Πέμπτη 13 Απριλίου 2017

Νίκου Αμμανίτη : Από τα βάγια στην Ανάσταση





ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ & ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ
μέσα στον χρόνο

Από τα βάγια στην Ανάσταση

...Και την άλλη Κυριακή τρώμε κόκκινο αυγό

Tου Νίκου Αμμανίτη

…Και έτσι φτάσαμε σήμερα, των Βαΐων. Στην εκκλησία, ο παπάς, μέσα σε μια πανηγυρική Θεία Λειτουργία, θα μοιράσει «βάγια», ανοίγοντας τη Μεγάλη Εβδομάδα. Και στα σπίτια κάποιες αδικογερασμένες μαμάδες θα ξυπνήσουν τα αγγελούδια τους και πάνω εκεί στο παιδικό κρεβάτι θα τραγουδήσουν μαζί: «Βάγιο-βάγιο το βαγιό, τρώνε ψάρι και κολιό και την άλλη Κυριακή τρώμε κόκκινο αυγό».
Δυσανασχετεί το πιτσιρίκι για το αγουροξύπνημα, αλλά η μαμά θυμάται πως κάποτε, νήπιο και εκείνη, το ίδιο δυσανασχέτησε όταν η δική της η μαμά την ξύπνησε και της έμαθε το πασχαλινό αυτό ποιηματάκι, που το πλήρωμα του χρόνου το ‘φερε, συνεχίζοντας την παράδοση, να μαθαίνει τώρα εκείνη στο δικό της παιδί.
Και αύριο, Μεγάλη Δευτέρα, θα του μάθει, απαγγέλλοντας μαζί του: «Μεγάλη Δευτέρα, μεγάλη μαχαίρα». Ανάλαφρη είναι η επικαιρότητα με τον ερχομό του Πάσχα και το κυρίαρχο ενδιαφέρον του κοσμάκη είναι πώς θα περάσει τις άγιες μέρες καλύτερα.
Έτσι, τα πάντα, δουλειές, αποφάσεις, ενέργειες, αναβάλλονται για μετά το Πάσχα και το μόνο που απασχολεί τους περισσοτέρους είναι ο οβελίας ή να οργανώσουν τη φυγή τους, είτε με μια επίσκεψη στα πατρογονικά στο χωριό είτε με μια εκδρομική εξόρμηση σ’ ένα πολυδιαφημισμένο, πεντάστερο resort που διαθέτει και σάουνα.
Ευτύχημα είναι πως όσο και αν αγωνίζονται οι… «προοδευτικοί» να μην αφήσουν τίποτα όρθιο στον τόπο, με το Πάσχα ελάχιστα κατάφεραν. Τόσο τη θρησκευτικότητα του λαού όσο και την τήρηση των δοξασιών και των παραδόσεων δεν κατάφεραν να τα αλλοιώσουν. Όλα μπορεί να αμφισβητούνται και να λοιδορούνται από τους… «εκσυγχρονιστές», όλοι τους όμως, στη ζούλα, το Πάσχα κάτι καινούργιο θα αγοράσουν, όπως απαιτεί το έθιμο. Ένα λουλουδάκι στους τάφους των γονιών τους θα αποθέσουν. Τα Δώδεκα Ευαγγέλια με κατάνυξη σε κάποιο ξωκλήσι θα παρακολουθήσουν και με βαθιά συγκίνηση θα υποτονθορύσουν το «Ω γλυκύ μου έαρ» ανάμεσα στο πλήθος στην περιφορά του Επιταφίου.
Αλλά και τίποτα απ’ αυτά να μην κάνουν, επειδή τα αρνούνται, θα στολίσουν για ντεκόρ το τραπέζι με κόκκινα αυγά, θα μοσχομυρίσει το σπίτι τους με τα μπαχάρια του τσουρεκιού και ένα κοψίδι από κάποιον οβελία θα… χλαπακιάσουν, έστω στα όρθια. Και… το χειρότερο, χαμογελαστοί και ατάραχοι, ένα «Χριστός Ανέστη» κάπου θα αναγκαστούνε να ψελλίσουν… Όλοι τους μοιάζουν με εκείνον που ορκιζόταν στο όνομα του Θεού πως είναι… άθεος.
Δεν αλλάξανε πολλά από τα χρόνια τα παλιά. Ο τρόπος της ζωής μας άλλαξε μονάχα. Τότε οι νοικοκυρές (επάγγελμα: οικιακά), με ένα φακιόλι στο κεφάλι, φρόντιζαν να λάμπει το σπιτικό τους τις γιορτές, που συν τοις άλλοις ήταν και το προοίμιο της ανασυγκρότησης για το καλοκαίρι.
Πλένανε τζάμια, έβγαζαν ξερά φύλλα και κλαδιά από τους θάμνους, ασβέστωναν τις αυλές, όπου η κλώσα περιφερόταν με τα κλωσοπούλια ολόγυρά της και «κο, κο, κο» τους δίδασκε τα στοιχειώδη της ζωής. Έβγαζαν, τέλος, από το πλυσταριό, όπου τις αποθήκευαν τον χειμώνα, τις πάνινες πολυθρόνες, να είναι έτοιμες για τις καλοκαιρινές βεγγέρες. Ανήμερα το Σάββατο του Λαζάρου, η γιαγιά έπλαθε «Λαζαράκια», κάτι πεντανόστιμες νηστίσιμες κούκλες από ζυμάρι, κάτι περίεργα τσουρεκοειδή με ανθρώπινη φιγούρα, τιμητική προσφορά στον Λάζαρο που αναστήθηκε…
Στόλιζε το χασάπικο ο Μήτσος ο χασάπης με γιρλάντες και χάρτινα τριαντάφυλλα ανάμεσα στα σφαχτάρια, που κρέμονταν παρατεταγμένα στο τσιγκέλι.
Φίσκα στα ζαχαροπλαστεία τα τσουρέκια που μοσχομύριζαν μαχλέπι και βουνό τα πασχαλιάτικα σμυρναίικα κουλουράκια ζυμωμένα με μαστίχα. Δεκάδες τα κόκκινα χάρτινα αυγά, ντυμένα με μεταξένιο ύφασμα, έτοιμα να γεμιστούν με σοκολατένιες ελίτσες και απ’ εκείνη την απομίμηση από ψιλό χαλίκι, ενώ όρθιος στεκόταν ανάμεσά τους ο χάρτινος κούνελος, τα σίγουρα δώρα για το βαφτιστήρι.
Κι ο Παύλος ο ψιλικατζής γέμιζε τη βιτρίνα αγιοκέρια, λαμπάδες και βεγγαλικά. Έχει για τους πιτσιρικάδες κάτι πιστολάκια οπλισμένα με ένα χάρτινο καψούλι, που πατούσες τη σκανδάλη και… εκπυρσοκροτούσε κάνοντας «τσαφ», ταπεινή αντιγραφή των «μπαλωθιών» της Ανάστασης.
Σύμφωνα με την οικογενειακή παράδοση, τη Μεγάλη Τετάρτη θα φέρει ο παππούς ένα ολόκληρο αρνί, αγορασμένο από την κεντρική αγορά για τον οβελία. Το απιθώνει στο τραπέζι της κουζίνας και βγάζοντας έναν βαθύ αναστεναγμό λέει το κλασικό: «Χαμάλης έγινα πάλι…». Και η γιαγιά συγκινημένη τον φιλεύει ουζάκι, ενώ ένα δάκρυ νοτίζει τα μάτια της, βγαλμένο απ’ την προαίσθηση πως «του χρόνου κάποιος από τους δυο τους θα λείπει…».
Όλα μυρίζουν Πασχαλιά. Ακόμα και τα πρώιμα φλερτάκια. Προσδοκάς να συναντηθείς με «εκείνη», που κρατώντας τη «Σύνοψη» θα έρθει με το ροζ ταγεράκι, πεταχτή και αγέρωχη, στην κατάμεστη εκκλησιά για να παρακολουθήσει τα 12 Ευαγγέλια.
ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου