Ένα σχόλιο πριν από την ανάγνωση του άρθρου
Η εφαρμογή του περιβόητου ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ και των μέτρων της ΔΥΝΑΣΤΡΙΑΣ ΤΡΟΪΚΑΣ βρήκαν, για την κυβέρνηση του ΓΑΠ σαν εύκολους στόχους τους μισθωτούς και συνταξιούχους και τους ρήμαξαν και όπως φαίνεται θα συνεχίσουν να τους ρημάζουν.
Όμως όλοι όσοι έχουμε επισκεφθεί στη ζωή μας κάποιο νυκτερινό κέντρο, έχουμε αγοράσει κάποιο πίνακα ζωγραφικής ή έχουμε εμπλακεί με κάποιο τρόπο στα δίκτυα των γραφικών τεχνών της διαφήμισης αλλά και του ευρύτερου καλλιτεχνικού χώρου, έχουμε πάρει μια γεύση της εμφανούς φοροδιαφυγής στους καλλιτεχνικούς χώρους. Λεφτά υπάρχουν όπως έλεγε ο ΓΑΠ μόνο που αντί να τα αναζητήσει εκεί που πρέπει, η κυβέρνησή του, στύβει σαν λεμονόκουπες μισθωτούς και συνταξιούχους.
Γιατί σας τα γράφω αυτά; Γιατί έτυχε να διαβάσω μέσα στην εβδομάδα που μας πέρασε ένα ενδιαφέρον άρθρο της «Καθημερινής της Κυριακής» (3.10.2010) που αναφέρεται στο μαύρο χρήμα που υπάρχει στις Τέχνες.
Προς Θεού μόνο μην γενικεύσουμε το θέμα γιατί είναι γνωστό ότι υπάρχει και ένα μεγάλο πλήθος καλλιτεχνών που φυτοζωούν και έχουν την ανάγκη συμπαράστασης της Πολιτείας. ‘Όμως είναι αλήθεια ότι μέσα στην κατ’ όνομα «σοσιαλιστική κοινωνία» του «σοσιαλιστικού» ΠΑΣΟΚ του Μνημονίου μάλλον μάταια την αναμένουν.
κγ
Ανθεί κυρίως μέσα στους χώρους μαζικής ψυχαγωγίας
Εικονικά εισιτήρια, διπλές ταμειακές μηχανές, μαύρες αμοιβές τραγουδιστών, offshore εταιρείες, διπλά συμβόλαια σε ηθοποιούς, έργα τέχνης που διακινούνται χωρίς παραστατικά σε πορτ μπαγκάζ αυτοκινήτων. Η οικονομική πραγματικότητα του πολιτισμού συχνά είναι στολισμένη με αδήλωτη εργασία και μπόλικο μαύρο χρήμα. Κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ο χώρος της μαζικής ψυχαγωγίας, όπου διαδραματίζεται ένα περίπλοκο παιχνίδι φοροδιαφυγής, ίσως και ξεπλύματος χρήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το σύνολο των μαγαζιών, τα μισά δηλώνουν στην εφορία ζημία...
Η τέχνη του μαύρου χρήματος
Παραγωγοί και διακινητές έργων πολιτισμού παραπονιούνται συχνά για την αστοργία της Πολιτείας, για την οικονομική δυσπραγία τους και για τη μη αναγνώριση της υψηλής τους αποστολής. Εν μέρει ή και εν όλω έχουν δίκιο. Ταυτόχρονα, όμως, αποκρύπτεται ότι η οικονομική πραγματικότητα του πολιτισμού συχνά είναι στολισμένη με φοροδιαφυγή, αδήλωτη εργασία και άφθονο μαύρο χρήμα. Κεντρικός πρωταγωνιστής σε αυτό το διαρκές πάρτι ανομίας είναι ο χώρος της μαζικής ψυχαγωγίας: μουσικά μαγαζιά της νύχτας, αλλά και τηλεοπτικές ψυχαγωγικές παραγωγές. Πίσω από τις φωτεινές επιγραφές και τις γιγαντοαφίσες, διαδραματίζεται ένα περίπλοκο παιχνίδι φοροδιαφυγής, ίσως και ξεπλύματος χρήματος, με εικονικά εισιτήρια, διπλές ταμειακές μηχανές, εικονικά ημερομίσθια, μαύρες αμοιβές τραγουδιστών, offshore εταιρείες γνωστών σταρ, μαύρα κέρδη από λουλούδια, πάρκινγκ, γκαρνταρόμπες, ποτά «μπόμπες» και ντιλ με μίζες για χοροεσπερίδες. Απ' όλο αυτό δε το κύκλωμα μαγαζιών, τα μισά δηλώνουν στην εφορία ότι λειτουργούν με ζημία...
Παρόμοια κατάσταση επικρατεί στις παραγωγές ψυχαγωγικών προγραμμάτων για την τηλεόραση: ημερομίσθια χωρίς ένσημα, αμοιβές με μαύρα, ελλιπή παραστατικά, συστηματική διαφυγή φορολογητέας ύλης.
Στον χώρο των εκδόσεων και της εικαστικής παραγωγής, ο τζίρος είναι αισθητά μικρότερος, αλλά και η παραοικονομία πολύ περιορισμένη έως ανύπαρκτη. Τον τόνο, ωστόσο, τον δίνουν οι ντόπιες μικροβιομηχανίες ψυχαγωγίας, οι οποίες όχι μόνο φοροδιαφεύγουν αλλά, επιπλέον, ορίζουν το πλαίσιο διαφθοράς και εξαχρείωσης και για τους ελεγκτικούς μηχανισμούς του κράτους: διότι όλοι ξέρουν τι παίζεται πίσω από τις μαρκίζες, «πρώτο τραπέζι πίστα», και όλοι προσποιούνται ότι δεν βλέπουν...
Εργα αξίας χωρίς τιμή πώλησης
Η αγορά έργων τέχνης επί μακρόν εκινείτο σε οικοτεχνικό επίπεδο και με τζίρο πολύ μικρό σε σχέση με άλλους τομείς καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Δύο είναι οι κύριες πηγές πώλησης: οι γκαλερί και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες. Οι μεν γκαλερί αντιπροσωπεύουν δικούς τους, ζώντες ή εκλιπόντες καλλιτέχνες, και διαθέτουν απόθεμα (depos) έργων· εκ παραλλήλου, διενεργούν και δευτερογενές εμπόριο, διακινώντας παλαιά έργα προερχόμενα από ιδιωτικές συλλογές, κληρονομιές, ανταλλαγές κ.λπ.
Εως τη δεκαετία του ’90, τα έργα διεκινούντο χωρίς πολλές φορολογικές διατυπώσεις, χωρίς δελτία αποστολής, και πολλές πωλήσεις διεξάγονταν χωρίς τιμολόγια. Σταδιακά, η κατάσταση έχει εξομαλυνθεί και πολλά έργα, τουλάχιστον από τις σοβαρές γκαλερί, διακινούνται και πωλούνται με παραστατικά. Με πλήρη παραστατικά διακινούνται τα έργα και μέσω των οίκων δημοπρασιών.
Η κατάσταση παραμένει ανεξέλεγκτη στον χώρο των ανεξάρτητων ντίλερ: έργα μεγάλης αξίας διακινούνται χωρίς παραστατικά, σε πορτ-μπαγκάζ πολυτελών αυτοκινήτων, από αποθήκες προς επαύλεις. Χωρίς παραστατικά ή με υποτιμολογήσεις πωλούνται συχνά και τα έργα από τα ατελιέ καλλιτεχνών απευθείας στους συλλέκτες. Οι συλλέκτες, συνήθως άνθρωποι μεγάλης οικονομικής επιφάνειας, δεν χρειάζονται παραστατικά εφόσον δεν μπορούν να τα περάσουν στα ατομικά έξοδά τους, εκτός κι αν τα έργα πρόκειται να ενταχθούν σε εταιρική συλλογή, οπότε απαιτείται πραγματικό τιμολόγιο. Το τιμολόγιο αυτό το εκδίδει συνήθως η γκαλερί ή ο ντίλερ που αντιπροσωπεύει τον καλλιτέχνη.
Μια σημαντική παράμετρος που διευκολύνει τη διακίνηση μαύρου χρήματος και τη φοροδιαφυγή είναι η ανυπαρξία επίσημων αξιολογήσεων και εκτιμήσεων των έργων τέχνης ως κινητών περιουσιακών στοιχείων. Το κενό αυτό δυσχεραίνει και τον προσδιορισμό φόρου κληρονομιάς, σε σχέση με έργα τέχνης: τα έργα μπορούν κάλλιστα να χαρακτηριστούν ως άνευ αξίας και δεν συνιστούν φορολογικά τεκμήρια. Οι αξίες μπορούν να οριστούν μόνο εμμέσως και μόνο από εκπαιδευμένους και έμπειρους ελεγκτές (που βέβαια δεν υπάρχουν ούτε προβλέπονται...), βάσει τιμών που επιτυγχάνονται στις δημοπρασίες, είτε βάσει των τιμών πώλησης στις εκθέσεις, επί των οποίων πάντως γίνεται γενναία έκπτωση.
Ζημιογόνα τα μισά κέντρα διασκέδασης
Της Γιουλης Eπτακοιλη
Στα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης έχει στηθεί, εδώ και αρκετά χρόνια, μια από τις μεγαλύτερες μηχανές παραγωγής μαύρου χρήματος. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ΣΔΟΕ, από τα 1.600 κέντρα διασκέδασης και μπαρ με μουσική, τα μισά εμφανίζονται ζημιογόνα και μόλις το 6% του συνόλου δηλώνει καθαρό εισόδημα πάνω από 80.000 ευρώ!
Αυτομάτως εγείρονται ερωτήματα: κλείνουν άραγε οι ζημιογόνες επιχειρήσεις; Εχει πραγματοποιηθεί ποτέ έλεγχος για το «πόθεν έσχες» των ιδιοκτητών, για να εξεταστεί η συμβατότητα των περιουσιακών στοιχείων των ιδιοκτητών με τα δηλωμένα τους έσοδα; Ανάμεσα σε πολλές απορίες, υπάρχει μία και μοναδική βεβαιότητα: στη νύχτα τα μαύρα λεφτά είναι πάρα πολλά.
Ο τρόπος με τον οποίο αποκρύπτονται τεράστια ποσά, έχει μεν τα χαρακτηριστικά λαβύρινθου, αλλά δεν είναι αδύνατο να χτυπηθεί στη ρίζα. Από τη μία, δηλαδή, μπορεί να ισχύει η παροιμία «όσο εξελίσσονται οι κλειδαριές, εξελίσσονται και οι κλέφτες», από την άλλη, όμως, με κατάλληλες κινήσεις, και τα μαύρα της νύχτας θα μειωθούν δραματικά αλλά και η διαπλοκή μεταξύ επιχειρηματιών της νύχτας και εκπροσώπων δημοσίων φορέων θα υποστεί καίριο πλήγμα.
Οι μαρτυρίες ανθρώπων που δουλεύουν σε μουσικά κέντρα της νύχτα εδώ και πολλά χρόνια, είναι αποκαλυπτικές. Διότι γνωρίζουν από πρώτο χέρι τους σκοτεινούς δρόμους του μαύρου χρήματος. Για ευνόητους λόγους, όλοι οι άνθρωποι που μας μίλησαν ήθελαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους.
Φανερός και κρυφός τζίρος
«Για να βρούμε τον τζίρο ενός μαγαζιού σε μία ημέρα», μας λέει γνώστης του χώρου, «πρέπει να κάνουμε το εξής: Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ένα μαγαζί το οποίο χωράει πεντακόσια άτομα. Πρέπει να πολλαπλασιάσουμε τον αριθμό 500 επί τη μέση κατανάλωση, η οποία είναι το εισιτήριο και το δεύτερο ποτό. Ο συνδυασμός του μέσου όρου του εισιτηρίου μαζί με ένα ποτό ακόμη είναι ο μέσος όρος κοστολόγησης του κάθε πελάτη.
Αν δηλαδή η είσοδος κοστίζει 20 ευρώ και το δεύτερο ποτό 10 ευρώ, πολλαπλασιάζουμε τα 30 ευρώ με το 500 και έχουμε 15 χιλιάδες ευρώ. Απ' αυτές τις 15 χιλ., οι 7,5 χιλ. είναι το κόστος για τους τραγουδιστές, τους μουσικούς, τους ηχολήπτες, τους φωτιστές και τα μηχανήματα, το συνολικό κόστος του προγράμματος, δηλαδή, και οι υπόλοιπες 7,5 χιλ. πηγαίνουν στην επιχείρηση. Το 50/50 είναι μια υγιής σχέση. Πολύ συχνό φαινόμενο, είναι να προσλαμβάνουν τους μουσικούς με κανονική σύμβαση ΙΚΑ και να παρουσιάζουν μια μισθοδοσία. Αυτή η μισθοδοσία, φυσικά, βρίσκεται στο κατώτατο επίπεδο, οπότε υπάρχει απόκρυψη και φοροδιαφυγή.
Επίσης, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις τραγουδιστών που προσλαμβάνονται αντίστοιχα. Κι εκεί η απόκρυψη χρήματος είναι πολύ μεγάλη. Δηλαδή, μπορεί να φαίνεται ότι ένας τραγουδιστής παίρνει πεντακόσια ευρώ και να παίρνει στην πραγματικότητα 2,5 - 3 ή 4 χιλιάδες ευρώ. Τα υπόλοιπα είναι μαύρα. Στη νύχτα, οι αμοιβές των τραγουδιστών είναι σύννομες στην καλύτερη των περιπτώσεων σε ένα ποσοστό 50%, και στη χειρότερη σε ένα ποσοστό που δεν φθάνει ούτε στο 10%».
Τα νούμερα είναι εντυπωσιακά. Πιο εντυπωσιακοί ακόμη είναι οι τρόποι που σκαρφίζονται οι επιχειρηματίες για να αποκρύπτουν έσοδα και κατά συνέπεια να χάνει έσοδα το κράτος.
Τα στοιχεία του ΣΔΟΕ
Συγκεκριμένα στοιχεία του ΣΔΟΕ αποκαλύπτουν το μεγάλο «πανηγύρι» του μαύρου χρήματος:
- Από την έναρξη της εφαρμογής του νέου φορολογικού νόμου, την περίοδο Απριλίου - Μαΐου 2010 και μόνο για την Αττική, έχουν διενεργηθεί 802 έλεγχοι σε κέντρα διασκέδασης - χώρους μαζικής εστίασης, έναντι 501 την αντίστοιχη περίοδο του 2009. Οι έλεγχοι έχουν βρει 449 παραβάτες (έναντι 210 το 2009) και έχουν καταγράψει συνολικά 23.021 παραβάσεις (έναντι μόλις 860 το 2009).
- Από τα 1.600 κέντρα διασκέδασης ανά την επικράτεια, περίπου τα μισά εμφανίζονται ζημιογόνα. Τα υπόλοιπα εμφανίζουν ιδιαίτερα χαμηλά κέρδη. Συγκεκριμένα, τα 361 δηλώνουν καθαρό εισόδημα κάτω από 15.000 ευρώ, 311 από 15.000 έως 80.000 ευρώ και μόλις 97 (το 6% του συνόλου) πάνω από 80.000 ευρώ.
Λουλούδια και διπλές ταμειακές
Οι τρόποι που σκέφτονται οι επιχειρηματίες της νύχτας για να αποκρύπτουν έσοδα δεν στερούνται φαντασίας. «Ενας τρόπος είναι να μην κόβονται εισιτήρια στην είσοδο», εξηγεί στην «Κ» εργαζόμενος στον χώρο. «Ενας άλλος τρόπος είναι να μην τιμολογούνται με ταμειακή μηχανή τα δεύτερα και τρίτα ποτά. Υπάρχουν διπλές μηχανές που εκδίδουν αποδείξεις. Η μία εκδίδει αποδείξεις μόνο για ένα τμήμα των εσόδων. Και όταν είναι να έρθει ένας ελεγκτικός μηχανισμός τότε εμφανίζουν για εκείνη μόνο την ημέρα την αληθινή ταμειακή μηχανή, οπότε το μαγαζί είναι σύννομο τουλάχιστον ως προς τις εισόδους του. Ενας άλλος μηχανισμός είναι η υπερτιμολόγηση της αγοράς των λουλουδιών. Είναι μια καθαρά μαύρη διαδικασία και μάλιστα πολλοί από τους γνωστούς τραγουδιστές παίρνουν και ποσοστό από τα λουλούδια.
»Επίσης, μαύρα χρήματα αποδίδουν τα πρώτα τραπέζια. Οι πρώτες σειρές των τραπεζιών σε κάποια κυριλέ μαγαζιά πωλούνται σε εξωφρενικές τιμές. Μπορεί να φτάσουν σε μυθώδη ποσά. Είναι η ίδια συλλογιστική με τις μπροστινές ξαπλώστρες στη Μύκονο. Το μεγάλο μεροκάματο κάποιου τραγουδιστή δεν προέρχεται μόνο από την αμοιβή του, αλλά και από την επανακυκλοφορία του μαύρου χρήματος. Γίνεται ένας εσωτερικός κύκλος. Δεν περιμένει μεγάλο μαγαζί να βγάλει λεφτά από τα πενήντα ευρώ που μπορεί να πληρώσει κάποιος πελάτης. Αντίστοιχα συμπληρωματικά έσοδα υπάρχουν από τα πάρκινγκ, τα περισσότερα από τα οποία είναι παράνομα. Υπάρχουν φυσικά και άλλες κομπίνες πολύ πιο χυδαίες, όταν για παράδειγμα κάποιος τιμολογεί ποτά -με πλαστά τιμολόγια- ως κανονικά, ενώ είναι “μπόμπες”. Φανταστείτε εκατό μπουκάλια ουίσκι που υποτίθεται είναι μάρκες, ενώ στην πραγματικότητα είναι φτιαγμένα σε κάποιο εργαστήριο της Αττικής».
Οι ιδιοκτήτες και οι «λαγοί»
Εξαιρετικά προσφιλής όρος στη νύχτα είναι οι εταιρείες off shore, τις οποίες διαθέτουν επιχειρηματίες και τραγουδιστές. «Πολλοί τραγουδιστές έχουν off shore», εξηγούν στην «Κ».
«Οτιδήποτε ποσό εισπράττουν, εξάγεται απευθείας. Αν κάποιος έχει βάλει τον εαυτό του ως κεντρικό διαχειριστή της off shore και δεν είναι Ελληνας πολίτης, δεν έχει καμία δικαιοδοσία πάνω του το ελληνικό δημόσιο. Σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζονται άλλοι ως ιδιοκτήτες off shore από τους πραγματικούς».
Υπάρχει τρόπος να χτυπηθούν αυτά τα φαινόμενα; Ολοι οι άνθρωποι με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή συμφωνούν ότι πρέπει να απαγορευθεί στον οποιονδήποτε έχει να κάνει με μαγαζιά να διαθέτει ατομική επιχείρηση.
«Πρέπει να γίνει μετατροπή όλων αυτών των επιχειρήσεων σε ανώνυμες εταιρείες, ή τουλάχιστον σε εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, με βιβλία πρώτης και δεύτερης τάξης. Γιατί πολλές φορές στα μαγαζιά ο ιδιοκτήτης δεν έχει την άδεια στα χέρια του. Εχει ένα “λαγό”. Δεν φαίνεται ο ίδιος. Εχει βάλει έναν σερβιτόρο, την ξαδέλφη του πατέρα του ή κάποιον άλλο με αντικειμενικά χαμηλό εισόδημα.
Επίσης, μπορεί ο ελεγκτής να στηθεί έξω από ένα μαγαζί και να μετράει πόσοι μπαίνουν. Και μετά να εξετάσει αν έχουν κοπεί τα αντίστοιχα εισιτήρια. Βέβαια, οι φορολογικές υποθέσεις, αν γίνει μια καταγγελία και φτάσουν κάπου, αποσβαίνονται σε εννέα χρόνια. Αν έχεις έναν κολλητό εφοριακό και την κλειδώσει σε ένα συρτάρι, τελείωσε... Γι’ αυτό στο εξωτερικό σκέφτονται να εγκαταστήσουν τη λεγόμενη χρέωση μέσω κινητού. Θα υπάρχει ένα ειδικό μηχάνημα που θα τσεκάρει τη χρέωση και το οποίο έχει αδειοδοτηθεί από την εφορία. Δεν είναι τυχαίο ότι πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχει το μοντέλο των νυχτερινών μαγαζιών της Ελλάδας.
Αν αλλάξει αυτή η νοοτροπία, θα αλλάξει και ο τρόπος διασκέδασης. Δεν θα πηγαίνει κανείς να κάθεται πέντε ώρες μέσα σε ένα μαγαζί με καπνούς. Είναι θλιβερό να βλέπεις τους γέροντες, σε χοροεσπερίδες των συλλόγων τους, να κοιμούνται όρθιοι και να πέφτουν πάνω στο πιάτο».
Ο χορός της κομπίνας
«Μια άλλη κομπίνα είναι οι χοροί οι οποίοι προαγοράζονται. Εκεί υπάρχουν και οι λεγόμενοι ντίλερ χορών. Ανθρωποι οι οποίοι πηγαίνουν σε συλλόγους -από συλλόγους τραπεζών μέχρι γυμναστικούς- και προτείνουν χοροεσπερίδες σε κέντρα όπου εμφανίζονται γνωστοί καλλιτέχνες. Τους “πουλούν” χαμηλή τιμή την οποία σχεδόν κανείς δεν αρνείται, παίρνουν τα λεφτά σε μετρητά, τα δίνουν στον επιχειρηματία και παίρνουν τη μίζα τους. Και φυσικά δεν κόβεται κανένα παραστατικό.
»Το ίδιο ακριβώς γίνεται και με τα σχολεία από την περιφέρεια. Πηγαίνουν διακόσια παιδιά σε ένα κέντρο και πληρώνουν δέκα ευρώ το καθένα. Και κανείς δεν δίνει παραστατικό ούτε σε αυτά, ούτε στους γονείς τους, ούτε στον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων».
Η νομιμότητα κυριαρχεί στον χώρο των εκδόσεων
Tης Oλγας Σελλα
Δελτία αποστολής, παραστατικά και εγγραφές παντού: είναι εξαιρετικά δύσκολο σε εκδότες, τυπογράφους, βιβλιοπώλες και συγγραφείς να κλέψουν την εφορία ή ο ένας τον άλλον. Aπό τα μέσα του ’90, οπότε γενικεύτηκε το καθεστώς των δελτίων αποστολής και έγιναν πολύ αυστηρές οι ποινές, ουδείς στον χώρο του βιβλίου διακινεί κάτι χωρίς να έχει σε κάθε φάση μεταφοράς του προϊόντος του αυτό το μαγικό χαρτί. Hταν η εποχή που οι εκδοτικές επιχειρήσεις άρχισαν να εκσυγχρονίζονται, να γίνονται A.E. και EΠΕ. Oι εκδότες είναι σαφείς: «Oι A.E. και οι EΠE δεν μπορούν να κλέψουν. Εκτός κι αν κάποιος εκδότης έχει κάθετη παραγωγή, δηλαδή δικά του τυπογραφεία, φορτηγά, εισαγωγείς χάρτου κ.λπ. – αλλά τέτοιοι εκδότες στην Eλλάδα δεν υπάρχουν».(*)
Oσο για τους συγγραφείς, στην Eλλάδα ελάχιστοι ζουν από τα συγγραφικά τους δικαιώματα. Yπογράφουν συμβόλαια μέχρι 15% επί της λιανικής τιμής κάθε βιβλίου, κόβουν δελτίο παροχής υπηρεσιών για να εισπράξουν τα δικαιώματά τους –ή απόδειξη δαπάνης αν είναι δημόσιοι υπάλληλοι– και μπορούν ανά πάσα στιγμή να ελέγξουν τον εκδότη τους για τα αντίτυπα που πούλησε. Oι συγγραφείς των μπεστ σέλερ μπορούν να έχουν έσοδα διόλου ευκαταφρόνητα, που ίσως ξεπερνούν τις 200.000 ευρώ τον χρόνο, ποσό που ούτε τον εκδότη συμφέρει να κρύψει, ούτε ο συγγραφέας μπορεί να το κάνει, αφού έχει κόψει αποδείξεις για κάθε αμοιβή. Iσως πιο εύκολα «κλέβουν» τους ξένους συγγραφείς, καθώς ποτέ δεν θα μετρήσουν τα αντίτυπα και τις εκδόσεις. Kαι σ’ αυτή την περίπτωση, πάντως, μιλάμε για μικρής έκτασης παρατυπίες.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που ταλανίζει τον εκδοτικό χώρο –που ξεκίνησε όμως προ κρίσης και δεν συνδέεται με φοροδιαφυγή– είναι οι λεγόμενες «επιταγές ευκολίας», μια τοκογλυφική πυραμίδα με μεταχρονολογημένες επιταγές που περνούν από χέρι σε χέρι, για «σπρώξιμο» του χρόνου αποπληρωμής. Οταν η πυραμίδα σπάσει, μικροί, συνήθως, οίκοι οδηγούνται στη χρεοκοπία.
(*) Σημ. kgrek: εκτός και αν την κάθετη παραγωγή την έχουν εκ του αφανούς με την χρησιμοποίηση συγγενικών προσώπων που εμφανίζονται στα χαρτιά. Υπάρχουν άραγε τέτοιες περιπτώσεις και διερευνήθηκε και αυτή η πλευρά του θέματος ;
Τηλεοπτικές παραγωγές με εικονικά τιμολόγια
Του Ηλια Mαγκλινη
Στον κόσμο της τηλεόρασης η μαύρη οικονομία ευημερεί, όχι όμως εντός των τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι λειτουργούν σε γενικές γραμμές νομότυπα και υπόκεινται σε ελέγχους. Ωστόσο, καθώς οι τηλεοπτικές παραγωγές είναι κατά βάση δουλειά των ανεξάρτητων εταιρειών παραγωγής, το φαινόμενο παρατηρείται στη δοσοληψία των εταιρειών αυτών με τον σκηνοθέτη, τους ηθοποιούς, τεχνικούς κ. λπ.
Μιλάμε για διπλά συμβόλαια, για μαύρα ή εικονικά τιμολόγια. Διπλά συμβόλαια ανάμεσα στην εταιρεία και στον καλλιτεχνικό ή τεχνικό συντελεστή μιας παραγωγής σημαίνει ένα «με ΙΚΑ» κι ένα «κάτω απ’ το τραπέζι». Π. χ., αν η συμφωνημένη αμοιβή είναι 10.000 ευρώ, κόβεται απόδειξη για 2.000, τα άλλα οκτώ χιλιάρικα δίνονται μαύρα).
Υποτίθεται ότι αυτό συμφέρει και τις δύο πλευρές: αν ο ηθοποιός ζητήσει 10.000 ευρώ που «να φαίνονται», δεν πρόκειται να τα πάρει διότι όσο πιο υψηλή η αμοιβή, τόσο πιο υψηλό το ποσό που θα δώσει η εταιρεία στο ΙΚΑ. Βέβαια, οι ηθοποιοί δεν έχουν περιθώριο επιλογής: όπως μας είπε νεαρή, ανερχόμενη ηθοποιός, «ή θα συνεργαστείς σε αυτό το επίπεδο ή η συνολική αμοιβή θα είναι πολύ μικρότερη». Φυσικά, έτσι χάνονται ένσημα. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο συνεργάτης, τεχνικός, ηθοποιός ή σκηνοθέτης, που έχει συμφωνήσει, π. χ., για 8.000 μαύρα, αν κάτι πάει στραβά, μπορεί να διεκδικήσει νομικά μόνο τα 2.000 «που φαίνονται».
Τα πλαστά ή εικονικά τιμολόγια είναι ο τρόπος με τον οποίο οι εταιρείες παραγωγής δικαιολογούν ένα μέρος του μαύρου χρήματος που δίνουν σε συνεργάτες: υπερτιμολογούνται τιμολόγια με προμηθευτές, κατόπιν συμφωνίας μαζί τους. Υπάρχει απώλεια για την εταιρεία, αλλά δεν είναι μεγαλύτερη από τα ποσά που θα πλήρωνε κανονικά στο ΙΚΑ. Διότι εδώ είναι το βασικό κίνητρο για το μαύρο χρήμα από τις εταιρείες παραγωγής: οι εισφορές στο ΙΚΑ, όχι οι τυχόν φόροι.
Αυτή είναι και μια βασική συνέπεια του ανταγωνισμού και της πίεσης που ασκούν τα κανάλια στις εταιρείες για να κατεβεί το κόστος παραγωγής – ειδικά στις μέρες μας. «Σε μια δουλειά με τεράστια ανασφάλεια και έλλειψη σταθερότητας, υπάρχει η υποδομή γι’ αυτήν την κατάσταση», μας λέει πηγή από τον χώρο. Πράγματι, μπορεί ένας εργαζόμενος φέτος να έχει δουλειά, αλλά του χρόνου ή και για τα επόμενα δύο χρόνια να είναι άνεργος. Η ψυχολογία σε αυτές τις συνθήκες εργασίας είναι να προσπαθείς να συγκεντρώσεις όσο πιο πολλά χρήματα μπορείς σε μία δουλειά διότι δεν ξέρεις αύριο τι σου ξημερώνει. Και ο φαύλος κύκλος του μαύρου χρήματος συνεχίζεται.
Τα παραπάνω ισχύουν λίγο-πολύ και στον χώρο του σινεμά, με τη διαφορά ότι εκεί τα κέρδη για τις εταιρείες παραγωγής (αν υπάρξουν!) είναι πολύ πιο περιορισμένα και οι αμοιβές των συνεργατών πολύ χαμηλότερες.
Πηγή:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_100002_03/10/2010_416927
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_100002_03/10/2010_416927
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου