Τρίτη 12 Απριλίου 2011

ΚΥΠΡΟΣ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ (1)


ΚΥΠΡΟΣ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ (1)


Η Κύπρος βρίσκεται στο σημείο συνάντησης των πιο πολυσύχναστων και ταραγμένων δρόμων της Ιστορίας. Στους δρόμους των πολεμιστών και των εμπόρων, των κυνηγών της περιπέτειας και των ανήσυχων πνευμάτων, των ανειρήνευτων νομάδων της ανθρώπινης αναζήτησης. Είναι μια μοίρα αυτό -κομμάτι απ' το μοίρασμα των ανθρωπίνων, που πέφτει στους τόπους και στους λαούς ανεξάρτητα από τις επιθυμίες και πέρα απ' τις δυνάμεις του ανθρώπου-, ένα προνόμιο, στην περίπτωση της Κύπρου, με κόστος υψηλό σε θυσίες, αλλά και με απολαβές ανάλογες, σ' ένα συνδυασμό αυτών των δύο που είναι δύσκολο να γίνει κα­τανοητός κι αποδεκτός απ' όσους αντιλαμβάνονται το πέρασμα απ' τη ζωή μόνο σαν μια α­διατάρακτη διαδρομή μέσα από ειρηνικά τοπία, αμπελώνες καρπερούς και ξανθούς σιτοβολώνες, πολύβουες αγορές με εργαστήρια τεχνιτών και πάγκους πραματευτάδων, ροδόχρωμα δειλινά που τα διαδέχονται νύχτες που λικνίζουν τον ύπνο των δικαίων.

Ό,τι βιώνει σήμερα κι ό,τι υπομένει το νησί της Αφροδίτης έρχεται από καιρούς που χάνονται στα βάθη των χρόνων, πιο πίσω ακόμα κι απ' τα πρώτα ίχνη του νεολιθικού πολι­τισμού που άφησε το αποτύπωμα του στις πρωτόγονες κατοικίες των ανθρώπων της Χοιροκοιτίας*, επτά και οκτώ και δέκα χιλιάδες χρόνια πριν. Περνάει μέσα από εισβολές και κα­τακτήσεις, από κυριαρχίες Ασσυρίων, Αιγυπτίων και Περσών, από την κλασική αρχαιότη­τα, τους ελληνιστικούς χρόνους και τη ρωμαϊκή περίοδο, από την εποχή του Βυζαντίου, τους σταυροφόρους του Ριχάρδου και τους Ναίτες, από τις βασιλείες της Ελένης Παλαιολογίνας και της Αικατερίνης Κορνάρο, από τους Γενουάτες, τους Βενετούς, τους Τούρκους, τη βρετανική τέλος αποικιοκρατική περίοδο, πριν από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρα­τίας το 1960 και συνεχίζει να βιώνεται μέσα από νέα βάσανα που έφεραν το ανόητο και καταστροφικό πραξικόπημα ενός παράφρονα ημεδαπού  δικτάτορα κατά του Προέδρου Μακαρίου καθώς και η  τουρκική εισβολή και κατοχή μέρους της νήσου παράλληλα με την αναπτυσσόμενη τελευταία προσπάθεια να υποκύψει  η Κύπρος  σε ξένα αρπακτικά κέντρα μέσω  στημένων διεθνών σχεδίων όπως αυτό  το τελευταίο Σχέδιο Ανάν που όμως απορρίφθηκε πανηγυρικά από τον κυπριακό ελληνισμό.

Πάντως τόσο οι Κύπριοι συμπατριώτες μας και η πολιτική ηγεσία τους  όσο και εμείς οι Έλληνες με την πολιτική ηγεσία μας δεν πρέπει να χάνουμε απ’ το βλέμμα μας το βαθύτερο δίδαγμα της Ιστο­ρίας που συγκεντρώνεται σε τρείς λεξούλες : τα πάντα ρει. Ας είμαστε λοιπόν έτοιμοι και προετοιμασμένοι να θερίσουμε ότι σπέρνουμε.

Με την σημερινή μου ανάρτηση δεν πρόκειται να αναφερθώ ούτε στα πρόσφατα γεγονότα που εξελίσσονται και τα παρακολουθούμε αλλά ούτε και στο βαθύ παρελθόν της Κύπρου. Θέλω μόνο να αναφερθώ  στον Απρίλη της Κύπρου. Ένα ιστορικό μήνα αφού την 1η Απριλίου του 1955 οι Κύπριοι ξεσηκώθηκαν να αποτινάξουν τα δεσμά της  αγγλικής αποικιοκρατίας με την έναρξη ενός ηρωικού αγώνα για την ΕΝΩΣΗ της Κύπρου με την Μητέρα Πατρίδα την Ελλάδα μας. 



Μέσα από τον Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α, της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών ξεπήδησαν θρυλικές μορφές όπως του αρχηγού της Γεωργίου Γρίβα – Διγενή, του εθνομάρτυρα Γρηγόρη Αυξεντίου και τόσων άλλων Κυπρίων παλληκαριών που θυσίασαν την ζωή τους για τον Μεγάλο Σκοπό.

Την ανάρτηση αυτή αφιερώνω ιδιαίτερα στις σειρές των Κυπρίων Εφέδρων Αξιωματικών Πυροβολικού με τους οποίους συνυπηρέτησα στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πυροβολικού στο Μεγάλο Πεύκο το 1973-1974 και ιδιαίτερα σε αυτούς που έπεσαν μαχόμενοι κατά την Τουρκική εισβολή υπερασπιζόμενοι την Κύπρο μας.

*(Η Xοιροκοιτίας είναι ο καλύτερα διατηρημένος προϊστορικός οικισμός της Kύπρου, που χρονολογείται από την μεταγενέστερη φάση της ακεραμικής νεολιθικής περιόδου (γύρω στο 7000 π.X.). Το 1998 κηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την ΟΥΝΕΣΚΟ.)





Δεν ήταν πρωταπριλιάτικο ψέμα...


Την 1η Απριλίου 1955, η Κύπρος ξύπνησε αναστατωμένη πριν να ροδίσει η αυγή. Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους απορώντας. Όχι, δεν ήταν πρωταπριλιάτικο ψέμα. Το μυστικό το αποκάλυψε ο Αυγερινός της ελευθερίας που μεσουράνησε μετά τις πρώτες εκρήξεις. Στα χέρια του είχε την πρώτη προκήρυξη της ΕΟΚΑ:

«Με την βοήθειαν τού θεού, με πίστιν εις τον τίμιον αγώ­να μας, με την συμπαράστασιν ολοκλή­ρου τού Ελληνισμού και με την βοή­θειαν των Κυπρίων, αναλαμβάνομεν τον αγώνα διά την αποτίναξιν τού αγγλικού ζυγού, με σύνθημα εκείνο το οποίον μάς κατέλιπαν οι πρόγονοι μας ως ιεράν παρακαταθήκην: "Ή ταν ή επί τας..."»

Η εξέγερση δεν ήταν, όπως υποστηρίζουν πολλοί, αχρείαστη και τυχαία, αλλά ήταν ενταγμένη μέσα στην παγκόσμια συγκυρία που ήθελε τους δούλους λαούς να επαναστατούν και να απαιτούν την ελευθερία τους από τα δεσμά της αποικιοκρατίας. Το έπος της ΕΟΚΑ ήταν η απάντηση του κυπριακού λαού στην εξακολου­θητική ελεεινή συμπεριφορά των Βρετανών να αρνού­νται το αυτονόητο και να αθετούν τις υποσχέσεις τους. Γι' αυτό και το έπος της ΕΟΚΑ αγκαλιάστηκε και υπο­στηρίχθηκε από όλους τους δημοκρατικούς λαούς του κόσμου. Δεν είναι δε καθόλου τυχαίο που την ηρωική προσπάθεια των αγωνιστών της ΕΟΚΑ ύμνησαν μεταξύ των άλλων, η Κούβα και η Σοβιετική Ένωση.

Το έπος της ΕΟΚΑ είναι η πιο λαμπρή σελίδα της κυ­πριακής Ιστορίας. Τα διδάγματα και οι θυσίες των νέων της ΕΟΚΑ συνέθεσαν ισχυρές και απαράγραπτες παρακαταθήκες πέρα και πάνω από το εφήμερο και το ιδιοτελές. Για τέσσερα χρόνια το Έθνος καμάρωνε τα νεαρά βλαστάρια του. Άλλοι ανέβαιναν στην αγχόνη ψάλλοντας τον Εθνικό μας Ύμνο και άλλοι επαναλάμ­βαναν το συγκλονιστικό Μολών Λαβέ, δίνοντας έως ε­σχάτων τη μάχη, δημιουργώντας νέα ολοκαυτώματα και θρύλους. Στον ιερό εκείνο αγώνα καθολική ήταν η συμμετοχή επωνύμων και ανωνύμων αγωνιστών, αλλά και ολόκληρου του κυπριακού Ελληνισμού κάτω από την ηγεσία της εθναρχούσας Εκκλησίας με επικεφαλείς τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τον θρυλικό Διγενή.

Δεν ήταν, όπως υποστηρίζουν πολλοί, η ανεξαρτησί­α ο στόχος του αγώνα. Για την ΕΝΩΣΗ με τη μάνα Ελλάδα αγωνίσθηκαν και θυσιάστηκαν τα παλικάρια της ΕΟΚΑ. Όμως λάθη και αδυναμίες, έλλειψη πολι­τικής διορατικότητας, φοβερά διλήμμα­τα, άστοχες επιλογές και αλλοπρόσαλλες συμμαχίες της Αθήνας, διεθνείς συγκυρίες και προπάντων διεθνείς συνωμοσίες οδήγη­σαν στην εγκατάλειψη του «ευκταίου» και στην επιλο­γή του «εφικτού» για να προκύψει έτσι η με έντονα δι­χοτομικά σημάδια κολοβωμένη ανεξαρτησία. Η Κύπρος εγκαταλείφθηκε δυστυχώς στίς κρίσιμες στιγμές από το Εθνικό Κέντρο, κάτι που ομολογείται και από τους έλληνες διπλωμάτες της εποχής εκείνης  Γ. Σεφέ­ρη και Άγγελο Βλάχο. Και επακολούθησαν χρόνια δύ­σκολα γεμάτα θλίψη και πόνο. Τουρκοανταρσία, πράσι­νη γραμμή, προδοτικό πραξικόπημα, εισβολή και κατοχή, σχέδιο Ανάν. Ξεκινήσαμε για την ΕΝΩΣΗ, υποχωρήσαμε στην ανεξαρτησία και σήμερα υπερασπιζόμαστε τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία!

Να υπάρχει άραγε άλλη διέξοδος στις επιλογές μας διερωτούνται πολλοί; Ασφαλώς και υπάρχει: Είναι το μόνο αποκούμπι που έχουμε, η Κυπριακή Δημοκρατί­α. Επιμονή λοιπόν στη διατήρηση και ενίσχυση του μο­ναδικού στηρίγματος που απέμεινε: Της Ευρωπαϊκής Κυπριακής Δημοκρατίας, της μίας κοινής και αδιαίρετης, που πρέπει και επιβάλλεται να λειτουργεί με γνώ­μονα πάντα τις αρχές της δικαιοσύνης και των ευρω­παϊκών αρχών. Και το πιο σημαντικό απ' όλα: Η Κυ­πριακή Δημοκρατία, φτιαγμένη από το αίμα και το σώ­μα των παλικαριών της ΕΟΚΑ του '55-'59, οφείλει και πρέπει να τιμά με τις ύψιστες τιμές τους υπερασπιστές της Ελευθερίας της...

Του
ΝΤΙΝΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΗ
Εκπαιδευτικού στο ΑΤΕΙ της Λάρισας.
Από το Μοναγρι Λεμεσού.
Πηγή: Εφημερίδα «ΤΟ ΠΑΡΟΝ»



Μια μικρή αναδρομή

μέχρι την 1η Απρίλη 1955

Το 1571 η Κύπρος πέρασε από τα χέρια των Ενετών κατακτητών στους Τούρκους. Η Κύπρος, από την ώρα που έπεσε θύμα της οθωμανικής βουλιμίας ως τη σκοτεινή στιγμή της ε­νοικίασης ή μάλλον της ουσιαστικής εξαγοράς της από τους Βρετανούς (1878), έζησε, συμμεριζόμενη τη σκληρή μοίρα ολόκληρου του Γέ­νους, δράμα ανείπωτο. Ωστόσο, ου­δέποτε έπαυσε να αγωνίζεται και να διεκδικεί, μ' επικεφαλής την εκάστοτε Εθναρχούσα Εκκλησία της, την ελευ­θερία της ενώ μέσα από την απελπισία και τη διασπορά των κατοίκων της, ανέπτυσσε την πνευματική πολιτιστική ζωή της.

Οι Κύπριοι λόγιοι πυρώνουν τη φλόγα των ελληνικών γραμμάτων όχι μόνο στο νησί αλλά και πέρ' από τα όρια του (Ιταλία, Κ. Ευρώπη, Επτάνησα). Η κυπριακή οικογένεια Γονέμη προ­σφέρει στον αναγεννώμενο Ελληνι­σμό, από την πλευρά της μητέρας του, τον Ιωάννη Καποδίστρια, ενώ, παράλληλα, άλλος ευγενής γόνος του νησιού, ο Ιωάννης Καρατζάς, πλάι στο Ρήγα, το μεγάλο εθνεγέρτη, δια­κονεί την ιδέα της ελληνικής ελευθε­ρίας, ακολουθώντας Εκείνον εις το μαρτύριο (1798).

Ανάλογη, πάντως, κί­νηση, ως το τέλος της Τουρκοκρατίας (1878), αλλά κι αργότερα, παρατηρεί­ται κι από την κυρίως Ελλάδα και τα νησιά (του Ιονίου και του Αιγαίου) και προς την Κύπρο, με ποικίλες δραστη­ριότητες και ομαδικές, συχνά, εγκα­ταστάσεις.

Με την έκρηξη της Επανάστασης, το 1821, παρ' όλο που η κυοφορούμε­νη τοπική εξέγερση, υπό τον αρχιεπί­σκοπο Κυπριανό, πνίγηκε στο αίμα (α-παγχονίστηκαν ή αποκεφαλίστηκαν ο αρχιεπίσκοπος, οι επίσκοποι και εκα­τοντάδες άλλων κληρικών και προκρί­των), πλείστοι Κύπριοι έσπευσαν στην ηπειρωτική Ελλάδα και πολέμησαν, ε­νταγμένοι σε ειδικό σώμα ή στις δυ­νάμεις διάφορων οπλαρχηγών.

Έτσι είχε, πράγματι, ουσιαστικό επιχείρη­μα ο Καποδίστριας, όταν, αναλαμβά­νοντας τη διακυβέρνηση της ελευθε­ρωμένης πια Ελλάδας, αξίωσε, χωρίς αποτέλεσμα, ατυχώς, την ένταξη σ' αυτήν και της Κύπρου. Η Αγγλοκρατία, που οι Κύπριοι υπο­δέχτηκαν (1878) μ' επίσημη, διά στό­ματος του Εθνάρχη τους, Σωφρονίου Β', διακήρυξη για ένωση με τη Μητέ­ρα - Ελλάδα, υπήρξε περίοδος μιας επιτήδεια μεθοδευμένης προσπά­θειας πολιτικού εκφυλισμού των εθνι­κών πόθων της νήσου και αφελληνι­σμού της - κυρίως μετά την προσάρ­τηση (1914) και, ακόμη ειδικότερα, μετά τη Συνθήκη της Λοζάνης (κατά την οποίαν  η Τουρκία παραιτήθηκε όλων των στην Κύπρο «δικαιωμάτων» της) και τη, στη συνέχεια, ανακήρυξη της σε αποικία του Βρετανικού Στέμμα­τος (1925).

Όμως ακολουθώντας την γνωστή πολιτική τους οι Άγγλοι διέκριναν από σκοπού επισήμως τους κατοίκους σε «Μουσουλμάνους» και «μη-Μουσουλμάνους» (Moslems/non- Moslems) ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία και ελληνική Παιδεία βρέθηκαν, μετά το 1931, υπό διωγμό.

Παρ’ όλα αυτά, το ελληνικό φρόνημα κρα­τήθηκε πεισματικά ακμαίο και η Κύ­προς, εκτός από το ότι ουδέποτε πα­ρέλειψε .να βρεθεί εθελοντικά στρατευμένη στην υπηρεσία της πολεμι­κής διεκδίκησης ή προάσπισης των ελληνικών δικαίων (1897, Μακεδονικός και Κρητικός Αγώνας, 1912-13, 1915, 1920-22, 1940*), ουδέποτε χα­λάρωσε και τον εσωτερικό της αγώνα για εθνική αποκατάσταση. Το 1931 μάλιστα  η αντίδραση είχε φουντώσει, με αποκορύφωμα την Οκτωβριανή Εξέγερση, που θρυμματίστηκε κάτω από την πυγμή της αποικιακής εκδικητικότητας.

Θαπρέπει ιδιαίτερα να επισημάνουμε ότι στους δύο παγκόσμιους πολέμους, πέρα από τους Κυπρίους που εντάχθηκαν απ' ευ­θείας στις ελληνικές δυνάμεις, χιλιάδες άλλοι πολέμησαν υπό την αγγλική σημαία. Αυτοί εί­χαν στρατολογηθεί, εθελοντικά, με τα δε­λεαστικά αποικιακά συνθήματα «Δια την απελευθέρωσιν της Μακεδονίας» (1915) και «Για την Ελλάδα και την Ελευθερία» (1940). Στα πηλίκιά τους, στη δεύτερη περίπτωση, οι Βρετανοί είχαν σπεύσει να θέσουν και την επιγραφή «εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περι πάτρης». Και στρατολόγησαν πάνω από 30.000...
Το 1950, με ένα δημοψήφισμα, το 95,7% των Κυπρίων ψηφοφόρων αξίωσαν την ένωση με την Ελλάδα («δεν ήταν δη­μοψήφισμα αυτό που έγινε, αλλά απογρα­φή του ελληνικού πληθυσμού», τηλεγραφούσε εντυπωσιασμένος, στην ε­φημερίδα του, ξένος δημοσιογράφος).

Τέλος, ο κυπριακός Ελληνι­σμός αποδύθηκε σ' έναν επικό απε­λευθερωτικό αγώνα (1955-59), με σύνθημα και πάλι την Ένωση, που κα­τέληξε στο γνωστό συμβιβασμό των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου (1959) και την ανακήρυξη της Κυπριακής Δη­μοκρατίας (1960), με συνταγματικώς κατοχυρωμένα μερικά βασικά υπερπρονόμια στην τουρκική μειονότητα του 18%, που, εν τούτοις, η ελληνική πλευρά  τα αποδέχτηκε και τα προσυπέγρα­ψε, με την προσδοκία της ειρήνευσης του τόπου και με ειλικρινείς προθέ­σεις συνεργασίας με το σύνοικο στοι­χείο.             




Το δύσκολο ξεκίνημα του Κυπριακού

Η κυπριακή αντιπροσωπεία έρχεται στην Αθήνα με τους τόμους του δημοψηφίσματος για την Ένωση. Οι πιέσεις της Αγγλίας. Συζήτηση στη Βουλή

Του Γ. Λεονταρίτη

Η διεύθυνση επιστημονικών μελετών της Βουλής εξέδωσε ένα σημαντικότατο ιστο­ρικό έργο: Πρόκειται για την αναδημοσί­ευση όλων των κοινοβουλευτικών συζητή­σεων για το Κυπριακό που διεξήχθησαν α­πό το 1915 έως το 1989. Το έργο (με την ε­πιμέλεια του επιστημονικού συνεργάτου του Κοινο­βουλίου κ. Τρ. Γεροζήση) επαρουσίασε σε ειδική τελετή ο πρόεδρος της Βουλής κ. Απ. Κακλαμάνης (σημ. kgrek 1994). Με τα πρακτικά που δημο­σιεύονται, φωτίζονται κρίσιμες πτυχές του εθνικού προβλήματος που καλύπτουν 80 χρόνια αγώνων.



Το Κυπριακό πέρασε από πολλές φάσεις, αλλά σήμερα στην Ελλάδα λίγοι γνωρίζουν την ουσία του προβλήμα­τος, τα όσα προηγήθηκαν, ενώ οι νεώτεροι διατηρούν σχεδόν πλήρη άγνοια και σύγχυση για την μακρά πορεία του Κυπριακού. Το αίτημα των Κυπρίων τα πρώτα μεταπολε­μικά χρόνια, ήταν η «Ένωση» και το 1950 μπορεί να θεωρηθεί σαν η «εισαγωγή» της χρονικής περιόδου, δηλ. του κεφαλαίου της ιστορίας που θα οδηγήσει στην έναρξη του ενόπλου αγώνος (1955).

 Η κυβέρνηση Κέντρου του Ν. Πλαστήρα, ήταν η πρώτη που άρχισε να δοκιμάζει τις δυσκολίες και τις πιέσεις διαφόρων πλευρών. Τη χρονιά εκείνη που αναμενόταν στην Αθήνα η κυπριακή αντιπροσωπεία με τους τόμους του δημοψηφίσματος, για την Ένωση, η κυβέρνηση βρέθηκε μεταξύ δυο «πυρών». Από τη μια πλευρά, το Λονδίνο την πίεζε να μην ενθαρρύνει τους Κυπρίους στις επι­διώξεις τους, κι' από την άλλη, οι Κύπριοι και οι οργανώσεις τους στην Αθήνα ζητού­σαν πλήρη συμπαράσταση.

 Στις 20 Μαΐου, η πρωτεύουσα αλλά και ο Πειραιάς είχαν σημαιοστολιστεί  για   να   υποδεχθούν  την κυπριακή αντιπροσωπεία που έφθανε στο λιμάνι με το πλοίο «Ιωνία». Ο πρεσβευτής της Αγγλίας Νορτον, είχε συστήσει στον πρωθυπουργό να μη δεχθεί την αντιπροσωπεία αλλά ο Πλαστήρας δεν μπορούσε φυσικά να αποδεχθεί μια τέτοια αξίωση. Ο Νορτον τότε απευθύνθηκε στον Βασιλέα Παύλο, απ' τον οποίο ζήτησε επίσης  να αρνηθεί να δεχθεί τους Κυπρίους. Ο Παύλος απήντησε στον Νορτον: «Σεις για   να δείξετε φιλελευθερισμόν έχετε επιτρέψει την αναχώρησιν της Πρεσβείας και    ζητάτε από μένα να μη δεχθώ τους αδελφούς μου Κυπρίους;». Το πρωί λοιπόν της 20ής Μαΐου του 1950, αντιπροσωπείες των διαφόρων σωματείων μ' επικεφαλής τον Σάββα Λοϊζίδη, μέλος της Πρεσβείας που διέμενε στην Αθήνα, ανέβηκαν πάνω στο ατμόπλοιο «Γλάρος» και βγήκαν στα ανοι­κτά για να υποδεχθούν το «Ιωνία» που κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά. Εκείνη α­κριβώς τη στιγμή, οι σειρήνες όλων των πλοίων άρχισαν να σφυρίζουν, ενώ οι κα­μπάνες των εκκλησιών που χτυπούσαν χαρμόσυνα, ανήγγειλαν την άφιξη της πρεσβείας.


 Ο αρχηγός τον Λαϊκού Κόμματος Κων. Τσαλδάρης εισέρχεται στο Στάδιο σε εκδήλωση για την Κύπρο και χαιρετά τα πλήθη που τον χειροκροτούν.



Στο τελωνείο ο χώρος ήταν σημαιοστολισμένος, πανό με συνθήματα υπήρχαν παντού, και η φιλαρμονική επαιάνιζε συνεχώς. Την αντιπροσωπεία προσφώνησε με θερμά λόγια εκ μέρους του πολιτικού κόσμου ο Παν. Κανελλό­πουλος, ο οποίος είπε μεταξύ άλλων: «Βαθεία συγκίνησις συγκλονίζει την ψυχήν ολοκλήρου του Έθνους και η στιγ­μή την οποία ολόκληρος ο Ελληνισμός ανέμενεν, επέστη ίνα η Αγγλία προβεί εις την ικανοποίησιν του πανελληνίου πόθου, αποκτώσα ούτω μεγαλυτέραν ηθι­κή ν δύναμιν...». Τα μέλη της αντιπροσω­πείας, ο μητροπολίτης Κυρήνειας Κυπριανού, ο παλαίμαχος αγωνιστής Νικ. Λανίτης, ο Ζήνων Ρωσσίδης κ.ά. έβλεπαν συγκινημένοι τα πλήθη που είχαν συγκε­ντρωθεί να τους αποθεώνουν, ενώ χιλιά­δες ελληνικές σημαίες ανέμιζαν.






  Η κυπριακή αντιπροσωπεία απευθύνει χαιρετισμό προς τον αθηναϊκό λαό, από εξώστη του ξενοδοχείου της «Μεγ. Βρετανίας», ενώ η γαλανόλευκη κυματίζει στον αέρα...



Όταν η πομπή έφθασε στην πλατεία Ομονοίας, την πρεσβεία προσεφώνησε εκπρόσωπος του δημάρχου, ο πρόεδρος του Συλλόγου Αθηναίων Δημ. Σκουζές και εκπρόσωποι εργατών και επαγγελμα­τιών. Η πομπή ανέβηκε στη Μητρόπολη και πλήθος κόσμου συνωστιζόταν γύρω, ενώ οι καμπάνες χτυπούσαν με τόση μα­νία, ώστε κάποιος πλησίασε τον αρχιεπί­σκοπο Σπυρίδωνα, και τον ρώτησε εάν εί­χε εξασφαλιστεί άδεια για να χτυπούν οι καμπάνες. Ο Σπυρίδων απήντησε:


«Όχι μόνο να κτυπήσουν, αλλά να σπάσουν...»

Έπειτα ο Σπυρίδων διάβασε και ειδική δέηση μέσα σε ενθουσιώδη ατμόσφαιρα: «Μνήσθητι Κύριε του στεναγμού του Παγκυπρίου έως αν ίδη την ένωσιν αυτού μετά της Ελλάδος. Ηλθον επί γης Ελλά­δος Πρεσβείαν προσάγοντες υπέρ του αξιωθήναι της Ενώσεως ταύτης...».

Επαφές με πολιτικούς

Στο μεταξύ έφθασε στην Αθήνα για να ενισχύσει την αντιπροσωπεία και ο δήμαρχος Λευκωσίας και αρχηγός του «Εθνικού Κόμματος», Θεμ. Δέρβης και άλλοι παράγοντες. Η  Κυπριακή αντιπρο­σωπεία άρχισε επισκέψεις στους πολιτι­κούς αρχηγούς, ξεκινώντας από τον πρωθυπουργό. Ο Νικ. Πλαστήρας εδήλωσε στους επισκέπτες του, ότι ο πόθος του κυπριακού λαού είναι και πόθος ό­λων των Ελλήνων, αλλά η κυβέρνηση ε­πιφυλασσόταν να χειριστεί το ζήτημα «ε­ντός του πλαισίου των σχέσεων μετά της φίλης και συμμάχου δυνάμεως, άμα ως θεωρήσει ότι επέστη η στιγμή της ευτυχούς αυτού διευθετήσεως». Την ε­ποχή εκείνη, γεγονός είναι ότι η χώρα μας βρισκόταν κάτω από την εξάρτηση -οικονομική και πολιτική- από τη Δύση, και το πρόβλημα της νήσου, ήταν πολύ πρόωρο να «ανοίξει» με μια σύγκρουση προς τους «συμμάχους». Ο Ν. Λανίτης που το καταλάβαινε είπε στον πρωθυπουργό, με τον οποίο τον συνέδεε πα­λιά φιλία:


Ο Ν. Λανίτης με την αδελφή τον Εθνάρχου Μακαρίου στο μνημόσυνο που ετελέσθη στον Μητροπολιτικό ναό Αθηνών, ένα χρόνο μετά από τον απαγχονισμό τον αγωνιστού Μούσκου...



—  Θάρρος στρατηγέ μου. Παλαίομεν δίκαιον αγώνα ελευθερίας. Να ενθυμηθείς τον μεγάλον αρχηγόν και τον στρατηγόν κάποιων περασμένων χρόνων... Και ο Πλαστήρας, ο αγνός αυτός πατριώ­της, απήντησε με δάκρυα στα μάτια:

—  Τι να κάνω Λανίτη μου; Να ακο­λουθήσω ευζωνικήν πολιτικήν;

Τα ίδια περίπου είπε ο πρωθυπουργός σε λίγες μέρες στο και στον γραμματέα του ΑΚΕΛ, Εζεκία Παπαϊωάννου. Οταν ο Θεμ. Δέρβης που πήγε στο γραφείο του αντιπροέδρου της κυβερνή­σεως, ζήτησε να επαναλάβει η Εθνική Αντιπροσωπεία το ψήφισμα του 1947 υπέρ της Ενώσεως, ο Γεώργιος Παπανδρέου, με τη σαφήνεια και τις επιγραμ­ματικές του φράσεις που τον διέκριναν, απήντησε: «Η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν. Και δι' αυτό, δεν ημπο­ρεί, λόγω του Κυπριακού να κινδυνεύσει να πάθει ασφυξίαν...».



Την Τρίτη 23 Μαίου, έγινε συζήτηση στη Βουλή με αφορμή ερώτηση του βουλευτή Βασιλειάδη, ο οποίος ζήτησε να πληροφορηθεί κατά πόσον η κυβέρ­νηση είχε προβεί στα κατάλληλα διαβή­ματα για την ικανοποίηση του πανελληνί­ου πόθου της Ενώσεως. Ο Παν. Κανελλό­πουλος, όταν πήρε το λόγο, ανέτρεξε στην Ιστορία της νήσου και την εξέλιξη του ζητήματος, υπενθυμίζοντας ότι μετά τον Α' Παγκόσμιον Πόλεμον οι αγγλικές κυβερνήσεις εθεώρησαν αναγκαίο να διαπραγματευθούν το πρόβλημα της Κύ­πρου και πρόσθεσε: «Ο αείμνηστος Ρούζ­βελτ και ο κ. Τσόρτσιλ, ανεγνώρισαν κατά τον Β' Παγκόσμιον Πόλέμον την βασικήν αρχήν της αυτοδιαθέσεως των λαών.


Τον Δεκέμβριον του 1942, ασκών καθή­κοντα Αντιπροέδρου της Ελληνικής Κυβερνήσεως, έλαβον προσωπικώς την άδειαν από τον κ. Ιντεν να αποστείλω τη­λεγράφημα απ' ευθείας εις Λονδίνον, διά του οποίου έθεσα το ζήτημα της Κύ­πρου...». Ο ηγέτης των «Δημοκρατικών Αριστερών» Ιω. Σοφιανόπουλος, εξέφρα­σε την άποψη ότι: «Το ζήτημα είναι ώριμον και δεν θα χρειασθεί να καταβάλει εξαιρετικήν προσπάθειαν η Κυβέρνησις. Θα συναντήσει, βεβαίως, δυσχέρειας, ο­φειλομένας κυρίως εις την έντασιν των διπλωματικών σχέσεων. Αλλά η  Μεγ. Βρετανία, η οποία κατά το 1920 υπεσχέθη εις τον Ελευθ. Βενιζέλον την απόδοσιν της Κύπρου, θα αντιληφθεί ότι υπέ­στη ήδη η στιγμή διά την εκπλήρωσιν της υποσχέσεως αυτής. Το θέμα είναι παγκοσμίου ενδιαφέροντος και δι' αυτό θα πρέπει να συντελέσουν εις την λύσιν του, όλαι αι μεγάλαι Δυνάμεις...».  Ο Ζαπ. Ζέρβας είπε ότι «220.000 Ελλήνων Κυπρίων ουδέποτε έπαυσαν να αγωνίζο­νται υπέρ της Ενώσεως». Ο Κων. Τσαλδά­ρης υπογράμμισε ότι: «Η Βουλή, όπως ενθυμείσθε οι παλαιότεροι και θα εξεύ­ρετε και οι νεώτεροι, προέβη εις έκδοσιν ψηφίσματος, το οποίον έκτοτε απετέλε­σε την βάσιν της πολιτικής μας εναντίον της φίλης και Μεγάλης Δυνάμεως της Μεγ. Βρετανίας επί του προκειμένου ζη­τήματος».  Ο Θεόδ. Τουρκοβασιλης εδήλωσε ότι: «Η περαιτέρω παραμονή της Κύπρου υπό το σημερινόν καθεστώς εί­ναι ηθικώς απαράδεκτη», ενώ ο ηγέτης των «Αριστερών Φιλελευθέρων», Νεόκ. Γρηγοριάδης, υπενθύμισε ότι κάποτε άλ­λη πρεσβεία μετέβη δι' ομοίαν περίπτω­σιν εις την Αγγλίαν και επαρουσιάσθη εις τον πολύν Γλάδστωνα, ο οποίος είπεν εις τον επικεφαλής αυτής Μητροπολιτην: «Τι την θέλετε σεις την ένωσιν; Δεν περ­νάτε καλά;». Και ο Μητροπολίτης του απήντησεν: «Ζητούμεν την ένωσιν με την ρακένδυτον Ελλάδα παρά με την αδαμαντοφορεμένην μητριάν». Ο γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΛΔ, ο Ηλίας Τσιριμώκος εκάλεσε την κυβέρνη­ση να ενεργήσει κατά τρόπον θαρραλέον και προειδοποίησε ότι «υπάρχει κίνδυνος το θέμα της Κύπρου, να αποτελέσει θέμα διεθνούς ανταγωνισμού. Όλα όσα ακούο­νται διά τον τρόπον της διεκδικήσεως του αιτήματος τούτου, δεν αγνοεί η κυβέρνησις ότι οδηγούν εις ζημίαν του ζητήματος, εφόσον τούτο μεταβληθεί εις θέμα διεθνούς ανταγωνισμού. Διότι αι σχέσεις μεταξύ των μεγάλων είναι τοιαύται σήμερον, ώστε παν ζήτημα, το οποίον εμπίπτει μέσα εις αυτό το σύμπλεγμα των μεταξύ των προστριβών, είναι βέβαι­ον ότι δεν πρόκειται να ωφεληθεί...». Τέλος ο βουλευτής της Αριστεράς Δ. Χριστάκος εζήτησε η διεκδίκηση της ενώσε­ως της Κύπρου, να εισαχθεί στον ΟΗΕ.

Οι τόμοι του δημοψηφίσματος




Ενώ η κυπριακή πρεσβεία βρισκόταν για επίσκεψη στην Κόρινθο, έγινε γνωστή η είδηση του θανάτου του Αρχιεπισκό­που Μακαρίου του Β'. Οταν τελείωσαν οι εκδηλώσεις για τον θάνατο του Αρχιεπι­σκόπου, η αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Κερύνειας  Κυπριανό, σε επίσημη τελετή, παρέδωσε τους τό­μους του δημοψηφίσματος για την ένω­ση, στον πρόεδρο της Βουλής Δημ. Γόντικα. Την παραλαβή των τόμων ανεκοίνωσε την ίδια μέρα στη Βουλή κατά τη συνεδρία της ο Γόντικας, ενώ οι βουλευτές χειροκροτούσαν. Στη συνέ­χεια, ο αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος και της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως Κ. Τσαλδάρης, ζήτησε ευρύτερη συζήτηση στη Βουλή για το Κυπριακό. Το αίτημα του Τσαλδάρη υποστήριξε και ο αρχηγός του κόμματος των Εθνικοφρόνων, Θεόδ. Τουρκοβασίλης. Την επόμενη μέρα, όλοι οι βουλευτές συμφώνησαν όπως το Κυπριακό χειρισθεί στο μέλλον η Βουλή και ο πρόεδρος της. Κατά την έναρξη της συζητήσεως αναγνώστη καν η προσφώ­νηση του Κυρήνειας Κυπριανού και η α­ντιφώνηση του Γόντικα κατά την παραλα­βή των τόμων του ενωτικού δημοψηφί­σματος και κατόπιν πήρε τον λόγο ο Κων. Τσαλδάρης που είχε ζητήσει και τη συζήτηση του θέματος.


Ο αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος συνέ­στησε να εξουσιοδοτήσει η Βουλή τον Γόντικα «διά μίαν περαιτέρω ενέργειαν προς την συνάδελφον Αγγλικήν Βουλή ν», και ακολούθησε ο εξής διάλο­γος:

Θ. ΤΟΥΡΚΟΒΑΣΙΛΗΣ: Δεν γνωρίζω ποι­οι θα ήσαν οι λόγοι να αρνηθεί η Μ. Βρε­τανία όπως δοθεί η ελευθερία εις τους Κυπρίους.

ΑΛ. ΣΒΩΛΟΣ: Το αίτημα μας συνίσταται όπως απευθυνθώμεν προς τον Βρετανικόν λαόν. Η Κυβέρνησις οφείλει να αποβάλει τους δισταγμούς, να αναλάβει θαρ­ραλέα την διαχείρισιν του θέματος εν ο­νόματι του καθολικού αισθήματος του Έθνους μετά τόλμης και θάρρους, με την πεποίθησιν ότι υπερασπίζεται μίαν από τας δικαιότερος υποθέσεις του Ελληνι­κού Εθνους.          

ΣΤ. ΧΑΤΖΗΜΠΕΗΣ: Υπεράνω των δι­πλωματικών λόγων, υπάρχει η ένωσις της Κύπρου με την Ελλάδα.

Προς το τέλος της συζητήσεως, ο πρω­θυπουργός Ν. Πλαστήρας ετόνισε: «Το ζήτημα το οποίον εδημιουργήθη εκ του δημοψηφίσματος του Κυπριακού λαού, είναι άσχετον. Η Κυβέρνησις έχει την εξωτερικήν πολιτικήν, την οποίαν χειρίζε­ται η ίδια, και δεν είναι δυνατόν να γίνεται συζήτησις δημοσία, διότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή εις την διαχείρισιν των ζητημάτων αυτών...». Και ο Κων. Ρέντης ερμηνεύοντας την κυβερνητική πολιτική σημείωσε: «...Αλλά από του να θέλωμεν να πιέσωμεν εις δηλώσεις και διακηρύ­ξεις και πράξεις, αι οποίαι ενδεχομένως θα θεωρηθούν ότι μεταμορφώνουν την υπόθεσιν εις διένεξιν μεταξύ της Ελλά­δος και Μ. Βρετανίας, υπάρχει απόστασις. Και θα επεθύμουν να επιστήσω την προσοχήν των αξιότιμων κ. συναδέλφων επί μιας τοιαύτης κατευθύνσεως...». Δεν πρέπει να ξεχνάμε, την ψυχολογία της ε­ποχής εκείνης.

Η Ελλάδα το 1950, μετά τις εμφύλιες διαμάχες και την κατάσταση που επέβαλε ο ψυχρός πόλεμος, ήταν υποχρεωμέ­νη να φροντίσει την ασφάλεια της και να αρχίσει να προετοιμάζει την είσοδο της στο ΝΑΤΟ. Γι' αυτό είχε σ' εκείνη την πε­ρίοδο άλλες προτεραιότητες από εκεί­νες της Λευκωσίας. Η κυβέρνηση Πλα­στήρα - Βενιζέλου πίστευε (και υπήρξε συμφωνία σε σχετική σύσκεψη όλων των πολιτικών αρχηγών) ότι εκείνη την στιγ­μή, μόνο μέσω διμερών συνομιλιών με την Αγγλία μπορούσε το Κυπριακό να προωθηθεί. Ακόμα και ο Αλ. Παπάγος συμμερίσθηκε στην αρχή αυτήν την άπο­ψη. Και οι περιπέτειες του Κυπριακού συνεχίζονται...

Γ.Α. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΣΑΒΒΑΤΟ 28.5.1994 σελ.13

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου