Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2015

Χάρτες , έργα τέχνης και ιστορίας

La Mappa di Anthimos Gazis ~ O Χάρτης του Ανθιμου Γαζή




Έργα τέχνης και ιστορίας
Magna Χάρτα
Για πολλούς είναι πιο συναρπαστικοί από ένα έργο ζωγραφικής. Κλείνουν μέσα τους την ιστορία ενός τόπου και, συχνά, πολλά μυστικά, που εντυπωσιάζουν όποιον ασχοληθεί λίγο παραπάνω μαζί τους. Ακόμη κι αν δεν αντέχετε οικονομικά να κάνετε την αρχή μιας πλήρους συλλογής, ίσως ανακαλύψετε εκείνο το μοναδικό κομμάτι που θα κοσμήσει ιδανικά τον τοίχο του γραφείου σας.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΗ ΜΑΣΣΕΛΟ
Δεν νομίζω ότι υπάρχει Έλληνας τηλεθεατής που να μην έχει δει το χάρτη της Κρήτης ο οποίος «συντροφεύει» τον επίτιμο Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας στις συνεντεύξεις του. Πρόκειται για έργο του Ολλανδού Φρέντερικ ντε Βιτ, με εμφανώς ταλαιπωρημένο χρώμα, η ανάρτηση του οποίου έχει γίνει μάλλον για τις ανάγκες του τηλεοπτικού κάδρου παρά γι' αυτές του χώρου. Δεν ισχύει το ίδιο στην περίπτωση των γραφείων του Συνασπισμού, τα οποία κοσμεί επίσης παλαιός χάρτης της Κρήτης. Αυτός όμως έχει καιρό να εμφανιστεί στους δέκτες μας, χωρίς τούτο να προκαλεί, εν προκειμένω, έκπληξη. Εκτός από τις δυο αυτές γνωστές περιπτώσεις, σημαντικός αριθμός χαρτών, τοπογραφικών και τοπίων κοσμούν τοίχους μουσείων, οικιών και γραφείων, χωρίς πάντα οι ιδιοκτήτες τους να έχουν επίγνωση της ιστορίας τους, της αισθητικής τους αλλά και της οικονομικής τους αξίας.


Ως φυλή έχουμε μια έμφυτη αίσθηση μεγαλείου και μια, συνήθως αδικαιολόγητη, εθνική υπερηφάνεια. Πέραν του αρχαίου κλέους, ο χαρτογραφικός πλούτος του ελλαδικού χώρου είναι ίσως από τα λίγα πράγματα που όντως δικαιολογούν μια, συγκρατημένη έστω, αίσθηση υπεροχής, ειδικά αν λάβει κανείς υπ' όψιν ότι ο πρώτος χαρτογράφος, με τη σύγχρονη έννοια του όρου, ήταν Έλληνας. Αναφέρομαι στον Κλαύδιο Πτολεμαίο, ο οποίος έζησε στην Αλεξάνδρεια μεταξύ του 1ου και του 2ου αιώνα μ.Χ., συνεχίζοντας το έργο των, επίσης Ελλήνων, Ιππαρχου και Μαρίνου. Ο Πτολεμαίος συνέγραψε την περίφημη « Γεωγραφική υφήγησιν», επίσης γνωστή ως «Γεωγραφία», συγκεντρώνοντας την τότε γνώση σε ένα κολοσσιαίο έργο. Πολλούς αιώνες αργότερα, στις 2 Μαΐου 1797, ένας άλλος σπουδαίος Έλληνας χαρτογράφος δημοσίευε, επί πληρωμή, την ακόλουθη αγγελία στην ελληνική εφημερίδα της Βιέννης «Εφημερίς»: «Ετελείωσεν ήδη και η ελληνική της Ελλάδος δωδεκάφυλλος Χάρτα του Κυρ Ρήγα και πωλείται δημοσίως, τόσον εδώ εις Βιένναν, όσον και εις άλλας πόλεις, όπου ο ίδιος εφρόντισεν να σταλή». Όπως εύστοχα γράφει ο Βίκτωρ Μελάς,  « ένα από τα πιο δυνατά και συνειδητά κεντρίσματα για τον Ξεσηκωμό, έστω και χωρίς κανονικό κείμενο, με υπόστρωμα καθαρά χαρτογραφικό, αποτελεί η Χάρτα του Ρήγα: η απεικόνιση αυτή του χώρου όπου είχε ακμάσει ο Ελληνισμός, που ήταν -και έπρεπε να ξαναγίνει- δικός του ».
Όταν ο Ρήγας τελείωσε τη Χάρτα, είχαν ήδη συμπληρωθεί περισσότερα από τριακόσια χρόνια από την πρώτη έντυπη έκδοση, με χάρτες, της «Γεωγραφίας» του Πτολεμαίου, η οποία τυπώθηκε στην Μπολόνια το 1477. Μόλις πέντε χρόνια νωρίτερα, το 1472, τυπωνόταν ο πρώτος χάρτης στην Ευρώπη, ο παγκόσμιος χάρτης του Αγίου Ισιδώρου της Σεβίλλης. Το πρώτο τυπογραφικό πιεστήριο κατασκευάστηκε στα μέσα του 15ου αιώνα και η επακόλουθη ανάγκη εικονογράφησης των βιβλίων επέδρασε καταλυτικά στην  ανάπτυξη της χαρτογραφίας. Πριν από τον Γουτεμβέργιο, τα βιβλία αντιγράφονταν με το χέρι, κυρίως σε μοναστήρια. Δεν είναι τυχαίο ότι 13 από τα 50 σωζόμενα χειρόγραφα της «Γεωγραφίας» του Πτολεμαίου βρίσκονται στην Αποστολική Βιβλιοθήκη του Βατικανού και ένα στα χέρια του γέροντα Εφραίμ στο Βατοπέδι. Παρενθετικώς, εάν οι βουλευτές και πολιτικοί μας ήταν υψηλότερου επιπέδου παιδείας, ενδεχομένως θα ανησυχούσαν περισσότερο για τα χειρόγραφα του Εφραίμ παρά για τα οικόπεδα...






Οι προ του 1472 χάρτες είναι χειρόγραφοι και βρίσκονται κυρίως σε μουσεία και βιβλιοθήκες. Οι ελάχιστοι που διατίθενται προς πώληση στην αγορά προσφέρονται σε τιμές απρόσιτες στους κοινούς θνητούς. Αντίθετα, οι τιμές στις οποίες μπορεί να βρει κανείς ξυλοτυπίες και χαλκογραφίες αρχίζουν από 100 ευρώ, ενώ σπάνια ξεπερνούν τα 1.500 ευρώ.



 Από την ξυλογραφία ως τη λιθογραφία

Μη φανταστείτε τώρα ότι η ανακάλυψη της τυπογραφίας έφερε εν μια νυκτί τα βιβλία στον λαό. Οι πελάτες τους ήταν κυρίως ευγενείς, αριστοκράτες και οι κρατούντες της εποχής, οι οποίοι είχαν τόσο την οικονομική ευχέρεια να τα αγοράσουν, όσο και την ικανότητα ανάγνωσής τους. Για παράδειγμα, οι χάρτες του Γερμανού Matthias Quad διαθέτουν ειδικό χώρο, όπου ο πελάτης φιλοτεχνούσε το οικόσημό του, σφραγίζοντας έτσι ανεξίτηλα την ιδιοκτησία του, χωρίς όμως να έχω δει ποτέ στο εμπόριο χάρτη με φιλοτεχνημένο, εκ των υστέρων, οικόσημό. Αρχικά, η εικονογράφηση γινόταν με ξυλογραφίες, ενώ η ανάπτυξη, τον 16ο αιώνα, της χαλκογραφίας βελτίωσε σημαντικά τόσο την ποιότητα όσο και την παραγόμενη ποσότητα. Το συλλεκτικό ενδιαφέρον αφορά κυρίως στην περίοδο από το 1477 ως το 1796, όταν πια ανακαλύφθηκε η λιθογραφία, η οποία είχε τεράστια παραγωγική δυναμικότητα, με αποτέλεσμα να χαθεί σταδιακά το στοιχείο της σπανιότητας.
Οι προ του 1472 χάρτες είναι χειρόγραφοι και βρίσκονται κυρίως σε μουσεία και βιβλιοθήκες. Οι ελάχιστοι που διατίθενται προς πώληση στην αγορά προσφέρονται σε τιμές που περιλαμβάνουν τουλάχιστον πέντε μηδενικά, καθιστώντας τους απρόσιτους στους κοινούς θνητούς. Αντίθετα, οι τιμές στις οποίες μπορεί να βρει κανείς ξυλοτυπίες και χαλκογραφίες αρχίζουν από 100 ευρώ, ενώ σπανίως ξεπερνούν τα 1.500 ευρώ. Σε μια περίοδο κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε, θα ήταν μάλλον προκλητικό να χαρακτηρίσει κανείς τη συλλογή  παλαιών χαρτών προσιτή ενασχόληση, αν και είναι πολύ φθηνότερη σε σχέση, παραδείγματος χάριν, με αυτήν έργων ζωγραφικής.
Οι παλαιοί χάρτες διαφέρουν, όμως, από τα τελευταία, δεδομένου ότι πάντα δημιουργούνται για ένα, ενίοτε δε και περισσοτέρων του ενός, σκοπού. Μπορεί να είναι ιστορικοί, ναυτικοί, θρησκευτικοί ή η σύγχρονη εκδοχή των ταξιδιωτικών οδηγών. Έχουν μεγάλη καλλιτεχνική αξία, αλλά η τέχνη τους υπηρετεί συγκεκριμένες ανάγκες και υπόκειται σε περιορισμούς. Η παρουσίαση ενός τεράστιου όγκου πληροφοριών σε ένα ορισμένων, συχνά δε πολύ μικρών, διαστάσεων φύλλο χαρτιού, συνηθέστερα για τις ανάγκες ενός βιβλίου, απαιτεί μοναδική ικανότητα, πειθαρχία και κοπιαστική εργασία από πλευράς χαρτογράφου και χαράκτη. Η δύναμη της εικόνας είναι τέτοια ώστε ένας χάρτης να εντυπώνει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα στον ανθρώπινο νου πληροφορίες που θα απαιτούσαν δεκάδες σελίδες κειμένου. Οι αναμενόμενες ατέλειες, οι διαφορές στην ποιότητα και την ακρίβεια των απεικονίσεων με την πάροδο του χρόνου, οι περίτεχνες διακοσμήσεις των ιστορικών χαρτών ή η σπαρτιάτικη λειτουργικότητα τω ν ναυτικών ασκούν μοναδική γοητεία σε όσους φωλιάζει το πάθος για τους χάρτες. Ένα πάθος το οποίο σπάνια υποκινείται από ανάγκες κοινωνικού status ή επένδυσης, αφού η ρηχότητα της αγοράς αλλά και η γενικότερη, και ίσως λυπηρή, άγνοια περί του είδους ακυρώνει έκτων προτέρων κάθε τέτοια προσπάθεια.





Edward Wells, Τα νησιά του Αιγαίου πελάγους. Λονδίνο 1701

Εν Ελλάδι...



Ωστόσο, για τους μυημένους, ο ελλαδικός χώρος κρύβει έναν γιγάντιο χαρτογραφικό πλούτο, δυσανάλογο ίσως της έκτασης της χώρας. Η Ελλάδα, παρά το μικρό της μέγεθος βρέθηκε στο επίκεντρο της χαρτογραφικής παραγωγής, χάρη στη στρατηγική της γεωγραφική σημασία, την αρχαιολατρία, που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη μετά την Αναγέννηση και το ενδιαφέρον για τους πολέμους της εποχής, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Κρητικό πόλεμο. Επειδή τα ταξίδια ήταν ιδιαίτερα ακριβά, δύσκολα και επικίνδυνα, η αριστοκρατία της Ευρώπης ταξίδευε νοερά στην Ελλάδα με τα νησολόγια αλλά και μέσα από τις σελίδες των περιγραφών διάφορων τολμηρών περιηγητών. Οι γνωστοί χάρτες του ελλαδικού χώρου για την περίοδο 1477-1800 ξεπερνούν τους 4.000 και ως εκ τουτου είναι σημαντικό να οριοθετήσει έκ των προτέρων κανείς γεωγραφικά τη συλλογή του. Ευτυχώς για τους συλλέκτες, ο πρέσβης επί τιμή Χρ. Ζαχαράκις έχει αφιερώσει σημαντικό μέρος της ζωής του στην καταλογογράφηση των χαρτών της Ελλάδας, ενώ παρουσίασε πρόσφατα την τέταρτη έκδοση του ομώνυμου καταλόγου. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα πολύτιμο, αν και ακριβό, εργαλείο ταυτοποίησης των νέων αποκτημάτων, η χρησιμότητα του οποίου αυξάνει γεωμετρικά όσο εμπλουτίζεται μια συλλογή. Καλό είναι ο συλλέκτης να τηρεί, από τον πρώτο κιόλας χάρτη, λεπτομερές αρχείο με όλα τα στοιχεία κάθε «κομματιού», γιατί, λόγω της πολύ μεγάλης ομοιότητας που παρουσιάζουν οι χάρτες μεταξύ τους, είναι πολύ εύκολο κανείς να χάσει τον έλεγχο. Ένα από τα πρώτα ερωτήματα ενός νέου συλλέκτη αφορά στην αυθεντικότητα ενός χάρτη. Στην περίπτωση των χειρογράφων, η απάντηση απαιτεί πολύ μεγάλη εξειδίκευση, αν και σπάνια κυκλοφορούν πλαστά αντίγραφα, φαινόμενο συνηθέστερο κυρίως στα ζω γραφικά έργα.
Στους έντυπους χάρτες, ο αυθεντικός θα πρέπει να έχει τυπωθεί κατά το χρόνο έκδοσης του βιβλίου. Σε περίπτωση που ο χάρτης έχει επιχρωματιστεί, τότε έχει μεγαλύτερη αξία εάν πρόκειται για χρώμα εποχής, δηλαδή για κάτι που ζήτησε ο αρχικός αγοραστής. Αυτό δεν βρίσκεται εύκολα, διότι οι χρωστικές ουσίες, με χαρακτηριστικότερο το πράσινο από οξειδωμένο χαλκό (verdigris), συχνά κατέστρεφαν το χάρτη με το χρόνο, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που το χρώμα, παρότι εποχής, αφαιρεί αντί να προσθέτει στην αισθητική του χάρτη. Ο σύγχρονος επιχρωματισμός δεν μειώνει την αξία του, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις τον βελτιώνει αισθητικά. Το ποιος χάρτης είναι πιο αξιόλογος (ο επιχρωματισμένος ή ο μονόχρωμος) εξαρτάται τελικά από τις προσωπικές προτιμήσεις του συλλέκτη.
Το δεύτερο σοβαρό ερώτημα, ή μάλλον δίλημμα, είναι κατά πόσον οι χάρτες είναι καλύτερο να αποθηκεύονται ή να αναρτώνται. Οι σωστές συνθήκες αποθήκευσης εξασφαλίζουν τη διατήρηση των χαρτών σε καλή κατάσταση. Γι' αυτόν το σκοπό υπάρχουν τα ειδικά κουτιά που ανακάλυψε ο δόκτωρ Ντανιέλ Σολάντερ τον 18ο αιώνα και τα οποία φέρουν το όνομα του. Παράγονται σε διάφορες διαστάσεις, ενώ μπορεί κανείς να παραγγείλει και ειδική διάσταση. Επειδή όμως η συλλογή δεν έχει μεγάλη αξία εάν δεν τη χαίρεται και δεν τη μοιράζεται κανείς, η καλύτερη λύση είναι η εναλλαγή των χαρτών μεταξύ των κυτίων Σολάντερ και των κορνιζών. Αυτές πρέπει να είναι κατά προτίμηση από φυσικό ξύλο και ο χάρτης σε πασπαρτού από χαρτί ελεύθερο οξέων. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χρησιμοποιείται οποιασδήποτε μορφής αυτοκόλλητη ταινία για τη στερέωση του χάρτη, ενώ καλό είναι το τζάμι της κορνίζας να διαθέτει φίλτρο υπεριωδών ακτινών. Επίσης, μια πρακτική λύση είναι η κατασκευή κορνιζών σε 3 - 4 προκαθορισμένα μεγέθη, ίδιου μεγέθους με τα αντίστοιχα κουτιά Σολάντερ, τις διαστάσεις των οποίων θα ακολουθούν τα πασπαρτού, ανεξάρτητα από το μέγεθος του χάρτη που φιλοξενούν. Έτσι, μπορεί κανείς να εναλλάσσει πολύ εύκολα τους χάρτες από την κορνίζα στο κουτί αποθήκευσης. Προϋπόθεση για τα ανωτέρω είναι, προφανώς, να έχει αγοράσει κανείς χάρτη από κάποιο από τα αξιόλογα καταστήματα και οίκους δημοπρασιών. Διότι ο μόνος τρόπος να διαπιστώσετε, «εάν έχετε φάει την πετριά», είναι να αποκτήσετε τον πρώτο σας χάρτη. _

GK/ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου