Νικόλαος Γύζης «Η Δόξα».
Κρητιδογραφία σε χαρτί (38X24 εκ.).
Εθνική
Πινακοθήκη.
Η
«θεϊκή» Δόξα που επροκάλεσε ο Διονύσιος Σολωμός
Προσέγγιση
στον πίνακα του Ν. Γύζη, προϊόν εσωστρέφειας, έκστασης και δημιουργικής
έμπνευσης του καλλιτέχνη
Του
ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΥ
Οι συνέπειες της εμφύλιας
σύγκρουσης του 1824 δεν άργησαν να φανούν μαζί με τους πικρούς καρπούς του μίσους.
Ο κομματικός τοπικισμός, οι ιδιοτέλειες, τα πολιτικά και ατομικά συμφέροντα
οδήγησαν σε καταδίκες, εξορίες και φυλακίσεις αγωνιστών, καθώς και σε
οικονομικές σπατάλες και αλόγιστα έξοδα που εξανέμισαν όχι μόνο τους λιγοστούς
οικονομικούς πόρους που με αυτοθυσία είχαν προσφέρει οι κάτοικοι των πόλεων και
της υπαίθρου για τις ανάγκες του αγώνα, αλλά και αυτά τα χρήματα του πρώτου
οικονομικού δανείου που μας είχε χορηγήσει η Αγγλία.
Όλα τα παραπάνω είχαν
αρχίσει να σκιάζουν σιγά σιγά τον ενθουσιασμό για την ανακήρυξη της
ανεξαρτησίας του ελληνικού έθνους από την Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (1
Ιανουαρίου 1822).
Μέρα με τη μέρα γινόταν
ολοένα εμφανέστερη η αποδυνάμωση του στρατού, αφού οι φυλακίσεις, οι
περιορισμοί και οι δολοφονίες των ικανοτέρων στρατηγών αναζωογόνησαν τα όνειρα
του σουλτάνου Μαχμούτ για την αναστήλωση του ερειπιώνα της οθωμανικής
αυτοκρατορίας. Οδήγησαν στη σύμπηξη της τουρκο-αιγυπτιακής συμφωνίας και στις
γνωστές καταστροφικές εκστρατείες των Τούρκων στη Στερεά Ελλάδα και του Ιμπραήμ
στην Πελοπόννησο.
Έτσι, ενώ οι Αιγύπτιοι
κατέστρεψαν την Κάσο, ο τουρκικός στόλος πολιόρκησε τα Ψαρά, και όταν κατέλαβαν
οι Τούρκοι το νησί κατέστρεψαν πλοία και σπίτια, λαφυραγώγησαν, έσφαξαν, έσυραν
στη σκλαβιά τον πληθυσμό και «έσπειραν αλάτι».
Οι λίγοι που πρόλαβαν να
ταμπουρωθούν στο «Παλαιόκαστρο» αντιστάθηκαν όσο άντεχαν στις επιθέσεις, και
στο τέλος ανατίναξαν το οχυρό προσφέροντας ένα ακόμα ολοκαύτωμα δόξας.
Τον επόμενο χρόνο (1825) ο
Διονύσιος Σολωμός, γράφει το περίφημο ποίημα του για την καταστροφή των Ψαρών:
Στων
Ψαρών την ολόμαυρη ράχη
Περπατώντας
η Δόξα μονάχη
Μελετά
τα λαμπρά παλληκάρια
Και
στην κόμη στεφάνι φορεί
Γεννημένο
από λίγα χορτάρια
Που
είχαν μείνει στην έρημη γη
Το ότι η καταστροφή των
Ψαρών απασχολούσε τον Γύζη από καιρό μας το μαρτυρεί το έργο του «Μετά την
καταστροφή των Ψαρών», που είχε ζωγραφίσει το 1878. Το 1896 ο Γύζης δημιουργεί
σε μια κρητιδογραφία (με χρώματα παστέλ επάνω σε χαρτί) την πρώτη εικόνα της «Άπτερης
Δόξας» του, που όπως γράφει σε μια επιστολή του προς την κόρη του γιατρού του Άννα
Μάη, «...την εικόνα της Δόξας μου επροκάλεσε ο δαιμόνιος Σολωμός, είναι όμως
και το πνεύμα μου και η καρδιά μου και εν μέρος της ζωής μου μαζί».
Αργότερα, σε μιαν άλλη
επιστολή του, ο Γύζης αναφέρεται και σε μια κριτική σχετική με τη «Δόξα» του,
στον τύπο της «Πτερωτής» όμως που παρουσιάστηκε λίγα χρόνια μετά -τον Ιούνιο
του 1899- σε μια έκθεση του στην Αθήνα. «Αι ελληνικαί κριτικαί περί της
"Δόξας" μου των Ψαρών με συνεκίνησαν. Εις εν ποίημα πολύ πνευματώδες,
"Ζλάπι" ονομαζόμενον, μου την είπαν "ζουρλοκαμπέρω". Εγέλασα
πολύ και είπα μέσα μου έχει δίκαιον ο απόγονος του Περικλέους».
“Μετά
την Καταστροφή των Ψαρών”
(από τον πίνακα του Νικολάου Γύζη)
Την
δραματική αυτή σύνθεση την εμπνεύστηκε από την ηρωική αντίσταση και καταστροφή
του μικρού νησιού του Αιγαίου από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ Πασά. Ο Γύζης,
όμως, μπόρεσε να αναγάγει το θέμα του έργου του σε σύμβολο των μεγάλων ιδεών
του έθνους, που είναι η Θρησκεία, η Οικογένεια και η Πατρίδα.
Ξεφεύγει
από καταναγκασμούς
Με την αναφορά αυτής της
κριτικής και την καταγραφή της ενδόμυχης απάντησης του σε μια προσωπική του
επιστολή προς κάποιον συγγενή του, ο Γύζης παρουσιάζεται, για μια ακόμη φορά,
πραγματικός καλλιτέχνης του «τέλους του αιώνα», απελευθερωμένος από τις
παραφωνίες των «ομιλούντων επί παντός επιστητού», που αισθάνεται την επιτακτική
ανάγκη του καλλιτέχνη να ξεφύγει από κάθε καταναγκασμό, όπως υποδηλώνει και η
ειρωνική αναφορά του στον «χρυσό αιώνα των τεχνών του Περικλέους», όπου κατά τη
γνώμη του περιορίζεται το στενό οπτικό πεδίο του κριτικού.
Είναι η ειρωνική
αντιμετώπιση ενός ολόκληρου κόσμου με τις ίδιες ρίζες, στον οποίο όμως η
φαντασία και το νέο πνεύμα του τέλους του αιώνα, από το οποίο ήδη εμφορούνται
οι καλλιτέχνες, δεν ασκεί καμιά επίδραση. Όπως και στο έργο του «Παράδεισος»,
που αργότερα θα μετονομάσει «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται», έτσι και στη «Δόξα» του η
προοπτική του χώρου σημαίνει και προοπτική του χρόνου. Πρόκειται για μια λαμπρή
σύλληψη, η οποία σχετίζεται ποικιλοτρόπως με τις χρονικές δομές στο έργο τέχνης
και με την άρση του χρόνου στο έργο και μέσω του έργου.
Ο χρόνος και η άρση του
χρόνου αποτελεί στη ζωγραφική (όπως και στις άλλες μορφές τέχνης, το σχέδιο,
την πλαστική και γλυπτική, τη χαρακτική, την αρχιτεκτονική) ήδη από πολύν καιρό
πεδίο προβληματισμού. Είναι ένα παράδοξο
πρόβλημα που βρίσκεται σε αντίφαση με τη χρονική ταύτιση του περιεχομένου του
έργου και την εικονογραφική ταυτότητα του έργου. Στον χώρο αυτόν ανήκουν οι εικόνες
της έμπνευσης (Δόξα) και του οράματος. Πρόκειται για την απεικόνιση εμπνεύσεων
με λογοτεχνικές καταβολές, που απαιτούν πάντοτε την επαρκή γνώση του θεατή και
προϋποθέτουν, ιδιαίτερα στα μυθολογικά και θεολογικά θέματα, ένα πλαίσιο
ειδικών γνώσεων.
Νικολάου
Γύζη: Η Δόξα των Ψαρών
Με
το έργο του αυτό, ο Γύζης συμπορεύεται με τον Σολωμό. Είναι και οι δυό τους
εκφραστές του ιδεώδους της αθάνατης δόξας, που -δυστυχώς- είναι το τίμημα ελαχίστων,
διότι λίγοι είναι αυτοί που μπορούν να την εννοήσουν και να την εκτιμήσουν.
Απαραίτητη
η γνώση
Ο θεατής που βλέπει
απέναντι του τη Δόξα για να είναι σε θέση να την κατανοήσει, πρέπει πάντοτε να
έχει υπόψη του κάτι σχετικό με αυτήν, ένα κείμενο, ένα ποίημα, μια μεταφορά,
ένα σύμβολο. Η γνώση αυτή είναι απαραίτητη για την ερμηνεία της απεικόνισης
σημαντικών στιγμών σε πίνακες ζωγραφικής, γιατί μόνο μέσα σε αυτό το πλαίσιο
μπορεί να γίνει κατανοητό το περιεχόμενο του έργου.
Ο Πανόφσκι έχει επισημάνει
την ανάγκη μιας προηγούμενης κατανόησης και σχεδόν αποκλείει την περίπτωση μιας
εντελώς άμεσης πρόσβασης του απλού θεατή και επισκέπτη μιας Πινακοθήκης στα
έργα τέχνης, χωρίς την πλήρωση της προϋπόθεσης αυτής.
Την ανάγκη αυτής της
προηγούμενης κατανόησης ή της προηγούμενης πληροφόρησης γύρω από το θεματικό
περιεχόμενο ενός έργου, ο Γύζης είναι από τους πρώτους - αν όχι ο πρώτος, από
όσο γνωρίζω- Έλληνες ζωγράφους που
παραδέχθηκε πολλές φορές στις επιστόλες του. «Ένιωθε κάποιο μυστήριο μέσα του»
και πίστευε ότι δεν ζωγράφιζε «τις λέξεις αλλά το πνεύμα». Εξηγούσε ότι αναζητούσε
εκτός από τη σύλληψη μιας στιγμής του οράματος και ορισμένες αντιστοιχίες στη ζωγραφική
του με την ποίηση του «δαιμόνιου Σολωμού», η οποία του ενέπνευσε την
"φρικιάζουσαν Δόξαν» που «η έμπνευσίς του παρεδέχθη εν ώρα σκοτεινή, ενώ
τα πάντα εσίγησαν και το παν κατεκάη».
Η
πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη
Νικηφόρος
Λύτρας (1832-1904)
Λάδι
σε μουσαμά (1,43X1,09 μ.). Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ, Μέτσοβο.
Αποκορύφωση
Με τα λόγια αυτά ο Γύζης
μας πληροφορεί για τη χρονική διάσταση μιας κατάστασης μιας στιγμής ακαθόριστης
διάρκειας, που ως αποφασιστική στιγμή -της εμφάνισης της Δόξας- είναι ταυτόχρονα και το αποκορύφωμα της
ηρωικής μάχης και του τραγικού θανάτου των πολιορκημένων. Η αποκορύφωση αυτή γίνεται
ορατή με καλλιτεχνικά μέσα, τα οποία ως προς τα στοιχεία της παράστασης και της μορφής, είναι τελείως διαφορετικά από
εκείνα που χρησιμοποίησε ο Λύτρας για την «Πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας»
ή ο Αλταμούράς για τη «Ναυμαχία των Πατρών». Η πολυκοσμία έχει εξαφανιστεί και
η Δόξα μπορεί να θεωρηθεί ως το σχόλιο του Γύζη στις παραστάσεις αυτού του
θεματικού κύκλου ή μια προχωρημένη ανάπτυξη μερικών από τις αρχές του, όπως
αυτή του φωτός και του συμβολισμού.
Η κατεύθυνση του φωτός
στον χώρο του πίνακα της Δόξας συμπίπτει με την κατεύθυνση του θέματος, της
μορφής, που στέκεται στην ευνοημένη από το φως θέση, εξ ου και η ταύτιση. Το
φως, επειδή το βλέμμα κατευθύνεται προς τη δέλτο, έχει και μια μεταφορική,
συμβολική σημασία. Μπορεί να συσχετιστεί με το θεϊκό φως, το φως της σοφίας,
της γνώσης, του καθαγιασμού.
Ενώ η Δόξα καταγράφει τα
ονόματα των ηρώων, το «σωστό φως» φωτίζει το δρόμο τους προς την αιωνιότητα. Η
ταύτιση του χρόνου και του χώρου από τον ζωγράφο μας με το φως μέσω της
χρωματικής απόδοσης του, δηλαδή με τη διαμόρφωση των ακτινών, είναι ζωγραφικά
εκφρασμένη κατά τρόπο ευδιάκριτο, ολοκληρωμένο και καθόλου τυχαίο. Οι δύο σφαίρες,
η ουράνια και η γήινη, συναντιούνται στη δέλτο, όπου αναγράφονται τα ονόματα
και ο ηρωικός θάνατος των Ψαριανών, ο οποίος, ως λύση του εγώ, εμπεριέχει την
υπέρβαση της πραγματικότητας -του θανάτου- με την αυτοθυσία, που είναι
απαραίτητη για κάτι τέτοιο.
Η
ναυμαχία της Πάτρας.
Ιωάννης
Αλταμούρας (1852-1878).
Λάδι
σε μουσαμά (1,21X1,47μ.)
Χρονική
διάρκεια χωρίς τέλος
Με μια ζωγραφική απόδοση
που προσδίδει στα συμβαίνοντα μια χωρίς τέλος χρονική διάρκεια, ο ζωγράφος
τοποθετεί την «φρικιάζουσαν Δόξαν του δαιμονίου Σολωμού» σε μια χρονική
διάσταση που, όπως και οι στίχοι του ποιητή, δεν εντάσσεται πλέον στον χρόνο. Η
συνέχιση της περιδιάβασης της Δόξας στα χώματα της Ελλάδας και για τον ποιητή
αλλά ακόμα περισσότερο για τον ζωγράφο, είναι φανερή, και την απεικονίζει έτσι
ώστε σκέψη, κοσμικός χρόνος, βλέμμα και ερμηνεία να συμπίπτουν.
Η δέλτος γίνεται ο
καθρέπτης της ηρωικής πράξης και ο καλλιτέχνης με την άυλη αλλά ορατή μορφή,
όρθια στη μέση της ολόμαυρης ράχης, ολοκληρώνει το καλλιτεχνικό σκηνικό του
πίνακα προσφέροντας μια μορφή οπτικού συμβολισμού.
Ο πίνακας αυτός του Γύζη,
που εκφράζει τη διάρκεια της στιγμής, οφείλει βέβαια την ύπαρξη του στη
συγκεκριμένη επίδραση των στίχων του ποιητή που μπόρεσε ο ζωγράφος Γύζης να
απεικονίσει με τα μέσα της ζωγραφικής του και τους σημασιολογικούς συμβολισμούς
των αντικειμένων (στεφάνι, γραφίδα και δέλτος). Ο πίνακας γεννήθηκε σ' εκείνες
τις σπάνιες ώρες της εσωστρέφειας, της έκστασης, της έμπνευσης, δηλαδή της δημιουργικής
στιγμής του καλλιτέχνη, που βρίσκεται έξω από τη διάσταση του χρόνου και ανήκει
στην αιωνιότητα. Πολύ συχνά άλλωστε γίνεται λόγος από τον Γύζη για κάτι σαν
«θεϊκές σπίθες», «παγκόσμιο άγιο πνεύμα», «ξαφνική φώτιση» ή πιο απλά για
ευνοϊκές στιγμές και ώρες.
Η μετάθεση της
χρονικότητας, η επανάληψη της βίωσης του γεγονότος και η ένταση του βιώματος
είναι στοιχεία απαραίτητα σε καταστάσεις μεγάλης συγκέντρωσης, σε όνειρα και
εκστάσεις που θα μεταφερθούν από τον καλλιτέχνη στην ύλη, «το πνεύμα μου, η
καρδιά μου και εν μέρος της ζωής μου είναι μαζί». Όλα αυτά σημαίνουν πως κάτι
πολύ σημαντικό, φορτισμένο με μεγάλη ένταση, συμβαίνει ξαφνικά στον δημιουργό. Όλα
αυτά τα γεγονότα διαδραματίζονται βέβαια στη συνείδηση μόνο εκείνου, που πολύ
αργότερα θα μπορέσει να μας τα περιγράψει με το έργο του.
Οι αρραβώνες παιδιών
Νικολάου
Γύζη (1877)
Οι ηθογραφικές συνθέσεις του δεν καταγράφουν
αριστουργηματικά μόνο τα ήθη μιας ακινητοποιημένης στον χρόνο εποχής, αλλά
αφήνουν τη ζωή να κυλήσει προς το μέλλον εφοδιάζοντάς την με σύμβολα που
διατηρούν εσαεί την επικαιρότητά τους
«Το
άγιο παγκόσμιο πνεύμα»
Όπως οι εικόνες των Ευαγγελιστών
είναι συχνά, αλλά όχι πάντοτε, εικόνες της έμπευσης αυτών των ανθρώπων, που
βυθισμένοι στο κείμενο τους ακούν, γράφουν και εικονογραφούν αυτό που τους
υπαγορεύει ένα Ον από έναν διαφορετικό χρόνο και χώρο, έτσι και ο Γύζης
ευαγγελίζεται την Δόξα. Το πνεύμα του ποιητή, όπως εκφράζεται στο έργο του
ζωγράφου μας και περιγράφεται σε επιστολές του, πείθει για την ύπαρξη μιας
τέτοιας διεργασίας, και είναι ταυτόσημο με τα λόγια του Χάινε «τόνος και λέξη,
φόρμα και χρώμα, σύμβολα που αναδύονται στους καλλιτέχνες όταν εκδηλώνεται σ'
αυτούς το άγιο παγκόσμιο πνεύμα». Το καλλιτεχνικό πρόβλημα της απεικόνισης της
στιγμής ως διάλυσης και άρσης του χρόνου, ως απολύτου παρόντος ή με την έννοια
του Σέριν Κίρκεγκορ ως «πληρότητας του χρόνου» αντιμετωπίζεται και από τον Γύζη
προς το τέλος της ζωής του και της ζωγραφικής του δημιουργίας, μόλις
αναγνωρίστηκε από τov καλλιτέχνη ως αναγκαία προϋπόθεση των συμβολικών του
πινάκων. Όπως και σε άλλα ιστορικού και θρησκευτικού περιεχομένου έργα του,
ορισμένες θεολογικές απόψεις ή εικόνες ποιητικών συνθέσεων -όπως π.χ. η
μετάφραση μέρους του «Άσματος ασμάτων»
από τον Σολωμό- διεγείρουν το ενδιαφέρον
του και επειδή είναι πλέον ένας ολοκληρωμένος και καλλιεργημένος αισθητικά και
πνευματικά καλλιτέχνης, αφήνεται θετικά στην επίδραση τους, δείχνοντας μέσα από
το έργο του τη στενή σχέση της ζωγραφικής του με τη λογοτεχνική απόδοση του
θέματος, ως αποτέλεσμα μιας γόνιμης επίδρασης.
Το κρυφό σχολειό
Νικολάου
Γύζη (1888)
Μεταφορά
προς ένα ιδεώδες
Η «Δόξα των Ψαρών», όπως
και «Οι αρραβώνες παιδιών» ή «Το κρυφό σχολειό», υπήρξαν ουσιαστικά μεταφορές
προς ένα ιδεώδες, προς μία μακρινή, επιθυμητή, γεμάτη αισθήματα υπερηφάνειας
ιστορική ανάμνηση, που ο ζωγράφος την τοποθετεί σε ένα μικρό -εκτός εποχής-
θαυμάσιο κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής ιστορικής ζωγραφικής.
Στην πραγματικότητα ο
Γύζης, που έχει όσο λίγοι Έλληνες ζωγράφοι το προσόν να βλέπει το παρελθόν και
το μέλλον, δίνει στους ιστορικού περιεχομένου πίνακες του την αφετηρία και το
τέλος της πλοκής ζωγραφισμένα με χρώματα -κάτι που πρώτη αναγνώρισε η Νέλλη Μισιρλή
στο έργο του «Παιδομάζωμα» ή «Αποχαιρετισμός» ή «Σλαβοπάζαρο» -σημαντικά για το
νόημα του κάθε έργου του.
Τα έργα του είναι
τοποθετημένα στο κίνημα της εποχής, τον συμβολισμό, από την ίδια την υπόσταση
του θέματος τους και την αισθητική αξία του περιεχομένου τους, ο καλλιτέχνης
όμως δεν ενεργεί με κατευθυνόμενη τη σκέψη και υιοθετώντας έναν νέο τρόπο
καλλιτεχνικής ζωής, προς τον οποίο δεν συμφωνεί.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου