Η Σπιναλόγκα στις σελίδες του επίσημου περιοδικού της UNESCO Με μια δισέλιδη καταχώρησή του το τελευταίο τεύχος του επίσημου περιοδικού της UNESCO «WORLD HERITAGE» (ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ) φιλοξενεί περιληπτικό κείμενο για την οχυρή νησίδα της Σπιναλόγκας. Το κείμενο συντάχτηκε από την επιστημονική ομάδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος που έχει την ευθύνη για τη σύνταξη φακέλου υποψηφιότητας, τους κ. Α. Ζερβό, Στ. Μαλλιαράκη, Κ. Μαυρικάκη, Ε. Μουντράκη και Ο. Σγουρό και δημοσιεύτηκε με τη στήριξη της Περιφέρειας Κρήτης. Υπενθυμίζεται ότι έχει ήδη εδώ και ένα χρόνο παραδοθεί στο ΥΠ.ΠΟ.Τ. και στον ίδιο τον Υπουργό κ. Γερουλάνο, η μελέτη που αφορά την ένταξή της στην ελληνική tentative list (προλίστα μνημείων). Μέχρι σήμερα, δεν έχει οριστεί η αρμόδια διυπουργική επιτροπή για την περαίωση της διαδικασίας. Η ανεξήγητη αυτή ολιγωρία του Υπουργείου Πολιτισμού, δεν μπορεί να κατανοηθεί, ιδίως επειδή αναφέρεται σε πράξεις που δεν βαραίνουν τον προϋπολογισμό, αλλά θωρακίζουν μια διαχρονική πολιτική προβολής του ελληνικού μνημειακού πλούτου, την ίδια ώρα που η γείτονα χώρα Τουρκία, προβαίνει σε έκτακτες χορηγίες προς την UNESCO! Ωστόσο η πενταμελής ομάδα εργασίας του ΤΕΕ/ΤΑΚ συντάσσει αυτή την περίοδο το ογκώδες σχέδιο διαχείρισης, που αποτελεί απαραίτητο περιεχόμενο του φακέλου υποψηφιότητας. Το κείμενο που δημοσιεύεται στο επίσημο περιοδικό της UNESCO είναι: «Η Σπιναλόγκα αποτελεί μία νησίδα έκτασης 85 στρεμμάτων και μέγιστου υψόμετρου 53 μέτρων στο στόμιο του φυσικού λιμένα της Ελούντας του Νομού Λασιθίου Κρήτης. Ο χώρος περιτειχίστηκε κατά την αρχαιότητα, για την προστασία της αρχαίας πόλης του Ολούντος. Κατά τα τέλη του 16ου αιώνα, οι Βενετοί, στο πλαίσιο των μεγάλων οχυρωματικών έργων που εκτέλεσαν για τη θωράκιση της Κρήτης, κατασκεύασαν εκεί ένα από τα σημαντικότερα επιθαλάσσια προμαχωνικά οχυρά της Μεσογείου, για το οποίο συνεργάστηκαν ορισμένοι από τους πιο διάσημους στρατιωτικούς μηχανικούς της Βενετίας. Παράλληλα, ως λιμάνι, λόγω της καίριας γεωγραφικής θέση της, αποτέλεσε σταυροδρόμι επικοινωνίας ανθρώπων και πολιτισμών, καθώς διευκόλυνε όχι μόνο το εμπόριο, αλλά και τη διακίνηση ιδεών και τεχνών από και προς την Ανατολή, στο πέρασμα του χρόνου. Κατά την περίοδο του Κρητικού Πολέμου (1647-1669), ο αμιγώς στρατιωτικός χαρακτήρας της νησίδας αλλοιώθηκε, καθώς έγινε καταφύγιο και κατοικία χριστιανών προσφύγων από τις τουρκοκρατούμενες κοντινές επαρχίες. Η διαμονή των προσφύγων στη νησίδα διήρκησε έως το 1715, οπότε το φρούριο παραδόθηκε στους Οθωμανούς. Το οικιστικό σύνολο της Σπιναλόγκας κατά τον 19ο αιώνα, εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο μουσουλμανικό κέντρο της Ανατολικής Κρήτης μετά το Χάνδακα. Περιορισμένο από θάλασσα, οριοθετημένο με σαφήνεια από τις περιμετρικές οχυρώσεις του, αποτέλεσε ένα ιδιαίτερο δείγμα πολεοδομικής οργάνωσης και διαχείρισης του χώρου. Ωστόσο, λόγω των πολιτικών εξελίξεων που έλαβαν χώρα στην Κρήτη κατά τα τελευταία έτη του 19ου αιώνα, ο ακμάζων αυτός οικισμός περιήλθε σε παρακμή, γεγονός που οδήγησε την πλειονότητα των κατοίκων της Σπιναλόγκας να μεταναστεύσουν. Το 1903, η Κρητική Πολιτεία αποφάσισε την ίδρυση Λεπροκομείου στη Σπιναλόγκα και τον υποχρεωτικό εγκλεισμό των ασθενών στο νησί. Οι πρώτοι χανσενικοί εγκαταστάθηκαν το 1904 και η νέα κατοίκηση της νησίδας έφερε σημαντικές αλλαγές στην πολεοδομική και οικιστική οργάνωση της. Εκατοντάδες άνθρωποι εξαναγκάστηκαν να ζήσουν στο χώρο αυτό απομονωμένοι, μακριά από τους οικείους τους, γεγονός που στιγμάτισε τη νησίδα καθιστώντας την πλέον, ουσιαστικά και μεταφορικά, τόπο μαρτυρίου. Το Λεπροκομείο λειτούργησε έως το 1957 και έκτοτε η νησίδα παρέμεινε έρημη και ακατοίκητη. Το 1963 χαρακτηρίστηκε δημόσιο τουριστικό κτήμα και η κυριότητα του περιήλθε στο Δημόσιο, γεγονός που διαφύλαξε την φυσιογνωμία του από άστοχες και ασύμβατες παρεμβάσεις, όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις που αντίστοιχοι χώροι έχουν περιέλθει σε ιδιώτες. Το 1976 χαρακτηρίστηκε ως αρχαιολογικός χώρος προστατευόμενος από το Υπουργείο Πολιτισμού, γεγονός που διασφάλισε ακόμα περισσότερο την διατήρηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της νησίδας Από το 1997 ως και το 2005, με τη χρηματοδότηση του Β΄ & Γ΄ Κ.Π.Σ στη Σπιναλόγκα εκτελέστηκαν μεγάλης έκτασης εργασίες στερέωσης, και αναστήλωσης που ανέδειξαν το μνημειακό πλούτο και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του χώρου, αφού προηγήθηκαν οι απαραίτητες αποτυπώσεις για την τεκμηρίωση των επεμβάσεων και τη σύνταξη των σχετικών μελετών. Η Σπιναλόγκα σήμερα αποτελεί έναν από τους μείζονες αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας, καθώς αποτελεί τον δεύτερο χώρο σε επισκεψιμότητα στην Κρήτη». MERABELLO LIBRO D’ ORO MERABELLO LIBRO D' ORO |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου