Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Χτυποκάρδια στο θρανίο

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΑΗΜΕΡΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΜΑΣ
Η' ΛΥΚΕΙΟ ΑΡΡΕΝΩΝ ΑΘΗΝΩΝ - ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 1965-1966

Αφιερωμένο στους φίλους και συμμαθητές μου
από το Η' ΓΥΜΝΑΣΙΟ/ΛΥΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ


Χτυποκάρδια στο θρανίο
Επιχείρηση back to school: βουτιά στο παρελθόν, χωρίς μπρατσάκια αυτή  τη φορά.
ΤΑ ΕΦΕΡΕ ΕΤΣΙ Η ΖΩΗ ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΕΡΝΩ καθημερινά έξω από το σχολείο όπου «επένδυσα» έξι χρόνια της ζωής μου, τρία στο γυμνάσιο και τρία στο λύκειο. Αναπόφευκτα, στον δρόμο από το σπίτι για τη δουλειά, με το που το αντικρίζω ένα άχαρο ορθογώνιο παραλληλόγραμμο από μπετόν, πίσω από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, αχνοθυμάμαι πρόσωπα και γεγονότα από εκείνη την περίοδο, όταν όλα ήταν αλλιώς. Να εξηγούμαι:  τα σχολικά χρόνια δεν ήταν για μένα ό,τι καλύτερο. Ωστόσο, όσο και αν θέλω να ξεχάσω κάτι καθηγητές που περισσότερο κακό έκαναν παρά καλό (ελάχιστες οι εξαιρέσεις), κάτι συμπεριφορές-μεθόδους που μόνο παιδαγωγικές δεν μπορείς να τις χαρακτηρίσεις, κάτι αγχωτικά πρόχειρα διαγωνίσματα που περισσότερο εκτόνωναν τον σαδισμό ορισμένων παρά συνέβαλλαν στη μαθησιακή διαδικασία, μεγαλώνοντας ομολογώ ότι ακόμη και οι πιο «τραυματικές» εμπειρίες, εξωραϊσμένες από τον χρόνο, επανακάμπτουν λιγότερο ενοχλητικές στη μνήμη μου. Την ίδια στιγμή, η νοσταλγία μου για ορισμένους ανθρώπους που οι ζωές μας πορεύτηκαν παράλληλα εκείνα τα χρόνια για να στρίψουν προς αντίθετες κατευθύνσεις στη συνέχεια, να χωρίσουν, μεγαλώνει.
Είναι κάτι συμμαθητές τα πρόσωπα των οποίων έρχονται όλο και πιο συχνά στο μυαλό μου. Παιδιά τότε, 45χοονοι άνδρες και γυναίκες σήμερα (άχρονοι, έστω, εκείνοι και εκείνες που κέρδισαν χρόνο και επιμένουν να μη χαρίζουν ούτε μήνα στον πανδαμάτορα) με τους οποίους έχω χαθεί. Δεν ξέρω πού να τους αναζητήσω, δεν ξέρω αν θέλω να το κάνω, δεν ξέρω αν πρέπει. Τι έχουμε να πούμε τώρα; Να θυμηθούμε εκείνα τα χρόνια για να επιβεβαιώσουμε πόσο διαφορετικά έχει αξιολογήσει καθένας τα ίδια γεγονότα; Εγώ, όμως, είμαι κάποιος άλλος από εκείνο το παιδί που θυμούνται, εκείνοι είναι άλλοι από τα παιδιά που εγώ θυμάμαι. Μ' αυτά και μ'αυτά, και παρ' ότι ώρες ώρες είχα τη διάθεση να τους ξανασυναντήσω, αποφάσιζα να μην το κάνω, να αφήσω τα πράγματα ως έχουν. Ομολογώ ότι η εφαρμογή του σχεδίου θα ήταν πιο εύκολη αν κάποιος από τους υπερήρωες που συντρόφευαν τα παιδικά μου χρόνια έπαιρνε, χρησιμοποιώντας τις μαγικές του δυνάμεις, το σχολικό κτίριο και το απίθωνε σε κάποια άλλη γειτονιά, απομακρύνοντας τις αναμνήσεις από τον δρόμο μου. Όμως παραμένει θεμελιωμένο εκεί, για να τις υπενθυμίζει.
Κάποτε κάτι συμβαίνει και οι αναμνήσεις ζωντανεύουν. Συνέβη και σε μένα όταν μία από τις συμμαθήτριες μου με εντόπισε και μου έστειλε ένα σύντομο μήνυμα στο e-mail μου. Τρεις αράδες ευγενικές, αλλά και «μαζεμένες», σαν να μην ήξερε και αυτή αν έκανε καλά που ενοχλούσε. Χάρηκα, ήμουν έτοιμος να της γράψω, όταν ένα ατυχές και αδέξιο πάτημα του delete διέγραψε όλα τα μηνύματα μου. Πέρασαν μήνες κατά τη διάρκεια των οποίων συχνά σκεφτόμουν τη χείριστη εντύπωση που θα είχα κάνει στην παλιά φίλη με την «άρνηση» μου να απαντήσω. Τις προάλλες, όμως, έλαβα ένα άλλο μήνυμα, αυτή τη φορά στο Φαψεβοοκ, από την αδελφή της, η οποία, αγνοώντας πιθανώς την προηγούμενη ατυχήσασα επιχείρηση επικοινωνίας, έγραψε: «Μήπως είσαι ο συμμαθητής της αδελφής μου; Αν όχι, αγνόησε με». Δεν την αγνόησα, νιώθοντας ότι υπάρχει κάτι σχεδόν μεταφυσικό, κάτι που ήθελε να συναντηθούμε, έστω διά αλληλογραφίας, καθώς οι δύο αδελφές ζουν πλέον πολύ μακριά από την Ελλάδα.
Στο μεταξύ (σύμπτωση;), μερικοί ακόμη συμμαθητές με εντόπισαν και πάλι μέσω Facebook. Διστακτικά ξανά τα μηνύματα, αμηχανία, φοβισμένη περιέργεια Και πολλές φωτογραφίες πάνω στους «τοίχους» μας, από τις οποίες προσπαθείς να βγάλεις συμπεράσματα: παντρεύτηκε, πάχυνε, είναι ευτυχισμένος, δεν είναι ευτυχισμένη, αυτός με το τατουάζ πρέπει να είναι ο σύζυγος της, το παιδί της της μοιάζει (ή μήπως δεν είναι δικό της;), του έπεσαν τα μαλλιά, της έπεσε το λαχείο για να φορά τόσο ακριβά ρούχα και να κάνει τόσα ταξίδια, του αρέσουν τα παγωτά όπως τότε (ή δεν ήταν εκείνος | που του άρεσαν τα παγωτά;)... Ένα «αντάμωμα» με τη μελαγχολία των χρόνων που έφυγαν και που από κολλητούς μάς κατάντησαν απλώς γνωστούς.
Όμως ξαφνικά κάτι ενεργοποίησε μέσα μου, εκτός από τη νοσταλγία, και τη διάθεση για αντάμωμα, επανασύνδεση, επικοινωνία. Το είδα αλλιώς το παραμύθι. Σκέφτηκα ότι μπορούμε, όσοι πορευτήκαμε μαζί, να ξαναγνωριστούμε τώρα, την εποχή της  μεγάλης μοναξιάς και της — θλίψης, και άρχισα κι εγώ να αναζητώ εκείνους που έχασα ενώ δεν έπρεπε. Μένουν, εξάλλου, τα παιχνίδια, οι συζητήσεις, τα ξενύχτια, τα πρώτα ποτά, ακόμη και τα σκονάκια για το διαγώνισμα της Άλγεβρας, που μας ενώνουν και που μπορεί ειδικά σήμερα να έχουν θεραπευτικές ιδιότητες. Μένει το κοινό μας χθες, που, όσο μεγαλώνω, αντί να απομακρύνεται πλησιάζει μέσα από τη μνήμη μου, «ενεργοποιείται». Το αναπολώ όλο και πιο έντονα, απόδειξη ότι γερνάς, λένε οι άσπονδοι φίλοι. Μπορεί να είναι και έτσι. Ας μην το αναλύσω. Ας συνεχίσω. Με τη διστακτική, αλλά... ηρωική διάθεση του ανθρώπου ο οποίος αναζητεί στο παρελθόν του «όπλα» για να αντέξει το μέλλον του. Που, πολύ απλά, θέλει να (ξανα)δεί  τα παιδιά, για να τους πει ένα «γεια»! ·
Κοσμάς Βίδος
kvidos@tovima.gr, kosmasvidos@gmail.com
ΒΗMagazino 25 Νοεμβρίου 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου