Κυριακή 6 Αυγούστου 2017

Νίκος Παπουτσόπουλος : Μνήμες εισβολής από την Κύπρο

Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς εξωτερικά (φωτ. ΑΠΕ-ΜΠΕ / Βυζαντινό Μουσείο Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄)



Μνήμες εισβολής από την Κύπρο

Η Παναγία Κανακαριά προσπαθεί μάταια να επουλώσει τα τραύματα της

Γράφει ο Νίκος Παπουτσόπουλος

Τ' ασπρόβραχα στο Πισσούρι, π' αγκαλιάζει θάλασσα μενεξελιά, λίμνη όμοια, γεμίζουν χρώματα και οπτασίες το δειλινό κι οι σπιλάδες αφουγκράζονται τους ψιθύρους του ανέμου. Σειρήνες άυλες που άδουν μελωδίες υπερκόσμιες. Ώρες μεσημεριού, φυλακισμένες στα βότσαλα. Ώρες μεσημεριού, ακίνητες, ηδονικές καθώς αποχαιρετούν τον Λειδινό, που μαραίνεται στα ξώβεργα και στις αγριοδάφνες, ήχοι ληναίοι, ανάσες και θροίσματα. Ώρες μεσημεριού, ακίνητες, ανακαλούν μνήμες και νοσταλγία.
Σαλαμίνα, θεία Πάφος, τετράπυργον Κίτιον και Αμαθούς, Μάριον και Σόλοι και Ιδάλιον. Απόμακρη η Κερύνεια, χάνεται στο σύθαμπο τ’ ουρανού. Κούριον και, τέλος, Ταμασσός.
Κύπριες πόλεις με ιστορία και θρύλους αιώνων και μνημεία, που στέκουν αγέρωχοι μάρτυρες της μακράς παράδοσης και αποκαλύπτουν επιδράσεις υψηλών πολιτισμών.
Τα τραγικά συμβάντα της εισβολής σηματοδότησαν την προσπάθεια εξισλαμισμού και τουρκοποίησης της Κύπρου με τη δημογραφική μεταβολή, την καταστροφή και την αλλοίωση των μνημείων τέχνης και πολιτισμού, τη μεταγλώττιση αρχαίων τοπωνυμιών. Οι εισβολείς λεηλάτησαν και σύλησαν έναν σπάνιο θησαυρό παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, τα λάφυρα του οποίου διαπραγματεύθηκαν με εμπόρους, συλλέκτες και μουσεία της Εσπερίας, στο πνεύμα του «αιώνα των φώτων». Μικρονοϊκοί μεταπράτες έσπευσαν να διαμελίσουν άρτια σύνολα έργων τέχνης υψηλής αισθητικής, που κοσμούσαν ολόκληρη τη Νήσο, καθώς συνέθεταν την πορεία της στους αιώνες που πέρασαν. Η Παναγία Κανακαριά, στην ερημία και την εγκατάλειψη, προσπαθεί μάταια να επουλώσει τα τραύματα της, κλέη αναπολεί η Παναγία Αχειροποίητος στη βυζαντινή πολιτεία της Λάμπουσας.
Η Μεσόγειος πολιορκεί ολόχρυση τις ψηφίδες της Κύπριδας, καθώς λικνίζεται ανέμελη στον αφρό των κυμάτων και στέλνει μηνύματα σιωπηλά πέρα από τις Κλείδες, τα Κορδύλια. Στην πέτρα επάνω το Ομοδος, ανασαίνει γλυκό σταφύλι. Στις αυλές και τις στενορούγες που στολίζουν πιθάρια τεράστια με χρώματα γήινα μοσχοβολά ο παλουζές κι η ζιβανία. Φωτεινή σοδειά, ευλογημένη, καλή η χρονιά και πλούσια: τον κόπο τού θέρους καταμετρούν με τα τσάμπουρα, με τις σπυρίδες, με τα κοφίνια. Αωτη πρόχους, αρχαία όσο τούτη η γη, μ' εγχάρακτο διάκοσμο εντυπωσιακό, σε σπονδή μυστική, πρώτη, στη Μητέρα θεά, καθώς ο ήλιος αρχίζει να ευωδιάζει στην Παρθένα του Αρακα.
Ώρες μεσημεριού, ακίνητες. Εγκλωβισμένες στη σελασφόρα αχλύ της ακένωτης θάλασσας. Ώρες μεσημεριού, έλκονται από το κυανούν που λάμπει. "Χαίρε, Κίτιον!"
Το δάσος στο Τρόοδος απλώνεται ανάγλυφο: Οι λιγοστές σταγόνες της ορθρινής βροχής διυλίζονται στο Διάστημα. Ακατάληπτη μυθωδία των δένδρων και των φτερωτών συνοδεύει τις σκέψεις κι ακολουθεί πιστά εικόνες κάλλους. Πιο χαμηλά, ο κόλπος της Μόρφου, μετεωρίζεται στις άπειρες αποχρώσεις του δειλινού και γαληνεύει, ως το περίγραμμα των οροσειρών φαντάζει πιο έντονα τώρα, σε ποταμούς χρυσοπόρφυρους που διασχίζουν αργά Μυκηναίων πλοία, βαριά φορτωμένα τον νόστο.
«Μοσχοβολά το βράδυ, ενώ τ' αηδόνια δεν σ' αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες. /Αηδόνι ντροπαλό, μες στον ανασασμό των φύλλων, / συ που δωρίζεις τη μουσική δροσιά του δάσους/ στα χωρισμένα σώματα και στις ψυχές/ αυτών που ξέρουν πως δεν θα γυρίσουν. / Τυφλή φωνή, που ψηλαφείς μέσα στη νυχτωμένη μνήμη/ βήματα και χειρονομίες, δεν θα τολμούσα να πω φιλήματα/ και το πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας / Ποιες είναι οι Πλάτρες; Ποιος το γνωρίζει τούτο το νησί; / Εζησα τη ζωή μου ακούγοντας ονόματα πρωτάκουστα: / καινούργιους τόπους, καινούργιες τρέλες των ανθρώπων/ ή των θεών» (Γ. Σεφέρης, «Ελένη»).
Περιπλανήσεις απολαυστικές, διαδρομές εσπερινές στο πευκοδάσος του Υλάτη Απόλλωνος, της σεβαστής Παλαιπάφου προαγγέλου. Ακοίμητο το ερείπιο του πανίερου τεμένους, επάνω σε χαλάσματα και πάνω σε πέτρες, ατάραχο ατενίζει την αιωνιότητα.
Το κάστρο της Πάφου ανασαίνει άρμη και υγρασία. Στις επάλξεις του οι λάμιες των καταιγίδων και η σαγήνη ιοστέφανων πρωινών μαρμαρυγών αφήνουν ίχνη ανεξίτηλα. Διοσημίες πρόσφατες εκθεμελίωσαν τις περίχρυσες επαύλεις στη Σαλαμίνα. Και η οδός παραμένει ακόμη κλειστή, περίφρακτη η οδός για τη Λήδρα.

"κυριακάτικη δημοκρατία"


 Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς εξωτερικά (φωτ. ΑΠΕ-ΜΠΕ / Βυζαντινό Μουσείο Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄)

Η ιστορία της Παναγίας της Κανακαριάς και των περίφημων ψηφιδωτών της

Η ιστορία και η λεηλασία των περίφημων ψηφιδωτών του ναού της Παναγίας της Κανακαριάς, που αποτελούν σπάνιο δείγμα της τέχνης του 6ου αιώνα μ.Χ., περιγράφεται σε ψηφιακό δίσκο, παραγωγής του Βυζαντινού Μουσείου του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Κύπρου.
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς, στο χωριό Λυθράγκωμη της Καρπασίας, στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, είναι από τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις σύλησης της χριστιανικής πολιτιστικής κληρονομιάς της νήσου. Τα απαράμιλλης τέχνης εντοίχια ψηφιδωτά αποτοιχίστηκαν μεταξύ 1978-1979 από τον Τούρκο αρχαιοκάπηλο Αϊντίν Ντικμέν, μεταφέρθηκαν στη Γερμανία και πολλά τμήματά τους πουλήθηκαν σε εμπόρους τέχνης. Σήμερα σώζεται, σε κακή κατάσταση, μόνο μία τοιχογραφία της Παναγίας με τον Χριστό πάνω από τη νότια είσοδο του ναού.
Για την ονομασία Κανακαριά υπάρχουν τρεις εκδοχές. Η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ένας Σαρακηνός χτύπησε με βέλος, ή με μαχαίρι, το γόνατο της Παναγίας στην εικόνα, που βρισκόταν στον τοίχο έξω από την εκκλησία. Αμέσως έτρεξε αίμα. Αλλά το αιχμηρό αντικείμενο επέστρεψε σ’ εκείνον και καρφώθηκε στο χέρι του. Στην προσπάθειά του να θεραπεύσει την πληγή, έσπευσε στο διπλανό χωριό, φωνάζοντας «καν, καν» («αίματα, αίματα»). Ο Σαρακηνός πέθανε στον δρόμο κι από τότε η Παναγία ονομάστηκε Κανακαριά. Άλλη παράδοση λέει ότι το προσωνύμιο Κανακαριά προήλθε γιατί ο ναός χτίστηκε από έναν κανακάρη, δηλαδή ένα μοναχοπαίδι. Η τρίτη εκδοχή προέρχεται από το ψηφιδωτό της βρεφοκρατούσας Παναγίας, η οποία «κανακεύει» τον γιο της, τον Χριστό, κρατώντας τον στα γόνατά της.
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς στην πρώτη του μορφή ήταν μοναστηριακός, σπάνιο δείγμα της τέχνης του 6ου μ.Χ. αιώνα. Ανήκει στον τύπο της βασιλικής με τρούλο και, σύμφωνα με τους βυζαντινολόγους, η κεντρική αψίδα του είναι το μόνο τμήμα που σώζεται από την ξυλόστεγη βασιλική του 5ου αιώνα. Η βασιλική αυτή καταστάφηκε τον 7ο αιώνα κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών. Ο ναός ξανακτίστηκε πρώτα ως ξυλόστεγος και έπειτα ως καμαροσκεπής. Σε μεταγενέστερο στάδιο, σύμφωνα με το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κύπρου, προστέθηκε στο κτίσμα ασπιδόμορφος τρούλος πάνω από το ιερό βήμα και κατά τον 12ο αι. προστέθηκε τρούλος στο κεντρικό κλίτος.


 Η τοιχογραφία που σώζεται σε κακή κατάσταση 
(φωτ. ΑΠΕ-ΜΠΕ / Βυζαντινό Μουσείο Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄)

Η κεντρική αψίδα του ναού, που χρονολογείται στη Μέση Βυζαντινή περίοδο, ήταν διακοσμημένη με ψηφιδωτά από τον 6ο αι μ.Χ., που αποτελούν πολύ σημαντικά έργα τέχνης και από τα λιγοστά εναπομείναντα πρωτοχριστιανικά ψηφιδωτά παγκοσμίως. Σε αυτά εικονίζεται η Θεοτόκος ένθρονη περιβαλλόμενη από «φωτεινή δόξα», στοιχείο το οποίο συνήθως περιβάλλει τον Χριστό στις σκηνές της Μεταμόρφωσης και της Ανάληψης. Η Θεοτόκος κρατά στα γόνατά της τον Χριστό. Τη δόξα πλαισίωναν δύο φοινικόδεντρα και δύο αρχάγγελοι με σκήπτρο. Την παράσταση περιέβαλλε πλατιά ζώνη με γεωμετρικό και φυτικό διάκοσμο και με δεκατρία μετάλλια, όπου εικονίζονταν στηθαίοι ο Χριστός ή σταυρός και οι δώδεκα απόστολοι.
Εκτός από τα ψηφιδωτά, στον ναό υπήρχαν τοιχογραφίες του 12ου, του 14ου και του 16ου αιώνα. Η μόνη που διασώθηκε, αλλά «τραυματισμένη», είναι η τοιχογραφία της Παναγίας Κανακαριάς στο τυφλό τόξο πάνω από τη νότια είσοδο, που μπορεί να χρονολογηθεί στην τελευταία εποχή.  Ο ναός, οι τοιχογραφίες και τα ψηφιδωτά συντηρήθηκαν από το Aμερικανικό Ίδρυμα Dumbarton Oaks της Ουάσινγκτον το 1973 και η συντήρηση του μνημείου δημοσιεύθηκε από το προαναφερθέν ίδρυμα το 1977.
Όταν το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου πληροφορήθηκε τη σύληση του ναού κατήγγειλε το γεγονός στην UNESCO, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM), στο Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων (ICOMOS) και στην Europa Nostra, αλλά και σε καθηγητές Βυζαντινής τέχνης παγκοσμίως.
Το 1983 επιστράφηκαν, μέσω Γερμανίας και με τη μεσολάβηση εμπόρου τέχνης στο Λονδίνο, τα κλεμμένα μετάλλια με τις μορφές των αποστόλων Λουκά και Βαρθολομαίου, που αφαιρέθηκαν από την αψίδα του ναού.
Το 1988 εντοπίστηκαν τέσσερα τμήματα των ψηφιδωτών στην Ινδιανάπολη των ΗΠΑ, στην κατοχή της εμπόρου έργων τέχνης Peg Goldberg, η οποία διατηρούσε γκαλερί. Εκείνη κατείχε παράνομα το άνω τμήμα του στήθους του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, το άνω τμήμα της παράστασης της Θεοτόκου και του Χριστού και τα μετάλλια που εικονίζουν τους αποστόλους Ματθαίο και Ιάκωβο. Η κυπριακή κυβέρνηση και η Εκκλησία της Κύπρου ξεκίνησαν αμέσως δικαστικό αγώνα εναντίον της Goldberg. Το δικαστήριο της Ινδιανάπολης και το Εφετείο στο Σικάγο αποφάσισαν τα τέσσερα ψηφιδωτά να επιστραφούν στον νόμιμο ιδιοκτήτη τους, δηλαδή στην Εκκλησία της Κύπρου. Τα ψηφιδωτά επιστράφηκαν το 1991 και σήμερα εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ στη Λευκωσία.


 Το γραμματόσημο με το ψηφιδωτό μετάλλιο του αποστόλου Ανδρέα 
(φωτ. ΑΠΕ-ΜΠΕ / Βυζαντινό Μουσείο Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄)

Τον Σεπτέμβριο του 1997 βρέθηκε και αποκτήθηκε το μετάλλιο με τη μορφή του αποστόλου Θαδδαίου και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους βρέθηκε στην κατοχή του αρχαιοκάπηλου Αϊντίν Ντικμέν από τη γερμανική αστυνομία το μετάλλιο με τη μορφή του αποστόλου Θωμά. Έναν μήνα μετά βρέθηκε και το δεξί χέρι του αρχαγγέλου Γαβριήλ και το αριστερό χέρι της Παναγίας.
Το 2010, κατά την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, ο διευθυντής του Γιάννης Ηλιάδης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα ψηφιδωτά της Παναγίας Κανακαριάς και επισήμανε ότι πρόκειται για μοναδικά ψηφιδωτά, τα οποία είναι της ίδιας εποχής με τα ψηφιδωτά της Ραβέννας και της Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά, και πως είναι διαμελισμένα και κατεστραμμένα.
Το 1997 οι γερμανικές αρχές και η Ιντερπόλ κατάφεραν να εντοπίσουν σε δύο διαμερίσματα του Τούρκου αρχαιοκάπηλου στο Μόναχο και να κατάσχουν 260 εικόνες, τοιχογραφίες, ψηφιδωτά και χειρόγραφα από την τουρκοκρατούμενη Κύπρο.Το 2013, μετά από 16 χρόνια δικαστικής διαμάχης, επαναπατρίστηκαν 173 εκκλησιαστικοί θησαυροί από πενήντα λεηλατημένους ναούς στο τουρκοκρατούμενο τμήμα της Κύπρου. Ανάμεσα σε αυτούς επαναπατρίστηκαν τέσσερα σπαράγματα ψηφιδωτών του 6ου αιώνα από την Παναγία Κανακαριά: ο Απόστολος Θωμάς, το Xέρι της Θεοτόκου, το Xέρι του δεξιού Αρχαγγέλου και τμήμα της διακοσμητικής ταινίας.
Στα τέλη Αυγούστου επαναπατρίστηκαν 23 εκκλησιαστικοί θησαυροί από τους κατασχεθέντες στα διαμερίσματα του Tούρκου αρχαιοκάπηλου. Εκτός αυτών επαναπατρίστηκε το βαλιτσάκι με τις ψηφίδες που χρησιμοποιούσε ο Ντικμέν για τη δημιουργία πλαστών ψηφιδωτών. Ανάμεσα στις ψηφίδες βρίσκονται και γνήσιες ψηφίδες από την ψηφιδωτή παράσταση της Παναγίας Κανακαριάς.
Τα ψηφιδωτά σπαράγματα της Παναγίας Κανακαριάς θα αποκατασταθούν στην αρχική τους μορφή και θα επανενωθούν για να εκτεθούν σε αψίδα που θα κατασκευαστεί μέσα στο Βυζαντινό Μουσείο. Σύμφωνα με τον διευθυντή του Μουσείου του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, δρα Ιωάννη Ηλιάδη, η έκθεση του ψηφιδωτού στο Μουσείο ελπίζεται να είναι προσωρινή γιατί, σημείωσε, «η προσδοκία όλων των Κυπρίων είναι να επιστραφούν, μετά τη λύση του Κυπριακού προβλήματος, στο ναό της Παναγίας Κανακαριάς, από όπου κλάπηκαν». Ένα σημαντικό ψηφιδωτό, το οποίο δεν έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα, είναι το μετάλλιο με τη μορφή του αποστόλου Ανδρέα. Το 1967 το Τμήμα Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Κύπρου κυκλοφόρησε γραμματόσημο με το μετάλλιο αυτό.
 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου