ΟΙ
ΔΟΛΟΠΛΟΚΙΕΣ ΤΩΝ ΒΡΕΤΑΝΩΝ
Και
η Τουρκία στον πόλεμο;
Του Βάσου Μαθιόπουλου
Το φθινόπωρο του 1943,
μετά την κατάρρευση του φασισμού και την αλλαγή πολεμικού στρατοπέδου εκ μέρους
της Ιταλίας, που από σύμμαχος του Χίτλερ έγινε «συνεμπόλεμη» των συμμάχων, οι
Αγγλοαμερικανοί επιχείρησαν να παρακινήσουν την Τουρκία να βγει στον πόλεμο στο
πλευρό τους. Για το σκοπό αυτό, κατά την απελευθέρωση ορισμένων νησιών της
Δωδεκανήσου, δε χρησιμοποίησαν παρά ελάχιστες ελληνικές δυνάμεις, κράτησαν δε
σκόπιμα σε άγνοια την ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου —του Εμμανουήλ Τσουδερού—
για τις επιχειρήσεις που σχεδίαζαν οι Άγγλοι στα Δωδεκάνησα. Ακόμα και στη
Σάμο, που την είχαν κατά κύριο λόγο απελευθερώσει δυνάμεις του ελληνικού
πολεμικού ναυτικού και του Ιερού Λόχου, δεν επέτρεψαν οι Άγγλοι στην ελληνική
κυβέρνηση να επικοινωνήσει με τον πληθυσμό. Στόχος ήταν να προσφερθούν τα
Δωδεκάνησα στους Τούρκους, σαν γέρας της εξόδου τους από τον πόλεμο στο πλευρό
των συμμάχων.
Οι Άγγλοι πίεζαν την
Άγκυρα να βγει στον πόλεμο, το φθινόπωρο του 1943, γιατί πίστευαν πως ο
αντίκτυπος που θα είχε η έξοδος τους στους δορυφόρους του Χίτλερ στα Βαλκάνια
θα συνέβαλλε στο να μεταπηδήσουν στο δικό τους στρατόπεδο. Οπότε αυτό που
ήλπιζε πάντα ο Τσώρτσιλ θα γινόταν πραγματικότητα: οι Άγγλοι θα έφταναν στην
Κεντρική Ευρώπη μέσα στο 1944 πολύ συντομότερα από τους Ρώσους, από τα νότια προς
την καρδιά της Γερμανίας και όχι μέσω του δεύτερου μετώπου, που τους πρόσφερε
πολύ αργότερα η απόβαση τους, στις 6 Ιουνίου 1944, στη Νορμανδία.
Αλλά ο Χίτλερ, θέλοντας ν'
αποφύγει ακριβώς κατάρρευση του νότιου μετώπου, που θα επέφερε η έξοδος της
Τουρκίας στον πόλεμο εναντίον του, διέταξε ανακατάληψη των Δωδεκανήσων, γιατί
έτσι θα εξασφάλιζε τη διατήρηση της ουδετερότητας της, όπως κι έγινε. Από τις 3
Οκτωβρίου 1943, άρχισε η γερμανική επίθεση και τελείωσε στα τέλη Νοεμβρίου. Όλα
τα νησιά που είχαν απελευθερωθεί με μεγάλες θυσίες Ελλήνων και Άγγλων —μαζί με
τα Δωδεκάνησα και η Σάμος— καταλήφθηκαν και πάλι από τους Γερμανούς. Και ίσως η
κατάληψη αυτή να συνέβαλε στο ν' αποφευχθεί η παραχώρηση τους στην Τουρκία από
την Αγγλία αν εξακολουθούσε να τα διαθέτει σαν... ενέχυρο.
Το κατά πόσο αυτό
αποτελούσε αποφασισμένη προοπτική του Λονδίνου τη στιγμή εκείνη αποδεικνύεται
από το γεγονός ότι ο Άγγλος υπουργός Εξωτερικών, σερ Άντονυ Ήντεν, προσκάλεσε
τον Τούρκο συνάδελφο του στο Κάιρο, στις 5 Νοεμβρίου 1943. Ο Νουμάν Μενεμετζόγλου
έφτασε στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα αποφασισμένος να κωλυσιεργήσει και ν'
αποφύγει οριστική δέσμευση για το πότε θα βγει η Τουρκία στον πόλεμο. Ακριβώς η
ανακατάληψη των νησιών του Αιγαίου από τους Γερμανούς παρέσυρε την Άγκυρα στην
εντύπωση ότι έπρεπε να καιροσκοπήσει γι' άλλη μια φορά. Τρεις μέρες αγωνίστηκε
ο Ήντεν να πείσει τον Μενεμετζόγλου να κάνει το μεγάλο βήμα αλλά μάταια.
«Κανείς δεν μπορεί να
είναι τόσο κουφός όσο ένας Τούρκος που δεν θέλει να πειστεί», συμπέρανε με
αγανάκτηση ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών στο σχόλιο του που τηλεγράφησε στον
πρωθυπουργό του.
Ιερολοχίτες αλεξιπτωτιστές έτοιμη για ρίψη του στη Σάμο
Φαίνεται ότι οι
παραχωρήσεις που θα πρόσφερε —σε βάρος άλλων πάντοτε και κατά κύριο λόγο της
Ελλάδας— ο Άγγλος υπουργός κρίθηκαν ασύμφορες από την Άγκυρα. Αν τα Δωδεκάνησα
τη στιγμή εκείνη των τριήμερων συνομιλιών βρίσκονταν υπό βρετανική κυριαρχία, ίσως
το δόλωμα να έπιανε για την Τουρκία, που θα την καλούσε το Λονδίνο να τα
συγκαταλάβει εν όψει της συμμαχικής πια κοινής πολιτικής, φυσικά με αντάλλαγμα
την έξοδο της στον πόλεμο εναντίον του Άξονα. Αλλά, ακριβώς τη στιγμή που ο
Τούρκος υπουργός βρισκόταν στο Κάιρο κι έκανε μυστικοσυμβούλια με τον Ήντεν
ορίζοντας το τίμημα της τουρκικής συμμετοχής στον πόλεμο, ο Χίτλερ
ανακαταλάμβανε τα Δωδεκάνησα κι έσπρωχνε έτσι πάλι την Τουρκία πίσω στο καβούκι
της ουδετερότητας.
Δεκατέσσερις μήνες
αργότερα, το Λονδίνο ζητάει πάλι την υποστήριξη της Τουρκίας. Τώρα ενεργητικά,
εναντίον κοινού συμμάχου: της Ελλάδας. Γιατί και η Μεγάλη Βρετανία και η
Τουρκία ήταν με πολλαπλά σύμφωνα σύμμαχες χώρες της Ελλάδας. Αλλά και η
ενέργεια αυτή ήταν βέβαια προετοιμασμένη και θα υπήρχαν και σχετικές εισηγήσεις
του Φόρεϊν Όφις. Το παλιό «αυτοκρατορικό» κατεστημένο καθόριζε με πρίσμα
μακροπρόθεσμο τους στόχους της βρετανικής εξωτερικής —και αποικιακής, ακόμα
τότε πολιτικής. Χαρακτηριστικό είναι
ότι σε όλο τον πόλεμο ήταν αμέσως κάτω από τον Ήντεν, μόνιμος υφυπουργός των
Εξωτερικών, ο σερ Αλεξάντερ Κατόγκαν. Αυτός διαχειριζόταν ουσιαστικά «τις
λεπτομέρειες». Και στο ελληνικό ήταν ο μοχλός —προσωπικός φίλος του Γεωργίου
του Β — της φιλομοναρχικής πολιτικής του Φόρεϊν Όφις σε όλη τη διάρκεια της
κατοχής.
Τώρα, πριν κάνει ο
Ουίνστων Τσώρτσιλ την πρόσκληση προς την Άγκυρα, είναι βέβαιο, πως θ' άκουσε
τις εισηγήσεις ανάλογων σταθερών και αμετακίνητων σε πολεμική νοοτροπία
παραγόντων, όπως ο Κατόγκαν. Πριν φτάσει στο στάδιο αυτό, όμως, είχαν
μεσολαβήσει άλλα γεγονότα τα οποία είχαν στρέψει, ενώ ο πόλεμος βρισκόταν στο
δυτικό μέτωπο σε πλήρη ανάπτυξη, ολόκληρη σχεδόν την προσοχή του Άγγλου
πολιτικού ηγέτη στην Αθήνα.
Σε
τι απέβλεπε τότε ο Τσώρτσιλ;
Αν η πρόσκληση του
Ουίνστων Τσώρτσιλ προς την Τουρκία να στείλει στρατό κατοχής στην Ελλάδα, το
Δεκέμβριο του 1944, με μορφή αστυνομικών δυνάμεων μετουσιωνόταν σε πράξη, οι
συνέπειες δεν είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Θα χρησιμοποιούνταν Τούρκοι για ν'
αντιμετωπίσουν Έλληνες και φυσικά θα έμεναν και μετά τις μάχες του Δεκεμβρίου
στην Αθήνα, όπως έμειναν και τα βρετανικά στρατεύματα δύο χρόνια μετά τον
τερματισμό του πολέμου για να ελέγχουν «την τάξη». Το πώς τελικά έλεγχαν την
τάξη, φάνηκε από την έκθεση των επτά Βρετανών βουλευτών, που επισκέφθηκαν την
Ελλάδα το καλοκαίρι του 1946 και η έκθεση τους προκάλεσε σεισμό στην Αγγλία για
την αντικειμενικότητα της. Εκεί τονίστηκε η άγρια τρομοκρατία δεξιών συμμοριών,
που υπό την πλήρη ανοχή των Αρχών, αν όχι την ενθάρρυνση τους, δολοφονούσαν,
εδήωναν και λήστευαν την ύπαιθρο κάτω από τα μάτια των αγγλικών στρατιωτικών
δυνάμεων που παρέμεναν ουδέτερες!
Αλλά, αν μαζί με τους
Άγγλους υπήρχαν σαν χωροφύλακες και Τούρκοι και έπαιρναν εντολή να διαλύσουν
διαδηλώσεις, το αίμα που θα χυνόταν θα σφράγιζε μια αναζωπύρωση της
παλιάς ελληνοτουρκικής διαμάχης, που είχαν τερματίσει ο Ελευθέριος
Βενιζέλος και ο Κεμάλ Ατατούρκ.
Τι κόστος θα είχε για την
Ελλάδα μια ελληνοτουρκική διαμάχη τις παραμονές και κατά τη διάρκεια του
εμφυλίου πολέμου δεν μπορεί βέβαια να υπολογιστεί εκ των υστέρων. Σε κάθε
περίπτωση, η τουρκική βουλιμία, που προφανέστατο είναι πως ζήτησε
απραγματοποίητα πράγματα από τον Τσώρτσιλ για να στείλει στρατό κατοχής στην
Ελλάδα το Δεκέμβριο του 1944, ήταν η αιτία να μείνει η αγγλική αχαρακτήριστη
πρόσκληση χωρίς συνέχεια. Έμεινε όμως χρήσιμο ιστορικά δεδομένο, και για τις
ερχόμενες γενιές, για τα μέσα που δε διστάζουν να χρησιμοποιήσουν οι μεγάλοι «σύμμαχοι»,
όταν οι μικροί τολμήσουν να πιστέψουν πως μπορούν ν' αποκτήσουν αυτοδιάθεση.
Από το βιβλίο του ΒΜ «Ο Δεκέμβριος
του 1944»
Χριστούγεννα
1942: Η πισώπλατη μαχαιριά της Τουρκίας
Η Ελλάδα γονατισμένη κάτω
από τη ναζιστική Κατοχή βιώνει τον χειρότερο λιμό από την εποχή της
Αρχαιότητας, με χιλιάδες νεκρούς από πείνα στα περισσότερα μεγάλα αστικά
κέντρα.
Η Τουρκία από τον Ιούνιο
του 1941 είχε υπογράψει «σύμφωνο φιλίας» με τη ναζιστική Γερμανία, και ένα
χρόνο αργότερα (Ιούνιος 1942) εμπορική συμφωνία για την τροφοδοσία των
ναζιστικών δυνάμεων με τα απαραίτητα για την κατασκευή όπλων μέταλλα (ιδίως
χρώμιο).*
Όσοι παρακολουθούν
διαχρονικά την πορεία της Τουρκίας από το κίνημα των Νεότουρκων (1908) μέχρι
σήμερα, θεωρούν πως όλες ανεξαιρέτως οι διαχρονικές, αποφασιστικές ενέργειες
της Τουρκίας διαθέτουν κάποια ιδιαίτερα κοινά χαρακτηριστικά: Είναι ύπουλες
(πισώπλατες), μεθοδευμένες, θρασύτατες και γίνονται συνήθως εκ του ασφαλούς
μέσα σε ένα ήδη διαμορφωμένο πλαίσιο το οποίο θεωρούν ότι παρέχει την
«κατάλληλη ευκαιρία». Αν αποτύχουν, δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα να
κάνουν «στροφή 180 μοιρών».
Ο Ισμέτ Ινονού είχε ήδη
μυριστεί την «κατάλληλη ευκαιρία» προκειμένου να εξοντώσει όσους Έλληνες,
Αρμένιους και Εβραίους είχαν καταφέρει να επιβιώσουν στην Κωνσταντινούπολη και
ζούσαν ακόμα στην Τουρκία, όπως ακριβώς ένας καρχαρίας μυρίζεται το ανθρώπινο
αίμα από κάποιο ναυάγιο.
Ολόκληρος ο πλανήτης ήταν
απασχολημένος με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα βρισκόταν σε πόλεμο, και η
Τουρκία, κρυμμένη πίσω από την επιτήδεια ουδετερότητα και το «σύμφωνο φιλίας»
με τη ναζιστική Γερμανία που ήταν ήδη έτοιμο από τις αρχές του 1941, είχε
λυμένα τα χέρια της. Άρα, υπήρχε η «κατάλληλη ευκαιρία».
Έτσι τον Μάιο του 1941,
λίγες μόλις βδομάδες μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, η οποία είχε
ξεκινήσει από τις 6 Απριλίου 1941, η Τουρκία κήρυξε γενική επιστράτευση των μη
μουσουλμάνων νέων ηλικίας από 20 έως 45 ετών.
Όλος ο ανθός, η αφρόκρεμα
της μη μουσουλμανικής νεολαίας της Κωνσταντινούπολης οδηγήθηκε στα βάθη της
Ανατολής με στόχο τη φυσική της εξόντωση. Η οξύτατη διαφωνία του δίδυμου
Ινονού-Σαράτσογλου με τον στρατάρχη Φεβζί Τσακμάκ, ο οποίος φοβόταν τις πιθανές
συνέπειες μιας νέας γενοκτονίας, δεν επέτρεψε την εν ψυχρώ εκτέλεση των
επιστρατευμένων, έτσι η επιστράτευση περιορίστηκε στην εκτέλεση καταναγκαστικών
έργων.
Ο πρόεδρος Ισμέτ Ινονού
όμως δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος. Κάλεσε τον πρωθυπουργό Σουκρού
Σαράτσογλου και του ανέθεσε το έργο της οικονομικής ή φυσικής εξόντωσης των μη
μουσουλμανικών πληθυσμών με «όπλο» έναν έκτακτο φόρο περιουσίας που θα ήταν
τόσο εξωφρενικός ώστε πρώτα οι «υπόχρεοι» θα αδυνατούσαν να πληρώσουν και στη
συνέχεια θα τους δινόταν η μεγαλόψυχη «ευκαιρία» να τον εξοφλήσουν με
καταναγκαστική εργασία. Υπολογίζεται ότι για την εξόφληση του φόρου που επιβλήθηκε
σε κάθε Έλληνα, Αρμένη ή εβραίο αλλά δεν κατέστη δυνατό να πληρωθεί, απαιτείτο
καταναγκαστική εργασία διακοσίων έως τριακοσίων ετών προκειμένου να εξοφληθεί!
Ο Τούρκος πρωθυπουργός δεν
έχασε χρόνο. Σχεδίασε προσεκτικά τα βήματα που έπρεπε να γίνουν ένα προς ένα:
Πρώτα έπρεπε να
προετοιμαστεί το κατάλληλο κλίμα στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ο τουρκικός Τύπος
άρχισε σταδιακά να εξαπολύει μια εκστρατεία μίσους και φανατισμού εναντίον των
μη μουσουλμάνων – Ελλήνων, Αρμενίων, Εβραίων. Όλα τα δεινά της Τουρκίας
φορτώνονταν στις πλάτες των μειονοτήτων, και βέβαια στην οικονομική ευημερία
που απολάμβαναν.
Δεύτερον, ανασύρθηκε ένας
νόμος που είχαν ετοιμάσει το 1914 οι Νεότουρκοι για την «ανάπτυξη της τουρκικής
οικονομίας» με πλιάτσικο των χριστιανικών περιουσιών της Τουρκίας.
Ξεσκονίστηκε, καθαρογράφτηκε, συμπληρώθηκε και παρουσιάστηκε από τον υφυπουργό
οικονομικών Εσαάτ Τεκελί στον πρωθυπουργό Σαράτσογλου. Ο τελευταίος ζήτησε από
τον σεσημασμένο για σφαγές άμαχων Ελλήνων Fuat Agrali, τη δημιουργία ενός
μικρού διευθυντηρίου που θα εφάρμοζε το νόμο. Μέλη του ορίστηκαν οι Faik Ökte,
(έφορος Κωνσταντινούπολης) και Mumtaz Tarham τους οποίους ο Fuat Agrali
παρουσίασε στον Τούρκο πρωθυπουργό με τα εξής λόγια: «Αυτά τα δύο παλληκάρια θα
εφαρμόσουν το νόμο μας στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη».
Το επόμενο βήμα ήταν η
μυστική συνεδρίαση του κυβερνώντος Λαϊκού Κόμματος, κατά τη διάρκεια της οποίας
ο Τούρκος πρωθυπουργός έδωσε εγγυήσεις πως ο νέος νόμος για τον έκτακτο φόρο
περιουσίας, το βαρλίκι, στην πράξη θα εφαρμοστεί μόνο στις μειονότητες. Εξήγησε
ότι έπρεπε, για τα μάτια, να υπάρχει και ένας φόρος για Τούρκους, αλλά θα ήταν
μικρός και συμβολικός, έτσι για να τηρηθούν στοιχειωδώς τα προσχήματα. Αμέσως
μετά, η τουρκική Βουλή ψήφισε σε μια συνεδρίαση το νόμο 4305 με 17 άρθρα, στις
12 Νοεμβρίου 1942.
Ο νόμος 4305 διαχώρισε με
επίσημο, ρατσιστικό τρόπο τους φορολογούμενους σε τέσσερις κατηγορίες:
Μουσουλμάνους, Γκιαούρηδες (Έλληνες, Αρμένιους, Εβραίους), όσους άλλαξαν την
πίστη τους και έγιναν μουσουλμάνοι (Donme), και τέλος όλους τους ξένους υπηκόους.
Καθορίστηκαν επιτροπές με
έξι μέλη που όριζαν το ποσό του φόρου για κάθε φορολογούμενο ξεχωριστά (δύο
εφοριακοί, δύο μέλη Τοπικής Αυτοδιοίκησης που ήταν φανατισμένα μέλη του Λαϊκού
Κόμματος, και δύο μουσουλμάνοι – μέλη του Εμπορικού Επιμελητηρίου της
Κωνσταντινούπολης).
Στο βιβλίο Η συμφορά του
φόρου Βαρλίκι (Varlık Vergisi Faciası) ο έφορος Κωνσταντινούπολης Faik Ökte μας
περιγράφει με ποιον τρόπο οριζόταν το ποσό του φόρου, αφού πρώτα εξεταζόταν ο
φάκελος του θύματος και βεβαιώνονταν το θρήσκευμα και η εθνικότητα του:
- Πόσο θα πληρώσει αυτός;
- 500.000 λίρες πρότεινε
ένα μέλος της επιτροπής.
- Όχι, όχι. 1.000.000
λίρες, αντιπρότεινε ένα άλλο.
- Πείτε ένα ενδιάμεσο ποσό
να τελειώνουμε, επενέβαινε ένας τρίτος.
Αν σε έναν χριστιανό
φορολογούμενο επιβαλλόταν 5.000 λίρες φόρος για ένα μικρό κατάστημα, στον
μουσουλμάνο του διπλανού ακριβώς καταστήματος επιβαλλόταν φόρος μόνο 5 λιρών.
Το ποσό του φόρου που
επιβαλλόταν δεν επιδέχονταν καμία έφεση. H προθεσμία πληρωμής ορίστηκε σε 15
ημέρες. Τυχόν καθυστέρηση πληρωμής για τη μεν πρώτη εβδομάδα σήμαινε πρόστιμο
1%, για τη δεύτερη 2% κ.ο.κ. Μετά την παρέλευση ενός μηνός ακολουθούσε
κατάσχεση της ακίνητης περιουσίας, σύλληψη και εκτόπιση σε στρατόπεδα
καταναγκαστικής εργασίας με ημερήσια «αμοιβή» 2 λιρών η οποία «συμψηφιζόταν» με
την οφειλή του εκτοπισθέντος.
Οι φορολογικοί κατάλογοι
δημοσιεύτηκαν από τις τουρκικές Αρχές τις παραμονές των Χριστουγέννων του 1942.
Ο πανικός απλώθηκε στην έντρομη μειονότητα που γέμισε όλες τις εφημερίδες με
αγγελίες πώλησης ακινήτων Ελλήνων, Αρμενίων και εβραίων. Σύμφωνα με όσα
καταγράφει στο βιβλίο του ο έφορος της Κωνσταντινούπολης Faik Ökte, στο τέλος
του 1942 αγοραστή έψαχναν απεγνωσμένα μέσα από εφημερίδες 8 εργοστάσια, 7 στοές
σε κεντρικά σημεία, 80 πολυκατοικίες, 230 σπίτια, 97 μαγαζιά και 190 οικόπεδα!
Όπως ήταν φυσικό, οι τιμές
κατρακύλησαν αμέσως με αποτέλεσμα να ξεπουλιούνται ολόκληρες περιουσίες για ένα
κομμάτι ψωμί.
Όσοι δεν κατάφεραν να
εξοφλήσουν τον φόρο που τους επέβαλαν οι τουρκικές Αρχές άρχισαν, να βλέπουν,
μετά την 7η Ιανουαρίου 1943, τα ονόματα τους στις εφημερίδες. Η περιουσία τους
κατάσχονταν και οι «υπόχρεοι» οδηγούνταν σε καταναγκαστικά έργα στο Άσκαλε, που
θεωρείται η Σιβηρία της Ανατολής, ώστε να επισπευστεί η φυσική τους εξόντωση
από τις καιρικές συνθήκες και την καταναγκαστική εργασία που ξεκινούσε από τις
5 το πρωί και τέλειωνε στις 7 το απόγευμα.
Τον Σεπτέμβριο του 1943 η
εφημερίδα New York Times δημοσίευσε ένα άρθρο για την πισώπλατη μαχαιριά της
Τουρκίας, και η Τουρκική Εθνοσυνέλευση, χωρίς καθυστέρηση, αποφάσισε την άμεση
διαγραφή των φόρων που δεν είχαν εισπραχθεί ακόμα. Τρεις μήνες αργότερα
(Δεκέμβριος 1943) αποφασίστηκε η διάλυση των ταγμάτων εργασίας και η επιστροφή
των «οφειλετών» στα σπίτια τους. Όσοι άντεξαν τις κακουχίες και κατάφεραν να
επιστρέψουν, ήσαν κυριολεκτικά αγνώριστοι. Από τους 1.229 πλούσιους
μειονοτικούς που δεν μπόρεσαν να πληρώσουν τον υπερβολικό φόρο και βρέθηκαν στα
τάγματα εργασίας, ένας στους τρεις δεν κατάφερε να γυρίσει πίσω. Πλήθος
μαρτυρίες καταγράφουν συγκλονιστικές λεπτομέρειες μιας ακόμα μαύρης σελίδας
στην ιστορία της σύγχρονης Τουρκίας.
Ο νόμος 4305 καταργήθηκε
οριστικά στις 15 Μαρτίου 1944, όταν ο Ρωσικός στρατός έφθασε νικητής στα σύνορα
της Ρουμανίας και η Τουρκία προσπάθησε να εξαφανίσει τα ίχνη του αποτρόπαιου
εγκλήματος που διέπραξε.
Μόλις η ήττα των Γερμανών
κατέστη βέβαιη, η Τουρκία έσπευσε «να κηρύξει τον πόλεμο στην Γερμανία» (23
Φεβρουαρίου 1945).
Συμπέρασμα
Η μελέτη και η πλήρης
γνώση των ιστορικών γεγονότων που σημάδεψαν και σημαδεύουν την σύγχρονη πορεία
Ελλάδας και Τουρκίας, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κήρυγμα μίσους προς την
απέναντι όχθη του Αιγαίου. Αντίθετα, ένα χέρι φιλίας μόνιμα απλωμένο, με ειλικρίνεια
και αμοιβαίο σεβασμό, δίνει ελπίδα στις επόμενες γενιές να πετύχουν κάποτε αυτό
που οι παλαιότερες δεν κατάφεραν.
Η μελέτη όμως και η πλήρης
ιστορική γνώση αποτελεί εθνική υποχρέωση γιατί η λήθη του κακού είναι η άδεια
για την επανάληψή του. Και η Τουρκία στις μέρες μας, με εξωπραγματικές
νεοοθωμανικές φαντασιώσεις, αποτελεί έναν μεγάλο κίνδυνο για τη σταθερότητα,
την ασφάλεια και την ειρήνη σε ολόκληρη την Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια.
Σε ό,τι πάντως μας αφορά,
δεν υπάρχει πιο καταλυτικό, πιο ισχυρό όπλο των Ελλήνων εναντίον των
προβληματικών μας γειτόνων, από την πλήρη γνώση της ιστορίας μας!
Λεωνίδας Κουμάκης
(Αναδημοσίευση από το
analyst.gr)
http://www.pontos-news.gr/article/144947/hristoygenna-1942-i-pisoplati-mahairia-tis-toyrkias
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου