Πέμπτη 13 Απριλίου 2017

Ρίτσα Μασούρα : Επιστρέφοντας στις αγιογραφίες των εκκλησιών μας



Ρίτσα Μασούρα : Επιστρέφοντας στις αγιογραφίες των εκκλησιών μας

Όλες τις μέρες που προηγήθηκαν της Μεγάλης Γιορτής, της με διπλό συμβολισμό αφετηρίας, το βλέμμα μας στάθηκε ξανά και ξανά στις αγιογραφίες των εκκλησιών. Κι έγιναν τα Πάθη του Χριστού και η Ανάσταση ευκαιρία να αφεθούμε στη δύναμη της εικόνας και το βυζαντινό στοιχείο που συνήθως αυτή εκπέμπει.
Στην Ελλάδα, οι εκκλησιές φημίζονται για την πολυπληθή αγιογραφία και οι αγιογράφοι πασχίζουν με την τέχνη τους να μεταφέρουν στον προσκυνητή αύρα ψυχικής ανάτασης και εγκαρτέρησης. Συναισθήματα που συνήθως αναδύονται σε χώρους προσκυνήματος, εκεί όπου το δέος, ο φευγαλέος υπαρξιακός προβληματισμός και ο μεταθανάτιος φόβος θυμίζουν καραβόπανο διαβρωμένο από την αρμύρα της θάλασσας. 
Ο Χατζηκυριάκος Γκίκας έλεγε ότι για τους Έλληνες υπάρχει η βυζαντινή παράδοση. Εκείνη ακριβώς που ονειδίζεται, λοιδορείται από τους «νέους» σαν τον Σαβέτα ή τον Τζιότο.

 Μανουήλ Πανσέληνος, Πρωτατο Αγ.Ορους 13ος αιώνας

Ο Βυζαντινός τεχνίτης, έγραψε ο Γκίκας, δεν θα μας δώσει ένα ρομαντικό τοπίο, όπως αυτό του Πουσέν. Ο προορισμός της βυζαντινής τέχνης είναι διαφορετικός. Η βυζαντινή τέχνη θεωρείται άφθαστη, γιατί επινόησε σχήματα ταυτόσημα με σύμβολα υπερβατικά των αχράντων μυστηρίων, λειτουργικούς αίνους που βασίζονται σε μια υπερκόσμια γεωμετρία, κατοπτρισμούς ουράνιων ενοράσεων, νοητά αρχέτυπα. Εφαρμογή της μηχανικής επιστήμης στην έκφραση του θρησκευτικού συναισθήματος! Χωρίς λυρισμό, χωρίς αισθηματολογία, αλλά παγερή κατασκευή που δεν επιδέχεται προσθήκη ούτε τελειοποίηση. Τα πάντα έχουν τυποποιηθεί: τα σχήματα, τα φώτα, τα ημιτόνια, οι σκιές. Κάθε σχήμα εντάσσεται και προέρχεται από τα προηγούμενα. Είναι ένας αριστοτελικός συλλογισμός, μια αλγεβρική εξίσωση αλάνθαστη. Ο καλλιτέχνης δεν υπάρχει, έχει αφομοιωθεί με την απόδοση μιας οντότητας που τον απορροφά και τον εξουθενώνει ολοκληρωτικά.


Δεν ξέρω αν αυτές οι σκέψεις του μεγάλου ζωγράφου εκπροσωπούν μια σύγχρονη Ελληνίδα αγιογράφο, αλλά βρήκα αυτόν τον εύσχημο τρόπο για να σας την παρουσιάσω. Η Τίνα Μάσχα συγκαταλέγεται ανάμεσα στους νέους ανθρώπους που παλεύουν να περάσουν στον κόσμο μηνύματα μακριά από το αγχωτικό καταναλωτικό μας σύστημα. Και αν κάτι πετυχαίνει η Μάσχα είναι να μεταλλάσσει το βυζαντινό στοιχείο της αγιογραφίας, κάνοντας το να τρέχει με ιλιγγιώδεις σύγχρονους ρυθμούς. Είναι σαν να ενσαρκώνει το όραμα και να αποδίδει τις θείες μορφές σε ατμόσφαιρα ονειρική, όχι μόνο καθηλώνοντας τον επισκέπτη, αλλά εισάγοντας τον στον κόσμο ενός θαρραλέου προβληματισμού. Για να πετύχεις και να καθιερωθείς σ’ αυτόν τον χώρο θέλει δουλειά και αυτοσυγκέντρωση, κατάχρηση της εσωτερικότητας σου. Πρέπει να ‘σαι και λίγο αναχωρητής, λίγο ασκητής.


Για τη δουλειά της Ελληνίδας αγιογράφου, η ιστορικός τέχνης Αννίτα Πατσουράκη λέει ότι αποτελεί μοναδική σύνθεση ευσέβειας και λεπτής χάρης. Αγιογραφίες που συνδυάζουν τον ρομαντισμό με τη σύγχρονη τεχνοτροπία και που εξιστορούν διαχρονικά μηνύματα και συμβολισμούς. Που επιβεβαιώνουν τη θεραπευτική και ευεργετική επίδοση τους και ενδεχομένως δίνουν την εντύπωση της μεταφοράς αγγελικών προσταγών. Η εικόνα, έτσι όπως την παρατηρεί κάποιος δεν διαλανθάνει του βυζαντινού ύφους, αλλά αίφνης διαχέεται στο άπλετο χρυσό φόντο, εξαϋλώνεται μέσα από το ασύνταχτο της πινελιάς, κάνοντας τις εκφράσεις του προσώπου να προσφέρουν κάτι λυτρωτικό, σαν το συναίσθημα που νιώθει ο πιστός όταν ακούει το Τετέλεσται, γιατί ξέρει ότι ήδη έχει δρομολογηθεί η διαρκής και ανεπανάληπτη διαδικασία προς την Ανάσταση.


Ο Γιάννης Τσαρούχης όταν συνάντησε στα 16 του τον Φώτη Κόντογλου είπε: «Μου μίλησε σαν ένας αυστηρός ασκητής και σε μισή ώρα είχε γκρεμίσει μέσα μου ό, τι φαινόταν στερεότατο. Μου ‘δωσε στα χέρια έναν κόμπο που ακόμα προσπαθώ να λύσω»… Ο Κόντογλου, λοιπόν, θεωρεί προϋπόθεση τον ασκητισμό του αγιογράφου. Έχει πνευματικό αξίωμα και πνευματική διακονία, λέει. Η εικόνα δεν υπάρχει για να τέρπει τους οφθαλμούς, αλλά είναι έτσι ζωγραφισμένη ώστε να μας υψώνει πάνω από τον φθαρτό κόσμο, δίνοντας μας την ευκαιρία να επικοινωνήσουμε με το Θείο. Επομένως, δεν είναι μηχανική εργασία, αλλά μετέχει της πνευματικότητας και της αγιότητας εκείνων που αναπαριστά. Η παράδοση αναφέρει ότι πρώτος αγιογράφος ήταν ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Ο Ευαγγελιστής ζωγράφισε τρεις εικόνες από κερί, μαστίχα και χρώμα με κεντρικό πρόσωπο τη Θεοτόκο να κρατάει στην αγκαλιά της τον Χριστό. Λέγεται μάλιστα ότι τις προσέφερε στην ίδια, θέλοντας να μάθει αν της αρέσουν. Κι εκείνη είπε: «Η χάρις του εξ εμού τεχθέντος είη δι’ εμού μετ’ αυτών»;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου