Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

ΠΩΣ ΑΓΑΠΗΣΑ ΕΝΑΝ... ΚΑΤΑΣΚΟΠΟ ΤΗΣ CIA




Love story

ΠΩΣ ΑΓΑΠΗΣΑ 
ΕΝΑΝ... ΚΑΤΑΣΚΟΠΟ ΤΗΣ CIA

Σης πρώτες μεταξύ τους συναντήσεις δεν ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΑΝ τα ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ στοιχεία της ταυτότητας τους. Στο βιβλίο τους «The Company We Keep» ο Ρόμπερτκαι η Ντέινα Μπερ έχουν αφηγηθεί μια ΕΡΩΤΙΚΗ ιστορία ανάμεσα σε δύο πράκτορες της CIA. Τη δική τους...

Της ΓΩΓΩΣ ΚAΡΚAΝΗ

Αν είσαι πράκτορας της CIA, δεν μπορείς να προγραμματίσεις διακοπές με τον ή τη σύζυγο, ούτε να υποσχεθείς στο παιδί σου ότι θα παρακολουθήσεις τη σχολική παράσταση στην οποία πρωταγωνιστεί, η υπηρεσία σου διατηρεί το δικαίωμα να σε στείλει ανά πάσα στιγμή στην άλλη άκρη του κόσμου. Αν είσαι πράκτορας της CIA, δεν μπορείς να προσκαλέσεις το έτερον ήμισυ στην άλλη άκρη του κόσμου· ούτε έχεις το δικαίωμα να του περιγράφεις τηλεφωνικώς πώς πέρασες τη μέρα σου· η υπηρεσία σου απαιτεί από σένα εχεμύθεια, ακόμη και στον στενό οικογενειακό κύκλο σου. Αν είσαι πράκτορας της CIA, εν ολίγοις, η προσωπική ζωή σου είναι καταδικασμένη. Εκτός αν ερωτευτείς έναν άλλο πράκτορα της CIA, όπως έγινε στην περίπτωση του Ρόμπερτ και της Ντέινα Μπερ. Η ιστορία τους μάλιστα, όπως περιγράφεται στο βιβλίο «The Company We Keep», αποδεικνύει ότι ακόμη και ένας κατάσκοπος δικαιούται μια δεύτερη ευκαιρία στην προσωπική ζωή.


ΝΤΕΪΝΑ, ΜΙΑ ΑΛΗΘΙΝΗ «ΝΙΚΙΤΑ»
Η Ντέινα υπέγραφε τη θανατική καταδίκη του πρώτου γάμου της τη στιγμή που δέχτηκε να συμμετάσχει σε πρόγραμμα εκπαίδευσης της CIA στο οποίο περιλάμβανε σκοποβολή, πολεμικές τέχνες και γρήγορη οδήγηση· γνώριζε από την αρχή ότι οι δεξιότητες που θα αποκτούσε θα την καθιστούσαν ιδανική για αποστολές στο εξωτερικό. Πράγματι, αμέσως μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, εντάχθηκε σε ομάδα μυστικών πρακτόρων που σάρωναν την υφήλιο και γρήγορα η αποξένωση στο ζευγάρι έγινε ιδιαίτερα αισθητή. Ειδικότερα, με τον γυρισμό της Ντέινα από αποστολή στην Αθήνα (στη διάρκεια της οποίας παρακολουθούσε ένα πιθανό κρησφύγετο της οργάνωσης 17 Νοέμβρη στο Κουκάκι!), όταν ο άντρας της της ανακοίνωσε ψυχρά ότι κατά την απουσία της είχε πεθάνει ο πατέρας του. Ακολούθησε ένας εξίσου ψυχρός διάλογος. «Γιατί δεν μου είπες τίποτα στο τηλέφωνο;» ρώτησε η Ντέινα. «Ήσουν απασχολημένη», απάντησε ο άντρας της. Σύντομα λοιπόν, λίγο προτού η Ντέινα αναχωρήσει για τη Λευκωσία προκειμένου να παρακολουθήσει έναν ύποπτο για διάπραξη πολιτικών δολοφονιών στην Τουρκία, τα δύο μέλη του ζεύγους συμφώνησαν ότι η σχέση τους είχε ουσιαστικά τελειώσει και ότι θα συνέχιζαν μαζί μέχρι να προκύψουν νέες γνωριμίες.


ΡΟΜΠΕΡΤ, Ο ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ TOY«SYRIANA»
Ο Ρόμπερτ διατηρούσε για χρόνια την ψευδαίσθηση ότι η οικογένεια χτίζεται γύρω από ένα σπιτικό. Όταν λοιπόν διαπίστωσε ότι στην πράξη το σπιτικό είναι αυτό που χτίζεται γύρω από την οικογένεια, όλα είχαν κριθεί: η ονειρεμένη αγροικία που είχε αγοράσει στη Βουργουνδία -και στην οποία σκόπευε να εγκατασταθεί μόνιμα με την πρώτη γυναίκα και τα τρία παιδιά του- δεν είχε κατορθώσει να ισχυροποιήσει τον γάμο του. Τη δε περίοδο κατά την οποία ο Ρόμπερτ ετοιμαζόταν για αποστολή στο Τατζικιστάν, λίγο προτού ξεσπάσει στην πρώην σοβιετική δημοκρατία εμφύλιος πόλεμος, στο σπίτι του μαίνονταν συγκρούσεις που έμελλε να οδηγήσουν το ζευγάρι σε διάσταση.
Αρκετά χρόνια αργότερα, διαζευγμένος από την πρώτη γυναίκα του και απαγκιστρωμένος από τη CIA, έγινε διάσημος ως ο συγγραφέας του βιβλίου «See No Evil» (στα ελληνικά «Η πτώση της CIA», εκδόσεις Μέδουσα), το οποίο επρόκειτο να γεννήσει την ταινία «Syriana» με πρωταγωνιστή τον Τζορτζ Κλούνεϊ. Νωρίτερα είχε όμως προκύψει ένα άλλο σημαδιακό γεγονός για τον Ρόμπερτ: η γνωριμία του με την Ντέινα.


ΕΝΑΣ ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ
Οι δρόμοι της Ντέινα και του Ρόμπερτ διασταυρώθηκαν για πρώτη φορά στο Σεράγεβο, όπου βρέθηκαν με εντολή να παρακολουθούν τις δραστηριότητες της μουσουλμανικής οργάνωσης Χεζμπολάχ. «Ένας λίγο τρελούτσικος τύπος με μεγάλο πούρο Αβάνας, μάλλον αγορασμένο στη μαύρη αγορά της Σερβίας»: αυτή ήταν η αρχική εντύπωση της Ντέινα για τον Ρόμπερτ. Τη δε επόμενη φορά που τον συνάντησε, στο αεροδρόμιο της κροατικής πόλης Σπλιτ, εκείνος την περίμενε μέσα σε καταπράσινο στέισον βαγκόν - σίγουρα όχι σε αυτοκίνητο αρκετά διακριτικό για δύο μυστικούς πράκτορες.
Η Ντέινα δυσκολεύτηκε να συνηθίσει το εκκεντρικό στυλ του, αλλά τελικά κατάφερε να τον εμπιστευτεί. Όταν λοιπόν μια μέρα παρατήρησε κάποιον άγνωστο να φωτογραφίζει απέξω το διαμέρισμα της στο Σεράγεβο, έσπευσε να ενημερώσει τον Ρόμπερτ και εκείνος τη συμβούλευσε να μεταβεί στη Φρανκφούρτη ώστε να παραλάβει, για λόγους ασφαλείας, ένα τεθωρακισμένο όχημα για τις μετακινήσεις της. Για να απλοποιήσει μάλιστα τις διαδικασίες, της πρότεινε να ταξιδέψουν με το αυτοκίνητο του μέχρι τη Γενεύη - από κει ο Ρόμπερτ θα συνέχιζε για τη γαλλική αγροικία του και η Ντέινα θα έπαιρνε το τρένο για τη Φρανκφούρτη.
Η διαδρομή τους επρόκειτο να εξελιχθεί σε ταξιδάκι αναψυχής, διότι ο Ρόμπερτ βρήκε άφθονες προφάσεις για να την κάνει πιο ευχάριστη. Λίγο μετά το Σπλιτ σταμάτησε για μια βουτιά στην Αδριατική. Στη συνέχεια φρόντισε για δύο διανυκτερεύσεις σε μέρη ειδυλλιακά- μία στο γαλλικό χωριό Σεν-Πολ-ντε-Βανς και μία στον κοσμοπολίτικο οικισμό Γκστάαντ της Ελβετίας. Το τελευταίο πρωί, λίγο προτού πάρει η Ντέινα το τρένο για τη Γενεύη, την πήγε για σκι.
Σ' εκείνο το ταξίδι συνέχισαν να μιλούν μεταξύ τους χρησιμοποιώντας τα κωδικά τους ονόματα (ήταν ο «Χάρολντ» και η «Ράιλι»), αλλά η σχέση τους μπήκε σε νέα φάση. Η ηρεμία τους δεν κράτησε ωστόσο για πολύ: η γυναίκα που είχε αντικαταστήσει την Ντέινα στο Σεράγεβο πυροβολήθηκε από άγνωστο και γλίτωσε παρά τρίχα τον θάνατο. Την ίδια μέρα οι δύο πράκτορες ανακλήθηκαν στο Σεράγεβο για να μαζέψουν τα πράγματα της βαριά τραυματισμένης συναδέλφου τους και το ίδιο βράδυ η αποστολή τους τερματίστηκε. Στο τέλος ο Ρόμπερτ αποχαιρέτησε την Ντέινα με τα λόγια «ραντεβού στον επόμενο πόλεμο» και εκείνη ένιωσε μια παράξενη μελαγχολία με τη σκέψη ότι πιθανότατα δεν θα τον ξανάβλεπε.


ΑΠΟ ΤΗ ΒΗΡΥΤΟ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΠΑΡΧΙΑ
Λίγους μήνες αργότερα, στο αρχηγείο της CIA, η Ντέινα άκουσε κάποιον να τη φωνάζει Ράιλι. Γύρισε, αντίκρισε τον Ρόμπερτ και τον διόρθωσε λέγοντας του: «Ντέινα». Υστερα, στο πρώτο δείπνο τους επί αμερικανικού εδάφους, ο Ρόμπερτ της είπε ότι σε λίγο καιρό θα πήγαινε για πεζοπορία στις ελβετικές Άλπεις και της πρότεινε να τον ακολουθήσει. Η Ντέινα δέχτηκε και σύντομα ένιωσε δικαιωμένη: σε μια μπιραρία του ελβετικού χωριού Ζερμάτ συνειδητοποίησε ότι τον είχε ερωτευτεί. Κατάλαβε πως δεν την τρόμαζε  η ιδέα ότι οι δυο τους δεν θα είχαν ποτέ οικονομική άνεση ή σταθερότητα στη ζωή τους. Παραδέχτηκε μεσά της ότι με τον Ρόμπερτ δεν θα βαριόταν ποτέ.
Μόλις εκείνη και ο Ρόμπερτ γύρισαν στις ΗΠΑ, εγκατέλειψαν τη CIA και πήγαν στη Βηρυτό, ώστε να πάρουν μια αυθεντική γεύση Μέσης Ανατολής, ελεύθεροι από τις αποστειρωμένες πρακτικές της υπηρεσίας τους. Τουλάχιστον αυτός ο ισχυρισμός υπάρχει στο βιβλίο των δυο ηρώων μας. Στη συνέχεια, μάλιστα, η εκδοχή τους παρουσιάζει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον... Συμφωνά με αυτή, τις πρώτες ημέρες στη λιβανέζικη πρωτεύουσα η Ντέινα αδυνατούσε να αποφορτιστεί από τα κατάλοιπα της θητείας της στην υπηρεσία- συνεχώς έπιανε τον εαυτό της να διαλέγει στα καφενεία θέσεις αντικριστές στην εξώπορτα, να απομνημονεύει τους θαλάμους με τηλέφωνα εν λειτουργία, να αντιμετωπίζει με καχυποψία τα πρόσωπα και τα αυτοκίνητα που συναντούσε για δεύτερη φορά στον δρόμο της. Και όταν άρχισε επιτέλους να χαλαρώνει, παραλίγο να μπλεχτεί από τον Ρόμπερτ στη δολοπλοκία ενός μισότρελου Αμερικάνου που φιλοδοξούσε να αποσπάσει χρήματα από έναν σείχη. Χωρίς δεύτερη σκέψη, το ζευγάρι άφησε λοιπόν στη Βηρυτό τα έπιπλα που είχε αγοράσει και επέστρεψε στην Αμερική.
Στη συνέχεια η Ντέινα γράφτηκε σε νομική σχολή και ο Ρόμπερτ αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στη συγγραφή, αλλά η περιπέτεια συνέχισε να τραβά και τους δυο σαν μαγνήτης. Έτσι, μόλις το τηλεοπτικό δίκτυο ABC πρότεινε στον Ρόμπερτ να ταξιδέψει στο Ιράκ προκειμένου να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για τον Σαντάμ Χουσέίν, ο πρώην πράκτωρ δέχτηκε, με τον όρο να τον συνοδεύσει η Ντέινα ως εικονολήπτρια. Η αποστολή τους επισκιάστηκε πάντως από τον θάνατο ενός στενού Ιρακινού φίλου τους, του Μάλικ, ο οποίος σκοτώθηκε στη διάρκεια βομβαρδισμού μαζί με 16 μέλη της οικογένειας του - συμφωνά με ανακοινώσεις που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο, στόχος των βομβαρδιστικών που ισοπέδωσαν το σπίτι του Μάλικ ήταν ο Μπαρζάν αλΤικρίτι, ένας ετεροθαλής αδελφός του Σαντάμ...
Συγκλονισμένοι από αυτή την τραγική «παράπλευρη απώλεια» του πολέμου, με την επιστροφή τους από το Ιράκ οι δυο ερωτευμένοι άλλαξαν εντελώς ζωή. Παντρεύτηκαν και μετακόμισαν από την Ουάσινγκτον σε ένα χωριό 400 κατοίκων, χωρίς φαρμακείο, φούρνο, ταχυδρομείο, φανάρια στους δρόμους. Ύστερα πήγαν στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια, όπου ζουν μέχρι τώρα με την -τριετή σήμερα- υιοθετημένη κόρη τους από το Πακιστάν και τα τρία λαμπραντόρ τους.
Αραγε η οικογενειακή γαλήνη ξεπερνάει πια σε συγκινήσεις τις κατασκοπικές δραστηριότητες; Ίσως όχι. Αν όμως είσαι αναγκασμένος να διαλέξεις ανάμεσα σε αυτούς τους δυο πόλους και νιώθεις ότι έχεις μπουχτίσει την αδρεναλίνη, η επιλογή είναι μάλλον μονόδρομος. Όταν λοιπόν δόθηκε στην Ντέινα και στον Ρόμπερτ μια δεύτερη ευκαιρία για αγάπη, την άρπαξαν με νύχια και με δόντια. Ίσως την είδαν και ως ευκαιρία εξιλέωσης για την αποτυχία των πρώτων γάμων τους. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζεται εμμέσως στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου, τη γραμμένη από τον Ρόμπερτ, όπου διαβάσαμε: «Καθώς προσπαθούσα να βγάλω άκρη με τις υποθέσεις της CIA, στο σπίτι μου μαγειρεύονταν άλλα προβλήματα. Αν είχα παραμείνει στη βάση μου, πιθανότατα θα τα είχα αντιμετωπίσει. Όμως ένα πράγμα μπορώ να σας πω στα σίγουρα: δεν θα αφήσω κάτι τέτοιο να ξανασυμβεί».
Η ΓΥΝΑΙΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου