Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Τα "Προσφυγικά" της Λεωφ. Αλεξάνδρας : Η ιστορία τους και η εξαθλίωση τους



Τα Προσφυγικά και η εξαθλίωση τους

Κάνοντας καθημερινά για χρόνια τη διαδρομή από το ύψος του Αρείου Πάγου προς τον σταθμό Αμπελόκηποι, παρακολουθώ τη ζωή στα γνωστά Προσφυγικά της περιοχής. Το συγκρότημα αυτών των πολυκατοικιών οικοδομήθηκε μεταξύ του 1933  και του 1935, με σκοπό να στεγάσει   τους ξεριζωμένους Έλληνες της Μικράς  Ασίας.                         
Η ιστορία του ανθρώπινου στοιχείου είναι ζωγραφισμένη στο εσωτερικό των διαμερισμάτων με τα γραφικά ξύλινα ράφια της κουζίνας, τις μισοκρεμασμένες κουρτίνες που αναδεύονται στο φύσημα του αέρα, σε κάποια ξεχασμένα έπιπλα που έγιναν τροφή για το σαράκι... αλλά και σε όλους εμάς που είχαμε την τύχη να είμαστε αυτήκοοι μάρτυρες των αφηγήσεων των κατοίκων τους κάποια ανοιξιάτικα δειλινά που ακόμα η γειτονιά ήταν ζωντανή και πλημμύριζε από τις φωνούλες των παιδιών.
Ιστορίες που αποτελούν βαθιά κληρονομιά, όπως για τον πόνο της προσφυγιάς, τον αγώνα για την επιβίωση στα νέα δεδομένα, με τις φωνές των φυλακισμένων (από τις φυλακές Αβέρωφ) που μάτωναν την ατμόσφαιρα.


Τοίχος τρυπημένος από τις σφαίρες των "Δεκεμβριανών"
Η ιστορία της πολιτικής είναι αποτυπωμένη στους τοίχους με τα σημάδια από τα βλήματα των Δεκεμβριανών του 1944. «Ως ένδειξη τιμής», αυτή η μικρή ιστορική γειτονιά παραμένει σε κατάσταση εξαθλίωση. Από  το 1967 κυκλοφορούσαν φήμες που ήθελαν την κατεδάφιση της.
Με αγώνα συμπολιτών μας και φορέων (κατοίκων των Προσφυγικών ή απογόνων αυτών, της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ και συλλόγων) αποφασίστηκε το 2008 να κριθούν διατηρητέα. Με πόνο διαπιστώνω ότι φτάνει στο τέλος του και το 2012 και τα Προσφυγικά στέκουν «κουρασμένα» στο πέρασμα των χρόνων.
Θεωρώ βιασμό της παράδοσης μας αυτά τα κτίσματα πλέον να αποτελούν εστία μόλυνσης και φόβου, αφού στα περισσότερα διαμερίσματα έχουν κυριολεκτικά εισβάλει άτομα και παρέες με διάφορα προβλήματα (τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται)! Εκεί που στεγάστηκαν τα όνειρα των προσφύγων που φημίζονταν για την καθαριότητα τους, εκεί που η ατμόσφαιρα «μοσχοβολούσε» νοικοκυροσύνη.



Υγιής νους δεν πιστεύει ότι σε τόσο κεντρικό σημείο (δίπλα στη ΓΑΔΑ, στα νοσοκομεία, στον Άρειο Πάγο) παραμένει αυτός ο «ιερός» χώρος έρμαιο του φόβου και της σήψης! Η ίδρυση μουσείου που θα στεγάσει κειμήλια από τις πονεμένες και αλησμόνητες παρτίδες των προγόνων μας (Ένωσης Σμυρναίων) ή η στέγαση κάποιων υπηρεσιών έχουν αναφερθεί  ως προτάσεις προκειμένου να αναβαθμιστεί ο εν λόγω χώρος.
Δυστυχώς, εάν οι αρμόδιοι φορείς δεν παρέμβουν δυναμικά κάνοντας πράξεις τις σκέψεις, δεν δύναται να διαφοροποιηθεί η παρούσα κατάσταση. Έως τότε, τα Προσφυγικά θα φαντάζουν θύματα φυσικής καταστροφής που προσδοκούν τη λύτρωση. Εύχομαι μαζί με τα πολλά που ταλανίζουν τη χώρα και την πόλη μας να βρεθεί λύση και σ' αυτήν τη χρόνια «πληγή».

ΣΟΦΙΑ Δ. ΑΓΡΑΠΙΔΗ

Από την «κυριακάτικη δημοκρατία»




Προσφυγικές Πολυκατοικίες
  
Περιοχή: Λεωφόρος Αλεξάνδρας 165-169
Έτος: 1933-1935


Περιγραφή: 

Το συγκρότημα των προσφυγικών πολυκατοικιών της λεωφόρου Αλεξάνδρας οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1933-1935, βάσει σχεδίων των αρχιτεκτόνων Κίμωνα Λάσκαρι (1905-1978) και Δημήτριου Κυριακού (1881-1971), υπαλλήλων τότε της Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Προνοίας (Τ.Υ.Υ.Π.). 


Πρόκειται για το αποτέλεσμα της δράσης ενός κρατικού μηχανισμού οργανωμένης δόμησης, που συστάθηκε για πρώτη φορά, στο πλαίσιο ενός ευρυτέρου σχεδίου προκειμένου να στεγαστούν οι μυριάδες προσφύγων από τη Μικρά Ασία, που είχαν κατακλύσει το λεκανοπέδιο της Αθήνας (αλλά και όλη την Ελλάδα). Στη συγκεκριμένη περίπτωση προκρίθηκε η ανέγερση 228 συνολικά διαμερισμάτων, κατανεμημένων σε οκτώ πολυκατοικίες που διατάσσονταν επάλληλα μεταξύ τους και παράλληλα προς τον άξονα της λεωφόρου. Αυστηρά ωφελιμιστικά κτίρια, στη γραμμή του γερμανικού φονξιοναλισμού (Μπαουχάους), απλά παραλληλεπίπεδα κατασκευασμένα με πλάκες οπλισμένου σκυροδέματος και επιχρισμένη λιθοδομή, "χωρίς ίχνος διακόσμησης ή άλλης παραχώρησης σε πλαστικές αναζητήσεις". Η μόνη διακόσμηση που συλλαμβάνει σήμερα ο φακός στα γερασμένα αυτά κτίρια, είναι προϊόν της έκτοτε ιστορικής διαδρομής του τόπου: Τα ίχνη από τις σφαίρες των Δεκεμβριανών του 1944 στους τοίχους και τα πολύχρωμα υφάσματα απλωμένα στους μικρούς πανομοιότυπους εξώστες. Στις αρχές του 2007, τα 90 από τα 228 διαμερίσματα εξακολουθούσαν να κατοικούνται, ενώ τα υπόλοιπα είχαν περιέλθει στο Δημόσιο με εξαγορά, εν όψει ανάπλασης της ευρύτερης περιοχής του γηπέδου του Παναθηναϊκού Α.Ο. Σήμερα είναι πλήρως εγκαταλελειμένα και στο έλεος των κάθε είδους περιθωριακών ομάδων.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
Δ. Φιλιππίδης, Νεοελληνική Αρχιτεκτονική, Αθήνα 1984, σ. 203, 225* Ανδρέας Γιακουμακάτος, "Προσφυγικές πολυκατοικίες", Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής-Deutsches Architektur Museum, Αρχιτεκτονική του 20ου αιώνα: Ελλάδα, Αθήνα 2000, σ. 149* Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ, Δοκίμια για τη Νέα Ελληνική Αρχιτεκτονική, Αθήνα 2001, σ. 43. 
ΑΡΧΕΙΟ ΝΕΩΤΕΡΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ
http://www.eie.gr/archaeologia/gr/arxeio_more.aspx?id=1 


ΜΠΑΟΥΧΑΟΥΣ

Βασικά χαρακτηριστικά του Μπαουχάους ήταν η απλότητα, η λειτουργικότητα και η χρηστικότητα, με ιδιαίτερη έμφαση σε γεωμετρικές φόρμες και στο χρώμα. Η σχολή Μπαουχάους απέρριπτε κάθε περιττό διακοσμητικό στοιχείο, θεωρώντας πως η ίδια η πρώτη ύλη περιέχει ένα είδος φυσικής και εγγενούς διακοσμητικής ικανότητας. Στόχος της σχολής Μπαουχάους ήταν η αναβάθμιση των προϊόντων μαζικής παραγωγής, όπως τα έπιπλα, αλλά και ολόκληρης της έννοιας της κατοικίας, αν και τάχθηκε αντίθετη στην τάση πλήρους εμπορευματοποίησης, κρατώντας τους καθηγητές που δίδασκαν έξω από τα στενά πλαίσια της παραγωγής, προτρέποντάς τους να θεωρούν το έργο τους έκφραση δημιουργικότητας και τέχνης. 

Η βαθύτερη θεωρία πάνω στην οποία στηρίχθηκε και η εκπαιδευτική δομή της σχολής Μπάουχαους ήταν πως ο τελικός στόχος είναι ένα ολοκληρωμένο και ενιαίο κτίσμα. Με αυτό τον τρόπο, το κίνημα του Μπαουχάους προσπάθησε να ενοποιήσει την έννοια της τέχνης με τη διαδικασία της παραγωγής, υποτάσσοντας παράλληλα τα τεχνικά μηχανικά μέσα στην ανθρώπινη δημιουργικότητα. Η σχολή αξιοποίησε την ανθρώπινη ατομική προσπάθεια στα πλαίσια μιας βιομηχανικής παραγωγής που στο παρελθόν ήταν απόλυτα τυποποιημένη.

Το Μπαουχάους άσκησε σημαντική επίδραση στις τάσεις της τέχνης και της αρχιτεκτονικής στη δυτική Ευρώπη αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν πολλοί από τους καλλιτέχνες που αναμίχθηκαν σε αυτό εξορίστηκαν από το ναζιστικό καθεστώς και αναζήτησαν την τύχη τους εκεί.

 http://el.wikipedia.org/wiki/Μπάουχαους




ΤΑ ΄ΣΩΨΥΧΑ ΜΑΣ 
ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

"Η γειτονιά μου είναι μια ιστορία αγώνων τιμής μια συνοικία που πάντα δονούνταν από τους αγώνες...

ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΕΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΟΥΛΕΣ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ...

και επίσης της έσαξαν αρχιτέκτονες υπέροχοι του κινήματος BAUHAUS. Όσοι μείναμε θυμόμαστε πάντα πως ο ήλιος έμπαινε από παντού έχοντας δροσιά το καλοκαίρι...

Πρέπει να ξαναφτιαχτούν και να μείνουν νέα ζευγάρια ΝΑ ΜΑΘΟΥΝ ΤΙ ΕΣΤΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΟΣΥΝΗ ΧΩΡΟΥ......"



Θα αναφέρω μόνο μερικά στοιχεία, που φωτίζουν τα προσφυγικά επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας κι απ’ άλλες πλευρές, πέραν της καλλιτεχνικής. Το ιστορικό αυτών των απέριττων οικοδομών με την αυστηρά ωφελιμιστική κι ως εκ τούτου εργονομική διαρρύθμιση, ξεκίνησε στα σχεδιαστήρια του Κίμωνα Λάσκαρι (1905-1978) και Δημήτριου Κυριακού (1881-1971). Οι άχαροι αυτοί όγκοι από πλάκες σκυροδέματος, ορθώθηκαν τη διετία 1933 – 1935, ολότελα παράφωνοι προς την αρέσκεια της εποχής για τη δομική ωραιότητα. 

Οι πολυκατοικίες που δημιούργησαν στο χαρτί με τα μολύβια τους οι δύο επιφανείς αστοί, υπάλληλοι τότε και οι δύο της τεχνικής υπηρεσίας του υπουργείου προνοίας, έπρεπε να στεγάσουν πρόσφυγες, ταλαίπωρους ανθρώπους με άμεσα πρακτικά προβλήματα. Και εννοείται πως η ανέγερσή τους έπρεπε να κοστίσει όσο το δυνατόν λιγότερο. Γι αυτό και δεν επιχειρήθηκε καμία διακοσμητική επέμβαση. Όλη η βαρύτητα δόθηκε στη λειτουργικότητα των κτιρίων.

Η παντελής απουσία αρχιτεκτονικού διακόσμου όμως, όσο εχθρικός κι αν φάνηκε στους πρώτους που εγκαταστάθηκαν σ' αυτά, αποδείχθηκε ανέλπιστα χρήσιμος. Επέτρεψε στις προσωπικότητες του έμψυχου περιεχομένου αυτών των κτισμάτων να αναδειχθούν ελεύθερα. Τα πανομοιότυπα κτίρια με μοναδικό στολίδι τους ένα επίχρισμα ώχρας στη λιθοδομή ολόγυρά τους (λύση ασφαλής αν και μονότονη), σιγά-σιγά άρχισαν να λυγίζουν από τη δύναμη των ιδιαιτεροτήτων του κάθε τους ενοίκου. Βούλιαξαν οι συμπαγείς τους όγκοι μέσα στα συναισθήματα εκείνων που άνοιγαν τα πατζούρια τους κάθε πρωί. Θανατώθηκε η ισοπεδωτική ομοιομορφία τους. 

Τα στενά μπαλκόνια απέκτησαν ταπεινές αλλά φροντισμένες γλάστρες και κατακάθαρες μπουγάδες κρεμάστηκαν στα κάγκελά τους. Μοσχοβολιές σίγουρα θα ξεχύνονταν ως κάτω, στην είσοδο, απ’ τα επιδέξια μαγειρέματα στις φτωχικές φουφούδες, τα κτίρια θα αντιλαλούσανε τα γέλια των πιτσιρικάδων αλλά και τις φωνές απ’ τους καυγάδες που αναστατώνουν κάθε φυσιολογική οικογένεια, οι τοίχοι μέσα βάφτηκαν με χρώματα έντονα για να ξορκίσουνε την έξω κιτρινίλα και τη λύπη που αυτή υπενθύμιζε. Τα άψυχα κτίσματα της ανάγκης, απ' όταν υποδέχτηκαν τους πρόσφυγες, απέκτησαν ζωή και βαθμηδόν διαμόρφωσαν έναν χαρακτήρα πέρα για πέρα αυθεντικό. 
Όσον αφορά τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, τα προσφυγικά της λεωφόρου Αλεξάνδρας, είναι διαμπερή, με κεντρικό κλιμακοστάσιο και έχουν φυσικό φωτισμό καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας, στοιχείο που τους εξασφαλίζει μια σχετική προστασία, τόσο απ’ τη θερμότητα, όσο κι απ’ τον ήχο. Ανά τρία διαμερίσματα αναλογεί ένα πλυσταριό, ενώ και οι οκτώ πολυκατοικίες διαθέτουν ταράτσες, στις οποίες κατέληγαν τα μπουριά από τις σόμπες που χρησιμοποιούσαν οι νοικοκυραίοι για τη θέρμανση των σπιτιών τους.

Η μεγάλη περιπέτεια των προσφυγικών πολυκατοικιών ξεκίνησε το 1999, όταν ο υπουργός οικονομικών, Γιάννος Παπαντωνίου, αποφάσισε το γκρέμισμά τους και την αντικατάστασή τους από δημόσιο πάρκο. Τότε, οι ιδιοκτήτες (στους οποίους η κυριότητα των διαμερισμάτων περιήλθε προ εξηνταπενταετίας, αφότου είχε καθένας τους καταβάλλει το ποσό των ογδόντα χιλιάδων δραχμών για το κάθε παραχωρητήριο), κινητοποιήθηκαν.   

Η τιμή που πρότεινε το δημόσιο για την εξαγορά κάθε διαμερίσματος ήταν πενήντα χιλιάδες ευρώ, ποσό που μετά βίας ξεπερνούσε το ήμισυ της πραγματικής εμπορικής αξίας κάθε ενός απ’ αυτά τα σπίτια των πενήντα πέντε τετραγωνικών μέτρων, όπως τουλάχιστον δήλωσε προ καιρού ο αρχιτέκτονας Δημήτης Ευταξιόπουλος, γόνος οικογένειας από την Τραπεζούντα, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα από αυτά. 

Το 2001, τα διαμερίσματα στα προσφυγικά άρχισαν να εγκαταλείπονται ένα-ένα. Μέσα σε λίγους μήνες, το εξήντα τοις εκατό εξ αυτών είχαν πια πουληθεί, κατά τα φαινόμενα μετά από υπερεντατικές πιέσεις του κράτους. Κατά κάποιον τρόπο, οι ιδιοκτήτες τους υποχρεώθηκαν τότε ξανά στην προσφυγιά. 

Η κατάσταση δραματοποιήθηκε όταν στη διάρκεια των προετοιμασιών για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, η λεωφόρος Αλεξάνδρας συμπεριλήφθηκε στους ολυμπιακούς άξονες. Εν όψει των ολυμπιακών έργων, το κεντρικό συμβούλιο νεώτερων μνημείων καταδίκασε με απόφασή του τις έξι από τις οκτώ πολυκατοικίες σε κατεδάφιση, η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε, χάρη στην προσωρινή απόφαση του συμβουλίου της επικρατείας, που απαγόρεψε οποιαδήποτε παρέμβαση στο συγκρότημα, χωρίς τη δική του σχετική τελική απόφαση. 

Το 2006, ενενήντα από τα προσφυγικά αυτά διαμερίσματα εξακολουθούσαν να κατοικούνται. Τα υπόλοιπα εκατόν τριάντα οκτώ είχαν ήδη περιέλθει στο δημόσιο με εξαγορά, εν όψει της ανάπλασης της ευρύτερης περιοχής του γηπέδου του Παναθηναϊκού. Την ίδια χρονιά, οι αρχιτέκτονες του Μετσοβίου απαίτησαν ομόφωνα την προστασία των κτισμάτων από την πολιτεία και το συμβούλιο της επικρατείας κατέληξε πως τα προσφυγικά ήταν αναγκαία στο αθηναϊκό αστικό τοπίο και άρα έπρεπε να διατηρηθούν. Το ζήτημα έληξε όπως έπρεπε δύο χρόνια μετά, όταν πια οι οκτώ προσφυγικές πολυκατοικίες κατέκτησαν τον ανώτατο τίτλο τιμής για κάθε κτίσμα. 

Το 2008, το υπουργείο πολιτισμού, χαρακτηρίζοντας το ιστορικό συγκρότημα διατηρητέο, το έσωσε από τον κίνδυνο της κατεδάφισης. Ωστόσο, τα οκτώ αυτόνομα κτίρια παραμένουν μέχρι σήμερα αναξιοποίητα και ρημάζουν λίγο-λίγο. Σήμερα, από τα συνολικά διακόσια είκοσι οκτώ διαμερίσματα, τα εκατόν εβδομήντα επτά ανήκουν στο δημόσιο (ειδικότερα, στην κτηματική εταιρεία του δημοσίου και το υπουργείο περιβάλλοντος ενέργειας & κλιματικής αλλαγής) και πενήντα ένα ανήκουν σε ιδιώτες. Όσον αφορά τους υπαίθριους περιβάλλοντες χώρους, το λόγο έχει ο δήμος Αθηναίων, ενώ οποιαδήποτε παρέμβαση πρέπει να έχει την πρότερη έγκριση του υπουργείου πολιτισμού και του κεντρικού συμβουλίου νεώτερων μνημείων.

Αυτή τη στιγμή, που η Αθήνα καλείται να διαχειριστεί πάμπολλους άστεγους, καθώς και πλήθη ξενόφερτων ανθρώπων (δεν ξέρω πως αλλιώς να τους χαρακτηρίσω, γιατί οι διαφορές λαθρομεταναστών και προσφύγων δεν είναι τελικά παρά επιδερμικές), το παράδειγμα των προσφυγικών της λεωφόρου Αλεξάνδρας νομίζω πως είναι εξαιρετικά διδακτικό. Τα κτίρια αυτά, χτίστηκαν πριν από ογδόντα ολόκληρα χρόνια, ως πρακτική εφαρμογή ενός αξιοθαύμαστου προγράμματος κοινωνικής μέριμνας. Οπωσδήποτε όμως, εκείνη ήταν μία τελείως διαφορετική συγκυρία από τη σημερινή, ποιοτικά και κυρίως ποσοτικά, άρα θα ήταν μάλλον άσκοπο να επεκταθώ περισσότερο.

Όπως και να ’χει πάντως, επείγει τώρα να παρθούν δραστικές αποφάσεις. Πως θα επισκευαστούν και κυρίως πως θα χρησιμοποιηθούν αυτά τα διαμερισματάκια με την τόσο βαριά κληρονομιά. Προς το παρόν, φαίνεται πως διάφοροι λούμπεν προλετάριοι έχουν οικειοποιηθεί αρκετά από τα κενά διαμερίσματα κι οι ελάχιστοι από τους νόμιμους ιδιοκτήτες που εξακολουθούν να κατοικούν στα προσφυγικά δυαράκια, αγανακτούν. Λένε πως το κράτος αδιαφορεί τελείως για τις επιτακτικές ανάγκες συντήρησης των κτισμάτων, κάποια σημεία των οποίων ίσως και να καταρρεύσουν σύντομα, για τους βανδαλισμούς που γίνονται σ’ αυτά απ’ τους καταληψίες και για τους κινδύνους που οι ίδιοι διατρέχουν, συγκατοικώντας με «κάθε καρυδιάς καρύδι». 

Σίγουρα, η επανάχρηση αυτών των κτιρίων απαιτεί προσεκτική σκέψη. Αμέτρητες χρήσεις όμως θα τους ταίριαζαν. Και οι προτάσεις είναι πολλές και ενδιαφέρουσες. Προσωπικά, εύχομαι να αφιερωθούν στον πλέον κατάλληλο για τις δυνατότητές τους κοινωφελή σκοπό. Συμφωνώ βέβαια πως τα οκτώ γιγάντια μουσταρδί LEGO της πόλης μας, πρέπει άμεσα να προστατευθούν απ΄ την κατάρρευση. Και ανεξάρτητα από το ποιους θα αποφασιστεί να στεγάσουν τελικά, η επισκευή τους οφείλει να γίνει με τρόπο αριστοτεχνικό. 

Να μην καταπλακωθεί σε καμία περίπτωση η ιστορική διαδρομή των κτιρίων στο όνομα μιας ριζικής ανακαίνισης. Γιατί η εγκατάλειψη και η φθορά τους απ’ το πέρασμα του χρόνου, είναι κι αυτές μέρος της ιστορίας τους. Δε θα με γοήτευε διόλου αν έξαφνα έβλεπα μια μέρα τα προσφυγικά της Αλεξάνδρας να στέκουν λαμπερά, σαν ολοκαίνουργια. Δεν έχουν κάτι να μου δώσουν ιδωμένα ως νεόδμητα αρχιτεκτονήματα.

Να αποκατασταθούν τα κτίρια, αυτό θέλουμε οι περισσότεροι, αν τυχόν όμως, ακόμα κι από υπερβάλλοντα ζήλο, οι αρμόδιοι εγκρίνουν κάποια μέρα να διαγραφεί κάθε στοιχείο παρακμής τους, το αποτέλεσμα μαντεύω πως θα είναι βέβηλο. Ίσως λιγότερο κακό απ’ το αν αφεθούν να ρημάξουν ολότελα και να γκρεμιστούν στο τέλος απ’ το βρόχινο νερό, τον κατ’ εξοχήν εχθρό κάθε παλιού κτιρίου, πάντως κάθε μια από τις διαδοχικές εγγραφές σ’ αυτές τις τσιμεντένιες κιβωτούς της μνήμης μας, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο σεβασμό. Να αναδειχθούν όλες τους όσο καλύτερα γίνεται, χωρίς ρατσιστικές διακρίσεις, όπως καμιά φορά παρατηρώ σε γηραιά κτίρια που μετά την επιπόλαια επισκευή τους είναι πιο αξιολύπητα απ’ ότι υπήρξαν πριν από αυτή.  

http://mysoulandsomefun.blogspot.gr/2012/05/blog-post_05.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου