Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ ΓΑΜΟΥ & ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΓΑΜΟΣ

Ένα προσκλητήριο κυπριακού γάμου που μου έστειλε ο αγαπητός μου φίλος Αντώνης από την Νεάπολη της Κρήτης έγινε η αφορμή να ψάξω και να βρω πως γινόταν ο παραδοσιακός κυπριακός γάμος.

Χαρείτε τα.

Όσο για τους νεόνυμφους τι άλλο να ευχηθώ από  "Καλά στέφανα και Κάθε ευτυχία με πολλούς απογόνους" .

Και κάτι για την Κύπρο μας : Είθε οι ηγέτες μας να μην την μετατρέψουν σε προτεκτοράτο ..



Ευχαριστώ Αντώνη


 
Η Κυριακή θεωρείτο στη Κύπρο ως η κατά εξοχήν μέρα για γάμους. Τα ζευγάρια, σύμφωνα με το αρχαίο έθιμο, προτιμούσαν τις μέρες που είχε πανσέληνο, όπως ακριβώς και ο αρχαίοι έλληνες. Ειδικά γαμήλια κουλούρια όμορφα διακοσμημένα με σησάμι παρόμοια με αυτά που έφτιαχναν στην αρχαιότητα, στέλλονταν στους καλεσμένους μαζί με ένα κερί. 
Το βράδυ του Σαββάτου πριν από το γάμο, ετοίμαζαν το ρέσι, που είναι το ειδικό γαμήλιο παρασκεύασμα της Κύπρου. Άπλωναν μέσα στον ηλιακό (την αυλή του σπιτιού) ένα σεντόνι. Πάνω σε αυτό οι γυναίκες του σπιτιού (αλλά όχι όμως η νύφη) έριχναν καβουρδισμένο σιτάρι. Δυνατά αγόρια το έσπαζαν πατώντας πάνω σε ξύλινες απλωμένες πλάκες. Άλλοι άδειαζαν το περιεχόμενο ενός καζανιού που άχνιζε πάνω στο σπασμένο σιτάρι. Αυτό το περιεχόμενο ήταν κρέας από πρόβατο, κομμένο σε μεγάλα κομμάτια, που ψηνόταν μέχρι να γίνει χυλός και να ξεκολλήσει από το κόκκαλο. Τα αγόρια ανακάτευαν με ξύλα αυτό τον πολτό από σιτάρι και κρέας μέχρι ότου γίνει ένα μείγμα και το ρέσι τότε ήταν έτοιμο.

Μετά την κατασκευή του ρεσιού, οι γυναίκες ετοίμαζαν το στρώμα του νυφικού κρεβατιού, γεμίζοντας το με μαλλί και το έραβαν πέντε η επτά παντρεμένες μονοστέφανες νέες γυναίκες προσθέτοντας στις τέσσερις του γωνιές κόκκινες κορδέλες στο σχήμα του Σταυρού. Αυτή η διαδικασία ονομαζόταν "το πλούμισμα του κρεβατιού''. Καθώς οι γυναίκες έραβαν το στρώμα οι παριστάμενοι έριχναν χάλκινα ή ασημένια κέρματα που ράβονταν μέσα στο στρώμα. Όταν τελείωνε το ράψιμο, έριχναν παιδιά πάνω στο στρώμα που χόρευαν και έκαναν τούμπες. Πίστευαν ότι, όπως τα κέρματα που έριξαν στο στρώμα θα φέρουν χρήματα και αγαθά στο σπίτι σε ώρα ανάγκης, έτσι και τα παιδιά θα φέρουν γονιμότητα. Ακολούθως ένας συγγενής σήκωνε το στρώμα πάνω στο κεφάλι του, χόρευε με αυτό κάνοντας κύκλους και με συνοδεία τις φωνές και τα χειροκροτήματα του πλήθους, το κουβαλούσε μέχρι το υπνοδωμάτιο.

Το πρωί της Κυριακής που ήταν η μέρα του γάμου, σηκώνονταν όλοι πολύ νωρίς. Ο γαμπρός ακόμη κι αν ήθελε να κρατήσει τα γένια του, ξυριζόταν με συνοδεία μουσικής βιολιού και λαούτου και με γιορταστικό τρόπο φορούσε τα γαμπριάτικα του, αφού όμως πρώτα τα χόρευε μέσα σε ένα πανέρι ο πρώτος κουμπάρος του. Στο μεταξύ η πρώτη κουμπάρα έλουζε τη νύφη, και στη συνέχεια με τη βοήθεια της μητέρας της, φορούσε το νυφικό της και τα κοσμήματα της. Όπως και στο ξύρισμα του γαμπρού, έτσι και στο στόλισμα της νύφης, η μουσική και οι οργανοπαίκτες ήταν παρόντες. Αφού τους έζωναν τρεις φορές οι γονείς τους με ένα κόκκινο μαντήλι ξεχωριστά στα σπίτια τους, η νύφη και ο γαμπρός πήγαιναν ξεχωριστά ο καθένας με τους γονείς του, τους κουμπάρους, και τους παρανύμφους στην εκκλησία με συνοδεία μουσικής.

Τα στέφανα που φορούσαν η νύφη και ο γαμπρός στην εκκλησία ήταν αληθινά και πλεγμένα από μυρτιά ή κλαδιά ελιάς (που δεν έπρεπε να τα έχει δει η θάλασσα) , και διακοσμημένα με χρυσοκλωστή και χρωματιστές γιρλάντες. Όταν ο ιερέας έλεγε το "Ησαΐα χόρευε'', και ο ιερέας, το ζευγάρι και οι παράνυμφοι κρατώντας τα χέρια, έκαναν τρεις φορές κύκλο γύρω από το τραπέζι που ήταν τοποθετημένο μπροστά από το εικονοστάσι, το πλήθος έριχνε προς τον κύκλο βαμβακόσπορο, σησάμι, ζαχαρωτά και κέρματα ως συμβολική ευχή ευλογίας. Τα παιδιά περίμεναν τη στιγμή αυτή με πολλή αγωνία και ορμούσαν ανάμεσα στη νύφη και το γαμπρό και τους καλεσμένους, χωρίς να λαμβάνουν κανένα υπόψη, για να μπορέσουν να αρπάξουν τα καλύτερα και περισσότερα κέρματα. Το σαματά υποβοηθούσαν και οι πολλές ανύπαντρες κοπέλες που δεν έχαναν την ευκαιρία κατά τη διάρκεια της τελετής και του "Ησαΐα χόρευε'' να κτυπούν τον ώμο της νύφης δυνατά και να φωνάζουν "λυγερή" ή "κτύπα με τα πόδια''. Η νύφη υπάκουε στις εντολές και οι κοπέλες σιγουρεύονταν ότι προτού περάσει ο χρόνος μια από αυτές θα στεκόταν στο ίδιο τραπέζι του γάμου. Πολλά γέλια και θόρυβος γέμιζαν την εκκλησία κατά την διάρκεια της γαμήλιας τελετής, και καθώς η τελετή τελείωνε και το ζευγάρι έφευγε μαζί από την εκκλησιά, πιστολιές και πυροβολισμοί ακούγονταν συχνά έξω από την εκκλησία.

Μετά την εκκλησιαστική γαμήλια τελετή, σύμφωνα με το έθιμο, η νύφη δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι της για δύο ολόκληρες μέρες και ήταν αναγκασμένη να βλέπει προς τα κάτω. Αυτή η διαδικασία ονομαζόταν "το καμάρωμα της νύφης'', δηλαδή τη θεώρηση, ή παρατήρηση (με την παθητική έννοια) της νύφης. Στα πιο παλιά χρόνια, η νύφη έμενε αυτές τις δύο μέρες με το πρόσωπο της καλυμμένο με το κόκκινο της πέπλο.

Όταν έφθαναν στο σπίτι του γάμου (που ήταν το σπίτι του γαμπρού και όχι της νύφης), ο σύζυγος έριχνε με δύναμη ένα ρόδι πάνω στην πόρτα της εισόδου για να σπάσει και να αδειάσει από τους σπόρους του. Αυτή η πράξη ήταν μια συμβολική ευχή για γονιμότητα. Εκεί η μητέρα του γαμπρού, με παρουσία του νεαρού ζευγαριού και των κουμπάρων, έκοβε τη κεφαλή ενός κόκορα και ενώ το έκανε, ο γαμπρός πατούσε δυνατά το πόδι της νύφης. Με αυτή τη συμβολική πράξη η νύφη καταλάβαινε ξεκάθαρα ότι έπρεπε να υπακούει στον άνδρα της, αλλιώς θα είχε την ίδια μοίρα με τον κόκορα.

Στο γεύμα του γάμου παρουσιαζόταν πρώτα το ρέσι που έπρεπε να είναι ζεστό. Οι τιμώμενοι κάθονταν σε καρέκλες στο μακρύ στρωμένο τραπέζι, ενώ ένα άλλο μέρος της μεγάλης σύναξης του γάμου έτρωγε σε καλαμωτές, που είχαν στηθεί από πριν και που στηρίζονταν πάνω σε καρέκλες ή σε ξύλινα τριπόδια. Όποιος δεν έβρισκε θέση σε αυτά τα τραπέζια έτρωγε στο έδαφος, πάνω σε καλαμωτές και ψάθες που ήταν καλυμμένες με μακριά άσπρα ή πολύχρωμα τραπεζομάντιλα.

Στη Κύπρο υπήρχε το όχι ανέξοδο έθιμο σύμφωνα με το οποίο όλοι οι κάτοικοι του χωριού και όλοι οι ξένοι ήταν προσκεκλημένοι στο γάμο, και να τρώγουν στο γαμήλιο γεύμα, αφού βέβαια οι επίσημοι προσκεκλημένοι σερβίρονταν πρώτοι και έπαιρναν τις καλύτερες θέσεις στο τραπέζι. Αν οι γονείς του γαμπρού που έκαναν το γάμο ήταν εύποροι, τότε κατέφθαναν από τα γειτονικά χωριά ένα πλήθος ακάλεστων ξένων για να παραστεί στο γάμο. Μόνο ζητιάνοι δεν μπορούσαν να παρακαθίσουν στο γαμήλιο τραπέζι. Όλοι έφταναν εξοπλισμένοι με διάφορα δοχεία που γέμιζε η πεθερά με ανακατεμένα φαγητά. Όλη τη νύκτα έτρωγαν και πίναν παντού. Μόλις όμως τελείωνε το γεύμα που το έπαιρναν καθιστοί, οκλαδόν, ή ακόμη και ξαπλωμένοι, σήκωναν αμέσως το τραπέζια και τις ψαθαριές, για να μπορέσει να αρχίσει ο χορός του γάμου, όπου έπαιζαν οι μουσικοί του χωριού, τους οποίους παράγγελλαν ειδικά, δηλαδή οι βιολάρηδες, οι λαουτάρηδες, αυτοί που παίζαν πιθκιαύλι (αυλό), ενώ οι καλεσμένοι του γάμου κτυπούσαν τα τύμπανα.

Η λύρα, η ίδια με αυτή που χρησιμοποιούσαν στη Ρόδο και ακόμη χρησιμοποιούν στη Κάρπαθο, ήταν παλιά το κύριο όργανο μουσικής στη Κύπρο. Τα βιολιά έφθασαν αργότερα στο νησί και την αντικατάστησαν. Ένα άλλο όργανο που χρησιμοποιούσαν στη Κύπρο μέχρι πρόσφατα ήταν ο ταμπουράς που είχε τέσσερις χορδές ενώ το λαούτο έχει συνήθως οκτώ. Τον ζουρνά και το νταούλι που ήταν ένα τύμπανο καμωμένο από δέρμα γαϊδάρου τα χρησιμοποιούσαν μόνο οι Τούρκοι του νησιού. Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την ταμπουσιά, ένα τύμπανο που έχει την προέλευση της στη κυπριακή αρχαιότητα, όπως επιβεβαιώνει και η συχνή απεικόνιση της πάνω σε πολλά αρχαία κυπριακά αγγεία. Αυτά λοιπόν ήταν τα όργανα που ακούγονταν σε όλη τη διάρκεια της νύκτας του γάμου.

Κατά τη διάρκεια της βραδιάς του γάμου συνηθιζόταν να γίνονται διαγωνισμοί τραγουδιών και αυτός που θα τραγουδούσε το καλύτερο αυτοσχέδιο δίστιχο ή για το γάμο ή για το ζευγάρι, κέρδιζε τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα. Το τραγούδι του γάμου στο οποίο αναφερθήκαμε στο προηγούμενο γραπτό του ιστολογίου μας το έλεγαν μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα και ήταν αδιανόητο να γίνει γάμος χωρίς να το πουν.

Οι άνδρες χόρευαν συνήθως χωριστά από τις γυναίκες. Οι πιο συνηθισμένοι χοροί ήταν οι αντικριστοί, που χορεύονταν κατά ζεύγη. Ήταν επίσης κανόνας να χορεύει μόνο ένα ζευγάρι κάθε φορά. Ο τυπικός γυναικείος χορός αποτελείτο τις περισσότερες φορές από κινήσεις ανοικτών χεριών εδώ και εκεί και συνοδευόταν από μια ταυτόχρονη αργή και επαναλαμβανόμενη κίνηση ολόκληρου το σώματος. Οι κινήσεις ήταν ανεπαίσθητες και σπάνια έσκυβε όλο το σώμα. Τα πόδια μόλις και σηκώνονταν από το έδαφος. Τα πρόσωπα των κοριτσιών που χόρευαν έμεναν σκόπιμα πολύ σοβαρά και ακόμα όταν οι θεατές αστειεύονταν και διασκέδαζαν, κατέβαλλαν πολλές προσπάθειες για να αποφύγουν κάθε μειδίαμα. Προσήλωναν το βλέμμα τους μπροστά και έγερναν το κεφάλι ελαφρά προς τη γη. Μόνο όταν πλησίαζε το τέλος του χορού ενός ζευγαριού, η μουσική γινόταν πιο γρήγορη και αντίστοιχα γίνονταν πιο γρήγορες και πιο ζωντανές οι κινήσεις των χορευτών πριν φύγουν. Υπάρχει η άποψη ότι ο χορός της αρχαίας τραγωδίας μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να εκδηλωθεί. Οι άνδρες χόρευαν τον αντικριστό πιο άγρια. Ο ατομικός ανδρικός χορός (γιατί γυναικείος δεν υπάρχει) χορευόταν όσο το δυνατό πιο άγρια. Τρία η τέσσερα αγόρια πιάνονταν από τους ώμους χορεύοντας συρτό και οδηγούσαν το χορευτή στο χώρο του χορού, στη συνέχεια τραβιούνταν και τον άφηναν να εκτελέσει τις χορευτικές του φιγούρες. Οι ιδιαίτερα επιδέξιοι χορευτές ξετυλίγονταν σαν ακροβάτες και ταχυδακτυλουργοί και πριν απαγορευτούν τα μαχαίρια από τους Άγγλους, έριχναν το μαχαίρι στο αέρα και το έπιαναν.

Όταν τα κορίτσια τελείωναν το χορό τους και αποχωρούσαν, οι άνδρες έριχναν κέρματα στα πόδια των μουσικών. Με τον τρόπο αυτό τιμούσαν τα κορίτσια και όσο περισσότερα ξόδευε κανείς, τόσο περισσότερο έδειχναν την εκτίμηση τους προς αυτά. Οι χορευτές και οι χορεύτριες, ο γαμπρός και όποιος άλλος ήθελε, κατάφερναν με ένα πολύ πρωτότυπο τρόπο να δίνουν κάποια λεφτά στους μουσικούς. Έφτυναν πάνω σε ένα νόμισμα και το πίεζαν δυνατά στο μέτωπο του μουσικού, μέχρι να κολλήσει. Επειδή αυτό μπορούσε να συμβεί πολλές φορές σε ένα βράδυ, στο ταλαιπωρημένο μέτωπο των μουσικών εμφανίζονταν κόκκινοι κύκλοι. Ο βιολάρης έριχνε τα κέρματα που αποκτούσε μέσα σε θήκη, ή και μάλιστα μέσα στο ίδιο το ηχείο του βιολιού του.

Προς τιμή της νύφης άναβαν τη νύκτα του γάμου κοντά στο σπίτι μια φωτιά στην ύπαιθρο, που την άφηναν να καίει για πολλές ώρες. Αυτή η πράξη που δεν έλειπε από κανένα γάμο, ονομαζόταν "ν' άψωμεν την λαμπάδαν της νύφης''. Ανάλογα με την εποχή του χρόνου και αν το επέτρεπε η προίκα, έκτιζαν μέσα στο σπίτι ή τον ηλιακό, ένα είδος θρόνου. Το κρεβάτι χρησιμοποιήτο συχνά σαν κάθισμα και τα σεντόνια και άλλα υφάσματα χρησιμοποιούνταν σαν οροφή του θρόνου. Δεξιά από το γαμπρό στεκόταν κάποιος, είτε επρόκειτο για τον πρώτο κουμπάρο, είτε για τον αντιπρόσωπο του και κρατούσε ένα αναμμένο μεγάλο κερί. Αν για οικονομικούς λόγους το κερί ήταν λεπτό, το στερέωνε πάνω σε ένα μακρύ κοντάρι.

Μαζί με το κρασί που έτρεχε σαν ποτάμι, κατανάλωναν κατά τη διάρκεια της νύκτας και τα κουλούρια του γάμου, και άλλα εδέσματα όπως τυρί, αυγά, κρέας, φρούτα, ελιές κ.λ.π. Κατά τις πρωινές ώρες η γιορτή του γάμου γινόταν βακχική και διαρκούσε μέχρι να ξημερώσει, οπότε ολόκληρη η παρέα εύθυμη και ζωηρή, αποφάσιζε να εγκαταλείψει το σπίτι του γάμου. Το νεαρό ζευγάρι έπρεπε να παραμείνει στο θρόνο του μέχρι αργά το βράδυ. Ο γαμπρός σηκωνόταν κάποτε-κάποτε για να χαιρετίσει τους ξένους ή να τους κατευοδώσει, για να επιτηρήσει την υπηρεσία, ή για να μεριμνήσει μαζί με τους γονείς του για νέες προμήθειες φαγητού. Η καημένη όμως η νύφη δεν επιτρεπόταν να εγκαταλείψει το θέση της, παρά σπάνια. Χόρευε μόνο μία φορά, όταν άνοιγε το γαμήλιο χορό με τη πρώτη κουμπάρα της. Έπρεπε να συνεχίσει να κάθεται εκεί για ώρες, με το κεφάλι και τα μάτια της χαμηλωμένα. Αργά μέσα στη νύκτα τελείωναν οι χοροί και το νέο ζευγάρι συνοδευόμενο από τους γονείς, τους κουμπάρους, και τον ιερέα του χωριού οδηγείτο στο νυφικό δωμάτιο, κάτω από τους ήχους των βιολιών, των λαούτων και της ταμπουτσιάς. Η πρώτη κουμπάρα και ο πρώτος κουμπάρος κρατούσαν λαμπάδες και έδειχναν το δρόμο. Εκεί το νεαρό ζευγάρι έμενε μόνο ενώ έξω από το νυφικό δωμάτιο παρέμεναν οι άλλοι για να δουν τα κορασάτα της νιόνυφης. Το ζευγάρι περνούσε την πρώτη νύκτα του γάμου του, όχι πάνω στο νυφικό κρεβάτι, αλλά σε ένα στρώμα στο πάτωμα. Πάνω σε αυτό το στρώμα γινόταν η πρώτη ερωτική πράξη, αλλά όχι για τίποτα άλλο παρά για να αποδειχθεί ότι η νιόνυφη ήταν πράγματι παρθένα στους άλλους που περίμεναν έξω από το γαμήλιο δωμάτιο, ειδικά στα πεθερικά. Αφού τελείωνε η ερωτική πράξη, ο γαμπρός έβγαινε έξω και τους παρέδεινε τα ματωμένα σεντόνια για να δουν τα κορασάτα της νιόνυφης. Εφόσον ικανοποιούσε τους άμεσα ενδιαφερόμενους για το άσπιλο της παρθενίας της νιόνυφης, ο γαμπρός έπρεπε να πληροφορήσει με τη σειρά και τους υπόλοιπους χωριανούς. Άνοιγε το παράθυρο και άρχιζε τις πιστολιές και τους πυροβολισμούς για να τους στείλει τα καλά μαντάτα.

Το πρωί της Δευτέρας η μάνα της νιόνυφης έσφαζε ένα ζευγάρι νεογνών περιστεριών και τα έβραζε για να κάνει τη καθιερωμένη αυγολέμονη σούπα των νεόνυμφων. Οι κουμπάροι διοργάνωναν μια γιορτή με φαγοπότι, και έφερναν δώρα στο νεαρό ζευγάρι, τις περισσότερες φορές τρόφιμα, κρέας, πουλερικά και άλλα παρόμοια. Πολλοί προσκεκλημένοι προσέφεραν σαν δώρο και χρήματα η ρούχα,εξοπλισμό κ.λ.π. Αυτά τα δώρα δεν δίνονταν ποτέ τη μέρα πριν από το γάμο, αλλά την επομένη του γάμου, δηλαδή τη Δευτέρα και τα στοίβαζαν πάνω στο νυφικό κρεβάτι. Ο αρχικός λόγος πίσω από αυτή τη συνήθεια ήταν ότι εάν η νιόνυφη δεν ήταν παρθένα, ο γάμος διαλυόταν αμέσως και τα δώρα θα δίνονταν άδικα. 
Τη Δευτέρα η νύφη φορούσε το δευτερκάτικο της φόρεμα που ήταν συνήθως βαθύ μπλε ή μαύρο σαν ένδειξη της λύπης της που έχασε τη παρθενία της και το βράδυ που μαζευόταν ο κόσμος οι νεόνυμφοι χόρευαν και τους καρφίτσωναν λεφτά. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προσκεκλημένοι του γάμου τη Δευτέρα, κατά τη διάρκεια του συμποσίου έσπαζαν σκόπιμα διάφορα γυαλικά που συμβόλιζε το σπάσιμο του παρθενικού υμένα της νιόνυφης. Ιδιαίτερη τιμή έκανε ο προσκεκλημένος στο νεόνυμφο ζευγάρι, αν αφού καθόταν στο τραπέζι του γάμου και του προσφερόταν ένα πιάτο γεμάτο από το αγαπητό του φαγητό, κατάφερνε να το κτυπήσει τόσο δυνατά πάνω στο τραπέζι ώστε αυτό να σπάσει και να λεκιάσει με το φαγητό το τραπεζομάντιλο. Αν δεν έχετε καταλάβει ακόμη γιατί οι νεόνυμφοι κοιμόντουσαν στο στρώμα κάτω στο πάτωμα και όχι πάνω στο γαμήλιο τους κρεβάτι την πρώτη νύκτα του γάμου τους, διαβάζοντας το αυτό θα καταλάβετε.

Στα παλιά χρόνια οι γιορτές του γάμου διαρκούσαν μια ολόκληρη βδομάδα και ο γάμος τελείωνε τη μεθεπόμενη Κυριακή με τον αντίγαμο.
Πηγή:
http://noctoc-noctoc.blogspot.com/2008/02/blog-post.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου