Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Η δυναστεία των Krupp

The Krupp von Bohlen und Halbach Family (Painting by George Harcourt, 1930)



Η δυναστεία των Krupp
Το "βαρύ πυροβολικό" της χαλυβουργίας
Συνέδεσαν το όνομά τους με κάθε πόλεμο που έδωσαν η Πρωσία και η Γερμανία, καταστράφηκαν μαζί της, αλλά αναγεννήθηκαν από τις στάχτες της. Η οικογένεια των Krupp για σχεδόν τέσσερις αιώνες  όριζε με τις καινοτομίες της την τύχη της πατρίδας της. Ή εξαρτούσε τη δική της τύχη από τις βουλές του εκάστοτε ηγέτη της Γερμανίας - όπως το πάρει κανείς

Γράφει ο Ηλίας Μαγκλίνης
Μερικές επιχειρήσεις είναι σαν τους ανθρώπους. Διαβάζεις την ιστορία τους και είναι σαν να διαβάζεις μια βιογραφία, με τον ταραχώδη βίο ενός ανθρώπου, με τα πάθη και τις φοβίες του, την τόλμη και τα οράματα του, τις εσφαλμένες επιλογές, τους θριάμβους και τις ήττες του. Η ιστορία της θρυλικής γερμανικής εταιρείας Krupp μοιάζει με μια τέτοια βιογραφία. Ήδη περί τα μέσα του 19ου αιώνα, η Krupp ήταν ένα μεγαθήριο της χαλυβουργικής στην Ευρώπη. Στη Μεγάλη Έκθεση του 1851, η γερμανική εταιρεία εξέθεσε για πρώτη φορά το πρώτο πυροβόλο, κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από χάλυβα, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα, στην έκθεση του Παρισιού, παρουσίασε ένα ακόμη μεγαλύτερο κανόνι, προκαλώντας γενική αίσθηση διεθνώς και καθιστώντας την έδρα της, το Έσσεν της Γερμανίας, γνωστό σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο.
Αυτή η σχέση της Krupp με τα πυροβόλα όπλα είχε μακρά ιστορία. Τα πρώτα ίχνη της οικογένειας Krupp τοποθετούνται γύρω στο 1587. Τότε κατέφτασε στο Έσσεν ένας έμπορος με το όνομα Αρντ Κρουπ, λίγο πριν από την έξαρση της επιδημίας πανούκλας στην πόλη. Αν νομίζετε ότι ήρθε στη χειρότερη δυνατή στιγμή, κάνετε λάθος. Όπως αποδείχθηκε, ήταν η πλέον ιδανική.
Βέβαια, χρειάζεται και τύχη, και ο μακρινός εκείνος πρόγονος των Κρουπ την είχε όλη με το μέρος του. Δεν αρρώστησε αλλά, αντίθετα, έγινε πολύ γρήγορα ο πλουσιότερος άνθρωπος της πόλης, αγοράζοντας όσο-όσο τις περιουσίες και τις επιχειρήσεις των οικογενειών που εγκατέλειπαν μέσα σε πανικό τη γερμανική πόλη. Όταν μετά το θάνατο του, το 1624, ανέλαβε τα ηνία των οικογενειακών επιχειρήσεων ο γιος του, ο Αντον, η τύχη για μια ακόμη φορά χαμογέλασε στην οικογένεια, καθώς ο κληρονόμος ασχολήθηκε με την κατασκευή όπλων, πολύ επικερδή επιχείρηση, αν σκεφτούμε ότι βρισκόταν καταμεσής του Τριακονταετούς Πολέμου (1618-48). Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που η Krupp συνέδεσε το όνομα της με την οπλοβιομηχανία.

 Το εργοστάσιο των Krupp στο Essen

Επί έναν αιώνα περίπου η Krupp συνέχισε να αναπτύσσεται, απέκτησε μύλους, μετοχές σε τέσσερα ανθρακωρυχεία, καθώς και ένα μεγάλο σιδηρουργείο πλάι σε ένα ρέμα κοντά στο Έσσεν, η δε οικογένεια αναμείχθηκε και στα κοινά της πόλης. Η πλήρης ανάπτυξη της εταιρείας συνέπεσε ουσιαστικά με την έκρηξη της Βιομηχανικής Επανάστασης, με την ανάπτυξη των σιδηροδρόμων στην Αμερική και ειδικά τη σταδιακή βιομηχανοποίηση του πολέμου, οπότε και ξεκίνησε τους πειραματισμούς και τις δοκιμές στα πυροβόλα όπλα. Οι πειραματισμοί αυτοί απογείωσαν την επιχείρηση και της προσέδωσαν ένα προφίλ εθνικό.

Πρωσικό πρόσημο
Ο οραματιστής πίσω από αυτό ήταν ο Αλφρεντ Κρουπ, ο οποίος γεννήθηκε το 1812. Ο πρόωρος θάνατος του πατέρα του, Φρίντριχ, το 1826, όταν ο Αλφρεντ ήταν μόλις δεκατεσσάρων ετών, υποχρέωσε τον τελευταίο να εγκαταλείψει το σχολείο και να αναλάβει την ευθύνη της παραγωγής χάλυβα της οικογενειακής επιχείρησης. Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς ρόδινα για την εταιρεία, καθώς ο πατέρας του είχε ξοδέψει σημαντικά ποσά στο να αναπτυχθούν νέες μέθοδοι και τεχνικές στη μεταλλουργία και τα περιθώρια είχαν στενέψει σημαντικά. Ο νεαρός διευθυντής εργάστηκε σκληρά, δίπλα και κοντά στους απλούς εργάτες, ενώ τις νύχτες συνέχιζε τους πειραματισμούς του πατέρα του, όταν δεν γύριζε την Ευρώπη προσπαθώντας να αυξήσει τις πωλήσεις της εταιρείας.
Η σκληρή, προτεσταντική εργασιακή ηθική που ακολουθούσε ο Αλφρεντ έφερε αποτελέσματα, ιδίως όταν το 1841 ο αδελφός του, Χέρμαν, επινόησε έναν ειδικό μηχανισμό χύτευσης χάλυβα, γεγονός που οδήγησε μία δεκαετία αργότερα στην κατασκευή και στην παραγωγή των πρώτων σύγχρονων πυροβόλων όπλων. Το παράδοξο είναι ότι αρχικά ο Αλφρεντ Κρουπ δεν κατόρθωσε να βρει αγοραστή για το πρώτο χαλύβδινο πυροβόλο όπλο του, γι αυτό και το δώρισε στον βασιλιά της Πρωσίας, ο οποίος το χρησιμοποίησε ως διακοσμητικό. Ο αδελφός του όμως, ο Γουλιέλμος, συνειδητοποίησε την αξία τον νέου αυτού κανονιού. Με το που ανέλαβε, λοιπόν, την αντιβασιλεία, το 1859, η Πρωσία αγόρασε τα πρώτα 312 χαλύβδινα πυροβόλα από την Krupp, η οποία βέβαια κατέστη από το σημείο αυτό και μετά ο κύριος τροφοδότης όπλων του πρωσικού στρατού. Πολύ σύντομα, η αποτελεσματικότητα των νέων όπλων δοκιμάστηκε στο πεδίο της μάχης, όταν ο Γαλλοπρωσικός Πόλεμος του 1870-71 έληξε με την ανέλπιστη νίκη των Πρώσων, κυρίως χάρη στην τεχνολογική ανωτερότητα του οπλισμού τους.
Η ειρωνεία είναι ότι αρχικά ο Γάλλος μονάρχης, Ναπολέων Γ', είχε ταχθεί υπέρ της αγοράς όπλων από τη γερμανική εταιρεία, όμως η γαλλική ανώτατη διοίκηση δεν συμφώνησε. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η τεράστια επιτυχία της Krupp έφερε κάτι καινούργιο στην αγορά: την κούρσα ανταγωνισμού μεταξύ των οπλοβιομηχανιών: από τη μια ήταν η Γερμανία με την Krupp και από την άλλη η Γαλλία με τη Schneider και η Αγγλία με την Armstrong. Όμως ήδη η Krupp πουλούσε μαζικά όπλα πυροβολικού και άλλα υλικά σε πολλές χώρες, τη Ρωσία, τη Χιλή, ίο Σιάμ κ.ά. Επιπλέον, η εξαγορά ισπανικών ορυχείων και ολλανδικών ναυπηγείων κατέστησε την Krupp την μεγαλύτερη εταιρεία στην Ευρώπη.
Ο πανικός του 1873
Όσο πιο ψηλό το κύμα τόσο πιο ψηλά πηγαίνει η βάρκα, λένε οι Ιάπωνες, ωστόσο αυτό ενέχει και κινδύνους. Διότι μπορεί η γερμανική εταιρεία να μετατρεπόταν σε κολοσσό σταδιακά, όμως για πρώτη ίσως φορά η τύχη δεν χαμογέλασε στον πρωτοπόρο Γερμανό επιχειρηματία. Κι αυτό, διότι δύο μόλις χρόνια μετά το θρίαμβο του «Kruppstahl», όπως έγινε γνωστή η γερμανική οπλοβιομηχανία κατά τον πόλεμο του 1870-71, ξέσπασε μια βίαιη διεθνής οικονομική κρίση, γνωστή σήμερα ως «Μακρά Κρίση» ή «Πανικός του 1873». Η αλήθεια είναι ότι η εταιρεία του Αλφρεντ Κρουπ βρέθηκε στα πρόθυρα χρεοκοπίας. Διασώθηκε με ένα μεγάλο δάνειο τριάντα εκατομμυρίων μάρκων από διάφορες γερμανικές τράπεζες, δανειοδότηση που κανονίστηκε από την Κρατική Τράπεζα της Πρωσίας.

 Πρώτη παραγωγή οβίδων από το εργοστάσιο στο Essen

Έως το 1879 η κρίση είχε ξεπεραστεί και η Krupp διένυε τη δεύτερη ακμή της: εθεωρείτο εταιρεία εθνικών προδιαγραφών και συμφερόντων, κυρίως από τον ίδιο τον Μπίσμαρκ, ήταν ταυτόσημη με την επίσημη γερμανική εξωτερική πολιτική και λογιζόταν ως ισχυρό όπλο εναντίον της απειλής του ανερχόμενου σοσιαλισμού.
Ο ίδιος ο Κρουπ, που απαιτούσε όρκο πίστης από τους εργάτες του, είχε φροντίσει ώστε οι χήρες και τα ορφανά των εργαζομένων του που χάνονταν εξαιτίας ασθένειας ή ατυχήματος να λαμβάνουν σύνταξη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, έχτισε πάρκα, σχολεία, παιδικούς σταθμούς και γυμναστήρια για τις οικογένειες τους και γενικά, η εργασιακή του πολιτική, παρά τον άκρατο συντηρητισμό του, ήταν αρκετά προοδευτική, ειδικά για τα δεδομένα της εποχής εκείνης. Την περίοδο του θανάτου του, το 1887, απασχολούσε 75.000 εργαζομένους και κατασκεύαζε 24.576 πυροβόλα το χρόνο. Βεβαίως, την τιμητική της είχε η πόλη του Έσσεν με 20.200 εργαζομένους.
Ο γιος του Αλφρεντ, Φρίντριχ Αλφρεντ Κρουπ, συνέχισε την κληρονομιά του πατέρα του επεκτείνοντας την εταιρεία με εξαγορές άλλων επιχειρήσεων και κατασκευές πολεμικών πλοίων. Μάλιστα, το 1906, η εταιρεία έδωσε στη Γερμανία το πρώτο της υποβρύχιο. Ο Φρίντριχ θεωρούνταν πολύ πιο πράος και προσιτός σε σχέση με τον πατέρα του, (ήταν γνωστός με το χαϊδευτικό «Φριτς»), ενώ είχε υποστηρίξει οικονομικά τα πειράματα της ευγονικής (μια πρώτη γεύση από την κατοπινή ναζιστική έννοια της φυλετικής καθαρότητας), ωστόσο, το 1902 το όνομα του αναμείχθηκε σε μια σοβαρή υπόθεση παιδοφιλίας. Επρόκειτο για κανονικό σκάνδαλο, η κοινωνική του θέση όμως τον γλίτωσε από τα χειρότερα.
Αλφρεντ Κρουπ και Φρίντριχ Αλφρεντ Κρουπ
 
Σε σκάνδαλο, οικονομικό αυτή τη φορά, αναμείχθηκε και ο επόμενος διευθυντής της εταιρείας, ο Γκούσταβ φον Μπόλενουντ Χάλμπαχ, διπλωμάτης και αυλικός, ο οποίος παντρεύτηκε την κόρη του Φρίντριχ, Μπέρτα, ύστερα από «συνοικέσιο» του Κάιζερ Γουλιέλμου Β', ο οποίος μάλιστα φρόντισε ώστε με αυτοκρατορικό διάταγμα ο Γκούσταβ να έχει και αυτός το επώνυμο Κρουπ. Κατά την περίοδο της διοίκησης του Γκούσταβ, η εταιρεία διατήρησε μεν την έδρα της στο Έσσεν, όμως είχε επενδύσεις σε όλο τον κόσμο και το 50% του οπλισμού που παρήγε, πήγαινε στη Γερμανία και το υπόλοιπο 50% σε 52 χώρες. Το 1913 ξέσπασε το σκάνδαλο «Kornwalzer», το οποίο αφορούσε ομάδα Γερμανών αξιωματικών οι οποίοι, όπως αποκαλύφθηκε, είχαν πουλήσει κρατικά στρατιωτικά μυστικά στην Krupp. Ήταν όμως τέτοια η ισχύς της Krupp εντός της Γερμανίας, που όταν ξέσπασε το σκάνδαλο «Kornwalzer», ο Γκούσταβ δεν τιμωρήθηκε καθόλου, αλλά απλώς απολύθηκε ένα κορυφαίο διευθυντικό στέλεχος της εταιρείας.
Ο μεγάλος πόλεμος
Εννοείται ότι κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η Krupp έπαιξε και πάλι καταλυτικό ρόλο στον εφοδιασμό της γερμανικής στρατιωτικής μηχανής. Ωστόσο, το 1918 δεν ήταν 1871. Η Γερμανία ηττήθηκε και, όταν μετά αποκαλύφθηκε ότι η Krupp είχε χρησιμοποιήσει ανθρώπους σε καταναγκαστική εργασία (Βέλγους, από τα εδάφη που είχε καταλάβει η Γερμανία), ο Γκούσταβ χαρακτηρίστηκε «εγκληματίας πολέμου». Δεν δικάστηκε ποτέ, όμως τα πράγματα είχαν αλλάξει. Ο ίδιος ο Γκούσταβ είχε αποφασίσει να κρατήσει αποστάσεις από την οπλοβιομηχανία και η εταιρεία να πάψει να ταυτίζεται με την κατασκευή και την πώληση οπλισμού. Το νέο σύνθημα ήταν «Wir machen alles!» (Φτιάχνουμε τα πάντα), ο προσανατολισμός άλλαξε, η εταιρεία εγκαινίασε οδοντιατρικές κλινικές, όμως δεν έπαψε να μετράει απώλειες: απέλυσε περίπου εβδομήντα χιλιάδες ανθρώπους, ενώ η άνοδος του σοσιαλισμού έφερε ανταρσίες και απεργίες.

Η Γερμανία δεν μπορούσε πλέον να έχει στράτευμα. Έτσι κι αλλιώς, οι Σύμμαχοι διέλυσαν ολόκληρα εργοστάσια της Krupp. Ήρθε και ο υπερπληθωρισμός του 1923, γεγονός που οδήγησε τον Γκούσταβ να τυπώσει νέο νόμισμα αποκλειστικά και μόνο για το Έσσεν, το Kruppmark, το οποίο μάλιστα αποδείχτηκε το μοναδικό σταθερό νόμισμα στην περιοχή του Ρουρ. Όμως, οι Γάλλοι και οι Βέλγοι κατέλαβαν το Ρουρ, επέβαλαν στρατιωτικό νόμο και όταν Γάλλοι στρατιώτες, που άρχισαν να επιθεωρούν το εργοστάσιο της Krupp στο Έσσεν, πολιορκήθηκαν από εργάτες, άνοιξαν πυρ σκοτώνοντας δεκατρείς. Το επεισόδιο είχε και συνέχεια με φόνους Γάλλων στρατιωτικών και σαμποτάζ σε ολόκληρη τη Ρηνανία. Όταν ο Γκούσταβ διοργάνωσε μεγάλη κηδεία για να τιμήσει τους πεσόντες εργάτες του, τιμωρήθηκε με πρόστιμο και φυλακίστηκε. Αυτό στάθηκε αρκετό για να καταστεί εθνικός ήρωας στην ταπεινωμένη Γερμανία. Οι Γάλλοι υποχρεώθηκαν να του δώσουν αμνηστία επτά μήνες αργότερα, οπότε και αφέθηκε ελεύθερος. Ήδη όμως το όνομα της εταιρείας είχε αρχίσει να ταυτίζεται με τα πιο σκοτεινά σχέδια της επεκτατικής, μιλιταριστικής Γερμανίας.
Η περίοδος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης βρήκε τον Γκούσταβ αναμεμειγμένο στις προσπάθειες της γερμανικής κυβέρνησης να παρακάμπτει υπογείως τους όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών, κυρίως σε ό,τι αφορά την κατασκευή και την πώληση όπλων. Δεν τα κατάφερε άσχημα: έχοντας ως «βιτρίνα» μια ναυτιλιακή εταιρεία στη Σουηδία, συνέχισε να κατασκευάζει και να πουλά όπλα και σχέδια υποβρυχίων στην Ολλανδία, τη Δανία, την Ισπανία, την Τουρκία, τη Φινλανδία και την Ιαπωνία. Την ίδια στιγμή όμως, σε συνεννόηση με πρόσωπα στη γερμανική κυβέρνηση, συνέχισε να σχεδιάζει όπλα πυροβολικού και τεθωρακισμένα άρματα, καταφέρνοντας να μη γίνει αντιληπτός από τους επιθεωρητές της πρώην Αντάντ. Έφτασε μάλιστα και στο σημείο το 1929 να «ντύσει» με ατσάλι τη διάσημη στέγη του ουρανοξύστη της Κράισλερ στη Νέα Υόρκη.


Κομμουνιστές η Χίτλερ;
Η αλήθεια είναι ότι ο Γκούσταβ, όντας μέλος της ελίτ των συντηρητικών Γερμανών επιχειρηματιών, δεν είδε με καλό μάτι την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, όπως και πολλοί της τάξης του. Ο Αδόλφος ήταν ένας εξτρεμιστής και, ως γνωστόν, τα άκρα, οι ριζοσπαστικές ανατροπές, ποτέ δεν αρέσουν στη συντηρητική ελίτ μιας χώρας. Ωστόσο, η ταυτόχρονη ραγδαία άνοδος των κομμουνιστών δεν άφησε περιθώρια για πολλές επιλογές: οι κομμουνιστές ήταν κατά του κεφαλαίου γενικά, οι εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ ήταν κατά του διεθνούς κεφαλαίου, όχι όμως κατά του εγχωρίου. Οι συντηρητικοί Γερμανοί βιομήχανοι και επιχειρηματίες θα στήριζαν τελικώς τον Χίτλερ και χάρη στη δική τους ψήφο θα ανέβαινε στην εξουσία το 1933.
Βεβαίως, αυτό δεν άλλαζε το γεγονός ότι ο Γκούσταβ παρέμενε εξαιρετικά καχύποπτος απέναντι στον ηγέτη των ναζί, όμως μέσα στη δεκαετία του '30 η υγεία του είχε αρχίσει να κλονίζεται και σύντομα τον διαδέχτηκε ο γιος του, Αλφρεντ, ο οποίος αποδείχθηκε πολύ πιο πρόθυμος να συνεργαστεί, απηχώντας, κατά κάποιον τρόπο, την επιθυμία του παλαιότερου Αλφρεντ Κρουπ, ο οποίος είχε από το 19ο αιώνα διακηρύξει ότι η χώρα «χρειαζόταν έναν άνθρωπο ο οποίος να ξεκινήσει μια αντεπανάσταση εναντίον των Εβραίων, των σοσιαλιστών και των φιλελευθέρων». Εκείνος ο Αλφρεντ είχε βέβαια τον εαυτό του κατά νου, όμως ο δισέγγονος του φαίνεται ότι θυμήθηκε τα λόγια του βρίσκοντας στο πρόσωπο του Χίτλερ την ενσάρκωση αυτού του «ηγέτη της αντεπανάστασης».

 Από την ταφή του γέρου Αλφρεντ Κρουπ

Για την ακρίβεια, ο Αλφρεντ ο νεότερος είχε γίνει μέλος των Ες Ες από το 1931 και ήταν ένθερμος υποστηρικτής των ναζί από την αρχή. Μετά το εγκεφαλικό που υπέστη ο Γκούσταβ, το 1941 ανέλαβε πλήρως τα ηνία των επιχειρήσεων με τις προσωπικές ευλογίες του ίδιου του Αδόλφου, ο οποίος, σε μια ομιλία του στη χιτλερική νεολαία, διακήρυξε ότι ο νέος Γερμανός πρέπει να είναι σκληρός «όπως το ατσάλι της Krupp». Εξάλλου, μέσα από άδικη νομοθεσία που πέρασε με δική του πρωτοβουλία, τον λεγόμενο νόμο Lex Krupp, ο Φύρερ προσπάθησε να διαφύλαξα την περιουσία της οικογένειας, και τα κατάφερε. Η Γερμανία συνετρίβη, η Krupp όχι, τουλάχιστον όχι ακριβώς.
Αυτό το ατσάλι στο οποίο αναφέρθηκε με τόσο θαυμασμό ο Αδόλφος στους νεολαίους του ήταν που προσέφερε τα μέγιστα στην τιτάνια πολεμική προσπάθεια του Γ' Ράιχ. Χάρη στην Krupp, κατασκευάστηκε η πρώτη σειρά των θρυλικών τεθωρακισμένων Panzer, χάρη στην Krupp οι Γερμανοί απέκτησαν τότε το αντιαεροπορικό πυροβόλο όπλο των 88 χιλιοστών, το απόλυτο φόβητρο όχι μόνο για τους συμμαχικούς αεροπόρους και τα συμμαχικά τανκς, αλλά και για τα πεζοπόρα τμήματα.
Αυτή όμως είναι και η πιο σκοτεινή περίοδος της Krupp, καθώς μετά τη λήξη του πολέμου η εταιρεία, και ειδικά ο Αλφρεντ, κατηγορήθηκε για εγκλήματα πολέμου, κυρίως για αρπαγή των βιομηχανιών των κατακτημένων από το Γ' Ράιχ χωρών αλλά και για «δουλεία», καταναγκαστική εργασία αμάχων και αιχμαλώτων πολέμου, υπό απάνθρωπες συνθήκες. Οι Σλάβοι και οι Εβραίοι ειδικότερα υπέφεραν περισσότερο. Υπολογίζεται ότι χρησιμοποιήθηκαν από την Krupp γύρω στις 100.000 «σκλάβους». Η υπόθεση αυτή οδήγησε τον Αλφρεντ στο δικαστήριο της Νυρεμβέργης - αλλά και τον σοβαρά ασθενή πλέον πατέρα του, τον Γκούσταβ, τον μοναδικό Γερμανό που χαρακτηρίστηκε εγκληματίας πολέμου και στις δύο παγκόσμιες συρράξεις. Ο Γκούσταβ, βέβαια, δεν δικάστηκε, καθώς το εγκεφαλικό που είχε υποστεί είχε πια προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες στην ικανότητα αντίληψης του.
 Η οικία των Κρουπ στο Essen
Το τέλος: μια νέα αρχή
Οι συμμαχικοί βομβαρδισμοί οδήγησαν σε μια σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή της Krupp και σίγουρα στον οριστικό τερματισμό της σχέσης της με την οπλοβιομηχανία. Ο ίδιος ο Αλφρεντ δικάστηκε το 1947-48, καταδικάστηκε για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, η κινητή και η ακίνητη περιουσία του δημεύτηκε και η αρχική του ποινή ήταν κάθειρξη δώδεκα χρόνων.
Στο μεταξύ όμως, ευφυής επιχειρηματίας καθώς ήταν κατά τα άλλα, το 1942-43 είχε ήδη αντιληφθεί ότι η Γερμανία θα έχανε τον πόλεμο, κυρίως μετά τη συντριβή στο Στάλινγκραντ. Μυστικά ρευστοποίησε 200 εκατ. μάρκα από κρατικά ομόλογα, τα οποία έκρυψε εκτός Γερμανίας. Η κίνηση αυτή ήταν σωτήρια όταν μόλις δύο χρόνια μετά τη φυλάκιση του (στις φυλακές του Λάντσμπεργκ, όπου είχε φυλακιστεί και ο Χίτλερ το 1924, μετά το αποτυχημένο του πραξικόπημα), οι Αμερικανοί, που ήλεγχαν τη ζώνη όπου βρισκόταν η φυλακή, αμνήστευσαν τον Αλφρεντ, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος με τον όρο ότι ποτέ ξανά δεν θα ασχολιόταν με την παραγωγή και το εμπόριο όπλων.

O Αλφρεντ Κρουπ δικάστηκε το 1947-48 και  καταδικάστηκε 
για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας  

Ήταν μια τυπική κίνηση των Αμερικανών στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, όταν κρίθηκε αναγκαία η οικονομική αναγέννηση της τότε Δυτικής Γερμανίας, οπότε, όχι μόνο ο Κρουπ και οι συνεργάτες του, αλλά άπαντες οι Γερμανοί βιομήχανοι που είχαν συνεργαστεί με τους ναζί αφέθηκαν ελεύθεροι και τους επετράπη, έστω και υπό κάποιους περιορισμούς, να ασχοληθούν και πάλι με επιχειρήσεις.
Η αναγέννηση της Krupp επιτελέστηκε με ταχύτατους ρυθμούς. Ο Αλφρεντ Κρουπ ανέπτυξε προσωπικούς δεσμούς με τον καγκελάριο Αντενάουερ και το 1959 η Krupp ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη επιχείρηση στην Ευρώπη και η δωδέκατη σε όλο τον κόσμο, απασχολώντας περί τις 125.000 εργαζομένους. Μάλιστα, σε συνεργασία με τη United Aircraft, n Krupp μπόρεσε να κατασκευάσει μαχητικά αεροσκάφη στη Βρέμη, κατασκεύασε επίσης έναν ατομικό αντιδραστήρα, με χρηματοδότηση της κυβέρνησης της Δυτικής Γερμανίας, ενώ βρήκε δουλειές και εκτός Γερμανίας, όπως στο Ιράν του σάχη, στο Μεξικό, στην Αίγυπτο αλλά και στη χώρα μας, όπου κατασκεύασε διυλιστήρια.


Απαράβατος όρος για τον ίδιο τον Αλφρεντ και τους συνεργάτες του ήταν στο πεδίο των δημοσίων σχέσεων να μην αναφέρεται ποτέ και πουθενά το παραμικρό για τη διασύνδεση της εταιρείας με το ναζισμό. Βεβαίως, στο πλαίσιο αυτό, η Krupp υποχρεώθηκε να πληρώσει γενναία ποσά σε αποζημιώσεις στο Ισραήλ για τους Εβραίους που εργάστηκαν καταναγκαστικά (το ίδιο έπραξαν και άλλες ένοχες γερμανικές εταιραες, όπως οι IG Farben, Siemens, AEG, Telefunken και Rheinmetall), ωστόσο ο Αλφρεντ αρνήθηκε να πληρώσει οποιαδήποτε αποζημίωση σε μη Εβραίους που έτυχαν ανάλογης μοίρας κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Χάρη στη νεοϊδρυθείσα Κοινή Ευρωπαϊκή Αγορά, ο Αλφρεντ μπόρεσε να κάνει και άλλα ανοίγματα και στις αρχές της δεκαετίας του '60 ήταν πλέον ο πιο πλούσιος άνθρωπος στην Ευρώπη. Τα καλά νέα όμως κράτησαν ως το 1966 περίπου, όταν μια οικονομική κρίση και άλλες αλλαγές στη γερμανική φορολογία (τερματίστηκαν κάποια άδικα προνόμια που ίσχυαν από την εποχή των ναζί ακόμη) οδήγησαν στη συρρίκνωση της εταιρείας, την οποία ο Αλφρεντ, ελλείψει ενδιαφέροντος από τον γιο του,  Αρντ, να ανάλαβα τα ηνία της, αναδιαμόρφωσε, σε σημαντικό βαθμό,  σε έναν οργανισμό επιστημονικών ερευνών, με παροχή υποτροφιών σε  διδακτορικούς φοιτητές. Το 1967 ο Αλφρεντ πέθανε και την Krupp δεν την ανέλαβε ποτέ ξανά κάποιος κληρονόμος της οικογένειας. Ο γιος του, που πέθανε το 1986, παντρεύτηκε αλλά δεν απέκτησε παιδιά. Σήμερα, η οικογένεια Κτιφρ είναι ουσιαστικά μια ανάμνηση και πολλοί Γερμανοί αναπολούν τους Κρουπ ως γνήσιους πατριώτες.


Η ίδια η εταιρεία, πάντως, υπάρχει ακόμα. Το ενδιαφέρον είναι ότι το 1974-76, ο σάχης της Περσίας αγόρασε το 25% των μετοχών της εταιρείας καθώς και μιας θυγατρικής της, και όπως μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό, μετά τη θρησκευτική επανάσταση του 1979, η ιδιοκτησία αυτών των μετοχών πέρασε στα χέρια της νέας ισλαμικής κυβέρνησης της χώρας. Στη δεκαετία του '90, η Krupp συνέχισε τη λειτουργία της μέσα από μια σειρά συγχωνεύσεων με άλλες μεγάλες εταιρείες. Ακολούθησαν μαζικές απολύσεις εργατών (έως 6.300 εργαζόμενοι σε μία δόση) και από το 1999 και μετά μπορούμε να μιλάμε για την ThyssenKrupp AG, μια πολυεθνική επιχείρηση που δίνει πάντα έμφαση στο χάλυβα καθώς και σε άλλες υπηρεσίες, αλλά όχι σε πυροβόλα και υποβρύχια. Ο πόλεμος είναι πια ντεμοντέ, ακόμη και για τους Γερμανούς.

Πηγή : "Ε"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου