Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2017

Δημήτρης Κρέτσης: Στου νόστου τα κύματα





Δημήτρης Κρέτσης: Στου νόστου τα κύματα

Ο ταλαντούχος ζωγράφος και εικονογράφος που ανήκει στη νεότερη γενιά των εικαστικών καλλιτεχνών, έχει ήδη ξεχωρίσει για τις μεγάλου μεγέθους δημόσιες συνθέσεις του. Το θέμα του κάθε φορά είναι ζωντανό ως οπτασία. Είναι οικείο και την ίδια στιγμή μακρινό.

Γράφει η Αθηνά Σχινά*

Ο Δημήτρης Κρέτσης είναι ένας ταλαντούχος ζωγράφος και εικονογράφος που ανήκει στη νεότερη γενιά εικαστικών καλλιτεχνών (γενν. 1972), έχοντας ήδη ξεχωρίσει για τις μεγάλου μεγέθους δημόσιες συνθέσεις του, οι οποίες επελέγησαν κατόπιν διαγωνισμών και σήμερα κοσμούν τις όψεις κτιρίων σε κεντρικά σημεία της Αθήνας. Η καλλιτεχνική δραστηριότητα του επεκτείνεται, φυσικά, και σε εσωτερικούς χώρους σημαντικών και γνωστών οικοδομημάτων (όπως π.χ. είναι το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» στην πρωτεύουσα), αλλά και σε άλλες πόλεις του τόπου μας, όπου οι εργασίες του περιλαμβάνουν τοιχογραφίες, οροφογραφίες, εικαστικά και ποικίλα άλλα διακοσμητικά θέματα.
Ο συγκεκριμένος δημιουργός διαθέτει, πέρα και πάνω απ' όλα, εντυπωσιακές σχεδιαστικές και χρωματικές ικανότητες, που αναδεικνύονται επί το πλείστον στα ρεαλιστικής απόδοσης εικαστικά έργα του, στην εκφραστικότητα επίσης των πορτρετογραφιών του, κυρίως όμως στις πρωτότυπες δικές του συνθέσεις, που περιλαμβάνουν μια ευρεία κλίμακα θεμάτων.
Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του, ωστόσο, επικεντρώνεται στη «δραματουργικά» εναργή εικαστική μετάπλαση και τη συναισθαντικά φορτισμένη αποτύπωση των ευμετάβλητων στοιχείων της φύσης και της ζωής, όπως είναι οι συμπεριφορές και οι διαθέσεις των ανθρώπων, η κινησιολογία τους στον χώρο και οι επικοινωνιακές επαφές τους με το περιβάλλον, η ρευστότητα επιπλέον, αλλά και οι συνεχόμενες αλλαγές, όπως στιγμιοτυπικά και φευγαλέα τις αντικρίζει κανείς να κατοπτρίζονται στα νέφη του ουρανού, στις ριπές του ανέμου, στις ακτίνες του ήλιου, στις φωταύγειες των σκιάσεων, στις αντανακλάσεις που βλέπουμε στα νερά της θάλασσας, καθώς επίσης στις εντάσεις και άλλοτε στις υφέσεις των κυματισμών της. Οι προσδοκώμενες και απροσδόκητες αλλαγές, για τον Δημ. Κρέτση, είναι απλώς το εφαλτήριο των εμπνεύσεων και της φαντασίας του, επομένως δεν χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης αυτός τον ρεαλισμό ως αυτοσκοπό, για να αποδείξει τον βαθμό της δεξιοτεχνίας του ούτε τον απασχολεί η συγκεκριμένη παράμετρος. Δεν είναι άλλωστε αυτός ο ρόλος και ο στόχος της τέχνης.
Η τέχνη, ούτως ή άλλως, δεν αμιλλάται την ουτοπία της άπιαστης, της πολυσχιδούς και της πολυεπίπεδης, κατά τα άλλα, πραγματικότητας. Θα ήταν όχι μόνον ανέφικτο, αλλά και περιττό, διαψεύδοντας όποιον θα το επιχειρούσε, αφ' ης στιγμής θα απέδιδε μια πλάνη εν τέλει ή μια γραφική και ρομαντικού τύπου ανεπίκαιρη εκδοχή. Ο Δημ. Κρέτσης μπορεί μέσα από συνδυαστικά επιλεγμένες όψεις της πραγματικότητας να χρησιμοποιεί τη σχεδιαστική και χρωματική ευκρίνεια προσώπων, κινήσεων, καταστάσεων και αντικειμένων, καθώς ζωγραφίζει λεπτομέρειες τους, αλλά αυτό το επιχειρεί (και μάλιστα με εντυπωσιακή επιτυχία) προκειμένου να γίνουν πειστικότερες και υποβλητικές η ατμόσφαιρα και η υφολογία του έργου σε σχέση με την αληθοφάνεια του προφανούς, η οποία πάντοτε όμως είναι αμφισβητούμενη επειδή είναι συνεχώς μεταβαλλόμενη.


Επομένως ο Δημ. Κρέτσης χρησιμοποιεί τον ρεαλισμό κυρίως ως εκφραστικό μέσο, για να υποδείξει μέσα από μια δυναμικά αλληγορική και αισθαντικά υπαινικτική γλώσσα όσα τονίζει και όσα -πολύ περισσότερα- παραλείπει να φέρει στο προσκήνιο η ίδια η ζωή. Το θέμα του κάθε φορά είναι ζωντανό ως οπτασία. Είναι οικείο και την ίδια όμως στιγμή μακρινό, σαν να αποκαθηλώνεται, γιατί ο ζωγράφος στους πίνακες του σκηνοθετεί και σκηνογραφεί όχι μόνον ό,τι βλέπουν τα μάτια του, αλλά, χρησιμοποιώντας την παρατηρητικότητα του, αποδίδει εικαστικά κυρίως ό,τι λαχταρά η ψυχή του. Με άλλα λόγια, σε μια σειρά έργων του (από όπου προέρχονται και οι δημοσιευόμενες φωτογραφίες, ανάμεσα στις τόσες άλλες σειρές που έχει ο Κρέτσης πραγματοποιήσει) ζωγραφίζει τις ώρες και τις εποχές ή τις διαθέσεις της θάλασσας σχεδόν προσωποποιώντας τη. Για εκείνον είναι το ερωτικό και ταυτοχρόνως το ανταγωνιστικό στοιχείο. Είναι οι συνεχόμενες αναγεννήσεις της ψυχής, αλλά και οι δικές του, όπως και οι αδιόρατοι ή οι ανεπίληπτοι θάνατοι του, μέσα από τις έλξεις και την ίδια στιγμή τις αμφισβητήσεις του, μέσα από τους δισταγμούς και τους φόβους του, από τα πάθη και την επίγευση των διαψεύσεων του ή των εσωτερικευμένων πόνων του, που αναγκαστικά μεταμφιέζονται σε χαρές, κατά το διάβα της ζωής. Η θάλασσα είναι για τον Δημ. Κρέτση ο χαμένος αλλά και ο συχνά επανερχόμενος του «παράδεισος». Τον συγκινούν η υγρότητα και η διαφάνεια της θάλασσας ως ασφάλεια μητρικής θαλπωρής και την ίδια στιγμή ως τρόμος ερημίας της υπαρξιακής μοναξιάς, που την αντιμετωπίζει με τόλμη, προσπαθώντας να εξιχνιάσει τα ανείπωτα μυστήρια της. Θέλγεται από τη γοητεία και ταυτοχρόνως την αγνωσία της θάλασσας, από τα βάθη και τα πλάτη της, από τα ιστορήματα και τα πλανέματά της, από τους ελλιμενισμούς και τις αναχωρήσεις των πλοιαρίων της, από τη φιλικότητα των νερών της και από τη γεύση των «περιπετειών» της αλμύρας της.
Στα έργα του ο ζωγράφος αυτός επιλέγει τα κατάλληλα θέματα, έτσι ώστε μέσα από αυτά να μπορεί να μεταδίδει με υποβλητικότητα στους θεατές του τις ηρεμίες και τους παφλασμούς, τις στοργικές αγκαλιές αλλά και τις τρικυμίες του πελάγους, κάτω από τον αδαπάνητο μεσογειακό ήλιο και μέσα από τις μυριάδες των ιριδισμών του να αντιφεγγίζουν στα νερά.
Πάνω απ' όλα ο Δημ. Κρέτσης εκφράζει τον βαθύ νόστο της φευγαλέας, της επιθυμητής αλλά και ασύλληπτης πραγματικότητας της θάλασσας. Της πραγματικότητας που παραπέμπει στην κίνηση και τη δράση μιας αναμυθολογούμενης εν τέλει καθημερινότητας, η οποία ψυχοσυναισθηματικά διαμορφώνεται ενδογενώς μέσα από τα όνειρα και τον μόχθο των ανθρώπων, μέσα από τις προκλήσεις που δέχονται, αλλά και από τις οριακές ισορροπίες που κάθε στιγμή -πότε ατομικά και πότε συλλογικά- εκείνοι δημιουργούν μέσα από τις παραδοχές τους, αλλά και τις υπερβάσεις τους, μέσα από την ανάγκη τους να τιθασεύσουν την εράσμια αλλά και απροσδόκητη «θάλασσα» του πόντου, που έχουν γύρω κι εντός τους.
* Κριτικός & ιστορικός τέχνης
Πηγή: «κυριακάτικη δημοκρατία»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου