μεταξάς σημειώνει στο ημερολόγιό του στις 15 Αυγούστου1940 :
«Τορπιλισμός Έλλης. Μου ήρθαν δάκρυα».
Στη διπλή πρόκληση ο Μεταξάς αντέδρασε με ψυχραιμία. Ανέθεσε την πιστοποίηση των ενόχων στον Αρχηγό του στόλου Υποναύαρχο Ε. Καββαδία, με την απόρρητο διαταγή 407/16.8.1939. Το αποτέλεσμα της έρευνας ήταν έτοιμο την 21η Αυγούστου, όμως δεν το κοινοποίησε. Λόγοι στρατιωτικής και πολιτικής σκοπιμότητας υπαγόρευαν αυτή τη στάση του. Ήθελε να κερδίσει χρόνο, περιμένοντας τις απτές αποδείξεις της εχθρικής επιβουλής και το επόμενο κτύπημα, με έκδηλη προς το ευρύ κοινό την ταυτότητα του δράστου.
Το πρωτόκολλο της έρευνας για την ΕΛΛΗ το ανακοίνωσε την 30 Οκτωβρίου, όταν ο εχθρός είχε εκδηλωθεί χωρίς μάσκα και είχε ξεσπάσει ο πόλεμος. Το δημοσίευσε επίσης στην Λευκή βίβλο Αριθ.129, με φωτογραφίες των τεμαχίων των τορπίλων, που είχαν συλλεχθεί αμέσως την επομένη, από τον πυθμένα της θάλασσας πάνω στις οποίες ήταν χαραγμένη η ιταλική ταυτότητά τους και η προέλευσή τους. Ανήκαν στο ιταλικό υποβρύχιο DELFINO, και είχαν εκτοξευθεί με διαταγή του Ντε Βέκκι, του Ιταλού Διοικητού της Δωδεκανήσου.
Ο Υφυπουργός Τύπου της κυβέρνησης Μεταξά ο Θεολόγος Νικολούδης, προώθησε τη διαταγή του Μεταξά προς τους Γενικούς Διοικητές και Νομάρχες με την εντολή "να μην δημοσιευθεί καμία απολύτως σχετική πληροφορία".
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΖΗΣΑΝ....
Oι άνθρωποι που συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι της Τήνου το 1940 για να παρακολουθήσουν τον καθιερωμένο εορτασμό της γιορτής της Μεγαλόχαρης δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι θα γίνονταν μάρτυρες σε αυτό που θεωρήθηκε πρελούδιο του ελληνοϊταλικού πολέμου.
« Ολα έμοιαζαν να κυλούν κανονικά, η μέρα ήταν ηλιόλουστη, μικροπωλητές διαλαλούσαν την πραμάτεια τους στον δρόμο, ενώ κάποια βαπόρια είχαν σταθμεύσει στο λιμάνι προκειμένου να παρακολουθήσουν τον εορτασμό. Το “Ελλη” που εκπροσωπούσε το Πολεμικό Ναυτικό, όπως γινόταν κάθε χρόνο με κάποιο πολεμικό πλοίο στον εορτασμό, βρισκόταν αγκυροβολημένο σε απόσταση περίπου 600 μέτρων. Κατά τις 8.30 πέταξε σε χαμηλό ύψος πάνω από το λιμάνι ένα αεροπλάνο, ο κόσμος το θεώρησε ελληνικό και το χαιρέτησε βγάζοντας το καπέλο και κουνώντας τα μαντίλια του » θυμάται ο συνταξιούχος σήμερα εκπαιδευτικός Γιώργος Αμιραλής ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν μαθητής Δημοτικού... Οπως αποδείχτηκε τελικά το αεροπλάνο ήταν εκεί για να κάνει αναγνώριση πριν από την επίθεση του ιταλικού υποβρυχίου «Ντελφίνο» που ακολούθησε.
« Ολα έμοιαζαν να κυλούν κανονικά, η μέρα ήταν ηλιόλουστη, μικροπωλητές διαλαλούσαν την πραμάτεια τους στον δρόμο, ενώ κάποια βαπόρια είχαν σταθμεύσει στο λιμάνι προκειμένου να παρακολουθήσουν τον εορτασμό. Το “Ελλη” που εκπροσωπούσε το Πολεμικό Ναυτικό, όπως γινόταν κάθε χρόνο με κάποιο πολεμικό πλοίο στον εορτασμό, βρισκόταν αγκυροβολημένο σε απόσταση περίπου 600 μέτρων. Κατά τις 8.30 πέταξε σε χαμηλό ύψος πάνω από το λιμάνι ένα αεροπλάνο, ο κόσμος το θεώρησε ελληνικό και το χαιρέτησε βγάζοντας το καπέλο και κουνώντας τα μαντίλια του » θυμάται ο συνταξιούχος σήμερα εκπαιδευτικός Γιώργος Αμιραλής ο οποίος την εποχή εκείνη ήταν μαθητής Δημοτικού... Οπως αποδείχτηκε τελικά το αεροπλάνο ήταν εκεί για να κάνει αναγνώριση πριν από την επίθεση του ιταλικού υποβρυχίου «Ντελφίνο» που ακολούθησε.
Ξαφνικά ακούγεται ένας τρομακτικός θόρυβος. « Καθόμουν σε μια βαρκούλα αραγμένη στο λιμάνι. Ακούγεται το μπαμ, βλέπω το κατάρτι και τις σημαίες με τις οποίες ήταν στολισμένο το πλοίο να κατεβαίνουν σιγά σιγά. Μόλις ακούστηκε ο θόρυβος επικράτησε πανικός, μας λέγανε “απομακρυνθείτε, έγινε έκρηξη στα καζάνια του Ελλη”, δεν είχαν περάσει παρά λίγα λεπτά όταν μια δεύτερη τορπίλη χτύπησε στον μόλο. Από την έκρηξη υψώθηκαν νερά, πέτρες και θραύσματα της τορπίλης » μας λέει ο 84χρονος σήμερα συνταξιούχος ναυτικός Γιώργος Μαλλιάρης. Σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής από τη δεύτερη έκρηξη μια γυναίκα, αρμενικής καταγωγής, έχασε τη ζωή της από ανακοπή καρδιάς.
Η τρίτη τορπίλη
«Για εμάς τους Τηνιακούς το έπος του ΄40 ξεκινά με τον τορπιλισμό της “Ελλης”. Οταν το πλοίο βυθίστηκε, μια άσπρη λαδιά έμεινε σημάδι πάνω στη θάλασσα. Τον καιρό της Κατοχής, όταν η θάλασσα ήταν γαλήνια, η λαδιά διακρινόταν από το λιμάνι» λέει ο κ. Γ. Αμιραλής.
Δευτερόλεπτα αργότερα ακολουθεί η τρίτη τορπίλη. Αυτή θα μπορούσε να είναι η πλέον μοιραία αφού στόχο έχει τα γεμάτα με κόσμο επιβατηγά πλοία που είναι αραγμένα στο λιμάνι. « Τρύπησε τον μόλο καμιά 50αριά μέτρα νοτιότερα από το σημείο που χτύπησε η δεύτερη και αντί να συνεχίσει προς το επιβατηγό πλοίο που βρισκόταν εκεί καρφώθηκε στον πυθμένα της θάλασσας, πραγματικό θαύμα » θυμάται ο κ. Αμιραλής.
Δευτερόλεπτα αργότερα ακολουθεί η τρίτη τορπίλη. Αυτή θα μπορούσε να είναι η πλέον μοιραία αφού στόχο έχει τα γεμάτα με κόσμο επιβατηγά πλοία που είναι αραγμένα στο λιμάνι. « Τρύπησε τον μόλο καμιά 50αριά μέτρα νοτιότερα από το σημείο που χτύπησε η δεύτερη και αντί να συνεχίσει προς το επιβατηγό πλοίο που βρισκόταν εκεί καρφώθηκε στον πυθμένα της θάλασσας, πραγματικό θαύμα » θυμάται ο κ. Αμιραλής.
Την ίδια ώρα πάνω στο πλοίο τα μέλη του πληρώματος μάχονται για τη σωτηρία τους. Υπάρχει ήδη ένας βεβαιωμένος νεκρός, αρκετοί τραυματίες και αγνοούμενοι. Οσοι βρίσκονταν την ώρα του τορπιλισμού στο κατάστρωμα τινάχτηκαν και είτε έπεσαν στη θάλασσα είτε ξαναβρέθηκαν στο κατάστρωμα χτυπημένοι. Υπήρχαν όμως και εκείνοι που την ώρα της επίθεσης βρίσκονταν στις καμπίνες τους. « Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι τα κεφάλια των ναυτών που είχαν κολλήσει στα φινιστρίνια την ώρα που το πλοίο σιγά σιγά βυθιζόταν,» λέει συγκινημένος ο Αντώνης Κούλης, μαθητής Δημοτικού τότε, ο οποίος παρακολούθησε και αυτός από κοντά το δράμα της 15ης Αυγούστου 1940.
Αφού έχει καταλαγιάσει κάπως ο πανικός από τις τρεις τορπίλες, το επιβατηγό «Εσπερος» που ήταν ελλιμενισμένο σπεύδει να βοηθήσει το «Ελλη». Επί του σκάφους, πλέον, από τα 200 περίπου άτομα του πληρώματος βρίσκονται μόνο ο πλοίαρχος και οκτώ αξιωματικοί. « Το “Εσπερος” προσπάθησε να ρυμουλκήσει το πλοίο. Το δυσκόλευε το γεγονός ότι το “Ελλη” συνέχιζε να είναι αγκυροβολημένο αφού δεν είχε γίνει δυνατόν να κοπεί η αλυσίδα του. Η πλώρη του “Ελλη” ήταν ήδη μισοβυθισμένη ενώ υπήρχαν και μαύροι καπνοί. Κάποια στιγμή τα σκοινιά του “Εσπερου” δεν άντεξαν και κόπηκαν » θυμάται ο κ. Κούλης.
Κοινό μυστικό
Η κυβέρνηση Μεταξά που μέσα στο περιβάλλον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου προσπαθούσε να παραμείνει ουδέτερη δεν ανακοίνωσε την ταυτότητα του δράστη του τορπιλισμού, η οποία παρέμενε κοινό μυστικό. « Σχεδόν αμέσως μετά τον τορπιλισμό αρχίσαμε να συζητάμε μεταξύ μας ότι οι δράστες ήταν οι Ιταλοί. Μας το επιβεβαίωσαν και οι άνθρωποι που ήρθαν να ερευνήσουν το περιστατικό και εντόπισαν την προέλευση των τορπιλών » θυμάται ο κ. Μαλλιάρης.
Ο τορπιλισμός της ΕΛΛΗΣ
το Ναυτικό επί ποδός πολέμου
το Ναυτικό επί ποδός πολέμου
Ο Ναύαρχος Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:
«Την 15η Αυγούστου 1940, ενώ βρισκόμουνα στην Αθήνα, ο Διευθυντής της Δ.Ρ.Υ.Ν. με πληροφορούσε για τον τορπιλισμό και τη καταβύθιση της ΕΛΛΗΣ από άγνωστο υποβρύχιο. Κατέβηκα αμέσως στον Ναύσταθμο και έσπευσα να συναντήσω τον Αρχηγό του Στόλου, που είχε μόλις πληροφορηθεί το γεγονός. Ήταν έξαλλος και φοβερά αγανακτισμένος κατά του Υφυπουργού. Παρά τους αιφνιδιαστικούς βομβαρδισμούς πολεμικών μας σκαφών που είχαν προηγηθεί, ένα από τα μεγαλύτερα πλοία του Στόλου είχε διαταχθεί να παραμείνει επί ώρες αγκυροβολημένο σε όρμο τελείως ανοικτό, για να μην διακοπεί η παράδοση των καλών ειρηνικών καιρών της συμμετοχής του Ναυτικού στη θρησκευτική τελετή της Τήνου! Φαίνεται, μάλιστα, ότι το Γ.Ε.Ν., για να μην διακινδυνεύσει την ΕΛΛΗ, είχε εισηγηθεί την αποστολή του α/τ «ΑΕΤΟΣ». Ο Υφυπουργός όμως, επέμενε να αποσταλεί το εύδρομο για την μεγαλοπρεπέστερη συμμετοχή του Ναυτικού στην τελετή.
Τη στιγμή που η δολοφόνος τορπίλη έπληττε την ΕΛΛΗ, το πλοίο έφερε μεγάλο σημαιοστολισμό, το επιτελείο του φορούσε τη μεγάλη στολή για να συμμετάσχει στη τελετή και το άγημα ετοιμάζονταν να αποβιβαστεί στη στεριά για να αποδώσει τις τιμές. Σύμφωνα με παλιό έθιμο, στη Τήνο είχαν συρρεύσει χιλιάδες προσκυνητές που δεν φαντάζονταν ότι την εποχή εκείνη η θάλασσα έκρυβε πολλούς κινδύνους.
Ήδη, δικαιολογημένα, οι προσκυνητές αυτοί βρίσκονταν σε μεγάλη αγωνία για την ασφαλή επιστροφή τους. Αποφασίστηκε λοιπόν, να επιστρέψουν με νηοπομπή που θα συνόδευαν τα Α/Τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ». Τα αντιτορπιλικά απέπλευσαν από τον Ναύσταθμο το επόμενο πρωί, προκειμένου να ειδοποιηθούν οι εμπόλεμοι για την κίνηση αυτή και να αποφευχθεί νέα….παρεξήγηση. Ο Αρχηγός του Στόλου επέβαινε στο Α/Τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» και εγώ στο Α/Τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Κατά τον πλου είχαν ληφθεί τα συνήθη σε καιρό πολέμου μέτρα. Ενώ παραπλέαμε τη Σύρο φάνηκε, σε ύψος 2.000 μέτρων περίπου αεροσκάφος στο οποίο δεν διακρίνονταν χαρακτηριστικά εθνικότητας με κατεύθυνση προς το Α/Τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Διέταξα τον αξιωματικό πυροβολικού του πλοίου οι σκοπευτές των Α/Α να παρακολουθούν το αεροσκάφος και τα πυροβόλα να ετοιμαστούν για έναρξη πυρός.
Σε λίγο, δέσμη οκτώ μικρών βομβών έπεφτε σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μέτρων από το Α/Τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», αμέσως το πλοίο άρχισε να βάλλει κατά του αεροσκάφους και διαταζόταν «πλους ελίγδην» με πάση ταχύτητα, προκειμένου να διαταραχθεί η σκόπευση του αεροσκάφους. Ακολούθησε η πτώση άλλων δυο δεσμών των οκτώ βομβών και η τελευταία έπεσε μερικές δεκάδες μέτρα από το πλοίο. Δυστυχώς η ισχυρή θαλασσοταραχή δυσκόλευε πολύ τη σκόπευση των πολυβόλων μας και παρά το εντατικό πυρ το αεροσκάφος δεν κτυπήθηκε, αλλά ανέβηκε σε μεγάλο ύψος και εξαφανίστηκε στον ορίζοντα.
Κατά τον κατάπλου στην Τήνο, το Α/Τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» αγκυροβόλησε, ενώ για προστασία, το Α/Τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» κινούνταν με μεγάλη ταχύτητα γύρω από το αγκυροβόλιο. Κανένα από τα πλοία μας δεν διέθετε την εποχή εκείνη συσκευή εντοπισμού υποβρυχίων. Όπως εξακριβώθηκε, εκτός από την μοιραία τορπίλη που είχε βυθίσει την ΕΛΛΗ, είχαν βληθεί άλλες δυο τορπίλες που είχαν προσκρούσει στον κυματοθραύστη. Διαπιστώθηκε, από θραύσματα των τορπιλών που βρέθηκαν, ότι ήταν ιταλικής προέλευσης. Όσον αφορά το μικρό μας εύδρομο, το μόνο ίχνος του που βρήκαμε ήταν η άκρη του καταρτιού του που προεξείχε από τη θάλασσα.
Αποπλεύσαμε από την Τήνο τις πρώτες απογευματινές ώρες συνοδεύοντας τα πλοία των προσκυνητών και χωρίς άλλο επεισόδιο καταπλεύσαμε στον Πειραιά. Πλήθη κόσμου και μέλη της Κυβερνήσεως περίμεναν με αγωνία τον κατάπλου της νηοπομπής.
Μετά τη τελευταία αυτή εχθρική ενέργεια έγινε επί τέλους αντιληπτό ότι η επιθυμία μας να διατηρήσουμε την ουδετερότητα δεν ήταν από μόνη της αρκετή για να μας προφυλάξει από αιφνιδιασμούς και τραγικές εκπλήξεις. Επιβάλλονταν η λήψη προληπτικών μέτρων ασφάλειας. Διατάχθηκε η μεθόρμιση των πλοίων από τον Ναύσταθμο στον όρμο της Ελευσίνας, το μέγεθος του οποίου επέτρεπε τη διασπορά τους στο αγκυροβόλιο, για την αποφυγή ομαδικών καταστροφών σε περίπτωση αεροπορικής προσβολής. Αποφασίστηκε η τοποθέτηση ανθυποβρυχιακών φραγμάτων για την προστασία των λιμένων του Πειραιά και του Ναυστάθμου και ορισμένων εσωτερικών θαλασσίων οδών. Συμπληρώθηκαν τα μέτρα Α/Α άμυνας. Ανακλήθηκαν τα αντιτορπιλικά από την Μήλο και την Ναύπακτο και έγινε κινητοποίηση των πλοίων σε εφεδρεία.
Με την ιδιότητα του Ανωτέρου Διοικητή των «εν όρμω» πλοίων ρύθμισα την υπηρεσία τους, ως σε περίοδο πολέμου, ιδιαίτερα όσα αφορούσαν την Α/Α άμυνά τους. Μου ανατέθηκε επίσης από τον Αρχηγό σου Στόλου να μελετήσω με το Γ.Ε.Ν. τον τρόπο ενέργειας για την ταχύτερη δυνατή εκτέλεση της πόντισης των προβλεπομένων πεδίων ναρκών, μόλις ληφθεί η σχετική διαταγή. Επειδή για την επιχείρηση αυτή θα χρησιμοποιούνταν και όλα τα αντιτορπιλικά που διέθεταν σχετικές εγκαταστάσεις, ζήτησα με επιμονή να γίνει άμεσα εκπαίδευση των πλοίων στο έργο αυτό καθώς δεν είχε γίνει κατά την εκπαιδευτική περίοδο. Όταν μετά από δυο περίπου μήνες διατάχθηκα να προβώ στην άμεση πόντιση των πεδίων, καμιά σχετική άσκηση δεν είχε προηγηθεί.....
ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΜΕΖΕΒΙΡΗΣ
Ο τορπιλισμός της ΕΛΛΗΣ
το Ναυτικό επί ποδός πολέμου
(πηγή: Γ. Μεζεβίρη Αντιναυάρχου ε.α.,
"Τέσσαρες δεκαετίες εις την Υπηρεσίαν του Β. Ναυτικού", Αθήναι 1971)
το Ναυτικό επί ποδός πολέμου
(πηγή: Γ. Μεζεβίρη Αντιναυάρχου ε.α.,
"Τέσσαρες δεκαετίες εις την Υπηρεσίαν του Β. Ναυτικού", Αθήναι 1971)
Η ΔΡΑΧΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΣ
«Εγινε παλιοσίδερα στην Ιταλία»
Από τη δεκαετία του 1950 το κουφάρι του «Ελλη» δεν βρίσκεται πια στον βυθό της θάλασσας.« Το πραγματικά εξοργιστικό είναι ότι το ελληνικό κράτος ήρθε σε συμφωνία με ιταλική εταιρεία και ανέλαβε εκείνη την ανέλκυση του πλοίουμεταφέροντας τα υπολείμματα στην Ιταλία για να γίνουν παλιοσίδερα. Θα έπρεπε να βρίσκονται εδώ σε κάποιο μουσείο » λέει ο κ. Σάββας Απέργης , πρώην δήμαρχος της Τήνου. Ο κ. Απέργης θυμάται τις στιγμές που ακολούθησαν τον τορπιλισμό. «Υστερα από προτροπή του Μητροπολίτη Φιλάρετου η λιτανεία με την ιερή εικόνα έγινε κανονικά» θυμάται ο πρώην δήμαρχος, που επί δημαρχίας του κατασκευάστηκε το μνημείο του «Ελλη» το οποίο βρίσκεται σήμερα στο λιμάνι του νησιού.
«Φυσικά η λιτανεία είχε πένθιμο χαρακτήρα. Ο κλήρος δεν φορούσε τα προβλεπόμενα για την περίσταση εορταστικά άμφια, αλλά το μαύρο ράσο. Ηταν το ελάχιστο που μπορούσε να γίνει για τους εννιά ναυτικούς που χάθηκαν » υπογραμμίζει ο κ. Αμιραλής.
Το ελαφρύ καταδρομικό που ναυπηγήθηκε για την Κίνα
Το ελαφρύ καταδρομικό «Ελλη» ναυπηγήθηκε το 1912-13 στο Νιου Τζέρσεϊ των ΗΠΑ για λογαριασμό των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων. Το πρώτο του όνομα ήταν «Φέι Χουνγκ». Το 1914 πωλήθηκε στην Ελλάδα και πήρε το όνομα «Ελλη».
«Φυσικά η λιτανεία είχε πένθιμο χαρακτήρα. Ο κλήρος δεν φορούσε τα προβλεπόμενα για την περίσταση εορταστικά άμφια, αλλά το μαύρο ράσο. Ηταν το ελάχιστο που μπορούσε να γίνει για τους εννιά ναυτικούς που χάθηκαν » υπογραμμίζει ο κ. Αμιραλής.
Το ελαφρύ καταδρομικό που ναυπηγήθηκε για την Κίνα
Το ελαφρύ καταδρομικό «Ελλη» ναυπηγήθηκε το 1912-13 στο Νιου Τζέρσεϊ των ΗΠΑ για λογαριασμό των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων. Το πρώτο του όνομα ήταν «Φέι Χουνγκ». Το 1914 πωλήθηκε στην Ελλάδα και πήρε το όνομα «Ελλη».
XΡΟΝΟΛΟΓΙΟ
1940
1940
15 Αυγούστου: Τορπιλισμός του «Ελλη».Θεωρείται δεδομένο ότι τέτοιου είδους ενέργειες είχαν την έγκριση της Ρώμης. Αυτό που δεν έχει διευκρινιστεί ως και σήμερα είναι αν ο Μουσολίνι είχε δώσει εντολή για τη συγκεκριμένη επίθεση ή αν οφειλόταν σε πρωτοβουλία του διοικητή Αιγαίου κόμη Τσέζαρε Μαρία Ντε Βέκι.
6 Αυγούστου: Η ελληνική κυβέρνηση και ο ελεγχόμενος Τύπος της εποχής μιλούν για επίθεση από άγνωστο υποβρύχιο.
6 Αυγούστου: Η ελληνική κυβέρνηση και ο ελεγχόμενος Τύπος της εποχής μιλούν για επίθεση από άγνωστο υποβρύχιο.
18 Αυγούστου: Ο ιταλός ναυτικός ακόλουθος υποβάλλει τα συλλυπητήριά του στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, διαβεβαιώνοντας παράλληλα ότι δεν πρόκειται για ιταλική ενέργεια.
30 Οκτωβρίου: Δύο ημέρες μετά την κήρυξη του πολέμου η κυβέρνηση Μεταξά ανακοινώνει την προέλευση των τορπιλών που βύθισαν το «Ελλη».
1950
Η Ιταλία παραχωρεί στην Ελλάδα το ελαφρύ καταδρομικό «Ευγένιος της Σαβοΐας» σε αντικατάσταση του «Ελλη».
Η αποκατάσταση της «Ελλης»
Αργά το απόγευμα της 30ής Ιουνίου 1951, ο «Ευγένιος της Σαβοΐας» κατέπλεε στον Πειραιά. Περί την 1.30 ώρα πρωινή της επομένης, ο ιταλός κυβερνήτης έκπληκτος ξυπνούσε με την ειδοποίηση του αντιπλοιάρχου Καρβέλη να ολοκληρώσει τη διαδικασία παράδοσης την επόμενη Κυριακή. Αιτία, «λόγω προλήψεως επικρατούσης εν Ελλάδι, ότι το Βασιλικόν Ναυτικόν δεν θα ήθελε να υψώση την Ελληνικήν Σημαίαν την Τρίτην» (ΑΠ 123, 7 Ιουλίου 1951), απόλυτα κατανοητή στον ιταλό κυβερνήτη, που και ο ίδιος είχε σπεύσει να αποπλεύσει την προηγουμένη Πέμπτη και όχι Παρασκευή, ημέρα αποφράδα κατά τους Ιταλούς. «Η Νέα Ελλη», όπως τιτλοφορούσε το άρθρο του ο «Εθνικός Κήρυξ», «κατέπλευσε χθες και ξαναβαπτίζεται αύριον. Η τραυματισμένη Παναγία της Τήνου την περιμένει».
Το θιγμένο ιταλικό φιλότιμο και πώς ενήργησαν οι Ιταλοί
Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΤΟΜΑΗ ΒΗΜΑ
Ο ΤΟΡΠΙΛΙΣΜΟΣ της «Ελλης», 8.30 το πρωί της 15ης Αυγούστου 1940, ανήμερα του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ενώ βρισκόταν αγκυροβολημένη μέσα στο λιμάνι της Τήνου «εν μεγάλω σημαιοστολισμώ» , όπως απεδείχθη λίγο αργότερα δεν ήταν παρά η κορυφή του παγόβουνου όσων επακολούθησαν.
Η διεθνής κοινότητα, που επί μήνες παρακολουθούσε τις πολεμικές πρωτοβουλίες του Αξονα να μεταφέρονται από την Κεντρική Ευρώπη στα Βαλκάνια, κυριολεκτικά πάγωσε. Η ύπουλη και άνανδρη ενέργεια του δράστη, που αν και επέμενε να μη φανερώνει την ταυτότητά του- όλοι όμως δικαίως υπέθεταν ότι πίσω από την ενέργεια κρυβόταν η Ιταλία-, επρόκειτο να συνυπολογιστεί με τη λήξη του πολέμου
στις αποζημιώσεις που έλαβε η χώρα μας από την ηττημένη Ιταλία στο Συνέδριο Ειρήνης που συνήλθε στο Παρίσι το 1946. Το καταδρομικό «Ευγένιος της Σαβοΐας» του ιταλικού ναυτικού, μετά σειρά επισκευών, παραδόθηκε στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και μετονομάστηκε σε «Ελλη», θεραπεύοντας εν μέρει τη συλλογική μας μνήμη ως έθνους από την οδύνη για την απώλεια του ενδόξου ευδρόμου μας.
Η πρώτη σελίδα της Συμφωνίας Ελλάδας και Ιταλίας που υπεγράφη από τον ιταλό ΥΠΕΞ κόμη Σφόρτσα και τον έλληνα πρεσβευτή στη Ρώμη (1947-1950) Δ. Καψάλη στις 29 Σεπτεμβρίου 1948 σχετικά με την υποχρέωση της Ιταλίας να αποδώσει ως αποζημίωση στην Ελλάδα για την «Ελλη» το καταδρομικό «Ευγένιος της Σαβοΐας». Το 3ο από τα 7 άρθρα της Συμφωνίας, σημειωτέον, προέβλεπε την παράδοσή του εντός 10 μηνών, άρθρο που αθέτησε η Ιταλία. Επάνω, καπνός από το φλεγόμενο πλοίο, στο λιμάνι της Τήνου Σε ογκώδη φάκελο του έτους 1952 περικλείεται η αγωνιώδης αλληλογραφία της ελληνικής κυβέρνησης με τις ιταλικές Αρχές κατά τη διετία 1950-52, όταν ετέθησαν σε εφαρμογή οι όροι της Ελληνοϊταλικής Οικονομικής Συμφωνίας που υπεγράφη τον Φεβρουάριο του 1948 μεταξύ των δύο πρώην εμπολέμων. Ενας από αυτούς τους όρους αφορούσε το γνωστό καταδρομικό του ιταλικού ναυτικού με την προρρηθείσα ονομασία, πραγματικού εκτοπίσματος 8.856 τόνων (η καταβυθισθείσα «Ελλη» άγγιζε μόλις τους 2.600 τόνους), με οπλισμό 8 πυροβόλων, τορπιλοσωλήνες και θώρακα στα πλευρά και στο κατάστρωμα, δυνατότητας δε να αναπτύσσει ταχύτητα ως και 36,5 μίλια. Ηταν η νέα «Ελλη» και η παράδοσή της «εις την Ελλάδα» αποτελούσε κατά τον ιταλό ναύαρχο Ρουμπαρτέλι «δικαίαν πράξιν» όπως προκύπτει από απόρρητο έγγραφο του αντιπλοιάρχου Γ. Καρβέλη (ΑΠ 136, 12 Μαΐου 1951), ο οποίος είχε επισκεφθεί μαζί με τον τότε ναυτικό ακόλουθο της ελληνικής πρεσβείας Ρώμης, πλοίαρχο Ν. Βουρέκα, το ιταλικό υπουργείο Ναυτικών για να διαπιστώσει τους λόγους για τους οποίους καθυστερούσε η παράδοση του καταδρομικού σε ελληνικά χέρια.
Σημειωτέον ότι αρχική υποχρέωση της Ιταλίας, «απορρέουσα εκ του Συμφώνου της 29ης Σεπτεμβρίου 1948, έδει το καταδρομικόν να είχε παραδοθή εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν με την πρυμναίαν μηχανήν από του Ιουλίου 1949» σημείωνε σε πυκνογραμμένη έκθεσή του προς το ελληνικό ΥΠΕΞ, με ημερομηνία 15 Φεβρουαρίου 1951, ο τότε Αρχηγός ΓΕΝ, αντιναύαρχος Π. Αντωνόπουλος. Αιτία για τις αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, έως ότου τελικά παραδοθεί το πλοίο καταπλέοντας στο Κερατσίνι υπό ιταλική διοίκηση (κυβερνήτης Ενρίκο Τοντέρο) και ναυτικό πλήρωμα από 18 Ιταλούς του πολεμικού ναυτικού και 13 αποστράτους που δούλευαν για λογαριασμό ιδιωτικής εταιρείας τον Ιούλιο του 1951, παρά τα προσχήματα και τις διαβεβαιώσεις των επισήμων ιταλικών κύκλων, δεν ήταν άλλη από το δυσμενές πολιτικό κλίμα στο εσωτερικό της γείτονος που νεοφασιστικοί κύκλοι φρόντιζαν να συντηρούν εμποδίζοντας την κυβέρνηση της χώρας να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της. Σε αυτό συνέβαλε και ο Τύπος, ως άλλωστε αναμενόταν, και από τις δύο πλευρές.
▅ Η έκθεση και η αισιοδοξία
Ετσι την ίδια εποχή που με απόρρητο έγγραφό του ο αντιπλοίαρχος Γ. Καρβέλης ζητούσε από τον έλληνα πρεσβευτή στη Ρώμη Γ. Εξηντάρη «όπως ευαρεστούμενοι ενεργήσητε κατά την κρίσιν σας ίνα επιστηθή η προσοχή του περιοδικού ΟΡΙΖΖΟΝΤΙ (τεύχος 1ης Φεβρουαρίου 1951) επί της δημοσιεύσεως κακοβούλων δημοσιευμάτων με υβριστικάς φράσεις διά το Ελληνικόν Β.Ναυτικόν» (ΑΠ 116), στις 5 Μαρτίου του ιδίου έτους ο Εξηντάρης, που σήκωνε ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματικής αποστολής όλο το βάρος της σπουδής και των πιέσεων που στη διάρκεια εκείνης της κρίσιμης περιόδου χαρακτήριζε τις σχέσεις των δύο πρώην εμπολέμων, έγραφε: «Παρατηρώ ότι ημέτερος Τύπος δυστυχώς ασχολείται με ζήτημα “Ευγενίου Σαβοΐας” αποδίδων υστεροβουλίαν εις Ιταλίαν και προσθέτων άνευ λόγου σχόλια θίγοντα ιταλικήν φιλοτιμίαν.Θεωρώ καθήκον μου πληροφορήσω υμάς ότι κατά όσα αναφέρει ημετέρα Ναυτική Αποστολή εργασίαι επισκευής καταδρομικού συνεχίζονται πυρετωδώς χρησιμοποιουμένων και συνεργείων νυκτός,προβλέπεται δε ότι περί τα τέλη Απριλίου ή αρχάς Μαΐου θα είναι έτοιμον προς παράδοσιν. Επιπλέον, επιτραπήτω μοι εισηγηθώ όπως γίνουν δέουσαι συστάσεις εις Τύπον παύση οιανδήποτε επί του θέματος συζήτησιν καθ΄ όσον φοβούμαι μη πως προκληθησόμενος τυχόν παρά τω ιταλικώ Τύπω αντίλαλος δυσχεράνη υπόθεσιν.Ως και άλλοτε ανέφερον ενταύθα κίνησις νεοφασιστών κατέστη εσχάτως κάπως σοβαρωτέρα, η δε Κυβέρνησις εδέησε εισηγηθή Βουλήν λήψιν έναντι αυτών νομοθετικών μέτρων. Δεν αποκλείεται ούτοι επιζητήσουν αφορμήν, προκαλέσουν έξαψιν ενταύθα πνευμάτων τα οποία ως και τα ημέτερα είναι λίαν ευεπίφορα προς αισθηματισμόν (sic). Διά τον λόγον τούτον ορθόν νομίζω όπως κατά τας γενησομένας συστάσεις προς τον ημέτερον Τύπον μη τονισθή ιδιαιτέρως επιδεικνυομένη προθυμία ιταλικής Κυβερνήσεως και αφεθή ζήτημα εκτός δημοσίας συζητήσεως η οποία βλάπτει» (κρυπτοτηλεγράφημα ΑΠ 1025).
▅ Οι πιέσεις προς το υπουργείο
Την αισιοδοξία Εξηντάρη πάντως φαίνεται πως δεν συμμεριζόταν ο Αρχηγός ΓΕΝ, ο οποίος στην ήδη μνημονευθείσα έκθεσή του από 15ης Φεβρουαρίου 1951 ανησυχούσε, μη αρκούμενος «... εις τας καθ΄ ημάς υπόπτως διατυμπανιζομένας συνεχείς εκδηλώσεις καλής διαθέσεως και φιλικών αισθημάτων των Ιταλών». Συμπλήρωνε δε: «... Εν τη πραγματικότητι ουδεμία υπάρχει απόδειξις και ουδέν μας πείθει εις το να αποκλείσωμεν εσκεμμένην ενέργειαν της Ιταλικής Κυβερνήσεως,αριστοτεχνικώς προμελετημένην,αποβλέπουσαν εις την μακροτέραν δυνατήν παράτασιν του χρόνου παραδόσεως του Καταδρομικού ίνα εν δεδομένη στιγμή διεθνούς εξελίξεως αποσπάση τούτο των χειρών του Βασιλικού Ναυτικού και το εντάξη οριστικώς εις την δύναμιν του Ιταλικού Στόλου, επιμελώς και αρτίως επισκευασμένον και αποτελούν πλέον επίζηλον από πάσης απόψεως αξιόμαχον πολεμικήν Μονάδα» (οπ.π.).
Μάλιστα, ορμώμενος από αυτήν την επικίνδυνη για τη χώρα μας πρόβλεψη του Αρχηγού ΓΕΝ, ο τότε πρόεδρος της κυβέρνησης και έχων το χαρτοφυλάκιο του ΥΠΕΞ Σοφοκλής Βενιζέλος διά «προσωπικής του διά Κύριον Εξηντάρην, Πρεσβευτήν, επιστολής», στις 23 Φεβρουαρίου, επεσήμαινε: «Ισως είναι χρήσιμον να προσθέσωμεν σχετικώς (ενν. στην ιταλική πλευρά) ότι η ελληνική κοινή γνώμη δεν βλέπει την παράδοσιν του “Ευγενίου της Σαβοΐας” τόσον ως υποχρέωσιν προερχομένην διά την Ιταλίαν από την ήτταν της και δυναμένην συνεπώς να θεωρηθή παρά της μάλλον εξημμένης μερίδος της ιταλικής κοινής γνώμης ως πράξις υποτιμητική. Βλέπει αυτήν κυριώτατα ως απόδοσιν διά τον τορπιλλισμόν εν ώρα ειρήνης της ΕΛΛΗΣ υπό φασιστικού υποβρυχίου, δηλαδή ως αναγνώρισιν ευθύνης ήτις τιμά την σημερινήν Ιταλίαν ασχέτως των άλλων μεσολαβησάντων γεγονότων...» (ΑΠ 22894).
Οτι οι φόβοι της ελληνικής πλευράς δεν εστερούντο βασιμότητος και ότι συνεπώς οι πιέσεις που εισηγείτο προς το ΥΠΕΞ ο Αρχηγός ΓΕΝ να ασκηθούν στους Ιταλούς ήσαν και δίκαιες και αναγκαίες απεδείχθη το επόμενο τρίμηνο, μετά αλληλουχία γεγονότων που ήσαν: Πρώτα απ΄ όλα ότι η ψήφιση του συμπληρωματικού ποσού των 400.000 δολαρίων στον ιταλικό κρατικό προϋπολογισμό, ποσό που απαιτούνταν για την ολοκλήρωση των επισκευαστικών εργασιών του καταδρομικού, έγινε μόλις τον Μάιο του 1951, με την πρόβλεψη ότι έπρεπε να απορροφηθεί λήγοντος του οικονομικού έτους, τέλος Ιουνίου, δηλαδή μέσα σε 40 ημέρες! «Τούτο, βεβαίως, δεν είναι νοητόν» έγραφε σε τετρασέλιδη απόρρητη έκθεσή του ο ναυτικός ακόλουθος στην πρεσβεία Ρώμης Ν. Βουρέκας, επισημαίνοντας ότι «το νέον αυτό εμπόδιον από πλευράς Ιταλών, ο παράγων χρόνος, περιοριστικός διά την Ελληνικήν Κυβέρνησιν», αποσκοπούσε σε δικό τους όφελος καθώς «κατά την σύμβασιν μόνο το 10% των μη χρησιμοποιηθέντων πιστώσεων μεταφέρεται εις το επόμενον έτος (δηλαδή 40 χιλ. δολλάρια) και τα λοιπά 360.000 χάνονται υπέρ των Ιταλών» (!) (ΑΠ 215).
▅ Η άρνηση των Ιταλών
Ακολούθησε μεγάλη καθυστέρηση στις «αναγκαίες», όπως χαρακτηρίστηκαν, δοκιμές μέσα στον Ναύσταθμο του Τάραντα και στη φόρτωση πυρομαχικών, ανεβάζοντας κατακόρυφα την αγωνία της ελληνικής κυβέρνησης που, πλην των άλλων ανησυχιών της, προσδοκούσε να ικανοποιήσει το λαϊκό αίσθημα χαιρετίζοντας τη νέα «Ελλη» στα ελληνικά ύδατα με αφορμή τον ετήσιο εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ημερομηνία που είχε ταυτιστεί με τον τορπιλισμό του ελληνικού ευδρόμου και, τέλος, προσετέθησαν δύο ακόμη ατυχή γεγονότα: το ένα αφορούσε την προκλητική άρνηση των Ιταλών να δεχθούν το πρόγραμμα φιλοξενίας και ψυχαγωγίας του πληρώματος προτού αυτό επιστρέψει με ελληνικό αρματαγωγό πίσω στο Μπρίντιζι και το δεύτερο απόρριψη του αιτήματος του έλληνα ναυτικού ακολούθου στη Ρώμη Ν. Βουρέκα να επιβιβαστεί, έστω χωρίς στολή, στο πλοίο «Ευγένιος της Σαβοΐας» κατά τον απόπλου του από τον Ναύσταθμο του Τάραντα συνοδεύοντάς το ως τον Πειραιά.
Το αίσιο τέλος που είχε όμως η όλη υπόθεση έσβησε κάθε πικρία ή μικρότητα που μεσολάβησε. Αργά το απόγευμα της 30ής Ιουνίου 1951, ο «Ευγένιος της Σαβοΐας» κατέπλεε στον Πειραιά. Περί την 1.30 ώρα πρωινή της επομένης, ο ιταλός κυβερνήτης έκπληκτος ξυπνούσε με την ειδοποίηση του αντιπλοιάρχου Καρβέλη να ολοκληρώσει τη διαδικασία παράδοσης την επόμενη Κυριακή. Αιτία, «λόγω προλήψεως επικρατούσης εν Ελλάδι, ότι το Βασιλικόν Ναυτικόν δεν θα ήθελε να υψώση την Ελληνικήν Σημαίαν την Τρίτην» (ΑΠ 123, 7 Ιουλίου 1951), απόλυτα κατανοητή στον ιταλό κυβερνήτη, που και ο ίδιος είχε σπεύσει να αποπλεύσει την προηγουμένη Πέμπτη και όχι Παρασκευή, ημέρα αποφράδα κατά τους Ιταλούς. «Η Νέα Ελλη», όπως τιτλοφορούσε το άρθρο του ο «Εθνικός Κήρυξ», «κατέπλευσε χθες και ξαναβαπτίζεται αύριον. Η τραυματισμένη Παναγία της Τήνου την περιμένει».
Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.
Η αποκατάσταση της «Ελλης»
Αργά το απόγευμα της 30ής Ιουνίου 1951, ο «Ευγένιος της Σαβοΐας» κατέπλεε στον Πειραιά. Περί την 1.30 ώρα πρωινή της επομένης, ο ιταλός κυβερνήτης έκπληκτος ξυπνούσε με την ειδοποίηση του αντιπλοιάρχου Καρβέλη να ολοκληρώσει τη διαδικασία παράδοσης την επόμενη Κυριακή. Αιτία, «λόγω προλήψεως επικρατούσης εν Ελλάδι, ότι το Βασιλικόν Ναυτικόν δεν θα ήθελε να υψώση την Ελληνικήν Σημαίαν την Τρίτην» (ΑΠ 123, 7 Ιουλίου 1951), απόλυτα κατανοητή στον ιταλό κυβερνήτη, που και ο ίδιος είχε σπεύσει να αποπλεύσει την προηγουμένη Πέμπτη και όχι Παρασκευή, ημέρα αποφράδα κατά τους Ιταλούς. «Η Νέα Ελλη», όπως τιτλοφορούσε το άρθρο του ο «Εθνικός Κήρυξ», «κατέπλευσε χθες και ξαναβαπτίζεται αύριον. Η τραυματισμένη Παναγία της Τήνου την περιμένει».
Το θιγμένο ιταλικό φιλότιμο και πώς ενήργησαν οι Ιταλοί
Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΤΟΜΑΗ ΒΗΜΑ
Ο ΤΟΡΠΙΛΙΣΜΟΣ της «Ελλης», 8.30 το πρωί της 15ης Αυγούστου 1940, ανήμερα του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ενώ βρισκόταν αγκυροβολημένη μέσα στο λιμάνι της Τήνου «εν μεγάλω σημαιοστολισμώ» , όπως απεδείχθη λίγο αργότερα δεν ήταν παρά η κορυφή του παγόβουνου όσων επακολούθησαν.
Η διεθνής κοινότητα, που επί μήνες παρακολουθούσε τις πολεμικές πρωτοβουλίες του Αξονα να μεταφέρονται από την Κεντρική Ευρώπη στα Βαλκάνια, κυριολεκτικά πάγωσε. Η ύπουλη και άνανδρη ενέργεια του δράστη, που αν και επέμενε να μη φανερώνει την ταυτότητά του- όλοι όμως δικαίως υπέθεταν ότι πίσω από την ενέργεια κρυβόταν η Ιταλία-, επρόκειτο να συνυπολογιστεί με τη λήξη του πολέμου
στις αποζημιώσεις που έλαβε η χώρα μας από την ηττημένη Ιταλία στο Συνέδριο Ειρήνης που συνήλθε στο Παρίσι το 1946. Το καταδρομικό «Ευγένιος της Σαβοΐας» του ιταλικού ναυτικού, μετά σειρά επισκευών, παραδόθηκε στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό και μετονομάστηκε σε «Ελλη», θεραπεύοντας εν μέρει τη συλλογική μας μνήμη ως έθνους από την οδύνη για την απώλεια του ενδόξου ευδρόμου μας.
Η πρώτη σελίδα της Συμφωνίας Ελλάδας και Ιταλίας που υπεγράφη από τον ιταλό ΥΠΕΞ κόμη Σφόρτσα και τον έλληνα πρεσβευτή στη Ρώμη (1947-1950) Δ. Καψάλη στις 29 Σεπτεμβρίου 1948 σχετικά με την υποχρέωση της Ιταλίας να αποδώσει ως αποζημίωση στην Ελλάδα για την «Ελλη» το καταδρομικό «Ευγένιος της Σαβοΐας». Το 3ο από τα 7 άρθρα της Συμφωνίας, σημειωτέον, προέβλεπε την παράδοσή του εντός 10 μηνών, άρθρο που αθέτησε η Ιταλία. Επάνω, καπνός από το φλεγόμενο πλοίο, στο λιμάνι της Τήνου Σε ογκώδη φάκελο του έτους 1952 περικλείεται η αγωνιώδης αλληλογραφία της ελληνικής κυβέρνησης με τις ιταλικές Αρχές κατά τη διετία 1950-52, όταν ετέθησαν σε εφαρμογή οι όροι της Ελληνοϊταλικής Οικονομικής Συμφωνίας που υπεγράφη τον Φεβρουάριο του 1948 μεταξύ των δύο πρώην εμπολέμων. Ενας από αυτούς τους όρους αφορούσε το γνωστό καταδρομικό του ιταλικού ναυτικού με την προρρηθείσα ονομασία, πραγματικού εκτοπίσματος 8.856 τόνων (η καταβυθισθείσα «Ελλη» άγγιζε μόλις τους 2.600 τόνους), με οπλισμό 8 πυροβόλων, τορπιλοσωλήνες και θώρακα στα πλευρά και στο κατάστρωμα, δυνατότητας δε να αναπτύσσει ταχύτητα ως και 36,5 μίλια. Ηταν η νέα «Ελλη» και η παράδοσή της «εις την Ελλάδα» αποτελούσε κατά τον ιταλό ναύαρχο Ρουμπαρτέλι «δικαίαν πράξιν» όπως προκύπτει από απόρρητο έγγραφο του αντιπλοιάρχου Γ. Καρβέλη (ΑΠ 136, 12 Μαΐου 1951), ο οποίος είχε επισκεφθεί μαζί με τον τότε ναυτικό ακόλουθο της ελληνικής πρεσβείας Ρώμης, πλοίαρχο Ν. Βουρέκα, το ιταλικό υπουργείο Ναυτικών για να διαπιστώσει τους λόγους για τους οποίους καθυστερούσε η παράδοση του καταδρομικού σε ελληνικά χέρια.
Σημειωτέον ότι αρχική υποχρέωση της Ιταλίας, «απορρέουσα εκ του Συμφώνου της 29ης Σεπτεμβρίου 1948, έδει το καταδρομικόν να είχε παραδοθή εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν με την πρυμναίαν μηχανήν από του Ιουλίου 1949» σημείωνε σε πυκνογραμμένη έκθεσή του προς το ελληνικό ΥΠΕΞ, με ημερομηνία 15 Φεβρουαρίου 1951, ο τότε Αρχηγός ΓΕΝ, αντιναύαρχος Π. Αντωνόπουλος. Αιτία για τις αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, έως ότου τελικά παραδοθεί το πλοίο καταπλέοντας στο Κερατσίνι υπό ιταλική διοίκηση (κυβερνήτης Ενρίκο Τοντέρο) και ναυτικό πλήρωμα από 18 Ιταλούς του πολεμικού ναυτικού και 13 αποστράτους που δούλευαν για λογαριασμό ιδιωτικής εταιρείας τον Ιούλιο του 1951, παρά τα προσχήματα και τις διαβεβαιώσεις των επισήμων ιταλικών κύκλων, δεν ήταν άλλη από το δυσμενές πολιτικό κλίμα στο εσωτερικό της γείτονος που νεοφασιστικοί κύκλοι φρόντιζαν να συντηρούν εμποδίζοντας την κυβέρνηση της χώρας να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της. Σε αυτό συνέβαλε και ο Τύπος, ως άλλωστε αναμενόταν, και από τις δύο πλευρές.
▅ Η έκθεση και η αισιοδοξία
Ετσι την ίδια εποχή που με απόρρητο έγγραφό του ο αντιπλοίαρχος Γ. Καρβέλης ζητούσε από τον έλληνα πρεσβευτή στη Ρώμη Γ. Εξηντάρη «όπως ευαρεστούμενοι ενεργήσητε κατά την κρίσιν σας ίνα επιστηθή η προσοχή του περιοδικού ΟΡΙΖΖΟΝΤΙ (τεύχος 1ης Φεβρουαρίου 1951) επί της δημοσιεύσεως κακοβούλων δημοσιευμάτων με υβριστικάς φράσεις διά το Ελληνικόν Β.Ναυτικόν» (ΑΠ 116), στις 5 Μαρτίου του ιδίου έτους ο Εξηντάρης, που σήκωνε ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματικής αποστολής όλο το βάρος της σπουδής και των πιέσεων που στη διάρκεια εκείνης της κρίσιμης περιόδου χαρακτήριζε τις σχέσεις των δύο πρώην εμπολέμων, έγραφε: «Παρατηρώ ότι ημέτερος Τύπος δυστυχώς ασχολείται με ζήτημα “Ευγενίου Σαβοΐας” αποδίδων υστεροβουλίαν εις Ιταλίαν και προσθέτων άνευ λόγου σχόλια θίγοντα ιταλικήν φιλοτιμίαν.Θεωρώ καθήκον μου πληροφορήσω υμάς ότι κατά όσα αναφέρει ημετέρα Ναυτική Αποστολή εργασίαι επισκευής καταδρομικού συνεχίζονται πυρετωδώς χρησιμοποιουμένων και συνεργείων νυκτός,προβλέπεται δε ότι περί τα τέλη Απριλίου ή αρχάς Μαΐου θα είναι έτοιμον προς παράδοσιν. Επιπλέον, επιτραπήτω μοι εισηγηθώ όπως γίνουν δέουσαι συστάσεις εις Τύπον παύση οιανδήποτε επί του θέματος συζήτησιν καθ΄ όσον φοβούμαι μη πως προκληθησόμενος τυχόν παρά τω ιταλικώ Τύπω αντίλαλος δυσχεράνη υπόθεσιν.Ως και άλλοτε ανέφερον ενταύθα κίνησις νεοφασιστών κατέστη εσχάτως κάπως σοβαρωτέρα, η δε Κυβέρνησις εδέησε εισηγηθή Βουλήν λήψιν έναντι αυτών νομοθετικών μέτρων. Δεν αποκλείεται ούτοι επιζητήσουν αφορμήν, προκαλέσουν έξαψιν ενταύθα πνευμάτων τα οποία ως και τα ημέτερα είναι λίαν ευεπίφορα προς αισθηματισμόν (sic). Διά τον λόγον τούτον ορθόν νομίζω όπως κατά τας γενησομένας συστάσεις προς τον ημέτερον Τύπον μη τονισθή ιδιαιτέρως επιδεικνυομένη προθυμία ιταλικής Κυβερνήσεως και αφεθή ζήτημα εκτός δημοσίας συζητήσεως η οποία βλάπτει» (κρυπτοτηλεγράφημα ΑΠ 1025).
▅ Οι πιέσεις προς το υπουργείο
Την αισιοδοξία Εξηντάρη πάντως φαίνεται πως δεν συμμεριζόταν ο Αρχηγός ΓΕΝ, ο οποίος στην ήδη μνημονευθείσα έκθεσή του από 15ης Φεβρουαρίου 1951 ανησυχούσε, μη αρκούμενος «... εις τας καθ΄ ημάς υπόπτως διατυμπανιζομένας συνεχείς εκδηλώσεις καλής διαθέσεως και φιλικών αισθημάτων των Ιταλών». Συμπλήρωνε δε: «... Εν τη πραγματικότητι ουδεμία υπάρχει απόδειξις και ουδέν μας πείθει εις το να αποκλείσωμεν εσκεμμένην ενέργειαν της Ιταλικής Κυβερνήσεως,αριστοτεχνικώς προμελετημένην,αποβλέπουσαν εις την μακροτέραν δυνατήν παράτασιν του χρόνου παραδόσεως του Καταδρομικού ίνα εν δεδομένη στιγμή διεθνούς εξελίξεως αποσπάση τούτο των χειρών του Βασιλικού Ναυτικού και το εντάξη οριστικώς εις την δύναμιν του Ιταλικού Στόλου, επιμελώς και αρτίως επισκευασμένον και αποτελούν πλέον επίζηλον από πάσης απόψεως αξιόμαχον πολεμικήν Μονάδα» (οπ.π.).
Μάλιστα, ορμώμενος από αυτήν την επικίνδυνη για τη χώρα μας πρόβλεψη του Αρχηγού ΓΕΝ, ο τότε πρόεδρος της κυβέρνησης και έχων το χαρτοφυλάκιο του ΥΠΕΞ Σοφοκλής Βενιζέλος διά «προσωπικής του διά Κύριον Εξηντάρην, Πρεσβευτήν, επιστολής», στις 23 Φεβρουαρίου, επεσήμαινε: «Ισως είναι χρήσιμον να προσθέσωμεν σχετικώς (ενν. στην ιταλική πλευρά) ότι η ελληνική κοινή γνώμη δεν βλέπει την παράδοσιν του “Ευγενίου της Σαβοΐας” τόσον ως υποχρέωσιν προερχομένην διά την Ιταλίαν από την ήτταν της και δυναμένην συνεπώς να θεωρηθή παρά της μάλλον εξημμένης μερίδος της ιταλικής κοινής γνώμης ως πράξις υποτιμητική. Βλέπει αυτήν κυριώτατα ως απόδοσιν διά τον τορπιλλισμόν εν ώρα ειρήνης της ΕΛΛΗΣ υπό φασιστικού υποβρυχίου, δηλαδή ως αναγνώρισιν ευθύνης ήτις τιμά την σημερινήν Ιταλίαν ασχέτως των άλλων μεσολαβησάντων γεγονότων...» (ΑΠ 22894).
Οτι οι φόβοι της ελληνικής πλευράς δεν εστερούντο βασιμότητος και ότι συνεπώς οι πιέσεις που εισηγείτο προς το ΥΠΕΞ ο Αρχηγός ΓΕΝ να ασκηθούν στους Ιταλούς ήσαν και δίκαιες και αναγκαίες απεδείχθη το επόμενο τρίμηνο, μετά αλληλουχία γεγονότων που ήσαν: Πρώτα απ΄ όλα ότι η ψήφιση του συμπληρωματικού ποσού των 400.000 δολαρίων στον ιταλικό κρατικό προϋπολογισμό, ποσό που απαιτούνταν για την ολοκλήρωση των επισκευαστικών εργασιών του καταδρομικού, έγινε μόλις τον Μάιο του 1951, με την πρόβλεψη ότι έπρεπε να απορροφηθεί λήγοντος του οικονομικού έτους, τέλος Ιουνίου, δηλαδή μέσα σε 40 ημέρες! «Τούτο, βεβαίως, δεν είναι νοητόν» έγραφε σε τετρασέλιδη απόρρητη έκθεσή του ο ναυτικός ακόλουθος στην πρεσβεία Ρώμης Ν. Βουρέκας, επισημαίνοντας ότι «το νέον αυτό εμπόδιον από πλευράς Ιταλών, ο παράγων χρόνος, περιοριστικός διά την Ελληνικήν Κυβέρνησιν», αποσκοπούσε σε δικό τους όφελος καθώς «κατά την σύμβασιν μόνο το 10% των μη χρησιμοποιηθέντων πιστώσεων μεταφέρεται εις το επόμενον έτος (δηλαδή 40 χιλ. δολλάρια) και τα λοιπά 360.000 χάνονται υπέρ των Ιταλών» (!) (ΑΠ 215).
▅ Η άρνηση των Ιταλών
Ακολούθησε μεγάλη καθυστέρηση στις «αναγκαίες», όπως χαρακτηρίστηκαν, δοκιμές μέσα στον Ναύσταθμο του Τάραντα και στη φόρτωση πυρομαχικών, ανεβάζοντας κατακόρυφα την αγωνία της ελληνικής κυβέρνησης που, πλην των άλλων ανησυχιών της, προσδοκούσε να ικανοποιήσει το λαϊκό αίσθημα χαιρετίζοντας τη νέα «Ελλη» στα ελληνικά ύδατα με αφορμή τον ετήσιο εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ημερομηνία που είχε ταυτιστεί με τον τορπιλισμό του ελληνικού ευδρόμου και, τέλος, προσετέθησαν δύο ακόμη ατυχή γεγονότα: το ένα αφορούσε την προκλητική άρνηση των Ιταλών να δεχθούν το πρόγραμμα φιλοξενίας και ψυχαγωγίας του πληρώματος προτού αυτό επιστρέψει με ελληνικό αρματαγωγό πίσω στο Μπρίντιζι και το δεύτερο απόρριψη του αιτήματος του έλληνα ναυτικού ακολούθου στη Ρώμη Ν. Βουρέκα να επιβιβαστεί, έστω χωρίς στολή, στο πλοίο «Ευγένιος της Σαβοΐας» κατά τον απόπλου του από τον Ναύσταθμο του Τάραντα συνοδεύοντάς το ως τον Πειραιά.
Το αίσιο τέλος που είχε όμως η όλη υπόθεση έσβησε κάθε πικρία ή μικρότητα που μεσολάβησε. Αργά το απόγευμα της 30ής Ιουνίου 1951, ο «Ευγένιος της Σαβοΐας» κατέπλεε στον Πειραιά. Περί την 1.30 ώρα πρωινή της επομένης, ο ιταλός κυβερνήτης έκπληκτος ξυπνούσε με την ειδοποίηση του αντιπλοιάρχου Καρβέλη να ολοκληρώσει τη διαδικασία παράδοσης την επόμενη Κυριακή. Αιτία, «λόγω προλήψεως επικρατούσης εν Ελλάδι, ότι το Βασιλικόν Ναυτικόν δεν θα ήθελε να υψώση την Ελληνικήν Σημαίαν την Τρίτην» (ΑΠ 123, 7 Ιουλίου 1951), απόλυτα κατανοητή στον ιταλό κυβερνήτη, που και ο ίδιος είχε σπεύσει να αποπλεύσει την προηγουμένη Πέμπτη και όχι Παρασκευή, ημέρα αποφράδα κατά τους Ιταλούς. «Η Νέα Ελλη», όπως τιτλοφορούσε το άρθρο του ο «Εθνικός Κήρυξ», «κατέπλευσε χθες και ξαναβαπτίζεται αύριον. Η τραυματισμένη Παναγία της Τήνου την περιμένει».
Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.
Πηγές:
http://www.tinos.biz/elli/elli_torpedoing_gr.html
http://www.armoniaradio.gr/modules.php?op=modload&name=News&file=article&sid=3631
http://ioannismetaxas.gr/Varius/TorpilismosEllis.html
Εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ"
http://eleytherospoliorkimenos.blogspot.com/2009/08/blog-post_9338.html
http://www.dailymotion.com/video/xa6kf9
ΑπάντησηΔιαγραφή