ΒΡΟΓΧΙΟΛΙΤΙΔΑ
H ίωση που προσβάλει τα παιδιά
Γράφουν οι:
ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ
Διευθυντής Παιδιατρικής Κλινικής ΓΝ Νίκαιας «Άγιος Παντελεήμων»
ΘΩΜΑΙΣ ΒΛΑΧΟΥ
Διευθύντρια Παιδιατρικής Κλινικής ΓΝ Νίκαιας «Άγιος Παντελεήμων»
ΚΥΡΙΑΚΗ ΧΑΤΖΗΑΓΑΠΙΟΥ
Ειδικευόμενη Παιδιατρικής Κλινικής ΓΝ Νίκαιας «Άγιος Παντελεήμων»
Η οξεία βρογχιολίτιδα είναι
σύνδρομο οξείας ιογενούς λοίμωξης του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος, που
έχει ως αποτέλεσμα την παροδική φλεγμονώδη απόφραξη των βρογχιολίων, δηλαδή των
μικρότερων αεραγωγών. Ο όρος βρογχιολίτιδα έχει συμφωνηθεί να
χρησιμοποιείται για το πρώτο επεισόδιο του κλινικού συνδρόμου. Αποτελεί το
συχνότερο αίτιο λοίμωξης του κατώτερου αναπνευστικού στο πρώτο έτος ζωής, με τη
μέγιστη επίπτωση να παρατηρείται σε ηλικίες 3-6 μηνών. Η βρογχιολίτιδα
εμφανίζεται συχνότερα στη διάρκεια του χειμώνα, οπότε και παρατηρούνται συνήθως
οι επιδημικές εξάρσεις της νόσου που διαρκούν 4-5 μήνες με έναρξη τον Νοέμβριο
και αιχμή τον Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο. Ωστόσο, σποραδικές περιπτώσεις μπορεί
να καταγράφονται όλο το έτος, ιδίως στην αρχή της άνοιξης.
Πού οφείλεται και πώς
μεταδίδεται
Η οξεία βρογχιολίτιδα είναι νόσος
ιογενούς αιτιολογίας, αν και έχουν αναφερθεί περιπτώσεις που οφείλονται στα
βακτήρια Chlamydia Trachomatis
και Mycoplasma pneumoniae.
Στο 50-70% των περιπτώσεων οφείλεται στον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV), το κύριο αναπνευστικό παθογόνο των παιδιών ηλικίας < 2 ετών. Το
παθογόνο έχει δύο υπότυπους Α και Β, με τον Α να προκαλεί τιε σοβαρότερες
λοιμώξεις. Ένας υπότυπος συνήθως επικρατεί μία δεδομένη περίοδο, ώστε να
υπάρχουν «καλές» και «κακές» χρόνιες βρογχιολίτιδες από RSV. Άλλοι ιοί που μπορεί να προκαλέσουν
τη νόσο είναι οι ιοί της παραϊνφλουέντζαε 1,2 και 3, οι ιοί Α και Β της
ινφλουέντζας, ο αδενοϊός, οι ρίνοϊος, ο κορονοϊός και οι πρόσφατα ταυτοποιηθέντες
ιοί hΜΡv (human metapneumovirus) και HBoV (human bocavirus). Η μετάδοση των
παθογόνων γίνεται από άλλο μέλος της οικογένειας, το οποίο νοσεί ή έχει νοσήσει
τιw τελευταίες 1-3
εβδομάδες, π.χ. από κοινό κρυολόγημα, αλλά αναφέρει ήπιας βαρύτητας
συμπτωματολογία από το αναπνευστικό. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός πως τα
μεγαλύτερα παιδιά και οι ενήλικες ανέχονται καλύτερα τη φλεγμονή και το οίδημα
των βρογχιολίων. Η παρουσία μεγαλύτερων αδελφών, ιδίως όταν πηγαίνουν παιδικό
σταθμό ή νηπιαγωγείο, η έκθεση σε καπνό τσιγάρου, ιδίως όταν καπνίζει η μητέρα,
η διαβίωση σε συνθήκες συνωστισμού και κακής υγιεινής ευνοούν τη μετάδοση των
παθογόνων. Ο θηλασμός έχει προστατευτική δράση και πρέπει να ενθαρρύνεται,
τουλάχιστον τους πρώτους μήνες ζωής. Αν και τα περισσότερα βρέφη, ανεξαρτήτως της
βαρύτητας της νόσου, θα αναρρώσουν χωρίς επιπλοκές, ορισμένες καταστάσεις
προδιαθέτουν σε σοβαρή νόσο. Έτσι, οι γονείς και ο παιδίατρος θα πρέπει να
είναι σε επαγρύπνηση σε:
1. Βρέφη, ηλικίας < 6 μηνών.
2. Πρόωρα βρέφη < 37η εβδομάδας κύησης ή
βρέφη με χαμηλό βάρος γέννησης.
3. Βρέφη με υποκείμενο
νόσημα,-π.χ. κυστική ίνωση, συγγενείς καρδιοπάθειες, πνευμονοπάθειες, υποτονία, επιληψία, ινσουλινοςξαρτώμενο
σακχαρώδη διαβήτη, ανοσοανεπάρκειες και σύνδρομο Down.
4. Διαβίωση σε μεγάλο υψόμετρο.
Η αντισωματική απόκριση στα
παθογόνα δεν παρέχει ικανοποιητική προστασία από επαναλοίμωξη, με αποτέλεσμα
επανειλημμένες λοιμώξεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής, αλλά με μικρότερη
βαρύτητα. Ωστόσο, συχνά και υποτροπιάζοντα περιστατικά βρογχιολίτιδας πρέπει να
θέτουν την υποψία ασθματικής βρογχίτιδας, κυστικής ίνωσης, γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, τραχειοοισοφαγικού συριγγίου,
βρογχοπνευμονικής δυσπλασίας, συγγενούς καρδιοπάθειας και παρουσίας ξένου σώματος.
Πώς εκδηλώνεται
Ο μέσος χρόνος επώασης των
εμπλεκόμενων παθογόνων είναι 5-7 ημέρες. Στο αρχικό στάδιο, που διαρκεί 2-3
ημέρες, η κλινική εικόνα είναι ήπιας βαρύτητας, προσομοιάζοντας με κοινό
κρυολόγημα. Έτσι, το βρέφος μπορεί να εμφανίζει ρινική συμφόρηση,
επιπεφυκίτιδα, φτάρνισμα, ξηρό βήχα, οξεία μέση ωτίτιδα, μειωμένη πρόσληψη τροφής,
εμετούς ή διάρροιες. Ωστόσο, η νόσος εξελίσσεται με την εμφάνιση πυρετού, ταχυκαρδίας
και αναπνευστικής δυσχέρειας, που ανάλογα με τη βαρύτητα μπορεί να
χαρακτηρίζεται από παροξυσμικό και συχνότερο βήχα, συριγμό, ταχύπνοια >40-80
αναπνοές/λεπτό, γογγυσμό, κυάνωση (μπλε χρώμα δέρματος στα νύχια, τα ωτικά
λοβία, την κορυφή της μύτης, τα χείλη και τη γλώσσα), αναπέταση ρινικών
πτερυγίων, εισολκές ευένδοτων σημείων του θώρακα (τράχηλος, πλευρές) και
κοιλιακή αναπνοή. Ωστόσο, το βρέφος είναι δυσανάλογα ζωηρό και ευερέθιστο, σε
σχέση με τον βαθμό της αναπνευστικής δυσφορίας.
Σε ήπια νόσο τα συμπτώματα
υποχωρούν εντός 1 -3 ημερών, αλλά σε βαρύτερες περιπτώσεις μπορεί να διαρκούν
7-20 ημέρες. Η πλέον κριτική φάση της βρογχιολίτιδας είναι οι πρώτες 2-3 ημέρες
από την εισβολή του βήχα και της δύσπνοιας, ενώ μετά η βελτίωση είναι θεαματική
και η ανάρρωση πλήρης. Η θνητότητα είναι χαμηλή και αποδίδεται σε κρίσεις
παρατεταμένης άπνοιας, μη αντιρροπούμενη αναπνευστική οξέωση και έντονη
αφυδάτωση. Οι κρίσεις άπνοιας, δηλαδή η διακοπή της αναπνοής για 15-20',
εμφανίζονται νωρίς στην πορεία της νόσου, στη διάρκεια του βαθέως ύπνου και
μπορεί να αποτελούν την κύρια εκδήλωση. Σπάνια διαρκούν περισσότερο από 5 ημέρες,
αλλά το 10% των περιπτώσεων θα απαιτήσουν νοσηλεία σε ΜΕΘ.
Επιπλοκές της βρογχιολίτιδας, ιδίως
σε βρέφη πρόωρα ή με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα, είναι το σύνδρομο οξείας
αναπνευστικής δυσχέρειας, η αποφρακτική βρογχιολίτιδα, η πνευμονία, ο πνευμοθώρακας,
το υποδόριο εμφύσημα, η μυοκαρδίτιδα, η καρδιακή ανεπάρκεια, οι αρρυθμίες, οι
σπασμοί, η υποτονία, η διέγερση, η υπονατριαιμία, η ηπατίτιδα, ο εγκολεασμός
και ο αιφνίδιος θάνατος. Η συσχέτιση της βρογχιολίτιδας με την εγκατάσταση
άσθματος σε μεγαλύτερες ηλικίες είναι αμφιλεγόμενη, καθώς πρακτικά όλα τα
παιδιά μέχρι την ηλικία των 2-3 ετών έχουν νοσήσει από RSV.
Θεραπεία
Η βρογχιολίτιδα είναι
αυτοπεριοριζόμενη νόσος που διαρκεί συνήθως 7-10 ημέρες και μπορεί να
αντιμετωπισθεί στο σπίτι, σε συνεργασία με τον παιδίατρο. Νοσηλεία θα απαιτηθεί
περίπου στο 3% των περιπτώσεων, κυρίως σε βρέφη < 6 μηνών ή με παράγοντες
κινδύνου. Η θεραπεία αφορά κυρίως σε υποστηρικτικά μέτρα, όπως αντιπυρετικά,
συχνές ρινοπλύσεις, μικρά και συχνά γεύματα ώστε να μην επιβαρύνεται το
αναπνευστικό και βέβαια εντατικοποίηση του θηλασμού. Το πάσχων παιδί συστήνεται
να τοποθετείται με το κεφάλι και το θώρακα ελαφρά ανυψωμένα (10-300), ώστε ο λαιμός
να είναι σε έκταση και να υποβοηθείται η διάνοιξη των αεραγωγών. Η χορήγηση
υπέρτονου διαλύματος φυσιολογικού ορού σε νεφελοποίηση αποτελεί μία ασφαλή,
φθηνή και αποτελεσματική θεραπεία σε παιδιά με νόσο μέτριας βαρύτητας. Τα
αντιβιοτικά δεν έχουν καμία ένδειξη, καθώς η βρογχιολίτιδα είναι ιογενούς αιτιολογίας,
εκτός των περιπτώσεων βακτηριακής επιλοίμωξης, π.χ. πνευμονίας ή ωτίτιδας.
Ο παιδίατρος πρέπει να ενημερωθεί
άμεσα για να εκτιμήσει την εισαγωγή στο νοσοκομείο, όταν το βρέφος:
• Έχει έντονη ταχύπνοια >60
αναπνοές/λεπτό.
• Γογγύζει.
•
Γίνεται κυανωτικό.
•
Εμφανίζει άπνοιες.
• Κουράζεται πολύ εύκολα στη
σίτιση ή κάνει εμέτους, ιδίως σε ηλικίες < 6 μηνών.
•
Γίνεται ληθαργικό.
• Έχει υψηλό πυρετό.
• Έχει υποκείμενο νόσημα
Στο νοσοκομείο η θεραπεία εκλογής
είναι η χορήγηση οξυγόνου, ενώ τα βρογχοδιασταλτικά, δηλαδή τα εισπνεόμενα
φάρμακα που χορηγούνται στο άσθμα, αν και δεν αποτελούν θεραπεία ρουτίνας,
μπορεί να δοθούν με καλά αποτελέσματα σε επιλεγμένες περιπτώσεις. Επίσης,
σημαντική παράμετρος της θεραπείας στο νοσοκομείο είναι η παρεντερική χορήγηση
υγρών και ηλεκτρολυτών, καθώς αν και τα βρέφη έχουν την ικανότητα να αναπνέουν
και να καταπίνουν ταυτόχρονα, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εισρόφησης, όταν
υπάρχει ταχύπνοια.
Πώς μπορεί να προληφθεί
Δυστυχώς δεν υπάρχουν κατάλληλα
εμβόλια για να προφυλάξουν τα παιδιά από τη βρογχιολίτιδα. Ωστόσο, συνίσταται ο
ετήσιος εμβολιασμός με αντιγριπικό εμβόλιο σε παιδιά και ενήλικες που
ασχολούνται με περιποίηση βρεφών μικρότερα των 6 μηνών. Ένα εξαιρετικά
σημαντικό και εύκολο μέτρο προφύλαξης αποτελεί ο θηλασμός, με τον οποίο ακόμα
και το βρέφος που θα νοσήσει, θα εκδηλώσει νόσο ήπιας βαρύτητας και θα
αναρρώσει ταχύτερα.
Σημαντικό είναι να αποφεύγεται το
κάπνισμα στο περιβάλλον του βρέφους και ο συγχρωτισμός με ενήλικες ή παιδιά που
έχουν συμπτώματα λοίμωξης του ανώτερου αναπνευστικού, ενώ δεν πρέπει να
παραλείπεται το συχνό και σχολαστικό πλύσιμο των χεριών πριν την επαφή με ένα
βρέφος.
Τέλος, βρέφη που γεννήθηκαν
πρόωρα ή παιδιά < 2 ετών με χρόνια πνευμονοπάθεια ή αιμοδυναμικά σοβαρή
συγγενή καρδιοπάθεια συστήνεται, σε συνεννόηση με τον παιδίατρο, να λαμβάνουν
το διάστημα της εποχικής έξαρσης του RSV, μηνιαίες δόσεις μονοκλωνικού αντισώματος έναντι του RSV για την πρόληψη σοβαρής λοίμωξης.
"ΤΟ ΠΑΡΟΝ/ΥΓΕΙΑ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου