Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2016

Μ. Α. ΜΠΟΥΝΤΟΥΡΙΔΗ: Τα λάθη της επιστήμης ή των επιστημόνων;



Τα λάθη της επιστήμης ή  των επιστημόνων;
Του Μ. Α. ΜΠΟΥΝΤΟΥΡΙΔΗ*
Μερικοί θα αναρωτιόντουσαν, αφού η επιστήμη είναι γενικώς μια δραστηριότητα των ανθρώπων και είναι ένα τυπικό χαρακτηριστικό των ανθρώπων να κάνουν λάθη, τότε τι φυσικότερο από το να υπάρχουν λάθη της επιστήμης; Για να δούμε όμως πώς έχουν τα πράγματα, ας δεχθούμε αρχικά έναν πρόχειρο προσδιορισμό της επιστήμης σαν μια διαδικασία παραγωγής (διάδοσης, επεξεργασίας κλπ.) γνώσεων, οπότε τίθεται το ερώτημα για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των γνώσεων της επιστήμης. Κάτι που μπορεί να απαντηθεί από δύο διαφορετικές πλευρές.
Πρώτον, το αντικείμενο της επιστήμης διαρθρώνεται σε ένα σχετικά αυτόνομο πεδίο λόγου (θεωρίας - πράξης) και αποκρυσταλλώνεται ο σχηματισμός του ιδιόμορφου σώματος της επιστημονικής γνώσης με βάση κάποια ευδιάκριτα εσωτερικά κριτήρια. Σίγουρα αυτή είναι μια στάσιμη συμβατική άποψη και ίσως από μια ορισμένη οπτική να μην αντέχει μπροστά στην ιστορική διάσταση της εξέλιξης - ροής των γνώσεων. Αλλά εδώ είναι που υπεισέρχεται η δεύτερη έννοια για την ιδιαιτερότητα της επιστήμης: η επιστημονική διαδικασία διαμορφώνεται (και κάποτε διαμορφώνει), μέσα από συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις, σε ένα συγκεκριμένο οικονομικό και πολιτιστικό περίγυρο, έτσι ώστε (κάτι αυτονόητο) το προϊόν της να καταγράφεται σαν ανθρώπινη γνώση, εννοείται, εξειδικευμένου χαρακτήρα.
Μια μικρή διευκρίνιση. Με τη δεύτερη έννοια της ιδιαιτερότητας της επιστήμης, δεν αποσκοπούμε να συζητήσουμε για το κατά πόσο ο χαρακτήρας της επιστήμης είναι γενικώς ανθρωποκεντρικός ή ειδικότερα επηρεασμένος από ανθρωπολογικούς ή γεωπολιτικούς παράγοντες (π.χ., δυτική ή ανατολική επιστήμη). Απλώς, ενδιαφερόμαστε για την οριοθέτηση του τμήματος της επιστήμης που απορροφά τα κοινωνικό στοιχεία των ανθρώπων - υποκειμένων της επιστημονικής διαδικασίας. Μετά από μια τέτοια λοιπόν μεθοδολογική διάκριση, μπορούμε να δούμε την ιδιαιτερότητα της επιστήμης με δύο συμπληρωματικές έννοιες, αφενός σαν επιστημονική γνώση και αφετέρου σαν ανθρώπινη γνωστική διαδικασία.
Ο εντοπισμός τώρα λαθών στην επιστημονική γνώση μοιάζει με οξύμωρο σχήμα. Το περιεχόμενο, τη δεδομένη στιγμή, της επιστημονικής γνώσης είναι συγκροτημένο κάτω από το συνολικό πλαίσιο της εσωτερικής λογικής, με την οποία λειτουργεί η συγκεκριμένη επιστημονική γνώση σαν τέτοια. Αν όμως αυτή η λογική αντικειμενικά και ουσιαστικά ταυτίζεται με τις αποδεδειγμένες ή τις καθιερωμένες ή τις συμβατικές «αλήθειες» που περικλείει η επιστημονική γνώση, πώς μπορεί να επιτρέψει την ύπαρξη λαθών που θα ανέτρεπαν τη συνεκτικότητα της; Τέτοιοι προβληματισμοί συναντώνται στην ιστορία και τη φιλοσοφία των επιστημών. Ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη είναι η συμβολή του Thomas Kuhn για τη δομή των επιστημονικών επαναστάσεων και την ανάδειξη της σημασίας του παραδείγματος στη δυναμική των κοσμοθεωρήσεων.
Φυσικά, τα προηγούμενα δεν σημαίνουν ότι αποκλείονται οι κάθε είδους παρεκκλίσεις από την κατεστημένη επιστημονική ορθοδοξία. Πράγματι, σε πολλές περιπτώσεις, διακρίνεται ένας «ομοιογενοποιητικός» (συνθετικός, διορθωτικός) συλλογικός μηχανισμός, που εξασφαλίζει μια κοινή ανοικτή στάση ισορροπίας μέσα στη δυναμική των διαπλεκόμενων κατευθύνσεων του επιστημονικού γίγνεσθαι. Από την άλλη μεριά, το γεγονός είναι ότι για να χαρακτηρισθούν (να καταδικασθούν) οι ενδεχόμενες αιρετικές αποκλίσεις σαν λάθη, συνήθως χρειάζονται να μεσολαβήσουν εξωτερικά κριτήρια και μετατοπισμένες σκοπιμότητες που ξεφεύγουν από το καλώς εννοούμενο πνεύμα της επιστήμης.
Άρα λοιπόν, είναι αξιόλογο με την έννοια της συγκεκριμένης (χρονικά και εννοιολογικά) επιστημονικής γνώσης να μην υπάρχουν περιθώρια για λάθη. Εκτός εάν υιοθετηθεί μια διαχρονική οπτική και συγκριθούν οι επιστημονικές γνώσεις που επικρατούσαν σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους. Όμως ακόμη και τότε, σπάνια χαρακτηρίζεται σαν λάθος η σχετική ανεπάρκεια της μιας από τις «δύο» επιστημονικές γνώσεις, που μπορεί να αποδοθεί στην αλλαγή του εννοιολογικού (έννοιες) ή μεθοδολογικού (θεωρία) ή εργαλειακού (πρακτικά δεδομένα, πείραμα) σκηνικού που επιτυγχάνεται με νέες ιδέες, νέες ανακαλύψεις, περισσότερη έρευνα.
Παρεμπιπτόντως, σύμφωνα με τον Karl Popper, το ενδεχόμενο της ανατροπής μιας επιστημονικής θεωρίας (κριτήριο της διαψευσιμότητας) έχει μεγάλη σημασία για την επιστημολογική αξία της θεωρίας. Άλλωστε, το έδαφος όπου θα μπορούσε εύκολα να ριζώσει η προοπτική του λάθους δεν είναι παρά το συμπαγές έδαφος της σιγουριάς των κλειστών και παγιωμένων θεωριών. Αλλά μια τέτοια στεγανώς αυτοπροσδιοριζόμενη γνωσολογική κατασκευή μπορεί αργά ή γρήγορα να σπάσει και να ανοίξει κάτω από το βάρος της αδράνειας της ή από τη διαβρωτική λειτουργία των ανοικτών δομών στη σφαίρα της επιστήμης και των ιδεών. Ίσως να τολμούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι αυτή είναι μια κατάσταση μάλλον αναπόφευκτη στις συνθήκες της ανεμπόδιστης επικοινωνίας του σύγχρονου κόσμου.
Αν .τώρα λάβουμε υπόψη μας το αυτονόητο γεγονός ότι η «σιγουριά» ή η «κλειστότητα» των επιστημών είναι η «σιγουριά» ή η «κλειστότητα» των επιστημόνων, μπορούμε αμέσως να καταλήξουμε στη διαπίστωση πως το θέμα των λαθών της επιστήμης (εννοούμενης σαν ανθρώπινης γνωστικής διαδικασίας) μπορεί να αναχθεί στη σφαίρα της συμπεριφοράς και της ψυχολογίας των επιστημόνων, δηλαδή, στα λάθη των επιστημόνων. Δεν θα μας απασχολήσουν εδώ θέματα ηθικής, ευθύνης και δεοντολογίας, θα κάνουμε μόνο μια σύντομη και αποσπασματική νύξη για δυο κατηγορίες παραδειγμάτων λαθών, κάποια σφάλματα και κάποιες απάτες. Περιττό να τονίσουμε ότι η αλόγιστη καταδίκη του συνόλου (είτε σαν αντικείμενο/περιοχή γνώσεων - η επιστήμη - ή σαν υποκείμενο/φορείς γνώσεων - οι επιστήμονες) αποπροσανατολίζει (τουλάχιστον) από την καρδιά του προβλήματος.
Τα γνωστά επιστημονικά σφάλματα οφείλονται συνήθως σε σοβαρές παραλείψεις, λανθασμένους σχεδιασμούς ή αδέξιους χειρισμούς. Η περιβόητη τρύπα του όζοντος παρέμεινε ανεξιχνίαστη για πολλά χρόνια, λόγω ενός λάθους στον σχεδιασμό του σχετικού προγράμματος. Σφάλματα σε συστήματα υπολογιστών έτυχε να προξενήσουν θύματα και καταστροφές. Άφθονα τα παραδείγματα, από στρατιωτικές και ιατρικές εφαρμογές, ως την ασφάλεια των πτήσεων.
Υπάρχουν όμως και οι περιπτώσεις καταγγελιών για παραπτώματα, που έγιναν κατά τη διάρκεια επιστημονικών ερευνών, μαζί με κατηγορίες για παραβάσεις καθήκοντος και για επιστημονικές παραποιήσεις. Στο βιβλίο του Robert Bell με τίτλο «Ακάθαρτη Επιστήμη» (Impure Science: Compromise and Political Influence in Scientific Research, John Wiley, New York, 1992) απαριθμούνται ένα πλήθος τέτοιων περιπτώσεων που συγκλόνισαν την αμερικανική κοινή γνώμη και απετέλεσαν το αντικείμενο μιας γενικευμένης συζήτησης πάνω στους υπαρκτούς κινδύνους για την εμφάνιση φαινομένων απάτης στους επιστημονικούς χώρους. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τις υποθέσεις Breuning, Darsee και Baltimore, τις συνταρακτικές λεπτομέρειες των οποίων μπορεί να βρει κανείς στο βιβλίο αυτό.
*Ο κ. Μωυσής Α. Μπουντουρίδης εί­ναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πολυτεχνείο Πατρών
ΤΟ ΒΗΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου