Σάββατο 13 Αυγούστου 2016

ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΡΟΥΣΤΑΛΛΗ : Μα επιτέλους τι είναι θαύμα...



«Μα επιτέλους τι είναι θαύμα».
...και γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι είχαν και έχουν την ανάγκη του;

Γράφει η ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΡΟΥΣΤΑΛΛΗ
Πράξεις φιλευσπλαχνίας ενός Θεού πρόθυμου να ανακατέψει τους νόμους του σύμπαντος; Πολυαγαπημένο παιδί της πίστης, όπως το χαρακτήρισε ο Γκαίτε ή ανάγκη του ανθρώπου να αποσοβήσει το αναπόφευκτο, όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες; Όταν η επιθυμία του ανθρώπου να αγγίξει τον Θεό μετουσιώνεται σε ύλη, ανθεί το θαύμα.
«Το Θαύμα έχει άμεση σχέση με την πίστη», επισημαίνει ο αγιορείτης μοναχός Μωυσής. «Τα θαύματα γίνονται συνήθως στους πιστούς και δεν τους εκπλήσσουν. Στους μη πιστούς γίνονται όταν υπάρχει καλή προαίρεση και διάθεση. Προηγείται η πίστη του θαύματος και δεν έπεται».
Πού αποδίδονται όμως τα θαύματα; «Ένα θαύμα μπορεί να αποδοθεί σε σύμπτωση, σε ακράδαντο πόθο για την επίτευξη του, σε υποβολή, σε ψυχολογική κατάσταση», συνεχίζει ο πατήρ Μωυσής. «Η ακράδαντη βεβαιότητα και η πίστη στον Χριστό, η βαθιά ειρήνη της ψυχής, η ανεκλάλητη ανάπαυση της, η εκπλήρωση του αιτήματος της προσευχής, οι πρεσβείες των αγίων, είναι στοιχεία της αληθινότητος της πραγματικότητας. Οι πιστοί δεν επιζητούν τα θαύματα αποκλειστικά. Τα θαύματα είναι δώρο του Θεού που τα δίνει όπου και όταν θέλει. Το θαύμα αφήνεται στην προσωπική ελευθερία του ανθρώπου, να το δεχθεί απλά και ταπεινά ή να το ερμηνεύσει διαφορετικά».
Η πίστη στα θαύματα αποτελεί χαρακτηριστικό ουσιαστικά όλων των θρησκειών. Αλλά σε καμιά άλλη θρησκεία η διαμάχη για την ερμηνεία τους δεν είναι τόσο έντονη όπως στον χριστιανισμό. Όσο οι επιστήμονες ψάχνουν για καλά κρυμμένους νόμους της φυσικής και της βιολογίας, για παραμελημένες ως σήμερα ιδιότητες του ανθρώπινου σώματος και - κυρίως -του πνεύματος, τόσο τα πλήθη των πιστών συρρέουν, αμείωτα σε αριθμό, στους τόπους των θαυμάτων, περιμένοντας να επαναληφθεί το ασύλληπτο. Καμιά φορά η προσμονή γίνεται απαίτηση, δυναμιτίζοντας την πίστη αντί να τη δυναμώνει. Εξάλλου, όπως λέγεται συχνά, για τον πραγματικά πιστό κανένα θαύμα δεν είναι απαραίτητο και για τον άπιστο κανένα θαύμα δεν είναι αρκετό.
Κανόνας που να καθορίζει τι είναι θαύμα δεν υπάρχει. Αν και ο ορισμός του θαύματος διαφέρει ανάλογα με τη θρησκεία και το πολιτισμικό σύστημα του κάθε λαού, όσα έχουν καταγραφεί ως σήμερα αφορούν κυρίως την αποφυγή ενός επικείμενου κινδύνου, την ίαση σοβαρής ασθένειας ή την παροχή αγαθών σε άτομα που βρίσκονται σε ανάγκη. Οι πηγές των θαυμάτων πάντως είναι περιορισμένες: είτε από τον θεό θα προέρχονται είτε από ανθρώπους εκλεκτούς του θεού είτε από ιερά αντικείμενα και κειμήλια. Από όποια πηγή και αν προέρχεται, το θαύμα πάντοτε προκαλούσε προβληματισμό στους ανθρώπους. Αυτό που ξεπερνά τα όρια της λογικής, το απίστευτο, δεν προκαλεί μόνο δέος αλλά και αμφισβήτηση. Ειδικά από τον 18ο αιώνα και μετά, όπου η πρόοδος της επιστήμης έδωσε ερμηνεία σε πολλά παράδοξα ως τότε φαινόμενα, οι διάφορες περιπτώσεις θαυμάτων μπήκαν κάτω από τον μεγεθυντικό φακό της ιατρικής, της βιολογίας, της αστρονομίας, της φιλοσοφίας.
Από τη μελέτη των γεγονότων που περιγράφονται στη Βίβλο, οι επιστήμονες έχουν παρουσιάσει   κατά  καιρούς διάφορες θεωρίες. Παραδείγματος χάριν, ότι ο Χριστός μετά τη σταύρωση πιθανόν να έπεσε σε βαθύ κώμα, από το οποίο αργότερα ανένηψε· ότι η Ερυθρά θάλασσα χωρίστηκε (κατά την έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο) στα δύο, εξαιτίας ηφαιστειακής έκρηξης· ότι ίσως το άστρο της Βηθλεέμ να ήταν απλώς ένας κομήτης. Ακόμη και για τις θεραπευτικές ικανότητες του Ιησού έχουν διατυπωθεί απόψεις, οι οποίες περιορίζουν τον ρόλο του σε ένα απλό υποκατάστατο: η πίστη των ανθρώπων στη θεραπευτική του δύναμη ήταν τόσο μεγάλη που αρκούσε για την ίαση ασθενειών με ψυχοσωματικό υπόβαθρο. Η αυθυποβολή αποτελεί το κυριότερο επιχείρημα όσων δεν πιστεύουν στα θαύματα. Τελευταία, με τις ανακαλύψεις της βιοχημείας, άρχισε να μελετάται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια ο ρόλος διαφόρων ουσιών, οι οποίες ήταν άγνωστες ή θεωρούνταν δευτερεύουσας σημασίας, στον τρόπο που αντιδρά ο κάθε άνθρωπος στην ασθένεια. Ακόμη διάφοροι γιατροί διαγιγνώσκουν ψυχικά νοσήματα σε άτομα που ισχυρίζονται πως βλέπουν οράματα ή ακούνε τον Θεό να τους μιλά.
Γιατί όμως τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν την ανάγκη ενός θαύματος; «Τα Θαύματα», υποστηρίζει ο κ. Μ. Μυλωνάκης, ψυχίατρος, αντιπροσωπεύουν έκτακτες εξωπραγματικές ανατροπές των φυσικών νόμων και των δεδομένων της επιστήμης και της ζωής. Η ευρεία παραδοχή των θαυμάτων εκφράζει την ανθρώπινη αδυναμία και μαζί τον ανθρώπινο πόθο για την αποσόβηση του αναπόφευκτου, για την ανάκληση του τετελεσμένου και για την επίτευξη του αδύνατου. Η προσφυγή στη λύση του θαύματος αποτελεί ειδικού τύπου μηχανισμό της ανθρώπινης ψυχοπροστασίας. Αποτελεί παραλλαγή της προβολής. Η ανήμπορη ανθρώπινη ψυχή προβάλλει τη δυνατότητα της θαυματοποιίας - την οποία διακαώς επιθυμεί— στον Θεό και στους εκλεκτούς του Θεού. Και κατορθώνει να οικοδομεί και να συντηρεί την ελπίδα για το ακατόρθωτο, χάρη στη οποία ελπίδα συντηρείται και η ψυχή. Η αρρώστια, ο χωρίς ανταπόκριση έρωτας, η οικονομική καταστροφή και ο θάνατος, οι κορυφαίες αυτές ανθρώπινες δυστυχίες, είναι και οι συχνότερες ικέτιδες του Θαύματος».
Όσο τραγικότερη είναι η εισβολή, η φύση και η πρόγνωση της ανθρώπινης δυστυχίας, συνεχίζει ο κ. Μυλωνάκης, τόσο συγκαταβατικότερες είναι οι αναστολές από τη μόρφωση και τον πολιτισμό  στην προσδοκία του θαύματος. Όσο ανασφαλέστερη είναι η ανθρώπινη ύπαρξη τόσο ευκολότερη γίνεται η μετάθεση της ικεσίας για το ποθούμενο θαύμα από τον Θεό και τους διαπιστευμένους του Θεού σε εικόνες, σκεύη και λείψανα.
Αναλογιζόμενος κανείς το παρελθόν έχει την αίσθηση πως η εποχή των θαυμάτων έχει τελειώσει πια (οι λίγες, γραφικές στην πλειονότητα τους, περιπτώσεις που απασχολούν για λίγο τη δημοσιότητα και μετά χάνονται, δεν μπορεί να θεωρηθούν εκπλήρωση της θεϊκής υπόσχεσης). «Ο πολυμέριμνος και δίχως εμπιστοσύνη ορθολογιστής σύγχρονος άνθρωπος δυσκολεύεται να κατανοήσει και να αποδεχθεί το μέγα μυστήριο του θαύματος, το πέραν της λογικής, το υπέρλογο», υποστηρίζει ο πατήρ Μωυσής. «Είναι κατανοητή η δυσκολία του και η τυχόν καχυποψία του στο φαινόμενο του θαύματος κι εξηγείται λόγω αγωγής, συνθηκών και περιβάλλοντος. Το χειρότερο βέβαια είναι η αδιαφορία. Είναι ένα θαύμα προσκυνητές του Αγίου Όρους να αλλάζουν τον ρου της ζωής τους, να βρίσκουν νόημα, να απορρίπτουν τα περιττά, να βλέπουν την Εκκλησία διαφορετικά και τα τελούμενα σε αυτή με περιεχόμενο ουσιαστικό».
«Στο Άγιο Όρος οι μοναχοί», συνεχίζει ο πατήρ Μωυσής, «έχουν πολλά θαύματα να διηγηθούν με μια απλότητα που μερικές φορές ξενίζει, γιατί τα θεωρούν φυσικά. Το μεγαλύτερο θαύμα είναι μια αυτοανάσταση, η ανάσταση του Χριστού. Οι Αγιορείτες βιώνοντας αυτό το Θαύμα φθάνουν να περιπαίζουν άφοβα ό,τι πιο φοβερό, τον ίδιο τον θάνατο.
Όταν πριν από 22 έτη οι γιατροί μού είπαν ότι είμαι αοθενής και έχω έξι μήνες ζωή, και σήμερα κινούμαι, συνδέθηκα με τη μνήμη του θανάτου, συνδέθηκα με τον Θεό και το θαύμα. Για να έλθει το θαύμα Ο άνθρωπος πρέπει να πονέσει ακόμη, να ταπεινωθεί περισσότερο, να υπομείνει ανδρείος. Έτσι φαίνεται ότι έχουμε να διανύσουμε μακρό δρόμο για την έλευση του θαύματος στη ζωή μας και την ωραιοποίηση της ψυχής που είναι και ο σκοπός ενός θαύματος», θαύματα λοιπόν, ή γεγονότα που τα βιώνει κανείς ως θαύματα, συμβαίνουν. Το θέμα είναι πώς τα κατανοεί καθένας.

ΤΟ ΒΗΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου