Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

Ερωτευτείτε γιατί χανόμαστε


ΣΧΕΣΕΙΣ


Ερωτευτείτε γιατί χανόμαστε

Όταν ολόγυρα τα πάντα καταρρέουν, μόνο οι ουσιώδεις απολαύσεις μπορούν να μας κάνουν ΕΥΤΥΧΕΙΣ. Σε αυτές περιλαμβάνεται βεβαίως και ο έρωτας. Όμως πρέπει να είναι αληθινός και όχι ντεμέκ - όπως επέβαλλε η μόδα στα χρόνια της φούσκας

Της ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΧΤΕΝΕΛΗ (kxteneli@hol.gr)

Τα τελευταία 20 χρόνια μάθαμε να βιώνουμε τον έρωτα αυτάρεσκα, ναρκισσιστικά, ακόμη και αυτιστικά. Υπήρξαμε ωραίοι και αυτάρκεις. Ο ερωτισμός μας εξέπεμπε επαγγελματική επιτυχία, οικονομική ευμάρεια, κύκλο γνωριμιών, επιδεικτική κοινωνικότητα, πεντάστερες διακοπές. Τα 4X4 και οι it bags λειτουργούσαν ως μονάδες μέτρησης της σεξουαλικότητας. Ζούσαμε στιγμές μεγάλου ερωτικού πάθους αυξάνοντας τις καταθέσεις των κατακτήσεων μας, χωρίζοντας πολιτισμένα και περιμένοντας τα καλύτερα. Και υστέρα ήρθε η κρίση. Κοπήκανε τα πολλά πολλά. Καταληφθήκαμε από άγχος, κατάθλιψη, ανασφάλεια, φόβο. Όμως ο έρωτας κάνει τη Γη να γυρίζει και οι άνθρωποι πάντα θα ερωτευόμαστε. Βέβαια το 1 μεγάλο ζητούμενο σήμερα είναι η σχέση. Δηλαδή δεν αρκεί απλώς να ερωτευτούμε  πρέπει επίσης να καταφέρουμε να δεθούμε ουσιαστικά μέσα σε μια ερωτική σχέση.
Για όλα αυτά μιλήσαμε με τον ψυχοθεραπευτή και διδάκτορα του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου κ. Δημήτρη Καραγιάννη*. Προσπαθήσαμε να δούμε με καθαρότητα την κρίση του έρωτα και των σχέσεων που βιώνει η ελληνική κοινωνία, καθώς και τη νέα εποχή που ανοίγεται μπροστά μας.

Η ΡΗΞΗ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΥΚΟY
«Η πρώτη κρίση στις σχέσεις καταγράφεται στην Ελλάδα με τη μεταπολίτευση», πιστεύει ο δρ Καραγιάννης. «Με καθυστέρηση τουλάχιστον μιας δεκαπενταετίας σε σχέση με την Ευρώπη και την Αμερική, η Ελληνίδα της δεκαετίας του 1980 κοιτά με καχυποψία οτιδήποτε λέγεται ή καταγράφεται ως παραδοσιακή αξία. Αμφισβητεί τον ρόλο της, τη θέση της και τις αξίες του συντηρητισμού που η χούντα προώθησε.
»Παράλληλα με τις κατακτήσεις πολιτικών και προσωπικών ελευθεριών, την ίδια εποχή αμφισβητείται η παραδοσιακή δομή της οικογένειας. Αμφισβητείται ο γάμος, επειδή "σκοτώνει τον έρωτα". Αμφισβητούνται οι παραδοσιακοί ρόλοι των φυλών Αμφισβητείται και η μητρότητα. Η γυναίκα έξω πια, στην αγορά εργασίας, διεκδικεί οικονομική αυτονομία και σεξουαλική ελευθερία, χωρίς δεσμεύσεις από την αναπαραγωγή. Βασικό ζητούμενο στις σχέσεις είναι πια ο έρωτας, καθώς οι γυναίκες κουβαλούν την οργή για τις χαμένες και καταπιεσμένες ζωές των μανάδων και των γιαγιάδων τους.
»O νέος ιδανικός σύντροφος στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα δεν ορίζεται θετικά, αλλά ως κάτι αντίθετο ή ως κάτι διαφορετικό σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο άντρα. Έτσι οι γυναίκες οι οποίες μπαίνουν σε σχέση γάμου διαπραγματεύονται εντέλει με τους ίδιους όρους που ίσχυαν και για τις μητέρες τους: πικραίνονται, βουλιάζουν και ζουν σε νεκρούς γάμους ή αντιδρούν και ζητούν διαζύγιο. Τότε έχουμε την πρώτη μεγάλη έξαρση των διαζυγίων και τη νέα οικογενειακή χάρτα, στην οποία τίθεται και το θέμα της ίσης μέριμνας των γονιών για τα παιδιά, το οποίο όμως δεν γίνεται ποτέ πράξη στην καθημερινότητα».

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΣ ΑΝΤΡΑΣ
Τελικά η ελευθερία δεν βοήθησε εμάς τις γυναίκες να επιλέξουμε σύντροφο με ωριμότερα κριτήρια. Αντίθετα, υιοθετήσαμε την απορριπτέα μέχρι χτες αντρική στάση. Πήραμε τον ρόλο του κατακτητή, διαχωρίσαμε το σεξ από τους συναισθηματισμούς, οχυρώσαμε τον εαυτό μας απέναντι στον έρωτα. Από την άλλη, συμφωνά με τον δρ Καραγιάννη, «η δεκαετία του 1990 βρίσκει και τον άντρα σε σύγχυση. Άλλοτε προσπαθεί να αμυνθεί για να διατηρήσει τα κεκτημένα του και άλλοτε αμφισβητεί την ταυτότητα και τον ρόλο του δηλώνοντας "δεν είμαι σαν τον πατέρα μου"».
Εκείνη την περίοδο γεννιέται το αντρικό lifestyle. Στα αντρικά περιοδικά εμφανίζονται αφιερώματα -ίδια με αυτά των γυναικείων- με επώνυμα ρολόγια, καλλυντικά, αρώματα. Τότε αρχίζει να διαμορφώνεται ένα νέο πρότυπο αρσενικού, ο λεγόμενος μετροσέξουαλ, ένα μείγμα εφήβου και άντρα. Ο μετροσέξουαλ δεν δείχνει απειλητικός για τις γυναίκες και γίνεται αποδεκτός.
«Οι γυναίκες αισθάνονται ότι ο καινούργιος άντρας είναι ανοιχτός και ελαστικός απέναντι στη σχέση», μου εξήγησε ο δρ Καραγιάννης. «Οτι είναι καλοπροαίρετος, ότι βοηθά στις δουλειές του σπιτιού και στο μεγαλωμά των παιδιών. Από την άλλη όμως, δεν παίρνει πρωτοβουλίες, δεν προτείνει, δεν αναλαμβάνει ευθύνες. Διότι ο άντρας νιώθει πλέον ευνουχισμένος, κρύβει τις ανασφάλειες του πίσω από μια εικόνα ξεγνοιασιάς και κοινωνικότητας, νιώθει υποτιμημένος μέσα στην ίδια του τη σχέση. Η γνωστή ρητορική ερώτηση μιας ολόκληρης γενιάς νέων γυναικών "μα που πήγαν οι άντρες;" καταγράφει λοιπόν με ακρίβεια την απουσία του αντρικού ρόλου».

Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΗΣΣΟΝΟΣ. ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑΣ
«Τη δεκαετία του 2000 η Ελλάδα ζει ημέρες οικονομικής ευφορίας», συνέχισε ο δρ Καραγιάννης. «Άλλωστε η προηγουμένη γενιά είχε αναδειχθεί σε γενιά του καθήκοντος και της προσφοράς - τα μέλη της αποταμίευαν χρήματα, έχτιζαν σπίτια, επένδυαν στους τίτλους σπουδών των παιδιών, στερούνταν συχνά πολλές απολαύσεις. Ανέθρεψαν λοιπόν τα παιδιά της απόλαυσης, της ήσσονος προσπάθειας, της αυτονομημένης ευχαρίστησης και συγχρόνως στέρησαν από αυτά το δικαίωμα στην ενηλικίωση».
Τη δεκαετία αυτή ζήσαμε μόνοι μας, φιλάρεσκα και αυτάρεσκα. Όποιος μιλούσε για δέσμευση και προσπάθεια στη σχέση ήταν γραφικός. Τότε σχηματοποιήθηκε πλήρως η γενιά της εικόνας, η γενιά της ατομικής ευχαρίστησης. Άλλωστε δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι έγιναν σημαντικοί οι άνθρωποι της τηλεόρασης και ότι αποκλήθηκαν επώνυμοι όσοι έκαναν την προσωπική τους ζωή δημόσια. Μοιραία, κατά τη δεκαετία του 2000 κυριάρχησαν οι σχέσεις χωρίς συγκατοίκηση και οι συμφωνημένες συναντήσεις - ο καθένας πορευόταν με τα δικά του ζόρια.
«Στην πραγματικότητα βέβαια, παρ' ότι υπήρχε η εξωτερική εικόνα του λαμπερού, επιτυχημένου, άνετου και ελευθέρου ανθρώπου, κάτω από το περιτύλιγμα υπέβοσκαν η ανασφάλεια, η μοναξιά και ο φόβος», μου τόνισε ο δρ Καραγιάννης. «Έτσι εξηγείται και η καταναλωτική μανία. Όσα περισσότερα υλικά αγαθά έχουμε, τόσο πιο προφυλαγμένοι νιώθουμε, αγοράζω, ξοδεύω, βγαίνω και έτσι αποφεύγω να βρίσκομαι μόνος με τον εαυτό μου. Μέσα λοιπόν σε αυτή τη γενικότερη καταναλωτική μανία, καταναλώναμε και ερωτικές σχέσεις. Η τέχνη αυτής της εποχής δεν ήταν πώς να καταφέρεις να κάνεις σχέση, αλλά πώς να καταφέρνεις "να την κάνεις" ανώδυνα όταν οι σχέσεις άρχιζαν να έχουν απαιτήσεις. Όμως οι ψευδείς εικόνες αργά ή γρήγορα διαλύονται και μένουμε με έναν εαυτό που δεν αντέχουμε».

ΠΩΣ ΘΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΜΙΑ ΖΩΗ ΜΑΖΙ;
Τα τελευταία δυο χρόνια η μία φούσκα σκάει μετά την άλλη. Τελικά έσκασε και η μεγάλη φούσκα της κοινωνίας μας. Τα σπίτια μας είναι μεν μεγαλύτερα σε σχέση με το παρελθόν, αλλά ταυτίζονται με το άγχος αποπληρωμής και όχι με την ευχαρίστηση της διαβίωσης. Η επαγγελματική ασφάλεια δεν είναι πλέον δεδομένη. Λίγο παλιότερα θέλαμε μια σχέση για «να περνάμε καλά μαζί» και τώρα δεν έχουμε καν όρεξη για σχέση. Η χρυσόσκονη τινάχτηκε στον αέρα και τώρα επικρατεί πανικός για τη μιζέρια που μπορεί να κρύβεται από κάτω.
«Τούτη τη στιγμή υπάρχουν δυο αντίθετα ρεύματα», μου είπε ο δρ Καραγιάννης. «Στο ένα υπάρχουν οι άνθρωποι που βουλιάζουν λέγοντας: "Δεν έχω πια δουλειά, έχασα τις σιγουριές μου μαζί με κάθε ευχαρίστηση, δεν ξέρω που να ελπίσω, μαυρίζω και παραδίνομαι". Στο άλλο ρεύμα βρίσκονται εκείνοι που ψάχνουν την ουσία και ρωτούν: "Υπάρχουν στοιχεία στη ζωή μου στα οποία μπορώ να στηριχτώ για να προχωρήσω;". Αυτή λοιπόν η αναζήτηση αυθεντικών στοιχείων είναι που κάνει ενδιαφέρουσα τη σημερινή εποχή, γιατί απαιτεί από εμάς συναισθηματική ωρίμανση».
Με άλλα λόγια, στη σημερινή μεταφαλλοκρατική και μεταφεμινιστική εποχή ψάχνουμε από την αρχή τους κανόνες για το πώς να είμαστε μαζί. Μολονότι η ερωτική σχέση παραμένει ζητούμενο, και τα δυο φύλα θέλουν πια να δουν τα δικαιώματα τους να αναπτύσσονται σε μια συντροφική σχέση με προοπτική.
Όλο και λιγότερο αντέχουμε δηλαδή τους δήθεν και ψάχνουμε για ουσιαστικές σχέσεις που βοηθούν να πάμε λίγο παραπέρα. Αναζητούμε την αυθεντικότητα, τη δημιουργία, τις πραγματικές αξίες ζωής. Ξέρουμε ότι πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα   "ποιος θέλω να είμαι και πού θέλω να πάω", ότι μόνο τότε θα συνυπάρξουμε με ανθρώπους που έχουν αντίστοιχες αναζητήσεις στη ζωή τους. «Δεν θα συνυπάρχω απλώς για τη διασκέδαση», λέμε, «αλλά θα αναζητώ ανθρώπους με αντίστοιχη στόχευση και θα προσπαθώ να δείχνω πραγματική συντροφικότητα». Ωστόσο πόσο ερωτικά μπορείς να νιώσεις με τον εαυτό σου σήμερα, ώστε να τον μοιραστείς και με κάποιον άλλον;
«Εκεί είναι το θέμα», λέει και ο δρ Καραγιάννης. «Κανείς δεν μπορεί να νιώθει ερωτικός αν ορίζεται μόνο από τα προβλήματα του. Γιατί ακόμα κι αν ο άλλος τον βλέπει ερωτικά, ο ίδιος δεν νιώθει έτσι για τον εαυτό του. Για παράδειγμα, αν κάποιος αναπροσδιοριστεί ως άνεργος, παύει να ζει. Βιώνει μια κατάσταση αγωνιώδους αναμονής, σαν να βρίσκεται έξω από ιατρείο όπου κάποιος τρίτος θα αποφανθεί για τις προοπτικές του. Και σε μια τέτοια κατάσταση κανείς δεν μπορεί να νιώσει ερωτικός. Ο ερωτικός άνθρωπος δεν ορίζεται όμως από την πραγματικότητα γύρω του, ούτε από συγκεκριμένα στοιχεία της εμφάνισης και του χαρακτήρα του. Ορίζεται από τη δυνατότητα που έχει να βλέπει ο ίδιος τον εαυτό του ερωτικά. Και ερωτικά μάς κάνει να νιώθουμε η οπτική μας για τη ζωή, ακόμα κι αν δεν συμβαδίζει με την πραγματικότητα μας. Ερωτικός είναι ο άνθρωπος που δεν φοβάται να ζει. Έτσι μια γυναίκα που αυτή τη στιγμή είναι άνεργη αλλά και ορεξάτη, που αντιμετωπίζει προβλήματα αλλά και έχει διάθεση για δημιουργία, που είναι σίγουρη ότι θα τα καταφέρει μολονότι δεν ξέρει τον τρόπο, είναι φοβερά ερωτεύσιμη διότι αποπνέει επιθυμίες. Γενικότερα, το μέλλον μας είναι οι αποφάσεις ζωής που παίρνουμε. Και αυτές δεν είναι κομμάτια μιας φαντασίωσης αλλά μιας επιδιωκόμενης πραγματικότητας».

*Ο Δημήτρης Καραγιάννης είναι παιδοψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής και διευθυντής του Κέντρου Παιδοψυχικής Υγιεινής. Έχει ιδρύσει μαζί με τη σύζυγο του Ελένη Καραγιάννη το θεραπευτικό και εκπαιδευτικό ινστιτούτο Αντίστιξη, το οποίο ειδικεύεται στην οικογενειακή και ομαδική ψυχοθεραπεία με βάση την υπαρξιακή-συστημική θεώρηση. Ασχολείται με τα προβλήματα του γάμου και τη λειτουργικότητα των ανθρώπινων σχέσεων.

«H ΓΥΝΑΙΚΑ/2012»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου