Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

Το εθνικό συναίσθημα στην Ελλάδα πριν από το 1821


Επετειακά

Το εθνικό συναίσθημα στην Ελλάδα πριν από το 1821

του Νάσου Βαγενά*

Ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου έδωσε πάλι αφορμή να αναζωπυρωθεί στις εφημερίδες η εμφύλια σύγκρουση πολιτισμών που μας ταλαιπωρεί με την ιδιαίτερη έντασή της τις τελευταίες δεκαετίες. Οι εμπροσθοφυλακές των δύο αντίπαλων παρατάξεων - οι θεματοφύλακες της ιστορικής συνέχειας του Ελληνισμού, από τη μια, και οι εισαγωγείς της εθνικής παρθενογένεσης του 1821, από την άλλη - διασταύρωσαν πάλι τα ξίφη τους, με λιγότερο, είναι αλήθεια, μένος αυτή τη φορά, προφανώς εξασθενημένοι από τις συνέπειες του Μνημονίου. Ετσι ακούσαμε για Μαραθώνες και Θερμοπύλες από τους μεν και για ανυπαρξία νεοελληνικού έθνους πριν από την Επανάσταση από τους άλλους.

Εντύπωση μού προκάλεσε από τους δε η ιστοριογραφική και φιλολογική ενημερότητα ενός νεαρού δημοσιογράφου που ως απόδειξη της ανυπαρξίας εθνικού αισθήματος πριν από το 1821 υπογράμμιζε «το γεγονός ότι τέτοιο αίσθημα δεν υπάρχει στα γραμμένα στη νεοελληνική γλώσσα ποιήματα των περιόδων πριν από την Επανάσταση». Ο υπογραμμίζων παρέπεμπε, ως μη ειδικός, στις «νέες» επί του θέματος «διαπιστώσεις αρμοδίων καθ' ύλην πανεπιστημιακών καθηγητών» παραθέτοντας το πόρισμα ενός από αυτούς: «Σ' εκείνα τα κρίσιμα χρόνια 1821-1831» διαβάζουμε σε αυτό «η ποίηση συνδέθηκε με το εθνικό συναίσθημα, κάτι ανύπαρκτο παλαιότερα».

Είναι καλό να ενημερώνονται οι εγρήγοροι δημοσιογράφοι· καλύτερο όμως είναι να γρηγορούν οι καθεύδοντες πανεπιστημιακοί - θέλω να πω, να μην ενημερώνονται μόνο από τις θεωρίες του γνωστικού τους πεδίου αλλά και από την έρευνα αυτού του πεδίου (από την ενδελεχή έρευνα, από την οποία παράγεται η ευσταθής θεωρία). Η βεβαιότητα ότι δεν υπήρχε εθνικό συναίσθημα στην Ελλάδα πριν από το 1821 είναι απόρροια μιας ατεκμηρίωτης ιστοριογραφικής θεωρίας - ακριβέστερα: μιας θεωρίας ασύστατης, γιατί το σκεπτικό της έχει διατυπωθεί ερήμην της ιστορικής πραγματικότητας των πριν από την Επανάσταση εποχών.

Ποια είναι αυτή η πραγματικότητα; Ας αφήσουμε κατά μέρος τους συγγραφείς που συνθέτουν κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα στην αρχαία ελληνική ποιητικούς θρήνους για την κατάσταση της Ελλάδας με εκκλήσεις προς τους Δυτικούς να την ελευθερώσουν (Μ. Μουσούρος, Αντ. Επαρχος, Μ. Δεβαρής, Λ. Αλλάτιος, Μ. Καρυφύλλης, Ι. Κωττούνιος)· ας παραλείψουμε τα γραμμένα σε δημώδη γλώσσα ποιήματα των πρώτων μεταβυζαντινών αιώνων στα οποία εκφράζεται εύγλωττα νεοελληνικό εθνικό συναίσθημα: τη Βελισαριάδα, πολυανατυπούμενο ανάγνωσμα των αρχών του 16ου αιώνα («Ελλήνων παίδες είμεθεν, ως Ελληνες φανώμεν»)· τον «Θρήνο και κλαυθμό της Κωνσταντινουπόλεως» (αρχές του 17ου αιώνα) του Ματθαίου Μυρέων («Πώς εκαταστάθηκε το γένος των Ελλήνων», που «εξάπλωσε στην οικουμένη όλη τη φρόνησι και τη σοφία», τώρα να εξουσιάζεται από «το γένος των βαρβάρων»)· το ομόθρηνο στιχούργημα του Παπα-Συναδηνού του Σερραίου (μέσα του 17ου αιώνα), που επαναλαμβάνει κατά λέξη τους παραπάνω (και πολλούς άλλους) στίχους του Ματθαίου Μυρέων· τον Κρητικό πόλεμο (1681) του Μ. Τζ. Μπουνιαλή («κι εις τον Πονέντε ν' ακουστεί οι Γραίγοι πώς μαλώνουν» = πολεμούν)· και ας περιοριστούμε «στις περιόδους πριν από την Επανάσταση», δηλαδή στον 18ο αιώνα. Θα δούμε ότι οι τρεις σημαντικότεροι έλληνες ποιητές αυτού του αιώνα (και όχι μόνο αυτοί) όχι μόνο αισθάνονται εθνικά συναισθήματα αλλά και τα δηλώνουν.

Ο Κεφαλλονίτης Πέτρος Κατσαΐτης στο ιστορικό ποίημά του Κλαυθμός Πελοποννήσου (1716) παρουσιάζει την Πελοπόννησο να θρηνεί για την ανακατάληψή της από τους Οθωμανούς (1715), ενώ «η αδελφή της» Ελλάδα προσπαθεί να την παρηγορήσει. Οι δύο αδελφές,  «θυμώντας» τους αρχαίους έλληνες προγόνους («τους εδικούς μας/ πόκαμναν δόξα του ονόματού μας»), οραματίζονται την ημέρα της απελευθέρωσής τους. Αλλά και στον επίλογο της τραγωδίας του Ιφιγένεια (1720) ο Κατσαΐτης προτρέπει τους απογόνους «των άξιων προγονέων Ελλήνων» να πάρουν «ξόμπλι [παράδειγμα] οκ τούτους» και να θυσιάζονται «για της πατρίδος την τιμή».

Στο ποίημα με τον ενδεικτικό τίτλο «Κατά των Τουρκοφίλων», σε δύο σονέτα, καθώς και σε ιταλικά του ποιήματα (όλα του 1771), ο Χιώτης Θωμάς Βελάστης δεν συγκρατεί το εθνικό του συναίσθημα. Είναι η εποχή των Ορλωφικών και οι ελπίδες των Ελλήνων για λυτρωτική επέμβαση των Ρώσων βρίσκονται στα ύψη. Με στίχους γεμάτους μυθολογικές αναφορές που εξαίρουν το προγονικό αρχαιοελληνικό μεγαλείο, ο Βελάστης ζητά να πάψει «η Διχομερία» (η Διχόνοια) και καλεί τη Μεγάλη Αικατερίνη να γίνει «ελευθερώτρια της Ελλάδας από την τυραννία των Τούρκων».

Ο Σκοπελίτης Καισάριος Δαπόντες σε ποιητικά έργα του αυτοπροσδιορίζεται εθνικά με το όνομα Γραικός (Καθρέπτης Γυναικών, 1766), θεωρεί τους αρχαίους Ελληνες «πάλαι προπάτορές μας» και προγόνους «προχθεσινούς» τους Βυζαντινούς, πιστεύει ότι η ελληνική ιστορία αριθμεί ως την εποχή του «τρεις χιλιάδες χρόνους», «ελεεινολογεί» για την κατάντια του «το γένος μας το τωρινό» (Κήπος Χαρίτων, 1768) και γράφει γι' αυτό στίχους γεμάτους οδύνη, ανάμεσα στους οποίους και τον γνωστό θρήνο για την Ελλάδα της εποχής του («Ελλάς, καθέδρα των εθνών...», Γεωγραφική Ιστορία, π. 1770), πλήρη εθνικού συναισθήματος.

Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=584157

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου