Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2016

ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ : Οι παγκόσμιες προκλήσεις στον 21ο αιώνα




Μια αμερικανική ακαδημαϊκή προσέγγιση
Οι παγκόσμιες προκλήσεις στον 21ο αιώνα
Άμεσα επηρεαζόμενη η Ελλάδα
Του ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ Πρέσβη ε.τ.
Οι αναλύσεις ακαδημαϊκών, πολιτικών αναλυτών, κ.ά., για τα διεθνή θέματα και τις διεθνείς εξελίξεις συνήθως περνάνε απαρατήρητες όταν παρουσιάζονται. Στη συνέχεια είτε επαληθεύονται είτε διαψεύδονται ή και ανασκευάζονται από τους ίδιους τους συγγραφείς.
Κλασική περίπτωση η τελευταία, το γνωστό βιβλίο του αμερικανού συγγραφέα Φουκουγιάμα με τίτλο «Τέλος της Ιστορίας», το οποίο συνέγραψε ευθύς μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων το 1989. Αντίθετα, εκείνο ενός άλλου επίσης αμερικανού πολιτικού επιστήμονα στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ Σάμιουελ Χάντινγκτον με τίτλο «Οι συγκρούσεις των πολιτισμών», παρά τις εμφανείς σκοπιμότητες που εξυπηρετούσε όταν γράφτηκε και τις πολλές και βάσιμες κριτικές που δέχτηκε σε Αμερική και Ευρώπη, επαληθεύθηκε, σε μεγάλο βαθμό, με τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή και το αντιδυτικό μένος των ισλαμιστών.
Ατυχώς, λίγοι είναι εκείνοι που προσέχουν και μελετούν τις αναλύσεις για τα διεθνή δρώμενα, τρέχοντα ή μελλούμενα. Πρόσφατα, ο διευθυντής της Διπλωματικής Ακαδημίας του υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβης κ. Φραγκίσκος Βέρρος, είχε την έμπνευση να προσκαλέσει έναν διακεκριμένο ομιλητή, τον αμερικανό καθηγητή και πρύτανη στο Fletcher School of Law and Diplomacy στο Πανεπιστήμιο Tufts κ. James Stavrides, ελληνικής, όπως προδίδει και το επώνυμό του, καταγωγής. Ο ομιλητής δεν είναι μόνο ένας πανεπιστημιακός καθηγητής. Είναι ναύαρχος ε.α., διατελέσας και ανώτατος στρατιωτικός διοικητής των νατοϊκών δυνάμεων (SACEUR) στις Βρυξέλλες. Η διπλή αυτή ιδιότητά του επαυξάνει το ενδιαφέρον και τη σημασία για όσα είπε και απάντησε στο ακροατήριο στη Διπλωματική Ακαδημία, κατά τη διάλεξή του με θέμα «Παγκόσμιες προκλήσεις και ευκαιρίες στον 21ο αιώνα».
 Από τις προκλήσεις που μπορούν να απειλήσουν τη διεθνή κοινωνία ο ομιλητής κατονόμασε: α) Την τρομοκρατική οργάνωση ISIS ή Ισλαμικό Κράτος. Β) Τη Βόρειο Κορέα, την οποία χαρακτήρισε ως το πλέον «επικίνδυνο κράτος του κόσμου», λόγω των πυρηνικών όπλων που διαθέτει. γ) Το Προσφυγικό - Μεταναστευτικό, το οποίο συνδύασε με την κρίση στη Μέση Ανατολή (Συρία - Ιράκ). δ) Τη σύγκρουση ή διαμάχη σιιτών - σουνιτών. ε) Το Ουκρανικό. Στις παραπάνω προκλήσεις συμπεριέλαβε, δευτερευόντως, και τα Βαλκάνια, τα οποία, όπως είπε, τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν μια σχετική ηρεμία, αλλά δεν επιτρέπεται εφησυχασμός.
Ο ομιλητής, συνειδητά ή ασυνείδητα, παρέλειψε και άλλες προκλήσεις παγκόσμιου ή περιφερειακού χαρακτήρα. Κάλλιστα θα μπορούσε να συμπεριλάβει και τις αμφισβητήσεις διεθνών συνθηκών, στις οποίες θεμελιώνεται και βασίζεται η διεθνής ειρήνη και σταθερότητα. Σε αυτήν την κατηγορία περίοπτη θέση καταλαμβάνει η Τουρκία του Ερντογάν, με τις γνωστές άτοπες θέσεις του για τη Συνθήκη της Λωζάννης. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί ότι οι περισσότερες από τις διεθνείς προκλήσεις που ανέφερε ο αμερικανός πανεπιστημιακός και όσες ακόμη παράλειψε επηρεάζουν άμεσα τη χώρα μας, η οποία γεωπολιτικά βρίσκεται σε μια από τις πλέον ευαίσθητες περιοχές του κόσμου.
Είναι κατανοητό ότι οι περισσότερες κυβερνήσεις έχουν ως πρώτο μέλημα την καθημερινότητα του πολίτη (απασχόληση, υγεία, παιδεία κ.λπ.). Τα θέματα εξωτερικής πολιτικής, συνήθως, τυγχάνουν δευτερεύουσας και μη εμφανούς προσοχής. Η Ελλάδα, εκτός από τις διεθνείς, αντιμετωπίζει και εθνικές προκλήσεις. Εν πρώτοις το Κυπριακό, ακολουθεί ο χειρισμός των ελληνοτουρκικών σχέσεων, σε μόνιμη αβεβαιότητα εξαιτίας της συμπεριφοράς της Άγκυρας, οι σχέσεις με τα Σκόπια για το θέμα της ονομασίας, ενώ τελευταίως έχουν προστεθεί στους προβληματισμούς και οι σχέσεις με την Αλβανία. Εκτός του παραλογισμού των Τιράνων με το λεγόμενο θέμα Τσάμηδων -ανύπαρκτο για την ελληνική πλευρά- εσχάτως προστέθηκαν και οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων των ελλήνων μειονοτικών στη Χειμάρρα, με την προσχηματική και αυθαίρετη απαλλοτρίωση ιδιωτικών περιουσιών που ανήκουν αποκλειστικά σε μειονοτικούς.
Αυτονόητο είναι ότι η Ελλάδα, συγκρινόμενη με άλλες κοινοτικές και ευρωπαϊκές χώρες, έχει το αρνητικό προνόμιο να αντιμετωπίζει πολλά και δυσχερή προβλήματα εξωτερικής πολιτικής. Αυτό υπαγορεύει και απαιτεί στενή παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων, αναλυτική ικανότητα για τα συγκρουόμενα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή μας όπως και την ύπαρξη κατάλληλων και υψηλής επαγγελματικότητας θεσμικών οργάνων ανάλυσης και σχεδιασμού. Κυρίως απαιτείται ευρεία συναίνεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, τουλάχιστον για τα άμεσου ενδιαφέροντος εθνικά θέματα, με συνεχή διαβούλευση μεταξύ κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Επίσης απαιτείται η ύπαρξη και λειτουργία μιας, ευέλικτης, άκρως επαγγελματικής και αποτελεσματικής διπλωματικής υπηρεσίας. Δυστυχώς, θεσμικά και λειτουργικά παραμένουμε προσκολλημένοι σε παρωχημένα πρότυπα περασμένων εποχών. Τα τελευταία χρόνια το ΥΠΕΞ, αρμόδιο υπουργείο για τη διαμόρφωση και την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, διευρύνθηκε με τη δημιουργία νέων κλάδων, με μεταφορά υπαλλήλων από άλλα υπουργεία ή και ανορθόδοξες ενταξιακές μεθοδεύσεις. Επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη και με υφυπουργό Εξωτερικών τον Ανδρέα Λοβέρδο, με επιχείρημα ότι η τότε κυβέρνηση στόχευε στην άσκηση οικονομικής διπλωματίας, ενέταξε στο ΥΠΕΞ το σύνολο των εμπορικών και οικονομικών ακόλουθων και συμβούλων που υπηρετούσαν σε πρεσβείες ή στις κεντρικές υπηρεσίες των υπουργείων τους. Παράλληλα θεσπίσθηκε και η σύσταση της ΥΔΑΣ (Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας), για την οποία τόσος θόρυβος έχει προκληθεί με τις δραστηριότητες των ΜΚΟ. Σήμερα το οργανόγραμμα του ΥΠΕΞ προβλέπει 11 Δ/νσεις Πολιτικών Υποθέσεων, καθαρώς διπλωματικού χαρακτήρα, και οκτώ Διευθύνσεις Οικονομικών Υποθέσεων (!). Συγχρόνως δημιουργήθηκε και ο κλάδος εμπειρογνωμόνων, ο οποίος στελεχώθηκε με αριθμό υπαλλήλων που ίσως θα ζήλευε και το Foreign Office ή το State Department. Για αμφότερους τους κλάδους προβλέφθηκε η υπηρεσιακή εξέλιξή των παραγόντων μέχρι τον βαθμό του πληρεξουσίου υπουργού Α’, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα αντιπροσώπευσης της χώρας, που σύμφωνα με τα διεθνή συμβατικά κείμενα και τη διεθνή πρακτική ισχύει μόνο για τούς υπαλλήλους του διπλωματικού κλάδου.
Αυταπόδεικτο είναι ότι η Ελλάδα επηρεάζεται όσο καμιά άλλη κοινοτική χώρα από τις διεθνείς και περιφερειακές προκλήσεις, γεγονός που επιτάσσει διαρκή ετοιμότητα, σε συνδυασμό με αυξημένη αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων. Πολυδιάστατη, πατριωτική και ευέλικτη εξωτερική πολιτική και ισχυρή εθνική άμυνα πρέπει να συμβαδίζουν.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου