Πώς οι εταίροι οδηγούν σταθερά και με μαθηματικό τρόπο την Ελλάδα εκτός
ευρώ, ετοιμάζοντας την έκφραση λύπης που «δεν τα καταφέραμε»
Η
χώρα είναι σε αποδιοργάνωση. Η κυβέρνηση δεν μπορεί να κυβερνήσει διότι
δεν υπάρχει περιεχόμενο διακυβέρνησης παρά μόνο τήρηση των όρων και των
δεσμεύσεων που επιβάλλουν οι αρχές ελέγχου της χώρας μέσω των Μνημονίων
που ψήφισαν οι εκάστοτε πλειοψηφίες της ελληνικής Βουλής από το 2010
και μετά.
Η ιδιότυπη κατοχή της χώρας είναι όμοια με την
άτυπη οικονομική δικτατορία της παραμονής με το ζόρι στο ευρώ. Επειδή
για διάφορους λόγους η Ευρωπαϊκή Ένωση και το γερμανικό διευθυντήριο δεν
μπορούν να απομακρύνουν την Ελλάδα από την Ευρωζώνη, δημιουργούν όλες
τις προϋποθέσεις για να φύγει η ίδια από μόνη της. Είτε με απόφαση (αφού
δεν θα γίνεται αλλιώς πια) είτε ντε φάκτο. Και στις δύο περιπτώσεις το
σχέδιο είναι το ίδιο:
Η Ελλάδα έχει μεγάλο χρέος, καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα παράγει και ζήτησε βοήθεια. Της δίνουμε βοήθεια, την οποία χρυσοπληρώνει (κάτι που θα διαρκέσει δεκάδες, μπορεί και εκατοντάδες χρόνια), και για αντάλλαγμα διαλύουμε τον δημόσιο τομέα, υπονομεύουμε τον ιδιωτικό αυξάνοντας την ανεργία και οδηγούμε τη χώρα σε υποθήκευση των πλουτοπαραγωγικών της πηγών. Συγχρόνως, μειώνουμε συνεχώς, είτε μέσω Μνημονίων και «επικαιροποίησής τους» είτε μέσω αποφάσεων της ελληνικής κυβέρνησης, μισθούς και συντάξεις, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να μην μπορούν όχι μόνο να καταναλώσουν, αλλά ούτε να επιβιώσουν. Η εξέλιξη είναι απλή, αυτονόητη και μαθηματική. Η Ελλάδα οδηγείται σε μηδενισμό της κατανάλωσης και δημιουργία νέων χρεών των πολιτών της, που αδυνατούν να πληρώσουν δάνεια, κάρτες, ηλεκτρικό και άλλες ΔΕΚΟ. Τα χρήματά τους δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα να δημιουργείται κοινωνικό αίτημα για έξοδο από το ακριβό ευρώ. Η γενίκευση του αιτήματος θα υποχρεώσει αυτήν ή άλλη κυβέρνηση να προχωρήσει σε αυτήν την κίνηση και τότε η γερμανική Ευρωζώνη θα εκφράσει τη λύπη της που μια χώρα σύμμαχος, φίλη και εταίρος, «παρά τη βοήθεια και τη στήριξη που της προσφέραμε», δεν τα κατάφερε. Η ίδια συνταγή, με τη βασική παραλλαγή της τραπεζικής διάστασης, εφαρμόζεται στην Κύπρο, ενώ είναι έτοιμη να εφαρμοστεί με σκληρό τρόπο και στην «ήσυχη Πορτογαλία», που αρχικά θεωρήθηκε καλή και υπάκουη προς την «τρόικα», αλλά τώρα φαντάζει εξεγερμένη και επικίνδυνη. «Μα, έτσι υπονομεύουν το ίδιο το ευρώ», λένε καλοπροαίρετοι ανά την Ευρώπη, παραβλέποντας ότι το ευρώ δεν μπορεί να υπονομευτεί από τους ίδιους που το (δια)κινούν και σταθερά το μεταβάλλουν από μέσο οικονομικής συνεννόησης σε τρόπο διαχωρισμού της Ευρώπης σε ζώνες. Σε περίπτωση φυσικά που το ευρώ πάψει να είναι χρήσιμο στον νέο άξονα που οικοδομεί η Γερμανία, απλώς θα καταργηθεί και τη θέση του θα πάρει άλλο νόμισμα που θα εξυπηρετεί τις ανάγκες της ίδιας και των στενών συνεργατών της. Αν υπάρχει, βέβαια, τότε ανάγκη για άλλο... «κοινό νόμισμα».
Όλα αυτά δεν τα βλέπει η ελληνική κυβέρνηση, δεν τα αντιλαμβάνεται; Φυσικά τα βλέπει και τα αντιλαμβάνεται, όπως ασφαλώς τα έβλεπε και τα αντιλαμβανόταν και η προηγούμενη αλλά και η πριν από αυτήν. Όμως και η σημερινή κυβέρνηση και οι προηγούμενες, από το 2009 και μετά, έχουν κάνει τη βασική επιλογή που ακούει στο δόγμα «ό,τι πουν οι εταίροι» και έχει βασικές εφαρμογές την αρχή «ευρώ με κάθε θυσία» και «το σπίτι μας είναι η Ευρώπη». Ακόμα κι αν αυτή η Ευρώπη κάνει έξωση στην Ελλάδα με σαφή τρόπο, οι κυβερνήσεις μας κάνουν ότι δεν το βλέπουν, προβάλλοντας μια παράξενη λογική, που μπορεί να περιγραφεί ως: «Θα τους κάνω να με θέλουν, θα μείνω ό,τι κι αν μου κάνουν και στο τέλος θα με αγαπήσουν». Είναι κρίμα που η ανεπάρκεια, η αδυναμία και ο τρόμος να οικοδομήσουν άλλη πολιτική οδηγούν τις κυβερνήσεις σε ρόλο παραγγελιοδόχου της «τρόικας» και τη χώρα στην απαξίωση, στη φτώχεια και στο σκοτάδι.
Η Ελλάδα έχει μεγάλο χρέος, καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα παράγει και ζήτησε βοήθεια. Της δίνουμε βοήθεια, την οποία χρυσοπληρώνει (κάτι που θα διαρκέσει δεκάδες, μπορεί και εκατοντάδες χρόνια), και για αντάλλαγμα διαλύουμε τον δημόσιο τομέα, υπονομεύουμε τον ιδιωτικό αυξάνοντας την ανεργία και οδηγούμε τη χώρα σε υποθήκευση των πλουτοπαραγωγικών της πηγών. Συγχρόνως, μειώνουμε συνεχώς, είτε μέσω Μνημονίων και «επικαιροποίησής τους» είτε μέσω αποφάσεων της ελληνικής κυβέρνησης, μισθούς και συντάξεις, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να μην μπορούν όχι μόνο να καταναλώσουν, αλλά ούτε να επιβιώσουν. Η εξέλιξη είναι απλή, αυτονόητη και μαθηματική. Η Ελλάδα οδηγείται σε μηδενισμό της κατανάλωσης και δημιουργία νέων χρεών των πολιτών της, που αδυνατούν να πληρώσουν δάνεια, κάρτες, ηλεκτρικό και άλλες ΔΕΚΟ. Τα χρήματά τους δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα να δημιουργείται κοινωνικό αίτημα για έξοδο από το ακριβό ευρώ. Η γενίκευση του αιτήματος θα υποχρεώσει αυτήν ή άλλη κυβέρνηση να προχωρήσει σε αυτήν την κίνηση και τότε η γερμανική Ευρωζώνη θα εκφράσει τη λύπη της που μια χώρα σύμμαχος, φίλη και εταίρος, «παρά τη βοήθεια και τη στήριξη που της προσφέραμε», δεν τα κατάφερε. Η ίδια συνταγή, με τη βασική παραλλαγή της τραπεζικής διάστασης, εφαρμόζεται στην Κύπρο, ενώ είναι έτοιμη να εφαρμοστεί με σκληρό τρόπο και στην «ήσυχη Πορτογαλία», που αρχικά θεωρήθηκε καλή και υπάκουη προς την «τρόικα», αλλά τώρα φαντάζει εξεγερμένη και επικίνδυνη. «Μα, έτσι υπονομεύουν το ίδιο το ευρώ», λένε καλοπροαίρετοι ανά την Ευρώπη, παραβλέποντας ότι το ευρώ δεν μπορεί να υπονομευτεί από τους ίδιους που το (δια)κινούν και σταθερά το μεταβάλλουν από μέσο οικονομικής συνεννόησης σε τρόπο διαχωρισμού της Ευρώπης σε ζώνες. Σε περίπτωση φυσικά που το ευρώ πάψει να είναι χρήσιμο στον νέο άξονα που οικοδομεί η Γερμανία, απλώς θα καταργηθεί και τη θέση του θα πάρει άλλο νόμισμα που θα εξυπηρετεί τις ανάγκες της ίδιας και των στενών συνεργατών της. Αν υπάρχει, βέβαια, τότε ανάγκη για άλλο... «κοινό νόμισμα».
Όλα αυτά δεν τα βλέπει η ελληνική κυβέρνηση, δεν τα αντιλαμβάνεται; Φυσικά τα βλέπει και τα αντιλαμβάνεται, όπως ασφαλώς τα έβλεπε και τα αντιλαμβανόταν και η προηγούμενη αλλά και η πριν από αυτήν. Όμως και η σημερινή κυβέρνηση και οι προηγούμενες, από το 2009 και μετά, έχουν κάνει τη βασική επιλογή που ακούει στο δόγμα «ό,τι πουν οι εταίροι» και έχει βασικές εφαρμογές την αρχή «ευρώ με κάθε θυσία» και «το σπίτι μας είναι η Ευρώπη». Ακόμα κι αν αυτή η Ευρώπη κάνει έξωση στην Ελλάδα με σαφή τρόπο, οι κυβερνήσεις μας κάνουν ότι δεν το βλέπουν, προβάλλοντας μια παράξενη λογική, που μπορεί να περιγραφεί ως: «Θα τους κάνω να με θέλουν, θα μείνω ό,τι κι αν μου κάνουν και στο τέλος θα με αγαπήσουν». Είναι κρίμα που η ανεπάρκεια, η αδυναμία και ο τρόμος να οικοδομήσουν άλλη πολιτική οδηγούν τις κυβερνήσεις σε ρόλο παραγγελιοδόχου της «τρόικας» και τη χώρα στην απαξίωση, στη φτώχεια και στο σκοτάδι.
Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ από "ΤΟ ΠΑΡΟΝ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου