ΜΙΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ
Άντριου
Κάρνεγκι :
Ένας
πάμπλουτος διανοούμενος
Ο Άντριου Κάρνεγκι γεννήθηκε πάμφτωχος στη Σκωτία.
Αξιοποιώντας το κοφτερό μυαλό τον, έγινε ζάπλουτος στην Αμερική και έφυγε από
τη ζωή απλώς πλούσιος, αφού είχε προλάβει να μοιράσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας
του σε αμέτρητες αγαθοεργίες. Ένας «λοξός» καπιταλιστής με μια αξιοθαύμαστη πορεία,
κατά την οποία η σκληρή δουλειά και το πολύ διάβασμα ήταν αλληλένδετα.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΛΙΑ ΜΑΓΚΛΙΝΗ
Το καλοκαίρι του 1881, ο Άντριου
Κάρνεγκι, ήδη ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Αμερικής (ο δεύτερος
πιο πλούσιος μετά τον Ροκφέλερ), ξεκίνησε με την οικογένεια του για ένα μακρύ
ταξίδι στη Μεγάλη Βρετανία. Στη πραγματικότητα, επρόκειτο για ένα προσκύνημα
στα πάτρια εδάφη, στη Σκωτία, όπου είχε γεννηθεί, πάμφτωχος, το 1835. Μαζί του
στο καράβι ήταν και η 70χρονη μητέρα του, η οποία επέστρεφε επίσης στο σημείο
μηδέν της οικογενειακής τους ιστορίας. Μετά την άφιξη στο Λίβερπουλ και τη μετάβαση
στο Λονδίνο, η οικογένεια ταξίδεψε στη
Σκωτία σιδηροδρομικώς· μάλιστα
σε κάθε σταθμό οι τοπικές αρχές της επιφύλασσαν ειδική, θερμή υποδοχή. Το
αποκορύφωμα, βέβαια, ήταν η άφιξη στη γενέθλια πόλη, το Ντανφερμλάιν, όπου η
μητέρα του Κάρνεγκι έθεσε τελετουργικά τα θεμέλια της Βιβλιοθήκης Κάρνεγκι, η
οποία θα χτιζόταν, φυσικά, με χρήματα (400.000 δολάρια) του γιου της.
Ήταν η επιστροφή ενός
πανίσχυρου πλέον, πάμπλουτου, αυτοδημιούργητου επιχειρηματία, ο οποίος όμως
έβλεπε τα πράγματα μάλλον κάπως πιο λοξά απ' ό,τι θα περίμενε κανείς,
τουλάχιστον από έναν καθαρόαιμο καπιταλιστή. «Ο άνθρωπος πρέπει να έχει ένα
είδωλο», είχε γράψει, «και η συγκέντρωση πλούτου είναι ένα από τα χειρότερα
είδη ειδώλου. Κανένα είδωλο δεν υποβαθμίζει περισσότερο τον άνθρωπο από τη
λατρεία του χρήματος». Είχε βάλει στόχο της ζωής του από νωρίς να συγκεντρώσει
όσο περισσότερα χρήματα μπορούσε και μετά να αρχίσει να τα μοιράζει σε
αγαθοεργίες, σε φιλανθρωπικά έργα, σε κοινωνικές προσφορές. Τα χρήματα αυτά δεν
συγκεντρώθηκαν, βεβαίως, χωρίς αίμα και χωρίς ηθικά κόστη. Την τελευταία λέξη
όμως την είπε αυτός ο δαιμόνιος άνθρωπος, που είχε ένα έμφυτο ταλέντο να κερδίζει
και να συγκεντρώνει πλούτο, όσο και να διαβάζει βιβλία και να προωθεί με όλες
του τις δυνάμεις τα γράμματα και τις τέχνες. Γι' αυτό και το όνομα του είναι
σήμερα συνώνυμο της φιλανθρωπίας, ιδίως σε ό,τι αφορά τον τομέα της τέχνης, των
γραμμάτων και της παιδείας.
Τα
δύσκολα χρόνια
Γεννημένος στις 25
Νοεμβρίου 1835 σε ένα παραδοσιακό αγροτόσπιτο της Σκωτίας, ο Κάρνεγκι μεγάλωσε
μαζί με την οικογένεια του στην κυριολεξία μέσα σε ένα δωμάτιο. Μιζέρια και
φτώχεια, πλην όμως ο θείος του είχε την προνοητικότητα να τον μυήσει στην
ποίηση του Σκωτσέζου Ρόμπερτ Μπερνς (θα θυμάστε τους στίχους του σ' εκείνη τη
ρομαντική διαφήμιση ουίσκι με ηχητική υπόκρουση «Oh, my love is like a red red rose that's newly sprung in
June...»). Η σκωτσέζικη ποίηση και τα ιστορικά
μυθιστορήματα του σερ Ουόλτερ Σκοτ εντυπωσίασαν βαθιά τον μικρό Άντριου, όπως
επίσης και τα κατορθώματα των μεσαιωνικών Σκωτσέζων ηρώων Ρόμπερτ Μπρους, Ρομπ
Ρόι και Ουίλιαμ Ουάλας (ο κεντρικός ήρωας του «Braveheart»).
Το 1848 η οικογένεια
μεταναστεύει στις ΗΠΑ. Προορισμός το Αλεγκένι της Πενσιλβάνια, όπου, σε ηλικία
13 ετών πλέον ο Άντριου Κάρνεγκι μυείται στη σκληρή δουλειά: δώδεκα ώρες την
ημέρα, έξι ημέρες την εβδομάδα στη φάμπρικα, έναντι ενός δολαρίου και είκοσι
σεντς την εβδομάδα. Ολόκληρη η οικογένεια ρίχνεται στη δουλειά - ακόμη και η
μαμά Κάρνεγκι, Μάργκαρετ, φέρνει χρήματα στο σπίτι μπαλώνοντας παπούτσια.
Το 1850 ο μικρός Άντριου
κάνει ένα μικρό βήμα μπροστά: προσλαμβάνεται στην τηλεγραφική εταιρεία του
Πίτσμπουργκ, με βελτιωμένες συνθήκες εργασίας και διπλό μισθό. Η δουλειά αυτή,
όμως, δεν του προσφέρει μονάχα καλύτερες υλικές απολαβές, αλλά και πνευματικές.
Χάρη στην ιδιότητα του, έχει το ελευθέρας στο θέατρο της πόλης και ο Άντριου
δεν χάνει παράσταση με έργα του Σαίξπηρ, αποστηθίζοντας μάλιστα ολόκληρους
μονολόγους. Παράλληλα, δεν παραλείπει να καταβροχθίζει όποια εφημερίδα πέφτει
στα χέρια του. Η αλήθεια είναι ότι η μνημοτεχνική του ήταν παροιμιώδης. Διότι
μπορεί τα βράδια να γύριζε σπίτι από το θέατρο απαγγέλλοντας ελαφρώς από μέσα
του και ελαφρώς απέξω του τους οργισμένους μονολόγους του βασιλιά Ληρ ή τα
μισανθρωπικά, εξαίσια παραληρήματα του Τίμαιου του Αθηναίου, κατά τη διάρκεια
της ημέρας όμως, ενώ εργαζόταν, ο εγκέφαλος του κατέγραφε ονόματα, διευθύνσεις,
οδούς, πρόσωπα, τίτλους επιχειρήσεων, διευρύνοντας διαρκώς τις κοινωνικές του
συναναστροφές. Ταυτόχρονα, επικέντρωνε την προσοχή του σε κάθε τεχνική
λεπτομέρεια που αφορούσε τη δουλειά με τον τηλέγραφο. Μέσα σε ένα χρόνο είχε
πάρει προαγωγή, καθώς ήταν σε θέση να μεταφράσει νοερά τα χτυπήματα του
τηλέγραφου προτού αποκωδικοποιηθούν στο χαρτί. Πρίμα βίστα, όπως λένε στη
μουσική.
Μία από τις σημαντικές
γνωριμίες που συνήψε εκείνο τον καιρό ήταν με τον συνταγματάρχη Τζέιμς
Αντερσον, που διέθετε μεγάλη βιβλιοθήκη με 400 τίτλους, την οποία άνοιγε στους
εργαζόμενους νέους κάθε Σάββατο βράδυ. Ο Άντριου ήταν τακτικός θαμώνας,
δανειζόταν συνεχώς τομους, ισχυριζόμενος ήδη από τα νιάτα του ότι όσο
αυτοδημιούργητος θα ήταν ως επαγγελματίας, άλλο τόσο θα ήταν ως καλλιεργημένος
άνθρωπος. Για τον Άντριου Κάρνεγκι η σκληρή δουλειά και το σκληρό διάβασμα
πήγαιναν μαζί.
Μια
προνοητική κίνηση
Γύρω στα μέσα της
δεκαετίας του 1850, προσλαμβάνεται και παίρνει ταχύτατα προαγωγές στη
Σιδηροδρομική Εταιρεία της Πενσιλβάνια, σε μια εποχή που το τρένο ήταν ό,τι και
το αυτοκίνητο στις αρχές του 20ού αιώνα. Κάπου εδώ αρχίζει να τσαλαβουτάει στα
βαθιά, παίρνοντας μερικές από τις οικονομίες του και επενδύοντας στη
Σιδηροδρομική Εταιρεία. Επενδύσεις που -χάρη στις διασυνδέσεις του με τον
πρόεδρο της εταιρείας- δεν ήταν και τόσο ριψοκίνδυνες, το «παιχνίδι» ήταν
κατάτι στημένο, αυτό όμως δεν εμπόδισε τον νεαρό Κάρνεγκι να προχωρήσει και να
βγάλει αρκετά χρήματα.
Περί τα τέλη της
δεκαετίας, έχει την προνοητικότητα να αναμειχθεί στη δημιουργία μιας νέας
σιδηροδρομικής εταιρείας με επιβατικά τρένα και κουκέτες, τα οποία είχαν τη
δυνατότητα να διανύουν αποστάσεις 800 χιλιομέτρων. Ήταν η αυγή της εποχής των
σιδηροδρόμων στην Αμερική. Το νέο μέσο άρχισε να ενώνει την αχανή χώρα, τα
σύνορα της οποίας διευρύνονταν διαρκώς. Η δουλειά αυτή αποδείχτηκε εξαιρετικά
επικερδής και το 1860 ο νεαρός επιχειρηματίας είχε ανοίξει για τα καλά τα φτερά
του. Πάνω σε αυτή την κρίσιμη καμπή ευνοήθηκε και πάλι από την Ιστορία. Το
ξέσπασμα του αμερικανικού εμφύλιου πολέμου, το 1861, του έδωσε την ευκαιρία να
αναλάβει υπεύθυνος των στρατιωτικών μεταφορών από την πλευρά των Βορείων. Χάρη
σε εκείνον έφτασε στην πρωτεύουσα η πρώτη ταξιαρχία των Βορείων ενώ,
ταυτόχρονα, είχε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και επέκταση του τηλεγραφικού
δικτύου, γεγονός που επίσης έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην τελική νίκη ίων
Βορείων.
Η λήξη τον πολέμου, το
1865, τον βρήκε ενισχυμένο οικονομικά, αλλά και πολιτικά. Έστρεψε το βλέμμα του
προς την παρασκευή και το εμπόριο μετάλλου και χάλυβα, συνεχίζοντας όμως την ενασχόληση
του με επενδύσεις. Έγινε πραγματικά πλούσιος όταν απέκτησε τις μεγαλύτερες
μονάδες παραγωγής χάλυβα στις ΗΠΑ, τις περισσότερες που έτυχε ποτέ να έχει στην
κατοχή του ένα μεμονωμένο πρόσωπο στην ιστορία της Αμερικής. Κάποια στιγμή θα
φτάσει να παράγει 2.000 τόνους χάλυβα την ημέρα.
Τις δεκαετίες του 1870 και
1880, ο Κάρνεγκι είναι ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Αμερικής,
αλληλογραφεί προσωπικά με Αμερικανούς προέδρους, στέλνει επιστολές σε
εφημερίδες και εκδότες, ενώ συγχρωτίζεται με συγγραφείς και στοχαστές. Την ίδια
στιγμή, δεν παραλείπει να γράφει δοκίμια και μανιφέστα, μέσα από τα οποία
δηλώνει το κρέντο του: «Προτείνω να κρατήσω ένα εισόδημα όχι μεγαλύτερο των
50.000 δολαρίων το χρόνο. Δεν χρειάζομαι περισσότερα και δεν υπάρχει κανένας λόγος
να αυξήσω την περιουσία μου, μπορώ όμως όλα όσα μου περισσεύουν να τα διαθέσω
για κοινωφελείς σκοπούς».
Κολοσσιαίο
φιλανθρωπικό έργο
Στην αυγή του 20ού αιώνα,
ο 65χρονος πλέον Άντριου Κάρνεγκι σκέφτεται σοβαρά να αποσυρθεί από τις
επιχειρήσεις και να αφιερωθεί στο φιλανθρωπικό του έργο. Προτού το κάνει, όμως,
θα διαπραγματευτεί μια πρόταση που του ήρθε από τον σημαντικότερο τραπεζικό
εκείνης της εποχής στην Αμερική, τον Τζον Πίερποντ Μόργκαν (τον ιδρυτή της J. P. Morgan). Η ιδέα του τελευταίου ήταν να συγχωνεύσει
όλες τις μεγάλες εταιρείες παραγωγής χάλυβα, και κυρίως την εταιρεία του
Κάρνεγκι, και να δημιουργήσει έναν κολοσσό. Το κατάφερε. Στις 2 Μαρτίου 1901, η
Χαλυβουργική Ηνωμένων Πολιτειών, η πρώτη εταιρεία στον κόσμο με κεφάλαιο πάνω
από 1.000.000.000 δολάρια, ήταν γεγονός. Τι αναλογούσε στον Κάρνεγκι;
225.639.000 δολάρια, τα οποία θα αποπληρώνονταν σταδιακά μέσα σε 50 χρόνια, με
ομόλογα χρυσού. Ο Κάρνεγκι έλαβε ομόλογα αξίας 230.000.000 δολαρίων, τα οποία
στέγασε μέσα σε ένα ειδικό οίκημα στο Νιου Τζέρσι, αρνούμενος όχι μόνο να τα
αγγίξει, αλλά ακόμη και να τα κοιτάξει, λες και αν το έκανε, τα ομόλογα θα
εξαφανίζονταν ως διά μαγείας.
Μετά από δεκαετίες σκληρής
δουλειάς, ο Κάρνεγκι στράφηκε με έναν ολοένα και μεγαλύτερο δυναμισμό στις
αγαθοεργίες. Έτσι κι αλλιώς, είχε αφιερώσει όλη τον την ενέργεια στις δουλειές
του, στη μόρφωση του και την οικογένεια του. Κανένας περισπασμός, καμία
παρασπονδία, καμία παρέκκλιση από τους στόχους του. Βεβαίως, σε ό,τι αφορά την
οικογενειακή του ζωή, υπήρξε πιστός οικογενειάρχης, ωστόσο δεν θα τον έλεγε
κανείς «πάτερ φαμίλια» - σε αντίθεση, π.χ., με τους Ροκφέλερ, δεν δημιούργησε
μεγάλη οικογένεια. Ένα παιδί έκανε ο Κάρνεγκι, μία κόρη, την οποία βάφτισε
βεβαίως με το όνομα της μητέρας του: Μάργκαρετ.
«Αφού αποσύρθηκε από την
ενεργό δράση, ο σύζυγος μου αναζήτησε καταφύγιο σε πιστούς του φίλους, τόσο εδώ
στην Αμερική όσο και στη Μεγάλη Βρετανία, και άρχισε να κρατάει σημειώσεις με
αναμνήσεις από τα πρώτα του χρόνια», γράφει η γυναίκα του, Λούιζ Ουίτφιλντ
Κάρνεγκι, στον πρόλογο της αυτοβιογραφίας του, που εκδόθηκε το 1920, ένα χρόνο
μετά το θάνατο του. «Πολύ σύντομα συνειδητοποίησε ότι, αντί να έχει άφθονο
χρόνο, τελικώς ήταν πιο απασχολημένος απ' ό,τι προηγουμένως, και το γράψιμο
αυτών των απομνημονευμάτων περιορίστηκε για τις διακοπές του στη Σκωτία. Για
λίγες εβδομάδες κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε στο μικρό μας μπάνγκαλοου στους
αγρότοπους του Ολτνάγκαρ για να απολαύσουμε μια απλή ζωή, και εκεί ο κύριος Κάρνεγκι
έγραφε κυρίως» - όταν δεν έπαιζε γκολφ, όταν δεν κολυμπούσε κι όταν δεν ψάρευε,
αν και συχνά όλα αυτά η κυρία Κάρνεγκι γράφει ότι «τα έκανε μέσα σε μία μέρα».
Λίγο πριν από το ταξίδι
του στη γενέθλια πόλη της Σκωτίας, ο Κάρνεγκι έχτισε πολυτελή λουτρά για τους
κατοίκους της, ενώ λίγο αργότερα πρόσφερε 50.000 δολάρια σε μεγάλο νοσοκομείο
της Νέας Υόρκης προκειμένου να ιδρυθεί βιολογικό εργαστήριο (σήμερα φέρει το
όνομα του). Πρόσφερε, επίσης, πολλά χρήματα για την ανέγερση Βιβλιοθηκών στο
Πίτσμπουργκ, στο Εδιμβούργο και σε πολλές άλλες πόλεις: έχτισε 3.000
Βιβλιοθήκες σε 47 πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, του Καναδά, της Βρετανίας, της
Ιρλανδίας, της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας, των Δυτικών Ινδιών και... των
νήσων Φίτζι. Επίσης, ένας δρόμος στο Βελιγράδι φέρει το όνομα του, καθώς
βρίσκεται πλάι στο πανεπιστήμιο της πόλης, όπου και η Βιβλιοθήκη που χτίστηκε
με δικά του χρήματα.
Ένα ακόμα μεγάλο έργο του
ήταν η ανέγερση του κορυφαίου οίκου μουσικής στον κόσμο, του Κάρνεγκι Χολ της
Νέας Υόρκης, το οποίο παραμένει έως σήμερα ένας πραγματικός ναός της μουσικής.
Με χρήματα του Κάρνεγκι ιδρύθηκε και το σημαντικό σήμερα Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ
στην Αγγλία, ενώ ο ίδιος δεν έπαψε ποτέ να αγωνίζεται κατά του αναλφαβητισμού.
Επιπροσθέτως, δεν λησμόνησε τους πρώην εργαζομένους του και το 1901, χρονιά της
απόσυρσης του, δημιούργησε ένα μεγάλο ταμείο για τις συντάξεις τους.
Θολές
σελίδες
Το 1889, στο βιβλίο του με
τον ενδεικτικό τίτλο «Πλούτος», ο Κάρνεγκι κατέστησε σαφές ότι ένας
επιτυχημένος επιχειρηματίας δεν θα έπρεπε παρά να έχει έναν και μόνο στόχο: να
συγκεντρώσει μεγάλη περιουσία και στη συνέχεια να μοιράσει το μεγαλύτερο μέρος
της. «Ίσως αυτή του η ανάγκη να παραχωρήσει τα χρήματα του», έχει γράψει ένας
από τους βιογράφους του, ο Τζόζεφ Γουόλ, «εκπορευόταν από το γεγονός ότι όλα
αυτά τα χρόνια έκανε όλα όσα έκανε για να τα συγκεντρώσει». Τι ακριβώς έκανε;
Λειτούργησε ως ένας ευθυτενής καπιταλιστής, οι εργάτες του οποίου δεν ζούσαν
ούτε εργάζονταν κάτω από τις καλύτερες συνθήκες. Έπειτα υπήρξαν και κάποιες
τραγωδίες που σχετίστηκαν με το όνομα του: η ελίτ Λέσχη Κυνηγιού και Ψαρέματος
του Σάουθ Φορκ, στην Πενσιλβάνια, της οποίας ο Κάρνεγκι ήταν κορυφαίο μέλος,
είχε αναλάβει τη διαχείριση ενός μεγάλου φράγματος, που στις 31 Μάιου 1889
κατέρρευσε εξαιτίας έλλειψης συντήρησης με αποτέλεσμα να ξεχυθεί ένα ορμητικό
τσουνάμι από είκοσι εκατομμύρια τόνους νερού προς την πόλη Τζόνσταουν. Τελικός
απολογισμός: 2.209 νεκροί. Η Λέσχη γλίτωσε τα χειρότερα, όταν τα μέλη της
κατάφεραν να συστήσουν μια αποτελεσματική επιτροπή ανακούφισης και αποζημίωσης
των θυμάτων, οι οικογένειες των οποίων δεν υπέβαλαν καμία μήνυση, όπως αρχικά
σκόπευαν.
Ένα άλλο δραματικό γεγονός
ήταν η μεγάλη απεργία του Χόμστεντ το 1892, μια από τις μεγαλύτερες στην
ιστορία της Αμερικής, με διάρκεια 143 ημέρες και αποκορύφωμα την πολύνεκρη
συμπλοκή ανάμεσα στους απεργούς και τους φρουρούς της εταιρείας (σκοτώθηκαν
επτά απεργοί και τρεις φρουροί, ενώ οι τραυματίες ήταν δεκάδες). Βεβαίως, ο
Κάρνεγκι δεν ήταν εκεί και δεν πήρε εκείνος τις τελικές αποφάσεις για το πώς θα
έσπαγε η απεργία, όμως το επεισόδιο αυτό άφησε ένα μόνιμο στίγμα στο δαφνοστεφές,
κατά τα άλλα, όνομα του Σκωτσέζου μεγιστάνα.
Το πιο εκπληκτικό με τον Άντριου
Κάρνεγκι είναι ότι, μολονότι υπήρξε μέγας θαυμαστής του αμερικανικού πολιτικού
συστήματος και των αξιών των πατέρων της αμερικανικής δημοκρατίας, ή μάλλον
χάρη σε αυτήν ακριβώς την πίστη του, αποδείχτηκε μέγας πολέμιος των πρώτων
δειγμάτων επεκτατικής εξωτερικής πολιτικής εκ μέρους των ΗΠΑ. Έτσι, καθώς
μαινόταν ο αμερικανοϊσπανικός πόλεμος,
το 1898, και με την πώληση των Φιλιππίνων στην Αμερική από τους Ισπανούς έναντι
20.000.000 δολαρίων, ο Κάρνεγκι προσφέρθηκε να αγοράσει ο ίδιος τις Φιλιππίνες
έναντι αυτού του ποσού, μόνο και μόνο για να σταματήσει, όπως έλεγε (άκουσον,
άκουσον), ο «αμερικανικός ιμπεριαλισμός» και για να παραδώσει δωρεάν στους
Φιλιππινέζους τη χώρα τους, αυτόνομη και ανεξάρτητη. Μάλιστα προέτρεψε τον τότε
πρόεδρο των ΗΠΑ Ουίλιαμ Μακίνλεϊ' να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από
τις Φιλιππίνες. Δεν πέτυχε τίποτε απ' όλα αυτά.
Ανάλογη ήταν και η στάση
του απέναντι στις προσπάθειες της τότε αμερικανικής κυβέρνησης να προσαρτήσει
την Κούβα στις ΗΠΑ. Ο Κάρνεγκι ένωσε τις δυνάμεις του με δύο πρώην Αμερικανούς
προέδρους, τον Γκρόβερ Κλίβελαντ και τον Μπέντζαμιν Χάρισον, αλλά και με τον
μεγάλο συγγραφέα Μαρκ Τουέιν. Μαζί και με άλλους ίδρυσαν την Αντιιμπεριαλιστική
Κίνηση επιτυγχάνοντας η Κούβα να διατηρήσει την ανεξαρτησία της.
Φύσει αισιόδοξος άνθρωπος,
με φανατική πίστη στην ανθρώπινη πρόοδο, όπως οι περισσότεροι της γενιάς του, ο
γηραιός Άντριου Κάρνεγκι υπέστη πραγματικό σοκ όταν το 1914 ξέσπασε ο Α'
Παγκόσμιος Πόλεμος. Δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει αυτή του η απογοήτευση. Αν
και επιχειρηματίας και βιομήχανος σχεδόν όλη του τη ζωή, διέθετε εκείνη τη
χαρακτηριστική αφέλεια που συνόδευα συνήθως τους πιο «παραδοσιακούς»
Αμερικανούς. Ήταν ένας αθεράπευτος αισιόδοξος και, κρίνοντας ίσως από τον εαυτό
του, πίστευε βαθιά στη θετική πλευρά της ανθρώπινης φύσης, για το πώς μπορεί
κανείς να αλλάξει δραστικά τον κόσμο μέσα από τον κοινό νου, την καλλιέργεια,
τη μόρφωση και την προσωπική βελτίωση. Κάποιοι συνέκριναν τις ακλόνητες
δημοκρατικές του πεποιθήσεις με τους ύμνους στη δημοκρατία που έψαλε στην
ποίηση τον ο σύγχρονος του ποιητής Ουόλτ Ουίτμαν. Ο ερχομός του πολέμου το
1914, η έκβαση και η εξέλιξη του, το μέγεθος της σφαγής και ο παραλογισμός της
τον οδήγησαν σε μια προσωπική απελπισία, κάτι που τονίζει και η γυναίκα του
στον πρόλογο της αυτοβιογραφίας τον.
Ο πόλεμος έληξε το 1918
και ένα χρόνο μετά ο Άντριου Κάρνεγκι, αφού προσβλήθηκε από την ισπανική γρίπη
και μετά υπέστη δύο οξείες λοιμώξεις του αναπνευστικού, πέθανε στις 11 Αυγούστου
του 1919.
Ο τετραπέρατος αυτός
Σκωτσέζος είχε προλάβει να μοίρασα σχεδόν όλη του την περιουσία: 350.695.653
δολάρια (περίπου 4,5 δισ. με τα σημερινά δεδομένα). Είχαν απόμεινα μόλις 30
εκατομμύρια δολάρια, τα οποία δόθηκαν σε ιδρύματα, αγαθοεργίες και συντάξεις. Πολλά
από τα ιδρύματα που δημιούργησε πέρασαν στη συνέχεια σε άλλα χέρια, διατήρησαν
όμως το δικό του όνομα (όπως το Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης). Η κόρη του,
Μάργκαρετ Κάρνεγκι Μίλερ, συνέχισε να διοικεί το Ίδρυμα Κάρνεγκι για περίπου
σαράντα χρόνια, απέκτησε τέσσερα παιδιά και απεβίωσε το 1990 σε ηλικία 93 ετών,
αφήνοντας πίσω της 13 εγγόνια και 26 δισέγγονα. Ωστόσο, κανένα από αυτά τα
παιδιά δεν απόλαυσε τα χρήματα του Άντριου Κάρνεγκι, αφού δεν είχε μείνει
σχεδόν τίποτα γι' αυτά: από την περίοδο που βγήκε στη σύνταξη, ο Κάρνεγκι δεν
έκανε ουσιαστικά τίποτε άλλο παρά να μοιράζει χρήματα. Κάποτε θα τελείωναν.
GK/O5 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου