Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

20 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ : Η ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΤΕΙΧΟΥΣ ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ





Περιμένω 20 χρόνια «ν’ ανθίσουν τα τοπία»
 
Σκέψεις ενός Γερμανού, που σε ηλικία εννέα ετών έζησε την πτώση του Τείχους 
 

«Αγαπημένε μου μπαμπά, χθες έπεσε το Τείχος. Το καναρίνι μου, ο Λούμπι, είναι καλά στην υγεία του». Ο Γιαν Σμιντ, ένα από τα παιδιά της ενοποίησης, όπως αποκαλούνται στη Γερμανία, ήταν 9 χρόνων τον Νοέμβριο του 1989. Ζούσε στο ανατολικό Βερολίνο, αλλά ο μπαμπάς του ήταν καπετάνιος και την πιο κρίσιμη ημέρα για τη μεταπολεμική ιστορία της χώρας βρισκόταν με το καράβι του στο Κολόμπο. Ο μικρός Γιαν τού έγραψε ένα γράμμα για να τον ενημερώσει για τις συνταρακτικές εξελίξεις. Το επόμενο Σάββατο η τάξη του ήταν άδεια, όλοι έσπευσαν να πάνε εκδρομή στη Δύση. Η γιαγιά του, ως συνταξιούχος, είχε δικαίωμα να ταξιδεύει στο δυτικό Βερολίνο και πριν από τη διάλυση της ανατολικής Γερμανίας. Του έλεγε «πάω στη χρυσή Δύση». Στο παιδικό του μυαλό είχε σχηματίσει την εικόνα μιας χώρας φτιαγμένης από χρυσάφι. Οταν πέρασε για πρώτη φορά στην άλλη πλευρά, απογοητεύτηκε. «Ηταν εξίσου βρώμικα με τη δική μας γειτονιά», λέει σήμερα ο 29χρονος κοινωνιολόγος. «Ενα από τα λίγα καλά ήταν ότι είχε παντού τσίχλες και δημητριακά. Ηταν είδη πολυτελείας για μένα. Μου τα έφερνε ο μπαμπάς από τα ταξίδια», λέει. Στην άλλη όχθη τούς υποδέχθηκαν με ένα χαρτονόμισμα των 100 μάρκων για το καλωσόρισμα. «Ο μπαμπάς μου δεν πήρε ποτέ το χαρτονόμισμα που δικαιούτο. Του το χρωστάνε ακόμη».

«Μας παρακολουθούσε η Στάζι και το ξέραμε. Επειδή ο μπαμπάς έλειπε σε ταξίδια εθεωρείτο δυνάμει απειλή. Παρόλο που και οι δύο γονείς μου ήταν μέλη του κόμματος. Σε ένα γράμμα προς τον μπαμπά μου η μαμά τού έγραψε: Κάνω μεγάλα γράμματα για να ταλαιπωρούνται οι πράκτορες. Δεν έγινε τίποτα», αφηγείται με ένα αδιόρατο χαμόγελο. «Δεν είχαμε τηλέφωνο. Πηγαίναμε σε μια γειτόνισσα. Ξέραμε πότε ξεκινάει η υποκλοπή γιατί ακούγαμε τον θόρυβο στο ακουστικό. Ηταν κάτι σχεδόν φυσιολογικό για μας τότε».

Πριν από λίγα χρόνια ο πατέρας του ζήτησε και είδε τον φάκελό του στη Στάζι. Ηταν τρομερά πληκτικός. «Σήμερα το πρωί πήγε μια βόλτα και γύρισε το μεσημέρι». Κάπως έτσι ήταν οι περισσότερες καταχωρίσεις. Τίποτα συναρπαστικό. Τους είχε διαφύγει όμως εντελώς ότι το 1981 γεννήθηκε ο Γιαν.

Η χαρά διαλύθηκε

Οι μνήμες του είναι αποσπασματικές, θυμάται ότι υπήρχε μια περιρρέουσα χαρά στο σπίτι μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών. Σύντομα διαλύθηκε. Μετά από λίγους μήνες και οι δύο γονείς του έμειναν άνεργοι. Τα διπλώματά τους κινδύνευαν να απαξιωθούν πλήρως κι υποχρεώθηκαν να μετεκπαιδευθούν για να ξαναβρούν δουλειά. Ηταν τυχεροί. Αλλοι συμπατριώτες τους ακόμη είναι άνεργοι. Στη γενέτειρά του, το Βιτενμπέργκε, μια πόλη μεταξύ Βερολίνου και Αμβούργου, χτισμένη πάνω στον Ελβα, από τους 33.000 κατοίκους έμειναν 18.000 μετά την ενοποίηση. «Εχει το δεύτερο μεγαλύτερο ρολόι μετά το Μπιγκ Μπεν», λέει με καμάρι. Οι τέσσερις μεγάλες βιομηχανίες που συντηρούσαν τον τοπικό πληθυσμό έκλεισαν μετά το 1990. Ανάμεσά τους και η βιομηχανία που κατασκεύαζε την ανατολικογερμανική εκδοχή των ραπτομηχανών Singer, που πωλούνταν με την ονομασία Veritas. Ενας από τους τομείς που άνθησαν μετά την επανένωση ήταν ο κατασκευαστικός κλάδος, καθώς όλα στο ανατολικό κομμάτι ξανάγιναν από την αρχή. Εργα υποδομής, όπως δρόμοι, γέφυρες, σιδηροδρομικό δίκτυο. Παράλληλα, σπίτια ανακαινίστηκαν με τις πλέον σύγχρονες προδιαγραφές και έτσι έκαναν χρυσές δουλειές για λίγα χρόνια οι εργάτες, οι υδραυλικοί, οι ηλεκτρολόγοι. Μόνο η αποβιομηχάνιση της ανατολικής Γερμανίας ακύρωσε όλο αυτόν τον οικοδομικό οργασμό. Το 1990 ο Χέλμουτ Κολ τους είχε τάξει «ανθισμένα τοπία». Τα περισσότερα ανακαινισμένα σπίτια στο Βιτενμπέργκε όμως έμειναν τελικά κενά.

Τι σκέφτεται σήμερα για την ενοποίηση ως ενήλικος πλέον, όχι ως παιδί που αγαπάει τις τσίχλες και τα κορν φλέικς για πρωινό; «Ζω ακόμη στο ανατολικό Βερολίνο. Δεν νομίζω ότι κάποιος μπορεί να καταλάβει ότι είμαι Ossi. Δεν φαίνεται. Οι άνθρωποι που ζουν στα φτωχά ανατολικογερμανικά κρατίδια, όπως η Σαξονία Ανχαλτ ή το Μεκλεμβούργο-Δυτική Πομερανία θα πρέπει να νιώθουν πιο έντονα την αποτυχία της σύγκλισης. Η γιαγιά μου δεν σταματάει να γκρινιάζει και να νοσταλγεί την ανατολική Γερμανία. Ισως φταίει και η άνοια», λέει ξεκαρδισμένος στα γέλια.


 

 Από γεωγραφική έγινε ταξική η σύγκρουση

Η μεγάλη συναυλία στην Πύλη του Βραδεμβούργου στο Βερολίνο, με την οποία γιορτάστηκε η 20ή επέτειος από την ενοποίηση των δύο Γερμανιών είχε χορηγό την Coca-Cola. Παρακμιακά ντόπια γκρουπάκια εναλλάσσονταν στη σκηνή φωνάζοντας διάσπαρτα και αόριστα συνθήματα όπως «Ζήτω η ελευθερία», ενώ μεσήλικα ζευγάρια χτυπούσαν ανόρεχτα παλαμάκια και ρουφούσαν κλεφτές γουλιές μπίρα. Αν ο καιρός δεν ήταν τόσο καλός, η συμμετοχή θα ήταν σαφώς μικρότερη. Η βασική εκδήλωση για τα 20χρονα έγινε άλλωστε στη Βρέμη. Από εκεί ο πρόεδρος της χώρας, Κριστιαν Βουλφ, εξήγγειλε ότι «το Ισλάμ επίσης ανήκει στη Γερμανία», μια φράση που διαμορφώνει την τρέχουσα ατζέντα του δημόσιου διαλόγου στη χώρα. Η έμφαση που έδωσε με την ομιλία του αυτήν στην ενσωμάτωση των μουσουλμάνων απηχεί την αλλαγή προτεραιοτήτων. Η πολιτική ηγεσία της χώρας θεωρεί ότι έχει ολοκληρωθεί η ενσωμάτωση των πρώην Ανατολικογερμανών και στρέφει πλέον την προσοχή της προς τη μεγαλύτερη θρησκευτική μειονότητα της χώρας. Ωστόσο, οι αριθμοί ανατρέπουν την παραπάνω εκτίμηση.

Η μετανάστευση συνεχίζεται

Περίπου 2,5 εκατ. Ανατολικογερμανοί εγκατέλειψαν τις εστίες τους την πρώτη δεκαετία και η μετανάστευση προς τη Δύση συνεχίζεται. Από την άλλη πλευρά, το 35% των πρώην Δυτικογερμανών πιστεύει σήμερα ότι περισσότερο επιβαρύνθηκε παρά ευεργετήθηκε από την επανένωση. Υπάρχει λοιπόν ακόμη χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών; Με συνέντευξή του στη βερολινέζικη εφημερίδα Taz ο κοινωνιολόγος Βόλφγκανγκ Ενγκλερ διατυπώνει μια ενδιαφέρουσα θέση: Η ανατολική Γερμανία ως συλλογική κοινότητα μνήμης φθίνει. Η οικονομική κρίση του 2009 αποδυνάμωσε τη σύγκρουση μεταξύ Ανατολής - Δύσης, αφού επηρέασε άμεσα και το δυτικό κομμάτι της χώρας. Συνεπώς η σύγκρουση μετατέθηκε από γεωγραφικό σε ταξικό επίπεδο. Από την άλλη, η Αγκελα Μέρκελ αποτελεί τη ζωντανή διάψευση ότι πρώην Ανατολικογερμανοί δεν μπορούν να ανέλθουν κοινωνικά και να καταλάβουν θέσεις εξουσίας. Ούτως ή άλλως, οι Ανατολικογερμανοί έχασαν τους πρώην κομμουνιστές ως αποκλειστικούς κομματικούς εκπροσώπους τους. Με τη δημιουργία του κόμματος της Αριστεράς υπό τον Δυτικογερμανό Οσκαρ Λαφοντέν και τη συνακόλουθη αύξηση της επιρροής του στο δυτικό κομμάτι της χώρας, το δίπολο Αριστερά - Δεξιά ήταν αυτό που επικράτησε της σύγκρουσης Ανατολή - Δύση.

«Παράλληλα με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας εξαφανίστηκε και η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Mόνο που, σε αντίθεση με τη ΛΔΓ, η πτώση της δεύτερης ήταν πολύ πιο αθόρυβη», αποφαίνεται ο συγγραφέας Μάρκους Φελντενκίρχεν στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Der Spiegel.


Της απεσταλμένης της "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ" στο Βερολίνο Ξενιας Κουναλακη

Πηγή:
http://www.ekathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_2_10/10/2010_418191



Κόκκινη νοσταλγία

ΕΦΗ ΓΑΖΗ | Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2005



«Ισως κάποιοι άνθρωποι σας πουν πως ο κόσμος που ζούμε βρίσκεται τώρα σε μια φάση σύγκλισης, πως το κάθε μέρος αρχίζει να μοιάζει με οποιοδήποτε άλλο, πως η διαφορά χάνει έδαφος έναντι μιας παγκόσμιας ομοιότητας. Αυτή τη στιγμή, η ιδέα μοιάζει και αλήθεια και ψέμα» λέει ο ήρωας του μυθιστορήματος του Μάλκολμ Μπράντμπερι «Τιμές Συναλλάγματος» όταν το αεροπλάνο του προσγειώνεται στη Σλάκα, μια φανταστική χώρα της Ανατολικής Ευρώπης. Σαν ήρωας του Μπράντμπερι αισθάνεται κανείς όταν επισκέπτεται τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Εκ πρώτης όψεως, το Τείχος του Βερολίνου έχει πέσει, MacDonald's ξεπηδούν σε κάθε γωνία, τεράστιες διαφημίσεις κυριαρχούν στους δρόμους, οι νέοι ακούνε αμερικάνικη ραπ. Ενα φάντασμα όμως πλανάται πάνω από την Ανατολική Ευρώπη και φέρει το όνομα ostalgie. Ο νεολογισμός είναι συνδυασμός της γερμανικής λέξης «Ανατολή» (Ost) και της νοσταλγίας και αναφέρεται στην έκρηξη της μνήμης του κομμουνισμού σε πολλές ανατολικές χώρες, με κυρίαρχη την πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Στο γερμανικό τηλεοπτικό κανάλι RTL, μια εκπομπή με τίτλο «Die DDR Show» παρουσιάζει την πρώην πρωταθλήτρια Καταρίνα Βιτ να αναπολεί τις «παλιές, καλές μέρες του κομμουνισμού». Στην ταινία του Βόλφγκανγκ Μπέκερ «Αντίο Λένιν», ο νεαρός Αλεξ κατασκευάζει για τη μητέρα του ένα είδος κομμουνιστικής ουτοπίας γεμάτης από μουσικές, τραγούδια, ήρεμη ζωή και πίστη σε ένα συλλογικό ιδανικό. Στην Πράγα και στη Μόσχα, καταστήματα πουλάνε τσιγάρα, ποτά, ηλεκτρικές συσκευές της κομμουνιστικής περιόδου για συλλέκτες και όχι μόνο. «Ημασταν καλύτερα όταν ήμασταν άσχημα» λένε πολλοί στα Τίρανα. 

* Το εμπόριο της μνήμης 
 
Μα τι συμβαίνει επί τέλους; Πόσο θα επηρεάσει η νοσταλγία τις πολιτικές κληρονομιές του κομμουνισμού; Βρισκόμαστε μπροστά σε μια αναθεώρηση της εμπειρίας του μεταπολεμικού κόσμου; Και πώς είναι δυνατόν; Οι αντιδράσεις έρχονται σαν ορμητικά κύματα. Ο Μπέκερ δέχθηκε σφοδρή κριτική για την ταινία «Αντίο Λένιν» στη Γερμανία. Μήπως ξέχασε τη Στάζι; Μήπως ξέχασε τον γραφειοκρατικό κομμουνισμό, τους διαφωνούντες, τη βία; Και τι είναι αυτές οι τηλεοπτικές εκπομπές αν όχι μια απόπειρα να νοσταλγήσει κανείς τον υπαρκτό σοσιαλισμό φορώντας ροζ γυαλιά και εξωραΐζοντας μια σκληρή πραγματικότητα. Στο κάτω κάτω, λένε μερικοί Δυτικογερμανοί κάνοντας ευθείες αναγωγές, κανείς δεν τολμά να μιλήσει έτσι για τη ναζιστική περίοδο. Από την άλλη πλευρά, εμφανίζονται οι «αισιόδοξοι» - αλλά και οι κυνικοί. Μην ανησυχείτε, ισχυρίζονται, ο καπιταλισμός εμπορευματοποιεί τα πάντα - ακόμη και τις μνήμες. Είναι ένα περαστικό φαινόμενο, μια μόδα. Είναι μια εμπορευματοποιημένη, εξιδανικευμένη εκδοχή του υπαρκτού σοσιαλισμού. Αγοράζει κανείς κονκάρδες με τον Λένιν, όπως αγοράζει δίσκους βινυλίου του Ελβις Πρίσλεϊ. 

H «κόκκινη νοσταλγία» στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ και οι πολιτισμικές πρακτικές που την περιβάλλουν είναι μια πολύ πιο σύνθετη κατάσταση. Στο βιβλίο της «The Future of Nostalgia» (2001), η ρωσικής καταγωγής Svetlana Boym αποπειράται την ανατομία αυτού του φαινομένου. Κατ' αρχάς η νοσταλγία δεν συνδέεται εξ ολοκλήρου με το παρελθόν αλλά και με το μέλλον, ισχυρίζεται η συγγραφέας αναφερόμενη σε αυτό που αποκαλεί «αναστοχαστική νοσταλγία» (reflective nostalgia). Δεν κατοικούμε το παρελθόν μας μέσα από τις νοσταλγικές μνήμες αλλά προσπαθούμε να ξαναχτίσουμε τον κόσμο γύρω μας διαχειριζόμενοι τραύματα, αβεβαιότητες, την αίσθηση της απώλειας. 

Εδώ και πολύ καιρό η αίσθηση της απώλειας κυριαρχεί στις κοινωνίες της Ανατολικής Ευρώπης. Αποτυπώνεται σε μια αγωνιώδη προσπάθεια «επανεγκατάστασης» σε πόλεις που αλλάζουν ονόματα, όπως συνέβη με την Πετρούπολη (πάλαι ποτέ Λένινγκραντ) ή έχουν μετατραπεί σε «πεδία μάχης της μνήμης», όπως το Βερολίνο μετά την πτώση του Τείχους. Νόστος και άλγος είναι συνδεδεμένα για τη συγγραφέα με τις «πολιτικές του χώρου», τόσο με την κυριολεκτική όσο και με τη μεταφορική έννοια του όρου. H νοσταλγία εκρήγνυται μέσα σε κοινωνίες που απώλεσαν ξαφνικά τον ίδιο τους τον περιβάλλοντα χώρο, αλλά και μεταστεγάστηκαν συλλήβδην και βίαια από τον όρο «σοβιετικό μπλοκ» στον όρο «πρώην σοβιετικό μπλοκ» μέσα στην κλυδωνιζόμενη πολιτική γεωγραφία της παγκοσμιοποίησης. Αν και η εικόνα τους παρέμεινε εξίσου σχηματοποιημένη στη δυτική φαντασία, η πραγματικότητά τους μεταβλήθηκε ριζικά. Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν υπάρχει. Γιουγκοσλαβία δεν υπάρχει. Στη θέση της Σοβιετικής Ενωσης αναδύθηκαν νέα πολιτικά σχήματα. Πόλεις άλλαξαν όνομα, πατρίδες χάθηκαν και άλλες σχηματίστηκαν στη θέση των παλιών. Και η περίφημη «Κεντρική Ευρώπη» χαρτογραφήθηκε ως μεταιχμιακός χώρος που υπονομεύει τη δυαδική αντίθεση ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση. H νοσταλγία έχει πολλά χρώματα, μας λέει η Boym. Ενα από αυτά είναι κόκκινο αλλά όλα μαζί συνθέτουν τον καμβά μιας επανεγκατάστασης στο χώρο - πραγματικό και φαντασιακό μαζί. 

* H «ψυχρή ειρήνη» 
 
Δεν είναι όμως μόνο η ανάγκη να ξανακατοικηθεί ο κόσμος που τροφοδοτεί την κόκκινη αλλά και τις άλλες νοσταλγίες στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Είναι και ο χρόνος που μοιάζει μετέωρος μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Ολόκληρες κοινωνίες βρέθηκαν αντιμέτωπες με την περίφημη «διαδικασία μετάβασης» στο τέλος της οποίας θα συναντούσαν την ελεύθερη αγορά και τη δημοκρατία. Σε αυτό το τελεολογικό σχήμα που ήλθε να υποκαταστήσει τις παλιές τελεολογίες του υπαρκτού σοσιαλισμού, η μετάβαση ήταν μια παροδική κατάσταση. Περισσότερο από 15 χρόνια μετά, η «μετάβαση» έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά μονιμότητας, μια γενιά μεγάλωσε μέσα της ενώ έχει τροφοδοτήσει ένα ολόκληρο πεδίο σκέψης το οποίο ο ρωσολόγος Stephen Cohen χαρακτήρισε κάπως ειρωνικά «μεταβασιολογία» (transitionology).
Τι σημαίνει όμως το να ζεις μονίμως σε «διαδικασία μετάβασης»; Σημαίνει πως ο χρόνος συστέλλεται και διαστέλλεται σταθερά. Σημαίνει ακόμη πως το μέλλον απομακρύνεται, και η προσφυγή στο παρελθόν - σ' ένα παρελθόν ασφάλειας και ηρεμίας - είναι παραμυθητική. Σημαίνει ακόμη ότι σταδιακά περιορίζονται οι βεβαιότητες γύρω από τις τελεολογίες της μετάβασης. Ηδη από τις αρχές του 1990, κάποιες εξελίξεις ήταν ανησυχητικές. H αμερικανίδα ανθρωπολόγος Katherine Verdery εξέθεσε στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο της «What was Socialism and what comes next?» (1996) τη διαπίστωση ότι η μετακομμουνιστική Ρουμανία αλλά και άλλες χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ παρουσίαζαν χαρακτηριστικά ανάλογα με αυτά της φεουδαρχίας. Ο κατακερματισμός της κυριαρχίας, η ιδιωτικοποίηση της εξουσίας και ο πραγματικός και συμβολικός ρόλος που αποδιδόταν στην έννοια «μαφία» σε ορισμένες κοινωνίες παρέπεμπαν, κατά την ανθρωπολόγο, σε φεουδαρχικές δομές ενώ η δημοκρατία λειτουργούσε μόνο στο επίπεδο της πολιτικής ρητορικής. 

Στην Ανατολική Ευρώπη λένε συχνά ότι τον «ψυχρό πόλεμο» διαδέχθηκε η «ψυχρή ειρήνη». Με την πτώση του Τείχους οι δρόμοι άνοιξαν αλλά για τους Δυτικούς, οι «Ανατολικοί» παρέμειναν ξένοι ή έγιναν γνωστοί κυρίως ως οικονομικοί μετανάστες. H πικρία και η ανασφάλεια τροφοδοτούν την κόκκινη νοσταλγία. Οπως παρατήρησε ο Αλεξ στην ταινία «Αντίο Λένιν», «δεν παρουσίασα τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας όπως ήταν αλλά όπως θα θέλαμε να ήταν». 

H κυρία Εφη Γαζή είναι λέκτωρ της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

Πηγή:
 http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=114&artid=164505&dt=27/02/2005#ixzz12VD4dePs





Ντοκουμέντα ζωής από την πτώση του Τείχους
 
Εκθεση στο Ιστορικό Μουσείο του Βερολίνου με αφορμή τα 20 χρόνια της επανένωσης
 
Ανταπόκριση από το Βερολινο της Μαριας Pηγουτσου

Ενα λευκό Trabant χωρίς ρόδες και φανάρια πεταμένο στην κυριολεξία στον κάλαθο των αχρήστων. Μια φωτογραφία του Πέτερ Κνέφελ, τραβηγμένη στις 11 Ιουλίου του 1990 στο Ανατολικό Βερολίνο, είναι ένα από τα ντοκουμέντα που παρουσιάζονται στο Ιστορικό Μουσείο της γερμανικής πρωτεύουσας στο πλαίσιο της έκθεσης «1990 - Ο δρόμος προς την ένωση».

Το αυτοκίνητο - σύμβολο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας στα σκουπίδια της Ιστορίας; Τόσο απλά δεν είναι τα πράγματα. Φέτος στις 3 Οκτωβρίου συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από την επανένωση των δύο Γερμανιών ύστερα από μια σειρά καταιγιστικών γεγονότων, των οποίων την εξέλιξη κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει.

Εντεκα μόλις μήνες μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας θα διαλυόταν και θα προσχωρούσε στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας με τη συγκατάθεση των νικητριών δυνάμεων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: των ΗΠΑ, της Σοβιετικής Ενωσης, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας. Μια καθόλου αυτονόητη εξέλιξη αν αναλογιστεί κανείς τον σκεπτικισμό και τον φόβο τους για τη δημιουργία και πάλι μιας ισχυρής Γερμανίας με αρωγό της το ακαταμάχητο γερμανικό μάρκο. Το ισχυρό αυτό νόμισμα φοβόταν κυρίως η γειτονική Γαλλία και όπως αποκάλυψε το περιοδικό Der Spiegel (Nr.38/27.9.10) λίγες ημέρες πριν από τη μεγάλη επέτειο της γερμανικής επανένωσης, ο Γάλλος τότε πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν έδωσε τη συγκατάθεσή του στον τότε καγκελάριο Χέλμουτ Κολ, με αντάλλαγμα η Γερμανία να δεχθεί την επίσπευση της νομισματικής ένωσης. Για πολλούς τότε η νομισματική ένωση έμοιαζε άπιαστο όνειρο με τις διαφορές που χώριζαν τις δύο χώρες. Οπως γράφει το γερμανικό περιοδικό, ο Μιτεράν προειδοποιούσε την κυβέρνηση τότε στη Βόννη πως αν προχωρούσε σε επανένωση, η Γερμανία θα βρισκόταν τόσο απομονωμένη όσο το 1913 όταν η γερμανική αυτοκρατορία είχε να αντιμετωπίσει τη βρετανογαλλορωσική συμμαχία.

Υστερα από μαραθωνίους διπλωματικών διαβουλεύσεων -και χωρίς τότε η κοινή γνώμη να έχει πάρει μυρωδιά από όλα αυτά- Μιτεράν και Κολ μετέτρεψαν το διπλωματικό πόκερ σε μεγάλη νίκη. Οπως σημειώνει το Spiegel o Μιτεράν βοήθησε τον Κολ να μείνει στην Ιστορία ως ο καγκελάριος της γερμανικής επανένωσης και ο Κολ χάρισε στον Μιτεράν το μεγαλύτερό του πολιτικό θρίαμβο, να πάρει από τα χέρια των Γερμανών το μάρκο, το ισχυρότερο νόμισμα της Ευρώπης και στη θέση του να βάλει το ευρώ. «Πιθανότατα η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ενωση δεν θα είχε γίνει χωρίς τη γερμανική επανένωση», εκτιμά και ο πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας Καρλ Οτο Πελ. Επισήμως,, πάντως, η γερμανική κυβέρνηση δεν αποδέχεται αυτή την εκδοχή, αλλά και μέλη τής τότε κυβέρνησης, όπως ο υπουργός Οικονομικών Τέο Βάιγκελ αρκείται να παραδεχθεί «πως η νομισματική ένωση συνέβαλε στο να διαλυθεί ένα κλίμα δυσπιστίας απέναντι στους συμμάχους».

Αίτημα της εποχής
Αντάλλαξε δηλαδή ο Κολ το μάρκο με την επανένωση των δύο Γερμανιών; Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα κρίνουν πόση αλήθεια υπάρχει στις έρευνες του έγκυρου γερμανικού περιοδικού. Η επανένωση όμως ήταν ένα καίριο αίτημα της εποχής εκείνης. Μέσα από τις δεκάδες φωτογραφίες, τηλεοπτικά ρεπορτάζ, έγγραφα και εφημερίδες που παρουσιάζονται στο Ιστορικό Μουσείο του Βερολίνου, διαφαίνεται η ανάγκη της πλειονότητας των Ανατολικογερμανών για αλλαγές. Το αίτημα δεν ήταν μόνο μπανάνες και καταναλωτικά αγαθά, αλλά και ελευθερία έκφρασης και ελευθεροτυπίας. Το σύνθημα στις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας «Εμείς είμαστε ο λαός» μετατράπηκε στο «Εμείς είμαστε ένας λαός».

Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, εκπρόσωποι των αντιπολιτευόμενων ομάδων συναντιούνταν με εκπροσώπους του παλιού καθεστώτος που ήθελαν μεταρρυθμίσεις και συζητούσαν. Ενα από τα πρώτα αιτήματα ήταν η κατάργηση του υπουργείου για την Κρατική Ασφάλεια, η προετοιμασία ελεύθερων εκλογών και ενός Συντάγματος. Το αίτημα για επανένωση δυνάμωνε, αλλά υπήρχαν και οι αντίθετες φωνές που έκαναν λόγο για ξεπούλημα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Ομοσπονδιακή Γερμανία. Στις 28 Νοεμβρίου του 1989 ο καγκελάριος Κολ πέρασε δυναμικά στην αντεπίθεση με ένα «σχέδιο 10 σημείων», τα οποία θα βοηθούσαν στο να ξεπεραστούν οι δυσκολίες. Ενα από αυτά ήταν η οικονομική και νομισματική ένωση ήδη από την 1η Ιουλίου του 1990.

Αποσύνθεση
Η αποσύνθεση της χώρας είχε αρχίσει πάντως για τα καλά και ήδη το 1989 περίπου 344.000 άνθρωποι είχαν διαφύγει στο εξωτερικό. Η βιομηχανική παραγωγή είχε σχεδόν παραλύσει και η χρεοκοπία της χώρας ήταν θέμα μηνών. Στις 15 Ιανουαρίου διαδηλωτές κατέλαβαν το υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας. Τα περισσότερα μέλη του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος αποχώρησαν και στη θέση του ιδρύθηκε το Κόμμα του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού. Στις 18 Μαρτίου του 1990 διεξάγονται οι πρώτες ελεύθερες εκλογές στις οποίες συμμετέχουν 24 κόμματα και πολιτικοί συνδυασμοί. Πρώτη δύναμη με 48% αναδεικνύεται η «Συμμαχία για τη Γερμανία», η οποία πρεσβεύει μια οικονομική αγορά με κοινωνικό πρόσωπο. Ακολουθούν οι Σοσιαλδημοκράτες με 21,9%, ενώ και το Κόμμα του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού καταφέρνει να συγκεντρώσει 16,4%. 

Παράλληλα οι διεθνείς διπλωματικές διαβουλεύσεις είναι πυρετώδεις σε σημείο που ο καγκελάριος Κολ να φοβάται ακόμα και για τη ζωή του υπουργού του των Εξωτερικών Χανς Ντίντριχ Γκένσερ, ο οποίος αντιμετωπίζει προβλήματα με την καρδιά του. Ο φόρτος εργασίας αλλά και οι συγκινήσεις είναι μεγάλες. Στις 12 Σεπτεμβρίου πάντως του 1990 υπεγράφη στη Μόσχα η συμφωνία με την οποία η Γερμανία επανακτούσε τα κυριαρχικά της δικαιώματα και ο δρόμος για την επανένωση ήταν και τυπικά ελεύθερος.

Προηγουμένως, πάντως, σε μια δραματική ολονύχτια συνεδρίαση της Βουλής στην Ανατολική Γερμανία, τη νύχτα της 22ας προς 23η Αυγούστου, 294 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της προσχώρησης της χώρας στη Δυτική Γερμανία την 3η Οκτωβρίου του 1990. Δύο μήνες αργότερα, στις 2 Δεκεμβρίου, θα διεξάγονταν οι πρώτες ελεύθερες παγγερμανικές εκλογές από το 1932, με πρώτη δύναμη τη Χριστιανική Ενωση να συγκεντρώνει 43,8% των ψήφων.

Δεν βρήκαν τον παράδεισο στη Δύση
Είκοσι χρόνια, λοιπόν, συμπληρώνονται φέτος από τη γερμανική επανένωση. Ενας λαός, δύο διαφορετικές κοσμοθεωρίες για κάποια χρόνια. Οι Ανατολικογερμανοί δεν είναι πάντως καθόλου σίγουρο πως βρήκαν τον παράδεισο στη Δύση. Σύμφωνα με έρευνες που έκανε ο καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λειψίας Ελμαρ Μπρέλερ και οι οποίες συγκεντρώνονται στο βιβλίο του με τον τίτλο «20 χρόνια γερμανική επανένωση - πτυχές μιας διαιρεμένης πραγματικότητας» μόνο το 48,6% πιστεύει πως η πτώση του Τείχους έφερε τις πολυπόθητες αλλαγές. Αντίθετα, οι Ανατολικογερμανοί όλα αυτά τα χρόνια είχαν την ευκαρία να μάθουν από πρώτο χέρι τι σημαίνει ανεργία, χαμηλότεροι μισθοί, εσωτερική μετανάστευση.

Πηγή:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_10/10/2010_417945

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου