Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Η ιστορία του RALLY DAKAR




Οι χώρες απ' τις οποίες περνούσε το μυθικό ράλι ελάχιστα ωφελήθηκαν οικονομικά απ' αυτό, ενώ υπήρξαν και αρκετά δυστυχήματα με θύματα ντόπιους και αγωνιζόμενους. Έπειτα και από απειλές για τρομοκρατικές ενέργειες, από το 2009 το ράλι εγκατέλειψε την Αφρική.


RALLY DAKAR

Άνθρωποι και μηχανές σε ακραίες καταστάσεις
 


ΚΕΙΜΕΝΟ | ΑΡΙΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ (aristosg@enet.gr) 
ΦΩΤ.| PHILIPP HORAK/ANZENBERCER/APEIRON PHOTOS
 
Πριν από πέντε αιώνες η Λατινική Αμερική κυριεύτηκε από μερικούς σιδερόφραχτους κονκισταδόρες πάνω σε άλογα, άγνωστα μέχρι τότε στην περιοχή. Στις μέρες μας, οι επιδρομές στην ίδια ήπειρο γίνονται λιγότερο βίαιες, περισσότερο θεαματικές και φασαριόζικες, με διαφορετικά κράνη και μπότες και, κυρίως, με πολύ -μα πολύ!- περισσότερους ίππους! Και σ' αυτές οι Ισπανοί συνεχίζουν να διακρίνονται. Ιστορίες από το θρυλικό ράλι που από τις έρημους της Αφρικής έφτασε ως το άγριο τοπίο της Νότιας Αμερικής.

Εάν, όπως λέγεται, πίσω από κάθε μεγάλη αθλητική διοργάνωση κρύβεται ένα επιχειρηματικό ελατήριο, θα μπορούσε να πει κανείς ότι πίσω από τη διοργάνωση του διάσημου μηχανοκίνητου αγώνα Παρίσι - Ντακάρ κρύβονται οι διάσημες αναρτήσεις της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Διότι μόνο σε τόσο ακραίες καταστάσεις μπορούσε να αποδειχθεί η υπεροχή τους. Σήμερα κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να ισχύει πλέον, μια και η τελευταία νίκη γαλλικού αυτοκινήτου σημειώθηκε το 1996.
Η επίσημη ιστορία του αγώνα ξεκινάει το 1977, όταν ο 28χρονος οδηγός μοτοσυκλετών Τιερί Σαμπίν χάθηκε στις θίνες της λιβυκής Σαχάρας, κατά τη διάρκεια ενός αγώνα από το Αμπιτζάν της Ακτής του Ελεφαντοστού μέχρι τη Νίκαια της Γαλλίας. Ο Σαμπίν, παραστρατημένος στην αμμώδη απεραντοσύνη, σκέφτηκε ότι αυτό το εφιαλτικό τοπίο ήταν ό,τι έπρεπε για να ικανοποιήσει τον ακόρεστο αθλητικό μαζοχισμό των αγώνων μεγάλων αποστάσεων, να εξασφαλίσει μεγάλη θεαματικότητα και μπόλικη διαφήμιση όσων εταιρειών έβλεπαν τα οχήματα τους να βγαίνουν σώα και σχεδόν αβλαβή από τις ακραίες θερμοκρασίες, την ανελέητη άμμο, τα κοφτερά πετρώματα, τα εφιαλτικά σκαμπανεβάσματα και, βεβαίως, την ταλαιπωρία των πληρωμάτων.


Πριν από τον Σαμπίν, η έρημος είχε γνωρίσει αμφιλεγόμενες δόξες κατά τον Β" Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν τα ημιφορτηγά των συμμαχικών περιπόλων μεγάλων αποστάσεων όργωναν την απεραντοσύνη της, προκειμένου να ανακαλύψουν σχετικές διόδους που θα επέτρεπαν να μεταφερθούν μεγάλα στρατεύματα πίσω από τις στρατιές του Ρόμελ. Οι περίπολοι της ερήμου, επανδρωμένες κυρίως από Βρετανούς και Νεοζηλανδούς, ακολουθούσαν ένα ιδιότυπο στυλ οδήγησης, το οποίο είχε αναπτύξει προπολεμικά ένας βρετανός γεωλόγος, ενώ έκανε έρευνες στη Σαχάρα: λάστιχα με μεγάλο πέλμα και χαμηλή πίεση, μεγάλη ταχύτητα και άλλες τέτοιες τεχνικές επέτρεπαν στα κατάφορτα ημιφορτηγά να περάσουν από εκεί που κανονικοί οδηγοί δεν θα τολμούσαν καν να πατήσουν, Φυσικά, και αυτά κόλλαγαν συχνά και έπρεπε να έρθει το επόμενο να τα βοηθήσει.
Αυτή η μέθοδος τελειοποιήθηκε από ραλίστες σαν τον Τιερί Σαμπίν όταν αναζητούσαν κάτι περισσότερο -ή μάλλον κάτι σκληρότερο- από τις συνήθεις ειδικές διαδρομές των τοπικών ανταγωνισμών ταχύτητας. Στο κάτω κάτω, αυτές πραγματοποιούνταν πάντοτε σε δρόμους, χωματόδρομους, καρόδρομους, αλλά πάντως δρόμους, ενώ εκείνοι ήθελαν μέσα στα εμπόδια να είναι και η αναζήτηση του ίδιου του δρόμου. 


Το 1979 ξεκίνησε από το Παρίσι το πρώτο ράλι, με τις καιρικές και οδηγητικές συνθήκες να ποικίλλουν σε μια ευρύτατη γκάμα. Μέχρι το 1995 ο αγώνας ξεκινούσε από το Παρίσι, συνήθεια που με τον καιρό (και τις διαμαρτυρίες) εξέλιπε. Σ' αυτήν τη διοργάνωση έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση και μοτοσυκλέτες για ανώμαλο δρόμο μεγάλων αποστάσεων, όπως η η R80G/S της BMW και η Tenere 600 της Yamaha. Η ονομασία αυτού του μοντέλου, που έμεινε ιστορικό, οφείλεται στη μνήμη του πιο μοναχικού δέντρου του κόσμου, μιας ακακίας, σε απόσταση 200 χλμ. από οποιοδήποτε άλλο δέντρο, η οποία φύτρωνε στο πηγάδι της περιοχής Τενερέ της Σαχάρας, στο βορειοανατολικό άκρο του Νίγηρα. Μέχρι το 1973, που ένας μεθυσμένος λίβυος φορτηγατζής κατάφερε και το πέτυχε με την νταλίκα του!
Το εντυπωσιακό με αυτό το ράλι -που άλλαζε συνέχεια αφετηρία, διαδρομές και τερματισμό, ακόμη και ήπειρο- είναι ότι μπορούν να συμμετάσχουν οι πάντες. Όχι και να νικήσουν, φυσικά, αφού η επικράτηση κρίνεται όχι μόνο από τις δυνατότητες του οδηγού και του οχήματος, αλλά κυρίως από τις δυνατότητες διοικητικής υποστήριξης, τις οποίες μόνο ένας μεγάλος προϋπολογισμός μπορεί να εξασφαλίσει. Στο ράλι Ντακάρ διαγωνίζονται μοτοσικλέτες (με υποκατηγορία για τις τετράτροχες «γουρούνες»), αυτοκίνητα (από οχήματα άμμου τύπου μπάγκι μέχρι μεσαία τετρακίνητα τζιπ) και φορτηγά, μια κατηγορία όπου βασιλεύουν τα ρώσικα και τσέχικα φορτηγά με κίνηση 4x4.
Τα θεαματικά πλάνα των πολύχρωμων και εντυπωσιακών αυτοκινήτων με φόντο τους αμμόλοφους που απολαμβάνουμε κάθε Γενάρη από την ασφάλεια και τη σταθερότητα του καναπέ μας, ελάχιστη σχέση έχουν με όσα βιώνει ένας από τους συμμετέχοντες, είτε αγωνιζόμενος είναι είτε μέλος συνεργείου. Όταν το ημερήσιο πρόγραμμα περιλαμβάνει περί τα 500 με 800 χλμ. άγριου κοπανήματος, μπόλικης σκόνης και άφθονων αβαριών, η λήξη των οποίων συνοδεύεται με άμεσο σέρβις και έναν ολιγόωρο ύπνο σε αντίσκηνο, μέσα στο ψοφόκρυο της ερήμου, αντιλαμβάνεστε ότι η αίσθηση ρομαντικής περιπέτειας έχει πάει περίπατο και όλοι θέλουν να τελειώνουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Οι απρόβλεπτες βλάβες υποχρεώνουν τους οδηγούς (και ιδιαίτερα τους αναβάτες των μοτοσυκλετών) να αυτοσχεδιάσουν όπως όπως, ώστε να χάσουν όσο το δυνατόν λιγότερο χρόνο. Σε κάποιο από τα πρώτα χρόνια του ράλι, ο Ιμπέρ Οριόλ, ένας από τους μεγαλύτερους αναβάτες μοτοσυκλετών που πέρασαν από το θεσμό (και νυν διευθυντής του), όταν συνάντησε πρόβλημα με την BMW του, πήρε διά της βίας από έναν σενεγαλέζο χωροφύλακα -ο οποίος είχε σπεύσει να τον βοηθήσει με τη δική του BMW- έναν από τους δύο κυλίνδρους της μοτοσυκλέτας, τον μοντάρισε στη δική του μετά εργαλεία που είχε μαζί του κι έφυγε, αφήνοντας σύξυλο και δαρμένο τον δυστυχή αστυνομικό. Αυτή η ελάχιστα αθλητική ενέργεια έδωσε σε γάλλους δημοσιογράφους την ευκαιρία να μιλήσουν για μια νέα μορφή ... «ΙΜΠΕΡιαλισμού». Κάτι που είχε ήδη ξεκινήσει με τον άκομψο χαρακτηρισμό του ράλι ως raid, αγγλιστί «επιδρομή», και μάλιστα από τους ίδιους τους διοργανωτές του.


Ωστόσο, πέρα από τα (περισσότερο ή λιγότερο) ευρηματικά λογοπαίγνια, η κριτική που ασκήθηκε σ' αυτήν την αθλητική διοργάνωση ήταν έντονη και όχι αδικαιολόγητη. Κατ' αρχάς, οι χώρες από τις οποίες περνούσε το ράλι ελάχιστα ωφελήθηκαν ως προς την προβολή του τουρισμού τους.
Ύστερα, καθώς διέθεταν ελάχιστες οδικές υποδομές και αντίστοιχη οδηγητική συνείδηση μεταξύ των ενήλικων πολιτών τους, οι ντόπιοι πιτσιρικάδες άρχισαν να οδηγάνε τα σαράβαλα τους με την αγριότητα που είχαν ξεπατικώσει από τους αγωνιζόμενους. Αλλά επειδή οι μεν οδηγούσαν χάρβαλα και οι δε την τελευταία λέξη της τεχνολογίας, αντιλαμβάνεσθε πως υπήρξαν ουκ ολίγα δυστυχήματα και όχι όλα αναίμακτα. Μετά, καθώς οι κάτοικοι της ερήμου δεν είχαν συνηθίσει τα εντυπωσιακά και γρήγορα οχήματα (των οποίων οι οδηγοί ελάχιστο χρόνο είχαν να αντιδράσουν στην εμφάνιση κάποιων ρακένδυτων πιτσιρικάδων μέσα στην πορεία τους), έγιναν και κάποια θανάσιμα τροχαία από τα ίδια τα οχήματα της διοργάνωσης.
Το καμπανάκι χτύπησε επικίνδυνα όταν ο ίδιος οΤιερί Σαμπίν σκοτώθηκε μαζί με άλλους κατά την πτώση του ελικοπτέρου τους στο Μάλι, κατά τη διάρκεια του αγώνα του 1986, εξαιτίας μιας «ξαφνικής αμμοθύελας». Μα πολλές αμμοθύελες, που εμφανίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες στη Σαχάρα, φτάνοντας μέχρι και την Ευρώπη, ήταν προϊόντα του ίδιου του ράλι, καθώς τα αυτοκίνητα έτρεχαν σε μεγάλο πλάτος το ένα δίπλα στο άλλο, προκειμένου να έχουν καλό οπτικό πεδίο. Έτσι, όμως, διέλυαν τη λεπτή κρούστα αλατιού που κάλυπτε την άμμο, σηκώνοντας σκόνη, μπουχό, κονιορτό και μπούρμπερη σε ύψος αρκετών εκατοντάδων μέτρων. Ο άνεμος της ερήμου θα φρόντιζε για τα υπόλοιπα.


Αυτά και όχι μόνο εμπόδισαν τη συνέχιση του ράλι στη βόρεια Αφρική, πιάνοντας και μέρη της Ευρώπης και της Ασίας. Το 2008 δεν πραγματοποιήθηκε καθόλου για το φόβο βίαιων ενεργειών, απ' αυτές που ονομάζονται τρομοκρατικές. Από το 2009 το ράλι Ντακάρ μετακόμισε στην Αργεντινή, ξεκινώντας από το Μπουένος Αϊρες και διατρέχοντας την ήπειρο μέχρι τις άγριες νότιες εσχατιές της. Άμμο δεν έχει αρκετή, έχει όμως άφθονες κοτρώνες, χαλίκια, πέτρες και γαρμπίλια. Και, στο κάτω κάτω, απ' το να κινδυνεύεις να συναντηθείς με τη λάμα του μαχαιριού κανενός αγανακτισμένου ντόπιου, καλύτερα να τρακάρεις με κανένα από τα συμπαθή λάμα, τις προβατοκαμήλους της Νότιας Αμερικής.

"ΕΨΙΛΟΝ" ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου