Τα
κάλανδα μια εορταστική συμφορά
Τη γιορτή της Πρωτοχρονιάς
και τα κάλανδα στα Βυζαντινά παλάτια περιέγραψε, επιγραμματικά, με ποιητικό
μέτρο, ένας μεγάλος θεωρητικός μουσικογράφος του Βυζαντίου, ο Μιχαήλ Ψελλός:
«Ρώμης μεν ούσα δόγμα
της παλαιοτέρας,
ευάγγελον δ' άθυρμα
της νεωτέρας..
Τας γαρ καλάνδας οίδεν
η Κωνσταντίνου
προ των θυρών δε
συντρέχουσι μύριοι
σκιρτώντες ηδύ και
γελώντες αθρόοι».
Τα Κάλανδα που θεωρούνται
σαν ένα Χριστιανικό έθιμο, δεν είναι τίποτ' άλλο παρά ειδωλολατρικά κατάλοιπα,
που έχουν τις ρίζες τους μέσα στα βάθη των αιώνων. Είναι διάφορες λαϊκές
τελετές και πανηγύρια που, ασφαλώς, θα πρέπει να είχαν στενή συνάφεια με
τοπικές συνήθειες κάποιας οργιαστικής λατρείας. Αυτές αποτελούν τα ιδιόρρυθμα
ίχνη της αρχαίας μας κληρονομιάς, που συνεχίζονται, παράλληλα με τις
θρησκευτικές μας εκδηλώσεις, κατά τις εορταστικές ημέρες του Χριστιανισμού.
Το έθιμο των καλάνδων,
προσπάθησε να το κατάργηση η Χριστιανική Εκκλησία, με παραινέσεις. «Συνόδους»
και «Κανόνες», αλλά δεν κατώρθωσε να το εξαφάνιση. Έτσι η παλαιά «Ειρεσιώνη»
παρουσιάζεται σήμερα σαν χριστιανικό έθιμο. Εκείνους που έλεγαν τα κάλανδα τους
ονόμαζαν «αγύρτας» και «μηναγύρτας» και ο περιώνυμος Βυζαντινός χρονογράφος
Τζέτζης τους περιγράφει ως εξής:
Οπόσοι
περιτρέχουσι χώρας και προπατούσι
και
όσοι κατ* αρχίμηνον την Ιανουαρίου
και
τη Χριστού γεννήσει δε και Φώτων τη ημέρα
οπόσοι
περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες
μετά
ωδών και επωδών ή λόγους εγκωμίων
και
δήθεν εν ηροφέσεσιν, ψευδέσιν ευαφόρμοις
ούτοι
πάντες αν λέγοιντο κυρίως μηναγύρται».
Τα βραχύμελα θέματα των
τραγουδιών αυτών που διεσώθησαν με-τη στοματική παράδοσι, είναι, κατά την
μουσικήν ορολογίαν, σε ήχο «λέγετο» ή «υποδώριο τρόπο», δηλαδή, σε κατ' εξοχήν
ελληνική μουσική κλίμακα.
Αυτό προδίδει την
προέλευσί τους και αποτελεί μια ένδειξι ότι είναι παλαιότατα απομεινάρια
πανάρχαιων τραγουδιών που έψαλλαν οι προγονοί μας, ίσως, και γι' άλλους
σχετικούς ή παρεμφερείς εορταστικούς σκοπούς κι' επάνω στις μισοξεχασμένες, από
την πάροδο των αιώνων, μελωδίες εγράφτηκαν άλλοι ανάλογοι στίχοι που
προσαρμόσθηκαν στις απαιτήσεις του Χριστιανισμού και έδωσαν στη φαντασία της
λαϊκής μούσας την αφορμή να δημιουργήση διάφορα νέα ποιητικά ευχετικά κείμενα
για τα κάλανδα.
Τα τραγούδια αυτά
κατατάσσονται στην ίδια κατηγορία με τους λαϊκούς χορούς και ιδιαίτερα με
αυτούς που ονομάζονται «κύκλιοι», όπως και όλα τα σύντομα στιχηραρικά και
ειρμολογικά εκκλησιαστικά άσματα, που προέρχονται τα περισσότερα από την αρχαία
ιερή λατρευτική παράδοσι ή την εμμελή -κατά τον Πλάτωνα- θυμελική μουσική, με
το ιδιαίτερο αυτό χαρακτηριστικό χρώμα και ύφος που έχει να επίδειξη η εύρυθμη
προγονική μουσική των Ελλήνων.
ΙΩΣΗΦ ΓΚΡΕΚΑΣ
αναδημοσίευση από την
εφημερίδα «Χρονογράφος», της 2ας Ιανουαρίου
1953.
Διατηρήθηκε η σύνταξη και ορθογραφία του πρωτοτύπου σε μονοτονικό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου