Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1977 - ΑΝΟΙΓΕΙ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Η γεφύρωση του Στρυμόνα με την Αμφίπολη αποτελεί ένα σπάνιο τεχνικό έργο του 5ου π.Χ. αιώνα. Η αποκάλυψη μέρους της γέφυρας από τον Δημήτρη Λαζαρίδη το 1977 όμως πέρασε απαρατήρητη.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1977
ΑΝΟΙΓΕΙ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ ΓΙΑ ΤΗΝ 
 ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Ένα ιστορικό «ραντεβού» τεσσάρων αρχαιολόγων

 Το 1977 ήταν μια χρονιά-σταθμός για τις αρχαιολογικές ανασκαφές στη Μακεδονία και γενικότερα στη χώρα. Με πρωταγωνιστές τους αρχαιολόγους Μ. Ανδρόνικο, Δ. Θεοχάρη, Δ. Παντερμαλή και Δ. Λαζαρίδη. Μπορεί να ειπωθεί, χωρίς υπερβολές, ότι από τότε μεταβάλλεται η πορεία της ελληνικής κλασικής και προϊστορικής αρχαιολογίας. Αρχίζει ουσιαστικά μια νέα εποχή, με σημαντικές ανακατευθύνσεις στις προσεγγίσεις για το ιστορικό παρελθόν μας.

Οι μακεδονικοί θησαυροί στη Βεργίνα, τα σπουδαία ευρήματα στο νεολιθικό Σέσκλο, στο ελληνιστικό Δίον και στην αρχαία Αμφίπολη παρουσιάστηκαν μετά το τέλος της ανασκαφικής περιόδου και προκάλεσαν πανελλήνιο και παγκόσμιο ενδιαφέρον. Οι ανακοινώσεις για τις τρεις πρώτες ανασκαφές έγιναν συγχρόνως στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (24 Νοεμβρίου 1977). Την ίδια μέρα γνωστοποιήθηκαν και τα αποτελέσματα των ερευνών εκείνης της χρονιάς στην παραγνωρισμένη ακόμη Αμφίπολη.
Πολιτική και επικοινωνία
Ο Νοέμβρης του 1977, όμως, ήταν και εκλογικός μήνας. Τα ευρήματα και των τεσσάρων ιστορικών, πια, ανασκαφέων, στις αντίστοιχες περιοχές, έγιναν όχι πριν, αλλά μετά τις βουλευτικές εκλογές. Αν και τα αποτελέσματα, σε γενικές γραμμές, ήταν γνωστά νωρίτερα, ουδείς επιχείρησε να «επενδύσει» πολιτικο-κομματικά στις μεγάλες αρχαιολογικές ανακαλύψεις. Δεν είχε… προχωρήσει τόσο πολύ η επικοινωνιακή πολιτική, όπως σήμερα.
Απλώς είχαν ενημερωθεί «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός. Και οι δυο διεβίβασαν θερμότατα συγχαρητήρια για τις ανασκαφικές επιτυχίες. Τόνισαν ότι με την πρώτη ευκαιρία θα επισκεφθούν τους χώρους» (από τα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ εκείνων των ημερών).

Ο Μανόλης  Ανδρόνικος υπήρξε συμφοιτητής και φίλος του Δημήτρη Λαζαρίδη. 
Ακολούθησαν αρχικώς μια κοινή πορεία.

Ακόμη κι αυτή η πληροφορία δόθηκε στη δημοσιότητα όχι από κάποιο πολιτικό γραφείο ή υπουργείο, αλλά από τους ίδιους τους επιστήμονες στο πλαίσιο της παρουσίασης των ευρημάτων.
Ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής, μάλιστα, φρόντισε να επισκεφθεί τη Βεργίνα, το Δίον και το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, όπου φυλάσσονταν τα ευρήματα, έναν περίπου μήνα μετά τα εκλογικά αποτελέσματα και τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης από τη ΝΔ.

 Άποψη της περιοχής όπου αναπτύχθηκε ο νεολιθικός οικισμός του Σέσκλου.

Τότε έκανε και την πρώτη σχετική δήλωσή του. Αναφέρθηκε «στην εξαιρετική εντύπωση» που προκάλεσαν όσα είδε. «Δεν έχουν απλώς αρχαιολογική αξία, υπογράμμισε, έχουν εθνική σημασία». Πρόσθεσε, ως όφειλε κάθε άλλος στη θέση του, ότι θα διατεθούν «επαρκείς πιστώσεις, ώστε να επιταχυνθούν οι εργασίες». Επιπλέον ότι «προσωπικά θα φροντίσει για την αξιοποίηση και προβολή των μεγάλων ευρημάτων». Όπως και πράγματι υλοποίησε στο μέλλον. Χωρίς βεβαίως να παραλείψει να αποκομίσει και πολιτικά οφέλη.
Οι αποκαλύψεις στην Αμφίπολη αν και δίπλα στη γενέτειρά του (Πρώτη Σερρών) διέφυγαν τη προσοχή του. Όπως και η αρχαιολογική αξία του νεολιθικού οικισμού στο Σέσκλο της Μαγνησίας. Ίσως επειδή δεν είχαν «εθνικές» διαστάσεις είτε επειδή ακόμη δεν είχε «σπάσει» το παραδοσιακό νεοελληνικό φράγμα, που περιόριζε την αρχαιότητα μετά τον 8ο-7ο π.Χ. αιώνα.
Για να μη θεωρηθεί ότι πριν από τους τέσσερις δεν υπήρχε σαφής αντίληψη για την αξία των ευρημάτων δεν έχει παρά να ανατρέξει στον Τύπο των ημερών. Διαπιστώσεις όπως «προκάλεσαν ρίγη συγκινήσεως», «η μεγαλύτερη αρχαιολογική ανακάλυψη της τελευταίας εκατονταετίας», «παγκόσμιο ενδιαφέρον και θαυμασμός » και πολλές άλλες παρόμοιες χρησιμοποιούνταν καθημερινά.
Οι αρχαιολόγοι, πάντως, δεν εκχώρησαν τα δικαιώματα για τις επιστημονικές ανακοινώσεις τους σε κάποιο υπουργείο, ούτε οι πολιτικοί τα παρέλαβαν και τα άσκησαν για λογαριασμό τους.
Η Πολιτεία εμπιστεύτηκε τους επιστήμονες και δεν «ανακατεύθηκε» στο επιστημονικό έργο τους. Ούτε τους ποδηγέτησε. Προς όφελος, τελικά, της Αρχαιολογίας και της Ιστορίας.
Τα αποτελέσματα των ερευνών δικαίωσαν αυτήν την εμπιστοσύνη, όπως επεσήμανε ο Μ. Ανδρόνικος με επιστολή του στον Κ. Καραμανλή, όταν τον ενημέρωνε ο ίδιος για τις ανασκαφές...


ΒΕΡΓΙΝΑ-ΑΜΦΙΠΟΛΗ
Ο χρυσός που... νίκησε το ξύλο
Όπως κατά πάσα πιθανότητα θα συνέβαινε και σήμερα, έτσι και το 1977, τις εντυπώσεις στην ελληνική και παγκόσμια κοινή γνώμη «έκλεψαν» οι αποκαλύψεις των ασύλητων βασιλικών τάφων του Φιλίππου Β΄ και του «πρίγκιπα» στη Βεργίνα από τον Μανόλη Ανδρόνικο.
Η ολοκλήρωση της ανασκαφής στο νεολιθικό Σέσκλο από τον Δημήτρη Θεοχάρη, που τεκμηρίωνε ότι η ιστορία έχει συνέχεια κι αρχίζει από την προϊστορία, πέρασε σε δεύτερο πλάνο. Το ίδιο συνέβη με το Δίον, όπου τα επιβλητικά μνημεία της ελληνιστικής, κυρίως, περιόδου  συνιστούσαν τομή για τις σχέσεις Μακεδονίας και νότιας Ελλάδας. Αλλά και οι ανακοινώσεις του Δημήτρη Λαζαρίδη τόσο για το μοναδικό τείχος της Αμφίπολης όσο και για τη γέφυρα στον Στρυμόνα, που έδωσε και το όνομά της στην πόλη.
Όπως διηγείται η αρχαιολόγος Καλλιόπη Λαζαρίδου (κόρη του Δ. Λαζαρίδη και διάδοχός του στις ανασκαφές του αρχαίου αμφιπολίτικου γυμνασίου – γυμναστηρίου), επικαλούμενη σχετικό δημοσίευμα των Times, «ο χρυσός της Βεργίνας νίκησε το ξύλο της Αμφίπολης»…
Η γέφυρα, που περιγράφει ο Θουκυδίδης, αφού απ΄ αυτήν πέρασαν οι Λακεδαιμόνιοι το 424 για να καταλάβουν την Αμφίπολη στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, είναι ένα σπάνιο τεχνικό έργο του 5ου π.Χ. αιώνα.
Η υποθεμελίωσή της με ξύλινους πασσάλους, που έφερε στο φως ο Λαζαρίδης, διατηρήθηκε λόγω της υγρασίας και επιτρέπει σήμερα την περιγραφή της. Το μήκος της ήταν 275 μέτρα, γεφύρωνε τον Στρυμόνα με την πόλη και συνέδεε την τελευταία με το επίνειό της.
Κατά την κατασκευή της λύθηκαν με επιτυχία προβλήματα εργασίας κάτω από το νερό, αντοχής των πασσάλων που τη συγκρατούσαν από πλημμύρες και υπερνικήθηκαν άλλες τεχνικές δυσκολίες. Αποτελεί σήμερα ένα εξαιρετικό δείγμα της αρχαίας τεχνολογίας.
Η αποκάλυψη μέρους της το 1977, σε συνδυασμό με την αποκάλυψη του τείχους της Αμφίπολης (πάνω από 7 χιλιόμετρα), που είχε ξεκινήσει ο Λαζαρίδης μια πενταετία νωρίτερα, αποδείκνυαν τον χαρακτηρισμό της Αμφίπολης ως «περιφανής ες θάλασσάν τε και των ηπείρων (της ξηράς)». 


Ανδρόνικος και Λαζαρίδης
Οι Μανόλης Ανδρόνικος (1919-1992) και Δημήτρης Λαζαρίδης (1917-1985) είχαν παράλληλες πορείες. Συναντήθηκαν στα έδρανα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά και αφοσιώθηκαν μετά την απελευθέρωση στις αρχαιολογικές έρευνες. Ο δεύτερος ως έφορος αρχαιοτήτων στην Καβάλα από το 1945 έως τον πρόωρο θάνατό του. Ο πρώτος ως έφορος στη Βέροια από το 1949 μέχρι το 1963, όταν επέλεξε να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα. Ξανασυναντήθηκαν το 1977 και από τότε ακολούθησαν διαφορετικές διαδρομές. 


Ο τρίτος συνομήλικος
Συνομήλικος των Ανδρόνικου και Λαζαρίδη ήταν και ο Δημήτρης Θεοχάρης (1919-1977). Δυστυχώς, «έφυγε» πρόωρα, αλλά πρόλαβε να δώσει πνοή στις νεολιθικές έρευνες. Ήταν ο θεμελιωτής και διαμορφωτής τους, όπως αναγνωρίζεται πλέον από όλους. Σύμφωνα με τις βασικές  αρχές του, υπάρχει μια αδιάσπαστη συνέχεια στις φάσεις του προϊστορικού πολιτισμού. Μέσα απ' αυτές αναδεικνύεται ο ρόλος του γηγενούς στον ελληνικό χώρο, που δεν ήταν απλώς αποδέκτης νέων εισαγόμενων ιδεών, όπως έως τις μέρες του θεωρούνταν.
Τ. Κατσιμάρδος
katsimar@yahoo.gr
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου