Η υποτροπή της ένοπλης βίας στα ταραγμένα Βαλκάνια
Γράφει ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ Πρέσβυς ε.τ.
Η
εσωτερική κρίση στα γειτονικά Σκόπια έχει, προφανώς, να κάνει, κατά
πρώτο λόγο, με την ανεδαφική και πομπώδη πολιτική Γκρούεφσκι και του
κόμματός του. Παροξύνοντας τον πλαστό «εθνικισμό» του Μακεδονισμού, ο
Γκρούεφσκι έρχεται αναπόφευκτα σε σύγκρουση με έναν άλλο, ανερχόμενο
εθνικισμό, τον Αλβανικό, που έχει ως βάση την πραγματικότητα της
Αλβανίας, του Κοσσυφοπεδίου και την ιδέα της «Μεγάλης Αλβανίας».
Οι ακρότητες Γκρούεφσκι δεν επέτρεψαν την εξεύρεση μιας λύσεως με την Ελλάδα, ακόμη και μετά τις απαράδεκτες υποχωρήσεις από την Ελληνική πλευρά, που δέχθηκε να συζητήσει ονόματα γεωγραφικού προσδιορισμού, όπως το Άνω Μακεδονία, που δεν αναιρούν στην ουσία της τη σφετεριστική και πλαστογραφική προπαγάνδα των Σκοπίων.
Η δήλωση Γκρούεφσκι ότι θα συνεργασθεί για τη διέλευση του αγωγού μεταφοράς Ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, μέσω Τουρκίας και Ελλάδος, είναι μια δήλωση που οπωσδήποτε εκνεύρισε την Αμερικανική πλευρά. Η τελευταία ήθελε και ανέμενε από τα Σκόπια να παίξουν έναν ρόλο ανάλογο με εκείνον που έπαιξε η Βουλγαρία για τον αγωγό South Stream. Η συγκατάθεση των Σκοπίων, και υπό την προϋπόθεση ότι η στάση της Σερβίας θα είναι τελικά υπέρ του αγωγού, μεταφέρει το βάρος των πιέσεων στην Ελλάδα. Η τελευταία καλείται να μη συνεργασθεί για την επέκταση του αγωγού και την ενίσχυση, μέσω αυτού, της Ρωσικής επιρροής στα Βαλκάνια και στη Νότια και Κεντρική Ευρώπη.
Η αναταραχή επομένως στα Σκόπια, με επανάληψη του σκηνικού των συγκρούσεων μεταξύ ενόπλων Αλβανικών ομάδων και της Σλαβικής πλειοψηφίας, είναι πολύ πιθανό να συνδέεται με τον Αμερικανικό εκνευρισμό για τη στάση των Σκοπίων στο θέμα του αγωγού φυσικού αερίου αλλά και γενικότερα για το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί στα Σκόπια και το οποίο καθυστερεί επικίνδυνα την ολοκλήρωση από Αμερικανικής πλευράς ενός συγκεκριμένου στρατηγικού σχεδιασμού στα Βαλκάνια.
Η προηγούμενη σύγκρουση Αλβανών και Σλάβων στα Σκόπια οδήγησε στη λεγόμενη συμφωνία της Αχρίδος, που αναβάθμισε δραματικά τη θέση και τον ρόλο των Αλβανών. Η επίσημη Αλβανική ηγεσία των Σκοπίων έσπευσε να διαχωρίσει τη θέση της από τη δράση των ενόπλων Αλβανικών ομάδων, που κατά πάσαν πιθανότητα έχουν δεσμούς με τον UCK του Κοσσυφοπεδίου.
Η δράση όμως αυτή δεν είναι άσχετη με το κλίμα που καλλιεργείται στα Τίρανα από τον ίδιο τον Αλβανό ηγέτη Έντι Ράμα. Ο τελευταίος δήλωσε πρόσφατα, θέλοντας ν' ασκήσει πίεση στη διαδικασία εντάξεως της Αλβανίας και του Κοσσυφοπεδίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι εάν καθυστερήσει η ένταξη και δεν συντελεσθεί δηλαδή μέσω της Ευρωπαϊκής Ενώσεως η ένωση της Αλβανίας με το Κοσσυφοπέδιο, τότε αυτή θα προωθηθεί με άμεσο τρόπο, χωρίς να περιμένει την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η καλλιέργεια κλίματος «Μεγάλης Αλβανίας» δεν περιορίζεται, άλλωστε, στο Κοσσυφοπέδιο και στους Αλβανούς των Σκοπίων. Στρέφεται επίσης προς την κατεύθυνση της Νότιας Σερβίας και ειδικότερα προς την κοιλάδα του Πρέσεβο, όπου υπάρχει σημαντική Αλβανική μειονότητα, προς τη Νότια περιοχή του Μαυροβουνίου αλλά και προς την Ελλάδα. Προς την τελευταία, πρωταγωνιστές είναι οι γνωστοί Τσάμηδες, που μέσα στο σημερινό πολιτικό κλίμα βρήκαν μεγάλη προβολή και υποστήριξη από την επίσημη πολιτική της χώρας. Υποκινούμενα προφανώς από την Άγκυρα, τα Τίρανα υπανεχώρησαν επίσης από τη συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες, στην οποία είχαν καταλήξει με την Ελλάδα και διατηρούν ακόμη το θέμα σε εκκρεμότητα. Προσφάτως προχώρησαν σε κλιμάκωση των αμφισβητήσεών τους, φτάνοντας στο σημείο να κάνουν διάβημα στο Ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών για το πρόγραμμα υποθαλασσίων ερευνών που έχει προκηρύξει η Ελλάδα. Αμφισβητούν ειδικότερα την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ των Διαποντίων νησιών βόρεια της Κέρκυρας.
Μια άλλη εχθρική ενέργεια προς την Ελλάδα είναι η παροχή διευκολύνσεων στο Τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό στη βάση της Αυλώνος. Η Τουρκία ανέλαβε να επισκευάσει και να καταστήσει λειτουργική τη βάση αυτή, μετατρέποντάς την στην πραγματικότητα σε Τουρκική ναυτική βάση, πίσω από την πλάτη της Ελλάδος, στο Ιόνιο.
Η Αλβανική αυτή πολιτική από τον «σοσιαλιστή» Έντι Ράμα θέτει δύσκολα διλήμματα στην Ελληνική εξωτερική πολιτική. Είναι προφανές ότι η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να καλλιεργεί κλίμα φιλίας και συνεργασίας με τη γειτονική αυτή χώρα. Η καλή θέληση όμως και η πολιτική αυτή από μόνη της δεν αρκεί. Η Ελλάδα με υπουργό Εξωτερικών τον Ευάγγελο Βενιζέλο έσπευσε να ταχθεί υπέρ της εντάξεως της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να θέσει κανέναν όρο ή προϋπόθεση. Εφαρμόσθηκε και στην περίπτωση της Αλβανίας το προηγούμενο της Τουρκίας, το οποίο είδαμε πού οδήγησε και πού οδηγεί. Τα αποτελέσματα όμως της πολιτικής αυτής είναι φανερά και ενώπιόν μας. Η Αλβανία έφτασε στο σημείο να αμφισβητεί την Ελληνική ΑΟΖ στο Ιόνιο και να θέτει εμμέσως θέμα συνόρων στην Ήπειρο. Ως ένα μέτρο συγκρίσεως, αναφέρουμε το προηγούμενο της διαφοράς μεταξύ Σλοβενίας και Κροατίας. Η Σλοβενία είχε μια πολύ μικρή εδαφική διαφορά με την Κροατία. Έθεσε βέτο στην ολοκλήρωση της ενταξιακής διαδικασίας της Κροατίας μέχρι την επίλυση, προηγουμένως, από την Κροατία της εδαφικής διαφοράς.
Η Ελλάδα πρέπει για τον λόγο αυτό να εξετάσει σοβαρά όλο το φάσμα των σχέσεών της με τη γειτονική χώρα και να χαράξει κόκκινες γραμμές, πέρα από τις οποίες δεν πρέπει να υποχωρεί και να υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, την πρόοδο της ενταξιακής πορείας της Αλβανίας.
Η νέα αναταραχή στα Βαλκάνια, που μπορεί να οδηγήσει σε νέο κύκλο πολεμικών συγκρούσεων, απειλεί να προσθέσει ένα τρίτο μέτωπο στα Βαλκάνια, κοντά στα δύο άλλα, που μαίνονται ήδη στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία. Είναι μια πολύ επικίνδυνη εξέλιξη, γιατί και στα τρία μέτωπα εμπλέκεται εμμέσως ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός και η αντιπαράθεση Ρωσίας και ΗΠΑ. Έχει επίσης πολύ ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα το γεγονός ότι η επιδιωκόμενη από τις ΗΠΑ γεωπολιτική αναδιάταξη στα Βαλκάνια ευνοεί κατά πολύ την αναβάθμιση του Μουσουλμανικού και του Αλβανικού παράγοντα.
"ΤΟ ΠΑΡΟΝ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου