Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

Ξ. Α. ΚΟΚΟΛΗ : Η σαρκολατρία στην ποίηση του Κωστή Παλαμά





Η σαρκολατρία στην ποίηση του Κωστή Παλαμά
Μια αποσιωπημένη διάσταση του έργου του μεγάλου ποιητή

Του Ξ. Α. ΚΟΚΟΛΗ

Α'

Οι διευκρινίσεις μειώνουν τους κινδύνους παρεξηγήσεων- δεν τους μηδενίζουν, βέβαια. Όπως και να 'ναι, νομίζω ότι εν προκειμένω χρειάζονται δύο ειδών διευκρινίσεις. Η «σαρκολατρία» σημασιολογικά είναι όρος ευρύτερος από τη «γυναικολατρία»·  από την άλλη, είναι λιγότερο ευρύς, επομένως ακριβέστερος, νομίζω, από τον «ερωτισμό» ή τον «αισθησιασμό». Αντίθετα προς την «ερωτομανία» ή την «ηδονομανία», η «σαρκολατρία» δεν υποδηλώνει τίποτε το παθολογικό, το «μανικόν». Τέλος, η «σαρκολατρία» δεν είναι κατά κύριο ή κατά πρώτο λόγο «ηδονοθηρία» ή απλή "ασέλγεια»· η απόκτηση του λατρευομένου και η προκύπτουσα ηδονή δεν αποτελούν προϋποθέσεις ή αυτοσκοπούς· υπάρχουν ως τάσεις, συνακόλουθες της λατρείας.
Χρήσιμο επίσης θα ήταν να έχουμε κατά νου ότι, εδώ τουλάχιστον, δεν μας αφορά η φροϊδική ή η μεταφροϊδική μέθοδος ή ερμηνεία· ούτε η οποιαδήποτε ψυχαναλυτική προσέγγιση. Παράλληλα, δε μας ενδιαφέρουν ούτε τα πραγματικά ερωτικά γεγονότα της ζωής του ποιητή ούτε γενικότερα η βιογραφία του. Τέλος, όσα ο ίδιος ο Παλαμάς, ο στοχαστής πιο πολύ παρά ο ποιητής έχει σημειώσει γύρω από το θέμα μας (1) σχολιάζοντας, ερμηνεύοντας, δικαιολογώντας, προκαλώντας ή και καθησυχάζοντας τόσο τους αναγνώστες του όσο και τον εαυτό του -όλα αυτά μόνο βοηθητικά θα μπορούσαν, αν το επέτρεπε ο χώρος, να χρησιμοποιηθούν· βοηθητικά, και δίχως να μας δεσμεύουν, τουλάχιστον στα παρόντα, επαναλαμβάνω, πλαίσια.

Β'

"ήμουνα στ'άυλα μέσα ο σαρκικός»
Παλαμάς, 1912 (2)

«τάραχος κρατεί με
κι από πνεύμα κι από σάρκα ηδονικός»
Παλαμάς 1931 (3)

Ο δικός μου σκοπός σήμερα είναι να δείξω ότι η σαρκολατρία στην ποίηση του Παλαμά παρήγαγε ποιήματα και αποσπάσματα εξαιρετικής ποιότητας· ποιήματα και αποσπάσματα που η ύπαρξη τους, και όσο ζούσε ο ποιητής και στο μισόν αιώνα που, πέρασε από το θανατό του, αποσιωπήθηκε και μάλιστα από εκπροσώπους του πνευματικού, ως είθισται να λέγεται, χώρου. Μπορούμε να θεωρούμε σχεδόν απολύτως βέβαιο ότι την αποσιώπηση αυτή την επέβαλαν, όχι σε όλες τις περιπτώσεις και όχι πάντοτε σε συνειδητό επίπεδο, αγκυλώσεις σεμνοτυφίας, δηλαδή πλαστής και υπερβολικής αιδημοσύνης.
Αν είχαμε προσέξει, όσο της αξίζει, τη σαρκολατρία της παλαμικής ποίησης -και σημείο εκκίνησης θα μπορούσε να είναι το 1919- πιστεύω πως θα συνέβαιναν δύο πράγματα: πρώτον, ο ίδιος ο ποιητής θα αισθανόταν ελεύθερος να γράψει και άλλα παρόμοια ποιήματα πιθανόν ακόμη υψηλότερης ποιότητας και οπωσδήποτε λιγότερο αυτολογοκριμένα (για να μην πω: λιγότερο υποκριτικά)· και δεύτερο, συνέπεια του πρώτου, πολλοί ποιητές μας, περισσότεροι από όσους φανταζόμαστε και οι αντίστοιχοι εραστές της ποίησης θα διέθεταν έναν όρο σύγκρισης. Πράγμα που, παράλληλα, σημαίνει ότι οι ποιητές θα καλλιεργούσαν το δημιουργικό χώρο της σαρκολατρίας οε έκταση μεγαλύτερη, με τόλμη περισσότερη και με αποτελέσματα σημαντικότερα. Θέλω να πω, λ.χ., ότι ο Εμπειρίκος δε θα έγραφε έτσι τον Μεγάλο Ανατολικό· ή ότι, έστω κι αν έτσι τον έγραφε, θα φρόντιζε να μη φτάσουν στα χέρια μας περισσότερες από ογδόντα - εκατό σελίδες. Όσο για τους εραστές της ποίησης (και δεν εννοώ: μόνο αυτής της ποίησης· η σαρκολατρία θα είχε αναλάβει ρόλο καταλύτη), εμείς θα ήμασταν πλουσιότεροι, με τα ποιητικά μας αισθητήρια πιο ευαίσθητα: σοφότεροι, ευτυχέστεροι.
Καιρός όμως να περάσουμε στα ποιήματα.

Γ'

«υπάρχουν και άνθρωποι που(...} θα μ' έβρουν αμαρτωλό και υλιστή και ανήθικο, παρ' όλα της ποιητικής- μου τα εφόδια. Το συλλογίζομαι και γελώ.
Παλαμάς, 1932 (4)
Η ασέλγεια, είπα, είναι καιρός ν' αρχίσει τώρα το ιερατικό της στάδιο(...)»
Ελύτης, 1960 (5)
Τη σαρκολατρία της η ποίηση του Παλαμά την ομολόγησε - για να μην πω: τη διαλάλησε- σε δύο σονέτα της συλλογής Τα Δεκατετράστιχα (1919· ο ποιητής κλείνει τα εξήντα του χρόνια)· θα δούμε σε λίγο αυτά τα δύο ποιήματα.
Βέβαια, ίχνη σαρκολατρίας είχαν φανεί από την πρώτη κιόλας συλλογή του ποιητή, Τα Τραγούδια της Πατρίδος μου, 1886· ένα ελάχιστο δείγμα, μάλλον αδέξιο κάπως, αλλά ενδεικτικό: η κόρη, ντυμένη παλικάρι, θα στέκει δίπλα στον πολεμιστή πατέρα, της, «στην τάπια του» και, όπως η ίδια λέει, θα «του δροσίζω με νερό τα χείλη τα στεγνά του/και με τα δύο μου μάγουλα» («Τα νιάτα της γιαγιάς»,Απ., 1,49).
Τα ίχνη με τα χρόνια πολλαπλασιάστηκαν και σχημάτισαν και ως το 1919 και στα επόμενα χρόνια, αρκετά ποιήματα και αποσπάσματα σαρκολατρικής θερμοκρασίας τόσο υψηλής όσο και μεταδοτικής· τα σχετικά κείμενα κατατίθενται για τα πρακτικά, ως παράρτημα της ανακοίνωσης.
Στα 1919 ωστόσο ο ποιητής έχει ανακαλύψει (ίσως και από το 1913 (6)) τον Φρόιντ και τη libido, τη Λάμια Λιβιδώ, όπως την εξελληνίζει- και περηφανεύεται γι' αυτό στον πρόλογο των Δεκατετράστιχων. Αλλά ας διαβάσουμε τα δύο σχετικά σονέτα, κείμενα εξομολογητικά, πυκν;a, γεμάτα περήφανη ένταση- βρίσκονται δίπλα το 'να στ' άλλο, με αριθμούς 74 και 75: 

74
Για στερνή φορά τάχα με περνάτε
στους τροχούς σας, ορμές, βασανιστήρια,
κι εσείς, επιθυμίες, που σαν ξεσπάτε,
(και είστε μουλάρια και είστε τρεχαντήρια),
στα τραχιά μονοπάτια, στ' ακρωτήρια
του sυντριμμού και του γκρεμού με πάτε;
Πρόσωπα, χέρια, θείο κορμί, ποτήρια,
για στερνή φορά τάχα με κερνάτε:
Όταν η γη τη σάρκα μου σκεπάσει,
θα σκεπάσει και το είναι μου: και ω πλάση
με τις Χάρες και με τις Ερινύες,
δε θα υπάρχεις; Ή μη και στο βυθό
της γης γραφτό να ξαναγεννηθώ
μ' εσάς, θεοί μου αθάνατοι, Λαγνείες;
Τα Δεκατετράστιχα (1919, Ζ΄ 399)

75
Στο αποκαλυπτικό γυρτός βιβλίο
και αλύπητα ξανοίγω και γυμνό
την ορμή που όλο καίει κι όλο πεινά,
τη σαρκοβόρα Λάμια, το θηρίο,
μα και μαζί το που μας ζει στοιχείο,
και ω!' μας σκλαβώνει και μας κυβερνά
και αγάλια και σταλάζοντας κερνά
το πιοτό και κατάρατο και θείο.
Βρέφος, νιος, γέρος είσαι, στο όνειρο μας,
στο αίμα, στο κρέας και στο συλλογισμό μας,
της νύχτας η δρακόντισσα, της μέρας
π αρχόντισσα, η μαγίστρα Λιβιδώ
που με κάνει, το εφτάψυχο το τέρας,
να ουρλιάζω και να γλυκοκελαηδώ.
Τα Δεκατετράστιχα (1919, Ζ' 400)

Και επειδή ο χώρος πιέζει, θα τελειώσουμε τη δειγματοληπτική περιδιάβαση μας στην παλαμική σαρκολατρία. αυτή την αποσιωπημένη διάσταση, με δύο ιδιαίτερα ωραία και γενναία ποιήματα που παρατίθενται σε διπλανές στήλες. Το πρώτο. «Η φωνή», που το τύπωσε ο ίδιος ο ποιητής το 1931 στη συλλογή Περάσματα και Χαιρετισμοί, το έχουν αγνοήσει, από όσο ξέρω, όλοι οι σοβαροί μελετητές του Παλαμά (μόνο ο Δόξας το παραθέτει, σ. 132-133)· το δεύτερο, «Ηδονισμός», έμεινε ανέκδοτο ώς το 1959 (το πρωτοδημοσίευσε ο Δόξας, σ. 262-263), και από τότε, από όσο ξέρω και πάλι, δεν το παραθέτε: κανείς, εκτός από το φίλο Κασίνη (7), που κι αυτός όμως το 'κοψε στη μέση.

--------------------------------------------------
1. Εκτός από τα πέντε άρθρα με το γενικό τίτλο «Libido» του 1924 (Άπαντα, 12, 166-189), βλ. ενδεικτικά και "Οι δυο λάμιες - Το πρώτο ποίημα» (Απ. 4, ειδικά 327-332), «Ο λυρισμός του εγώ» (Απ. 10, 508-516), «Ο λυρισμός των όλων» (Απ. 10, ειδικά 579, 523-524), το 48ο από τα «Σημειώματα στο περιθώριο» (Απ. 10, 79-80) και βέβαια τον πρόλογο στα Δεκατετράστιχα (Απ. 7, ειδικά 315).
Επίσης από την Αλληλογραφία βλ. και πάλι ενδεικτικά τις σειρές 30-32 και 48-49 της επιστολής 739 και τις 125-127 της επιστολής 810 του 5ου τόμου, σ. 105 και 225 αντίστοιχα.
2.  «Δρομάκηδες και δρόμοι». Η Πολιτεία και η Μοναξιά 1912, Απ. 5, 462,
3.  «Λάγγεμα δειλού...», Περάσματα και Χαιρετισμοί, 1931, Απ. 9, 375.
4. Αλληλογραφία, τόμ. 5,1991, σ. 224.
5.  «Ο άλλος Νώε», Εξι και μία τύψεις για τον ουρανό, 1960.
6.  Βλ. Τζούλης Τζούλης, «Παλαμάς και ψυχανάλυση», Πρακτικά ένατου συμποσίου ποίησης (1989): «Κωστής Παλαμάς. Η εποχή του και η εποχή μας». Πάτρα, 1992, 173-180.
7. Κ. Γ. Κασίνης, «"Και το μαχαίρι μ' έσφαξε του Έρωτα του γίγα" ή «Ο ερωτικός Παλαμάς», Πρακτικά ένατου συμποσίου ποίησης (1989): "Κωστής Παλαμάς. Η εποχή του και η εποχή μας», Πάτρα 1992, 58.

"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" /28.12.1993

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου