Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Τ. ΚΑΤΣΙΜΑΡΔΟΣ : Τα πρώτα 'ραντεβού' με το δημοψήφισμα

ΑΠΟ ΤΟ 1862 ΕΩΣ ΤΟ 1925

Τα πρώτα 'ραντεβού' με το δημοψήφισμα

Πολλά τα παράδοξα, με πρώτη ματιά, στην Ιστορία μας για τον αμεσο-δημοκρατικό θεσμό του δημοψηφίσματος:

Το σύμβολο της βασιλείας... αποκαθηλώνεται το βράδυ του δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974. Η αμεσοδημοκρατική διαδικασία δεν προβλεπόταν στο Σύνταγμα, αλλά επιβλήθηκε εκ των πραγμάτων ως η ύψιστη
Το σύμβολο της βασιλείας... αποκαθηλώνεται το βράδυ του δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974. Η αμεσοδημοκρατική διαδικασία δεν προβλεπόταν στο Σύνταγμα, αλλά επιβλήθηκε εκ των πραγμάτων ως η ύψιστη μορφή έκφρασης της λαϊκής θέλησης. Τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, μετά τη θέσπισή της από το Σύνταγμα του 1975, παρέμενε ανενεργή...
• Στα μέσα κιόλας του 19ου αιώνα η Ελλάδα γνώριζε για πρώτη φορά δημοψηφισματική διαδικασία (1862), αν και ο όρος είναι άγνωστος.
• Στον 20ό αιώνα προκηρύχτηκαν πέντε δημοψηφίσματα (1920, 1924, 1935, 1946, 1974) χωρίς να προϋπάρχει σχετική συνταγματική πρόβλεψη.
• Με εξαίρεση δυο (1924 και 1975 για το πολιτειακό) τα υπόλοιπα θεωρήθηκαν και ήταν νόθα ή αμφισβητούμενα στον έναν ή άλλο βαθμό.
• Τα τρία προκηρύχτηκαν από δικτατορικές κυβερνήσεις για να επικυρώσουν προειλημμένες αποφάσεις (1935, 1968, 1973).
• Από το 1975 που θεσμοθετήθηκε, είναι η πρώτη φορά που ενεργοποιείται. Παρά το γεγονός ότι έχει ζητηθεί επανειλημμένα από πολλούς και για διαφορετικούς λόγους.

Στις κάλπες για το δημοψήφισμα της 13ης Απριλίου 1924 με αντικείμενο το πολιτειακό.
Στις κάλπες για το δημοψήφισμα της 13ης Απριλίου 1924 με αντικείμενο το πολιτειακό.

Η πρώτη αναφορά για δημοψήφισμα σε συνταγματικό νεοελληνικό κείμενο θα γίνει το 1925. Τότε εισάγεται σχετικό άρθρο στο Σύνταγμα αποκλειστικά για τη συνταγματική αναθεώρηση. Η Εθνική Συνέλευση (Βουλή και Γερουσία μαζί), αναφέρεται στο άρθρο 70, μπορεί να υποβάλει την απόφασή της για αναθεώρηση του Συντάγματος σε δημοψήφισμα, οπότε οι αναθεωρούμενες διατάξεις τίθενται σε εφαρμογή αν εγκριθούν από τον λαό. Τα ίδια θα επαναληφθούν και στο Σύνταγμα του 1927 (άρθρο 125), χωρίς άλλες εξηγήσεις και ερμηνευτικές παραπομπές.

Παρ' όλα αυτά μέχρι τότε η χώρα στον ανώμαλο πολιτικό βίο της είχε γνωρίσει τέσσερις φορές ανάλογες ψηφοφορίες. Ολες σχετίζονταν με το πρόσωπο του βασιλιά ή τη μορφή του πολιτεύματος.
Τα Συντάγματα του 1844, του 1864 και του 1911, όπως και όλα τα σχετικά κείμενα πριν από την εγκαθίδρυση της συνταγματικής μοναρχίας, αγνοούν το δημοψήφισμα.

Ο δικτάτορας Γ. Κονδύλης ανακοινώνει στον Γεώργιο Β' τα αποτελέσματα του ψευτοδημοψηφίσματος της 3ης Νοεμβρίου 1935 υπέρ της βασιλείας.
Ο δικτάτορας Γ. Κονδύλης ανακοινώνει στον Γεώργιο Β' τα αποτελέσματα του ψευτοδημοψηφίσματος της 3ης Νοεμβρίου 1935 υπέρ της βασιλείας.
Η πρώτη πρόταση στη νεοελληνική συνταγματική ιστορία για εισαγωγή του θεσμού καταγράφεται κατά τις συζητήσεις στην Αναθεωρητική Βουλή του 1911. Υποβάλλεται από τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, κατοπινό «πατέρα της Β' Ελληνικής Δημοκρατίας». Εισηγείται την καθιέρωση υποχρεωτικού δημοψηφίσματος, όταν αναθεωρείται το Σύνταγμα. Ο λαός, σύμφωνα με το σκεπτικό του, έπρεπε να ερωτάται αμέσως προκειμένου ν΄ αποφανθεί για οποιαδήποτε συνταγματική αλλαγή.

Η διεθνής εμπειρία
Εικόνα με την τελετή προσφοράς του ελληνικού στέμματος στον εκλεκτό των Τριών Δυνάμεων, Γεώργιο Α'. Ο Γουλιέλμος της Δανιμαρκίας, όπως ήταν το όνομά του, είχε πάρει μόλις 6 ψήφους στο δημοψήφισμα του
Εικόνα με την τελετή προσφοράς του ελληνικού στέμματος στον εκλεκτό των Τριών Δυνάμεων, Γεώργιο Α'. Ο Γουλιέλμος της Δανιμαρκίας, όπως ήταν το όνομά του, είχε πάρει μόλις 6 ψήφους στο δημοψήφισμα του 1862. Οι τρεις «Προστάτιδες» αγνόησαν επιδεικτικά τα αποτελέσματα. Σαν να μην έγιναν εκλογές...
Ο Παπαναστασίου ζητούσε την εισαγωγή του θεσμού «κατ΄ αρχάς μόνον αναφορικώς εις τας συνταγματικάς μεταρρυθμίσεις, ίνα ούτω συνηθίση ο λαός να σκέπτεται περί των πολιτικών πραγμάτων, ίνα ούτω δοθή ευκαιρία καλλιτέρας διαπαιδαγωγήσεως του λαού. Ακριβώς δε αυτοί οι λόγοι είναι εκείνοι, οι οποίοι πείθουσιν αλλαχού σήμερον όχι μόνον τα ριζοσπαστικά κόμματα, αλλά και τα συντηρητικά, ώστε να ζητώσιν την εισαγωγήν αυτού του θεσμού». Εξηγούσε στη Βουλή, προστρέχοντας στη διεθνή εμπειρία και ειδικά την ελβετική, τα καλά του θεσμού. Αντέκρουε τους ισχυρισμούς σύμφωνα με τους οποίους όπου προκηρύχτηκαν είχαν αρνητικά αποτελέσματα.
Μάταια, όμως, επιχειρηματολογούσε. Η πρότασή του απορρίφθηκε από τον Ελ. Βενιζέλο. Ουδείς βουλευτής την υποστήριξε. Μάλιστα, κρίθηκε ανάξια αναφοράς στα περισσότερα δημοσιογραφικά ρεπορτάζ για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Υποτίθεται ότι ο λαός δεν ήταν ακόμη ώριμος και ότι το δημοψήφισμα είχε πολλά μειονεκτήματα.

Μετά το 1911 γίνεται ξανά λόγος περί δημοψηφίσματος στην Ελλάδα το 1921. Η πρωτοβουλία ανήκε στον τότε πρωθυπουργό και αρχηγό της συντηρητικής παράταξης Δ. Γούναρη, ο οποίος επιχειρεί να καινοτομήσει, προκειμένου να στερεώσει τη βασιλευόμενη δημοκρατία. Ανάμεσα στις προτάσεις που καταθέτει για τη «διαρρύθμιση του πολιτεύματος», σε συνεννόηση με τον βασιλιά Κωνσταντίνο, είναι το υποχρεωτικό δημοψήφισμα, σε περίπτωση αλλαγής από τα 2/3 της Βουλής μη θεμελιωδών άρθρων του Συντάγματος. Τότε η αναθεώρηση έπρεπε να εγκριθεί με δημοψήφισμα από τους μισούς συν 1 εκλογείς.

Ο Γούναρης πρότεινε δημοψήφισμα και για νομοσχέδια. Μπορούσε να το ζητήσει ο βασιλιάς, η πλειοψηφία της Βουλής, αλλά και το 1/10 των πολιτών. Τα επίμαχα νομοσχέδια θα μπορούσαν ν΄ απορριφθούν αν στο δημοψήφισμα έπαιρναν μέρος τα 2/3 των εκλογέων και η πλειοψηφία αποφαινόταν αρνητικά. Εξαιρούνταν, όπως θα λέγαμε σήμερα, τα δημοσιονομικά, αλλά όχι τα φορολογικά νομοσχέδια!

Οι δημοψηφισματικές αντιλήψεις του Δ. Γούναρη, αν και δεν υλοποιήθηκαν, καθώς χάθηκαν μέσα στη δίνη των γεγονότων που ακολούθησαν (μικρασιατική καταστροφή, εκθρόνιση του βασιλιά, εκτέλεση του ίδιου μαζί με τους έξι στου Γουδή κ.ά.), ήταν οι πιο προχωρημένες για την εποχή του και αργότερα. Η συντηρητική παράταξη (αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα τότε) γρήγορα τις ξέχασε. Πρόβαλλαν ως... πολύ δημοκρατικές, όταν έπαψαν να εξυπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες (ενίσχυση του βασιλιά).

Θα τις υπενθυμίσουν δειλά στη Συντακτική Συνέλευση του 1925 κάποιοι από τη βενιζελική-φιλελεύθερη παράταξη. Ενας βουλευτής θα προτείνει να περιληφθούν στο Σύνταγμα, αλλά θα θεωρηθούν περίπου επικίνδυνες. Ετσι, το δημοψήφισμα πάλι θα περιοριστεί στα συνταγματικά μόνο ζητήματα.

ΤΑ ΠΑΡΑΔΟΞΑ ΤΟΥ 1862
Ακυρώθηκε στην πράξη τρεις μέρες μετά τη διεξαγωγή του!

Οι Νεοέλληνες ανακάλυψαν ξαφνικά το δημοψήφισμα μετά την έξωση του Oθωνα το 1862. Πώς ακριβώς πραγματοποιήθηκε η «συνάντηση» αυτή είναι κάπως δυσδιάκριτο. Iσως πρόκειται για ιδέα των Βρετανών. Η προσωρινή κυβέρνηση (Δ. Βούλγαρης, Κ. Κανάρης, Β. Ρούφος) με ψήφισμά της (19 Νοεμβρίου) κάλεσε τον λαό να αποφασίσει για το πρόσωπο του νέου βασιλιά. Κανονικά και σύμφωνα με το «Ψήφισμα του Εθνους», μετά το επαναστατικό κίνημα της 10ης Οκτωβρίου, το οποίο καταργούσε τη βασιλεία του Οθωνα, όφειλε η τριανδρία να συγκαλέσει συντακτική συνέλευση «προς σύνταξιν της πολιτείας και εκλογή ηγεμόνος».

Η εσπευσμένη προκήρυξη του δημοψηφίσματος και το «καπέλωμα» της επικείμενης εθνοσυνέλευσης, όμως, συνιστούσε το δεύτερο παράδοξο. Το πρώτο και, μάλλον, «αντεπαναστατικό» ήταν πως δεν καταργούνταν ο βασιλικός θεσμός, αλλά η βαυαρική δυναστεία.

Η σπουδή της κυβέρνησης, όπως τεκμηριώνουν ιστορικοί, οφείλεται σε βρετανική υπόδειξη. Οι Αγγλοι στόχευαν σε αναρρίχηση στον ελληνικό θρόνο του πρίγκιπα Αλφρέδου (δευτερότοκος γιος της βασίλισσας Βικτωρίας). Προς την κατεύθυνση αυτή κινούνταν στο παρασκήνιο πριν από την εκδίωξη του Οθωνα. Η βρετανική πρεσβεία προπαγάνδιζε συστηματικά τη λύση αυτή, που τη συνόδευε με αόριστες υποσχέσεις «περί μεγεθύνσεως της Ελλάδος» (θα έφερνε μαζί του ως «προίκα» τα Επτάνησα). Ετσι, το όνομα του Αλφρέδου είχε γίνει δημοφιλές και κυκλοφορούσαν πορτρέτα του.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι θέλοντας να προλάβει του δύο άλλους «προστάτες» (Γαλλία και Ρωσία) υπέδειξε την εσπευσμένη δημοψηφισματική διαδικασία. Με τον τρόπο αυτό αιφνιδίαζε και παρέκαμπτε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830), το οποίο απαγόρευε την άνοδο στον ελληνικό θρόνο κάποιου μέλους από οίκο που βασίλευε σε Γαλλία, Αγγλία, Ρωσία. Σύμφωνα με το σχετικό ψήφισμα της κυβέρνησης, σε κάθε δημαρχείο ανοιγόταν ένα «δημόσιο πρωτόκολλο» (εκλογικός κατάλογος), όπου κάθε Ελληνας, που είχε συμπληρώσει το 20ό έτος της ηλικίας, μπορούσε να αναγράψει το όνομα του βασιλιά τον οποίο επιθυμούσε. Η ψηφοφορία ήταν καθολική (για τους άνδρες) και φανερή, ενώ οι Ελληνες του εξωτερικού μπορούσαν να ψηφίσουν στα κατά τόπους προξενεία.

Υποψήφιοι δεν υποδεικνύονταν, αλλά εκτός από την «ντε φάκτο» υποψηφιότητα του Αλφρέδου παρουσιάστηκε κι άλλη, που προωθούσαν η Γαλλία και η Ρωσία. Εκλεκτός ήταν ο Γαλλορώσος γαλαζοαίματος πρίγκιπας Λάιχτεμβεργ.

Ενώ οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων και οι αντίστοιχες αυλές διαβουλεύονταν, προκειμένου να συμφωνήσουν σε μια κοινά αποδεκτή λύση, η εκλογική διαδικασία στην Ελλάδα του 1,1, εκ. κατοίκων προχωρούσε το τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου 1862. Οι Ελληνες ψηφοφόροι προσέρχονταν στους δήμους και ψήφιζαν, με την ικανοποίηση ότι αποφάσιζαν οι ίδιοι.

Εξι ψήφους ο επόμενος βασιλιάς

Στις κάλ­πες προσήλθαν 240.701 πολίτες. Σύμφωνα με την έκθεση της επιτροπής διαλογής στην Εθνική Συνέλευση (Ιανουάριος 1863), βασιλιάς εκλέχτηκε ο «ηγεμονόπαις» Αλφρέδος, που έλαβε 230.016 ψήφους. Ο Λάιχτεμβεργ πήρε 2.400, ο Αλέξανδρος της Ρωσίας 1.841, ο Νικόλαος της Ρωσίας 1.821. Συνολικά οι Ρώσοι υποψήφιοι συγκέντρωσαν 10.229 ψήφους.

Ο Γουλιέλμος της Δανιμαρκίας (κατοπινός βασιλιάς της Ελλάδας, Γεώργιος) πήρε μόλις 6 ψήφους. Αξίζει να σημειωθεί ότι 93 πολίτες ψήφισαν υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, υπέρ του Ιταλού επαναστάτη Γαριβάλδη 3, υπέρ του Οθωνα 1! Βρέθηκαν ακόμη 482 ψηφοφόροι που προτίμησαν να αναγράψουν αντί για το όνομα κάποιου βασιλιά, «Ζήτωσαν οι τρεις Δυνάμεις»

Ο Αλφρέδος αναγορεύτηκε «Συνταγματικός βασιλεύς της Ελλάδος» (ψήφισμα της Εθνικής Συνέλευσης στις 22 Ιανουαρίου 1863). Λίγες μέρες μετά, σε άλλη συνεδρίαση της Εθνοσυνέλευσης, ανακοινώθηκε ότι «αν και μεγάλως εκτιμά το αυθόρμητον τούτο δείγμα φιλίας και εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού, δεν δύναται ούτε να δεχθή ούτε να φέρη το Στέμμα». Αγγλοι, Γάλλοι και Ρώσοι είχαν συμφωνήσει, πιέζοντας ο ένας τον άλλο, να επαναφέρουν σε ισχύ την απαγόρευση του Πρωτοκόλλου του 1830. Η απόφασή τους έφτασε στην Αθήνα καθυστερημένα (πάρθηκε στις 22 Νοεμβρίου και επιδόθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1862), ενώ το δημοψήφισμα είχε ήδη γίνει...

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ

18oς αιώνας
Δημοψήφισμα διενεργείται για πρώτη φορά στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ το 1778 για έγκριση Συντάγματος από τον λαό. Από εκεί επεκτάθηκε και σε άλλες αμερικανικές Πολιτείες. Στη Γαλλία ο θεσμός εφαρμόστηκε για την έγκριση των Συνταγμάτων του 1793 και του 1795

19oς αιώνας
Η δημοψηφισματική εκλογή γνωστή από παλιότερα συστηματοποιείται στην Ελβετία. Οργανώνεται η άσκησή του με τα ομοσπονδιακά Συντάγματα του 1848 και του 1874. Η χώρα από τότε ακόμη έχει δημιουργήσει την ισχυρότερη δημοψηφισματική παράδοση που κρατά ως τις μέρες μας

20ός αιώνας
Ο θεσμός μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο εισάγεται σε Συντάγματα αρκετών χωρών και σε πολλές μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στόχος η ενεργότερη συμμετοχή του λαού στην άσκηση της κρατικής εξουσίας και η ενίσχυση της έννοιας της δημοκρατίας

ΩΡΙΜΑΖΕ ΕΠΙ ΜΙΣΟ ΑΙΩΝΑ

Ο όρος δημοψήφισμα εισάγεται για πρώτη φορά στο ανεφάρμοστο Σύνταγμα του 1925 και επαναλαμβάνεται σε εκείνο του 1927. Στο Σύνταγμα του 1952 ο θεσμός εξαφανίζεται. Η συνταγματική διάταξη του 1925 και 1927, σύμφωνα με την οποία η εθνική συνέλευση «δύναται να υποβάλη την περί αναθεωρήσεως απόφασίν της εις Δημοψήφισμα» δεν επαναλαμβάνεται.

Ο θεσμός επανέρχεται στον μεταπολιτευτικό Καταστατικό Χάρτη του 1975, όπου «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δύναται διά διατάγματος να προκηρύσση την διεξαγωγήν δημοψηφίσματος επί κρισίμων εθνικών θεμάτων». Στην αναθεώρηση του 1986 το «προεδρικό» δημοψήφισμα γίνεται «κυβερνητικό», αφού για την προκήρυξη απαιτείται η πλειοψηφία των βουλευτών.

Στο «εθνικό» δημοψήφισμα, με την αναθεώρηση του 1986, προστέθηκε και το «κοινωνικό». Πάλι, όμως, ως κυβερνητικό, αφού μπορεί να προ­­κηρυχθεί «και για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα», αλλά με την προϋπόθεση ότι το ζητούν «τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών...». Η διάταξη έμεινε ανέπαφη στις επόμενες αναθεωρήσεις, αν και το αίτημα για αλλαγή του άρθρου ήταν υπερώριμο.

Τ. Κατσιμάρδος
katsimar@yahoo.gr

ΕΘΝΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου