Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

ΝΙΚΟΣ ΑΜΜΑΝΙΤΗΣ : Οι φωτιές του Αγιαννιού και τα μυστικά του "Κλήδονα"


 Μια Φορά Και Έναν Καιρό
  Οι φωτιές του Αγιαννιού και τα μυστικά του "Κλήδονα"

Του ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ

Πλούσια είναι τα ελέη του Θεού που μας προσφέρει απλόχερα το γλυκό και μοναδικό ελληνικό καλοκαιράκι. Ανάμεσα στις «ανάσες» που μας χαρίζει για να απαλαίνει τα βάσανα της καθημερινότητας μας, η πιο αναμενόμενη και η πιο καλοδεχούμενη παρένθεση, είναι τα πανηγύρια στη μνήμη κάποιου θαυματουργού Αγίου ιδιαιτέρως δημοφιλή στον λαό. Πανηγύρια που πέραν του εκκλησιαστικού τους μέρους συνοδεύονται πάντοτε με κλαρίνα, νταούλια, χορούς, και ολονύχτια ξεφαντώματα.

Και είναι πλουσιότατο το καλοκαιράκι μας σε γιορτές Αγίων, καθώς μάλιστα πολλά τοπωνύμια είναι φερώνυμα τους, η επιτυχία της γιορτής γίνεται προσωπική υπόθεση κάθε κατοίκου της περιοχής, θρησκευόμενου ή όχι, αλλόδοξου ή και άθεου, είτε σε μεγάλη πόλη, είτε σε κωμόπολη, ή χωριό. Στήνουν τους πάγκους με το εμπόρευμά τους οι πανηγυρτζήδες, φοράνε οι γυναίκες τα καλά τους, «συγύρισαν» το σπιτικό τους, και κυριαρχεί στους δρόμους μια ξεχωριστή ατμόσφαιρα. Επωφελούνται της ευκαιρίας και μερικοί ξενιτεμένοι για μια σύντομη επίσκεψη στη πατρώα γη με τη πρόφαση του «προσκυνήματος»: Ν' ανάψουν ένα κερί στη ψυχή των γονιών τους και να τσουγκρίσουν το κρασοπότηρό τους με τους παλιόφιλους των νεανικών τους χρόνων, να φρεσκάρουν τις αναμνήσεις που τους συντροφεύουν στα ξένα.

Εξαίρεση αποτελεί μια εορτή συνδεδεμένη μεν με Άγιο, αλλά που ουδεμία… συγγένεια ή σχέση έχει μαζί του. Πραγματοποιείται στο τέλος της άνοιξης, τις ημέρες του εαρινού ηλιοστάσιου, τότε που ο ήλιος πιάνει τη κατηφόρα, πριν αναλάβει με… «ζέση» τα καθήκοντά του το καλοκαίρι. Ένα πάνδημο πανηγύρι προσφιλές στο λαό στα χρόνια που οι διασκεδάσεις ήταν ελάχιστες. Γι' αυτό και οι απλοί άνθρωποι το περίμεναν μετρώντας τις μέρες. Ένα πανηγύρι που δεν είχε ιδιαίτερη ονομασία και που το… φορτώθηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος οποίος απέκτησε από δαύτο το προσωνύμιο «Φρυγανάς ή Ριγανάς…» Τότε, στις 23 Ιουνίου παραμονή της ημέρας της γέννησης του, άναβαν φωτιές στις γειτονιές, όπου όλοι οι κάτοικοι προσέφεραν το κάτι τις τους για… κάψιμο και που όταν οι φλόγες καταλάγιαζαν, άνδρες, γυναίκες και παιδιά έπαιρναν φόρα και τις πηδούσαν.

Πολλές ημέρες πρωτύτερα οι νοικοκυρές προχωρούσαν σε… απογραφή της σαβούρας για ξεσκαρτάρισμα που υπήρχε στο σπίτι, και που προόριζαν για κάψιμο. Μια κουτσή… καρέκλα με τρύπια τη ψάθα της θα θυσιάζονταν σαν την Ζαν Ντ' Αρκ επί της πυράς. Ένα σπασμένο σκαμπό που ανέβαινε ο σύζυγος για ν' αλλάξει τη λάμπα του φωτιστικού και παραλίγο να γκρεμοτσακιστεί, ένα μαξιλάρι που είχε γίνει ενδιαίτημα κοριών, και διάφορα άλλα μπιχλιμπίδια χαρακτηρισμένα ως «άχρηστα», οδηγούνταν στην αποτέφρωση. 

Από νωρίς εκείνο το απόγευμα, οι έχοντες πάρει αυτοβούλως το γενικό πρόσταγμα, εντόπιζαν το μέρος που θα έβαζαν το μπουρλότο. Έπρεπε αφ' ενός οι φλόγες να μην απειλήσουν τα γύρω σπίτια, να υπάρχει αφ' ετέρου αρκετός χώρος μακράν της… διακεκαυμένης ζώνης για τους θεατές ώστε να μη τσουρουφλιστούνε, και μπόλικη άπλα για να πάρει φόρα ο υποψήφιος… άλτης. Καθώς δεν ήσαν πυκνοδομημένες οι γειτονιές, πρόβλημα εκλογής του σημείου που θα γινόταν η αφή της πυράς δεν υπήρχε. Μόλις έφτανε το σούρουπο, άνοιγαν οι πόρτες των σπιτιών και φορτωμένοι με τα καταδικασμένα έπιπλά τους προσερχόταν οι… δότες στο θυσιαστήριο. Στην αρχή δεν δημιουργούσαν μια μεγάλη σωρό, αλλά διάλεγαν μερικά αντικείμενα από τα πιο εύφλεκτα να χρησιμοποιήσουν για προσάναμμα. Διότι υπήρχε κίνδυνος να ανάψουν φωτιά χωρίς φλόγα, οπότε πέραν της γρουσουζιάς, θα ντουμάνιαζε η γειτονιά με τους καπνούς από τη τζίβα των καναπέδων που θα σιγοκαίγονταν. 

Μόλις η φωτιά άρχιζε να καταβροχθίζει σαν μεζεδάκια τα πρώτα μικροπράματα, πλησίαζαν οι γυναίκες και με μια πραγματική ιεροτελεστία, πέταγαν τους ξεραμένους «Μάηδες» που είχαν κρεμάσει πάνω από την εξώπορτα του σπιτιού την παραμονή της πρωτομαγιάς. Βλέπεις ήταν αδιανόητο τότες, να μην υποδεχτείς τον Μάη μ' ένα καλοφτιαγμένο από τα χέρια σου στεφάνι με φανταχτερά και μυρωδάτα λουλούδια, ή αγορασμένο από τους λουλουδάδες, στα «ανθεστήρια» που γινόταν στους «Ποδαράδες» όπως λεγότανε η Νέα Φιλαδέλφεια. Και το μαγιάτικο στεφάνι όφειλε να καεί επισήμως. Ήταν ένα πολύ ωραίο έθιμο οι ξεχασμένες πια φωτιές του Αϊ Γιαννιού. Αλλά ο τρόπος ζωής που άλλαξε, οι πόλεις που θέριεψαν και έγιναν τέρατα, τα τροχοφόρα, με κυρίαρχα τα αυτοκίνητα που κατέκτησαν κάθε μέτρο γης, η μοναξιά του ατόμου όπου κανένας δεν ξέρει ποιος κάθεται δίπλα του, το χαμόγελο και η «καλημέρα» που χάθηκαν μαζί με τόσα και τόσα, ατόνησαν και έσβησαν έθιμα και τελετουργίες που θυμούνται με συγκίνηση μονάχα οι παλαιότεροι…

Δεν γνωρίζω φυσικά πως οι φωτιές συνδέθηκαν με τα τιμώμενα γενέθλια του Αγίου λες και ήτανε μπουρλοτιέρης ή πυρομανής. Ούτε αν είναι ξενόφερτες που ενθουσίασε τους έλληνες και τις καθιέρωσαν με το πρώτο. Το γεγονός όμως ότι ο Φελλίνι γύρισε μια από τις ωραιότερες ταινίες του, το «Amarcord» βασισμένο στη ζωή μιας προπολεμικής ιταλικής κωμόπολης όπου με συμμετοχή όλων των κατοίκων, έκαιγαν στη Κεντρική Πλατεία με τραγούδια τη μάγισσα «Χειμώνας» και πηδάγανε τις καύτρες, ήσαν εικόνες πολύ γνώριμες, που οδηγούν στη σκέψη. πως είναι ένα διαδεδομένο έθιμο των λαών της Μεσογείου.

Αλλά ας γυρίσουμε στην Ελλάδα όπου εκτός από τις φωτιές, διενεργείτο την ίδια ημέρα σε «στενό κύκλο» και ο Κλήδονας, όπου οι ανύπαντρες κοπέλες πληροφορούνταν δια στόματος γραίας κουτσομπόλας τις ενδόμυχες σκέψεις του άνδρα των ονείρων τους. Εκτός όμως από χρησμούς για στεφανώματα, ακούγονταν και σπόντες για «πομπές» απολύτως διασταυρωμένες. Έκανε νύξεις π.χ. με ποιόν τραβιότανε η Άλφα σε… «τόπους χλοερούς». Ήξερε τι ώρα γύριζε τα βράδια σπίτι της η Βήτα καλύτερα και από σταθμάρχη του ΟΣΕ για την άφιξη του Intercity, και δεν της ξέφευγε με ποιά κεράτωνε τη γυναίκα του ο Προκόπης ο ψιλικατζής.

Η διαδικασία ήταν απλή, και μπορούσε στην ανάγκη να την πραγματοποιήσει και ένας οικονομολόγος: Την παραμονή της τελετής, τρείς νεαρές, -παρθένες κατά γενική παραδοχή- έπαιρναν ένα κιούπι σε μικρογραφία, και πήγαιναν στη δημόσια κρήνη απ' όπου το γέμιζαν νερό χωρίς να βγάζουν τσιμουδιά. Κατόπιν, επέστρεφαν πάντοτε σιωπηλές. Σημειωτέον πως απαγορευότανε να βγάλουν «Αχ», έστω κι' αν παρουσιαζότανε μπροστά τους ο Απόλλων ή ο Αρίων ο κιθαρωδός, με τη κιθάρα ή άλλο όργανό του ανά χείρας, και τους «έκλεινε το μάτι». Ακολούθως μέσα στο κιούπι με το «αμίλητο νερό» έριχναν ένα προσωπικό τους μικροαντικείμενο οι κοπελιές της γειτονιάς, και αφού το σφράγιζαν, το έβαζαν να διανυκτερεύσει πλάι στο πηγάδι

Νωρίς το άλλο απόγευμα, η ειδική… «κληδονιολόγος» ηλικιωμένη κυράτσα, πότισε την αυλή της όπου «θα ελάμβανε χώρα» η τελετή, έστρωσε με το καλό τραπεζομάντιλο το τραπέζι για τα αναψυκτικά και τα καλούδια, έβαζε το κιούπι στολισμένο με λουλούδια πάνω στο μαρμάρινο τραπέζι του κήπου, και άρχισε να υποδέχεται τις κοπελιές που αριβάριζαν ντυμένες γκράντε. Σε κάθε «κλήδονα» τιμητική κατέχει θέση το «μαραμένο θηλυκό» που στερεότυπα ακούει κάθε χρόνο πως «ο νυμφίος έρχεται». Αλλά κατά πως φαίνεται, ξεκίνησε από το Βλαδιβοστόκ με τα ποδάρια, κι' ακόμα περπατά… Όλες οι άλλες όμως με γελάκια και ξεφωνητά ακούνε όσα ήθελαν ή δεν ήθελαν ν' ακούσουν από τα «λόγια του Κλήδονα»… 

http://www.paron.gr/

ΤΟ ΕΘΙΜΟ ΤΟΥ ΑΪ-ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΥ «ΚΛΗΔΟΝΑ»

Στις 24 Ιουνίου -ανήμερα του Άι-Γιαννιού- αναβιώνει ο Κλήδονας, ένα έθιμο με καταγωγή στην αρχαία εποχή, που επικρατούσε η «κληδόνα». Κληδόνα σημαίνει πράξεις ή λέξεις τυχαίες και ασυνάρτητες, που ακούγονταν κατά τη διάρκεια μαντικών τελετών και στις οποίες αποδίδονταν προφητική σημασία. Στη νεοελληνική αντίληψη, το έθιμο αυτό εξελίχθηκε σε μια όμορφη και ενδιαφέρουσα ιεροτελεστία, περισώζοντας τους ερωτικούς χρησμούς. Πρόκειται για ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα και του οποίου η πρώτη γραπτή περιγραφή ανέρχεται στους βυζαντινούς χρόνους. 
«Ανοίγουμε τον Κλήδονα
με τ' Άι-Γιαννιού τη χάρη
κι όποια έχει ριζικό,
σήμερα να το πάρει»
Ο «Κλήδονας» είναι μια λαϊκή μαντική διαδικασία, από τις πιο τελετουργικές όλων των παραδόσεων του τόπου μας, σύμφωνα με τον οποίο αποκαλύπτεται στις άγαμες κοπέλες η ταυτότητα του μελλοντικού τους συζύγου. Η ίδια η λέξη υπάρχει από την εποχή του Ομήρου, «Κλήδων» ονομαζόταν ο προγνωστικός ήχος και κατ' επέκταση το άκουσμα σιωνισμού ή προφητείας, ο συνδυασμός τυχαίων και ασυνάρτητων λέξεων ή πράξεων κατά τη διάρκεια μαντικής τελετής, στον οποίο αποδιδόταν προφητική σημασία.

Την παραμονή του Άι-Γιαννιού, οι ανύπαντρες κοπέλες μαζεύονται σε ένα από τα σπίτια του χωριού, όπου αναθέτουν σε κάποιο μέλος της συντροφιάς, συνήθως σε μια «Μαρία» (στη Θράκη ο ρόλος αυτός δίνεται στην ονομαζόμενη «Καλλινίτσα»), της οποίας και οι δύο γονείς είναι εν ζωή, να φέρει από το πηγάδι ή την πηγή το «αμίλητο νερό». Η ονομασία αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι η εν λόγω κοπέλα και η συνοδεία της πρέπει να ολοκληρώσουν την αποστολή αυτή, τηρώντας απόλυτη σιωπή. Επιστρέφοντας στο σπίτι όπου τελείται ο Κλήδονας, το νερό αδειάζεται σε πήλινο -ως επί το πλείστον- δοχείο, στο οποίο η κάθε κοπέλα ρίχνει ένα αντικείμενο, το λεγόμενο ριζικάρι. Συνήθως, πρόκειται για κάποιο προσωπικό αντικείμενο, συχνά μάλιστα πολύτιμο. 


Στη συνέχεια, το δοχείο σκεπάζεται με κόκκινο ύφασμα «κλειδώνεται» και τοποθετείται σε ανοιχτό χώρο. «Κλειδώνουμε τον Κλήδονα με τ' Άι-Γιαννιού τη χάρη κι όποια έχει ριζικό, να δώσει να το πάρει». Εκεί παραμένει όλη τη νύχτα υπό το φως των άστρων, για να «ξαστριστεί». Οι κοπέλες επιστρέφουν ύστερα στα σπίτια τους. Λέγεται ότι τη νύχτα αυτή θα δουν στα όνειρα τους το μελλοντικό τους σύζυγο. Την παραμονή της γιορτής των γενεθλίων του Αγίου Ιωάννη, εκτός από την τέλεση του Κλήδονα, οι κάτοικοι του χωριού ανάβουν φωτιές, τις λεγόμενες «μπουμπούνες». Μια μεγάλη φωτιά στήνεται στην πλατεία του χωριού ή σ' ένα μέρος ανοιχτό, ώστε να φαίνεται από παντού, όπου καίγονται τα στεφάνια της Πρωτομαγιάς.

Άλλες μικρότερες φωτιές ανάβουν σε όλους τους μαχαλάδες προσπαθώντας ο κάθε ένας να ανάψει την μεγαλύτερη φωτιά, πάνω από τις οποίες πηδάνε όλοι οι κάτοικοι του χωριού. Έλεγαν ότι αν πηδούσαν 3 φορές θα έφευγαν οι ψύλλοι και οι κοριοί. Ανήμερα του Άι-Γιαννιού, αλλά πριν βγει ο ήλιος -ώστε να μην εξουδετερωθεί η μαγική επιρροή των άστρων-, η υδροφόρος νεαρή της προηγουμένης φέρνει μέσα στο σπίτι το αγγείο. Το μεσημέρι, ή το απόγευμα, συναθροίζονται πάλι οι ανύπαντρες κοπέλες. Αυτήν τη φορά όμως στην ομήγυρη μπορούν να συμμετέχουν και παντρεμένες γυναίκες, συγγενείς και γείτονες και των δύο φύλων, καλεσμένοι για να παίξουν το ρόλο μαρτύρων της μαντικής διαδικασίας. Καθισμένη στο κέντρο της συντροφιάς, η «Μαρία» ανοίγει τον Κλήδονα.
Και ανασύρει ένα-ένα από το αγγείο τα αντικείμενα, που αντιστοιχούν στο «ριζικό» κάθε κοπέλας, απαγγέλλοντας ταυτόχρονα δίστιχα, είτε όπως τα θυμάται, είτε από συλλογή τραγουδιών ή ακόμη από ημεροδείκτες. Το δίστιχο που αντιστοιχεί στο αντικείμενο της κάθε κοπέλας, θεωρείται ότι προμηνύει το μέλλον της και σχολιάζεται από τους υπόλοιπους, που προτείνουν τη δική τους ερμηνεία σε σχέση με την ενδιαφερόμενη. Προς το σούρουπο, όταν τελειώσει η μαντική διαδικασία, η κάθε κοπέλα γεμίζει το στόμα της με μια γουλιά αμίλητο νερό και στέκεται μπροστά σε ανοιχτό παράθυρο, μέχρι να ακούσει το πρώτο ανδρικό όνομα. Αυτό πιστεύεται ότι θα είναι και το όνομα του άνδρα που θα παντρευτεί. Μετά το τέλος όλης αυτής της διαδικασίας στήνεται μεγάλο γλέντι στο οποίο συμμετέχει όλο το χωριό.

Ο «ΚΛΗΔΟΝΑΣ» ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
Την παραμονή του Αϊ-Γιαννιού(23/6), οι ανύπαντρες κοπέλες μαζεύονται σε ένα από τα σπίτια του χωριού, όπου αναθέτουν σε κάποια ή σε κάποιες από αυτές να φέρουν από το πηγάδι ή την πηγή το «αμίλητο νερό». Επιστρέφοντας στο σπίτι όπου τελείται ο Κλήδονας, το νερό μπαίνει σε πήλινο δοχείο, την υδροφόρο, στο οποίο η κάθε κοπέλα ρίχνει ένα αντικείμενο (μήλο πράσινο ή κόκκινο, κόσμημα, κλειδί κ.ά.), το λεγόμενο ριζικάρι. Στη συνέχεια το δοχείο σκεπάζεται με κόκκινο ύφασμα, το οποίο δένεται γερά με ένα κορδόνι (κλειδώνεται) και τοποθετείται σε ταράτσα ή άλλο ανοιχτό χώρο. Εκεί παραμένει όλη τη νύχτα, υπό το φως των άστρων. Οι κοπέλες επιστρέφουν ύστερα στα σπίτια τους. Λέγεται ότι τη νύχτα αυτή θα δουν στα όνειρά τους το μελλοντικό τους σύζυγο.

Ανήμερα του Άι-Γιαννιού, αλλά πριν βγει ο ήλιος -ώστε να μην εξουδετερωθεί η μαγική επιρροή των άστρων- η υδροφόρος νεαρή της προηγουμένης, φέρνει μέσα στο σπίτι το αγγείο. Το μεσημέρι, ή το απόγευμα, συναθροίζονται πάλι οι ανύπαντρες κοπέλες. Αυτήν τη φορά όμως στην ομήγυρη μπορούν να συμμετέχουν και παντρεμένες γυναίκες, συγγενείς και γείτονες και των δύο φύλων, καλεσμένοι για να παίξουν το ρόλο μαρτύρων της μαντικής διαδικασίας. Καθισμένη στο κέντρο της συντροφιάς, η υδροφόρος νεαρή ανασύρει ένα-ένα από το αγγείο τα αντικείμενα, που αντιστοιχούν στο «ριζικό» κάθε κοπέλας και μια άλλη, κάποια που έχει ποιητικό ή μαντικό ταλέντο απαγγέλει ταυτόχρονα τυχαίες μαντινάδες. Μαντινάδες που είναι επηρεασμένες απλώς και μόνο από τη θέα του ριζικαριού, αφού η μαντιναδολόγος δεν ξέρει σε ποιον ανήκει το κάθε ριζικάρι. Η μαντινάδα που αντιστοιχεί στο αντικείμενο (ριζικάρι) της κάθε κοπέλας θεωρείται ότι προμηνάει το μέλλον της και σχολιάζεται από τους υπόλοιπους, που προτείνουν τη δική τους ερμηνεία σε σχέση με την ενδιαφερόμενη.
Σε κάποιας κοπέλας το ριζικάρι ο αείμνηστος μαντιναδολόγος Καμινοκωστής, είχε πει την εξής μαντινάδα:
Σα μάθει ο σκύλος γράμματα
κι η γάτα να διαβάζει,
τότε κι εσύ θα παντρευτείς

 να κάμει ο κόσμος χάζι...

Σημειώνεται ότι η κοπελιά αυτή πράγματι, μέχρι σήμερα, δεν έχει παντρευτεί!


Ο ΚΑΘΡΕΠΤΗΣ, ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ ΤΟΥ ΚΛΗΔΟΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΑ
Μετά που θα βγουν όλα τα ριζικάρια από το υδροφόρο αγγείο, η υδροφόρος νεαρά χύνει το νερό του αγγείου μέσα σε ένα πηγάδι σταυρωτά και στη συνέχεια το σκεπάζει με ένα κόκκινο πανί. Το μεσημέρι ή τα μεσάνυκτα οι κοπέλες, ενίοτε και νεαροί, σηκώνουν προσεκτικά το πανί, ώστε να μη δει φως το νερό του πηγαδιού, και βάζουν μέσα το κεφάλι τους. Συνάμα η υδροφόρος με ένα καθρέπτη κατεβάζει τις ακτίνες του ήλιου ή του φεγγαριού μέσα στο πηγάδι και οι κοπέλες ρίχνοντας με ειδικό τρόπο μια – μια τα ριζικάρια τους μέσα στο πηγάδι και εκεί στα κύματα του νερού του πηγαδιού οι παριστάμενοι βλέπουν υπερφυσικά ή μεταφυσικά φαινόμενα, τα οποία επεξηγούν μετά οι μεγαλύτερες και μυημένες γυναίκες, όπως επίσης και αγαπημένα πρόσωπα που έχουν πεθάνει ή το πρόσωπο που θα παντρευτούν κ.ά.
Λέγεται επίσης ότι ανάλογο με το πρώτο πρόσωπο που θα δουν αυτοί που είχαν σκύψει το πηγάδι μετά που θα βγάλουν έξω το κεφάλι τους, ανάλογο θα είναι και π.χ. το παιδί που θα γεννηθεί, δηλαδή αν δουν άντρα, αγόρι θα είναι το παιδί που θα γεννήσει μια γυναίκα έγκυος ή το ίδιο όνομα θα έχει εκείνος που θα παντρευτούν κ.τ.λ.
Σημειώνεται ότι:
  • Όσοι παρακολουθούν την εν λόγω ιεροτελεστία πρέπει λέει να είναι με αυτοσυγκέντρωση, αλλά και μύηση, γιατί υπάρχουν και μυστικά για την παρούσα ιεροτελεστία.
  • Αν το πηγάδι δεν έχει καθάριο και πόσιμο νερό δεν γίνεται να γίνει Κλήδονας.

Σύμφωνα με ορισμένους, η λέξη «Κλήδονας» προέρχεται από τη λέξη κλειδί που ανοίγει και κλείνει το κουτί της τύχης, εξού κι οι μαντινάδες:
Κλειδώνουμε τον Κλήδονα 
μ’ ένα μικιό κλειδάκι
κι απόης τον αφήνουμε,

έξω στο φεγγαράκι.
Κλειδώσετε τον Κλήδονα 
με δόξα και με χάρη
κι απού ‘χει μήλο κόκκινο,

ταχυτέρου (αύριο) να το πάρει.


ΙΣΤΟΡΙΑ-ΑΡΧΑΙΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
  • Η αρχαία λέξη «κληδών» ήταν ο συνδυασμός τυχαίων και ασυνάρτητων λέξεων – πράξεων κατά τη διάρκεια μαντικής τελετής στον οποίο αποδιδόταν προφητική σημασία.
  • Μαντινάδες λέγονται τα δίστιχα που περικλείουν κάποιο νόημα, κάποιο μαντάτο, άρα χρησμό. Ετυμολογία από το «μαντεύω – μαντεύομαι», ρίζας «μαίω – μαίομαι» απ’ όπου και τα: μάνις ή μήνις –μανία, μήνυμα = μαντάτο, manner κ.α. 
  • Σύμφωνα με τους Στράβωνα, Διόδωρο κ.α., αφενός οι πρώτοι που ασχολήθηκαν με τους χρησμούς και τη μαντική ήταν οι Ιδαίοι δάκτυλοι ή άλλως Κουρήτες = μετέπειτα Κ(ου)ρήτες και αφετέρου εκείνος που έμαθε στους Κρητικούς και το τόξο και το χρησμό και τη μαντική ήταν ο Απόλλωνας. Επομένως, ο Κλήδονας, όπως συνάγεται από τις ορολογίες του (ριζικάρι, μαντινάδα κ.τ.λ.), αλλά και από τα λεγόμενα των αρχαίων συγγραφέων είναι ένα έθιμο που ξεκίνησε από την Κρήτη και με τον καιρό επεκτάθηκε σ’ όλη την Ελλάδα. 



 ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΛΗΔΟΝΑ 
ΑΠΟΣΠΕΡΑΣ

Τ' Άι-Γιαννιού του Κλήδονα 
θα πάω στο χωριό μου,
μήλο θα ρίξω για να δω 

κι εγώ το ριζικό μου.

Κλειδώσετε τον Κλήδονα 
με δόξα και με χάρη
κι απού ‘χει μήλο κόκκινο,

ταχυτέρου (αύριο) να το πάρει.
Κλειδώνουμε τον Κλήδονα 
μ’ ένα μικιό κλειδάκι
κι απόης τον αφήνουμε,

έξω στο φεγγαράκι.

 Σήμερα που ‘ναι τ’  Άι-Γιαννιού 
του Θιου ζητώ μια χάρη,
του χρόνου σαν και σήμερα 

να γίνουμε ζευγάρι.
Σήμερα που ‘ναι τ’ Άι-Γιαννιού 
βάλε αρχή κερά μου,
του χρόνου σαν και σήμερα

 να σ’ έχω αγκαλιά μου.
Ε, Γλυκοπαναγία μου, 
που ‘σαι στη γειτονιά σου,
ζευγάρισέ το μήλο μου

να σ’ άφτω τα κεριά σου.
Μήλο βαλα στον Κλήδονα 
για να το ριζικάρω
κι αν είν' τση τύχης μου γραφτό,

μικρή μου να σε πάρω.

Στο όνομα σου ορκίζομαι
 στον Κλήδονα επάνω,
αν δεν σε κάνω ταίρι μου

καλιά ‘χω να πεθάνω.
Μήλο ‘βαλα στον Κλήδονα 
κι είναι και μυρωδάτο
κι αν δεν σε πάρω θα γενεί,

 ο κόσμος άνω κάτω.
ΣΤΟ ΑΝΟΙΓΜΑ

Ανοίγουμε τον Κλήδονα 
με τ’ Άι-Γιαννιού τη χάρη
κι όποιος έχει μήλο κόκκινο,

ας έρθει να το πάρει.
Ανοίγουμε τον Κλήδονα
 με τ’ Άι-Γιαννιού τη χάρη
κι όποιος έχει ριζικό,

σήμερα να το πάρει.
Ανοίγουμε τον Κλήδονα 
με τ’ Άι-Γιαννιού τη χάρη
κι όποιος αγάπη έχασε,

να έρθει να την πάρει.
Έφθασε η ώρα κι η στιγμή 
κι ο Κλήδονας ανοίγει
και κάθε μια το ριζικό 

στα φανερά ξανοίγει.
Όλοι σταυροκοπιόμαστε 
στου Άι-Γιαννιού τη χάρη
κι απού ‘χει μήλο κόκκινο,

ας έρθει να το πάρει.
Ανοίξετε τον Κλήδονα 
με τση μυρθιάς το φύλλο,
μαλαματένιο πρόσωπο 

που θάμπωσες τον ήλιο.
Ανοίξετε τον Κλήδονα 
τη χέρα μου να βάλω,
να βγάλω το χρυσό αητό 

το ρήγα το μεγάλο.
Ανοίξετε τον Κλήδονα 
να βγάλουμε τα μήλα,
του χρόνου σαν και σήμερα

 βγάλετε δακτυλίδια.
Ανοίξετε τον Κλήδονα
 να βγει ο χαρισμένος,
απού τα κάστρα πολεμά 

και βγαίνει κερδισμένος.
Ανοίξετε τον Κλήδονα 
να βγει μηλιά με τ' άνθη,
να βγει σγουρός βασιλικός 

που μ' έβαλε στα πάθη.

Ανοίξετε τον Κλήδονα

 να βγει χαριτωμένος,
από την πόλη έρχεται 

λογάρι φορτωμένος.

Βάλε το χέρι κοπελιά, 
το πρώτο μήλο πιάσε,
που η μοίρα σου χειροκροτεί

 ευτυχισμένη να ‘σαι.
Βγαίνει το μήλο τ’ άρχοντα
 του πιο καλού λεβέντη,
του πρώτου μας παλικαριού 

στο λούσο και στο γλέντι.
Ανοίξετε τον Κλήδονα 
να βγει χαριτωμένη,
του χρόνου σαν και σήμερο 

θε να 'ναι παντρεμένη.

Ανοίξετε τον Κλήδονα 

να βγει κι η αγκινάρα,
μα ’γω για μια σκορδόπιστη 

δε δίνω μπλιό δεκάρα.

Ανοίξετε τον Κλήδονα

 να βγει και η ντομάτα
κι οψές αργά την έβαλα,

για μια γαλανομάτα.

Ανοίξετε τον Κλήδονα

 να βγει και το δικό μου
και δε μπορώ να στέκω μπλιο,

 από τον κουρασμό μου.
http://akrasakis.blogspot.gr/2012/06/blog-post_24.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου