Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ 480 π.Χ




«Ω ξειν, 

αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα, 

τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»


ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΣ 480 π.Χ

 

Θερμοπύλες, η μάχη σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη


Προετοιμασίες των Περσών

                Όταν άρχοντας της Αθήνας ήταν ο Καλλιάδης, οι Ρωμαίοι κατέστησαν υπάτους τον Σπόριο Κάσσιο και τον Πρόκλο Ουεργίνιο Τρίκοστο, ενώ οι Ηλείοι τελούσαν την εβδομηκοστή πέμπτη Ολυμπιάδα, κατά την οποία ο Συρακόσιος Αστύλος νίκησε στον αγώνα δρόμου ενός σταδίου. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο βασιλιάς Ξέρξης εκστράτευσε εναντίον της Ελλάδας για την παρακάτω αιτία. Ο Μαρδόνιος ο Πέρσης ήταν εξάδελφος του Ξέρξη και συγγενής του εξ αγχιστείας, και θαυμαζόταν εξαιρετικά από τους Πέρσες για τη σύνεση και την ανδρεία του. Αυτός ο άντρας, όντας περήφανος και με υψηλό φρόνημα αλλά και βρισκόμενος στην ακμή της ηλικίας του, επιθυμούσε να γίνει αρχηγός μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων, γι' αυτό έπεισε τον Ξέρξη να υποδουλώσει του Έλληνες που ήταν πάντα εχθροί με τους Πέρσες. Ο Ξέρξης, πεισμένος από αυτόν και θέλοντας να διώξει όλους τους Έλληνες από την πατρίδα του, έστειλε πρέσβεις και συνήψε συμφωνία μαζί τους, έτσι ώστε ο ίδιος να εκστρατεύσει εναντίον των Ελλήνων που κατοικούσαν στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα οι Καρχηδόνιοι να συγκεντρώσουν μεγάλες δυνάμεις και να  υποτάξουν τους Έλληνες που κατοικούσαν στην περιοχή της Σικελίας και στην Ιταλία. Σύμφωνα λοιπόν με τις συνθήκες που συνήψαν, οι Καρχηδόνιοι, αφού μάζεψαν μεγάλη ποσότητα χρημάτων, συγκέντρωσαν μισθοφόρους τόσο από την Ιταλία όσο και από τη Λυγιστική καθώς επίσης και από τη Γαλατία και την Ιβηρία, και, επιπλέον, στρατολόγησαν δυνάμεις πολιτών από όλη τη Λιβύη και την Καρχηδόνα. Τελικά, αφού ασχολήθηκαν επί τρία χρόνια με τις προετοιμασίες, συγκέντρωσαν περισσότερους από τριακόσιες χιλιάδες πεζούς και διακόσια πλοία.

                Ο Ξέρξης αμιλλώμενος τους Καρχηδονίους στον ζήλο, τους ξεπέρασε σε όλες τις προετοιμασίες στον βαθμό που υπερείχε των Καρχηδονίων σε πλήθος εθνών υπό τις διαταγές του. Άρχισε να ναυπηγεί πλοία σε όλη την παραθαλάσσια περιοχή που βρισκόταν υπό την εξουσία του, στη Φοινίκη και στην Αίγυπτο, αλλά και στην Κιλικία, την Παμφυλία, και την Πισιδική, καθώς επίσης στη Λυκία, την Καρία, τη Μυσία, την Τρωάδα και στις πόλεις που βρίσκονταν στον Ελλήσποντο, στη Βιθυνία και στον Πόντο. Σε διάστημα προετοιμασίας τριών ετών, όπως  και οι Καρχηδόνιοι, κατασκεύασε περισσότερα από χίλια διακόσια πολεμικά πλοία. Τον βοήθησε και ο πατέρας του ο Δαρείος που, πριν τον θάνατό του, είχε εξοπλίσει μεγάλες δυνάμεις. Γιατί κι εκείνος, ηττημένος από τους Αθηναίους στο Μαραθώνα, με αρχηγό του στρατού του τον Δάτη, εξακολουθούσε να είναι οργισμένος με τους νικητές Αθηναίους. Ο Δαρείος όμως, ενώ ήταν ήδη έτοιμος να διαβεί εναντίον των Ελλήνων, εμποδίστηκε να το κάνει γιατί πέθανε, οπότε ο Ξέρξης, τόσο λόγω της απαίτησης του πατέρα του όσο και από τη συμβουλή του Μαρδόνιου, αποφάσισε να πολεμήσει τους Έλληνες.

Ετοιμασίες για την αναχώρηση

                Όταν λοιπόν όλα είχαν ετοιμαστεί για την εκστρατεία του, ο Ξέρξης παρήγγειλε στους ναυάρχους να συγκεντρώσουν τα πλοία στην Κύμη και στη Φώκαια, ενώ ο ίδιος, αφού συγκέντρωσε τις δυνάμεις του πεζικού και του ιππικού από όλες τις σατραπείες, ξεκίνησε από τα Σούσα. Μόλις έφτασε στις Σάρδεις, έστειλε κήρυκες στην Ελλάδα προστάζοντάς τους να πάνε σε όλες τις πόλεις και να ζητήσουν από τους Έλληνες «γη και ύδωρ» Έπειτα, διαίρεσε τη στρατιά του κι έστειλε ικανό αριθμό αντρών να γεφυρώσουν τον Ελλήσποντο και να σκάψουν μια διώρυγα στον Άθω κατά μήκος του αυχένα της Χερρονήσου, κάνοντας έτσι όχι μόνο τη διάβαση ασφαλή και σύντομη για τις δυνάμεις του αλλά και ελπίζοντας να τρομοκρατήσει τους Έλληνες  προκαταβολικά με το μέγεθος των έργων. Αυτοί λοιπόν που στάλθηκαν για την κατασκευή των έργων τα ολοκλήρωναν με ταχύτητα λόγω των πολλών χεριών των εργαζομένων. Οι Έλληνες, μαθαίνοντας το μέγεθος της δύναμης των Περσών, έστειλαν στη Θεσσαλία δέκα χιλιάδες οπλίτες για να καταλάβουν τα περάσματα γύρω από τα Τέμπη. Επικεφαλής των Λακεδαιμονίων ήταν ο Ευαίνετος και ο Αθηναίος ο Θεμιστοκλής. Αυτοί, αφού έστειλαν πρεσβευτές στις πόλεις, ζητούσαν να τους στείλουν στρατιώτες για να φυλάξουν από κοινού τα περάσματα, διότι ήθελαν να κάνουν όλες τις ελληνικές πόλεις να συμμετάσχουν στην εμπροσθοφυλακή και να κάνουν κοινή υπόθεση τον πόλεμο με τους Πέρσες. Επειδή όμως οι περισσότεροι από τους Θεσσαλούς και τους λοιπούς Έλληνες που κατοικούσαν κοντά στα περάσματα είχαν δώσει «γη και ύδωρ» στους αγγελιαφόρους που είχαν φτάσει από τον Ξέρξη, οι δύο στρατηγοί, απελπίστηκαν σχετικά με τη φύλαξη των Τεμπών και ξαναγύρισαν στα μέρη τους

                Όταν ο Ξέρξης έμαθε ότι ο Ελλήσποντος είχε γεφυρωθεί κα η διώρυγα στον Άθω είχε σκαφτεί, κίνησε από τις Σάρδεις με πορεία προς τον Ελλήσποντο. Φτάνοντας στην Άβυδο, πέρασε το στρατό του μέσα από τη Θράκη αλλά και από τους Έλληνες που συνόρευαν με αυτούς. Μόλις έφτασε στον ονομαζόμενο Δορίσκο, κάλεσε εκεί το ναυτικό έτσι ώστε να έχει και τις δύο δυνάμεις [ναυτικές και χερσαίες] συγκεντρωμένες σε έναν τόπο. Εκεί, έκανε και την επιθεώρηση ολόκληρης της στρατιάς. Ο αριθμός της δύναμης του πεζικού ξεπερνούσε τις οκτακόσιες χιλιάδες άντρες, ενώ το σύνολο των πολεμικών πλοίων ξεπερνούσε τα χίλια διακόσια, από τα οποία τα τριακόσια είκοσι ήταν ελληνικά· τα πληρώματα παρείχαν οι Έλληνες ενώ τα σκάφη τα είχε χορηγήσει ο βασιλιάς. Όλα τα υπόλοιπα λογαριάζονταν ως βαρβαρικά





Οι πρώτες αντιδράσεις των Ελλήνων - Η μάχη στις Θερμοπύλες

                Όταν αναγγέλθηκε στους συνέδρους των Ελλήνων ότι οι δυνάμεις των Περσών βρίσκονταν κοντά, θεώρησαν καλό να αποστείλουν γρήγορα τη ναυτική δύναμη στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας, θεωρώντας τον τόπο κατάλληλο για την αντιμετώπιση των εχθρών, και ικανό αριθμό οπλιτών στις Θερμοπύλες για να καταλάβουν εκ των προτέρων τα περάσματα στα στενά και να εμποδίσουν τους βαρβάρους να προχωρήσουν εναντίον της Ελλάδας, διότι προσπάθειά τους ήταν να περιλάβουν όσους είχαν επιλέξει την πλευρά των Ελλήνων και να κάνουν ό,τι ήταν δυνατόν για να διαφυλάξουν τους συμμάχους. Αρχηγός ολόκληρου του στόλου ήταν ο Ευρυβιάδης ο Λακεδαιμόνιος, ενώ εκείνων που εστάλησαν στις Θερμοπύλες ο Λεωνίδας ο βασιλιάς των Σπαρτιατών, άντρας που εκτιμούσε τα μέγιστα την ανδρεία και τη στρατηγική ικανότητα. Όταν ανέλαβε την εξουσία, έδωσε εντολή να τον ακολουθήσουν μόνο χίλιοι στην εκστρατεία. Όταν οι έφοροι του είπαν ότι οδηγούσε πάρα πολύ λίγους εναντίον μεγάλης δύναμης και τον πρόσταξαν να πάρει περισσότερους, τους είπε ανεπίσημα ότι για να εμποδίσουν τους βαρβάρους να περάσουν από τα περάσματα ήταν λίγοι, αλλά για την πράξη προς την οποία πορεύονταν ήταν ήδη πολλοί. Καθώς η απάντηση που δόθηκε ήταν αινιγματική και ασαφής, τον ξαναρώτησαν αν θεωρούσε πως τους οδηγούσε προς κάποια ευτελή πράξη. Εκείνος αποκρίθηκε ότι, στα λόγια, τους οδηγούσε να φυλάξουν τα περάσματα, αλλά, στην πράξη, για να πεθάνουν για την κοινή ελευθερία· έτσι, αν πήγαιναν οι χίλιοι, η Σπάρτη θα γινόταν πιο επιφανής όταν θα πέθαιναν, αλλά αν οι Λακεδαιμόνιοι εκστράτευαν πανδημεί, η Λακεδαίμονα θα χανόταν παντελώς, γιατί κανείς απ' αυτούς δε θα τολμούσε να τραπεί σε φυγή, ώστε να σωθεί. Υπήρχαν λοιπόν χίλιοι Λακεδαιμόνιοι και μαζί με αυτούς τριακόσιοι Σπαρτιάτες, ενώ οι υπόλοιποι Έλληνες που στάλθηκαν μαζί τους στις Θερμοπύλες ήταν τρεις χιλιάδες. Ο Λεωνίδας λοιπόν μαζί με τέσσερις χιλιάδες άντρες βάδιζε προς τις Θερμοπύλες, ενώ οι Λοκροί που κατοικούσαν κοντά στα περάσματα είχαν δώσει γη και ύδωρ στους Πέρσες και είχαν υποσχεθεί ότι θα καταλάμβαναν εκ των προτέρων τα περάσματα. Μόλις έμαθαν ότι ο Λεωνίδας έφτανε στις Θερμοπύλες, μετάνιωσαν και πήγαν με την πλευρά των Ελλήνων. Πήγαν λοιπόν στις Θερμοπύλες χίλιοι Λοκροί, άλλοι τόσοι Μηλιείς και περίπου χίλιοι Φωκείς, καθώς και περίπου τετρακόσιοι Θηβαίοι από την άλλη παράταξη, γιατί οι κάτοικοι των Θηβών είχαν διχαστεί ως προς τη συμμαχία με τους Πέρσες. Οι Έλληνες λοιπόν που είχαν συνταχθεί με τον Λεωνίδα, όντας τόσοι σε αριθμό, κάθονταν στις Θερμοπύλες περιμένοντας την άφιξη των Περσών.

                Ο Ξέρξης, μετά την επιθεώρηση των δυνάμεων, προχώρησε με όλο του το στράτευμα, ενώ όλος ο στόλος έπλεε παράλληλα με την πορεία του πεζικού μέχρι την πόλη Άκανθο. Από εκεί τα πλοία πέρασαν, μέσα από το μέρος όπου είχε ανοιχτεί η διώρυγα, στην άλλη θάλασσα γρήγορα και με ασφάλεια. Όταν όμως ο Ξέρξης έφτασε στον Μαλιακό κόλπο, πληροφορήθηκε ότι οι αντίπαλοι είχαν προκαταλάβει τα περάσματα. Γι' αυτό, αφού συγκέντρωσε πάλι εκεί το σύνολο της δύναμής του, κάλεσε τους συμμάχους του από την Ευρώπη, που ήταν κάτι λιγότερο από διακόσιες χιλιάδες άντρες. Έτσι λοιπόν, είχε συνολικά όχι λιγότερους από ένα εκατομμύριο στρατιώτες, χώρια τη ναυτική δύναμη. Το πλήθος των ανδρών που βρίσκονταν στα πολεμικά πλοία και που μετέφεραν τις προμήθειες και τον υπόλοιπο εξοπλισμό δεν ήταν μικρότερο από αυτό που προαναφέραμε, ώστε δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό σε ό,τι λέγεται για το πλήθος που είχε συγκεντρώσει ο Ξέρξης, γιατί λένε πως τα ποτάμια που είχαν πάντα νερό στέρεψαν εξαιτίας του ατελείωτου πλήθους, ενώ τα πελάγη καλύφθηκαν ολότελα από τα πανιά των πλοίων. Οι μεγαλύτερες λοιπόν δυνάμεις των οποίων η περιγραφή έχει παραδοθεί στην ιστορική μνήμη είναι αυτές που συνόδευαν τον Ξέρξη. Αφού οι Πέρσες στρατοπέδευσαν κοντά στο Σπερχειό ποταμό, ο Ξέρξης έστειλε αγγελιαφόρους στις Θερμοπύλες για να ανακαλύψουν, μεταξύ άλλων, τι σκόπευαν να κάνουν οι Έλληνες σχετικά με τον πόλεμο μαζί του. Πρόσταξε επίσης τους αγγελιοφόρους να τους παραγγείλουν ότι ο βασιλιάς Ξέρξης προστάζει να αφήσουν όλοι τα όπλα τους, να επιστρέψουν χωρίς κανένα κίνδυνο στις πατρίδες τους και να συμμαχήσουν με τους Πέρσες· όταν θα τα έκαναν αυτά, τους υποσχέθηκε ότι θα έδινε στους Έλληνες μεγαλύτερη και καλύτερη χώρα από αυτή που κατείχαν τώρα. Ο Λεωνίδας, αφού άκουσε τους αγγελιαφόρους, αποκρίθηκε ότι, ακόμα κι αν συμμαχούσαν με το βασιλιά, θα του ήταν πιο χρήσιμοι με τα όπλα τους, αλλά και αν αναγκάζονταν να πολεμήσουν εναντίον του, θα αγωνίζονταν με αυτά με μεγαλύτερη γενναιότητα υπέρ της ελευθερίας· όσο για τη χώρα που υποσχόταν να τους δώσει, αποκρίθηκε πως είναι πατρογονική συνήθεια στους Έλληνες να μην αποκτούν γη με τη δειλία αλλά με την ανδρεία.

                Ο βασιλιάς, όταν έμαθε από τους αγγελιαφόρους την απάντηση των Ελλήνων, κάλεσε τον Σπαρτιάτη Δημάρατο, που είχε εξοριστεί από την πατρίδα του και είχε καταφύγει σ' αυτόν, και, περιγελώντας τις απαντήσεις, ρώτησε το Λάκωνα: «Θα το βάλουν στα πόδια οι Έλληνες γρηγορότερα από τα άλογά μου ή θα τολμήσουν να αντιπαραταχθούν σε τόσο μεγάλες δυνάμεις;» Λένε πως ο Δημάρατος είπε: «Ούτε εσύ ο ίδιος αγνοείς την ανδρεία των Ελλήνων, γιατί τους βαρβάρους που εξεγείρονται τους πολεμάς με ελληνικές δυνάμεις. Μη φαντάζεσαι λοιπόν ότι εκείνου που μάχονται καλύτερα από τους Πέρσες για διατηρήσουν τη δική σου εξουσία, για τη δική τους ελευθερία θα διακινδυνεύσουν τη ζωή τους λιγότερο ενάντια στους Πέρσες. Ο Ξέρξης όμως τον περιγέλασε και τον πρόσταξε να ακολουθήσει για να δει τους Λακεδαιμονίους να τρέπονται σε φυγή. Πήρε λοιπόν το στρατό του και βάδισε εναντίον των Ελλήνων στις Θερμοπύλες, τοποθετώντας τους Μήδους μπροστά από όλα τα έθνη· επιλέγοντάς τους είτε λόγω της ανδρείας του ή επειδή ήθελε να τους εξολοθρεύσει. Διότι οι Μήδοι εξακολουθούσαν να έχουν υψηλό φρόνημα, μια που η ηγεμονία των προγόνων τους δεν είχε πολύ καιρό που είχε καταβληθεί. Συνέβη μάλιστα να είναι στους Μήδους αδελφοί και γιοι εκείνων που είχαν πεθάνει στον Μαραθώνα, ... πιστεύοντας ότι θα επιζητούσαν με όλη τους την καρδιά να πάρουν εκδίκηση από τους Έλληνες. Οι Μήδοι λοιπόν, αφού συντάχθηκαν για μάχη με τούτο τον τρόπο, επιτέθηκαν στους υπερασπιστές των Θερμοπυλών, ο Λεωνίδας όμως, καλά προετοιμασμένος, συγκέντρωσε τους Έλληνες στο πιο στενό σημείο του περάσματος.

                Η μάχη που ακολούθησε ήταν πεισματική, και, επειδή οι βάρβαροι είχαν θεατή της ανδρείας τους το βασιλιά, ενώ οι Έλληνες, από την πλευρά του, είχαν στο νου τους την ελευθερία και παρακινούνταν στον αγώνα από το Λεωνίδα, το τολμηρό εγχείρημα κατέληξε να είναι εκπληκτικό. Διότι, επειδή η μάχη δινόταν εκ του συστάδην και τα χτυπήματα δίνονταν σώμα με σώμα και επίσης οι γραμμές των αντιπάλων ήταν πολύ πυκνές, η μάχη επί πολύ χρόνο ήταν ισόρροπη. Καθώς οι Έλληνες υπερείχαν σε ανδρεία και σε μέγεθος ασπίδων, οι Μήδοι άρχισαν να ενδίδουν, γιατί πολλοί από αυτούς έπεσαν και ουκ ολίγοι γέμισαν τραύματα. Τους Μήδους διαδέχτηκαν στη μάχη οι Κίσσιοι και οι Σάκες, που είχαν επιλεγεί για την ανδρεία τους και είχαν τοποθετηθεί ακριβώς μετά από τους Μήδους. Όπως συγκρούστηκαν, φρέσκοι αυτοί με ήδη καταπονημένους, για λίγη ώρα άντεξαν τη μάχη, αλλά καθώς σκοτώνονταν και πιέζονταν ισχυρά από τους άντρες του Λεωνίδα, υποχώρησαν. Γιατί οι βάρβαροι, χρησιμοποιώντας μικρές στρογγυλές και ελαφριές ασπίδες, πλεονεκτούσαν όταν πολεμούσαν σε ευρύχωρο τόπο γιατί είχαν την ευκινησία, αλλά σε στενά μέρη δεν μπορούσαν να τραυματίσουν εύκολα τους αντιπάλους, που είχαν πυκνή διάταξη και ήταν ολόκληροι καλυμμένοι από μεγάλες ασπίδες, και οι ίδιοι, μειονεκτώντας λόγω της ελαφρότητας των όπλων που τους προστάτευαν, δέχονταν απανωτά τραύματα. Τέλος, ο Ξέρξης, βλέποντας όλο τον τόπο στα περάσματα στρωμένο με νεκρούς και τους βαρβάρους να μην αντέχουν στην ανδρεία των Ελλήνων, έστειλε μπροστά τους επίλεκτους Πέρσες που ονομάζονταν αθάνατοι κα θεωρούνταν οι πρώτοι σε ανδραγαθήματα από τους συμπολεμιστές τους. Όταν όμως τράπηκαν και αυτοί σε φυγή, αφού αντιστάθηκαν για σύντομο χρονικό διάστημα, τότε, καθώς έπεφτε η νύχτα, έθεσαν τέρμα στις εχθροπραξίες, έχοντας από τους βαρβάρους σκοτωθεί πολλοί ενώ από τους Έλληνες είχαν πέσει μόνο λίγοι.

               Την επομένη, ο Ξέρξης, τώρα που η μάχη είχε τελειώσει αντίθετα από τις προσδοκίες του, διάλεξε από όλα τα έθνη τους άντρες οι οποίοι θεωρούνταν ότι υπερείχαν σε ανδρεία και τόλμη και μετά από πολλές παρακλήσεις τους ανήγγειλε προκαταβολικά ότι αν μεν κατάφερναν να παραβιάσουν την είσοδο θα τους έδινε αξιόλογα δώρα, αλλά αν τρέπονταν σε φυγή η ποινή θα ήταν ο θάνατος. Ετούτοι όρμησαν στους Έλληνες σε πολύ πυκνή διάταξη και με μεγάλη βιαιότητα, αλλά τότε οι άντρες του Λεωνίδα πύκνωσα κι αυτοί τις γραμμές τους και κάνοντας την παράταξή τους σαν τοίχος αγωνίζονταν μανιασμένα. Ο ζήλος τους έφτασε σε τέτοιο βαθμό ώστε οι γραμμές που συνηθίζεται να μετέχουν εκ περιτροπής στη μάχη δεν υποχωρούσαν, αλλά υπομένοντας αδιαλείπτως τα δεινά σκότωναν πολλούς από τους επίλεκτους βαρβάρους. Πολεμώντας όλη την ημέρα, αμιλλόταν ο ένας τον άλλο· οι μεγαλύτεροι σε ηλικία παραβάλλονταν με την ακμή των νέων, ενώ οι νεότεροι συναγωνίζονταν την εμπειρία και τη δόξα των μεγαλυτέρων. Όταν τελικά τράπηκαν σε φυγή κα οι επίλεκτοι, οι βάρβαροι που ήταν παραταγμένοι πίσω από αυτούς, πύκνωσαν πάλι τις γραμμές τους και δεν άφηναν τους επίλεκτους να τραπούν σε φυγή, κι έτσι αναγκάζονταν να στραφούν πάλι κατά μπρος και να πολεμήσουν. Κι ενώ ο βασιλιάς δεν ήξερε τι να κάνει και πίστευε πως κανένας δε θα τολμούσε πια να μπει στη μάχη, πήγε σ' αυτόν κάποιος ντόπιος Τραχίνιος, που γνώριζε καλά την ορεινή περιοχή. Αυτός, αφού παρουσιάστηκε στον Ξέρξη, του υποσχέθηκε να οδηγήσει τους Πέρσες μέσα από κάποιο στενό και απόκρημνο μονοπάτι, έτσι ώστε εκείνοι που θα πήγαιναν μαζί του θα βρίσκονταν πίσω από τους άντρες του Λεωνίδα, οι οποίοι θα βρίσκονταν έτσι περικυκλωμένοι και θα ήταν εύκολο να σκοτωθούν. Ο βασιλιάς καταχάρηκε και, αφού τίμησε με δώρα τον Τραχίνιο, έστειλε μαζί του τη νύχτα είκοσι χιλιάδες στρατιώτες. Κάποιος όμως από τους Πέρσες ονόματι Τυρραστιάδας, που καταγόταν από την Κύμη, έντιμος άνθρωπος και καλού χαρακτήρα, δραπέτευσε από το στρατόπεδο των Περσών τη νύχτα και πήγε στους άντρες του Λεωνίδα φανερώνοντάς τους τα σχετικά με τον Τραχίνιο που αγνοούσαν.

                Μαθαίνοντάς τα οι Έλληνες συνεδρίασαν μέσα στη μέση της νύχτας και συσκέπτονταν σχετικά τους επικείμενους κινδύνους. Μερικοί λοιπόν είπαν ότι έπρεπε να εγκαταλείψουν αμέσως τα περάσματα και να αναζητήσουν ασφάλεια κοντά στους συμμάχους, γιατί ήταν αδύνατο να σωθούν όσοι θα έμεναν. Ο Λεωνίδας όμως, ο βασιλιάς των Λακεδαιμονίων, φιλοδοξώντας να περιβάλει τόσο τον εαυτό του όσο και τους Σπαρτιάτες με μεγάλη δόξα, πρόσταξε όλους τους άλλους Έλληνες να φύγουν και να σωθούν, έτσι ώστε στις άλλες μάχες να πολεμήσουν μαζί με τους Έλληνες, οι ίδιοι όμως οι Λακεδαιμόνιοι, είπε, έπρεπε να μείνουν και να μην εγκαταλείψουν τη φύλαξη των περασμάτων, διότι εκείνοι που ηγούνται της Ελλάδας οφείλουν να πεθαίνουν πρόθυμα αγωνιζόμενοι για τα πρωτεία. Αμέσως λοιπόν όλοι οι άλλοι έφυγαν, ενώ ο Λεωνίδας μαζί με τους συμπολίτες του εκτέλεσε ηρωικές και εκπληκτικές πράξεις. Μολονότι οι Λακεδαιμόνιοι ήταν λίγοι, γιατί είχε κρατήσει μόνο τους Θεσπιείς και συνολικά δεν είχε περισσότερους από πεντακόσιους άντρες, ήταν έτοιμος να υποδεχτεί το θάνατο για χάρη της Ελλάδας. Μετά από αυτά, οι Πέρσες που συνόδευαν τον Τραχίνιοι, αφού έκαναν το γύρο της δύσβατης περιοχής, βρέθηκαν ξαφνικά πίσω από τους άντρες του Λεωνίδα, και οι Έλληνες, έχοντας παραιτηθεί από κάθε ελπίδα σωτηρίας και επιλέγοντας την καλή φήμη, ζητούσαν με μια φωνή από τον αρχηγό τους να τους οδηγήσει εναντίον των εχθρών, πριν μάθουν οι Πέρσες ότι οι δικοί τους είχαν κάνει τον  κύκλο. Ο Λεωνίδας, αποδεχόμενος την ετοιμότητα των στρατιωτών του, τους παρήγγειλε να ετοιμάσουν γρήγορα το πρωινό τους, αφού το δείπνο τους θα το έπαιρναν στον Άδη. Όσο για τον ίδιο, έφαγε επίσης, σύμφωνα με τη διαταγή που είχε δώσει, πιστεύοντας πως έτσι θα μπορούσε να διατηρήσει τις δυνάμεις του για πολύ χρόνο και να έχει αντοχή στους κινδύνους της μάχης. Μόλις ανέλαβαν μετά από λίγο τις δυνάμεις τους και ήταν όλοι έτοιμοι, ο Λεωνίδας πρόσταξε τους στρατιώτες να επιτεθούν στο στρατόπεδο των αντιπάλων, να σκοτώσουν όσους συναντήσουν και να ορμήσουν στην ίδια τη σκηνή του βασιλιά.



                Εκείνοι λοιπόν, σύμφωνα με τις εντολές του, έπεσαν, ενώ ήταν ακόμη νύχτα, σαν ένα σώμα στο στρατόπεδο των Περσών, με τον Λεωνίδα επικεφαλής να τους οδηγεί. Οι βάρβαροι, τόσο λόγω του αναπάντεχου της επίθεσης όσο και από άγνοια, έβγαινα από τις σκηνές όλοι μαζί τρέχοντας άτακτα μέσα σε μεγάλη ταραχή, και νομίζοντας ότι οι στρατιώτες που είχαν φύγει με τον Τραχίνιο είχαν χαθεί και ότι είχε έρθει καταπάνω τους όλη η δύναμη των Ελλήνων, κατατρόμαξαν. Γι' αυτό και σκοτώθηκαν πολλοί από τους άντρες του Λεωνίδα, αλλά ακόμη περισσότεροι χάθηκαν από τους ίδιους τους συντρόφους τους που, μέσα στην άγνοιά τους, τους περνούσαν για εχθρούς. Γιατί, από τη μια, η νύχτα στερούσε την αληθινή επίγνωση των πραγμάτων και, από την άλλη, η ταραχή που είχε απλωθεί σε όλο το στρατόπεδο ήταν λογικό να δημιουργεί μεγάλο μακελειό, αφού αλληλοσκοτώνονταν, καθώς οι περιστάσεις δεν επέτρεπαν λεπτομερή εξέταση, επειδή δεν υπήρχαν εντολές από κάποιον αρχηγό ούτε κάποιο σύνθημα για να το ζητήσουν ούτε, γενικά, κάποια λογική στην όλη κατάσταση. Αν λοιπό ο βασιλιάς είχε μείνει στη βασιλική σκηνή, εύκολα θα είχε σκοτωθεί κι αυτός από τους Έλληνες και όλος ο πόλεμος θα είχε φτάσει σε γρήγορο τέλος. Όπως όμως είχε το πράγμα, ο Ξέρξης είχε πεταχτεί έξω στην αναταραχή, και οι Έλληνες, ορμώντας μέσα στη σκηνή, σκότωσαν σχεδόν όλους όσους βρήκαν μέσα. Όσο ήταν ακόμα νύχτα, περιπλανιόνταν μέσα σε όλο το στρατόπεδο αναζητώντας, όπως ήταν λογικό, τον Ξέρξη. Όταν όμως ξημέρωσε και φανερώθηκε η όλη κατάσταση, οι Πέρσες, βλέποντας πως οι Έλληνες ήταν λίγοι, τους αψήφησαν. Δεν συγκρούστηκαν βέβαια μαζί τους πρόσωπο με πρόσωπο, φοβούμενοι την ανδρεία τους, αλλά τους κύκλωσαν από τα πλάγια και από πίσω και, ρίχνοντας τους από παντού βέλη και ακόντια, τους σκότωσαν όλους. Έτσι λοιπόν τελείωσαν τη ζωή τους οι άντρες που φύλαγαν τα περάσματα στις Θερμοπύλες μαζί με τον Λεωνίδα.

Όχι μόνο οι ιστορικοί συγγραφείς αλλά και πολλοί από τους ποιητές ύμνησαν τις ανδραγαθίες τους. Ένας από αυτούς ήταν και ο Σιμωνίδης, ο λυρικός ποιητής, που συνέθεσε ένα εγκώμιο, αντάξιο της αρετής τους, στο οποίο λέει:

Για κείνους που πέθαναν στις Θερμοπύλες,
ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατος,
βωμός ο τάφος, μνήμη παντοτινή αντί για θρήνος,
κι η μοίρα τους αντικείμενο εγκωμίων.
Σάβανο σαν κι αυτό μήτε η σαπίλα
μήτε ο χρόνος ο πανδαμάτορας θα αμαυρώσει
των γενναίων ανδρών.
Και το μνήμα την καλή φήμη της Ελλάδας διάλεξε για ένοικό του.
Μάρτυρας είναι ο Λεωνίδας, ο βασιλιάς της Σπάρτης, που μέγα στολίδι άφησε πίσω του την αρετή και δόξα αιώνια.

http://ellas.pblogs.gr/tags/thermopyles-gr.html 

 Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ

 
Η μόνη εφικτή διαδρομή στην αρχαιότητα μεταξύ Θεσσαλίας και  Βοιωτίας βρισκόταν κατά μήκος της νότιας ακτής του Κόλπου του Μαλιακού. Η διαδρομή μήκους 6 χλμ. περνούσε ανάμεσα από τα βράχια του βουνού Καλλίδρομου και η «θάλασσα» ήταν γνωστή ως Θερμοπύλες («Θερμές πύλες») από τις ιαματικές πηγές κοντά στο κέντρο της διαδρομής που ήταν αφιερωμένες στον Ηρακλή. Οι θερμές πηγές, υπάρχουν ακόμη στις παρυφές του λόφου. Η περιοχή των Θερμοπυλών ήταν πάντοτε τόπος στρατηγικής σημασίας, εφόσον αποτελούσε κατά την αρχαιότητα τη μοναδική από ξηρά βατή δίοδο επικοινωνίας της βόρειας με τη νότια Ελλάδα.

Το 480 π.Χ., το πέρασμα ήταν ένα πολύ στενό μονοπάτι κάτω από βουνό, το οποίο επιχείρησαν να εκμεταλλευτούν στρατηγικά οι αρχαίοι Έλληνες για να εμποδίσουν τον περσικό στρατό. Σήμερα το πέρασμα των Θερμοπυλών έχει αλλάξει εξαιτίας των αποθέσεων στις εκβολές του Σπερχειού. Οι Θερμοπύλες ήταν ο πιο κατάλληλος τόπος για να αντιμετωπιστεί η περσική στρατιά και λόγω της ύπαρξης ενός οχυρού . Οι Πέρσες δε θα μπορούσαν να αναπτύξουν εκεί τους αναγκαίους ελιγμούς για την προώθηση τους.

Για την μάχη των Θερμοπυλών έχουν γραφεί και γράφονται αρκετά. Ωστόσο το φυσικό τοπίο της περιοχής έχει αλλάξει από τότε. Η θάλασσα των Θερμοπυλών που περιτριγύριζε  τον Λεωνίδα εξαφανίστηκε. Άραγε γιατί οι Θερμοπύλες του βασιλιά της Σπάρτης με αυτές που αντικρίζουμε σήμερα είναι τόσο διαφορετικές. Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα πρέπει να αναζητηθούν στην γεωλογική εξέλιξη της περιοχής. Η ισορροπία μεταξύ ιζηματογένεσης από τον ποταμό Σπερχειό και καθίζησης εδάφους έχει αλλάξει την τοπογραφία του περάσματος αρκετά από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα που είναι μια ευρεία πεδιάδα.

Ο Μαλιακός Κόλπος αποτελεί μέρος τάφρου που εκτείνεται από τη Βόρειο Ευβοϊκό Κόλπο βαθιά στην κεντρική Ελλάδα. Αυτό η τάφρος(graben γεωλογικά) πιθανότατα άρχισε να διαμορφώνεται περίπου 10 εκ. χρόνια πριν, όταν το τέντωμα στην κρούστα του Νότιου Αιγαίου παρήγαγε πολλές τάφρους στον αιγαιακό χώρο . Οι τάφροι  του κόλπου της Κορίνθου και της Βοιωτικής πεδιάδας είναι παράλληλοι προς αυτήν και διαμορφώθηκαν την ίδια στιγμή και με τον ίδιο τρόπο.

 Η τοπογραφία της τάφρου εξαρτάται από τρεις παράγοντες: ιζηματογένεση, καθίζηση και τις αλλαγές της στάθμης της θάλασσας. Το ποτάμι του Σπερχειού ρέει κάτω από την τάφρο από τα δυτικά, με αποτέλεσμα μεγάλες ποσότητες ιζημάτων να σχηματίζονται από τη διάβρωση των οροσειρών. Άλλα ποτάμια εκβάλλουν επίσης στην τάφρο από τα βουνά στα βόρεια και τα νότια. Όλα αυτά τα ιζήματα αποτίθενται, όταν το ποτάμι επιβραδύνει την πορεία του καθώς εισέρχεται στον Μαλιακό Κόλπο. Οι αποθέσεις έχουν την τάση να γεμίζουν τον κόλπο και να μετατοπίζουν τις εκβολές του ποταμού έξω στον Κόλπο. Τουλάχιστον, ιζήματα 800 μέτρων παρουσιάζονται στην τάφρο. Ο τραβερτίνης που σχηματίζεται γύρω από τις ιαματικές πηγές έχει επίσης συμβάλει σε τοπικό επίπεδο για τα ιζήματα του κόλπου.

Ο δεύτερος παράγοντας, η καθίζηση του εδάφους της τάφρου του Σπερχειού, άρχισε περίπου 10 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζεται ακόμα σήμερα. Το ρήγμα του Σπερχειού που μπορείτε να δείτε στον παραπάνω χάρτη ευθύνεται για αυτή την καθίζηση. Όμως, η κίνηση δεν είναι γενικά συνεχής, αλλά συμβαίνει κατά τη διάρκεια σεισμών, όταν μετακινήσεις αρκετών μέτρων μπορεί να συμβούν. Τέτοια γεγονότα μπορούν να αλλάξουν δραστικά την ακτογραμμή και το βάθος της θάλασσας.

Ο τρίτος παράγοντας είναι το επίπεδο της θάλασσας: 18.000 χρόνια πριν, κοντά στο τέλος της τελευταίας εποχής των παγετώνων, η στάθμης της θάλασσας ήταν περίπου 120 μέτρα κάτω από το τρέχον επίπεδό της. Τα τελευταία 6.000 χρόνια η ταχεία αύξηση της στάθμης της θάλασσας εξαιτίας της ιζηματογένεσης είχε σαν αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος του προηγούμενου εδάφους να βρίσκεται τώρα κάτω από τον Μαλιακό Κόλπο. Είναι πιθανό τότε ο κόλπος να  έφθανε μέχρι τους λόφους και στις δύο πλευρές. Μετά από το 4000 π.Χ. η ιζηματογένεση , η καθίζηση και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας οδήγησαν στη δημιουργία νέας γης και της μετανάστευσης του δέλτα στον Κόλπο.

Κατά τις περιόδους υψηλής θαλάσσιας στάθμης , ενδεχομένως από το 1700-1300 ΠΧ και από το 300 ΠΧ-1100ΜΧ το  πέρασμα των Θερμοπυλών περιτριγυριζόταν από θάλασσα που έφθανε μέχρι τους απότομους λόφους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να παραμένει κλειστό , ενώ σε άλλες περιόδους ήταν ανοιχτό αλλά ακόμα πολύ στενό. Ήταν πιθανώς μόνο 20-30 μέτρα κατά την διάρκεια της διάσημης μάχης το 480 ΠΧ. Κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα ο ποταμός Σπερχειός μετανάστευσε προς την νότια ακτή και η ιζηματογένεση αυξήθηκε με αποτέλεσμα το πέρασμα να αρχίσει να διευρύνεται και να φτάσει στο σημερινό πλάτος(5χιλιόμετρα)

Γεωδίφης

Πηγές- 1.Βικιπαίδεια
            2. A Geological Companion to Greece and the Aegean,Higgins
             3.Σεισμοτεκτονικός χάρτης Ελλάδας-ΙΓΜΕ

Εικόνες-Χάρτης γεωλογικής εξέλιξης της ακτογραμμής και πρόσφατη φωτογραφία της περιοχής

 

 http://www.geodifhs.com/4/post/2011/1/289.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου