Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Τα ελληνικά καταδιωκτικά στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο


Ένα σμήνος από ελληνικά καταδιωκτικά τύπου ΡΖL, 
πετούν επάνω από την Ακρόπολη, λίγο πριν από τον πόλεμο

        Τα  ελληνικά   καταδιωκτικά στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο

Στις 2 Νοεμβρίου 1940 ο θρύλος της Ιταλικής αεροπορικής παντοδυναμίας διαλύθηκε. Τριάντα ιταλικά αεροπλάνα, πού κατευθύνονταν για την Θεσσαλονίκη, δεν μπόρεσαν τελικά να φθάσουν στον στόχο τους. Επτά ελληνικά καταδιωκτικά επιτέλεσαν την ήμερα εκείνη έναν άθλο από τους πιο εντυπωσιακούς στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Έπειτα από αυτό ή Ελλάς, και στον τομέα των αεροπορικών επιδρομών, δεν αντιμετώπισε με τον σκεπτικισμό των πρώτων ήμερων την εξέλιξη του πολέμου με τους Ιταλούς.

Το απόγευμα της 2ας Νοεμβρίου του   1940 στο  αεροδρόμιο  Σέδες γίνεται   ο    πρώτος     συναγερμός. Ο διοικητής της   αεροπορίας   διώξεως ειδοποιείται ότι      ένας σχηματισμός   Ιταλικών βομβαρδιστικών   κατευθύνεται   προς την  Θεσσαλονίκη.  Ζητεί  αμέσως την έγκριση ατό την ΔΑΠ για να απογείωση τα καταδιωκτικά του. Η έγκρισης, (μια γραφειοκρατική λεπτομέρεια,   που   πολλές   φορές είχε   δυσμενείς   επιπτώσεις   στην δράσι της  ΕΒΑ) δεν άργησε να φτάσει. Τα ΡΖL της 22ας μοίρας άρχισαν   να   απογειώνονται   με τον εξαιρετικό για την εποχή εκείνη   ρυθμό   τριών   αεροπλάνων κάθε δύο λεπτά.  Επτά ελληνικά καταδιωκτικά    βρίσκονταν στον αέρα όταν φάνηκαν στον ορίζοντα   τα   εχθρικά   βομβαρδιστικά. Ήταν περίπου τριάντα (τα περισσότερα τύπου Κάντυ) και πετούσαν σε πυκνό σχηματισμό με προφανή σκοπό να βομβαρδίσουν την    Θεσσαλονίκη.    ΟΙ    πιλότοι της  22ας   μοίρας  έπεσαν  επάνω τους χωρίς δισταγμό και πρώτο αποτέλεσμα   της  επιθέσεως  τους ήταν   η   διάλυση   του   εχθρικού σχηματισμού. Οι βόμβες ρίχτηκαν πρόωρα και άσκοπα, και στην αερομαχία πού ακολούθησε  παρά την αριθμητική και τεχνική υπεροχή των Ιταλών, ο εχθρός έχασε τρία αεροπλάνα. Την στιγμή πού ή αερομαχία τελείωνε πια, ο υποσμηναγός Μητραλέξης κυνήγησε με το ΡΖL του ένα βαρύ Ιταλικό βομβαρδιστικό και το ανάγκασε να τραβήξει νοτιοανατολικά προς το βουνό Χορτιάτης. Διαπίστωσε όμως ξαφνικά ότι τα πυρομαχικά του είχαν εξαντληθεί. Ο εχθρός θα του ξέφευγε. Πλησίασε λοιπόν αποφασιστικά πίσω του και έκανε κάτι πρωτάκουστο : «Έκρουσε» με τον έλικά του τα πηδάλια ουράς του Ιταλικού βομβαρδιστικού και τα συνέτριψε. Το εχθρικό αεροπλάνο αρχίζει να πέφτει. Πέντε αλεξίπτωτα ανοίγουν και οι  Ιταλοί αεροπόροι κατεβαίνουν σιγά σιγά στην Μακεδονική γη.  Αλλά και ό Μητραλέξης δεν μπορεί να κρατηθεί στον αέρα. Ο έλικας του έχει παραμορφωθεί από την πρόσκρουση. Κατεβαίνει λοιπόν και προσγειώνεται σε κάποιο χωράφι.  Ύστερα ψάχνει, βρίσκει τους Ιταλούς αεροπόρους, τους φορτώνει σ' ένα αυτοκίνητο και γυρίζει θριαμβευτικά στην βάση του.

Ο αρχηγός της ελληνικής αεροπορίας κατά τον πόλεμο του 1940, Τηλιός.

Τα Ιταλικά βομβαρδιστικά δεν πέταξαν ποτέ πια χαμηλότερα από πέντε χιλιόμετρα και δεν πλησίαζαν, κατά κανόνα, περιοχές πού υπήρχαν ελληνικά καταδιωκτικά. Και ή ελληνική αεροπορική ηγεσία είδε με περισσότερη  αισιοδοξία την κατάσταση.

Ποιοί ήταν οι φόβοι, οι πολύ δικαιολογημένοι, της ελληνικής αεροπορικής ηγεσίας, όταν ξεσπούσε ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος ; Το πλήθος και η ποιότητα της εχθρικής αεροπορίας.

Για πρώτη φορά από την απελευθέρωση η Ελλάδα πολεμούσε απευθείας και ουσιαστικά μόνη, με μια χώρα πού είχε μεγάλη και συγχρονισμένη πολεμική βιομηχανία. Οι παλαιοί αντίπαλοι μας  Βούλγαροι και Τούρκοι δεν είχαν τέτοια βιομηχανία. Μάχονταν και αυτοί με αγορασμένο ή δανεικό υλικό πού δεν είχε μεγάλες διαφορές από το δικό μας. Τώρα τα πράγματα ήταν διαφορετικά.

Στο πεζικό η εξέλιξις της πολεμικής μηχανής ήταν σχετικά αργή. Και αυτοί οι Βρετανοί παρατάχθηκαν στην αρχή με ελαφρά όπλα  του   πρώτου   παγκοσμίου. πολέμου. Οι βελτιώσεις στα πολυβόλα και το πυροβολικό δεν ήταν πολύ σημαντικές. Και η Αλβανία δεν ήταν χώρος κατάλληλος για τανκς. Έτσι ένα παλιό Χότσκις σε χέρια ψυχωμένου  Έλληνα πολυβολητή μπορούσε να αντιμετώπιση ένα τέλειο Φίατ, και ένα μάνλιγχερ μιαν Ιταλική αραβίδα. Η διαφορά δεν έφθανε να είναι συντριπτική για τον ένα από τους αντιπάλους, όταν μάλιστα αυτός ήταν καλύτερος πολεμιστής και είχε το δίκιο με το μέρος του. Στην αεροπορία όμως η εξέλιξις ήταν ραγδαία και ένα παλιό αεροπλάνο δεν μπορούσε, θεωρητικά τουλάχιστο, να αντιμετώπιση ένα σύγχρονο. Το καινούργιο, κατά κανόνα, ήταν πολύ ταχύτερο και είχε ισχυρότερα πυρά.  Ήταν πολύ δύσκολο να προσβληθεί   από  ένα  παλιό.

Αρκετά χρόνια, πριν από τον πόλεμο, οι μεγάλες δυνάμεις δεν πουλούσαν αεροπλάνα στις μικρές, δηλαδή δεν πουλούσαν καινούργια   αεροπλάνα. Το  1936 τρεις  Έλληνες αεροπόροι οι Μοσχοβίνος, Ποταμιάνος και Κελαϊδής, γύρισαν, με εντολή της κυβερνήσεως, όλη σχεδόν την Ευρώπη για να δουν ποιό αεροπλάνο απ' αυτά πού προσφέρονταν για πούλημα ήταν το καλύτερο. Ο βασιλεύς Γεώργιος Β' έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την αποστολή αυτή και συνεργάστηκε ο ίδιος πολλές φορές με τα μέλη της πριν ξεκινήσουν. Η επιτροπή πήγε στην Γαλλία, Αγγλία, Ολλανδία, Τσεχοσλοβακία, Πολωνία κλπ. Διάλεξε δυο είδη αεροπλάνων. Τα αγγλικά Γκλαντιαίητορ και τα Πολωνικά ΡΖL. Το GL είχε καλύτερη ορατότητα από το ΡΖL, μεγαλύτερη ακτίνα δράσεως και ήταν πιο ευέλικτο. Το ΡΖL είχε περιορισμένη ορατότητα, δεν ήταν ευέλικτο, είχε όμως μεγαλύτερη ταχύτητα (κάπου 360 - 380 χιλιόμετρα) και ισχυρότερα πυρά (τέσσερα πολυβόλα ή δύο πυροβόλα και δύο πολυβόλα). Οι αεροπόροι προτιμούσαν τα Γκλαντιαίητορ αλλά τα ΡΖL μπορούσαμε να τα πληρώσουμε  τουλάχιστο κατά ένα μέρος,  με καπνά. Έτσι παραγγέλθηκαν 36 ΡΖL στην Πολωνία. Με τα αεροπλάνα αυτά εφοδιάστηκαν οι τρείς μοίρες της Α.Δ. 21η, 22α και 23η πού συγκροτήθηκαν στο Σέδες. Υπήρχε και 24η μοίρα στην περιοχή Αθηνών με λίγα παλιά γαλλικά  αεροπλάνα  τύπου  Μπλοκ.

Έλληνες πιλότοι με  τον αρχηγό  της αεροπορίας διώξεως κ. Έμ. Κελαϊδήν. Αριστερά διακρίνεται ο Αντωνίου.
Η μοίρα αυτή μεταστάθμευσε αργότερα στην Λάρισα και υπήχθη στην διοίκηση της αεροπορίας διώξεως Φαίνεται όμως ότι δεν προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες γιατί το υλικό της ήταν απηρχαιωμένο.

Αμέσως με την κήρυξη του πολέμου επανδρώθηκαν οι τρεις μοίρες διώξεως στο Σέδες, και για να αποφύγουν βομβαρδισμό στο έδαφος μετακινήθηκαν σε διάφορα βοηθητικά αεροδρόμια. Η  21η μοίρα με διοικητή τον σμηναγό Κέλλαν, εγκατεστάθη στο αεροδρόμιο Βασιλικής Καλαμπάκας με εντολή να υποστήριξη τον μαχόμενο στην  Ήπειρο στρατό. Η 22α, με διοικητή τον σμηναγό Αντωνίου, στο αεροδρόμιο Μεγάλης Μίκρας με εντολή να καλύπτει την περιοχή Θεσσαλονίκης. Και η 23η, με διοικητή τον σμηναγό Θεοδωρόπουλο, στον Αμπελώνα Λαρίσης με αποστολή την προστασία της περιοχής Λαρίσης Βόλου. Το Σέδες έμεινε βάσις ανεφοδιασμού. Ο διοικητής της αεροπορίας διώξεως αντισμήναρχος Κελαϊδής έμεινε στην Μίκρα.

Βασική αποστολή της αεροπορίας διώξεως τις πρώτες ήμερες του πολέμου, δεν ήταν τόσο η υποστήριξη του μαχόμενου στρατού, όσο η αναχαίτιση των ιταλικών βομβαρδιστικών και η «προστασία της επιστρατεύσεως». Η αποστολή αυτή, η πιο αποφασιστική στην διεξαγωγή του πολέμου, εξετελέσθη με απόλυτη επιτυχία από τα καταδιωκτικά μας. Από την άλλη μεριά η αεροπορία βομβαρδισμού εκτέλεσε και αυτή με ηρωισμό και αυτοθυσία την δική της αποστολή, καταστρέφοντας τα αεροδρόμια του εχθρού και εξαρθρώνοντας τις συγκοινωνίες του. Αλλά η δράση των βομβαρδιστικών δεν περιλαμβάνεται στο κείμενο αυτό.




Την 2α Νοεμβρίου 1940, την ίδια μέρα που τα καταδιωκτικά της 22ας μοίρας διέλυσαν τον εχθρικό σχηματισμό πάνω από την Θεσσαλονίκη, η 8η μεραρχία ζήτησε επιμόνως την προστασία της αεροπορίας γιατί τα εχθρικά αεροπλάνα βασάνιζαν τα τμήματα της. Τρία ΡLZ της 21ης μοίρας απογειώνονται από το βοηθητικό αεροδρόμιο Βασιλικής Καλαμπάκας με αποστολή να κάμουν μια προσπάθεια ανακουφίσεως της 8ης μεραρχίας. Η αποστολή αυτή ήταν πολύ δύσκολη αν σκεφτεί κανείς ότι τα ΡΖL, δεν μπορούσαν να κρατηθούν στον αέρα περισσότερο από μια ώρα ή το πολύ 70 λεπτά. Όταν  έφθασαν πάνω από το μέτωπο οι  Έλληνες αεροπόροι είδαν πολλά εχθρικά αεροπλάνα να πολυβολούν το πεζικό μας.  Ήταν περίπου 15 Φίατ, από τα καλύτερα καταδιωκτικά της εποχής.  Αν μπλέκονταν   σε   αερομαχία    μαζί τους δεν υπήρχε καμιά ελπίδα να γλυτώσουν.  Αλλά και αν ξέφευγαν ύστερα από δεκάλεπτη, να πούμε, αερομαχία δεν θα είχαν καύσιμα να γυρίσουν στην βάση τους. Με τα πρωτόγονα μέσα συνεννοήσεως πού είχαν οι τρεις  Έλληνες αεροπόροι πήραν μια κοινή απόφαση ηρωικής αυτοθυσίας : Επίθεσης !  Έπεσαν επάνω στα Ιταλικά με εκπληκτική ορμή. Τα εχθρικά ανυψώθηκαν αμέσως και απάντησαν στο πυρ.  Ήταν ένας αγώνας δραματικός και άνισος. Οι  Έλληνες διάλεξαν από ένα Φίατ και χίμηξαν επάνω του με σκοπό να το ρίξουν με κάθε θυσία. Οι Ιταλοί ένοιωσαν με τρόμο έναν εξαγριωμένο αντίπαλο να τους πλησιάζει, χωρίς να λογαριάζει τις σφαίρες πού θρυμμάτιζαν τα κρύσταλλα και τρυπούσαν τα φτερά του. Δεν είχαν παρά να στρίψουν δεξιά αριστερά για να γλυτώσουν από αυτή την παράφορη προσπέλαση πού θα κατέληγε σε σύγκρουση. Οι  Έλληνες στρατιώτες παρακολουθούσαν κατάπληκτοι τα τρία ΡLZ να κυνηγούν ισάριθμα ιταλικά, ενώ πιο πίσω δώδεκα ακόμα Φίατ χτυπούσαν όλα μαζί τους επίμονους διώκτες. Σε λίγο τα τρία Φίατ πήραν φωτιά και γκρεμίστηκαν στα Ηπειρωτικά βουνά.  Αλλά και τα ελληνικά ήταν καταδικασμένα. Τα δυο έπεσαν διάτρητα από   τις  σφαίρες   στην   περιοχή της 8ης μεραρχίας. Έμεινε το τρίτο. Με μια αγωνιώδη προσπάθεια κατάφερε να ανυψωθεί. Μα οι Ιταλοί το κυνηγούσαν όλοι μαζί και ταχύτεροι όπως ήταν το πλησίαζαν από παντού. Τότε ο  Έλληνας αεροπόρος χρησιμοποίησε το κόλπο της περιδινήσεως. Γκρεμίστηκε κυριολεκτικά στο χάος, ανάμεσα από τους έκπληκτους εχθρούς, και όταν πλησίασε στο έδαφος Ισορρόπησε και προσγειώθηκε σ' ένα χωράφι με στεγνές τις  δεξαμενές βενζίνης.

Ελληνικά αεροπλάνα πετούν επάνω από το αλβανικό  μέτωπο. Ή εμφάνιση τους  εμψυχώνει   τους  στρατιώτες.

Το βράδυ της ίδιας ημέρας στα αεροδρόμια της Αλβανίας οι Ιταλοί αεροπόροι μετέφεραν τις ειδήσεις στους συναδέλφους του : «Αυτοί είναι τρελοί. Λες και θέλουν να αυτοκτονήσουν όλοι !». Ή εικόνα αυτή του φανατισμένου Έλληνα αεροπόρου, που προσπαθεί να εξόντωση έναν αντίπαλο και να πεθάνει, καρφώθηκε από τότε στις ψυχές των Ιταλών αεροπόρων. Και ίσως απετέλεσε την κυρία αιτία της ανεξήγητης επιφυλακτικότητας που έδειξαν σ' όλο τον Αλβανικό πόλεμο.

Με δύσκολες αποστολές προστασίας του στρατού ξηράς, με επιθέσεις κατά των εχθρικών βομβαρδιστικών και συνοδείες δικών μας πέρασαν οι πρώτες ήμερες του πολέμου. Η επιστράτευση ξεπέρασε το κρίσιμο στάδιο και σημαντικές δυνάμεις στρατού προωθήθηκαν στο μέτωπο.

Όταν ολοκληρώθηκε η επιστράτευσης, η διοίκηση της ΑΔ εγκαταστάθηκε μαζί με την 22α και 23η μοίρα στο αεροδρόμιο Αμπελώνας Λαρίσης. Η 24η έμεινε στην Βασιλική. Από τα αεροδρόμια αυτά τα καταδιωκτικά άρχισαν τακτικές πτήσεις υποστηρίξεως του στρατού. Χαρακτηριστικό της δραστηριότητος των είναι ότι μόνον την 14η Νοεμβρίου τα ελληνικά καταδιωκτικά έκαμαν 42 εξόδους πάνω από τον τομέα του Γ' σώματος στρατού σε σχηματισμούς 4-5 αεροπλάνων.

Την 15 Νοεμβρίου αεροπλάνα και των τριών μοιρών συγκρούστηκαν με εχθρικά βομβαρδιστικά επάνω από τον τομέα του Γ' σώματος.  Ο εχθρικός σχηματισμός διαλύθηκε, άλλα τα πυκνά σύννεφα εμπόδισαν την συνέχιση της αερομαχίας. Οι πιλότοι μας ανέφεραν την κατάρριψη ενός Ιταλικού. Δικό μας δεν έπεσε κανένα.

Μετά από τρεις μέρες, την 18η Νοεμβρίου, έγινε στον τομέα στρατιάς Δ. Μακεδονίας μεγάλη αερομαχία με αποτέλεσμα να καταρριφθούν 5 Ιταλικά βομβαρδιστικά Κάντυ και 2 καταδιωκτικά Φίατ. Στην αερομαχία αυτή χάθηκαν και τρία ελληνικά.

Όταν τα ελληνικά τμήματα ελευθέρωσαν την Κορυτσά, η 22α και 23η μοίρα πήραν εντολή του υπουργείου να μετασταθμεύσουν στο βοηθητικό αεροδρόμιο Πτολεμαΐδας. Η 21η έμεινε πάλι στην Βασιλική. Ο διοικητής της ΑΔ ανέφερε στο υπουργείο ότι το αεροδρόμιο Πτολεμαΐδας δεν ήταν κατάλληλο τον χειμώνα. Το υπουργείο όμως επέμεινε και οι δύο μοίρες προσγειώθηκαν εκεί την 7η Δεκεμβρίου. Από το αεροδρόμιο αυτό τα ελληνικά καταδιωκτικά έφθαναν γρήγορα στο μέτωπο, άλλα και όταν τελείωναν τα καύσιμα τους ανεφοδιάζονταν στο αεροδρόμιο της Κορυτσάς.  Όλα πήγαιναν καλά για μερικές μέρες. Μετά ήρθε το χιόνι να επιβεβαίωση τους φόβους του διοικητή ΑΔ. Στις 12 Δεκεμβρίου άρχισε ή κακοκαιρία. Ο χώρος που χρησιμοποιούσαν για αεροδρόμιο σκεπάστηκε από ένα μέτρο χιόνι. Οι κινητήρες πάγωσαν και χρειάζονταν διαδικασία για να ξεπαγώσουν. Το χειρότερο όμως διαπιστώθηκε όταν έβγαλαν τα χιόνια από τον διάδρομο και προσπάθησαν να απογειωθούν: Πάγος. Και η απογείωση αδύνατη. Κανένας από τους πιλότους δεν μπόρεσε να πετάξει. Ούτε ο ίδιος ο Κελαϊδής που ήταν ικανότατος αεροπόρος δεν κατάφερε να απογειωθεί. Το αεροπλάνο γλιστρούσε δεξιά αριστερά και υπήρχε κίνδυνος να ανατραπεί. Δεν τους έμενε παρά να περιμένουν την καλοκαιρία. Τα περισσότερα καταδιωκτικά μας παγιδεύτηκαν έτσι στους πάγους. Το αεροδρόμιο δεν είχε αντιαεροπορική προστασία και αν τα ανακάλυπταν οι Ιταλοί μπορούσαν να τα κάψουν στέλνοντας ένα μονάχα Φίατ.

Πολεμικά αεροπλάνο Ρ.Ζ.L. Με σκάφη αυτού του τύπου είχε εφοδιαστεί η Ελληνική Αεροπορία κατά το έτος 1940.

Ο διοικητής κατέβηκε στην Πτολεμαΐδα, αγόρασε όσο άσπρο πανί βρήκε, σκέπασε τα αεροπλάνα και περίμενε. Ο καιρός όμως αντί να στρώνει, αγρίευε. Το χιόνι ανέβαινε και την παραμονή των Χριστουγέννων, στο σπιτάκι, πού έμεναν οι πιλότοι, επικρατούσε μια σιωπή απελπισίας. Όλοι βαρύθυμοι κάπνιζαν, βημάτιζαν νευρικά, κοίταζαν τον ουρανό. Ο διοικητής προσπαθούσε πάλι να επικοινωνήσει με την στρατιά. Σε λίγο  ακούστηκε  να  φωνάζει.

— Θα τα διαλύσω ! Δεν υπάρχει άλλη λύσις... Αναλαμβάνω εγώ... είμαι υπεύθυνος σας λέω. Σε πέντε μέρες... Που θέλετε να τα πάω ; Πέντε μέρες μόνο.

Τα Χριστούγεννα του 1940 άρχισε η πιο παράξενη χερσαία επιχείρησης στην Ιστορία της αεροπορίας μας. Διοικητής, πιλότοι, υπαξιωματικοί, σμηνίτες μουντζουρωμένοι ως τα αυτιά κομμάτιαζαν   ένα   ένα   τα   αεροπλάνα και τα φόρτωναν σε μεγάλα αυτοκίνητα. Μετά άνοιξαν δρόμο μέσα στα χιόνια μέχρι το Αμύνταιο. Εκεί φόρτωσαν τα κομμάτια στο τραίνο και τα πήγαν στο Σέδες. Σε έξη μέρες ακριβώς τα αεροπλάνα ήταν πάλι συναρμολογημένα. Την 3η Ιανουαρίου προσγειώθηκαν στο αεροδρόμιο Ιωαννίνων έτοιμα να δράσουν. Χωρίς την δραματική πρωτοβουλία του διοικητή τα καταδιωκτικά θα έμεναν εκεί θαμμένα ως τον Μάρτιο, δηλαδή σχεδόν ως το τέλος του πολέμου.

Όταν ακούστηκε ότι οι Άγγλοι παρεχώρησαν στην Ελλάδα μερικά Γκλαντιαίητορ, οι πιλότοι μας σκοτώθηκαν ποιος να τα   πρωτοπάρει.

— Πρέπει να ελεγχθούν, να δοκιμαστούν, φώναζαν οι Άγγλοι τεχνικοί πού τα συνόδευαν, θα σας σκοτώσουν !...

Ποιος τους άκουγε. Οι  Έλληνες αεροπόροι όρμησαν μέσα στα μικρά διπλανά, έβαλαν μπροστά τις μηχανές και τράβηξαν για τον βορρά με όση ταχύτητα τραβούσε ο μοναδικός τους έλικας. Η 21η πήρε 12 GL. Και συμπληρώθηκαν τα κενά των άλλων μοιρών.

Οι αρχές του 1941 βρίσκουν την διοίκηση της ΑΔ και τις 21 και 22 μοίρες στον Κατσικά Ιωαννίνων. H  23η γυρίζει στο αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης για την προστασία της περιοχής.  Από τον Κατσικά η πρώτη γραμμή είναι κοντά και οι επιθέσεις των καταδιωκτικών πυκνώνουν. Λίγο αργότερα ανοίγεται το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς και μετασταθμεύουν σ' αυτό και οι τρεις μοίρες. Από την Παραμυθιά οι αεροπόροι μας αναπτύσσουν την μεγαλύτερη δραστηριότητα του πολέμου. Πλάι στην ΡΑΦ που έχει εγκατασταθεί στα ελληνικά αεροδρόμια, τα ταλαιπωρημένα ελληνικά αεροπλάνα αγωνίζονται ηρωικά κατά του εχθρού πού έχει τώρα εφοδιαστή με τα τελειότερα ΜΑC.

Την 25η Ιανουαρίου τα ελληνικά καταδιωκτικά συναντήθηκαν πάνω από την Κλεισούρα με 18 ιταλικά βομβαρδιστικά. Στην αερομαχία πού ακολούθησε έπεσαν τρία εχθρικά. Την ίδια μέρα έγινε και άλλη αερομαχία στην Δ. Μακεδονία. Οι πιλότοι της 23ης αναφέρουν ότι έριξαν και αυτοί δυο εχθρικά.

Η αεροπορία διώξεως παραπονείται πώς το δίκτυο προειδοποιήσεως δεν λειτουργούσε με ικανοποιητική ταχύτητα. Μεσολαβούσε και ή διαδικασία εγκρίσεως των απογειώσεων από την ΔΑΠ και πολλές φορές τα καταδιωκτικά έπαιρναν εντολή να απογειωθούν όταν τα εχθρικά αεροπλάνα είχαν φθάσει πάνω από τον στόχο τους. Ευτυχώς πού οι Ιταλοί πιλότοι ακολουθούσαν το ίδιο δρομολόγιο στην επιστροφή  και  έτσι μπορούσαν να τους στήνουν ενέδρα οι Έλληνες. Οπωσδήποτε η προσβολή   των Ιταλικών βομβαρδιστικών ήταν πολύ δύσκολη υπόθεση, γιατί είχαν πάντα συνοδεία, ήταν γρήγορα, πετούσαν  πολύ ψηλά και είχαν πολυβόλα   με   μεγαλύτερο βεληνεκές. Η  μάχη κατ' ανάγκην κρινόταν  στον τομέα της ευελιξίας.





Μπήκε ό Φεβρουάριος. Ο καιρός ήταν πάντα βροχερός. Τα αεροπλάνα,  δικά μας και ξένα, δεν μπορούσαν   μέρες   ολόκληρες να δράσουν. Την 9η Φεβρουάριου όμως το πρωί τα σύννεφα ψήλωσαν και ο ήλιος έλαμψε στις χιονισμένες κορυφές των  Ηπειρωτικών βουνών. Αεροπλάνα και των τριών μοιρών απογειώθηκαν από την Παραμυθιά και πέταξαν πάνω  από την  περιοχή  Χάνι Μπαλαμπάνι ,  Κλεισούρας,   Πρεμετής.  Ήταν 10 ΡΖL και 4 GL.  Άλλα η απροσδόκητη καλοκαιρία δεν δημιουργούσε   ευκαιρία   μόνο για την Ε.Β.Α. ξαφνικά φάνηκαν στο βορρά 12 εχθρικά βομβαρδιστικά και 10 διώξεως. Τα ΡΖL χτύπησαν κατά μέτωπο. Τα 4 GL ανέβηκαν ψηλά και έπεσαν πάνω στα   βομβαρδιστικά.   Το  πρώτο εχθρικό αεροπλάνο κάνει στροφή και φεύγει  βορειοανατολικά σέρνοντας  μια  μακριά μαύρη ουρά.  Ένα άλλο πέφτει σαν βολίδα και καρφώνεται στην γη, ανατολικά από την Κλεισούρα. Τα ΡΖL καταρρίπτουν και αυτά δυο Φίατ. Σε λίγο όμως ξεπετιούνται από τα αραιά σύννεφα άλλα δέκα Ιταλικά καταδιωκτικά. Η κατάσταση γίνεται δύσκολη για τους αεροπόρους μας. Ο ηρωικός Γιαννικώστας σκοτώνεται και το ΡΖL του συντρίβεται στις χαράδρες της Κλεισούρας. Ένα άλλο ΡΖL με τραυματισμένο  πιλότο καταφέρνει να προσγειωθεί σ' ένα χωράφι στην Κακαβιά. Άλλα την κρίσιμη εκείνη στιγμή, οι Ιταλοί επηρεασμένοι από έναν αδικαιολόγητο φόβο διακόπτουν την αερομαχία και φεύγουν.   Οι   Έλληνες   παρατηρούν την φυγή έκπληκτοι. Τρία ιταλικά   βραδυπορούν και χάνουν ύψος. Είναι ίσως χτυπημένα. Αλλά και τα   ελληνικά έχουν ζημίες και οπωσδήποτε δεν έχουν καύσιμα να τα καταδιώξουν...     *

Πέρασαν πάλι μερικές μέρες με  σποραδικές πτήσεις καλύψεως του στρατού.   Την  20η Φεβρουαρίου 18 καταδιωκτικά, που συνοδεύουν τα βομβαρδιστικά μας, συναντούν στο   Σεντέλι   διπλάσια εχθρικά. Ύστερα από ένα αγώνα με πείσμα,  οι  Έλληνες διώκτες κατάφεραν να προστατεύσουν τα βομβαρδιστικά και να καταρρίψουν τρία εχθρικά αεροπλάνα.

Αυτή ήταν και ή τελευταία σημαντική σύγκρουση στο αλβανικό μέτωπο. Τις πρώτες μέρες του Μαρτίου η αεροπορία διώξεως παίρνει εντολή να εγκατάλειψη την Παραμυθιά. Η γερμανική απειλή απλώνεται κιόλας επάνω από τα Βαλκάνια και ή ελληνική στρατιωτική   ηγεσία   ανησυχεί.

Τι  θα γίνει αν οι Γερμανοί εισβάλουν ξαφνικά μέσω Βουλγαρίας ; Η ισχνή αεροπορία διώξεως πρέπει να είναι έτοιμη να κάνη και στην περίπτωση αυτή το καθήκον της. Η αποχώρηση  από την Παραμυθιά μπορεί να ήταν και μέτρο προνοίας : Να μην καταστραφούν τα καταδιωκτικά μας στο έδαφος από καμιά ξαφνική εχθρική επίθεση.

Η 21η μοίρα σταθμεύει στην Πτολεμαΐδα που δεν έχει πια χιόνια. Η 23η στην Λάρισα. Και η 22α, με την διοίκηση, στο Σέδες. Οι πτήσεις πάνω από το μέτωπο αραιώνουν αναγκαστικά. Και ακριβώς αυτές τις μέρες οι Ιταλοί πραγματοποιούν την μεγάλη τους επίθεση    στην   Αλβανία.






Η δική μας αεροπορία διώξεως ύστερα από μια εκπληκτική δράση τεσσάρων μηνών χαμηλώνει τον τόνο. Πολλοί από τους άσσους της είναι νεκροί. Αρκετά αεροπλάνα χάθηκαν και τα υπόλοιπα είναι ταλαιπωρημένα σε απελπιστικό σημείο. Ανταλλακτικά δεν υπάρχουν, οι συγκοινωνίες γίνονται πιο δύσκολες, η τεχνική προ παντός υπεροχή του εχθρού είναι αφόρητη τώρα. Ο αιματηρός διάλογος στους ουρανούς  περιορίζεται πια στην ΡΑΦ και την ενισχυμένη Ιταλική αεροπορία. Και όμως, όταν σε λίγες μέρες σκίασαν τον ελληνικό ουρανό τα σμήνη της τρομερής Λουφτβάφε τα φτωχά ελληνικά καταδιωκτικά ύψωσαν το ανάστημα τους ακόμα και μπροστά στα Μέσσερσμιτ  τα ακαταμάχητα. 'Αλλά αυτό είναι μια άλλη Ιστορία. Ηρωική και δοξασμένη όπως και ή πρώτη.

ΝΙΚ.  ΑΓΓΕΛΗΣ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ»
Τεύχος 4. Σελ. 14-21 Οκτώβριος 1968

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου