Δευτέρα 18 Μαρτίου 2013

Η κυρά Σαρακοστή, οι κούνιες κι άλλα έθιμα των ημερών...

Με στόμα ανύπαρκτο -λόγω της νηστείας- με τα χέρια σταυρωμένα -λόγω της προσευχής- και με ποδαράκια επτά -να συμβολίζουν τις επτά βδομάδες απ'τις Απόκριες μέχρι την Ανάσταση- η κυρά Σαρακοστή υπήρξε, τρόπον τινά, η "βασίλισσα" του... νηστίσιμου Σαραντάμερου (ουσιαστικά πενηνταήμερου όμως) που ξεκινά την Καθαρά Δευτέρα. Επικράτησε η συμβολική ονομασία Σαρακοστή, σε αναλογία με το σαρανταήμερο που νήστεψε ο Χριστός στην έρημο μετά τη βάφτισή του, όμως, καθώς συμπεριλαμβάνεται σε αυτήν και η νηστεία της Μεγαλοβδομάδας, οι μέρες πλησιάζουν τις πενήντα.

Ο λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας") καταγράφει πως κάποτε "τις τρεις πρώτες μέρες η νηστεία ήταν απόλυτη. Ούτε ψωμί ούτε νερό! Συνήθως γυναίκες, νέες και γριές, τηρούν το "τριήμερο" και αυτές τις τιμούν με το να τους παραθέτουν την Καθαρά Δευτέρα τραπέζι με ειδικά φαγητά (καρυδόπιτα, σούπα με φασόλια και πετιμέζι) και με την προσφορά δώρων (μαντίλια, μαξιλαρόπανα, κτλ)." Ο Φίλιππος Βρετάκος, όμως, ("Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των") παραθέτει και μια διευκρινιστική φράση του Δ.Καμπούρογλου ("Ιστορία των Αθηνών"), πως "μόνον σαν εβουτούσε ο ήλιος έτρωγαν λιγάκι ψωμάκι με νερό, όσα για ζωή".

Συνεχίζει ο Γεώργιος Μέγας "άλλοτε, που έλειπαν τα ημερολόγια και ήθελαν να έχουν κάποια αντίληψη του χρόνου στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής, οι άνθρωποι του λαού είχαν βρει ένα εύκολο μέσο' παρίσταναν τη Σαρακοστή εικονικά σαν Καλόγρια.

Έπαιρναν μια κόλλα χαρτί κι εσχεδίαζαν με το ψαλίδι μια γυναίκα. Η κυρά Σαρακοστή δεν έχει στόμα, γιατί είναι όλο νηστεία' τα χέρια της είναι σταυρωμένα για τις προσευχές. Έχει 7 πόδια, τις 7 εβδομάδες της Σαρακοστής. Κάθε Σάββατο κόβουμε κι ένα πόδι. Το τελευταίο πόδι το κόβουμε το Μεγάλο Σάββατο, το βάζουμε μέσα σ'ένα ξερό σύκο ή καρύδι κι όποιος το βρει του φέρνει γούρι! (Χίος)

Στον Πόντο:

παίρνουν μια πατάτα ψημένη ή ένα κρεμμύδι, μπήγουν επάνω ακτινοειδώς 7 φτερά κότας, το δένουν από το ταβάνι και κρέμεται όλη τη Σαρακοστή. Μια μια βδομάδα που περνάει, βγάζουν από ένα φτερό. Λέγεται "κουκουράς" και είναι το φόβητρο των μικρών."

Άλλοτε, πάλι, κι αλλού, την κυρά Σαρακοστή την πλάθαν με ζυμάρι, γι'αυτό και μας έχει διασωθεί το τραγουδάκι:

Την Κυρά Σαρακοστή
που είναι έθιμο παλιό
οι γιαγιάδες μας τη φτιάχναν
με αλεύρι και νερό!

Για στολίδι της φορούσαν
στο κεφάλι της σταυρό
και το στόμα της ξεχνούσαν
γιατί νήστευε καιρό!

Και μετρούσαν τις ημέρες
με τα πόδια της τα εφτά
κόβαν ένα τη βδομάδα,
μέχρι να ρθει η Πασχαλιά!

Αναφέρει ακόμη ο Μέγας: "Τη Σαρακοστή επικρατούν και διάφορες συνήθειες κοινωνικής μάλλον μορφής, όπως η διανομή ειδικών φαγητών σε γείτονες και παιδιά, το τραγούδημα των ξένων, οι κούνιες, κτλ. Π.χ. στη Σινώπη συνηθίζεται το "ξινοφάι": ρεβίθια, φασόλια, κάστανα, σταφίδες, βράζονται πολύ, μαζί με πληγούρι ή κουρκούτι, ζάχαρη και πετιμέζι μελωμένο κι έπειτα τσιγαρίζονται με κρεμμύδι και λάδι. Το μοίραζαν τη Μεγάλη Σαρακοστή σ'όλη τη γειτονιά για ψυχκιό. Στην Αμοργό, μόλις μπει η Σαρακοστή ζυμώνουν και κάνουν ανθρωπάκια με μύτη, με στόμα, με μάτια και τα δίνουν στα παιδιά' αυτοί είναι οι Λάζαροι."

Παρατηρούμε πως έθιμα, όπως τούτα τα λαζαράκια, αλλά και οι λαζαρίνες, που εξακολουθούν να επιζούν σήμερα σε πολλές περιοχές της Ελλάδας το Σάββατο του Λαζάρου, παλαιότερα λάμβαναν χώρα και καθ'όλη την περίοδο της Σαρακοστής. Ο Μέγας αναφέρει ακόμη: "Στα Βέντζια της Δ.Μακεδονίας από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι του Λαζάρου τα κορίτσια τραγουδούν το Λάζαρο. Μόλις εμφανιστεί ξένος στο χωριό, όλα τα κορίτσια, μικρά και μεγάλα, τον επισκέπτονται στο σπίτι όπου κόνεψε και τον τραγουδούν (τραγούδια της ξενιτιάς, εγκωμιαστικά, κλπ). Στην Κάρπαθο όλες τις Κυριακές της Μεγάλης Σαρακοστής μέχρι των Βαϊων και τη γιορτή του Ευαγγελισμού

οι κόρες κάνουν κούνια σε κάποιο ευρύχωρο σπίτι και τραγουδούν τα "καλημεριστά", ήτοι δίστιχα εγκωμιαστικά των νέων, που ανεβαίνουν στην κούνια ή των ξενιτεμένων. Συγχρόνως οι προκαθήμενοι νέοι και νέαι παίζουν ένα παιγνίδι, το "στρόπο"' δηλαδή με μίαν χονδρήν μανδήλαν συνεστραμμένην ένας νέος κτυπά μίαν νέαν της αρεσκείας του όπου τύχη, έως ου αύτη στέρξη και ανοίξη το χέρι της και δεχθή εις την παλάμην τρία ισχυρά κτυπήματα. Η κόρη με την σειράν της κάμνει το ίδιον εις όποιον νέον θέλει, ιδία όποιον συμπαθεί. ("Σύμμεικτα Καρπάθου")

Συχνές είναι τη Μεγάλη Σαρακοστή οι ολονυχτίες, οι αγρυπνίες στις εκκλησίες. Για τις αγρυπνίες αυτές τα παλιότερα χρόνια οι κάτοικοι ξυπνούσαν από τον "Τουμπακάρη", που τριγύριζε στους δρόμους χτυπώντας τα τύμπανα. Ως ανταμοιβή έπαιρνε το Πάσχα κουλούρια, αυγά και τυρί. (Σκύρος)."

Μας πληροφορεί ο Βρετάκος: "Εκάστην Τετάρτη και Παρακευή της Μεγάλης Σαρακοστής γίνεται λειτουργία, η οποία λέγεται των "Προηγιασμένων" ή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, λέγεται δε ούτω διότι έχουν προηγιασθή τα δώρα από την λειτουργίαν του Σαββάτου ή της Κυριακής. Κατά τας ημέρας αυτάς των Προηγιασμένων, όσοι εκ των Χριστιανών επιθυμούν, δύναται να κοινωνήσουν." Σήμερα, σε μας τουλάχιστον τούτο γίνεται πλέον μια Τετάρτη ή Παρασκευή και όχι καθ'όλη τη διάρκεια της Σαρακοστής.

Όσο "ως προς το διατί επεβλήθη η νηστεία", ο Βρετάκος αναφέρει και την άποψη κάποιων που "υποστηρίζουν ότι επεβλήθη δια λόγους υγιεινής και όχι θρησκευτικούς προς αποτοξίνωσιν του ανθρωπίνου οργανισμού. Εις την επίρρωσιν της γνώμης των αυτής λέγουν: Η νηστεία ωρίσθη εις τοιούτον χρόνον εκάστης εποχής του έτους, ώστε τα φαγητά από τα οποία απέχει κατ'αυτήν ο άνθρωπος να δύναται να αντικαταστήση αυτά δι' άλλων τοιούτων της εποχής της νηστείας."

Ακόμη καταγράφει πως: "Ο λαός όταν θέλη να χαρακτηρίση μίαν γυναίκα ως υψηλήν και αδύνατην, λέγει περί αυτής: "είναι σαν μακρυά Σαρακοστή ή Σαρακοστιανή" (κατ'αντίθεσιν προς την Πασχαλινήν, που είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της). Είς την Μεσσηνίαν έχουν την παροιμίαν "Από μπρος Σαρακοστή κι από πίσω Πασχαλιά" όταν θέλουν να χαρακτηρίσουν μίαν γυναίκα ότι είναι άσχημη μεν, αλλά με πλούσια μαλλιά. Παρόμοιαν παροιμίαν είχον και οι Βυζαντινοί: "Από μπρος Τεσσαρακοστή και όπισθεν Πάσχα". "

Φυσικά, εκτός όλων τούτων, κατά τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ψάλλονται οι "Χαιρετισμοί της Παναγιάς" (την τελευταία δε, ολόκληρος ο "Ακάθιστος Ύμνος"), ενώ το πρώτο Σάββατο, των Αγίων Θεοδώρων, θεωρείται κι αυτό "Ψυχοσάββατο".

Καλή Σαρακοστή!
http://tro-ma-ktiko.blogspot.gr/



Γιατί τρώμε λαγάνα, ταραμά και χαλβά την Καθαρά Δευτέρα;

Η λαγάνα, ο χαλβάς, ο ταραμάς, που καταναλώνονται την Καθαρά Δευτέρα, έχουν τη δική τους ιστορία.
Η λαγάνα
Την Καθαρά Δευτέρα ανέκαθεν τρώμε λαγάνα αλλά ξέρουμε τι συμβολίζει;
Η Καθαρά Δευτέρα είναι απαρχή μιας σημαντικότατης περιόδου για την Ορθόδοξη Εκκλησία, που καλείται  Σαρακοστή γιατί κατά την διάρκειά της γίνεται η προετοιμασία  για το Πάσχα που συνδυάζεται με νηστεία τροφών και παθών.
Η πρώτη βδομάδα της Σαρακοστής ονομάζεται Καθαρά Εβδομάδα και δίνει το χρόνο στο πιστό να εξαγνιστεί, να καθαριστεί και να προετοιμαστεί.
Έτσι ο πιστός τη Καθαρά Δευτέρα τρέφεται με λαγάνα για να θυμάται τη βοήθεια που προσέφερε ο Θεός στους Ισραηλίτες με τα "άζυμα" και τους οδήγησε στη Έξοδο από την Αίγυπτο.
Η παρασκεύη της λαγάνας είναι ίδια με τα άζυμα (δηλαδή χωρίς προζύμι) και με αυτό τον τρόπο αρχίζει η νηστεία των τροφών.
Ο Χαλβάς
Ο συνηθισμένος χαλβάς στη μορφή που τον συναντάμε σε όλα τα Βαλκάνια και την Τουρκία είναι ένα απλό γλυκό. Η πιο κοινή παρασκευή του προϋποθέτει ψήσιμο σιμιγδαλιού, στο οποίο κατόπιν δίνουν σφαιρικό σχήμα και το ζαχαρώνουν είτε με μέλι είτε με "πετιμέζι" σιρόπι από μούστο σταφυλιού.
Για τους Έλληνες ο χαλβάς αποτελεί ένα από τα σαρακοστιανά γλυκά τους και ιδίως η παραλλαγή που φτιάχνεται με ταχίνι και πωλείται σε μορφή κυλίνδρου η  παραλληλεπιπέδου. Το είδος αυτό του χαλβά ονομάζεται Μακεδονικός  Χαλβάς. Πωλείται με το βάρος του και κυκλοφορεί στο εμπόριο σκέτος, με σοκολάτα ή με καρύδια και αμύγδαλα. Στους Έλληνες αρέσει να τρώνε το Μακεδονικό Χαλβά με χυμό λεμονιού και κανέλα, και τον συνοδεύουν συχνά με ένα δροσερό ποτήρι ρετσίνα.
Ωστόσο, υπάρχουν τουλάχιστον πέντε ή έξι παραλλαγές του χαλβά στην Ελλάδα .Παρά το γεγονός ότι ο χαλβάς συναντάται σε ολόκληρη την Ελλάδα, φαίνεται ότι το έθιμο και ίσως η καταγωγή του χαλβά είναι τουρκικά
Ο  Ταραμάς και η ταραμοσαλάτα.
Ταραμάς είναι η λέξη που χρησιμοποιούν οι Έλληνες αναφερόμενοι στους κόκκους από ερυθρό χαβιάρι (αυγά) που βγαίνει από τον μπακαλιάρο ή τον κυπρίνο και το οποίο-όπως και τα ξαδέλφια του, το μαύρο χαβιάρι και το αυγοτάραχο του τόνου - θεωρείται ένα από τα εκλεκτότερα είδη αυγοτάραχου.
Στο εμπόριο διατίθενται δύο είδη ταραμά. Ο λευκός και αυτός με το βαθύ ρόδινο χρώμα.
Ο λευκός ταραμάς θεωρείται ποιοτικά ανώτερος. Ο ροδόχρους έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του στην αγορά στη δεκαετία του 1950, κυρίως λόγω ενός εμπορικού τεχνάσματος , καθώς οι παραγωγοί πίστευαν, κατά κάποιο τρόπο, ότι ένα έδεσμα με χρώμα ήταν πιο ελκυστικό από τα άγευστα λευκά παρασκευάσματα. Με λίγα λόγια, άρχισαν να προσθέτουν χρωστικές ουσίες. Η επιτυχία θα πρέπει να ήταν αστραπιαία αφού, έκτοτε, ο ροδόχρους είναι και ο πιο κοινός ταραμάς.
Από τον ταραμά παρασκευάζεται  η ταραμοσαλάτα. Το πλούσιο αυτό επάλειμμα θεωρείται το άλφα και το ωμέγα στο τραπέζι της Σαρακοστής. Ουσιαστικά, η ταραμοσαλάτα είναι ένα κρεμώδες, πολτοποιημένο επάλειμμα από αυγοτάραχο που έχουμε χτυπήσει (κατά προτίμηση στο γουδί) με βρασμένες και ξεφλουδισμένες πατάτες ή ψωμί. Προσθέτουμε, εν συνεχεία, εναλλάξ στο μείγμα ελαιόλαδο και χυμό λεμονιού, αναλόγως με την απαιτούμενη δοσολογία. Συνήθως, η ταραμοσαλάτα που γίνεται με πατάτα είναι πιο κρεμώδης αλλά οι σκληροπυρηνικοί της παράδοσης επιμένουν ότι η μόνη αποδεκτή είναι αυτή με βάση είναι το ψωμί.

Διαδίκτυο 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου