Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Το Άγιον Φως του Παναγίου Τάφου





Το Άγιον Φως του Παναγίου Τάφου
Το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου, στο Ναό της Αναστάσεως μια λαμπρή αλλά και θορυβώδης τελετή προηγείται της εμφάνισης της φλόγας.

Του Αγαμέμνονος Τσέλικα, Φιλολόγου-Παλαιογράφου
Ο προσκυνητής που επισκέπτεται το Ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα, μόλις βρεθεί ακριβώς στο κατώφλι της πύλης του Ναού και κοιτάξει στα αριστερά του, στη βάση σχεδόν της μεσαίας από τις τρεις κολόνες, στις οποίες στηρίζεται η αψίδα της πύλης, θα δει μια αρκετά μεγάλη σχισμή μαυρισμένη από τη φλόγα των κεριών. Συνήθως αυτή η σχισμή δεν κινεί την περιέργεια του επισκέπτη: Αν όμως ρωτήσει κάποιον ιερωμένο, θα ακούσει μια περίεργη ιστορία, που κατά μια εκδοχή της ανάγεται στην εποχή που οι Άγιοι Τόποι βρίσκονταν  υπό τη διοίκηση των Μαμελούκων  σουλτάνων της Αιγύπτου.
Κάποτε, λέει, οι παπιστές Βενετοί δωροδόκησαν τον σουλτάνο  και εξεδίωξαν από τον Πανάγιο Τάφο τον ορθόδοξο πατριάρχη Δωρόθεο τον Ιεροσολυμίτη. Εμποδίζοντας τον εμπόδισαν να τελέσει κατά το Μεγάλο Σάββατο την τελετή του Αγίου  Φωτός, Τότε αυτός γονάτισε εκεί  μπροστά στην κολόνα, προσευχήθηκε και το Άγιο Φως ξεπήδησε μέσα από αυτήν σχίζοντας την. Σε άλλη εκδοχή το γεγονός σχετίζεται με ανάλογη συμπεριφορά των Αρμενίων. Η ιστορία πάντως αυτή είναι μία από τις πολλές που ακούει κανείς σχετικά με το Άγιο Φως, που με θαυματουργικό τρόπο εμφανίζεται το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου στον Πανάγιο Τάφο ύστερα από μια λαμπρή αλλά και θορυβώδη τελετή, την οποία με πολύ πόθο και συγκίνηση περιμένει κάθε προσκυνητής να παρακολουθήσει ως επισφράγισμα του προσκυνήματος του στους Αγίους Τόπους.
Μια ώρα περίπου πριν από το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου, όταν στις άλλες εκκλησίες τελείται η λειτουργία της πρώτης Ανάστασης, ξεκινά από το Πατριαρχείο η πομπή των αγιοταφιτών πατέρων με τον Πατριάρχη για να κατέλθει στο Ναό της Αναστάσεως. Η πομπή δεν ακολουθεί τον συνήθη δημόσιο δρόμο από το Πατριαρχείο προς το ναό, αλλά διέρχεται με πολλή επισημότητα μέσα από το Κεντρικό Μοναστήρι, περνά μπροστά από τον πατριαρχικό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου και φτάνει στην Αγία Αυλή διά μέσου της κλίμακας του Αγίου Ιακώβου.
 Ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως
 Η Αγία Αυλή, όλη η γύρω περιοχή, κάθε γωνιά του ναού, όπου μπορεί να σταθεί άνθρωπος, είναι κατάμεστη από προσκυνητές, που κρατούν μικρές δέσμες από τριάντα τρία κεριά, όσα και τα χρόνια της επίγειας ζωής του Χριστού. Ανάμεσα τους τον πρώτο λόγο έχει ο ορθόδοξος λαός της Παλαιστίνης, που με ζητωκραυγές και αλαλαγμούς υποδέχεται την πομπή. «Το Αγιο Φως είναι δικό μας. Ζήτω ο πατριάρχης μας, ο πατριάρχης του Φωτός», φωνάζουν περήφανα στα αραβικά ορθόδοξοι Παλαιστίνιοι, που έχουν έρθει με τις γιορταστικές τους ενδυμασίες και με τύμπανα απ' όλα τα μέρη της χώρας.
Η πομπή μπαίνει στο ναό και ο Πατριάρχης στο Ιερό Βήμα δέχεται τους αντιπροσώπους των Αρμενίων και των Κοπτών, οι οποίοι ασπάζονται τη δεξιά του ως ένδειξη αναγνώρισης των πρωτείων του. Κατόπιν όλοι οι αρχιερείς και οι ιερείς με τις στολές τους λιτανεύουν τρεις φορές γύρω από το Ιερό Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου ψάλλοντας το τροπάριο «Την Ανάστασίν Σου Χριστέ Σωτήρ...» Στο τέλος σταματούν μπροστά στο Ιερό Κουβούκλιο, το οποίο πριν από πολλή ώρα έχει εξονυχιστικά ελεγχθεί από αρμόδια πολιτική αρχή και η πόρτα του έχει σφραγιστεί, και ψάλλουν τον αρχαίο ύμνο «Φως ιλαρόν αγίας δόξης». Τότε όλα τα κεριά και τα καντήλια σβήνουν, ο Πατριάρχης βγάζει τη στολή του και αρχίζει ανάμεσα στο πλήθος να επικρατεί άκρα σιγή. Η πόρτα αποσφραγίζεται και μέσα στο Ιερό Κουβούκλιο εισέρχεται ο Πατριάρχης με δύο ασημένιες δάδες κεριών, συνοδευόμενος από τον Πατριάρχη των Αρμενίων.

Η είσοδος του Ιερού Κουβουκλίου

Υποβλητική σιωπή
Η στιγμή αυτή είναι η πλέον υποβλητική. Ο Πατριάρχης γονατιστός στον Πανάγιο Τάφο προσεύχεται. Η σιγή του πλήθους δημιουργεί ένα αίσθημα φόβου, ότι κάτι τρομακτικό μπορεί να συμβεί. Χείλη ψελλίζουν προσευχές, καρδιές πάλλουν από αγωνία, πολλοί δυσπιστούν. Η αναμονή όμως δεν κρατά πολύ, Πάνω από τον σκοτεινό θόλο που καλύπτει το Ιερό Κουβούκλιο κάποιες λάμψεις σαν μικρές αστραπές σχίζουν τον αέρα, που όλο και πληθαίνουν και γίνονται δέσμες φωτός, σαν αντανάκλαση του ήλιου από καθρέφτη. Στέκονται πάνω στις κολόνες, στους τοίχους και γεμίζουν τον σκοτεινό Ναό με τη φεγγοβολή τους. Είναι πράγματι το Άγιο Φως.
Στην εμφάνιση του το πλήθος ξεσπά σε ιαχές θριάμβου και σε δοξολογίες, ενώ οι καμπανάρηδες του Ναού αρχίζουν και χτυπούν γιορταστικά τις καμπάνες, που ακούγονται ως το Όρος των Ελαίων, τη Γεσθημανή, το Πραιτώριο και την Πύλη του Δαβίδ, Πολλοί σηκώνουν τα κεριά τους ψηλά μήπως και περάσει από πάνω τους κάποια λάμψη και. τα ανάψει. Άλλοι έχουν στραμμένα τα βλέμματα τους στα καντήλια, μήπως δουν κανένα να ανάβει από μόνο του. Ταυτόχρονα σχεδόν βγαίνει και ο Πατριάρχης με τις δάδες του αναμμένες, αφού πρώτα από δυο θυρίδες του Κουβουκλίου δώσει να ανάψουν τα κεριά τους οι Αρμένιοι, οι Κόπτες, οι Συριανοί και τα μέλη μιας προνομιούχου οικογένειας εντοπίων. Αυτόματα το φως μεταδίδεται από χέρι σε χέρι από κερί σε κερί και σε λίγα λεπτά ο Ναός έχει φωτιστεί από χιλιάδες λαμπάδες,

 Ο ΤΙΜΙΟΣ ΛΙΘΟΣ ΠΟΥ ΕΚΛΙΣΑΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Μαρτυρίες
Το Άγιο Φως καθ' αυτό και η σχετική τελετή κατά τη διαδρομή της ιστορίας του Ορθόδοξου Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων δεν αντιμετωπίστηκαν μόνο ως μία ακόμη ορατή επιβεβαίωση της ορθής πίστης εκ μέρους των χριστιανών, αλλά έγιναν αντικείμενο και κατηγοριών εκ μέρους πολλών ορθολογιστών, ως τάχα τεχνάσματος, και αφορμή ερίδων ιδιαίτερα μεταξύ των ορθοδόξων Ελλήνων και των Αρμενίων. Οι σωζόμενες ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι η τελετή του Αγίου Φωτός κατά συνήθειαν ήδη ετελείτο το έτος 870, κατά τη μαρτυρία του Λατίνου μοναχού Βερνάρδου.
Επίσης, περγαμηνό χειρόγραφο, προερχόμενο από τη Μονή του Αγίου Σάββα και ευρισκόμενο σήμερα στην πατριαρχική Βιβλιοθήκη των Ιεροσολύμων, που χρονολογείται μεν το έτος 1122, αλλά που διασώζει πολύ προγενέστερο κείμενο, αναφέρει με λεπτομέρεια όλο το τυπικό της τελετής. Κατά την σταυροφορική εποχή και επί βασιλέως Βαλδουίνου, ο Πατριάρχης των Λατίνων Πουλχερίας διηγείται ότι το έτος 1101 το Άγιο Φως εξήλθε δια μόνης της παρακλήσεως των Ελλήνων ορθοδόξων μοναχών. Λεπτομερέστατη επίσης περιγραφή δίδει ο Ρώσος μοναχός Δαβίδ, ο οποίος βρέθηκε στα Ιεροσόλυμα το έτος 1107 και ο οποίος μαζί με αγιοσαβαΐτες μοναχούς, άλλους ορθοδόξους ιερείς και έναν επίσκοπο παρέστη στην ίδια τελετή. Περίπου σύγχρονη είναι και η μαρτυρία ανωνύμου Έλληνα γραφέα ενός Ψαλτηρίου του έτους 1149 της Βιβλιοθήκης του Τουρίνου, ο οποίος αναφέρεται στον λυχνικό ύμνο, ανάγοντας την αρχή του στην τελετή της εμφανίσεως του Αγίου Φωτός.


 Ο Ναός της Αναστάσεως, άποψη από την Πύλη της Δαμασκού,
(λεπτομέρεια από παλιά χαλκογραφία)

Στην Τουρκοκρατία
Σε μεταγενέστερα χρόνια, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, με την  επιρροή  που  ασκούσαν  κατά καιρούς Αρμένιοι και Λατίνοι στην Υψηλή Πύλη, οι ορθόδοξοι είτε εμποδίζονταν να τελέσουν την τελετή του Αγίου Φωτός είτε στερούνταν των πρωτείων τους. Για το λόγο αυτό οι Πατριάρχες Ιεροσολύμων φρόντιζαν να εκδίδονται υψηλοί σουλτανικοί ορισμοί, οι οποίοι μεταξύ των άλλων επιβεβαίωναν τα προνόμια και τα πρωτεία των ορθοδόξων. Στο Αρχείο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων μεταξύ πολλών άλλων υπάρχουν και τα εξής σουλτανικά έγγραφα με τις επιγραφές: Ορισμός περί του Αγίου Φωτός ότι να μην εισέρχονται οι Αρμένιοι μαζί μας εις τον Άγιον Κουβούκλιον, εν ω ρητώς ονομάζει αυτούς σερέτιδες και ψεύστας η βασιλεία, δηλ. ο σουλτάν Μουσταφάς, 1610 - Χοτζέτι διά το Αγιον Φως να μην έχουν οι Αρμένιδες καμμία δουλεία εις το Αγιον Φως.
Εις τον καιρόν του σουλτάν Μουράτη, 1634. - Χοτζέτιον διαλαμβάνον ότι κατά την τελετήν του Αγίου Φωτός ο μουτεβελής του βακουφίου μετά την είσοδον του πατριάρχου των Ρωμαίων πρώτον εις τον Άγιον Τάφον σφραγίζει την θύραν και μετά παρέλευσιν ορισμένης ώρας ανοίγει την θύραν και εξέρχεται ο πατριάρχης κρατών ανά χείρας το Άγιον Φως εξ ου λαμβάνουσι τούτο ο Αρμένιος πατριάρχης και οι εντόπιοι χριστιανοί, 1696.


 ΟΡΟΣ ΤΩΝ ΕΛΑΙΩΝ

Επικρίσεις
Η αίγλη την οποία προσέδιδε στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο το προνόμιο της τελετής του Αγίου Φωτός, αλλά και αυτό το ίδιο το μυστηριώδες και αξιοθαύμαστο γεγονός, αποτέλεσε έναν από τους πιο σημαντικούς λόγους στο να παρακινούνται οι ανά τον ορθόδοξο κόσμο πιστοί να επισκέπτονται τα Ιεροσόλυμα. Τα προσκυνηματικά ταξίδια προς τους Αγίους Τόπους είναι μια συνήθεια αρχαιότατη» ήδη από την εποχή της Αγίας Ελένης. Η συνήθεια αυτή όμως δεν είχε μόνον υποστηρικτές, είχε και επικριτές, όπως ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, λόγω των κινδύνων του ταξιδιού και του συγχρωτισμού των πιστών με άγνωστους και άπιστους.
Πράγματι, το ταξίδι, όχι μόνο την εποχή εκείνη, αλλά και όλους τους επόμενους αιώνες, ήταν δύσκολο και άκρως επικίνδυνο. Αυτό όμως δεν εμπόδισε όχι μόνο απλούς πιστούς, αλλά και πολλές ιερές προσωπικότητες να αποτολμήσουν το ταξίδι ως έκφραση σεβασμού και ως πραγματική επιθυμία να γνωρίσουν τη γη όπου έζησε ο Χριστός., έστω και αν αυτή βρισκόταν σε χέρια αλλοθρήσκων.
Από τον 16ο αιώνα και εξής, με την παρουσία στον πατριαρχικό θρόνο των Ιεροσολύμων σπουδαίων εκκλησιαστικών ανδρών με πανορθόδοξη εμβέλεια, τα προσκυνηματικά ταξίδια οργανώθηκαν καλύτερη και αποτέλεσαν μια σημαντική πηγή χρηματικών πόρων για το Πατριαρχείο, την εποχή μάλιστα που έπρεπε αυτό να καταβάλλει συνεχώς υπέρογκα ποσά  στην Υψηλή Πύλη και σε άλλους Οθωμανούς αξιωματούχους, ώστε να διασφαλίζει τα προνόμιά του. Στα νεώτερα χρόνια ο πιο αυστηρός και  δηκτικός επικριτής του Αγίου Φωτός και των προσκυνηματικών ταξιδιών είναι ο πολύς Αδαμάντιος Κοραής. Στον τρίτο τόμο των "Ατάκτων" του (έτος έκδοσης 1830 σ. 327-417) συμπεριέλαβε και διάλογο γραμμένο το έτος 1826 με την επιγραφή «Περί του εν Ιεροσολύμοις Αγίου Φωτός», όπου, αν και εμφανίζεται ως πιστός χριστιανός, ομιλεί περί τεχνάσματος. Από το ύψος της πολυμάθειας του και με ιστορικά επιχειρήματα, αγνοώντας όμως την ιστορία του Πατριαρχείου και αποσιοπώντας τους αγώνες του για τον χριστιανισμό μέσα στον μουσουλμανικό κόσμο, καταφέρεται κατά των αγιοταφιτών πατέρων ως πανούργων και αργυρολόγων,

Και η απάντηση
Το κείμενο αυτό, παρά τις χρηστές προθέσεις του Έλληνα σοφού, τις οποίες ένας καλοπροαίρετος αναγνώστης πιθανόν να διαβλέπει, δημιούργησε ανάμεσα στον ορθόδοξο κόσμο αλγεινότατη εντύπωση, προκάλεσε αντιδράσεις, αλλά και μια τεκμηριωμένη ιστορικά και θεολογικά απάντηση, η οποία όμως, απ' ό,τι γνωρίζω, δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας. Εχει τον τίτλο «Αντιφωτομαχικά, είτουν Απόκρισις αυτοσχέδιος του ιεροδιδασκάλου Γαβριήλ του εκ Βρυούλλων επιδιορθωθείσα και πολλοίς υποσημειώμασι πλουτισθείσα υπό Ν. του Λογάδου και Αντιπροσβολή του αυτού Ν. Λογάδου κατά τινών του αιώνος μας φωτομάχων εκδοθέντα υπό του μακαριώτατου και θειότατου πατριάρχου κυρίου κυρίου Αθανασίου εις κοινήν των ορθοδόξων ωφέλειαν» και γράφτηκε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 1834.
Εκεί ένα προς ένα καταρρίπτονται τα επιχειρήματα του Κοραή με βάση κείμενα παρμένα από τον Σωφρόνιο Πατριάρχη Ιεροσολύμων, τον Ιωάννη Δαμασκηνό, τον Αρέθα Καισαρείας, τον αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνό, καθώς και από άλλους νεότερους ιστορικούς και πατριάρχες» όπως τον Δοσίθεο και Χρύσανθο. Ο συγγραφέας επιχειρεί και άλλες θεολογικές ερμηνείες αναφερόμενος στην έννοια του φωτός μέσα στην ορθόδοξη θεολογία και γενικότερα αποκαθιστά στα μάτια των πιστών και τους αγιοταφίτες πατέρες και κυρίως την αλήθεια, ανάγοντας την εμφάνιση του Αγίου Φωτός ακριβώς εκείνη τη στιγμή της Ανάστασης με την παρουσία του απαστράπτοντος αγγέλου πάνω από τον τάφο του Κυρίου.
Και είναι πραγματικά αλήθεια, και μαρτυρημένη από χιλιάδες προσκυνητές κάθε χρόνο, η εμφάνιση αυτού του Αγίου Φωτός, όπως ακριβώς είναι αλήθεια και το μήνυμα της σωτηρίας και της χαράς για κάθε πιστό, που και στην πιο ταπεινή εκκλησία και στον πιο απόμακρο τόπο ανάβει το κερί του το βράδυ της Ανάστασης επαναλαμβάνοντας το «Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός».


Επιλογή Βιβλιογραφίας:
Βενιαμίν Ιωαννίδου, Η Αγία Πόλις Ιερουσαλήμ και τα περίχωρα αυτής, Εν Ιεροσολύμοις 1877.
Α Παπαδοπούλου Κεραμέως, Ανάλεκτα Ιεροσολυμιτικής Σταχυολογίας, τ. Δ' Πετρούπολις 1897.
Αγιοταφίτου, Αι σύγχρονοι τελεταί της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, Ε. Η τελετή του Αγίου Φωτός, «Νέα Σιών», 1 (1904),
Καλλίστου Μηλιαρά, Οι Άγιοι Τόποι εν Παλαιστίνη και τα επ' αυτών δίκαια του Ελληνικού Εθνους, εν Ιεροσολύμοις 1933.
Χρυσοστόμου Α. Παπαδοπούλου, Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, έκδ. ΒΤ, εν Αθήναις 1970.
Αγαμέμνονος Τσελίκα, Καταγραφή του Αρχείου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, Δελτίο του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου, ΕΜΙΕΤ, Αθήνα 1992.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου