Σάββατο 2 Ιουλίου 2016

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ: Η Ευρώπη σε σταυροδρόμι




Η Ευρώπη σε σταυροδρόμι
Γράφει ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ Πρέσβυς ε.τ.
Ανεξάρτητα από την έκβαση του Βρετανικού δημοψηφίσματος, η Ευρώπη έφτασε σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ο απολογισμός και η περαιτέρω πορεία και προοπτική της αμφισβητούνται έντονα σε πολλές πλέον χώρες. Αλγεινό δείγμα αυτής της Ευρώπης είναι και το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται η Ελλάδα για 7ο ήδη χρόνο. Προφανώς, κανείς δεν υποτιμά και δεν πρέπει να υποτιμά ή να συγκαλύπτει τις οικείες ευθύνες.
Οι πολιτικές των Ελληνικών ηγεσιών, η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού και διορατικότητας, οι ανοχές στη διαπλοκή και στη διαφθορά, η πρόθυμη αποδοχή βλαπτικών και απαράδεκτων για την Ελλάδα Ευρωπαϊκών πολιτικών, η νοσηρή κομματοκρατία αλλά και η Ευρωλαγνεία στην πολιτική ζωή άφησαν τη χώρα εκτεθειμένη και ανοχύρωτη, ώριμη να υποστεί τη σημερινή επιδρομή στην εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία της, στην οικονομία και τον εθνικό της πλούτο και στην ίδια την εθνική της συνοχή, προοπτική και ασφάλεια.
Είναι δυνατόν η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τόσο οικονομικό και πολιτικό δυναμικό και ισχύ, να μην μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά μια χώρα-μέλος, που αντιπροσωπεύει μόλις το 2% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ και να βρίσκει ως μόνη λύση την υποθήκευση της κυριαρχίας της για 99 χρόνια, τον ξένο έλεγχο του εθνικού της πλούτου και την εξώθησή της στη φτωχοποίηση για να είναι δήθεν διεθνώς ανταγωνιστική;
Οι συνταγές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα δεν αντιπροσωπεύουν άλλωστε κάποια εξαιρετική πολιτική ειδικών περιστάσεων, όπως θέλουν να υπαινίσσονται ορισμένοι, επιδιώκοντας να επιρρίψουν την ευθύνη γι’ αυτήν στην Ελλάδα. Έχουν, δυστυχώς, μεγάλο δομικό και θεσμικό βάθος. Απορρέουν από την ίδια την κατεύθυνση που πήρε η Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την υιοθέτηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992.
Το έτος 1992 είναι σημαδιακό. Είναι το επόμενο έτος της καταρρεύσεως της Σοβιετικής Ενώσεως και η αρχή μιας μεγάλης υπεροψίας που άρχισε να κυριαρχεί στη Δύση, στην Αμερικανική ειδικότερα πολιτική. Η τελευταία άρχισε να υπολαμβάνει την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως ως αποτέλεσμα της δικής της πολιτικής και της ελεύθερης οικονομίας, υποτιμώντας τους εσωτερικούς λόγους που οδήγησαν τη Σοβιετική Ένωση στην αυτοκατάρρευση.
Η υπεροψία αυτή εκφράσθηκε με μια νέα έξαρση του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού σε ακραία επίπεδα. Ήταν η αρχή αυτού που μορφοποιήθηκε, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, επί Προεδρίας Κλίντον, ως παγκοσμιοποίηση.
Η Ευρώπη και η ιδέα της Ευρωπαϊκής ενοποιήσεως έγιναν σύνεργο αυτής της νέας μεγαλεπήβολης Αμερικανικής πολιτικής. Η τελευταία παρουσιαζόταν ως όχημα μιας νέου τύπου παγκόσμιας ηγεμονίας, που δεν θα στηριζόταν πλέον σε παλαιού τύπου ερείσματα, όπως ο αποικιοκρατικός ή ο στρατιωτικός έλεγχος, αλλά στον οικονομικό έλεγχο, μέσα από μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία και αγορά. Το κέντρο της τελευταίας θα ήταν οι Αμερικανικές και οι Ευρωπαϊκές χρηματιστικές αγορές και χρηματιστικές ολιγαρχίες.
Με δέλεαρ το μεγάλο κέρδος, οι Ευρωπαϊκές χρηματιστικές ολιγαρχίες προσχώρησαν στην ιδεολογία της ενιαίας παγκόσμιας αγοράς. Αποδέχθηκαν μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό, να γίνουν αναμεταδότες του ιδεολογήματος ότι η παγκοσμιοποίηση είναι δήθεν αναπόφευκτη, συγχέοντας την τεχνική με την πολιτική παγκοσμιοποίηση. Προφανώς, η τεχνική παγκοσμιοποίηση είναι αναπόφευκτη, γιατί απορρέει από την επιστημονική και τεχνολογική επανάσταση και την ανάγκη της καινοτομίας. Η αυτοκρατορία της γνώσεως και της νέας τεχνολογικής δημιουργίας είναι απεριόριστη, ανεξάντλητη και αναπόφευκτο μέρος του ιστορικού γίγνεσθαι.
Η πολιτική όμως παγκοσμιοποίηση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Συνδέεται με την ελευθερία, την ιστορία, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία των λαών. Η εξέλιξη του κόσμου επιβάλλει πιο στενές σχέσεις, μεγαλύτερη συνεργασία και μεγαλύτερη ενοποίηση. Αυτή όμως δεν μπορεί να αγνοήσει την κυριαρχία και την ανεξαρτησία των λαών και να υποταχθεί απλώς σε λογικές αγοράς, σε παγκόσμιο επίπεδο, που είναι από τη φύση τους και από τους συσχετισμούς που τις διέπουν ολιγαρχικές και υποδουλωτικές.
Η μεγαλύτερη ενοποίηση και συνεργασία μπορεί να επιτευχθεί με εντονότερη και στενότερη διεθνή συνεργασία και με περιφερειακές πολιτικές ενώσεις, οι οποίες μπορούν να συνδυάσουν και να συνθέσουν την κοινή αγορά με την πολιτική ισοτιμία, τον δημοκρατικό έλεγχο και την κοινή ανάπτυξη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάσθηκε ως ένα τέτοιο εγχείρημα. Θα συνδύαζε, με την πολιτική της ενοποίηση, την πολιτική δημοκρατία, το κοινωνικό κράτος, την κοινή ανάπτυξη και ευημερία και την ειρήνη.
Ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει σήμερα πού βρίσκεται και προς τα πού πάει αυτό το εγχείρημα. Η πολιτική ενοποίηση και η κοινή ανάπτυξη και αλληλεγγύη έμειναν μετέωρες. Αντιθέτως, επιδείχθηκε άκριτη και ύποπτη σπουδή για την εισαγωγή ενιαίου, αντί κοινού, τουλάχιστον, νομίσματος, χωρίς να έχει εξασφαλισθεί προηγουμένως η κοινή ανάπτυξη, η αλληλεγγύη και η δημοσιονομική εναρμόνιση. Ομολογήθηκε από επίσημα χείλη ότι στόχος της πρωθύστερης εισαγωγής του ευρώ ήταν ο εκβιασμός των γεγονότων και η επιτάχυνση της ενοποιήσεως. Εφόσον δηλαδή οι χώρες-μέλη θα είχαν κοινό νόμισμα, θα υποχρεώνονταν από τα πράγματα να προχωρήσουν σε μεγαλύτερη ενοποίηση για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της διακυβερνήσεως του ευρώ.
Η λογική όμως αυτή παραβλέπει ότι η μεγαλύτερη ενοποίηση με βάση μόνο την αγορά δίνει το πλεονέκτημα στους οικονομικά ισχυρότερους και προάγει, στην πραγματικότητα, την ηγεμονία του ισχυρότερου μέρους, που είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση η επανενωμένη Γερμανία.
Η τελευταία δεν διαχειρίσθηκε το πλεονέκτημα αυτό με αυτοσυγκράτηση και επίδειξη Ευρωπαϊκού πνεύματος και πολιτικής σοφίας. Άρπαξε την ευκαιρία για να προωθήσει τον οικονομικό της έλεγχο και την οικονομική της κυριαρχία στη Νότια Ευρώπη, όπως το έπραξε στην Ανατολική Ευρώπη, ώστε να ενισχύσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα του Γερμανικού κέντρου και των συμμάχων του με μια εξαρτημένη Ευρωπαϊκή περιφέρεια χαμηλού κόστους.
Ποιος είναι ο απολογισμός, σήμερα, του Ευρωπαϊκού εγχειρήματος; Ταύτιση με την παγκοσμιοποίηση, που θέτει σε δεινή θέση τις περιφερειακές χώρες-μέλη και τις εξωθεί στη φτωχοποίηση και στον ξένο οικονομικό έλεγχο. Η παγκοσμιοποίηση και η ταύτιση μ’ αυτήν καθιστούν την Ευρώπη πρωταγωνιστή ενός ακραίου νεοφιλελευθερισμού, που αντιμάχεται το κοινωνικό κράτος αλλά και την πραγματική πολιτική ενοποίηση και την κοινή ανάπτυξη και αλληλεγγύη.
Αντιμάχεται επίσης την ίδια την ιδέα του έθνους και του εθνικού κράτους, γιατί επιδιώκει με αναφορά την παγκόσμια αγορά, τη μετάλλαξη της Ευρώπης, με πρόσχημα την ενοποίηση, σ’ ένα υπερεθνικό αμάλγαμα. Δεν είναι τυχαία η πολιτική που ακολουθείται στα θέματα μεταναστεύσεως και ασύλου. Υπό το ανθρωπιστικό πρόσχημα του ασύλου, το οποίο διευρύνεται σε ασύλληπτο βαθμό, ώστε να χωράει τους πάντες, προωθείται η μαζική μετανάστευση στην Ευρώπη, στην οποία προεξάρχει μια ανησυχητική προέλαση του Ισλάμ. Προωθείται επίσης, προπαγάνδα της πολυπολιτισμικής κοινωνίας και αποδόμηση της ιδέας του έθνους και της εθνικής ταυτότητας.
Στο στρατηγικό και γεωπολιτικό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Ένωση, αντί να αποτελέσει έναν σχετικά ανεξάρτητο πόλο, ο οποίος να ασκεί κατευναστική επίδραση στις ακραίες τάσεις και να προωθεί τη διεθνή συνεργασία και ειρήνη, συμφιλιώθηκε με τον ρόλο μιας υποτακτικής δυνάμεως, η οποία συμπαρατάσσεται παθητικά με τη γεωπολιτική των ΗΠΑ, στο όνομα μιας ετεροβαρούς Ευρω-Ατλαντικής αλληλεγγύης στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Ομολογουμένως, το Βρετανικό δημοψήφισμα, ανεξάρτητα από την έκβασή του, δεν είναι το μόνο μεγάλο πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Η Μεγάλη Βρετανία αγωνίσθηκε επί μια δεκαετία για να ανοίξει τη θύρα της Ευρώπης. Τι είναι αυτό που την κάνει τώρα να θέλει, ο μισός τουλάχιστον πληθυσμός της, να φύγει απ’ αυτήν; Το ίδιο ερώτημα τίθεται και για πολλές άλλες χώρες, στις οποίες ανέρχεται αλματωδώς ο Ευρωσκεπτικισμός. Η Ευρώπη έχει επείγουσα ανάγκη να προβληματισθεί σοβαρά για την ακολουθούμενη πορεία, που διαψεύδει τις ελπίδες και τις προσδοκίες που επένδυσαν σ’ αυτήν οι Ευρωπαϊκοί λαοί. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι βέβαιο ότι θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση.
ΠΑΡΟΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου