Τουρκία:
Επισφαλές καθεστώς, ανασφαλής χώρα
Του ΧΡΗΣΤΟΥ Θ. ΜΠΟΤΖΙΟΥ
Πρέσβη ε.τ.
Ο παραπάνω τίτλος θα
μπορούσε να δοθεί για οποιαδήποτε χώρα ή λαό όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα που
προκαλούνται από εξωτερικούς ή εσωτερικούς παράγοντες. Ένας λαός είναι
ανασφαλής όταν δεν αισθάνεται ασφάλεια και επισφαλής, όταν τη χώρα του ή τον
ίδιο χαρακτηρίζει η αστάθεια και η αβεβαιότητα για το μέλλον. Και οι δύο
επιθετικοί προσδιορισμοί φαίνεται να ταιριάζουν και να εκφράζουν τη σημερινή
τουρκική πραγματικότητα, η οποία, άμεσα ή έμμεσα, επηρεάζει και τις σχέσεις με
τις όμορες και άλλες γειτονικές χώρες.
Ο λόγος που ασχολούμαστε,
εκ νέου, με την Τουρκία είναι οι πρόσφατες δηλώσεις ή -για το ακριβέστερο-
παρατηρήσεις του τούρκου Προέδρου κ. Ταγίπ Ερντογάν σε ομιλία του κατά την 27η
Σύνοδο των Μουχτάρηδων σχετικά με την απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης της
15ης Ιουλίου, την οποία χαρακτήρισε ως δεύτερη απόπειρα εισβολής, εννοώντας,
προφανώς, ως πρώτη την ελληνική Μικρασιατική Εκστρατεία. Ειδικότερα, με στόχο
να πλήξει τους Κεμαλιστές, απαξίωσε τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, την οποία
,σημειωτέον, είχε εκθειάσει δύο μήνες νωρίτερα σε σχετική ομιλία του για την
93η επέτειο από την υπογραφή της.
Στα σχόλιά του και σε
αναφορά στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, που διά της παραπάνω συνθήκης
αποδόθηκαν στην Ελλάδα, είπε αυτολεξεί: «Εκείνα τα εδάφη ήταν δικά μας. Εκεί
υπάρχουν ακόμη τζαμιά και ευκτήριοι οίκοι». Επίσης πρόσθεσε ότι «αυτήν τη
στιγμή συζητάμε τι θα γίνει στον αέρα και στη θάλασσα και τι θα γίνει με την
υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο». Τα παραπάνω σχόλια θα μπορούσαν να αγνοηθούν αν
προέρχονταν από κάποιον εκπρόσωπο συλλόγου, ιστορικό σχολιαστή ή από ανεύθυνους
εθνικιστικούς κύκλους. Δεν μπορούν όμως να αγνοηθούν ή να αποσιωπηθούν όταν
προέρχονται από τον ανώτατο άρχοντα της χώρας, ο οποίος θα έπρεπε να γνωρίζει
ότι όσα έλεγε ηχούν ως αναθεωρητικά και εδαφικές διεκδικήσεις.
Ο τούρκος Πρόεδρος έπρεπε,
επίσης, να είναι προσεχτικότερος γιατί μια ελάχιστη γνώση Ιστορίας βεβαιώνει
ότι στα απέναντι ελληνικά νησιά, χιλιάδες χρόνια πριν έρθουν οι οθωμανοί
κατακτητές, γεννήθηκε ένας Όμηρος, έζησαν και έδρασαν ο Πυθαγόρας, ο
Ιπποκράτης, η Σαπφώ και άλλοι πολλοί, πρότυπα του δυτικού και παγκόσμιου
πολιτισμού. Διερωτάται, επίσης, κανείς αν οι οθωμανικοί ευκτήριοι οίκοι (οίκοι
προσευχής) μπορούν να συγκριθούν με τον Ναό της Αρτέμιδος της Εφέσου, ένα από τα
επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το Θέατρο της Περγάμου και τόσα άλλα μνημεία
στον μικρασιατικό χώρο, όλα δημιουργήματα του ελληνικού και ελληνιστικού
κόσμου, που γέννησε τον Θαλή τον Μιλήσιο, τον Αναξίμανδρο, τον Αναξιμένη, από
τους θεμελιωτές της δυτικής φιλοσοφικής και επιστημονικής σκέψης.
Οι αντιδράσεις που
ακολούθησαν τις παρατηρήσεις του κ. Ερντογάν στην Ελλάδα ήσαν, ίσως,
υπερβολικές, αλλά έπρεπε. Ηπιότερη σε τόνο, αλλά ουσιαστική σε περιεχόμενο,
ήταν η επίσημη ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών λίγες ημέρες μετά (2
Οκτωβρίου 2016), που τοποθετεί τις δηλώσεις του τούρκου Προέδρου σε
αναθεωρητικές λογικές και συμπεριφορές αντίθετες προς το διεθνές δίκαιο, που
δεν αρμόζουν σε ευρωπαϊκή χώρα.
Οι δηλώσεις του κ.
Ερντογάν αποδεικνύουν ότι, χωρίς να παύει να είναι ένας χαρισματικός ηγέτης,
είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Από τη μια πλευρά δημιουργεί και από την
άλλη καταστρέφει την εικόνα του εαυτού του και συγχρόνως της χώρας του. Οι
προκάτοχοί του είχαν αντιληφθεί τη σημασία που έχει για την Τουρκία η πλήρης
ένταξη στην ΕΕ και επέτυχαν να αποκτήσει προενταξιακό καθεστώς. Και στην
Ευρώπη, παρά τις φανερές ή μύχιες επιφυλάξεις πολλών, την ευνόησαν, εκτιμώντας
ότι μια Τουρκία πλήρως ενταγμένη στη Δύση είναι προτιμότερη από μια Τουρκία
εκτός αυτής. Ο Ερντογάν με τον Νεοθωμανισμό του ενίσχυσε αυτήν την αντίληψη,
συγχρόνως όμως διεκδίκησε έναν περιφερειακό ρόλο μεγάλης δύναμης με παράλληλη
έμφαση στην ισλαμική ιδεολογία.
Τα γεγονότα στη Συρία, που
αναμφίβολα επηρεάζουν άμεσα συμφέροντα της Τουρκίας, η κρίση που σημειώθηκε
στις σχέσεις με τη Ρωσία και άλλες γειτονικές χώρες κλόνισαν τις προσδοκίες ότι
ο Νεοθωμανισμός ήταν φιλειρηνικός, όπως διεκήρυττε ο εμπνευστής του πρώην
υπουργός των Εξωτερικών και στη συνέχεια πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου. Ο
Κεμάλ Ατατούρκ πρέσβευε το «Ειρήνη στη χώρα, ειρήνη στον κόσμο». Ο
Νεοθωμανισμός ή Ερντογκανισμός το ανατρέπει στην πράξη.
Το καθεστώς Ερντογάν
αποδεικνύεται ότι είναι επισφαλές με τις χιλιάδες απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων,
δικαστικών, πανεπιστημιακών και ασφαλώς την αποστράτευση αξιωματικών και
αστυνομικών. Στις σχέσεις με τις γειτονικές χώρες ακούγεται ως παράξενο, αλλά η
πλέον φιλική προς την Τουρκία χώρα είναι η Ελλάδα. Και τούτο όχι επειδή η ίδια
διανύει μια περίοδο κρίσης, αλλά επειδή στη συνείδηση του ελληνικού λαού και
της πλειοψηφίας των πολιτικών δυνάμεων της χώρας έχει παγιωθεί η αντίληψη ότι η
συνεργασία και η ανάπτυξη καλών σχέσεων με την Τουρκία θα είναι επ’ ωφελεία και
των δύο λαών. Οι δε διαφορές μπορεί να λυθούν με βάση το διεθνές δίκαιο και τις
αρχές καλής γειτονίας. Η Ελλάδα, αν και μαστίζεται από κρίση, υψηλή ανεργία και
τα συναφή, είναι μια σταθερή χώρα.
Αντίθετα, η Τουρκία
χαρακτηρίζεται από εσωτερική ανασφάλεια. Πολλές οι θρησκευτικές και εθνικές
μειονότητες, με προεξάρχουσα την κουρδική. Ο Νεοθωμανισμός του Νταβούτογλου
ήταν ένα θεωρητικό κατασκεύασμα που στηριζόταν σε σαθρές βάσεις. Πώς μπορείς να
υποστηρίζεις την ανάπτυξη καλών σχέσεων με τους γειτονικούς λαούς επικαλούμενος
το κοινό οθωμανικό παρελθόν συμβίωσης, εάν δεν έχεις διερευνήσει τι ιστορικές
αναμνήσεις διατηρούν από αυτό; Η ελληνική διπλωματία ακολουθεί μια συνετή στάση
έναντι του καθεστώτος Ερντογάν και πιστεύω ότι είναι η ορθή πολιτική. Οι
προβληματισμοί όμως υπάρχουν, όπως και σε όλη την Ευρώπη, για την κατάσταση που
επικρατεί σήμερα στη γειτονική μας χώρα.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου