Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Για την Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία της Φιλαρμονικής της Βιέννης


 

Το βαλς της Πρωτοχρονιάς

Η Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία της Φιλαρμονικής της Βιέννης έγινε για πρώτη φορά το 1939, σε εποχή θλίψης, και εξελίχθηκε σε σύμβολο αισιοδοξίας κάθε αρχή του χρόνου
 
της Ισμα Μ. Τουλάτου 

Πόσοι γνωρίζουν ότι η περίφημη Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης - το δημοφιλέστερο μουσικό γεγονός παγκοσμίως λόγω και της τηλεοπτικής του κάλυψης - ξεκίνησε ως μια αυστηρά τοπικού χαρακτήρα εκδήλωση μέσα σε μια μαύρη και σκοτεινή για την Αυστρία περίοδο; Δύσκολο να το πιστέψει κανείς με βάση τη σημερινή δημοτικότητά της, αφού μεταδίδεται τηλεοπτικά σε περισσότερες από 70 χώρες στις πέντε ηπείρους και  - πέρα από τους λίγους τυχερούς που καταφέρνουν να βρεθούν στη χρυσοποίκιλτη αίθουσα της Musikverein, έπειτα από αναμονή πολλών ετών σε αρκετές περιπτώσεις - συγκεντρώνει στους δέκτες τους εκατομμύρια φιλόμουσους. Είναι όμως αληθινό.
Η πρώτη Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία δόθηκε το 1939 στη διάρκεια μιας εξαιρετικά δύσκολης περιόδου για την ίδια την Αυστρία αλλά και για τη Φιλαρμονική της Βιέννης. Σκοτάδι, πόλεμος και διαρκής φόβος για τη ζωή των μελών της ορχήστρας συνέθεταν το ζοφερό σκηνικό μέσα στο οποίο αποφασίστηκε η διοργάνωση μιας πρωτοχρονιάτικης συναυλίας με την πιο «βιεννέζικη» μουσική που γράφτηκε ποτέ: τις χορευτικές μελωδίες (βαλς, πόλκες κτλ.) της δυναστείας των Στράους και των συγχρόνων τους.
Επρόκειτο για μια σαφή έκφραση πατριωτισμού. Με τη συναυλία αυτή η Φιλαρμονική της Βιέννης ήθελε να «τονώσει» το εθνικό φρόνημα των Αυστριακών θυμίζοντάς τους καλύτερες εποχές και χαρίζοντάς τους ελπίδα και αισιοδοξία για το μέλλον. Την ίδια ελπίδα την οποία αναζητούν σήμερα τα εκατομμύρια (τηλε)θεατών για κάθε νέα χρονιά που ανατέλλει, όσο δύσκολη κι αν προδιαγράφεται.

Η «απόρριψη» του βασιλιά 
Η σημερινή δημοτικότητα της Πρωτοχρονιάτικης Συναυλίας της Φιλαρμονικής της Βιέννης - η οποία τα τελευταία χρόνια «κοπιάρεται» με ολοένα αυξανόμενο ρυθμό από ορχήστρες και θέατρα ανά τον κόσμο που διοργανώνουν ανάλογα αλλά πολύ μικρότερης εμβέλειας εορταστικά προγράμματα - δημιουργεί ίσως την εντύπωση ότι η μουσική της δυναστείας των Στράους συνδέεται με το σύνολο από την εποχή ακόμη του Γιόχαν του πρεσβύτερου. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Για πολύ μεγάλο διάστημα τα μέλη της Φιλαρμονικής της Βιέννης «σνόμπαραν» σταθερά την «ελαφρότητα» της συγκεκριμένης μουσικής φοβούμενοι ότι, αν την ενστερνίζονταν, θα έχαναν πιθανώς το κοινωνικό στάτους του «σοβαρού» συνόλου που απολάμβαναν.
Αυτή η άποψη άλλαξε με το πέρασμα του χρόνου. Ενας από τους βασικούς παράγοντες ήταν η εκτίμηση που έχαιραν τα μέλη της ξεχωριστής αυτής οικογένειας από συνθέτες όπως ο Βάγκνερ, ο Λιστ, ο Ρίχαρντ Στράους και ο Γιοχάνες Μπραμς. Αναφορικά με τον τελευταίο, είναι χαρακτηριστικό ένα περιστατικό: κάποτε η Αντέλε Ντόιτς, τρίτη σύζυγος του Γιόχαν Στράους υιού -  του επονομαζόμενου και «βασιλιά του βαλς», αφού αυτός περισσότερο από τον πατέρα του έκανε το είδος δημοφιλέστερο και πιο κομψό ενσωματώνοντας τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ίδιου του μουσικού πολιτισμού της Αυστρίας -, ζήτησε από τον Μπραμς ένα αυτόγραφο. Την εποχή εκείνη οι διάσημοι συνθέτες συνήθιζαν να ανταποκρίνονται σε ανάλογα αιτήματα γράφοντας μερικά μέτρα από τη γνωστότερη σύνθεσή τους και κατόπιν το όνομά τους. Εκείνος, όμως, αντί για κάποιο δικό του έργο, έγραψε μερικά μέτρα από τον «Ωραίο Γαλάζιο Δούναβη» με τη φράση «Δυστυχώς ΔΕΝ είναι του Γιοχάνες Μπραμς». 
Η γνωριμία της Ορχήστρας με τον ίδιο τον Γιόχαν Στράους τον νεότερο τον Απρίλιο του 1873 - όταν διηύθυνε με τον χαρακτηριστικό του τρόπο, κρατώντας το βιολί στο χέρι, την πρεμιέρα του βαλς «Βιεννέζικο αίμα» στον παραδοσιακό Χορό της Οπερας της Βιέννης, ο οποίος διεξήχθη στη Musikverein - συνετέλεσε επίσης στη βαθμιαία αλλαγή της «καχυποψίας» της ορχήστρας απέναντι στη συγκεκριμένη μουσική.
Εκτοτε ο Γιόχαν ο νεότερος επέστρεψε κάποιες φορές στο πόντιουμ της Φιλαρμονικής με τελευταία - και μοιραία - την παράσταση της θρυλικής σήμερα οπερέτας του, της «Νυχτερίδας», στη Βασιλική Οπερα στις 22 Μαΐου 1899. Εκείνες τις ημέρες αρρώστησε με ένα βαρύ κρυολόγημα, το οποίο εξελίχθηκε σε πνευμονία, από την οποία και πέθανε στις 3 Ιουνίου του ίδιου έτους.
Ακόμη και μετά τον θάνατό του, όμως, οι μουσικοί της Φιλαρμονικής της Βιέννης δεν έγιναν αμέσως ένθερμοι κήρυκες της μουσικής του - που αποτύπωνε με τρόπο εξαιρετικά γοητευτικό την εικόνα μιας μεγαλοπρεπούς αλλά ετοιμόρροπης αυτοκρατορίας, τα σαλόνια της οποίας, λαμπερά και φωτισμένα, διακατέχονται παράλληλα από μελαγχολία και θλίψη. Η εντυπωσιακή αλλαγή έγινε το 1921, όταν, με την ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του αγάλματος του Γιόχαν Στράους υιού στο γνωστό πάρκο της πόλης της Βιέννης, ο Αρτουρ Νίκις διηύθυνε τα βαλς «Γαλάζιος Δούναβης» και «Κρασί, γυναίκες και τραγούδι»: το προηγούμενο που θέσπισε ένας τέτοιου βεληνεκούς αρχιμουσικός είχε ένα αποτέλεσμα. Το αποκορύφωμα ήρθε στις 25 Οκτωβρίου 1925, με την ευκαιρία του εορτασμού των 100 χρόνων από τη γέννηση του Γιόχαν Στράους: τότε ο Φέλιξ φον Βάινγκαρτνερ διηύθυνε για πρώτη φορά τη Φιλαρμονική της Βιέννης σε ένα πρόγραμμα αποκλειστικά αφιερωμένο στα έργα της δυναστείας.

Johann Strauss II

 
Από τον Κράους στους... εναλλασσόμενους μαέστρους


Ο αρχιμουσικός που «έχτισε» την παράδοση της παρουσίασης της μουσικής των Στράους ήταν ο Κλέμενς Κράους (1893-1954). Αυτός διηύθυνε τα ετήσια προγράμματα με έργα της δυναστείας στο Σάλτσμπουργκ μεταξύ 1929 και 1933, διαμορφώνοντας με τον τρόπο αυτόν τη δομή των μετέπειτα πρωτοχρονιάτικων συναυλιών. Ο Κράους διηύθυνε αυτές τις συναυλίες σε όλη τη διάρκεια του πολέμου και επανήλθε το 1948, έπειτα από διετή παύση την οποία του επέβαλαν οι Σύμμαχοι, συνεχίζοντας ως το 1954, οπότε και πέθανε αναπάντεχα.  Τη σκυτάλη πήρε ο Βίλι Μποσκόφσκι (1955-1979), κατόπιν ο Λόριν Μααζέλ - ως το 1986 - για να καθιερωθεί έκτοτε η εναλλαγή βετεράνων κατά κανόνα αρχιμουσικών με τους οποίους η Φιλαρμονική της Βιέννης διατηρεί στενή σχέση. Ανάμεσά τους ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, ο Κάρλος Κλάιμπερ, ο Ρικάρντο Μούτι, ο Ζούμπιν Μέτα, ο Κλάουντιο Αμπάντο, ο Σέιτζι Οζάουα κ.ά.  Οσο για την Πρωτοχρονιάτικη Συναυλία του 2013, θα δοθεί υπό τη διεύθυνση του Αυστριακού Φραντς Βέλσερ Μεστ, μουσικού διευθυντή της Κρατικής Οπερας της Βιέννης. Στα 52 του χρόνια είναι ένας από τους νεότερους αρχιμουσικούς που λαμβάνουν αυτή την τιμητική πρόσκληση και μάλιστα για δεύτερη φορά στην καριέρα του, καθώς έχει ήδη προηγηθεί η συναυλία του 2011. Βαλς, πόλκες και εμβατήρια της δυναστείας των Στράους και των συγχρόνων τους απαρτίζουν για μια ακόμη φορά το πρόγραμμα στέλνοντας την πρώτη αισιόδοξη «καλημέρα» στη νέα χρονιά.
http://www.tovima.gr
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου