Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2015

Pin-up girls και ανόρθωση ηθικού






Pin-up girls και ανόρθωση ηθικού

Τα pin-up girls ήταν η ενσάρκωση των αντρικών φαντασιώσεων στο δύσκολο και συντηρητικό σύμπαν των δεκαετιών του '40 και του '50. Πήγαν στον πόλεμο, έγιναν σταρ και γέμισαν καμπύλες τον επίπεδο κόσμο των περιοδικών και των πόστερ. Ρετρό από την ημέρα που τα ζωγράφισαν, τα pin-up girls εξακολουθούν να κοιτάζουν πονηρά μέσα από τα αθώα ματάκια τους.


Στο βιβλίο της «pin-up Girls. Feminism, Sexuality, Popular Culture», η ιστορικός τέχνης Μαρία-Ελενα Μπούσζεκ περιλαμβάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα φωτογραφία, από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου: Αύγουστος 1943 και μέσα σε ένα αποβατικό σκάφος Χίγκινς, Αμερικανοί πεζοναύτες οδεύουν προς την ατόλη Τάραουα, την οποία κατέχουν οι Ιάπωνες, για μία από τις πλέον αιματηρές μάχες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου (για όσους δεν μπορούν να φανταστούν το σκηνικό, τους παραπέμπω στις πρώτες σεκάνς της «Διάσωσης του στρατιώτη Ράιαν»). Λίγα λεπτά μετά τη λήψη της φωτογραφίας, πολλοί από αυτούς τους στρατιώτες θα είναι νεκροί ή ανάπηροι. Υπάρχει μια δικαιολογημένη νευρικότητα στα βλέμματα τους, ενώ στο βάθος διακρίνονται οι καπνοί από τον βομβαρδισμό της ατόλης, προπαρασκευή στην απόβαση. Ξέρουν ότι τους περιμένει μια κόλαση. Αλλά ακόμα και σε μια τόσο οριακή στιγμή ανάμεσα στη ζωή (τη σφύζουσα ζωή νέων, υγιών ανδρών) και το θάνατο (τον πρόωρο, τον βίαιο, οδυνηρό θάνατο μιας μάχης) υπάρχει χώρος για χαμόγελο: Ένας από τους πεζοναύτες δείχνει προς την κάμερα το κεντρικό δισέλιδο, το centerfold, ενός τεύχους του Esquire: είναι η ζωγραφιά ενός ξανθού, λαχταριστού, ζουμερού pin-up girl, φιλοτεχνημένο από τον διάσημο μετρ του είδους Αλμπέρτο Βάργκας. Το πονηρό, όλο τσαχπινιά βλέμμα του κοριτσιού δίνει λίγο κουράγιο στους νεαρούς πολεμιστές - μελλοθάνατους. Κάποια από αυτά τα νέα παιδιά δεν θα ξαναδοκιμάσουν ποτέ τη δροσιά ενός αληθινού κοριτσιού... οπότε, ένα pin-up girl δεν είναι παρά βάλσαμο για πονεμένα μάτια.    



Κούκλες στο χαρτί

Pin-up girls. Από τις διάσημες Μπέτι Γκρέιμπλ, ΡίταΧέιγουορθ, Βερόνικα Λέικ, Λορίν Μπακόλ, Τζιν Χάρλοου, Τζόαν Κρόφορντ, Λάνα Τάρνερ, Μέριλιν Μονρόε, Τζέιν Μάνσφιλντ, Σιντ Τσάρις (τα τέλεια πόδια!), Ντόνα Ριντ, Μαρία Πιερ-Αντζελι (ο μεγάλος έρωτας του Τζέιμς Ντιν) έως τις λιγότερο γνωστές Μπέτι Πέιτζ, Μπάνι Γιέγκερ, Λίζα Ουίντερς, Μαρία Στίνγκερ, Μάρλα Λονγκ και τις χιλιάδες ακόμα «ανώνυμες», λησμονημένες κούκλες που ο χρόνος έχει σήμερα καταπιεί. Pin-up girls. Φωτογραφημένα ή ζωγραφισμένα, υπαρκτά ή ανύπαρκτα, φανταστικά κορίτσια με δέρμα σταρένιο ή μαυρισμένο. Smoothy επιδερμίδα, βελουτένια. Βλέπετε, photoshop δεν υπήρχε την εποχή της απόβασης στην Τάραουα ή, λίγο αργότερα, την εποχή του πολέμου της Κορέας. Συνεπώς, οποιαδήποτε ρυτίδα, ουλή (ή σημάδι από το μαγιό) απαγορεύονταν δια ροπάλου.
Όταν όμως μιλάμε για pin-up girls, πάνω απ' όλα μιλάμε για καμπύλες. Υπέροχες, ατελείωτες καμπύλες, θεσπέσιοι τουρλωτοί γλουτοί. Βρισκόμαστε πολύ μακριά από την επιπεδοχώρα της Τουίγκι και την ανορεξική χλωμάδα της Κέιτ Μος. Τότε, τα θηλυκά, smoothy σώματα τρέφονταν με μιλκ σέικ, όχι με μαρούλι. Καμπύλες, λοιπόν, και μια απέραντα γυναικεία μέση, μέση που σπάει γλυκά, όπως το παλιό, κλασικό μπουκάλι της κόκα κόλα, πόδια λεπτά, αλλά με τις απαραίτητες καμπύλες κι αυτά, πόδια ατελείωτα, πόδια γυμνά ή καλυμμένα με νάιλον καλσόν, γόνατα κοριτσίστικα, γάμπες απαλές, λεπτεπίλεπτοι αστράγαλοι και νύχια βαμμένα κόκκινα, σαν μικρά, μουσκεμένα κερασάκια.
Αλλά ας σηκώσουμε πάλι το βλέμμα ψηλά: Μαλλιά κυματιστά, σπαστά, ξανθά, κόκκινα ή καστανά, χυμένα στους ώμους, στην πλάτη, να καλύπτουν όσο χρειάζεται τα πλούσιο, λαχταριστό μπούστο. Κι ακόμα: προσωπάκια χαρούμενα, ανέμελα, ανέφελα. Όχι γωνίες στα τρυφερά μαγουλάκια αλλά ροδοκόκκινα, πεταχτά μήλα. Έκπληκτο βλέμμα, eyeliner στα μάτια, μάσκαρα στις πάνω βλεφαρίδες μόνο, ποτέ σκιά ματιών, φροντισμένα, τοξωτά φρύδια, και τα κατακόκκινα χείλη στο στόμα να τονίζουν τα κατάλευκα δόντια σχηματίζοντας ένα θεσπέσιο «οοοοο» - τεκμήριο της έκπληξης (το ανδρικό βλέμμα την έπιασε στα πράσα; Κάτι τέτοιο...). Και το body language; Α, στάση και κίνηση γατίσια, νιαουριστική αθωότητα λολίτας, που όμως έχει μια νύξη λαγνείας, ενώ άλλοτε, κάτι από την εμπειρία της ώριμης, δραστήριας γυναίκας. Ένας αξεπέραστος συνδυασμός αυθάδειας και ύποπτης αφέλειας, πόζας και αυθορμητισμού. Όσο για την ένδυση; Διάφανα νεγκλιζέ, εσώρουχα με άφθονο ύφασμα, σουτιέν με χοντρές τιράντες, κορσέδες, πολύχρωμα μαγιό, ξώφτερνα ψηλοτάκουνα ή τακούνια με peep-toes, ενίοτε, ανάλογα με ην εποχή, σκούφος του Aϊ Βασίλη στο κεφάλι (μα από 'κει και κάτω όπως τη γέννησε η μανούλα της!).


Pin-up girls. Οι έγχρωμες, ή ασπρόμαυρες, φωτογραφίες τους, τα σκίτσα και οι ζωγραφιές τους, κρυμμένες κάτω από άγουρα εφηβικά μαξιλάρια (για να φέρνουν υγρούς, βασανιστικούς ύπνους), κρεμασμένες σε στρατιωτικούς θαλάμους, σε φυλακές, σε κολέγια αρρένων και φοιτητικά δωμάτια, μα και σε χαρακώματα, σε θωρηκτά, οπλιταγωγά, υποβρύχια και αεροπλανοφόρα, στα ρύγχη καταδιωκτικών και  βομβαρδιστικών του Δευτέρου Παγκοσμίου, ακόμα και πάνω σε βόμβες -οπουδήποτε, τέλος πάντων, μπορεί να  βαριανασαίνει κάποιο ανήσυχο, ζωντανό, παλλόμενο αρσενικό.
Τα pin-up girls είναι βέβαια vintage, ρετρό. Παραπέμπουν απευθείας στις δεκαετίες του '40 και του '50. Ο «χρυσούς αιών» των κοριτσιών αυτών, των φωτογράφων ή των ζωγράφων τους. Κι όμως τα κορίτσια των pin-ups θεωρούνταν «κορίτσια της διπλανής πόρτας». Με εξαίρεση τις διάσημες σταρ του Χόλυγουντ, που κι αυτές κρεμάστηκαν ως pin-ups σε ημερολόγια τοίχου και σε «Υπερφρούρια» Β-29, τα άλλα, καθημερινά κορίτσια της γειτονιάς, ενσάρκωναν την τυπική θηλυκή ομορφιά της εποχής, ωστόσο, δεν έμοιαζαν με όνειρο άπιαστο, είχαν κάτι το απτό, οικείο. Μάλιστα, στην πλειοψηφία τους, τα κορίτσια αυτά δεν είχαν όνομα, δεν είχαν ταυτότητα - κι αυτές οι «άγνωστες στρατιωτίνες» ήταν τελικά οι πιο ποθητές, οι πιο αγαπητές. Διόλου τυχαία, πολλοί Αμερικανοί G.I.s είχαν κατά τη διάρκεια του πολέμου φωτογραφίες των συζύγων ή των κοριτσιών τους, σε ανάλογες πόζες.


Εν αρχή ην η πόζα
Πώς ορίζεται όμως το pin-up girl; Πολύ απλά, ένα φωτομοντέλο του οποίου οι φωτογραφίες πωλούνταν μαζικά, είτε η κάθε μία χωριστά είτε δημοσιευμένες σε ανδρικά περιοδικά της εποχής. Ακόμα, pin-up girl θεωρούνταν και σχέδια και ζωγραφιές γυναικών σε αυτό ακριβώς το ύφος και την πόζα. Υπάρχει ολόκληρη σχολή καλλιτεχνών που φιλοτέχνησαν τέτοιες οπτικές λιχουδιές, με το όνομα του Αλμπέρτο Βάργκας να φιγουράρει ως το πλέον αντιπροσωπευτικό. Η ετυμολογία του όρου πάντως παραπέμπει στα ημερολόγια τοίχου (καρφωμένα πάνω στον τοίχο, pinned-up on the wall) ή σε μεμονωμένες φωτογραφίες, επίσης καρφωμένες (ή κολλημένες) σε κάποιο τοίχο. Επίσης, πολύ σημαντικό: τα pinups δεν είναι πορτρέτα. Στις φωτογραφίσεις αυτές δεν είναι μόνον το πρόσωπο που μετράει αλλά, πρώτα και κύρια, το κορμί, όλο το κορμί-κυρίωςτα πόδια, με ή χωρίς καλσόν. Ακόμη: οι φωτογραφίες αυτές μπορεί να θεωρούνται προοίμιο της πορνογραφίας, ωστόσο, το γυμνό είχε πολύ συγκεκριμένους περιορισμούς: το τριχωτό του εφηβαίου απαγορευόταν αυστηρά να είναι ορατό, κι επιπλέον, τα κορίτσια αυτά φωτογραφίζονταν πάντα μόνα τους και ποτέ σε περιπτύξεις. Ωστόσο (πάντα υπάρχει ένα ωστόσο): πολλά κορίτσια που έκαναν τέτοιες φωτογραφίσεις, έκαναν και «κάποιες άλλες». Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι η Μπέτι Πέιτζ και οι softcore S/M και bondage φωτογραφίσεις της. Με τα σημερινά στάνταρντ, οι φωτογραφίες της Πέιτζ μοιάζουν αστείες (και είναι)· στα 1955 όμως προκάλεσαν σχετικό σκάνδαλο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι τα περισσότερα από αυτά τα κορίτσια δεν αισθάνονταν «στιγματισμένα» ως pin-ups. Μάλλον το αντίθετο.
«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήθελα να είμαι pin-up girl», γράφει η Μπάνι Γιέγκερ. Η Μπάνι ήταν πανέμορφη. Επίσης, είχε νιονιό - και ταλέντο στη φωτογραφία. Το όνομα της είναι θρυλικό στον χώρο του pin-up: από φωτογραφιζόμενη έγινε φωτογράφος, αναδεικνύοντας πολλές κοπέλες - ανάμεσα σε αυτές και την Μπέτι Πέιτζ. Η ίδια θεωρεί ότι τέτοιου τύπου εικόνες μπορεί κανείς να βρει σε σκαλίσματα των προϊστορικών ανθρώπων ή σε αριστουργήματα του Ρούμπενς. Δεν είναι η μόνη. «Λένε ότι οι άντρες σκέφτονται τις γυναίκες και το σεξ κάθε λεπτό που περνάει», γράφει. Ελπίζω να μην είναι έτσι», προσθέτει. «Διότι πώς είναι δυνατόν να κάνουν και καμία δουλειά; Φαντάζομαι, είναι μια φευγαλέα σκέψη, έρχεται και χάνεται κάθε τόσο, ξέρω όμως ότι τους άντρες τους τραβάνε οι εικόνες όμορφων κοριτσιών όπως τη μέλισσα το νέκταρ ενός άνθους. Είναι πέρα από τον έλεγχο τους· έτσι είναι καμωμένοι!» Η Μπάνι λέει βέβαια μια κοινότοπη, αυτονόητη αλήθεια. Η οποία όμως έχει την ουσία της. Παράδειγμα, κάθε εποχή έχει το «pin-up girl» του. Ενδεικτικά αναφέρω το λεγόμενο «Κορίτσι του Γκίμπσον», ζωγραφιά του 20χρονου Τσαρλς Γκίμπσον, την οποία φιλοτέχνησε στα 1887 και η οποία ήταν τόσο αληθοφανής και λαχταριστή (για τα δεδομένα της εποχής, να εξηγούμεθα...) που σχεδόν όσοι άντρες την έβλεπαν εξέφραζαν την επιθυμία να μπουν μέσα στην εικόνα και να ξαπλώσουν στο πλάι της.

 Μπάνι  Γιέγκερ

Γεννημένη το 1930 στην Πενσιλβάνια, η Μπάνι  Γιέγκερ σχεδίαζε από πιτσιρίκα pin-up girls, τα οποία φορούσαν κοστούμια εμπνευσμένα από τα δημοφιλή κόμικς της εποχής, τον «Φλας Γκόρντον», τον «ΜπακΡότζερς» και τον «Μπάτμαν». «Αυτό με έκανε κάπως δημοφιλή στα αγόρια», σημειώνει στο βιβλίο της «pin-up girls of the 1950s». Η Μπάνι σχεδίασε ακόμα και ένα Bat girl, η ουσία όμως είναι ότι οι άρρενες συμμαθητές της δεν της άφηναν ζωγραφιά για ζωγραφιά. Μεγαλώνοντας, η Μπάνι γοητεύθηκε από τις αστραφτερές σταρ του Χόλιγουντ. «Όπως τα περισσότερα κορίτσια, παρατηρούσα τις κινήσεις τους, την ομιλία, το ντύσιμο τους. Ήθελα τόσο πολύ να είμαι σαν αυτές». Φανατική θαυμάστρια της μοιραίας Λάνα Τάρνερ και της πολυπόθητης Μπέτι Γκρέιμπλ, η Μπάνι άρχισε να φτιάχνει ολόκληρα λευκώματα με φωτογραφίες τους  ανακαλύπτοντας ότι, όντως, οι «άνδρες προτιμούν τις ξανθές», μια πραγματικότητα που θα επιβεβαίωνε και αργότερα, ως φωτογράφος.
Η εμμονή της Μπάνι για το glamour του Χόλιγουντ δεν είναι τυχαία: η ίδια επιμένει ότι, πάνω απ' όλα, ένα τυπικό pin-up girl πρέπει να έχει τη λάμψη των αστέρων αυτών, οι οποίοι άρχισαν μέσα στη δεκαετία του '40 να φωτογραφίζονται σε τέτοιες πόζες - τα στούντιο τους ενθάρρυναν να το κάνουν εξάλλου. Προτού περάσει πίσω από την κάμερα, η Μπάνι πήγε σε σχολή μανεκέν, εργάστηκε ως φωτομοντέλο , υπήρξε η ίδια pin-up girl. Σύμφωνα με τον ιστορικό των pin-up girls Στιβ Σάλιβαν, ανάμεσα σε χίλιες ηθοποιούς, μοντέλα και διασημότητες, η Μπάνι βρίσκεται στο Νούμερο 58 - όχι κι άσχημα, με δεδομένο ότι η Μέριλιν φιγουράριζε στην πρώτη θέση. Η Μπέτι Πέιτζ, ανακάλυψη της Μπάνι, πήρε την πέμπτη θέση, ενώ η Μπέτι Γκρέιμπλ πολύ πιο κάτω, στην 48η θέση. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η Μπάνι Γιέγκερ έζησε από πρώτο χέρι την χρυσή εποχή των pin-up girls. «Ποτέ δεν υπήρξαν πιο δημοφιλή όμως», γράφει, «παρά την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ήδη οι άντρες κρεμούσαν ημερολόγια με τέτοια κορίτσια στους τοίχους τους».

Το πιο διάσημο pin-up girl της εποχής εκείνης ήταν η ξανθιά βόμβα που άκουγε στο όνομα Μπέτι Γκρέιμπλ: σύμφωνα με την Μπάνι, κάθε μήνα, περισσότεροι από 20.000 Αμερικανοί στρατιώτες παράγγελναν ιλουστρασιόν φωτογραφίες 8x10 εκατοστά του «Κοριτσιού με τα πόδια του ενός εκατομμυρίου   δολαρίου » από τα κινηματογραφικά στούντιο -τα οποία φυσικά ανταποκρίνονταν στο αίτημα τους. Η δεύτερη πιο δημοφιλής pin-up girl  ήταν βεβαίως η Ρίτα Χέιγουορθ. Η περίφημη φωτογραφία που της έβγαλε ο Μπομπ Λάντρι και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Life, ήταν όντως η υπ' αριθμ. 2 φωτογραφία που ζητούσαν οι G.I.s από τα διάφορα πολεμικά μέτωπα. Μετά τη μεγάλη επιτυχία που είχε με την «Τζίλντα» το 1946, οπότε και έγινε το απόλυτο σύμβολο της femme-fatale, μία pin-up φωτογραφία της Ρίτα Χέιγουορθ κολλήθηκε στην πρώτη πυρηνική βόμβα που οι Αμερικανοί έριξαν την ίδια χρονιά, το 1946, στην ατόλη Μπικίνι, του συμπλέγματος των νησιών Μάρσαλ, στον Ειρηνικό, στο πλαίσιο δοκιμών. Η επιτυχία της Ρίτας όμως δεν σταμάτησε εκεί. Όπως γράφει η Μπάνι: «Όταν το 1950 ξέσπασε ο πόλεμος της Κορέας, η Ρίτα απόλαυσε μιαν ακόμα έξαρση της δημοτικότητας της, δεχόμενη 2.500 παραγγελίες για pin-up φωτογραφίες της».
Μετά το 1945 και τη λήξη του πολέμου, οι βετεράνοι που άρχισαν να επιστρέφουν στα σπίτια τους, ήθελαν όχι μόνο μια οικονομικά καλύτερη ζωή αλλά και περισσότερη ελευθερία: μπορεί τα '50s να έχουν στιγματιστεί ως συντηρητικά, στην πραγματικότητα όμως, ο συντηρητισμός αυτός ήταν μόνο στην επιφάνεια (όπως έχει γράψει και ο Νταν Γουέικφιλντ στο εξαιρετικό «New York in the '50s»). Από κάτω το αίμα έβραζε για περισσότερη σεξουαλική ελευθερία καθώς και για ελευθερία του λόγου. Υπόψη, εκείνη την εποχή έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση τα κινήματα των γυμνιστών, το Playboy  πρωτοκυκλοφόρησε το 1953, ενώ η περίφημη έκθεση του Κίνσεϊ περί των σεξου ολικών τάσεων των Αμερικανών, προκάλεσε σάλο, καθώς έφερνε στο φως όλη την υποκρισία της αμερικανικής κοινωνίας σχετικά με τη σεξουαλικότητα. Την ίδια στιγμή όμως, το Αμερικανικό Ταχυδρομείο προκαλούσε σοβαρά προβλήματα στην αποστολή υλικού με φωτογραφίες pin-up girls, ειδικά εκείνων όπου το κορίτσι εμφανιζόταν γυμνόστηθο. Μάλιστα, στο στόχο του είχε βρεθεί και το θρυλικό περιοδικό Esquire.
To Vargas girl και οι άλλες

To Esquire κατέχει ειδική θέση στην ιστορία τω ν pin-up girls. To φημισμένο περιοδικό κυκλοφόρησε το 1933 ως περιοδικό μόδας, απευθυνόμενο στις ανώτερες τάξεις, κυρίως των καλλιεργημένων ανδρών. Στο δεύτερο τεύχος του δημοσίευσε το σχέδιο ενός τέτοιου κοριτσιού, το Petty girl, φιλοτεχνημένο από τον καλλιτέχνη Τζορτζ Πέτι. Τι το ξεχωριστό είχε; Ατελείωτα πόδια - δυσανάλογα προς το υπόλοιπο σώμα. To Petty girl άντεξε έως το 1941, όταν ένας άλλος καλλιτέχνης ανέλαβε ο περίφημος Αλμπέρτο Βάργκας, ο οποίος δημιούργησε το διάσημο, θρυλικό Varga girl.
Γεννημένος στο Περού το 1896, ο Βάργκας σπούδασε σχέδιο στην Ευρώπη, αλλά μετά το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου κατάφερε τον Οκτώβριο του 1916 να αποβιβαστεί στο Ελις Αϊλαντ. Ένα μεσημέρι, περπατώντας στην Μπρόντγουεϊ και την 14η Οδό, περικυκλώθηκε από κομψές υπαλλήλους γραφείων που ξεχύνονταν στους δρόμους για το γεύμα τους. Καταγοητευμένος, έβαλε σκοπό της ζωής του να αποθεώσει την ομορφιά της Αμερικανίδας. Τρία χρόνια αργότερα, βρέθηκε να σχεδιάζει για λογαριασμό των Zigfield Follies. Περιτριγυρισμένος από τις χορεύτριες και τις ηθοποιούς του θεάτρου, ήταν σαφώς στο στοιχείο του. Πολύ σύντομα όμως ερωτεύθηκε μία από αυτές τις κοπέλες, την Αννα Μέι Κλιφ, με την οποία έμελλε να περάσει όλη του τη ζωή στο πλάι της.
Ο Βάργκας εργάστηκε και στο Χόλιγουντ, αλλά το γεγονός-σταθμός στη ζωή του ήρθε το 1940, όταν το Esquire τον προσέλαβε στη θέση του Πέτι. Μέσα στην επόμενη πενταετία έγινε παγκόσμια γνωστός και περιζήτητος κυρίως γι' αυτά τα μοναδικά σχέδια των φανταστικών κοριτσιών του - αλλά και των σχεδίων του φημισμένων σταρ του Χόλιγουντ.
Το 1946 οι δρόμοι του Βάργκας και του Esquire χώρισαν, ο πρώτος άρχισε να σχεδιάζει τα δικά του ημερολόγια - μόνο που τα δικαιώματα της υπογραφής του (Varga, αυτό ήταν το «σήμα κατατεθέν» του, χωρίς s στο τέλος) τα είχε το περιοδικό. Κατέληξαν στα δικαστήρια και τελικά ο Βάργκας έχασε τη δίκη - υποχρεωμένος πλέον να υπογράφει τα εργάτου ως Vargas, με το πλήρες όνομα του. Λεπτομέρειες, θα πει κανείς και θα έχει δίκιο. Ο καλλιτέχνης συνέχισε να είναι δραστήριος, συνεργαζόμενος και με το Playboy. Μόνο όταν έχασε τη γυναίκα του, το 1974, ο ζήλος του εξατμίστηκε. Ο ίδιος έφυγε από τη ζωή το 1982, αφήνοντας πίσω του όμως μυριάδες ονειρικά κορίτσια τα οποία, στην πλειονότητα τους, βρίσκονται σήμερα στο Spencer Museum of Art, του Πανεπιστημίου του Κάνσας.
Για να επιστρέψουμε στη δεκαετία του 1950 και την Μπάνι Γιέγκερ, τη φήμη της την οφείλει όχι μόνο στην ομορφιά και στο ταλέντο της αλλά και στην ανακάλυψη ενός σπάνιου κοριτσιού, το οποίο για πολλούς θεωρείται η επιτομή του pin-up girl. «Λένε ότι η σωστή χρονική συγκυρία είναι το παν. Λοιπόν, η δεκαετία του 1950 ήταν η σωστή χρονική στιγμή για μένα ώστε να γίνω φωτογράφος pin-up κοριτσιών. Νέα ανδρικά περιοδικά άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού κι αυτό σήμαινε ότι είχα πολλές επιλογές για να πουλάω τις φωτογραφίες μου». 

Jungle Bettie
 

Η Μπάνι ξεκίνησε το 1952 ως επαγγελματίας φωτογράφος. Εχοντας ως βάση της το Μαϊάμι, δύο χρόνια αργότερα, το 1954, συναντήθηκε με την «επιτομή του pin-up girl»: τηνΜπέτι Πέιτζ. Οι φωτογραφίες που της τράβηξε στην παραλία αλλά κυρίως οι Jungle Bettie φωτογραφίες που τις έβγαλε στον ζωολογικό κήπο της Φλόριντα, ανάμεσα σε δύο πανέμορφες λεοπαρδάλεις, πέρασαν στην Ιστορία. Όταν τις είδε ο Χίου Χέφνερ, ο ιδρυτής του Playboy, η Πέιτζ φιγουράρησε ως το Playmate του Μήνα, στο τεύχος Ιανουαρίου 1955. Εκείνη δε τη χρονιά, η Μπέτι Πέιτζ κέρδισε τον τίτλο «Miss pinup girl of the World». To ενδιαφέρον είναι ότι παρότι η Πέιτζ είναι ίσως η πλέον διάσημη μορφή από τον κόσμο των pin-up girls, δεν υπήρξε ξανθιά. Το αντίθετο: ήταν μια πανέμορφη μελαχρινή με ωραίες αφέλειες και μακριά μαύρα μαλλιά, η οποία έζησε μια ζόρικη ζωή αλλά που τελικά απέδειξε ότι είναι μία γνήσια survivor. Με έναν μάλλον πολιτικώς ορθό τρόπο, τη ζωή της Πέιτζ αφηγήθηκε στην ταινία The Notorious Betty Page η σκηνοθέτις Μέρι Χάρον (που υπογράφει και το American Psycho) το 2006. Μεγαλωμένη σε αυστηρά θρησκευτικό περιβάλλον του Τενεσί, η Πέιτζ είχε σεξουαλικά κακοποιηθεί από τον πατέρα της, έκανε έναν άτυχο γάμο και στην πρώτη της επίσκεψη στη Νέα Υόρκη υπέστη ομαδικό βιασμό - ίσως γι' αυτό η σεξουαλική της ζωή δεν συνάδει με την περσόνα  με την οποία έγινε γνωστή.  Η Μπέτι Πέιτζ μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο μαζί με τις αδερφές τις. Υπήρξε άριστη μαθήτρια, φοίτησε στο College του Νάσβιλ, αλλά η σταδιοδρομία της στη διδασκαλία ήταν σύντομη. Παντρεύτηκε 4 φορές, τις δύο μάλιστα τον ίδιο άνδρα αλλά χώριζε πάντα και δεν απόκτησε παιδιά. Για πολλά χρόνια η Μπέτι Πέιτζ ζούσε με τα επιδόματα της κοινωνικής πρόνοιας. Υπέστη νευρικό κλονισμό, συνελήφθη δύο φορές για επιθέσεις, εστάλη για 20 μήνες σε ίδρυμα για ψυχικές διαταραχές της Καλιφόρνια. Και τελικά ήρθε η απομόνωσή στο σπίτι της όπου και πέθανε τον Δεκέμβριο του 2008 στα 85 της χρόνια.Η βασίλισσα των πίναπ παραμένει ζωντανή μέσα από τις εικόνες της και συνεχίζει να κερδίζει 6 εκ. δολάρια τον χρόνο μετά θάνατο.



 Διασκευή από άρθρο Εργοστάσιο Καμπυλών του Ηλία Μαγκλίνη στο GK

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου